Διηγεῖται κάποιος Γέροντας: ”Εγώ ἤμουν παιδὶ ἑνὸς ἱερέα τῶν εἰδωλολατρῶν. Ὅταν ἤμουν μικρός, καθόμουν πολλὲς φορὲς μέσα στὸ ναὸ καὶ ἔβλεπα τὸν πατέρα μου ποὺ ἔμπαινε καὶ ἔκανε θυσίες στὸ εἴδωλο. Μία φορᾶ λοιπόν, μπῆκα κρυφὰ ἀπὸ πίσω του καὶ εἶδα τὸν Σατανᾶ νὰ κάθεται καὶ γύρω τοῦ ἔστεκε τὸ στράτευμά του. Καὶ νὰ ἦρθε ἕνας ἀπὸ τοὺς βαθμοφόρους του καὶ τὸν προσκύνησε. Ἀπευθύνθηκε ὁ διάβολος σ’ αὐτὸν καὶ τοῦ εἶπε:
– Ἀπὸ ποῦ ἔρχεσαι;
Καὶ ἐκεῖνος ἀπάντησε:
– Στὴν τάδε χώρα ἤμουν καὶ ξεσήκωσα πόλεμο καὶ μεγάλη ταραχὴ καὶ ἔκανα νὰ χυθεῖ
πολὺ αἷμα καὶ ἦρθα νὰ σοῦ τὸ ἀναγγείλω.
– Καὶ σὲ πόσο χρόνο τὸ ἔκανες αὐτό; τὸν ρώτησε ὁ διάβολος.
– Σὲ 30 μέρες.
– Σὲ τόσο χρόνο, μόνο αὐτὸ ἔκανες;
Καὶ διέταξε τότε ὁ διάβολος νὰ τὸν μαστιγώσουν.
ΜΕΓΕΘΙΟΣ
Εἶπε ὁ ἀββᾶς Μεγέθιος: » Στὴν ἀρχὴ συναντιόμασταν μεταξύ μας καὶ συζητούσαμε γιὰ τὴν ὠφέλειά μας οἰκοδομώντας ὁ ἕνας τὸν ἄλλο, γινόμασταν παρέες – παρέες ποὺ ἀνέβαιναν στὸν οὐρανό. Τώρα ὅμως μαζευόμαστε καὶ μιλώντας ὁ ἕνας ἐναντίον τοῦ ἄλλου πέφτουμε χαμηλά».
Ὁ Εὐλόγιος καί ὁ λωβός
Παλλαδίου
ΚΑΠΟΙΟΣ μορφωμένος ἀπὸ τὴν ’Αλεξάνδρειαν, ὀνόματι Εὐλόγιος, ἐκυριεύθη ἀπὸ θεϊκὸν ἔρωτα καὶ ἀπεφάσισε νὰ ἀρνηθῇ τὸν κόσμον. Δι’ αὐτό, ἀφοῦ ἐμοίρασε τὴν περιουσίαν του, ἐκτὸς ἀπὸ ὀλίγα, τὰ ὁποῖα ἐκράτησε διὰ τὴν συντήρησιν του, ἐπειδὴ δὲν ἠμποροῦσε νὰ ἐργάζεται, ἤρχισε νὰ σκέπτεται τί νὰ κάμῃ διὰ τὸν ἑαυτόν ταυ διότι οὔτε εἰς μοναστικὴν συνοδείαν ἀπεφάσιζε νὰ εἰσέλθῃ, οὔτε καὶ ἡ συνείδησίς του τὸν ἐβεβαίωνε ὅτι ἦτο καλὸν νὰ μένῃ μόνος. Ἔτσι λοιπὸν καθὼς ἦτο διστακτικὸς εὑρῆκεν εἰς τὴν ἀγορὰν κάποιον λωβιασμένον, ὁ ὁποῖος ἦτο παραπεταγμένος ἐκεῖ. Αὐτὸς οὔτε πόδια εἶχεν, οὔτε χέρια· μονάχα ἡ γλῶσσα τοῦ εἶχε μείνει καὶ μὲ αὐτὴν παρακαλοῦσε τοὺς περαστικοὔς νὰ τὸν λυπηθοῦν. Read more
Δύο σαρκικοὶ ἀδελφοὶ ἀπηρνήθησαν τὸν κόσμον καὶ ὑπετάχθησαν εἰς Γέροντα, ὁ ὁποῖος ἠσκήτευεν εἰς τὸ ὄρος τῆς Νιτρίας. Ὁ Θεὸς λοιπὸν καὶ εἰς τοὺς δύο ἔδωσε τὸ χάρισμα τῶν δακρύων καὶ τῆς κατανύξεως.
Μίαν ἡμέραν βλέπει ἕνα ὅραμα ὁ Γέρων’ εἰδεν ὅτι καὶ οἱ δύο οἰδελφοὶ προσηύχοντο καὶ ὁ καθένας ἐκρατοῦσεν ἕνα γραμμένον χαρτὶ καὶ τὸ ἔβρεχε μὲ τὰ δάκρυά του. Τὰ γράμματα ὅμως τοῦ ἑνὸς ἔσβυναν εὔκολα ἀπὸ τὸ χαρτί, ἐνῷ τοῦ ἄλλου μὲ κόπον’ ἐφαίνοντο δηλαδὴ ὡς νὰ ἦσαν χαραγμένα ἀπὸ πυρωμένον σίδηρον. Παρεκάλεσε τότε ὁ Γέρων νὰ τοῦ ἐξηγηθῇ τὸ ὄνειρον. Read more
Ὁ ἴδιος αὐτὸς Μακάριος, ὅταν ἐπληροφορήθη διὰ τοὺς Ταβεννησιώτας, ὅτι ἔχουν μεγάλην αὐστηρότητα εἰς τὴν ζωήν των, ἀφοῦ ἄλλαξεν ἐνδύματα καὶ ἔγινεν ὡσὰν κοσμικός, ἐβἀδισεν ἐπὶ δεκαπέντε ἡμέρας καὶ ἀνέβηκεν εἰς Θηβαϊδα. Μόλις ἔφθασεν εἰς τὸ Μοναστήριον τῶν Ταβεννησιωτῶν, ἐζήτησε νὰ εἰδοποιἤσουν, διὰ τὸν ἐρχομόν του, τὸν ’Αρχιμανδρίτην Παχὠμιον, πού ἦτο ἄνθρωπος μὲ προφητικὸν χάρισμα κατὰ θείαν ὅμως οἰκονομίαν, τὸ Πνεῦμα δὲν τοῦ ἐφανέρωσεν τὴν περίπτωσιν τοῦ Μακαρίου.
’Αφοῦ, λοιπόν, τὸν ἐκάλεσαν μέσα εἰς τὸ Μοναστήριον καὶ συνήντησε τὸν Παχώμιον, τοῦ εἶπε: . . . Read more
Τοῦ ἀββᾶ Ἠσαΐα
ΑΠΛΟΤΗΤΑ καὶ τὸ νὰ μὴ θεωρεῖ κανεὶς τὸν ἑαυτὸ τοῦ σπουδαῖο, ἁγιάζουν τὴν καρδιὰ (καὶ τὴν καθιστοῦν ἀπρόσβλητη) ἀπὸ τὸν πονηρό. Ἀπεναντίας, ὁποῖος βρίσκεται μαζὶ μὲ τὸν ἀδελφό του ἔχοντας μέσα τοῦ πονηρία, δὲν θ’ ἀπαλλαγεῖ ἀπὸ τὴν καρδιακὴ λύπη. Μάταια εἶναι Ὅλα τὰ ἔργα ἐκείνου πού, μὲ πονηρὴ διάθεση, ἄλλα λέει καὶ ἄλλα ἔχει μέσα στὴν καρδιά του. Read more
Ἀπὸ τὸ Γεροντικὸ
ΜΕΡΙΚΟΙ ἀδελφοὶ ἀπὸ ἕνα κοινόβιο βγῆκαν στὴν ἔρημο καὶ ἐπισκέφθηκαν κάποιον ἀναχωρητή. Ἐκεῖνος τοὺς δέχθηκε μὲ χαρά, καί, ὅπως συνηθίζουν οἱ ἐρημίτες, βλέποντας τοὺς κουρασμένους, ἔστρωσε τὸ τραπέζι νωρίτερα ἀπὸ τὴν κανονικὴ ὥρα, τοὺς φίλεψε μὲ ὅτι εἶχε καὶ τοὺς ξεκούρασε.
Μόλις βράδιασε, διάβασαν (μόνο) τοὺς δώδεκα ψαλμούς. Τὸ ἴδιο ἔκαναν καὶ τὴ νύχτα. Read more
Ὁ ἀββᾶς Ἰωάννης ὁ Κολοβὸς εἶπε. Ἄλλη ἀρετὴ δὲν ὑπάρχει, σὰν τὸ νὰ μὴν ἐξευτελίζει κανεὶς τὸν πλησίον.
Δυὸ ἀδελφοὶ ἦρθαν κάποτε στὸν ἀββᾶ Παμβῶ. Καὶ τὸν ρώτησε ὁ ἕνας:
Ἄββα, ἐγὼ νηστεύω γιὰ δυὸ συνεχόμενες ἡμέρες Καὶ τὴν Τρίτη τρώγω δυὸ ψωμάκια. “Ἄραγε σώζομαι ἔτσι ἢ βρίσκομαι σὲ πλάνη; Ἄββα, τὸν λέει καὶ ὁ ἄλλος, ἐγὼ βγάζω ἀπὸ τὸ ἐργόχειρό μου δυὸ κεράτια τὴν ἡμέρα. Κρατάω (ἀπ’ αὐτά) λίγα νουμία γιὰ τὴ διατροφή μου, Καὶ τὰ ὑπόλοιπα τὰ δίνω ἐλεημοσύνη.
Ἄραγε σώζομαι ἔτσι ἢ βρίσκομαι σὲ πλάνη; Read more
Ἀπὸ τὸ Βίο τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ ἐλεήμονος
Ο ΜΕΓΑΣ Βιτάλιος ἀρχικὰ ἡσύχαζε στὴ μονὴ τοῦ μονάχου Σερίδωνος. Ἐκεῖνο τὸν καιρὸ (τῆς πατριαρχίας τοῦ ἁγίου Ἰωάννου) ἦρθε στὴν Ἀλεξάνδρεια. Τὴ ζωὴ τοῦ ἐδῶ, στὴν Ἀλεξάνδρεια, πολὺ εὔκολα θὰ μποροῦσαν νὰ τὴν κατηγορήσουν οἱ ἄνθρωποι, στὸ Θεὸ ὅμως ἦταν ἐξαιρετικὰ εὐάρεστη, ὅπως τελικὰ ἀποδείχθηκε. Read more
Ἀπὸ τὸ Βίο τῆς ἁγίας Συγκλητικῆς
Η ΜΑΚΑΡΙΑ Συγκλητικὴ ἔλεγε (στὶς ἀδελφές):
– Ἡ καταλαλιὰ εἶναι πολὺ βαρὺ καὶ ὀλέθριο (ἁμάρτημα). Ὡστόσο μερικοὶ ἄνθρωποι τὴν ἔχουν σὰν τροφὴ καὶ ξεκούραση. Ἐσὺ ὅμως, πιστὴ (στὸν Κύριο ἀδελφή), νὰ μὴ δεχθεῖς μέσα σου τὰ ξένα κακά, ἀλλὰ νὰ διατηρεῖς τὴν ψυχή σου ἀμόλυντη. Γιατί ἂν δεχθεῖς τὰ βρωμερὰ λόγια ἐκείνου ποὺ καταλαλεῖ, θὰ προξενήσεις στὴν προσευχή σου, μὲ τοὺς λογισμούς, κηλίδες ἀκαθαρσίας, καὶ θὰ μισήσεις ἀδικαιολόγητα αὐτοὺς ποὺ σὲ συναναστρέφονται. Γιατί ὅταν τ’ αὐτιά σου θὰ γεμίσουν ἀπ’ τὴν ἀπανθρωπιὰ αὐτῶν ποὺ καταλαλοῦν, τότε ὅλους θὰ τοὺς ὑποτιμᾶς καὶ ὅλους θὰ τοὺς θεωρεῖς τὸ ἴδιο ἀκάθαρτους• ὅπως ἀκριβῶς καὶ τὸ μάτι, ὅταν θαμπωθεῖ ἀπὸ δυνατὸ ἔγχρωμο φῶς, δὲν μπορεῖ νὰ διακρίνει καθαρὰ τὸ σχῆμα τῶν ἀντικειμένων ποὺ βλέπει. Read more
Ἀπὸ τὸ Βίο τοῦ ἁγίου Εὐθυμίου
ΕΝΑΣ ἄνθρωπος, ποὺ λεγόταν Κυριάκος καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν κωμόπολη Φαρᾶν, ἦταν βοσκὸς προβάτων καὶ ἔβοσκε τὸ κοπάδι του στὶς ἐρημικὲς ἐκεῖνες περιοχές. Κάποιος ἄλλος, φτωχὸς κι αὐτός, ἀπὸ τὴν ἴδια κωμόπολη, τοῦ ἐμπιστεύθηκε δέκα πρόβατα ἀκόμα, γιὰ νὰ τὰ βόσκει κι αὐτὰ μαζὶ μὲ τὰ δικά του. Πέρασε κάποιο χρονικὸ διάστημα, καὶ ὁ φτωχὸς βρέθηκε σὲ μία μεγάλη ἀνάγκη. Ἐπειδὴ λοιπὸν δὲν εἶχε τίποτ’ ἄλλο, ὁ νοῦς τοῦ πῆγε ἀμέσως στὸ μικρό του κοπάδι. Ἀποφάσισε βιαστικὰ νὰ τὸ πουλήσει, γιατί τὸν ἕσφιγγε ἡ ἀνάγκη. Read more
Ἀπὸ τὸ Γεροντικὸ
ΕΝΑΣ γέροντας εἶπε:
Ὑπάρχει ἄνθρωπος ποὺ νομίζει ὅτι σωπαίνει, μὰ ἡ καρδιὰ του κατακρίνει τοὺς ἄλλους. Αὐτὸς πάντοτε μιλάει. Καὶ ὑπάρχει ἄλλος ποὺ μιλάει ἀπ’ τὸ πρωὶ ὡς τὸ βράδυ, μὰ φυλάει τὴ σιωπή, γιατί δὲν λέει τίποτα ποὺ νὰ μὴν εἶναι ὠφέλιμο.
Ρώτησαν ἕνα γέροντα:
Ποιὰ εἶναι ἡ σημασία τοῦ ρητοῦ, “πᾶν ρῆμα ἄργον ὁ ἐὰν λαλήσωσιν οἱ ἄνθρωποι, ἄποδωσουσι περὶ αὐτὸν λόγον” (Ματθ. 12: 36);
Καὶ ἀποκρίθηκε:
Κάθε λόγος ποὺ ἀναφέρεται σὲ ὑλικὰ πράγματα, ἐκτὸς ἀπὸ τὰ ἀπαραίτητα, εἶναι ἀργολογίας. Μόνο ἡ ὁμιλία γιὰ σωτηρία “ψυχῆς δὲν εἶναι ἀργολογία. Ὡστόσο, καὶ σ’ αὔτη τὴν περίπτωση, εἶναι καλύτερο ν’ ἀποφεύγει κανεὶς τὰ πολλὰ λόγια. Γιατί καθὼς μιλᾶς γιὰ τὸ καλό, ἔρχεται καὶ τὸ κακό. Read more
Τοῦ Παλλαδίου
ΤΗΝ Καισαρεία τῆς Παλαιστίνης ἡ παρθένα θυγατέρα ἑνὸς πρεσβυτέρου διακορεύτηκε (ἀπὸ κάποιον) καὶ ἔμεινε ἔγκυος. Ὁ διακορευτῆς τῆς τὴν ὁρμήνεψε νὰ συκοφαντήσει (σὰν ἔνοχο) κάποιον ἀναγνώστη τῆς πόλης, (ποὺ λεγόταν Εὐστάθιος). Καθὼς λοιπὸν ἀνακρινόταν ἀπὸ τὸν πατέρα της, κατηγόρησε τὸν
ἀναγνώστη. Ὁ πρεσβύτερος ἐνημέρωσε τὸν ἐπίσκοπο. καὶ ὁ ἐπίσκοπος, ἀφοῦ συγκάλεσε τὸ ἱερατεῖο, ἔφερε στὴ μέση τὸν ἀναγνώστη καὶ ἄρχισε νὰ τὸν ρωτάει γιὰ τὸ ζήτημα.
Ἐγὼ δὲν ἔχω σχέση μ’ αὐτὴ τὴν ὑπόθεση, ἀποκρίθηκε ἐκεῖνος. Read more
Ἀπὸ τὸ Γεροντικὸ
ΡΩΤΗΣΑΝ ἕνα γέροντα: – Τί εἶναι ἡ ζωὴ τοῦ μονάχου;
Καὶ ἀποκρίθηκε: Στόμα ἀληθινό, σῶμα ἅγιο, καρδιὰ καθαρή.
Ἕνας γέροντας εἶπε:
Τὸ ψέμα εἶναι “ὁ παλαιὸς ἄνθρωπος, ὁ φθειρόμενος κατὰ τᾶς ἐπιθυμίας τῆς ἀπάτης” (Ἔφ. 4:22). Καὶ ἡ ἀλήθεια, “ὁ καινὸς ἄνθρωπος, ὁ κατὰ Θεὸ κτισθεῖς” (Ἔφ. 4:24).
Εἶπε πάλι (ὁ ἴδιος γέροντας):
Ἡ ἀλήθεια εἶναι ἡ ρίζα τῶν καλῶν ἔργων. Καὶ τὸ ψέμα εἶναι ὁ (πνευματικός) θάνατος. Read more
Ἀπὸ τὸ Γεροντικὸ
ΕΛΕΓΑΝ γιὰ τὸν ἀββᾶ Μακάριο τὸν Αἰγύπτιο ὅτι ἀνέβαινε κάποτε ἀπὸ τὴ Σκήτη πρὸς τὸ ὀρὸς τῆς Νιτρίας, καὶ ὅταν πλησίασε στὸν τόπο εἶπε στὸ μαθητή του: Προχώρα ἐσὺ λίγο.
Καθὼς προχωροῦσε λοιπὸν ὁ μαθητής, συναντάει κάποιον εἰδωλολάτρη ἱερέα νὰ τρέχει, καὶ τοῦ φωνάζει δυνατά:
Ἔ, ἔ, δαίμονα! Ποῦ τρέχεις;
Ὀργίστηκε τότε ἐκεῖνος καὶ μὲ τὸ ραβδὶ του τὸν χτύπησε δυνατά, τὸν καταπλήγωσε καί, ἀφήνοντάς τον μισοπεθαμένο, συνέχισε τὸ δρόμο του. Ἀφοῦ προχώρησε λίγο, τὸν συναντάει ὁ ἀββᾶς Μακάριος νὰ τρέχει καὶ τοῦ λέει:
Ὁ Θεὸς μαζί σου, κουρασμένε ἄνθρωπε, ὁ Θεὸς μαζί σου! Read more
Τοῦ ἀββᾶ Ἰσαὰκ
ΝΑ ΜΗ μισήσεις τὸν ἁμαρτωλό, γιατί ὅλοι εἴμαστε ἔνοχοι. Καὶ ἂν τὸν ἀποδοκιμάζεις ἀπὸ ζῆλο Θεοῦ, νὰ κλάψεις γιὰ χάρη του. Νὰ μὴ μισήσεις τὸν ‘ίδιο, ἀλλὰ τὶς ἁμαρτίες του. Γιὰ τὸν ἴδιο νὰ προσευχηθεῖς, κι ἔτσι θὰ μοιάσεις στὸ Χριστό, ποὺ δὲν ἀγανακτοῦσε ἐναντίον τῶν ἁμαρτωλῶν, ἀλλὰ προσευχόταν πολὺ γι’ αὐτούς• ἔκλαψε μάλιστα Καὶ γιὰ τὴν Ἱερουσαλὴμ (Ματθ. 23:37. Λουκ. 13:34). Ἀφοῦ, ἄλλωστε, κι ἐμᾶς μας ξεγελάει σὲ πολλὲς περιπτώσεις ὁ διάβολος, γιατί νὰ μισήσουμε Καὶ ν’ ἀποστραφοῦμε ἐκεῖνον ποῦ, κατὰ τὴν ἀντίληψή μας, ἐξαπατήθηκε ἀπὸ τὸν κοινό μας ἐχθρό; Read more
Τοῦ ἁγίου Διαδόχου
ΟΠΩΣ τὸ κερί, ἂν δὲν ζεσταθεῖ καὶ μαλαχθεῖ πολύ, δὲν μπορεῖ νὰ δεχθεῖ τὴ σφραγίδα ποὺ βάζουμε πάνω του, ἔτσι καὶ ὁ ἄνθρωπος, ἂν δὲν δοκιμαστεῖ μὲ κόπους καὶ ἀσθένειες, δὲν μπορεῖ νὰ δεχθεῖ τὴ σφραγίδα τῆς ἀρετῆς τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Κύριος λέει στὸν θεσπέσιο Παῦλο: “Ἀρκεῖ σοὶ ἡ χάρις μου ἡ γὰρ δύναμίς μου ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται” (Β’ Κορ. 12:9). Μὰ καὶ ὁ ἴδιος ὁ Παῦλος καυχιέται μὲ τὰ ἕξης λόγια: “Ἡδιστα οὒν μᾶλλον καυχήσομαι ἐν ταὶς ἀσθενείαις μου, ἴνα ἐπισκηνώση ἐπ’ ἐμὲ ἡ δύναμις τοῦ Χριστοῦ” (ὁ.π.). Read more
Ἀπὸ τὸ βίο τῆς ἁγίας Συγκλητικῆς
Η ΜΑΚΑΡΙΑ Συγκλητικὴ εἶπε στὶς ἀδελφές, ποὺ εἶχαν συγκεντρωθεῖ κοντά της:
Ὑπάρχει λύπη ὠφέλιμη καὶ λύπη βλαπτική. καὶ ὠφέλιμη εἶναι ἡ λύπη, ὅταν ὁ ἄνθρωπος θρηνεῖ γιὰ τὶς ἁμαρτίες του, ὅταν θλίβεται γιὰ τὴν (πνευματική) ἄγνοια τοῦ πλησίον, ὅταν ἀνησυχεῖ μήπως ξεφύγει ἀπὸ τὸ σκοπό του καὶ ὅταν ἔχει ἀγωνία νὰ κατακτήσει τὴν τέλεια ἀρετή. Ὑπάρχει ὅμως καὶ ἡ λύπη ποὺ ὑποβάλλει ὁ ἐχθρός, κι αὐτὴ εἶναι ἐντελῶς παράλογη. Ἀπὸ μερικοὺς ὀνομάζεται καὶ ἀκηδία. Τὴ λύπη αὐτὴ πρέπει νὰ τὴν ἀποδιώχνουμε μὲ τὴν προσευχὴ κυρίως καὶ τὴν -ψαλμωδία, κάνοντας τὴ σκέψη, ὅτι στὴν παροῦσα ζωὴ κανένας ἀσύνετος δὲν εἶναι χωρὶς (τέτοιες) λύπες. Read more
Ἀπὸ τὸ βίο τοῦ ἁγίου Παχωμίου
Ο ΜΕΓΑΣ Παχώμιος ἔλεγε στοὺς μαθητές του:
Πέστε μου, ἀδελφοί, ἂν ὑπάρχει μία οἰκοδομῆ μὲ ἑκατὸ διαμερίσματα, πολὺ χρήσιμη στὸν ἰδιοκτήτη της, κι ἕνας ἄλλος ἀγοράσει ἀπ’ αὐτὸν τὸ ἐσωτερικότερο διαμέρισμα, μήπως τάχα ὁ ἀγοραστὴς θὰ ἐμποδίζεται νὰ πηγαίνει στὸ δικό του πιὰ διαμέρισμα, (περνώντας μέσα ἀπὸ τὴν ἰδιοκτησία τοῦ πωλητῆ); Ἔτσι καὶ ὁ πιστός, ἂν (ἀρχικά) ἀξιώθηκε ν’ ἀποκτήσει ὅλους τους καρποὺς τοῦ Πνεύματος (Γαλ. 5:22-23), (ὕστερα) ὅμως ἀπὸ τὴν ἀμέλειά του καὶ τὴν ἐπιβουλὴ τοῦ ἐχθροῦ χάσει ἕναν ἀπ’ αὐτούς, ἐγκαταλείποντας τὴν ἀρετὴ ἀπὸ κάποια πανουργία (τῶν δαιμόνων), δὲν θὰ ἐξασθενήσει ὡς πρὸς τὸ σημεῖο ἐκεῖνο ποῦ παραχώρησε (στὸ διάβολο); Καὶ ἂν βέβαια δὲν προσέξει, δὲν ἐνεργοποιήσει τὴν ψυχή του καὶ δὲν ἀσφαλίσει τὸν ἑαυτό του, ἡ μικρὴ αὐτὴ διείσδυση τοῦ ἐχθροῦ θὰ γίνει ἀφορμὴ νὰ χάσει κάθε ἀρετὴ τοῦ -ὅπως ἀκριβῶς κι ἐκεῖνοι ποὺ παρατάχθηκαν στὸν πόλεμο ἀπέναντι στοὺς ἐχθρούς, μὲ τὸ νὰ ὑποστοῦν ρῆγμα στὴν παράταξή τους, δέχθηκαν ἀποφασιστικὸ χτύπημα καὶ κινδύνεψαν νὰ χάσουν κι αὐτὴ τὴ ζωή τους. Πρέπει λοιπὸν ὁ καθένας μας νὰ περιφρουρεῖ τὸν ἑαυτό του καὶ νὰ τὸν στολίζει μὲ ὅλες τὶς ἀρετές. Γιατί δὲν ζημιώνεται λίγο ἐκεῖνος ποὺ παραβλέπει καὶ τὴ μικρότερη ἀρετή. Read more
Ἀπὸ τὸ βίο τῆς ἁγίας Συγκλητικῆς
Η ΜΑΚΑΡΙΑ Συγκλητικὴ ἔλεγε:
–Γνώρισα κάποιον μὲ ἐνάρετη ζωή. Αὐτός, καθισμένος στὸ κελί του, ἐπιτηροῦσε τὶς προσβολὲς τῶν λογισμῶν. Σημείωνε ποιὸς ἐπιτέθηκε πρῶτος καὶ ποιὸς δεύτερος, πόσο χρόνο ἔμεινε ὁ καθένας μέσα του, καὶ ἂν ἔδειξε μικρότερη ἢ μεγαλύτερη ἀντίσταση ἀπὸ τὴν προηγούμενη μέρα. καὶ ἀπ’ αὔτη τὴν ἐξέταση ἔβγαζε μὲ ἀκρίβεια συμπέρασμα γιὰ τὴ βοήθεια τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ καὶ γιὰ τὴ δική του καρτερία καὶ προκοπὴ καὶ γιὰ τὴ συντριβὴ τοῦ ἐχθροῦ. Read more