Ἕνα δεῖγμα τῆς ἐκκοσμικεύσεως τῶν χριστιανῶν εἶναι ὅτι μετατρέψαμε τὴν νύχτα σὲ ἡμέρα. Ὡς γνωστόν, οἱ ἅγιοί μας τονίζουν τὴν σημασία τῆς ἀγρυπνίας, τῆς ἐν μέσῳ τῆς νυκτὸς προσευχῆς. Κύριο δὲ χαρακτηριστικὸ τῆς νύχτας εἶναι τὸ σκότος. Ἀνάβοντας τὰ φῶτα καταργοῦμε τὸ σκότος, «καταργοῦμε» τὴν νύχτα…
Ἔχετε πάει πολλοὶ στὸ Ἅγιον Ὄρος. Εἶναι βέβαιο ὅτι θυμόσαστε τὶς κατανυκτικὲς ἀγρυπνίες στὸ ἡμίφως τῶν κεριῶν καὶ κανδηλῶν (ὅπως σὲ ἐκεῖνο τὸ εὐλογημένο ὑπερῶο μὲ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο, ποὺ ἐκήρυττε μέχρι πρωΐας). Ἔνοιωθες ὅτι εἶναι νύχτα. Τὴν χαιρόσουνα! Τώρα θυμηθῆτε τοὺς ἑσπερινοὺς ἢ τὶς ἀγρυπνιοῦλες ποὺ ἔχετε πάει στὸν κόσμο. Ἄπλετο φῶς! Δὲν νοιώθεις ὅτι εἶναι νύχτα. Καὶ δὲν σὲ «τραβάει» νὰ κατανυχθῇς, νὰ κλάψῃς γιὰ τὶς ἁμαρτίες σου. Ἀσφαλῶς, ὁ ὄντως μετανοῶν δὲν βασίζεται σὲ ἐξωτερικοὺς παράγοντες γιὰ νὰ κατανυχθῇ καὶ νὰ προσευχηθῇ θεαρέστως, ἀλλὰ ὁπωσδήποτε συντελοῦν καὶ αὐτοί. Ἆρα γε, μήπως δὲν θέλουμε τὴν κατάνυξι, δὲν θέλουμε τὴν ἡσυχία, δὲν θέλουμε τὴν ἐνδοσκόπησι (τὰ πολλὰ φῶτα σὲ παρακινοῦν νὰ κοιτᾷς ἀπὸ δῶ καὶ ἀπὸ κεῖ, ὄχι μέσα σου), δὲν θέλουμε τὴν μετάνοια; Κάποιοι θέλουν ἁπλῶς νὰ κάνουν ἄνετα οἱ φωτογράφοι τὴν δουλειά τους, λὲς καὶ ἡ Ἐκκλησία εἶναι θέατρο, καὶ ὄχι χῶρος λατρείας καὶ μετανοίας. Ἵλεως γενοῦ ἡμῖν, Δέσποτα Χριστέ!