(Λουκ. ιγ΄ 10- 17)
Ἠλία Μηνιάτη Ἐπισκόπου Κερνίκης καὶ Καλαβρύτων, τοῦ Κεφαλλῆνος
Μία ἀθλία γυναῖκα, ἀπὸ συνεργίας τοῦ δαίμονος, δέκα καὶ ὀκτὼ χρόνους ἐπειράζετο ἀπὸ ἕνα πάθος τόσον βαρύ, ὅπου δὲν ἠδύνατο παντελῶς νὰ σηκώσῃ τὴν κεφαλήν· ὅθεν ἔπρεπε νὰ πηγαίνῃ πάντα συγκύπτουσα κάτω, μὲ πολὺν ἀγῶνα, καὶ ἦταν θέαμα ἐλεεινὸν νὰ τὴν βλέπωσιν. Ἐδίδασκεν ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἰς τὴν Συναγωγήν, μίαν ἡμέραν Σαββάτου· τὴν εἶδε, τὴν ἐλυπήθη, τὴν προσκάλεσε, τὴν ἕγγιξε μὲ τὴν παντοδύναμον ἰαματικὴν δεξιάν Του καὶ τὴν ἰάτρευσε· ἡ γυναίκα, ὅλο χαρά, ἐδόξαζε τὸν Θεόν, πὼς ἰατρεύθη, «παραχρῆμα ἀνωρθώθη καὶ ἐδόξαζε τὸν Θεόν».