ΓΕΝΝΗΣΗ-ΚΥΡΙΟΥἜρχεται ἡ ἑορτή, ἡ πιό σεβάσμια καί ἡ πιό φρικτή ἀπό ὅλες τίς ἑορτές, πού δέ θά κάνει κανείς λάθος ἄν τήν ὀνομάσει μητρόπολη ὅλων τῶν ἑορτῶν.

   Ποιά εἶναι αὐτή ἡ ἑορτή; Ἡ γέννηση, κατά σάρκα, τοῦ Χριστοῦ. Ἀπό αὐτή τήν ἑορτή ἀρχίζουν οἱ μεγάλες ἑορτές τῶν Θεοφανείων, καί τοῦ ἱεροῦ Πάσχα καί τῆς Ἀναλήψεως καί τῆς Πεντηκοστῆς. Ἔτσι, πού σάν νά ξεχύθηκαν ἀπό κάποια πηγή διάφορα ποτάμια καί νά γέννησαν αὐτές τίς ἑορτές… Read more

… Τί νὰ σοῦ κάνω ἄνθρωπέ μου; Ἐνῶ ὁ Θεὸς κατοικοῦσε στὰ ὕψη, δὲν προσπάθησες νὰ τὸν συναντήσεις· ὅταν συγκατατέθηκε νὰ κατεβεῖ σὲ σένα καὶ μὲ σάρκα νὰ σοῦ ὁμιλεῖ, δὲν τὸν παραδέχτηκες, ἀλλά ψάχνεις νὰ βρεῖς τὸν τρόπο πῶς θὰ συμφιλιωθεῖς μὲ τὸν Θεό. Νὰ ξέρεις ὅτι γι’ αὐτόν τὸν λόγο ὁ Θεὸς ἔλαβε ἀνθρώπινη σάρκα, ἐπειδὴ ἔπρεπε αὐτή ἡ καταραμένη σάρκα νὰ ἁγιασθεῖ, αὐτή πού ἐξασθένησε νὰ ἐνδυναμωθεῖ, αὐτή πού ἀποξενώθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ συμφιλιωθεῖ μ’ αὐτόν, αὐτή πού διώχτηκε ἀπὸ τὸν παράδεισο νὰ ἀνεβεῖ στὸν οὐρανό.

Read more

ΓΕΝΝΗΣΗ-ΚΥΡΙΟΥ(“Μία κλεψία …επαινετή και ακατηγόρητος”!)

Ὠδή α´.
Ἦχος α´. ῾Ο Εἱρμός.

Χριστός γεννᾶται· δοξάσατε. Χριστός ἐξ Οὐρανῶν· ἀπαντήσατε.
Χριστός ἐπί γῆς· ὑψώθητε. Ἄσατε τῷ Κυρίῳ πᾶσα ἡ γῆ, καί ἐν εὐφροσύνῃ ἀνυμνήσατε λαοί· ὅτι δεδόξασται. Read more

Βλέπω παράξενο καὶ παράδοξο μυστήριο, ποιμένες, ἀντὶ νὰ παίζουν μὲ τὶς φλογέρες τους κάποιο μελωδικὸ σκοπό, ψάλλουν οὐράνιο ὕμνο καὶ γεμίζουν μὲ τοὺς ἤχους τους τὰ αὐτιά μου. Ψάλλουν ἄγγελοι καὶ ἀνυμνοῦν ἀρχάγγελοι, ὑμνοῦν τὰ Χερουβὶμ καὶ δοξολογοῦν τὰ Σεραφίμ. Ὅλοι πανηγυρίζουν γιατί βλέπουν τὸ Θεὸ στὴ γῆ καὶ τὸν ἄνθρωπο στοὺς οὐρανούς. Βλέπουν Ἐκεῖνον ποὺ εἶναι πάνω στὸν οὐρανό, νὰ βρίσκεται κάτω στὴ γῆ λόγω τῆς οἰκονομίας του γιὰ τὸν ἄνθρωπο, καὶ τὸν ἄνθρωπο ποὺ εἶναι στὴ γῆ, νὰ βρίσκεται ψηλὰ στὸν οὐρανὸ ἐξαιτίας τῆς φιλανθρωπίας τοῦ Θεοῦ. Read more

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΕΙΣ ΤΟ ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΠΡΟ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ.


Οὐδείς ποτε ἰστορικός, περιγράψας τήν γενεαλογίαν ἀνθρώπου τινός, ἀνέβη τόσον υψηλά, όσον ἀνέβησαν οί δύο εὐαγγελισταί, ὁ Ματθαίος καί ὁ Λουκάς, ὅταν καθιστόρησαν την τοῦ Ἰησοῦ Χρίστου γενεαλογίαν ὁ Ματθαίος ἀρχεται τῆς γενεαλογίας ἀπό ἀβραάμ, καί καταβιβάζει αὐτήν εως τοῦ Ἰησου Χρίστου, ὁ δέ Λουκάς, ἀρζάμενος ἀπό τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀνεβίβασεν αὐτήν εως τοῦ Θεού· δια τούτο, ὅταν ἀναγινώσκης αὐτήν, φαίνεταί σοι, ὅτι βλέπεις τήν κλίμακα τοῦ πατριάρχου Ἰακώβ. Read more

Εὐαγγέλιο Κυριακῆς: Λουκ. ιδ΄ 16-24

Εἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύτην· ΄Ἀνθρωπὸς τὶς ἐποίησε δεῖπνον μέγα καὶ ἐκάλεσε πολλούς· καὶ ἀπέστειλε τὸν δοῦλον αὐτοῦ τὴ ὥρα τοῦ δείπνου εἰπεῖν τοῖς κεκλημένοις· ΄Ἐρχεσθε, ὅτι ἤδη ἕτοιμά ἐστι πάντα. Καὶ ἤρξαντο ἀπὸ μιᾶς παραιτεῖσθαι πάντες.  Ὁ πρῶτος εἶπεν αὐτῶ·  Ἀγρὸν ἠγόρασα, καὶ ἔχω ἀνάγκην ἐξελθεῖν καὶ ἰδεῖν αὐτόν· ἐρωτῶ σε, ἔχε μὲ παρητημένον. Καὶ ἕτερος εἶπε· Ζεύγη βοῶν ἠγόρασα πέντε, καὶ πορεύομαι δοκιμᾶσαι αὐτά· ἐρωτῶ σε, ἔχε μὲ παρητημένον. Καὶ ἕτερος εἶπε· Γυναίκα ἔγημα, καὶ διὰ τοῦτο οὐ δύναμαι ἐλθεῖν. Καὶ παραγενόμενος ὁ δοῦλος ἐκεῖνος ἀπήγγειλε τῷ κυρίω αὐτοῦ ταῦτα. Τότε ὀργισθεῖς ὁ οἰκοδεσπότης εἶπε τῷ δούλω αὐτοῦ· ΄Ἐξελθε ταχέως εἰς τὰς πλατείας καὶ ρύμας τῆς πόλεως, καὶ τοὺς πτωχοὺς καὶ ἀναπήρους καὶ χωλοὺς καὶ τυφλοὺς εἰσάγαγε ὧδε. Καὶ εἶπεν ὁ δοῦλος· Κύριε, γέγονεν ὡς ἐπέταξας, καὶ ἔτι τόπος ἐστι. Καὶ εἶπεν ὁ κύριος πρὸς τὸν δοῦλον· ΄Ἐξελθε εἰς τὰς ὁδοὺς καὶ φραγμοὺς καὶ ἀναγκασον εἰσελθεῖν, ἴνα γεμισθῆ ὁ οἶκός μου. Λέγω γὰρ ὑμὶν ὅτι οὐδεὶς τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων τῶν κεκλημένων γεύσεταί μου τοῦ δείπνου. Πολλοὶ γὰρ εἰσι κλητοί, ὀλίγοι δὲ ἐκλεκτοί. Read more

(Κατὰ Λουκᾶν Εὐαγγέλιο, κεφ. ιη΄, χωρία 18 ἕως 27)
Ἀποσπάσματα ἀπὸ τὴν ὁμιλία ΞΓ΄

«Καὶ ἰδοὺ εἷς προσελθὼν εἶπεν αὐτῷ· διδάσκαλε ἀγαθέ, τί ἀγαθὸν ποιήσω ἵνα ἔχω ζωὴν αἰώνιον;»(Καὶ ἰδοὺ Τὸν πλησίασε κάποιος καὶ Τοῦ εἶπε· διδάσκαλε ἀγαθέ, τί καλὸ νὰ κάνω γιὰ νὰ κληρονομήσω τὴν αἰώνια ζωή;) Ὁρισμένοι κατηγοροῦν τὸν νέο αὐτὸν ὡς ὕπουλο καὶ πονηρὸ καὶ ὁ ὁποῖος πλησίασε τὸν Ἰησοῦ μὲ σκοπὸ νὰ Τὸν πειράξει? ἐγὼ ὅμως δὲ θὰ μποροῦσα νὰ μὴν πῶ ὅτι ἦταν φιλάργυρος καὶ δοῦλος τῶν χρημάτων, ἐπειδὴ καὶ ὁ Χριστὸς τὸν ἤλεγξε ὡς ἄνθρωπο αὐτοῦ τοῦ εἴδους, ὕπουλο ὅμως δὲ θὰ μποροῦσα νὰ τὸν ὀνομάσω μὲ κανένα τρόπο, καὶ διότι δὲν εἶναι ἀσφαλὲς τὸ νὰ ἐπιχειρεῖ κανεὶς νὰ κρίνει τὰ ἄγνωστα πράγματα καὶ ἰδίως ὅταν πρόκειται γιὰ κατηγορίες, καὶ γιὰ τὸ ὅτι ὁ εὐαγγελιστὴς Μάρκος ἔχει ἀναιρέσει αὐτὴν τὴν ὑποψία· κάθ΄ὅσον λέγει ὅτι «ἔτρεξε πρὸς Αὐτὸν καὶ ἀφοῦ γονάτισε ἐμπρός Του, Τὸν παρακαλοῦσε» καὶ ὅτι «ὁ Ἰησοῦς τὸν κοίταξε μὲ πολλὴ ἀγάπη καὶ ἐνδιαφέρον καὶ τὸν συμπάθησε» (Μάρκ. 10, 21). Ἄλλ΄ ὅμως εἶναι μεγάλη καὶ τυραννικὴ ἡ δύναμη τῶν χρημάτων καὶ αὐτὸ γίνεται φανερὸ καὶ ἀπὸ τὴν περίπτωση αὐτή? διότι καὶ ἂν ἀκόμη εἴμαστε ὡς πρὸς τὰ ἄλλα ἐνάρετοι, αὐτὴ τὰ καταστρέφει ὅλα τὰ ἄλλα.

Γιὰ ποιὸ λόγο λοιπὸν ὁ Χριστὸς ἔδωσε τέτοιου εἴδους ἀπάντηση, λέγοντας «κανεὶς δὲν εἶναι ἀγαθός»; Ἐπειδὴ Τὸν πλησίασε σὰν νὰ ἦταν κάποιος ἁπλὸς ἄνθρωπος καὶ ἕνας ἀπὸ τοὺς πολλοὺς καὶ δάσκαλος τῶν Ἰουδαίων· γιὰ τοῦτο λοιπὸν καὶ ὡς ἄνθρωπος συζητεῖ μαζί του. Κάθ΄ ὅσον σὲ πολλὲς περιπτώσεις δίνει ἀπάντηση στὶς σκέψεις ἐκείνων ποὺ Τὸν πλησιάζουν, ὅπως ὅταν λέγει? «ἴσως μου πεῖτε: ἐμεῖς δὲν πιστεύουμε σὲ αὐτὰ ποὺ λὲς γιὰ τὸν ἑαυτό σου, διότι στηρίζονται στὴ δική σου ἐγωιστικὴ μαρτυρία» καὶ «ἐὰν ἐγὼ ὁ ἴδιος ἀπὸ μόνος μου ἔδινα μαρτυρία γιὰ τὸν ἑαυτό μου, ἡ μαρτυρία μου θὰ μποροῦσε νὰ μὴν εἶναι ἀξιόπιστη» (Ἰω. 5, 31). Ὅταν λοιπὸν λέγει, «κανεὶς δὲν εἶναι ἀγαθός», δὲν τὸ λέγει αὐτὸ μὲ σκοπὸ νὰ ἀποκλείσει τὸν ἑαυτό του ἀπὸ τὸ νὰ εἶναι ἀγαθός, μὴ σκεφθεῖς κάτι τέτοιο? διότι δὲν εἶπε, «γιὰ ποιὸν λόγο μὲ ὀνομάζεις ἀγαθό; Δὲν εἶμαι ἀγαθός» ἄλλ΄ ὅτι «κανεὶς δὲν εἶναι ἀγαθός»? δηλαδὴ κανεὶς ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους. Ἀλλὰ καὶ αὐτὸ ἀκόμη ὅταν τὸ λέγει, δὲν τὸ λέγει γιὰ νὰ ἀποκλείσει τοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ τὴν ἀγαθότητα, ἀλλὰ τὸ λέγει ἐν συγκρίσει πρὸς τὴν ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ καὶ πρόσθεσε? «παρὰ μόνο ἕνας, ὁ Θεός». Καὶ δὲν εἶπε «παρὰ μόνον ὁ Πατήρ μου» γιὰ νὰ μάθεις ὅτι δὲν φανέρωσε τὸν ἑαυτὸ τοῦ εἰς τὸν νεανίσκο.

Κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο καὶ προηγουμένως ἀποκαλοῦσε τοὺς ἀνθρώπους πονηρούς, λέγοντας? «Ἐὰν ὅμως ἐσεῖς, ἐνῶ εἶστε πονηροί, γνωρίζετε νὰ δίδετε καλὰ πράγματα στὰ τέκνα σας». Καθόσον καὶ εἰς τὴν περίπτωση ἐκείνη τοὺς ὀνόμασε «πονηρούς», θεωρώντας ὄχι ὅλη τὴν ἀνθρώπινη φύση πονηρὰ (διότι τὸ «σεῖς» δὲν σημαίνει ὅλοι ἐσεῖς οἱ ἄνθρωποι), ἀλλὰ τοὺς ὀνόμασε ἔτσι συγκρίνοντας τὴν ἀγαθότητα τῶν ἀνθρώπων πρὸς τὴν ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ? διὰ τοῦτο καὶ πρόσθεσε? «πόσο μᾶλλον ὁ Πατήρ σας θὰ δώσει ἀγαθὰ σ΄ αὐτοὺς ποῦ Τοῦ ζητοῦν;»

Ἀλλὰ θὰ πεῖ κάποιος? ποιὰ ἀνάγκη ὑπῆρχε ἢ ποιὰ ὠφέλεια, ὥστε νὰ δώσει αὐτὴν τὴν ἀπάντηση; Ἀνεβάζει τὸν πλούσιο αὐτὸ νέο πνευματικὰ ὀλίγον κάτ΄ ὀλίγον καὶ τὸν διδάσκει ν΄ ἀπαλλαγεῖ ἐξ ὁλοκλήρου ἀπὸ τὴν κολακεία, ἀποσπώντας τὸν ἀπὸ τὰ ἐπίγεια πράγματα καὶ προσηλώνοντας τὸν στὸν Θεόν, καὶ τὸν πείθει νὰ ζητεῖ τὰ οὐράνια ἀγαθὰ καὶ νὰ γνωρίσει αὐτὸν ποὺ πράγματι εἶναι ἀγαθὸν καὶ ρίζα καὶ πηγὴ ὅλων τῶν ἀγαθῶν, καὶ εἰς αὐτὸν ν΄ ἀποδίδει τὶς τιμές. Διότι καὶ ὅταν λέγει «μὴν ἀποκαλέσετε κανένα ὡς “διδάσκαλο” ἐπάνω στὴ γῆ», τὸ λέγει ἐν συγκρίσει πρὸς τὸν ἑαυτό Του καὶ γιὰ νὰ γνωρίσουν οἱ ἄνθρωποι ποὶα εἶναι ἡ πρώτη ἀρχὴ ὅλων γενικῶς τῶν ὄντων. Οὔτε βέβαια ἦταν μικρὴ ἡ προθυμία ποὺ ἔδειξε ὁ νεανίσκος τότε, καθόσον κατελήφθη ἀπὸ τέτοιον ἔρωτα γιὰ τὰ πνευματικὰ ἀγαθά, τὴν στιγμὴν ποὺ ἄλλοι μὲν ἐπείραζαν τὸν Κύριο, ἄλλοι Τὸν ἐπλησίασαν μόνο γιὰ νὰ θεραπεύσει τὶς ἀσθένειές τους ἢ τὶς ἀσθένειες τῶν συγγενῶν τους ἢ τῶν ξένων, αὐτὸς ὅμως καὶ Τὸν ἐπλησίασε μὲ κάθε εἰλικρίνεια καὶ συζητοῦσε μὲ πραγματικὸ ἐνδιαφέρον γιὰ τὴν αἰώνιο ζωή. Διότι ἦταν μὲν ἡ ψυχὴ τοῦ εὔφορη καὶ πλούσια, ἄλλ΄ ὅμως τὸ πλῆθος τῶν ἀκανθῶν κατέπνιγε τὸν σπόρο. Πρόσεχε λοιπὸν πὼς ἦταν τὴν στιγμὴ ἐκείνη προετοιμασμένος γιὰ τὴν ὑπακοὴ τῶν προσταγμάτων. Διότι λέγει? «Τί νὰ κάνω γιὰ νὰ κληρονομήσω τὴν αἰώνια ζωή;» .Ἔτσι ἦταν προετοιμασμένος πρὸς ἐφαρμογὴ τῶν ὅσων θὰ τοῦ ἔλεγε. Ἐὰν ὅμως Τὸν ἐπλησίασε μὲ σκοπὸ νὰ τὸν πειράξει, θὰ μᾶς τὸ ἔλεγε ὁπωσδήποτε ὁ εὐαγγελιστὴς καὶ αὐτό, πράγμα ποὺ τὸ κάνει καὶ εἰς τὶς ἄλλες περιπτώσεις, ὅπως δηλαδὴ εἰς τὴν περίπτωση τοῦ νομικοῦ. Ἐὰν ὅμως καὶ αὐτὸς τὸ ἀποσιώπησε, ὁ Χριστὸς δὲ θὰ ἦταν δυνατὸν νὰ Τὸν ἀφήσει ἀπαρατήρητο, ἀλλὰ θὰ Τὸν ἤλεγχε κατὰ τρόπο φανερὸ ἢ καὶ θὰ ἔκανε κάποιον ὑπαινιγμό, ὥστε νὰ μὴ σχηματισθεῖ ἡ ἐντύπωση ὅτι ἐπλανήθη καὶ διέφυγε τὴν προσοχή του καὶ ζημιωθεῖ ἔτσι περισσότερο. Ἐὰν ἐπίσης Τὸν εἶχε πλησιάσει μὲ σκοπὸ νὰ Τὸν πειράξει, δὲ θὰ ἔφευγε λυπημένος γιὰ ὅσα ἄκουσε. Διότι αὐτὸ κανεὶς ποτὲ ἀπὸ τοὺς Φαρισαίους δὲν τὸ ἔπαθε, ἄλλ΄ ἐξαγριώνονταν ὅταν τοὺς ἔκλεινε τὰ στόματα. Ὅμως δὲ συνέβη αὐτὸ στὸν νέο, ἀλλὰ φεύγει καταλυπημένος, πράγμα ποὺ ἀποτελεῖ ὄχι μικρᾶν ἀπόδειξη, ὅτι δὲν Τὸν πλησίασε μὲ πονηρὰ διάθεση, ἀλλὰ μὲ ἐξασθενημένη, καὶ ἐπιθυμεῖ μὲν τὴν αἰώνιον ζωήν, ἄλλ΄ὅμως εἶναι κατακυριευμένος ἀπὸ ἄλλο φοβετότατο πάθος.

Ὅταν λοιπὸν ὁ Χριστὸς τοῦ εἶπε «Ἐὰν θέλεις νὰ εἰσέλθεις στὴν αἰώνια καὶ μακάρια ζωή, φύλαξε τὶς ἐντολές», ὁ νέος ρωτάει «ποιὲς ἐντολές;» ὄχι μὲ σκοπὸ νὰ Τὸν πειράξει, μὴ γένοιτο, ἀλλὰ ἐπειδὴ νόμιζε ὅτι ἄλλες εἶναι ἐκεῖνες οἱ ἐντολές, ἐκτὸς ἀπὸ τὶς ἐντολὲς τοῦ νόμου, ποὺ θὰ τοῦ χάριζαν τὴν αἰώνια ζωή, πράγμα ποὺ χαρακτηρίζει τὸν ἄνθρωπο ποὺ εἶναι κυριευμένος ἀπὸ σφοδρὴ ἐπιθυμία. Ἔπειτα, ἐπειδὴ ὁ Ἰησοῦς τοῦ εἶπε νὰ φυλάττει τὶς ἐντολὲς τοῦ νόμου, ἀπαντᾶ? «ὄλ΄ αὐτὰ τὰ φύλαξα ἀπὸ τὴν νεανική μου ἡλικία». Καὶ δὲν σταμάτησε μέχρι ἐδῶ, ἀλλὰ πάλι ἐρωτᾶ? «σὲ τί ἀκόμη ὑστερῶ;», πράγμα ποὺ ἀποδείκνυε καὶ αὐτὸ τὴν μεγάλη ἐπιθυμία του. Ἀλλὰ καὶ δὲν ἦταν μικρὸ πράγμα τὸ ὅτι νόμιζε ὅτι ὑστερεῖ σὲ κάτι, καὶ τὸ ὅτι θεωροῦσε ἀνεπαρκεῖς τὶς ἐντολὲς τοῦ Νόμου γιὰ νὰ ἐπιτύχει αὐτὰ ποὺ ἐπιθυμοῦσε. Τί κάνει λοιπὸν ὁ Χριστός; Ἐπειδὴ ἐπρόκειτο νὰ δώσει κάποια μεγάλη ἐντολή, προσθέτει τὰ ἔπαθλα καὶ λέγει? «ἐὰν θέλεις νὰ εἶσαι τέλειος, πήγαινε, πώλησε τὰ ὑπάρχοντά σου καὶ μοίρασε τὰ στοὺς φτωχοὺς καὶ θὰ ἔχεις θησαυρὸ στοὺς οὐρανούς? καὶ τότε ἔλα καὶ ἀκολούθησε μέ».

Εἶδες πόσα βραβεῖα καὶ πόσους στεφάνους ὁρίζει γί΄ αὐτὸν τὸν ἀγώνα; Ἐὰν ὅμως τὸν ἐπείραζε, δὲ θὰ τοῦ ἔλεγε αὐτά. Τώρα ὅμως καὶ τὸ λέγει, καὶ γιὰ νὰ τὸν προσελκύσει, τοῦ φανερώνει ὅτι εἶναι πολὺ μεγάλος ὁ μισθός, καὶ ἀφήνει τὸ πᾶν στὴν διάθεσή του, ἐπικαλύπτοντας μὲ ὅλα ὅσα λέγει τὴν ἐντύπωση ὅτι εἶναι βαριὰ ἡ παραίνεση. Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸν καὶ πρὶν πεῖ τὸ ἀγώνισμα καὶ τὸν κόπο, τοῦ φανερώνει τὸ βραβεῖο, λέγοντας· «ἐὰν θέλεις νὰ εἶσαι τέλειος», καὶ τότε τοῦ λέγει, «πώλησε τὰ ὑπάρχοντά σου καὶ μοίρασε τὰ στοὺς πτωχούς» καὶ ἀμέσως πάλι ἀναφέρει τὰ βραβεῖα? «καὶ θὰ ἔχεις θησαυρὸ στοὺς οὐρανούς? καὶ τότε ἔλα καὶ ἀκολούθησε μέ». Καθόσον τὸ νὰ ἀκολουθεῖ Αὐτόν, ἦταν πολὺ μεγάλη ἀνταμοιβή.

«Καὶ θὰ ἔχεις θησαυρὸ στοὺς οὐρανούς». Ἐπειδὴ δηλαδὴ ὁ λόγος ἦταν γιὰ τὰ χρήματα καὶ τὸν συμβούλευε νὰ ἀπαλλαχθεῖ ἀπὸ ὅλα, γιὰ νὰ δείξει ὅτι δὲν τοῦ ἀφαιρεῖ αὐτὰ ποὺ ἔχει, ἀλλὰ ὅτι τοῦ προσθέτει καὶ ἄλλα σὲ αὐτὰ ποὺ ἔχει, τοῦ ἔδωσε περισσότερα ἀπὸ αὐτὰ ποὺ τοῦ εἶπε νὰ δώσει? καὶ ὄχι μόνο περισσότερα, ἀλλὰ καὶ τόσο σπουδαιότερα, ὅσον εἶναι ὁ οὐρανὸς ἀπὸ τὴ γῆ καὶ ἀκόμη περισσότερο. Θησαυρὸ δὲ ὀνόμασε τὴ μεγαλοδωρία τῆς ἀνταμοιβῆς, μὲ σκοπὸ νὰ δείξει τὴν μονιμότητα καὶ τὴν ἀσφάλειά της, ὅπως δηλαδὴ ἦταν δυνατὸν νὰ ὁδηγήσει τὸν νέο στὴ γνώση, χρησιμοποιώντας ἀνθρώπινα παραδείγματα. Ἑπομένως, δὲν ἀρκεῖ νὰ περιφρονεῖ κανεὶς τὰ χρήματα, ἀλλὰ πρέπει νὰ δώσει τροφὴ στοὺς πτωχοὺς καὶ πρὶν ἀπὸ ὅλα, νὰ ἀκολουθεῖ τὸν Χριστό, δηλαδὴ νὰ πράττει ὅλα τὰ προστάγματά του καὶ νὰ εἶναι ἕτοιμος γιὰ σφαγὴ χάριν αὐτοῦ καὶ γιὰ καθημερινὸ θάνατο. Διότι, «ἐὰν κάποιος θέλει νὰ μὲ ἀκολουθήσει, νὰ ἀπαρνηθεῖ τὸν ἑαυτόν του, νὰ λάβει τὸν σταυρό του καὶ ἂς μὲ ἀκολουθεῖ» (Λουκᾶ 9, 23). Ὥστε εἶναι πολὺ πιὸ ἀνωτέρα ἡ ἐντολὴ αὐτὴ τὸ νὰ θυσιάζει κανεὶς τὴν ζωή του ἀπὸ τὸ νὰ περιφρονήσει τὰ χρήματα, καὶ δὲν εἶναι μικρὴ ἡ συμβολὴ τῆς ἀπαλλαγῆς ἀπὸ τὰ χρήματα στὴν ἐφαρμογὴ τῆς ἐντολῆς αὐτῆς.

«Ἀφοῦ ὅμως ἄκουσε ὁ νεανίσκος αὐτά, ἔφυγε λυπημένος». Καὶ στὴ συνέχεια γιὰ νὰ δείξει ὁ εὐαγγελιστής, ὅτι δὲν ἦταν αὐτὸ ποὺ ἔπαθε κάτι τὸ φυσικό, λέγει: «διότι εἶχε πολλὰ χρήματα». Δὲν εἶναι δηλαδὴ κυριευμένοι ἀπὸ τὸ ἴδιο πάθος αὐτοὶ ποὺ ἔχουν ὀλίγα καὶ αὐτοὶ ποὺ ἔχουν πάρα πολὺ μεγάλη περιουσία? διότι τότε γίνεται πιὸ τυραννικὸς ὁ πόθος τους γιὰ τὰ χρήματα. Συμβαίνει δηλαδὴ αὐτὸ ποὺ δὲ θὰ παύσω νὰ τὸ λέγω, ὅτι ἡ προσθήκη τῶν ἑκάστοτε ἀποκτωμένων χρημάτων ἀνάπτει κατὰ πολὺ περισσότερο τὴν φλόγα καὶ κάνει πιὸ πτωχοὺς αὐτοὺς ποὺ τὰ ἀποκτοῦν, καθόσον ἐμβάλλει σ’ αὐτοὺς μεγαλύτερη ἐπιθυμία γι’ αὐτὰ καὶ τοὺς κάνει νὰ αἰσθάνονται πολὺ περισσότερο τὴν πτώχειά τους. Καὶ πρόσεχε λοιπὸν καὶ στὴν περίπτωση αὐτὴ ποιὰ δύναμη παρουσίασε τὸ πάθος αὐτό. Διότι ἐκεῖνον ποὺ ἦλθε πρὸς τὸν Κύριο μὲ χαρὰ καὶ προθυμία, ἐπειδὴ ὁ Χριστὸς τὸν προέτρεψε νὰ ἀπαρνηθεῖ τὰ χρήματα, τόσο πολὺ τὸν ἐξουθένωσε καὶ κατέβαλε τὶς δυνάμεις του, ὥστε δὲν τὸν ἄφησε οὔτε κὰν νὰ ἀπαντήσει σὲ ὅσα τοῦ εἶπε, ἄλλ΄ ἔφυγε σιωπηλός, σκυθρωπὸς καὶ καταλυπημένος.

Τί λέγει λοιπὸν ὁ Χριστός; «Πόσον δύσκολα θὰ εἰσέλθουν οἱ πλούσιοι στὴ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν», κατηγορώντας ὄχι τὰ χρήματα, ἀλλὰ αὐτοὺς ποὺ εἶναι δοῦλοι σ΄ αὐτά. Ἐὰν δὲ θὰ εἰσέλθει δύσκολα ὁ πλούσιος στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, πολὺ πιὸ δύσκολα θὰ εἰσέλθει ὁ πλεονέκτης. Διότι ἐὰν ἀποτελεῖ ἐμπόδιο γιὰ τὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν τὸ νὰ μὴ δίδει κανείς, σκέψου πόση φωτιὰ ἐπισωρρεύει τὸ νὰ παίρνει καὶ τὰ πράγματα τῶν ἄλλων. Ἀλλὰ μὲ ποιὸ σκοπὸ ἔλεγε στοὺς μαθητές Του ὅτι δύσκολα θὰ εἰσέλθει ὁ πλούσιος στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, ἐφόσον ἤσαν πτωχοὶ καὶ δὲν εἶχαν τίποτε; Μὲ σκοπὸ νὰ τοὺς διδάξει νὰ μὴν ντρέπονται τὴν πτωχεία καὶ ἀπολογούμενος κατὰ κάποιο τρόπο πρὸς αὐτοὺς γιὰ τὸ ὅτι δὲ θὰ τοὺς ἐπέτρεπε νὰ ἔχουν τίποτε.

Ἀφοῦ λοιπὸν τοὺς εἶπε ὅτι εἶναι δύσκολο, ἐν συνέχειᾳ τονίζει ὅτι εἶναι καὶ ἀδύνατο, καὶ ὄχι ἁπλῶς ἀδύνατο, ἄλλ΄ ἀδύνατον σὲ ὑπερβολικὸ βαθμό, πράγμα ποὺ τὸ φανέρωσε μὲ τὸ παράδειγμα τῆς καμήλου καὶ τῆς βελόνης. Διότι λέγει? «εὐκολότερο εἶναι νὰ περάσει μία κάμηλος ἀπὸ τὴν τρύπα τῆς βελόνης, παρὰ νὰ εἰσέλθει ὁ πλούσιος στὴν βασιλεία τῶν οὐρανῶν». Ἀποδεικνύεται λοιπὸν ἐξ αὐτοῦ ὅτι δὲ θὰ εἶναι τυχαῖα ἡ ἀμοιβὴ ἐκείνων ποὺ εἶναι πλούσιοι καὶ μποροῦν νὰ ζοῦν μὲ εὐσέβεια. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ καὶ εἶπε ὅτι αὐτὸ εἶναι ἔργο τοῦ Θεοῦ, τὸ νὰ δείξει δηλαδή, ὅτι χρειάζεται πολλὴ χάρη ἀπὸ μέρους τοῦ Θεοῦ ἐκεῖνος ποὺ πρόκειται νὰ τὸ κατορθώσει αὐτό. Ἐπειδὴ λοιπὸν ταράχθηκαν οἱ μαθητές του, εἶπε? «Στοὺς ἀνθρώπους μὲν αὐτὸ εἶναι ἀδύνατο, στὸν Θεὸ ὅμως τὰ πάντα εἶναι δυνατά». Δὲν εἶπε φυσικὰ αὐτὰ τὰ προηγούμενα λόγια γιὰ νὰ ἀπελπιστοῦμε καὶ νὰ παραιτηθοῦμε μὲ τὴ σκέψη ὅτι εἶναι ἀδύνατα, ἀλλὰ τὸ εἶπε μὲ σκοπό, ὥστε, ἀφοῦ κατανοήσουμε τὸ μέγεθος τοῦ κατορθώματος νὰ σπεύσουμε μὲ εὐκολία στὸν ἀγώνα καὶ ἐπικαλούμενοι καὶ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ στοὺς καλοὺς αὐτοὺς ἀγῶνες μας, νὰ ἐπιτύχουμε τὴν αἰώνιο ζωή.

[…]Ἑπομένως γιὰ νὰ μὴ στενοχωριόμαστε γιὰ περιττὰ πράγματα, ἀφοῦ ἀποβάλουμε τὴν σφοδρὴ ἐπιθυμία γιὰ τὰ χρήματα, ποὺ συνεχῶς μας λυπεῖ καὶ οὐδέποτε ἀνέχεται νὰ σταματήσει, ἂς στραφοῦμε πρὸς μία ἄλλη, πού μας κάνει μακαρίους καὶ εἶναι πολὺ εὔκολη, καὶ ἂς ἐπιθυμήσουμε τοὺς θησαυροὺς τῶν οὐρανῶν. Διότι πρὸς τὴν κατεύθυνση αὐτὴν δὲν ὑπάρχει οὔτε κόπος τόσο μεγάλος, τὸ δὲ κέρδος εἶναι ἀπερίγραπτο, καὶ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἀποτύχει ἐκεῖνος ποὺ κατὰ κάποιον τρόπον ἐπαγρυπνεῖ, φροντίζει καὶ περιφρονεῖ τὰ παρόντα? ἐνῶ ἀντιθέτως αὐτὸς ποὺ εἶναι δοῦλος τῶν ὑλικῶν πραγμάτων καὶ ἔχει δώσει ἐξ ὁλοκλήρου τὸν ἑαυτὸν τοῦ εἰς αὐτὰ ἅπαξ καὶ διὰ παντός, ὁπωσδήποτε αὐτὸς θ’ ἀναγκαστεῖ κάποτε νὰ τὰ ἀποχωριστεῖ.

[…]Ἀναλογιζόμενοι ὅλα αὐτά, ἂς βγάλουμε ἀπὸ μέσα μας τὴν πονηρὴ ἐπιθυμία τῆς διαρκοῦς ἀπόκτησης χρημάτων, καθὼς ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ὅτι μας στερεῖ τὴν αἰώνια ζωή, καὶ στὴν τωρινή μας γεμίζει μὲ συνεχῆ ἄγχη καὶ στενοχώριες καὶ προβλήματα? καὶ ἐρχόμενος κάποτε ὁ θάνατος ἀπρόσμενά μας παίρνει γυμνοὺς ἀπὸ ὅλα αὐτὰ ποὺ μὲ τόσο κόπο συσσωρεύσαμε ὅσο ζούσαμε καὶ μὲ τόσο ἄγχος προσπαθήσαμε νὰ περιφρουρήσουμε γιὰ νὰ μή μας τὰ ἁρπάξουν, καὶ φεύγουμε χωρὶς νὰ σύρουμε πίσω μας τίποτε ἀπὸ ὅλα αὐτά, παρὰ μόνον τὰ τραύματα καὶ τὶς πληγὲς τὰ ὁποία πῆρε ἀπὸ ὅλα αὐτὰ ἡ ψυχὴ καὶ φεύγει. Καὶ ἐλεύθεροι ἀπὸ κάθε περιττὴ βιοτικὴ μέριμνα, τὰ αἰώνια ἀγαθὰ νὰ ἐπιτύχουμε μὲ τὴν χάρη καὶ φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, μετὰ τοῦ ὁποίου στὸν Πατέρα μαζὶ μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἀνήκει δόξα, δύναμις καὶ τιμή, τώρα κὰ πάντοτε καὶ εἰς τοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

(Πηγή: Ἱεροῦ Χρυσοστόμου ἔργα, Πατερικὲς ἐκδόσεις «Γρηγόριος Παλαμᾶς», τόμος 11Α, σέλ. 210-233)

(Ἐπιμέλεια κειμένου: Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος)

Πηγή

…Ἀφοῦ μιλήσαμε μὲ συντομία στὰ πιὸ πάνω θέματα καὶ μὲ κατάλληλο λόγο, θὰ ἀναφερθοῦμε ὅσο μᾶς εἶναι δυνατὸν στὴν Εἴσοδο τῆς Παρθένου στὸ ναὸ καὶ τὴν ἐκπλήρωση τοῦ νόμου. Γιατί αὐτή, ποὺ εἶναι ἀνώτερη ἀπὸ ὅλους τους ἁγίους, ἡ καθαρὴ κατοικία τοῦ Λόγου, τὸ ἀπάνθισμα τῆς παρθενίας, ἡ κιβωτὸς τοῦ ἁγιασμοῦ, τὸ ὅρος τὸ ἅγιον, ἡ σκηνὴ ποὺ χώρεσε τὸν Θεό, ἡ ἀκατάφλεκτη βάτος, τὸ φλεγόμενο ἅρμα τοῦ Θεοῦ, ἡ ἀμόλυντη περιστερά, ὁ εὐρύχωρος τόπος ποὺ χώρεσε τὸν Λόγο, ἡ θεοφώτη νεφέλη, ἡ στολισμένη βασίλισσα, ποὺ κατάγεται ἀπὸ τὴ γενιὰ τοῦ Δαβίδ, προοριζόταν γιὰ κατοικία τοῦ δημιουργοῦ καὶ Θεοῦ. Read more

Νὰ πάλι ἑορτή.

Νὰ πάλι πανηγύρι.

Νὰ πάλι χαρούμενο ἀναψοκέρι γιὰ τὴν μητέρα τοῦ Κυρίου.

Νὰ ἡ προπόρευσις τῆς ἀψεγάδιαστης νύμφης.

Νὰ τὸ πρῶτο ξεπροβόδισμα τῆς βασιλίσσης.

Νὰ τὸ σίγουρο σημάδι γιὰ τὴν δόξα ποὺ τὴν περιμένει.

Νὰ προάγγελος τῆς χάριτος ποὺ πρόκειται νὰ τὴν ἐπισκιάση.

Νὰ γνώρισμα, ποὺ φαίνεται ἀπὸ μακρυά, τῆς ὑπερβολικῆς της καθαρότητος.

Διότι ἐκεῖ ποὺ ὁ ἱερέας εἰσερχόμενος ὄχι πολλὲς φορές, ἀλλὰ μόνον μία φορὰ τὸν χρόνο, τελεῖ τὶς μυστικὲς λατρεῖες, ἐκεῖ γιὰ νὰ παραμένη μόνιμα ὁδηγεῖται ἀπὸ τοὺς γονεῖς της, οἱ ὁποῖοι ἀναδεικνύονται ἔτσι λειτουργοί της χάριτος. Read more

Ἐὰν τὸ δένδρο ἀναγνωρίζεται ἀπὸ τὸν καρπό, καὶ τὸ καλὸ δένδρο παράγει ἐπίσης καλὸν καρπὸ (Ματθ. 7, 16. Λουκ. 6, 44), ἡ μητέρα τῆς αὐτοαγαθότητος, ἡ γεννήτρια τῆς ἀΐδιας καλλονῆς, πῶς δὲν θὰ ὑπερεῖχε ἀσυγκρίτως κατὰ τὴν καλοκαγαθία ἀπὸ κάθε ἀγαθὸ ἐγκόσμιο καὶ ὑπερκόσμιο; Διότι ἡ δύναμις ποὺ ἐκαλλιέργησε τὰ πάντα, ἡ συναΐδια καὶ ἀπαράλλακτη εἰκὼν τῆς ἀγαθότητος, ὁ προαιώνιος καὶ ὑπερούσιος καὶ ὑπεράγαθος Λόγος, ἀπὸ ἀνέκφραστη φιλανθρωπία κι᾽ εὐσπλαγχνία γιὰ χάρι μας ἠθέλησε νὰ περιβληθῇ τὴν ἰδική μας εἰκόνα, γιὰ νὰ ἀνακαλέσῃ τὴν φύσι ποὺ εἶχε συρθῇ κάτω στοὺς μυχοὺς τοῦ ἅδη καὶ νὰ τὴν ἀνακαινίσῃ, διότι εἶχε παλαιωθῆ, καὶ νὰ τὴν ἀναβιβάσῃ πρὸς τὸ ὑπερουράνιο ὕψος τῆς βασιλείας καὶ θεότητός του. Γιὰ νὰ ἑνωθῇ λοιπὸν μὲ αὐτὴν καθ᾽ ὑπόσταση, ἐπειδὴ ἐχρειαζόταν σαρκικὸ πρόσλημα καὶ σάρκα νέα συγχρόνως καὶ ἰδική μας, ὥστε νὰ μᾶς ἀνανεώσῃ ἀπὸ ἐμᾶς τοὺς ἴδιους, ἐπὶ πλέον δὲ ἐχρειαζόταν καὶ κυοφορία καὶ γέννα σὰν τὴ δική μας, τροφὴ μετὰ τὴ γέννα καὶ κατάλληλη ἀγωγή, γινόμενος πρὸς χάριν μας καθ᾽ ὅλα σὰν ἐμᾶς, εὑρίσκει γιὰ ὅλα πρέπουσα ὑπηρέτρια καὶ χορηγὸ ἀμόλυντης φύσεως ἀπὸ τὸν ἑαυτό της αὐτὴν τὴν ἀειπάρθενη, ἡ ὁποία ὑμνεῖται ἀπὸ μᾶς καὶ τῆς ὁποίας σήμερα ἑορτάζομε τὴν παράδοξη εἴσοδο στὰ ἅγια τῶν ἁγίων. Διότι αὐτὴν προορίζει πρὶν ἀπὸ τοὺς αἰῶνες ὁ Θεὸς γιὰ τὴ σωτηρία καὶ ἀποκατάσταση τοῦ γένους, καὶ τὴν ἐκλέγει ἀνάμεσα ἀπὸ ὅλους, ὄχι ἁπλῶς τοὺς πολλούς, ἀλλὰ τοὺς ἀπὸ τοὺς αἰῶνες ἐκλεγμένους καὶ θαυμαστοὺς καὶ περιβοήτους γιὰ τὴν εὐσέβεια καὶ σύνεσι, καθὼς καὶ γιὰ τὰ κοινωφελῆ καὶ θεοφιλῆ συγχρόνως ἤθη καὶ λόγια καὶ ἔργα. Read more

t14b2pic3«Καὶ εἶδον, καὶ ἰδοὺ πλήρης δόξης ὁ Οἴκος Κυρίου». (Ἰεζεκ. Κεφ. μα’)
ΗΛΙΑ ΜΗΝΙΑΤΗ (1669-1714)
ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΕΡΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ

Ἰδοὺ ἡ μεγαλύτερα θυσία, ὅπου νὰ ἔγεινε πρὸς τὸν Θεόν, ἀφοῦ ἐκτίσθη ὁ κόσμος. Μαρία, ἡ ἀειπάρθενος κόρη, εἰς τὴν ἡλικίαν τριῶν χρόνων προσφέρεται νὰ ἀφιερωθῆ πρὸς τὸν Κτίστην, εἰς τὸν ναὸν τῆς Ἱερουσαλήμ. Καθὼς δὲν ἐστάθη ἄλλο ἕνα τελειότερον πράγμα, ἔτσι δὲν ἐστάθη ἄλλη μία τιμιωτέρα προσφορὰ καὶ εἰς τὸν Θεὸν πλέον εὐπρόσδεκτος. Ὅθεν, ὅταν ἐγὼ μὲ εὐλαβητικὴν θεωρίαν στοχάζομαι τὴν σεβάσμιον ταύτην εἴσοδον, φαίνεται μοὶ νὰ βλέπω ἔνδοξον ἀληθινὰ καὶ λαμπρᾶν πανήγυριν ἐδῶ κάτω εἰς τὴν γῆν, μέσα εἰς τὴν ἁγίαν πάλιν ἂλλ’ ὅμως καὶ ἄλλην ἐνδοξοτέραν καὶ λαμπροτέραν φαντάζομαι ἐκεῖ ἐπάνω εἰς τὸν οὐρανόν, μέσα εἰς τὸν παράδεισον. Βλέπω ἐδῶ νὰ προπορεύωνται λαμπαδηφόροι παρθένοι, πανηγυρίζουσαι χαρμασύνως τὴν ἀειπάρθενον καὶ ἐκεῖ ἀστραπομόρφων ἀγγέλων ταξιαρχίαι νὰ χορεύουσιν, ὑμνολόγουσαι φαιδρῶς τὴν ἐν σώματι καθαρωτέραν τῶν Ἀσωμάτων. Read more

αρχείο λήψηςΕἶναι μεγάλο ἐμπόδιον πρὸς ἀρετὴν ἡ ὑπερηφάνεια καὶ ἡ ἔπαρσις. Καὶ ὅποιος δὲν εἶναι τίποτε, καὶ νομίζει πὼς εἶναι μέγας καὶ ἄξιος, εὔκολα πλανᾶται καὶ κρημνίζεται. Διότι ἡ ὑπερηφάνεια καὶ ἡ ἔπαρσις γίνεται ἐμπόδιον γιὰ κάθε καλὸ σ’ αὐτὸν ποὺ τὴν ἔχει καὶ τὸν κάνει μισητὸν καὶ ἀπρόσδεκτον στὸν Θεόν. Διότι «ἀκάθαρτος παρὰ Κυρίω πᾶς ὑψηλοκάρδιος», καὶ «Κύριος ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται, ταπεινοῖς δὲ δίδωσι χάριν». Ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι ἡ αἰτία ὅλων των κακῶν, καὶ ὅσοι τὴν ἔχουν ἐγκαταλείπονται ἀπὸ τὸν Θεόν. Καὶ ὑστερούμενοι τῆς Θείας βοηθείας, πίπτουν στὰ πάθη τῆς ἀτιμίας. Διότι ἀρκεῖ μόνη ἡ ἔπαρσις νὰ σκορπίση ὅλον τὸν πλοῦτον τῶν ἀρετῶν. Ἐπειδὴ ὄχι μόνον παρακινεῖ πρὸς κακίαν, ἀλλὰ καὶ στὴν ἴδια τὴν ἀρετὴν ὑποκρυπτομένη, μᾶς προξενεῖ πολλὴν ζημία, διότι μᾶς ἀναγκάζει ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος νὰ ὑπομένωμε τοὺς κόπους καὶ τοὺς πόνους, καὶ ἀπὸ τὸ ἄλλο μᾶς κάνει νὰ χάνωμε τὸν καρπὸν τῆς ἀρετῆς, καὶ ἔτσι δὲν κερδίζουμε τίποτε. Ἄκαιρα λοιπὸν κοπιάζει ὁ ὑπερήφανος καὶ ματαίως βασανίζεται ταλαιπωρούμενος στοὺς ἱδρῶτες καὶ ἀγῶνες τῆς ἀρετῆς. Διότι ὡς κυριευμένος ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνειαν ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὴν Θείαν βοήθεια καὶ μένει ὁ ταλαίπωρος ἔρημος καὶ ἄπορος ἀπὸ κάθε ἀγαθόν. Αὐτὸ ἔπαθε καὶ ὁ σημερινὸς Νομικός, ὁ ὁποῖος ἐτόλμησε νὰ πειράξη τὸν Χριστόν, ἐρωτώντας αὐτὸν μὲ δόλον καὶ ἔπαρσιν. Ἀκοῦστε λοιπὸν τὸν Θεηγόρον Λουκᾶ τί λέγει στὸ ἱερὸν Εὐαγγέλιον, νὰ μάθετε σαφέστερα τὴν ὑπόθεση. Read more

Εὐαγγέλιο Κυριακής: Λουκ. ι’ 25-37

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, νομικός τις προσῆλθε τῷ Ἰησοῦ ἐκπειράζων αὐτὸν καὶ λέγων· διδάσκαλε, τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω; 26 ὁ δὲ εἶπε πρὸς αὐτόν· ἐν τῷ νόμῳ τί γέγραπται; πῶς ἀναγινώσκεις; 27 ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου, καὶ τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν· 28 εἶπε δὲ αὐτῷ· ὀρθῶς ἀπεκρίθης· τοῦτο ποίει καὶ ζήσῃ. 29 ὁ δὲ θέλων δικαιοῦν ἑαυτὸν εἶπε πρὸς τὸν  Ἰησοῦν· καὶ τίς ἐστί μου πλησίον; Read more

 Ἄν, ἀγαπητοί μου Πατέρες καὶ ἀδελφοί, δινόταν σ’ ἐμένα τὸν ταπεινὸ τὸ χάρισμα αὐτό, τὸ νὰ ἀποκτήσω δηλαδὴ μία γλώσσα ἀπὸ ἐκεῖνες ποὺ ἔχουν οἱ Ἄγγελοι, ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος τοῦ Χριστοῦ Παῦλος, «ἐὰν τᾶς γλώσσας τῶν Ἀγγέλων λαλῶ», θὰ ἦταν βέβαιο καὶ ἑπόμενο, ὅτι μὲ τὴν ἀγγελικὴ αὐτὴ γλώσσα, θὰ μποροῦσα νὰ ἐγκωμιάσω ὅπως ἀξίζει, τὸν Μιχαὴλ καὶ τὸν Γαβριήλ, τοὺς Ἀρχαγγέλους τοῦ Κυρίου διότι εἶναι φυσικό, κάθε ὅμοιο μὲ τὸ ὅμοιο μπορεῖ νὰ ἐπαινεθεῖ, καὶ στοὺς ἄλλους νὰ παρουσιαστεῖ· ἂν εἶχα μία ἀπὸ τὶς πύρινες ἐκεῖνες καὶ ἄυλες γλῶσσες, ποὺ δόθηκαν στοὺς ἱεροὺς καὶ θείους Ἀποστόλους, θὰ μποροῦσα ὅπως ἀξίζει μὲ ὑπερφυσικὰ ἐγκώμια νὰ μιλήσω γιὰ τοὺς πύρινους καὶ ἄυλους Ἀρχιστράτηγους ἂν -ἔστω καὶ λίγο- εἶχα καθαρή τη γλώσσα μου, ὅπως ὁ Ἠσαΐας, ἀπὸ ἐκείνη τὴ λαβίδα τῶν Σεραφείμ, θὰ ὑπῆρχε ἐλπίδα, νὰ πῶ κάτι ἀντάξιό της μεγαλοπρέπειας τῶν Ταξιαρχῶν.

Read more

Ὁ Θεὸς καὶ Σωτὴρ ἠμῶν ἐκπαιδεύει τοὺς ἀνθρώπους ὄχι μόνον μὲ ἀποφατικὰ καὶ δογματικὰ θεσπίσματα, ὥστε νὰ μισοῦν τὴν κακίαν καὶ νὰ ἀγαποῦν τὴν ἀρετήν, ἀλλὰ χρησιμοποιώντας καὶ διαφωτιστικὰ ὑποδείγματα, παραδίδει μὲ σαφήνεια τὰ μαθήματα τῆς ἀγαθῆς βιοτῆς. Μᾶς βοηθεῖ ἔτσι μὲ ἔργα καὶ μὲ λόγους, νὰ προαχθοῦμε στὴν κατάληψη τῆς ἀγαθῆς καὶ φιλοθέου ζωῆς. Πράγματι, ἀφοῦ ἐπανειλημμένως μᾶς ἔχει παραγγείλει μὲ τὸ στόμα τῶν Προφητῶν καὶ τῶν Εὐαγγελιστῶν, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν φωνὴν τὴν ἰδικήν του, νὰ ἀποστρεφώμεθα μὲν τὸν ὑπερήφανον καὶ ὑπεροπτικὸν πλοῦτον, τὴν δὲ φιλάνθρωπον διάθεση καὶ τὴν συνδυασμένην μὲ τὴν ἀρετὴν πτωχεία νὰ τὴν ἀγαποῦμε, ἔτσι καὶ τώρα γιὰ νὰ κάμει ἀκόμη πιὸ ἀξιόπιστον τὴν συμβουλὴ γιὰ τὸ καλόν, τεκμηριώνει τὸν λόγον μὲ πρακτικὰ ὑποδείγματα, καὶ μὲ μίαν διήγηση περιγράφει τὸν πλούσιον καὶ τὸν πτωχόν. Μᾶς παρουσιάζει τὴν ἀγάπη τοῦ ἑνὸς πρὸς τὶς τιμὲς καὶ τὶς ἀπολαύσεις, σὲ συνδυασμὸ μὲ τὴν τεθλιμμένην ζωὴν τοῦ ἄλλου, ἀλλὰ καὶ τὴν κατάληξη ποὺ εἶχε ὁ καθένας, γιὰ νὰ ἐρευνήσωμε σὲ ποῖον ἀπὸ τοὺς δύο αὐτοὺς ἀντιθέτους τρόπους ζωῆς ὑπάρχει ἡ ἀλήθεια, καὶ νὰ γίνωμε συνετοὶ κριταὶ τοῦ ἐαυτοῦ μας. Read more

Αποτέλεσμα εικόνας για ιάειροςΚατὰ Λουκᾶν Εὐαγγέλιον:
Η’ 41 – 56.

Τῷ καιρῶ ἐκείνω, ἦλθεν πρὸς τὸν Ἰησοῦν ἀνὴρ ὢ ὄνομα Ἰάειρος, καὶ αὐτὸς ἄρχων τῆς συναγωγῆς ὑπῆρχε, καὶ πεσῶν παρὰ τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ παρεκάλει αὐτὸν εἰσελθεῖν εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ, ὅτι θυγάτηρ μονογενὴς ἣν αὐτῶ ὡς ἐτῶν δώδεκα, καὶ αὕτη ἀπέθνησκεν. Read more

Ἐπιλογή κειμένου

«Τῶν μαρτύρων ἡ καλλονή, τῆς Θεσσαλονίκης ὁ προστάτης καὶ τῆς Οἰκουμένης ὁ ὑπέρμαχος»
«Ἐγὼ μὲ πολλὴ τιμὴ περιβάλλω τοὺς φίλους σου, Θεέ μου, μεγάλη ἐξουσία καὶ παρρησία ἔχουν ἐκεῖνοι ποὺ προεξάρχουν μεταξύ τους»,
Ὁ μὲν πόθος μᾶς παρακινεῖ νὰ μιλήσουμε ἀνάλογα μὲ τὴ δύναμή μας, καὶ ἡ περίσταση ἀπαιτεῖ τὸν ἐπίκαιρο λόγο, καὶ τὸ ὀφειλόμενο χρέος βιάζοντάς μας δὲν μᾶς ἀφήνει νὰ θαυμάσουμε ἄνευ λόγων τὸ ὑπὲρ λόγον μεγαλεῖο τοῦ Μάρτυρος.

«Βλέπετε τοῦτον τόν Μυροβλήτη; Ἔχυσε τό αἷμα τοῦ σώματός του, ἐκουσίως ὑπέρ τοῦ Χριστοῦ καί γι᾿ αὐτό τό κατέστησε ἀνεξάντλητη πηγή πολλῶν θαυμάτων, ἁγιασμοῦ ψυχῆς καί σώματος, εὐωδέστατου καί ἱερώτατου μύρου. Τό σῶμα ὅμως ἀκόμα δέν δοξάστηκε πραγματικά καί ὅλα αὐτά τά παρόντα εἶναι προσχέδιο καί προτύπωση καί σύμβολο τῆς μέλλουσας οὐράνιας δόξας. Ἐάν, λοιπόν, τό προσχέδιο καί ἡ προτύπωση εἶναι τέτοια, πόσο πιό μεγάλη θά εἶναι ἡ μελλοντική ἐκείνη ὁλοκλήρωση; Τελείως ἄρρητη καί ἀκατάληπτη». Read more

Ὅταν λοιπὸν τελείωσε τὸ περιστατικὸ μὲ τὴν κατάπαυση τῆς τρικυμίας, ἔρχεται ἄλλο θαῦμα φοβερότερο ἀκόμα. Οἱ δαιμονισμένοι δηλαδὴ σὰν πονηροὶ δραπέτες ποὺ εἶδαν τὸν κύριό τους, ἔλεγαν: «τί ἡμῖν καὶ σοί,Ἰησοῦ υἱὲ τοῦ Θεοῦ; ἦλθες ὧδε πρὸ καιροῦ βασανίσαι ἡμᾶς;(:“τί κοινὸ ὑπάρχει ἀνάμεσα σέ μας καὶ Ἐσένα, Ἰησοῦ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ; Ἦρθες ἐδῶ νὰ μᾶς βασανίσεις, πρὶν ἔλθει ὁ προκαθορισμένος καιρὸς τῆς κρίσεως καὶ τῆς τιμωρίας μας;’’)»[Μάτθ.8,29]. Ἐπειδὴ ὁ κόσμος θεωροῦσε τὸν Ἰησοῦ ἀκόμη ὡς ἕναν ἁπλὸ ἄνθρωπο, ἦρθαν τώρα οἱ δαίμονες καὶ διακηρύσσουν τὴ θεότητά Του. Και αὐτοὶ ποὺ τὴν τρικυμισμένη πρῶτα καὶ τώρα, ἔπειτα ἀπὸ τὴν ἐντολή Του, ἡσυχασμένη θάλασσα, δὲν τὴν ἄκουγαν ποὺ μαρτυροῦσε μὲ τὴν ἀπότομη γαλήνευσή της τὴν ὁμολογία τοῦ Δημιουργοῦ της, ἄκουγαν τοὺς δαίμονες ποὺ κραύγαζαν αὐτά, ποὺ ἀκριβῶς καὶ ἐκείνη κραύγαζε μὲ τὴ γαλήνη της. Κι ἔπειτα, γιὰ νὰ μὴ θεωρηθεῖ ὅτι ἡ διακήρυξη αὐτὴ τῶν δαιμόνων ἀπέβλεπε στὴν κολακεία τοῦ Ἰησοῦ ποὺ λίγο πρὶν μὲ ἕνα πρόσταγμά Του εἶχε ἐπιβληθεῖ στὰ στοιχεῖα τῆς φύσης καὶ εἶχε κοπάσει τὴν τρικυμία, φωνάζουν δυνατά, βασιζόμενοι στὴν πείρα τους καὶ λέγουν: «Ἦρθες ἐδῶ πρόωρα γιὰ νὰ μᾶς βασανίσεις;». Γι’ αὐτὸν ἀκριβῶς τὸν λόγο ὁμολογοῦν τὴν ἔχθρα τοὺς πρὸς τὸν Κύριο, γιὰ νὰ μὴ θεωρηθεῖ ὕποπτη κολακείας ἡ παράκλησή τους? γιατί δέχονταν ἀόρατα χτυπήματα καὶ τοὺς ἔδερνε χειρότερη ἀπὸ ὅσο τὴν θάλασσα τρικυμία κι ἔνιωθαν νὰ τρυπιοῦνται καὶ νὰ καίγονται καὶ νὰ παθαίνουν ἀθεράπευτα κακὰ καὶ ἀπὸ τὴν παρουσία καὶ μόνο τοῦ Ἰησοῦ. Read more

«Ἐξελθόντι τῷ Ἰησοῦ εἰς τὴν γῆν ὑπήντησεν αὐτῶ ἀνὴρ τὶς ἐκ τῆς πόλεως ὃς εἶχεν δαιμόνια ἐκ χρόνων ἱκανῶν»

«Ὁ ὧν ἐκ τοῦ Θεοῦ τὰ ρήματα τοῦ Θεοῦ ἀκούει», λέγει ὁ Κύριος. Δηλαδὴ ὑπακούει στὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, καὶ μετατρέπει τοὺς λόγους σὲ ἔργα, ζεῖ καὶ πολιτεύεται κατὰ Χριστόν, ἐκτελεῖ τὸ θέλημα τοῦ Οὐρανίου Πατρός, καὶ γίνεται «κληρονόμος μὲν Θεοῦ, συγκληρονόμος δὲ Χριστοῦ». Ὅποιος ὅμως παρακούει τὸν Θεό, διαπράττει τὴν ἁμαρτίαν, καὶ ἐπιδίδεται σ’ αὐτὴν ἀμετανοήτως. Εἶναι δοῦλος τῆς ἁμαρτίας καὶ οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ ἐκ τοῦ πονηροῦ», ἀφοῦ μὲ τὴν κακὴν προαίρεση μεταπλάσσει τὴν φύση τὴν ὁποίαν ἔλαβεν ἀπὸ τὸν Θεόν, καὶ τὴν ἐξομοιώνει μὲ τὸν πατέρα τῆς ἀπωλείας. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Κύριος ἔλεγε στοὺς Ἰουδαίους, «ὑμεῖς ἐκ τοῦ πατρὸς ὑμῶν τοῦ διαβόλου ἐστέ, καὶ τὰς ἐπιθυμίας αὐτοῦ θέλετε ποιεῖν». Read more

(8 Ὀκτωβρίου)

Καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια τῆς Συρίας καὶ ἀπὸ ἔνδοξο γένος (στὰ χρόνια τοῦ βασιλιὰ Νουμεριανοῦ 282 – 284). Ὅταν ἔμαθε ὁ ἄρχοντας τῆς Ἀντιόχειας ὅτι ἡ Πελαγία ἦταν χριστιανή, ἔστειλε στρατιῶτες γιὰ νὰ τὴ συλλάβουν. Αὐτοὶ περικύκλωσαν τὸ σπίτι της καὶ ἑτοιμάζονταν νὰ τὴν ἁρπάξουν. Ὅταν τὸ ἔμαθε ἡ Ἁγία, ζήτησε ἀπό τους στρατιῶτες νὰ περιμένουν λίγο. Ὅποτε, σήκωσε τὰ χέρια της καὶ τὰ μάτια τῆς στὸν οὐρανὸ καὶ προσευχήθηκε θερμὰ πρὸς τὸν Θεὸ νὰ μὴ ἐπιτρέψει νὰ τὴν ἁρπάξουν οἱ στρατιῶτες, ἀλλὰ νὰ φύγει ἀπ’ τὴν ζωὴ αὐτή, ἁγνὴ καὶ παρθένος. Ἔπειτα ἄνοιξε τὸ παράθυρο καὶ ἔριξε τὸν ἑαυτό της στὸ κενό, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ τραυματιστεῖ θανάσιμα καὶ ἔτσι παρέδωσε τὴν ἁγνὴ ψυχή της στὸν Θεό, προκειμένου βέβαια νὰ τὴν προφυλάξει ἀπὸ τὸν μολυσμό των ἀγροίκων στρατιωτῶν

Read more