Ὅταν λοιπὸν τελείωσε τὸ περιστατικὸ μὲ τὴν κατάπαυση τῆς τρικυμίας, ἔρχεται ἄλλο θαῦμα φοβερότερο ἀκόμα. Οἱ δαιμονισμένοι δηλαδὴ σὰν πονηροὶ δραπέτες ποὺ εἶδαν τὸν κύριό τους, ἔλεγαν: «τί ἡμῖν καὶ σοί,Ἰησοῦ υἱὲ τοῦ Θεοῦ; ἦλθες ὧδε πρὸ καιροῦ βασανίσαι ἡμᾶς;(:“τί κοινὸ ὑπάρχει ἀνάμεσα σέ μας καὶ Ἐσένα, Ἰησοῦ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ; Ἦρθες ἐδῶ νὰ μᾶς βασανίσεις, πρὶν ἔλθει ὁ προκαθορισμένος καιρὸς τῆς κρίσεως καὶ τῆς τιμωρίας μας;’’)»[Μάτθ.8,29]. Ἐπειδὴ ὁ κόσμος θεωροῦσε τὸν Ἰησοῦ ἀκόμη ὡς ἕναν ἁπλὸ ἄνθρωπο, ἦρθαν τώρα οἱ δαίμονες καὶ διακηρύσσουν τὴ θεότητά Του. Και αὐτοὶ ποὺ τὴν τρικυμισμένη πρῶτα καὶ τώρα, ἔπειτα ἀπὸ τὴν ἐντολή Του, ἡσυχασμένη θάλασσα, δὲν τὴν ἄκουγαν ποὺ μαρτυροῦσε μὲ τὴν ἀπότομη γαλήνευσή της τὴν ὁμολογία τοῦ Δημιουργοῦ της, ἄκουγαν τοὺς δαίμονες ποὺ κραύγαζαν αὐτά, ποὺ ἀκριβῶς καὶ ἐκείνη κραύγαζε μὲ τὴ γαλήνη της. Κι ἔπειτα, γιὰ νὰ μὴ θεωρηθεῖ ὅτι ἡ διακήρυξη αὐτὴ τῶν δαιμόνων ἀπέβλεπε στὴν κολακεία τοῦ Ἰησοῦ ποὺ λίγο πρὶν μὲ ἕνα πρόσταγμά Του εἶχε ἐπιβληθεῖ στὰ στοιχεῖα τῆς φύσης καὶ εἶχε κοπάσει τὴν τρικυμία, φωνάζουν δυνατά, βασιζόμενοι στὴν πείρα τους καὶ λέγουν: «Ἦρθες ἐδῶ πρόωρα γιὰ νὰ μᾶς βασανίσεις;». Γι’ αὐτὸν ἀκριβῶς τὸν λόγο ὁμολογοῦν τὴν ἔχθρα τοὺς πρὸς τὸν Κύριο, γιὰ νὰ μὴ θεωρηθεῖ ὕποπτη κολακείας ἡ παράκλησή τους? γιατί δέχονταν ἀόρατα χτυπήματα καὶ τοὺς ἔδερνε χειρότερη ἀπὸ ὅσο τὴν θάλασσα τρικυμία κι ἔνιωθαν νὰ τρυπιοῦνται καὶ νὰ καίγονται καὶ νὰ παθαίνουν ἀθεράπευτα κακὰ καὶ ἀπὸ τὴν παρουσία καὶ μόνο τοῦ Ἰησοῦ.

Πραγματικά, ἐπειδὴ κανένας δὲν εἶχε τὴν τόλμη νὰ τοὺς πλησιάσει μέχρι τότε, ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς ἔρχεται πρὸς αὐτούς. Καὶ ὁ μὲν Ματθαῖος λέγει ὅτι Τοῦ ἔλεγαν: «ἦλθες ὧδε πρὸ καιροῦ βασανίσαι ἡμᾶς;(:ἦρθες ἐδῶ νὰ μᾶς βασανίσεις, πρὶν ἔλθει ὁ προκαθορισμένος καιρὸς τῆς κρίσεως καὶ τῆς τιμωρίας μας;)»[Μάτθ.8,29], ἐνῶ οἱ ἄλλοι εὐαγγελιστὲς πρόσθεσαν ὅτι Τὸν παρακαλοῦσαν καὶ Τὸν ἐξόρκιζαν γιὰ νὰ μὴν τοὺς ρίξει στὴν ἄβυσσο[πρβλ. Μὰρκ 5,10: «καὶ παρεκάλει αὐτὸν πολλὰ ἵνα μὴ ἀποστείλῃ αὐτοὺς ἔξω τῆς χώρας(:καὶ παρακαλοῦσε τὸν Ἰησοῦ, μὲ πολλὲς ἱκεσίες, νὰ μὴν τοὺς διώξει ἔξω ἀπὸ τὴ χώρα αὐτήν) καὶ Λουκ.8,51: «καὶ παρεκάλει αὐτὸν ἵνα μὴ ἐπιτάξῃ αὐτοῖς εἰς τὴν ἄβυσσον ἀπελθεῖν(:καὶ παρακαλοῦσαν τὰ δαιμόνια Αὐτὸν νὰ μὴν τὰ διατάξει καὶ πᾶνε στὰ τρίσβαθα τοῦ Ἅδου)». Διότι νόμιζαν ὅτι ἔφτασε γι’ αὐτοὺς ἡ κόλαση καὶ φοβήθηκαν ὅτι θὰ τιμωρηθοῦν πλέον.
Ἐὰν πάλι ὅσοι μελετοῦν τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Λουκᾶ λέγουν ὅτι ὁ δαιμονιζόμενος ἦταν ἕνας [βλ. Λουκ. 8,27: «ἐξελθόντι δὲ αὐτῷ ἐπὶ τὴν γῆν ὑπήντησεν αὐτῷ ἀνήρ τις ἐκ τῆς πόλεως, ὃς εἶχε δαιμόνια ἐκ χρόνωνἱκανῶν, καὶ ἱμάτιον οὐκ ἐνεδιδύσκετο καὶ ἐν οἰκίᾳ οὐκ ἔμενεν, ἀλλ᾿ ἐν τοῖς μνήμασιν(:ὅταν λοιπὸν ὁ Ἰησοῦς βγῆκε στὴν ξηρά, Τὸν συνάντησε ἕνας ἄνθρωπος τῆς πόλεως ἐκείνης τῶν Γαδαρηνῶν, ὁ ὁποῖος εἶχε μέσα τοῦ δαιμόνια ἀπὸ πολλὰ χρόνια καὶ δὲν φοροῦσε ἔνδυμα καὶ δὲν ἔμενε σὲ σπίτι, ἀλλὰ μέσα στὰ μνήματα)»], ἐνῶ ὁ Ματθαῖος κάνει λόγο γιὰ δυὸ δαιμονιζόμενους[βλ. Μάτθ.8,28: «Καὶ ἐλθόντι αὐτῷ εἰς τὸ πέραν εἰς τὴν χώραν τῶν Γεργεσηνῶν ὑπήντησαν αὐτῷ δύο δαιμονιζόμενοι ἐκ τῶν μνημείων ἐξερχόμενοι, χαλεποὶλίαν, ὥστε μὴ ἰσχύειν τινὰ παρελθεῖν διὰ τῆς ὁδοῦ ἐκείνης(:ὅταν λοιπὸν ἦλθε στὴν ἀπέναντι παραλία, στὴ χώρα τῶν Γεργεσηνῶν, ἦρθαν νὰ Τὸν συναντήσουν δυὸ δαιμονιζόμενοι ποὺ ἔβγαιναν ἀπὸ τὰ μνημεῖα καὶ οἱ ὁποῖοι ἤσαν ἄγριοι καὶ ἐπιθετικοί, ὥστε νὰ μὴν μπορεῖ νὰ περάσει κανεὶς ἀπὸ τὸν δρόμο ἐκεῖνον)»], οὔτε καὶ τὸ γεγονὸς αὐτὸ παρουσιάζει διαφωνία μεταξὺ τῶν δυὸ εὐαγγελιστῶν. Διότι ἐὰν ἔγραφε ὁ Λουκᾶς ὅτι ἕνας μόνο δαιμονιζόμενος ὑπῆρξε καὶ δὲν ὑπῆρχε ἄλλος, θὰ φαινόταν ὅτι διαφωνοῦσε πρὸς τὸν Ματθαῖο. Τώρα ὅμως ποὺ ὁ ἕνας μίλησε γιὰ ἕναν δαιμονιζόμενο καὶ ὁ ἄλλος γιὰ δυὸ δαιμονιζόμενους, δὲν προέρχεται ἀπὸ ἀντίφαση τὸ πράγμα, ἀλλὰ ἀπὸ τὸν διαφορετικὸ τρόπο ἀφηγήσεως. Πραγματικά εγω νομίζω ὅτι ὁ Λουκᾶς διάλεξε τὸν φοβερότερο ἀπὸ τοὺς δυὸ καὶ γι’ αὐτὸν ἔκανε λόγο. Γι’ αὐτὸ καὶ περιγράφει πιὸ τραγικά τη συμφορά του, ὅπως γιὰ παράδειγμα ὅτι ἔσπαζε τὰ δεσμὰ καὶ τὶς ἁλυσίδες μὲ τὶς ὁποῖες προσπαθοῦσαν νὰ τὸν δέσουν καὶ περιπλανιόταν στὴν ἔρημο. Ὁ δὲ Μάρκος προσθέτει ὅτι καταξέσκιζε τὸν ἑαυτό του μὲ τὶς πέτρες[ βλ. Μάρκ. 5,5: «καὶ διὰ παντὸς νυκτὸς καὶ ἡμέρας ἐν τοῖς μνήμασι καὶ ἐν τοῖς ὄρεσιν ἦν κράζων καὶκατακόπτων ἑαυτὸν λίθοις(:καὶ συνεχῶς νύκτα καὶ μέρα ἦταν στὰ μνήματα καὶ τὰ ὄρη, φώναζε, κατέκοπτε καὶ καταπλήγωνε τὸν ἑαυτό του μὲ λίθους)»].
Καὶ οἱ λόγοι τῶν δαιμονιζόμενων πρὸς τὸν Ἰησοῦ ἤσαν ἀρκετοὶ γιὰ νὰ ἀποδείξουν τὴ σκληρότητα καὶ τὴν ἀναισχυντία τους. «Ἦλθες ἐδῶ πρόωρα γιὰ νὰ μᾶς βασανίσεις;», λέγουν. Δὲν μποροῦσαν βέβαια νὰ ἰσχυριστοῦν ὅτι δὲν ἁμάρτησαν, διατυπώνουν ὅμως τὴν ἀξίωση νὰ μὴν τιμωρηθοῦν πρὶν ἀπὸ τὴν καθορισμένη ὤρα. Ἐπειδὴ δηλαδὴ τοὺς βρῆκαν τὰ ἀθεράπευτα κακὰ καὶ ἐπειδὴ αὐτοί ενεργουσαν παράνομα καὶ διέστρεφαν καὶ βασάνιζαν μὲ κάθε τρόπο τὸ δημιούργημα τοῦ Θεοῦ, γι’ αὐτὸ νόμιζαν ὅτι ἐξαιτίας τῆς ὑπερβολῆς τῶν συμβάντων, δὲ θὰ περίμενε τὸν καθορισμένο καιρὸ τῆς κολάσεως, γι’ αὐτὸ Τὸν παρακαλοῦσαν καὶ Τὸν ἱκέτευαν. Καὶ ἐκεῖνοι ποὺ δὲν τοὺς συγκρατοῦσαν τὰ σιδηρᾶ δεσμά, ἔρχονται δέσμιοι. Ἐκεῖνοι ποὺ τριγύριζαν στὰ βουνά, κατέβηκαν στὴν πεδιάδα. Εκείνοι ποὺ ἐμπόδιζαν τοὺς ἄλλους νὰ περνοῦν ἀπὸ ἐκεῖ, μόλις εἶδαν τὸν Ἰησοῦ νὰ τοὺς φράσσει τὸν δρόμο, στάθηκαν.
Γιὰ ποιὸ λόγο ὅμως παρέμεναν στὰ μνήματα οἱ δαιμονιζόμενοι; Ἐπειδὴ ἤθελαν νὰ δημιουργήσουν στοὺς ἀνθρώπους ὀλέθρια ἀντίληψη, ὅτι δηλαδὴ οἱ ψυχὲς τῶν ἀποθανόντων γίνονται δαίμονες, πράγμα ποὺ εὔχομαι νὰ μή σας περάσει ἀπὸ τὸν νοῦ οὔτε καὶ σὰν ἁπλὴ σκέψη. «Ναί, ἀλλὰ ποιὰ ἀπάντηση», θὰ μποροῦσε νὰ ρωτήσει κάποιος, «μπορεῖς νὰ δώσεις στὸ γεγονὸς ὅτι πολλοὶ ἀπὸ τοὺς μάγους ἁρπάζουν παιδιὰ καὶ τὰ σφάζουν, ὥστε στὴ συνέχεια νὰ ἔχουν τὴν ψυχὴ τοὺς βοηθὸ στὶς μαγεῖες τους;». Καὶ πῶς ἀποδεικνύεται αὐτό; Τὸ ὅτι βέβαια, σφάζουν τὰ παιδιά, τὸ λέγουν πολλοί, ἀλλὰ τὸ ὅτι οἱ ψυχὲς τῶν παιδιῶν ποῦ σφαγιάζονται συνεργάζονται μὲ τοὺς μάγους, ἀπὸ ποῦ τὸ γνωρίζεις; Πές μου, σὲ παρακαλῶ. «Αὐτοί», θὰ ἀπαντοῦσε αὐτὸς ποὺ πιθανὸν νὰ ἐξέφραζε αὐτὴν τὴν ἀπορία, «οἱ δαιμονισμένοι φωνάζουν ὅτι ἐγὼ εἶμαι ἡ ψυχὴ τοῦ δείνα». Μα κι αὐτὸ εἶναι πλεκτάνη καὶ ἀπάτη διαβολική. Διότι δὲν εἶναι ἡ ψυχὴ τοῦ ἀποθανόντος ποὺ φωνάζει, ἀλλὰ ὁ δαίμονας ποὺ ὑποκρίνεται αὐτά, μὲ σκοπὸ νὰ ἐξαπατήσει ἐκείνους ποὺ τὸν ἀκοῦνε. Διότι ἐὰν ἦταν δυνατὸν νὰ εἰσέλθει ἡ ψυχὴ στὴν ὑπόσταση τοῦ δαίμονος, πολὺ εὐκολότερα θὰ εἰσερχόταν στὸ δικό της σῶμα. Έπειτα, δὲν μπορεῖ νὰ δικαιολογηθεῖ λογικὰ τὸ νὰ συνεργάζεται ἡ σφαγεῖσα ψυχὴ μὲ τὸν σφαγέα της. Οὔτε πάλι δικαιολογεῖται νὰ μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ μεταβάλλει ἀσώματη δύναμη σὲ ἄλλου εἴδους ὑπόσταση. Πραγματικὰ ἐὰν αὐτὸ εἶναι ἀδύνατο γιὰ τὰ σώματα καὶ δὲν ὑπάρχει περίπτωση νὰ μεταμορφώσει κανεὶς τὸ σῶμα ἀνθρώπου σὲ σῶμα ὄνου, πολὺ περισσότερο εἶναι αὐτὸ ἀδύνατο γιὰ τὴν ἀόρατη ψυχὴ καὶ κανένας δὲ θὰ μπορέσει νὰ τὴν μετασχηματίσει στὴν ὑπόσταση τοῦ δαίμονος.
Κατὰ συνέπεια, οἱ ἀπόψεις αὐτὲς προέρχονται ἀπὸ μεθυσμένα γραΐδια καὶ προορίζονται νὰ ἐκφοβίζουν τὰ μικρὰ παιδιά. Διότι δεν εἶναι δυνατὸν ἡ ψυχὴ ποὺ ἀποχωρίζεται ἀπὸ τὸ σῶμα νὰ πλανᾶται πλέον στὴ γῆ. Πράγματι, «δικαίων δ? ψυχα? ?ν χείρ? Θεό?, κά? ὁ? μ? ?ψηται ἅ?τ?ν βάσανος(:ἡ ζωὴ τῶν δικαίων βρίσκεται κάτω ἀπὸ τὸ παντοδύναμο προστατευτικὸ χέρι τοῦ Θεοῦ καὶ καμία θλίψη καὶ βάσανος δὲ θὰ τοὺς ἐγγίσει, χωρὶς ὁ Θεὸς νὰ τὸ ἐπιτρέψει)»[Σόφ. Σόλ.3,1]. Ἐὰν ὅμως βρίσκονται στὰ χέρια τοῦ Κυρίου οἱ ψυχές των δικαίων, τότε βρίσκονται καὶ τῶν παιδιῶν οἱ ψυχές, διότι τὰ παιδιὰ δὲν εἶναι πονηρά. Ἀλλὰ καὶ τῶν ἁμαρτωλῶν ἀνθρώπων οἱ ψυχὲς ἀμέσως φεύγουν μακριὰ ἀπὸ τὴ γῆ. Καὶ αὐτὸ γίνεται φανερὸ ἀπὸ τὴν παραβολὴ τοῦ πλουσίου καὶ τοῦ Λαζάρου( πρβ. Λούκ. 16,19-31). Καὶ σὲ ἄλλη περίπτωση ὅμως λέγει ὁ Κύριος: «ταύτῃ τῇ νυκτὶτὴν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ(:αὐτὴν τὴν νύκτα, ποὺ πίστεψες ὅτι θὰ ἀρχίσει ἡ ἀπολαυστικὴ ζωή σου, ἀπαιτοῦν νὰ πάρουν ἀπὸ ἐσένα χωρὶς ἀναβολὴ τὴν ψυχή σου)»[Λουκ.12,20].
Βέβαια δέν εἶναι δυνατὸν ἡ ψυχὴ ποὺ ἐξῆλθε ἀπὸ τὸ σῶμα νὰ περιφέρεται ἐδώ κατω. Και αὐτὸ εἶναι πολὺ φυσικό. Διότι, ἐνῶ ὅταν βαδίζουμε ἐπάνω στὴ συνηθισμένη καὶ γνώριμη περιοχὴ τῆς γῆς, ἔχοντας τὸ σῶμα μας, δὲ γνωρίζουμε ποιὰ κατεύθυνση νὰ πάρουμε κάθε φορὰ ποὺ θὰ βρεθοῦμε σὲ ἄγνωστο δρόμο, ἐὰν δὲν ἔχουμε ὁδηγό, κατὰ ποιὰ λογικὴ ἡ ψυχή, ποὺ χωρίστηκε ἀπὸ τὸ σῶμα καὶ ἀποξενώθηκε ἀπὸ ὅλες τὶς συνήθειές της, θὰ γνωρίσει ποῦ πρέπει νὰ βαδίζει χωρὶς νὰ ἔχει τὸν ὁδηγό της;
Ἀλλὰ καὶ ἀπὸ ἄλλες περιπτώσεις μπορεῖ κανεὶς νὰ πληροφορηθεῖ ὄτι δεν εἶναι δυνατὸν ἡ ψυχὴ χωρὶς τὸ σῶμα της νὰ παραμείνει στὴ γῆ. Πραγματικά, ὁ Στέφανος λέγει: «Κύριε Ἰησοῦ, δέξαι τὸ πνεῦμά μου(:Κύριε Ιησού, δέξου το πνεύμα μου)»[Πραξ.7,59].Καὶ ὁ Παῦλος, ἐπίσης, λέγει: «Ἐμοὶ γὰρ τὸ ζῆν Χριστὸς καὶ τὸἀποθανεῖν κέρδος(:Ἄλλωστε γιὰ μένα ὅλη μου ἡ ζωὴ εἶναι ὁ Χριστός, ἀφοῦ ζῶ ἐν Χριστῷ καὶ ὁ Χριστὸς ζεῖ ἐν ἐμοί. Ἀλλὰ καὶ τὸ νὰ ἀποθάνω εἶναι κέρδος, διότι θὰ ἐκδημήσω ἔτσι πρὸς τὸν οὐρανὸ σὲ πλήρη καὶ τέλεια κοινωνία καὶ ἕνωση μὲ τὸν Χριστό)»[Φιλιπ.1,21].Καὶ γιὰ τὸν πατριάρχη Ἀβραὰμ λέγει ἡ Γραφὴ: «καὶ ἐκλείπων ἀπέθανενἉβραὰμ ἐν γήρᾳ καλῷ πρεσβύτης καὶ πλήρης ἡμερῶν καὶ προσετέθη πρὸς τὸν λαὸν αὐτοῦ(:Καὶ ἀφοῦ τὸν ἐγκατέλειψαν οἱ δυνάμεις του, πέθανε ὁ Ἀβραὰμ σὲ εὐτυχισμένα γηρατειά, γέροντας πλήρης ἡμερῶν, καὶ προστέθηκε στοὺς προγόνους του ποὺ ἐκδήμησαν ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτόν)»[Γέν.25,8].
Τὸ ὅτι βέβαια, οὔτε οἱ ψυχὲς τῶν ἁμαρτωλῶν μποροῦν νὰ παραμείνουν ἐδῶ, ἄκουσε ποὺ ὁ πλούσιος της παραβολῆς θερμὰ παρακαλοῦσε γι’ αὐτό, χωρὶς νὰ τὸ ἐπιτυγχάνει[ βλ. Λούκ. 16, 27-31]. Διότι ἐὰν αὐτὸ ἦταν δυνατόν, θὰ ἐρχόταν αὐτὸς στὴ γῆ καὶ θὰ γνωστοποιοῦσε ὅσα συνέβαιναν ἐκεῖ.[Ματθ.8,31-32: « οἱ δὲ δαίμονες παρεκάλουν αὐτὸν λέγοντες· εἰ ἐκβάλλεις ἡμᾶς, ἐπίτρεψον ἡμῖν ἀπελθεῖν εἰς τὴν ἀγέλην τῶν χοίρων. καὶ εἶπεν αὐτοῖς·ὑπάγετε. οἱ δὲ ἐξελθόντες ἀπῆλθον εἰς τὴν ἀγέλην τῶν χοίρων· καὶ ἰδοὺ ὥρμησε πᾶσα ἡ ἀγέλη τῶν χοίρων κατὰ τοῦ κρημνοῦ εἰς τὴν θάλασσαν καὶ ἀπέθανον ἐν τοῖς ὕδασιν(:Καὶ οἱ δαίμονες Τὸν παρακαλοῦσαν καὶ ἔλεγαν: ’’εάν θὰ μᾶς διώξεις ἀπὸ τοὺς δυὸ αὐτοὺς ἀνθρώπους, δῶσε μας τὴν ἄδεια νὰ πᾶμε στὸ κοπάδι τῶν χοίρων’’. Καὶ εἶπε σὲ αὐτούς: ’’πηγαίνετε’’. Καὶ αὐτοὶ βγῆκαν ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους καὶ πῆγαν στὸ κοπάδι τῶν χοίρων. Καὶ ἰδοὺ μὲ μανία καὶ γρυλλισμοὺς ὅρμησε ὅλο τὸ κοπάδι τῶν χοίρων ἀπὸ τὸ μέρος τοῦ γκρεμοῦ στὴ θάλασσα καὶ πνίγηκαν στὰ νερά[Ἐπέτρεψε δὲ ὁ Κύριος αὐτό, γιὰ νὰ τιμωρηθοῦν ἔτσι οἱ ἰδιοκτῆτες τῆς ἀγέλης, διότι παρὰ τὸν μωσαϊκὸ νόμο αὐτοὶ ἔτρεφαν χοίρους]].
Θὰ λέγαμε ὅτι δὲν τὸ ἔκανε αὐτὸ ὑπακούοντας σὲ αὐτούς, ἀλλὰ ἐπειδὴ πολλὰ ἤθελε μὲ τὴν ἐνέργειά Του αὐτὴ νὰ διδάξει? τὸ πρῶτο ποὺ δίδαξε αὐτοὺς ποὺ ἐλευθερώθηκαν ἀπὸ τοὺς πονηροὺς ἐκείνους τυράννους τους ἤταν το μέγεθος τῆς καταστροφής που προκαλοῦν αὐτοὶ ποὺ τοὺς ἐπιβουλεύονται, δηλαδὴ οἱ ἀντίχριστοι δαίμονες. Δεύτερο, νὰ μάθουν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ὄτι ουτε στοὺς χοίρους τολμούν οι δαίμονες νὰ εἰσέλθουν,ἐὰν προηγουμένως δὲν δώσει ἄδεια ὁ Ἰησοῦς. Τρίτο ὄτι θα μποροῦσαν νὰ προξενήσουν σὲ ἐκείνους φοβερότερα κακὰ ἀπὸ ὅ,τι στοὺς χοίρους, ἐὰν δὲν προστατεύονταν σὲ μεγάλο βαθμὸ καὶ μέσα ἀκόμα στὴ συμφορά τους ἀπὸ τὴν πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Διότι στὸν καθένα βέβαια εἶναι φανερὸ ἀπὸ κάθε ἄποψη ὅτι ἐμᾶς τοὺς ἀνθρώπους οἱ δαίμονές μας μισοῦν περισσότερο ἀπὸ τὰ ἄλογα ζῶα. Ἑπομένως αὐτοὶ ποὺ δὲν λυπήθηκαν τοὺς χοίρους, ἀλλὰ μονάχα μέσα σὲ μία στιγμὴ τοὺς κατέρριξαν ὅλους στὸν γκρεμό, πολὺ περισσότερο θὰ τὸ ἔκαναν στοὺς ἀνθρώπους, ποὺ τοὺς εἶχαν κυριεύσει, παρασύροντας καὶ ἐπαναφέροντάς τους στὶς ἐρημιές, ἐάν μεσα σ’ αὐτὴ τὴν τυραννικὴ καταπίεση δὲν ἐπιδεικνυόταν σὲ μεγάλο βαθμὸ πολλὴ φροντίδα ἀπὸ μέρους τοῦ Θεοῦ, ποὺ χαλιναγωγοῦσε καὶ συγκρατοῦσε καὶ σταματοῦσε τὴν περαιτέρω ὁρμή τους. Ἑπομένως, εἶναι φανερὸ ὄτι δεν ὑπάρχει κανένας ἄνθρωπος ποὺ νὰ μὴν τὸν προστατεύει ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Ἐὰν ὡστόσο δὲν μᾶς προστατεύει ὅλους ὅμοια, οὔτε μὲ τὸν ἴδιο τρόπο, καὶ αὐτὸ εἶναι ἕνα εἶδος μεγάλης προνοίας. Διότι αναλογως πρὸς τὸ ὠφέλιμο γιὰ τὸν καθένα ἐκδηλώνει καὶ τὴν πρόνοιά Του ὁ Θεός.
Ἐκτὸς ἀπὸ ὅσα εἰπώθηκαν παραπάνω, διδασκόμαστε καὶ κάτι ἄλλο ἀπ’ αὐτὸ τὸ θαῦμα, ὅτι δηλαδή δεν προνοεῖ μονάχα ἀπὸ κοινοῦ γιὰ ὅλους μας, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὸν καθένα χωριστά, πράγμα ποὺ δήλωσε πρὸς τοὺς μαθητές Του, λέγοντάς τους ὅτι ἀκόμα καὶ οἱ τρίχες τοῦ κεφαλιοῦ τοὺς ἔχουν ἀριθμηθεῖ [Μάτθ.10,30:«?μ?ν δ?κά? ἅ? τρίχες τ?ς κεφαλ?ς π?σαί ?ριθμημέναι ἔ?σί (:Ἀφοῦ ὁ Πατέρας σας προνοεῖ ἀκόμη καὶ γιὰ τὰ σπουργίτια, πόσο μᾶλλον θὰ προνοεῖ γιὰ σᾶς; Σκεφτεῖτε ὅτι οἱ τρίχες τῆς κεφαλῆς σας εἶναι γνωστὲς καὶ ἀριθμημένες ἀπὸ τὸν Θεό[:Αὐτός σας παρακολουθεῖ καὶ στὶς πιὸ ἀσήμαντες λεπτομέρειες τῆς ζωῆς σας]. Μὰ κι ἀπὸ τοὺς δαιμονισμένους τούτους ἀνθρώπους μπορεῖ κανένας νὰ τὸ διαπιστώσει καθαρὰ αὐτό. Πραγματικὰ θὰ τοὺς εἶχαν πνίξει πρὸ πολλοῦ οἱ δαίμονες, ἐὰν δὲν τοὺς προστάτευε ἀποτελεσματικὰ ἡ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ φροντίδα.
Γι’ αὐτοὺς λοιπὸν τοὺς λόγους ἐπέτρεψε στοὺς δαίμονες νὰ εἰσέλθουν στὴν ἀγέλη τῶν χοίρων, καὶ ἐπιπλέον γιὰ νὰ πληροφορηθοῦν καὶ ὅσοι κατοικοῦσαν στὰ μέρη ἐκεῖνα τὴν δύναμή Του. Διότι ὅπου ἦταν πολὺ γνωστὸ τὸ ὄνομά Του, δὲν ἄφηνε τη δύναμη Του να ἐκδηλωθεῖ σὲ μεγάλο βαθμό, ὅπου ὅμως κανένας δὲν τὸν γνώριζε ἀλλὰ εἶχαν πλήρη ἄγνοια γι’ Αὐτόν, ἐκεῖ ἄφηνε νὰ ἀκτινοβολοῦν τὰ θαύματά Του, ὥστε νὰ τοὺς προσελκύσει στὸ νὰ γνωρίσουν τὴ θεϊκή Του ὑπόσταση. Ὅτι βρίσκονταν σὲ χονδροειδῆ ἄγνοια οἱ κάτοικοι τῆς πόλεως αὐτῆς φαίνεται ἀπὸ τὸ τέλος? διότι ἐνῶ ἔπρεπε νὰ Τὸν προσκυνήσουν καὶ νὰ ἐκδηλώσουν τὸν θαυμασμό τους γιὰ τὴ δύναμή Του, ἀντιθέτως αὐτοὶ ἤθελαν νὰ Τὸν ἀπομακρύνουν καὶ «?δόντες ἅ?τ?ν παρεκάλεσαν ?πὼς μεταβ??π? τ?ν ?ρίων ἅ?τ?ν(: ὅταν Τὸν εἴδαν Τον παρακάλεσαν νὰ φύγει ἀπὸ τὰ ὅρια τῆς περιοχῆς τους[καὶ αὐτὸ διότι φοβήθηκαν μήπως μὲ τὶς παραβάσεις τοὺς ὑποστοῦν καὶ ἄλλη τιμωρία])»[Μάτθ.8,34].
Ἀλλὰ γιὰ ποιὸ λόγο ἔριξαν στὸν γκρεμὸ καὶ σκότωσαν οἱ δαίμονες τοὺς χοίρους; Ὁ λόγος εἶναι ὄτι παντου προσπαθοῦν κάθε στιγμὴ μὲ μεγάλη προθυμία νὰ ρίχνουν τοὺς ἀνθρώπους στὴ λύπη καὶ πάντοτε χαίρονται μὲ τὴν καταστροφή. Αὐτὸ ἄλλωστε ἔκαμε ὁ διάβολος καὶ στὸν Ἰώβ. Μολονότι καὶ ἐκεῖ ὁ Θεὸς τὸ ἐπέτρεψε, ὄχι βέβαια ἐπειδὴ καὶ στὴν περίπτωση αὐτὴ ὑπάκουσε στὸν διάβολο, ἀλλά επειδη ἤθελε νὰ ἀποδείξει τὸν δοῦλο Τοῦ πιὸ λαμπρὸ μὲ τὴν ὑπομονὴ καὶ τὴν καρτερία ποὺ ἐπρόκειτο νὰ ἐπιδείξει στὶς δοκιμασίες καὶ ν’ ἀφαιρέσει κάθε πρόφαση γι’ ἀναισχυντία ἀπὸ τὸν δαίμονα καὶ ἀκόμη νὰ στρέψει κατὰ τῆς κεφαλῆς τοῦ ὅσα ἔκανε σὲ βάρος τοῦ δικαίου Ἰώβ. Πραγματικὰ καὶ τώρα συνέβη τὸ ἀντίθετο ἀπὸ ἐκεῖνο ποὺ ἐπιδίωκαν οι δαίμονες? γιατί καὶ ἡ δύναμη τοῦ Χριστοῦ ἀνακηρυσσόταν περίτρανα καὶ παρουσιαζόταν πιὸ καθαρὰ ἡ κακία τῶν δαιμόνων, ἀπ’ τὴν ὁποία ἐλευθέρωσε αὐτοὺς ποὺ εἶχαν στὴν κατοχή τους, κι ἀκόμα ὅτι μήτε τοὺς χοίρους δὲν μποροῦσαν ν’ ἀγγίξουν, ἂν δὲν τὸ ἐπέτρεπε ὁ Θεὸς τῶν ὅλων.
Ἂν ἐπιχειροῦσε τώρα νὰ τὰ ἐξετάσει κανένας αὐτὰ καὶ ἀλληγορικά, δὲν θὰ ὑπῆρχε καμιὰ δυσκολία στοὺς συσχετισμούς. Πρέπει νὰ γνωρίζουμε καλά, ὅτι ὑπάρχουν πολλοὶ ἄνθρωποι ποὺ γίνονται πνευματικῶς ὅμοιοι μὲ τοὺς χοίρους εξαιτιάς της ἀπουσίας προσπάθειας γιὰ χαλιναγώγηση τῶν παθῶν τους καὶ αὐτοὶ φυσικὰ ἐπηρεάζονται πιὸ εὔκολα ἀπὸ τὶς προσπάθειες τῶν δαιμόνων νὰ τοὺς ὁδηγήσουν στὸ κακό. Καὶ ἐφόσον ἐκεῖνοι ποὺ ὑφίστανται αὐτά, παραμένουν ἄνθρωποι καὶ δὲν φτάνουν στὸ σημεῖο νὰ πωρωθοῦν παντελῶς χωρὶς μετάνοια, μποροῦν καὶ καταφέρνουν νὰ νικήσουν τὰ δαιμονικὰ πάθη τοὺς πολλὲς φορές καὶ μὲ τὴ μετάνοια καὶ τὴν ἐξομολόγηση νὰ τὰ ἐξαλείψουν? ἂν ὅμως μεταμορφωθοῦν ἀπὸ τὴν ἀμετανοησία τους καὶ καταντήσουν ὁλότελα σὲ κατάσταση χοίρων καὶ ὡς ἄλογα ζῶα ἀκολουθοῦν ἀμετανόητοι τὰ πάθη τους, δὲ δαιμονίζονται μόνο ἀλλὰ καὶ κατακρημνίζονται, χάνουν δηλαδή οριστικα την ψυχή τους.
Ἐπιπλέον, γιὰ νὰ μὴ σχηματίσει κανεὶς τὴν ἐντύπωση ὅτι ἡ θεραπεία τῶν δαιμονιζόμενων Γεργεσηνῶν αὐτῶν νέων καὶ ἡ συνομιλία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ μὲ τοὺς δαίμονες ποὺ τοὺς εἶχαν κυριεύσει ἦταν κάτι πλαστὸ καὶ σκηνοθετημένο, ἀλλὰ νὰ πιστέψει ἀπόλυτα ὅτι πραγματικὰ βγῆκαν οἱ δαίμονες ἀπὸ τοὺς δυὸ ταλαίπωρους αὐτοὺς νέους, ἔρχεται ὁ θάνατος τῶν χοίρων καὶ τὸ πιστοποιεῖ αὐτό.
Πρόσεξε τώρα ἐκτὸς ἀπὸ τὴ θεϊκὴ δύναμη, καὶ τὴν πραότητα τοῦ Κυρίου . Ὅταν δηλαδή, ὕστερα ἀπὸ τόσες εὐεργεσίες ποὺ εἶδαν ἀπ’ Αὐτὸν οἱ κάτοικοι τῆς περιοχῆς, ἐπειδὴ θίχτηκαν τὰ οἰκονομικᾶ τοὺς συμφέροντα ἀπὸ τὸν πνιγμὸ τῶν χοίρων, ὄντας οἱ ἴδιοι ὅμοιοι μὲ τοὺς χοίρους ἐξαιτίας τοῦ ἀνεξέλεγκτου πάθους τῆς φιλαργυρίας, ἤθελαν νὰ Τὸν διώξουν, δὲν ἔφερε ἀντίρρηση, ἀλλὰ ἀναχώρησε, καὶ ἐγκατέλειψε αὐτοὺς ποὺ μόνοι τους ἔκριναν καὶ παρουσίασαν τὸν ἑαυτὸ τοὺς ἀνάξιο γιὰ τὴ διδασκαλία Τοῦ? ἔφυγε καὶ τοὺς ἄφησε πλέον ὡς δασκάλους γιὰ τὴ θεϊκή Του ὑπόσταση καὶ δύναμη, αὐτοὺς ποὺ ἐλευθερώθηκαν ἀπὸ τοὺς δαίμονες, καθὼς καὶ τοὺς χοιροβοσκοὺς ποὺ ἔμειναν ἐντελῶς ξαφνικὰ χωρὶς τοὺς χοίρους τους ποὺ ἀφηνιασμένοι ὅρμησαν καὶ κατακρημνίστηκαν, ὥστε ἀπ’ αὐτοὺς νὰ κατανοοῦν πλέον εἰς βάθος-ἄσχετα ἂν ἡ κακὴ προαίρεσή τους δὲν τοὺς ἄφηνε νὰ παραδεχτοῦν τὰ λάθη καὶ τὰ πάθη τους- ὅλα ὅσα εἶχαν συμβεῖ. Ὁ Κύριος ἔφυγε, ὅμως ἄφησε ζωηρὸ στὶς ψυχὲς τοὺς τὸν φόβο. Πραγματικὰ τὸ μέγεθος τῆς ζημίας συντελοῦσε στὴ διάδοση τῆς εἰδήσεως τοῦ γεγονότος αὐτοῦ καὶ τὸ συμβὰν ἄγγιζε τὴν ψυχή τους. Ἀπὸ πολλοὺς ἀκούονταν φωνὲς ποὺ ἐπιβεβαίωναν τὸ παράξενο αὐτὸ θαῦμα? τὸ διακήρυτταν περίτρανα οἱ θεραπευμένοι, τὸ διακήρυττε τὸ γεγονὸς τοῦ καταποντισμοῦ τῶν ζώων, τὸ διακήρυτταν οἱ ἰδιοκτῆτες τῶν χοίρων καὶ οἱ χοιροβοσκοί.
Παρόμοιες καταστάσεις καὶ σήμερα ἀκόμη μπορεῖ νὰ δεῖ κανένας. Πολλοί εἶναι δυστυχῶς οἱ δαιμονιζόμενοι καὶ στὴν ἐποχή μας, ἄνθρωποι κυριευμένοι ἀπὸ τὰ δαιμονικὰ πάθη τους, ποὺ τίποτα δὲν τοὺς συγκρατεῖ ἀπὸ τὴ μανία τους, οὔτε σίδερα, οὔτε ἁλυσίδες, οὔτε συστάσεις ἀπὸ πνευματικοὺς ἀνθρώπους, οὔτε συμβουλές, οὔτε ἀπειλὲς οὔτε τίποτα παρόμοιο ἀπὸ αὐτά.
Πραγματικά, ὅταν κάποιος γιὰ παράδειγμα εἶναι ἀκόλαστος καὶ ἔχει γίνει αἰχμάλωτός του σωματικοῦ κάλλους καὶ τῶν σαρκικῶν ἐπιθυμιῶν καὶ ἡδονῶν, σὲ τίποτα δὲν διαφέρει ἀπὸ ἕναν ἄνθρωπο δαιμονισμένο? ἀλλὰ περιφέρεται γυμνὸς ὅπως ἐκεῖνοι οἱ δαιμονισμένοι Γεργεσηνοὶ νέοι, ντυμένος βέβαια μὲ ροῦχα, ἀλλὰ στερημένος ἀπὸ τὴν ἀληθινὴ ἐνδυμασία καὶ εἶναι γυμνὸς ἀπὸ τὴ δόξα ποὺ ὡς πλάσματος τοῦ Θεοῦ τοῦ ταιριάζει? καὶ ναὶ μὲν δὲν καταπληγώνει τὸ σῶμα του μὲ πέτρες, ὅπως ἔκαναν οἱ δύστυχοι ἐκεῖνοι νέοι της σημερινῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς, ὅμως καταξεσκίζεται μὲ ἁμαρτήματα ποὺ εἶναι πολὺ πιὸ κοπτερὰ ἀπὸ πολλὲς μαζὶ πέτρες. Ποιὸς λοιπὸν θὰ μπορέσει νὰ δέσει ἕναν τέτοιον ἄνθρωπο; Ποιὸς θὰ τὸν σταματήσει ἀπὸ τὴν ἀσχημοσύνη καὶ τὴν μανία αὐτὴ ποὺ δὲν τὸν ἀφήνει νὰ συγκεντρωθεῖ καὶ νὰ ἀνακτήσει τὸν αὐτοέλεγχό του, ἀλλὰ τὸν κάνει νὰ ἐπιθυμεῖ νὰ βρίσκεται πάντα στὰ μνήματα; Διότι τί ἄλλο ἀπὸ μνήματα δὲν εἶναι τὰ καταγώγια τῆς πορνείας, γεμάτα ἀπὸ δυσωδία καὶ σαπίλα;
Τέτοιος δὲν εἶναι ἐπίσης καὶ κάθε ἄνθρωπος ποῦ ὑποφέρει ἀπὸ τὸ δαιμονιῶδες πάθος της φιλαργυρίας; Κάθε μέρα ἀντιμετωπίζει τὸν φόβο μήπως χάσει τὰ χρήματά του ἢ δὲν καταφέρει νὰ τὰ αὐξήσει, καθὼς καὶ τὴν ἀπειλὴ ὅτι κάποιοι μποροῦν νὰ τοῦ τὰ κλέψουν, παρὰ τὸ ὅτι ἀκούει συστάσεις τῶν πνευματικῶν ἀνθρώπων ποὺ προσπαθοῦν νὰ τὸν συνετίσουν καὶ προειδοποιήσεις γιὰ τὴ φθορὰ ποὺ ἡ ἀρρωστημένη φιλοχρηματία τοῦ αὐτὴ προξενεῖ στὴν ψυχή του. Ὅλα αὐτὰ τὰ δεσμὰ τὰ σπάει καὶ ὅταν ἔλθει κανεὶς μὲ τὴν πρόθεση νὰ τὸν ἀπελευθερώσει ἀπὸ τὴ δουλεία τῆς φιλαργυρίας, τὸν ἐξορκίζει νὰ μὴν τὸν ἐλευθερώσει, ἐπειδὴ θεωρεῖ μεγάλο βάσανο τὸ νὰ μὴν βρίσκεται κάτω ἀπὸ τὴν βάσανο αὐτήν. Ἀλλά τι μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ ἀθλιότερο ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο αὐτόν; Διότι ἐκεῖνος ὁ δαίμονας στὴν περιοχὴ τῶν Γεργεσηνῶν, ἂν καὶ εἶχε καταφρονήσει τοὺς ἀνθρώπους, ἐντούτοις ὑποχώρησε στὴν προσταγὴ τοῦ Χριστοῦ καὶ ἀμέσως βγῆκε ἀπὸ τὸ σῶμα τοῦ ἀνθρώπου. Αυτός ὅμως δὲν ὑπακούει οὔτε στὴν προσταγὴ τοῦ Θεοῦ. Πραγματικά, ἐνῶ κάθε ἡμέρα ἀκούει τὸ Θεὸ νὰ τοῦ λέγει ὅτι «ὁ?δύνασθε Θέ? δουλεύειν κά? μάμων?(:δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ ὑπηρετεῖτε τὸν Θεὸ καὶ τὸν πλοῦτο? ἢ θὰ ἀγαπήσετε τὸν Θεὸ καὶ θὰ περιφρονήσετε τοὺς ἐπίγειους θησαυροὺς ἢ θὰ ὑποδουλωθεῖτε σὲ αὐτοὺς καὶ θὰ καταφρονήσετε τὸν Θεό)»[Μάτθ.6,24], καὶ νὰ ἀπειλεῖ μὲ τὴ γέενα καὶ τὶς ἀτέλειωτες κολάσεις, ἐντούτοις δὲν ὑπακούει. Ὄχι βέβαια ἐπειδὴ εἶναι ἰσχυρότερός του Χριστοῦ, ἀλλά επειδη ὁ Χριστὸς δέ μας κάνει σώφρονες χωρὶς νὰ τὸ θέλουμε.
Γι’ αὐτὸ οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ ζοῦν σὰν νὰ βρίσκονται στὴν ἔρημο, ἔστω καὶ ἂν βρίσκονται στὸ κέντρο τῶν πόλεων. Διότι ποιὸς ἄνθρωπος μὲ μυαλὸ θὰ ἤθελε νὰ συναναστρέφεται μὲ τοὺς ἀνθρώπους αὐτοῦ τοῦ εἴδους; Ἐγὼ τουλάχιστον θὰ προτιμοῦσα νὰ συγκατοικῶ μὲ πλῆθος δαιμονισμένους, παρὰ μὲ ἕναν ἄνθρωπο ποὺ νὰ ἔπασχε ἀπὸ τὴν νόσο αὐτήν. Καὶ γιὰ τὸ ὅτι δὲν κάνω λάθος, ὅταν λέγω αὐτά, μᾶς τὸ ἀποδεικνύει ἡ συμπεριφορὰ τοῦ καθενὸς ἀπὸ αὐτούς. Πραγματικά, οἱ φιλάργυροι νομίζουν ὡς ἐχθρό τους καὶ ἐκεῖνον ποὺ καμία ἀδικία δὲν τοὺς ἔχει κάνει καὶ ἐπιθυμοῦν νὰ τὸν καταστήσουν δοῦλο τους, ὅταν εἶναι ἐλεύθερος, καὶ μὲ μύρια κακὰ τὸν ἀπειλοῦν. Ἀντίθετα, οἱ δαιμονισμένοι δὲν κάνουν τίποτε παρόμοιο, ἀλλὰ στρέφουν τὴ νόσο ἐναντίον τοῦ ἑαυτοῦ τους. Οἱ φιλάργυροι, ἐπίσης, καταστρέφουν πολλὰ σπίτια καὶ γίνονται αἰτία νὰ βλασφημεῖται τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ καὶ γενικὰ εἶναι καταστροφὴ γιὰ τὴν πόλη καὶ τὴν οἰκουμένη ὁλόκληρη. Ὅσοι ὅμως ἐνοχλοῦνται ἀπὸ τοὺς δαίμονες εἶναι ἄξιοι μᾶλλον οἴκτου καὶ δακρύων. Καὶ οἱ τελευταῖοι ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον παραφέρονται κατόπιν σκέψεως συμπεριφερόμενοι σὰν ἔξαλλοι, κατεχόμενοι ἀπὸ μία παράδοξη μανία.
Ἀληθινά, ποιὸ παρόμοιο κάνουν ὅλοι οἱ δαιμονισμένοι, σὰν ἐκεῖνο ποὺ ἀποτόλμησε ὁ Ἰούδας καὶ διέπραξε τὴν ἔσχατη παρανομία; Καὶ ὅλοι ὅσοι μιμοῦνται τὴ διαγωγὴ τοῦ Ἰούδα, σὰν τὰ φοβερὰ θηρία ποὺ δραπέτευσαν ἀπὸ τὰ κλουβιὰ τοὺς κατατρομάζουν τὶς πόλεις? ἐπειδὴ κανεὶς δὲν τὰ συγκρατεῖ. Βέβαια, καὶ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους, δηλαδὴ τοὺς κατεχόμενους ἀπὸ τὸ πάθος τῆς φιλαργυρίας, τοὺς περιβάλλουν ἀπὸ παντοῦ δεσμά, ὅπως εἶναι ὁ φόβος τῶν δικαστῶν, ἡ ἀπειλὴ τῶν νόμων, ἡ κατακραυγὴ τοῦ κόσμου καὶ ἄλλα περισσότερα ἀπὸ αὐτά, ἀλλὰ ὅμως καὶ τὰ δεσμὰ αὐτὰ τὰ σπάζουν καὶ ἀναστατώνουν τὰ πάντα. Καὶ ἐὰν κανεὶς ἐξαφάνιζε τελείως τὶς δεσμεύσεις αὐτές, τότε θὰ ἔβλεπε καθαρὰ ὅτι ὁ δαίμονας ποὺ ἔχουν μέσα τοὺς αὐτοὶ εἶναι πολὺ ἀγριότερος καὶ πιὸ μανιώδης ἀπὸ αὐτὸν ποὺ βγῆκε τώρα ἀπὸ τοὺς δαιμονισμένους τῶν Γεργεσηνῶν.
Ἀλλὰ ἐπειδὴ αὐτὸ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ συμβεῖ στὴν πράξη, ἂς τὸ λάβουμε ὡς ὑπόθεση γιὰ λίγο καὶ ἂς ἀφαιρέσουμε ὅλες τὶς δεσμεύσεις ἀπὸ τὸν φιλάργυρο καὶ τότε θὰ γνωρίσουμε τὴ μεγάλη του μανία. Ἀλλὰ νὰ μὴ φοβηθεῖτε τὸ θηρίο, ὅταν θὰ τὸ ἀποκαλύψουμε. Διότι ἡ σκηνὴ εἶναι ὑποθετικὴ καὶ δὲν ὑφίσταται στὴν πραγματικότητα. Ἔστω λοιπὸν ἕνας ἄνθρωπος ποὺ βγάζει φωτιὰ ἀπὸ τὰ μάτια του, μαῦρος, ἔχοντας σὲ κάθε ὦμο δράκοντες ἀντὶ γιὰ χέρια. Ἔχει ἐπίσης καὶ στόμα ὅπου ἀντὶ γιὰ δόντια ἔχει καρφωμένα ξίφη καὶ ἀντὶ γιὰ γλώσσα ἔχει πηγὴ ποὺ βγάζει δηλητήριο καὶ φαρμάκι. Ἡ κοιλιὰ τοῦ πάλι εἶναι πιὸ ἀδηφάγος ἀπὸ κάθε καμίνι καὶ κατατρώγει ὅ,τι τῆς ρίπτουν. Καὶ τὰ πόδια τοῦ ἔχουν φτερὰ καὶ εἶναι πιὸ γρήγορα ἀπὸ τὴ φωτιά. Τὸ πρόσωπό του ἐπίσης ἂς ὑποθέσουμε ὅτι εἶναι κατασκευασμένο μεικτὸ ἀπὸ σκύλο καὶ λύκο καὶ ὅτι δὲν ὁμιλεῖ σὰν ἄνθρωπος, ἀλλὰ ἐκβάλλει ἕναν ἦχο ἀπαίσιο, ἀηδιαστικὸ καὶ φοβερό. Ἂς ποῦμε λοιπὸν ὅτι ἔχει φωτιὰ καὶ στὰ χέρια του. Ἴσως νὰ σᾶς φαίνονται φοβερὰ ὅσα εἰπώθηκαν. Ὡστόσο δὲν τὸν σκιαγραφήσαμε ἀκόμη ἀντάξιό της πραγματικότητας, διότι ὕστερα ἀπὸ αὐτὰ πρέπει νὰ προσθέσουμε καὶ ἄλλα. Πραγματικά, ἂς ὑποθέσουμε ἀκόμη ὅτι σφάζει ἐκείνους ποὺ συναντᾶ, ὅτι τοὺς κατατρώγει καὶ γεύεται τὶς σάρκες τους. Ἀλλὰ καὶ ἀπὸ αὐτὸν εἶναι πιὸ φοβερὸς ὁ φιλάργυρος, διότι ἐπέρχεται ἐναντίον ὅλων σὰν Ἅδης, τοὺς καταβροχθίζει ὅλους καὶ τριγυρίζει σὰν κοινὸς ἐχθρὸς ὁλόκληρού του ἀνθρωπίνου γένους. Ἐπειδὴ ἐπιθυμεῖ νὰ μὴν ὑπάρχει κανένας ἄνθρωπος, γιὰ νὰ κατέχει αὐτὸς τὰ πάντα. Δὲ σταματᾶ, ὅμως μέχρι ἐδῶ, ἀλλά, ἀφοῦ τοὺς ἀφανίσει ὅλους μὲ τὴν ἐπιθυμία τους, κατέχεται ἀπὸ τὸν πόθο νὰ ἀλλάξει τὴν οὐσία τοῦ χώματος καὶ νὰ τὸ κάνει χρυσάφι. Καὶ ὄχι μόνον τὸ χῶμα, ἀλλὰ καὶ τὰ ὄρη καὶ τὰ φαράγγια καὶ τὶς πηγὲς καὶ ὅλα ἐν γένει ὅσα φαίνονται πάνω στὴ γῆ.
Καὶ γιὰ νὰ ἀντιληφθεῖτε ὅτι δὲν παραστήσαμε ἀκόμη τὴν μανία αὐτοῦ, ἂς μὴν ὑπάρχει ὁ κατήγορος καὶ αὐτὸς ποὺ ἐκφοβίζει, ἀλλὰ ἀφαίρεσε ὑποθετικῶς μόνο τὸν φόβο τῶν νόμων καὶ τότε θὰ δεῖς αὐτὸν νὰ ἁρπάζει τὸ ξίφος καὶ νὰ φονεύει τοὺς πάντες, χωρὶς νὰ ξεχωρίζει, οὔτε φίλο, οὔτε συγγενῆ, οὔτε ἀδελφό, οὔτε καὶ τὸν πατέρα τοῦ ἀκόμη. Μᾶλλον, ὅμως, στὴν προκειμένη περίπτωση δὲ χρειάζεται οὔτε κὰν νὰ κάνουμε ὑπόθεση, ἀλὰ ἂς ρωτήσουμε αὐτόν, ἐὰν δὲν δημιουργεῖ στὴ φαντασία τοῦ παρόμοιες φαντασιώσεις καὶ δὲν ἐπιτίθεται νοερῶς γιὰ νὰ φονεύσει τοὺς πάντες, φίλους, συγγενεῖς καὶ τοὺς ἴδιους τους γονεῖς του. Ἀλλὰ μᾶλλον οὔτε καὶ ἡ ἐρώτηση χρειάζεται. Διότι ὅλοι γνωρίζουν καλὰ ὅτι ὅσοι κατέχονται ἀπὸ τὸ πάθος αὐτὸ ἀγανακτοῦν καὶ γιὰ τὸ γῆρας τοῦ πατέρα τους καὶ ἐκεῖνο ποὺ εἶναι γλυκὺ καὶ ποθητὸ ἀπὸ ὅλους, νὰ ἔχουν, δηλαδή, παιδιά, τὸ θεωροῦν βαρὺ καὶ φορτικό. Γι’ αὐτὸ πολλοί, παρακινούμενοι ἀπὸ τὴν ἰδέα αὐτήν, θεώρησαν καλὸ τὴν ἀτεκνία καὶ κατέστησαν ἀνίκανή τη φύση, ὄχι μὲ τὸ νὰ φονεύσουν τὰ παιδιὰ ποὺ γεννήθηκαν, ἀλλὰ μὲ τὸ νὰ μὴν ἐπιτρέψουν νὰ λάβουν κὰν ἀρχή.
Λοιπόν, νὰ μὴν παραξενεύεστε, ἐπειδή σας παρουσίασα κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο τὸν φιλάργυρο, διότι στὴν πραγματικότητα εἶναι πολὺ χειρότερος ἀπὸ ὅ,τι τὸν περιέγραψα. Ἀλλὰ ἂς σκεφτοῦμε πὼς θὰ μπορέσουμε νὰ τὸν ἀπαλλάξουμε ἀπὸ τὸν δαίμονα. Πῶς θὰ τὸν ἀπαλλάξουμε, λοιπόν; Ἐὰν ἀντιληφθεῖ πλήρως ὅτι ἡ φιλαργυρία τοῦ εἶναι ἀντίθετη πρὸς αὐτὸ ἀκριβῶς, δηλαδή, στὸ νὰ τοῦ δίνει χρήματα. Διότι ἐκεῖνοι ποὺ ἐπιθυμοῦν νὰ κερδίσουν τὰ μικρὰ ὑφίστανται μεγάλες ζημίες. Γι’ αὐτὸ ἀκριβῶς καὶ ἔχει γίνει παροιμία ἀνάλογη μὲ τὴν ἐπιθυμία αὐτήν. Πραγματικά, πολλοὶ πολλὲς φορὲς ποὺ θέλησαν νὰ δανείσουν μὲ ὑπερβολικοὺς τόκους καὶ παρασυρόμενοι ἀπὸ τὴν προσδοκία τοῦ κέρδους, δὲν ἐρεύνησαν τὸ ποιὸν αὐτῶν ποὺ τοὺς δάνειζαν χρήματα, ἔχασαν μαζὶ μὲ τὸν τόκο καὶ τὸ κεφάλαιο ὁλόκληρο. Ἄλλοι πάλι ποὺ περιέπεσαν σὲ κινδύνους καὶ δὲν θέλησαν νὰ ξοδέψουν λίγα, ἔχασαν καὶ τὴ ζωὴ τοὺς μαζὶ μὲ τὴν περιουσία τους. Ἐπίσης, ἐνῶ τοὺς δόθηκε ἡ εὐκαιρία νὰ ἀποκτήσουν ἢ ἀξιώματα προσοδοφόρα, ἢ κάτι ἄλλο παρόμοιο, ἐπειδὴ κόλλησαν στὶς λεπτομέρειες, ἔχασαν τὸ πᾶν. Ἐπειδὴ δηλαδὴ δὲν γνωρίζουν νὰ σπείρουν, ἀλλὰ πάντοτε φροντίζουν νὰ θερίζουν, γι’ αὐτὸ συνεχῶς χάνουν τὴ συγκομιδή. Διότι κανεις δὲν μπορεῖ πάντα νὰ θερίζει, ὅπως δὲν μπορεῖ διαρκῶς νὰ κερδίζει. Ἀφοῦ λοιπὸν δὲ θέλουν νὰ ξοδεύουν, δὲν γνωρίζουν καὶ νὰ κερδίζουν. Ἀλλὰ εἴτε πρέπει νὰ νυμφευτοῦν, πάλι παθαίνουν τὸ ἴδιο. Διότι ἢ ἐξαπατήθηκαν καὶ πῆραν πλούσια γυναίκα, ἀλλὰ μὲ πολλὰ ἐλαττώματα, πάλι ὑπέστησαν μεγαλύτερη ζημία. Διότι τὸν πλοῦτο δὲν τὸν δημιουργεῖ ἡ περιουσία, ἀλλὰ ἡ ἀρετή. Πραγματικά, ποιὰ ἡ ὠφέλεια τοῦ πλούτου, ὅταν ἡ γυναίκα εἶναι πολυέξοδη καὶ ἄσωτη καὶ διασκορπίζει τὰ πάντα χειρότερα ἀπὸ τὸν ἄνεμο; Ποιὰ ἡ ὠφέλεια ἐὰν εἶναι ἀκόλαστη καὶ ἔχει πλῆθος ἐραστῶν; Ποιὰ ἡ ὠφέλεια, ἐὰν εἶναι μέθυση; Μήπως δὲ θὰ κάνει τὸν σύζυγό της πιὸ πτωχὸ ἀπὸ ὅλους;
Ὄχι μόνο στὸ θέμα τοῦ γάμου σκέπτονται ἔτσι, ἀλλά, παρασυρόμενοι ἀπὸ τὴ μεγάλη τους ἀγάπη πρὸς τὰ χρήματα, ἀγοράζουν ἀπὸ κακὸ ὑπολογισμὸ ὄχι τοὺς καλοὺς δούλους, ἀλλὰ φροντίζουν νὰ βροῦν τοὺς φτηνούς.
Ὅλα αὐτὰ λοιπὸν ἀφοῦ τὰ σκεφτεῖτε καλά(ἐπειδὴ δὲν μπορεῖτε ἀκόμη νὰ ἀκούσετε τὴ διδασκαλία γιὰ τὴ γέενα καὶ τὴ βασιλεία) και αφοὺ καταλάβετε τὶς ζημίες ποὺ ὑπομένετε κάθε φορὰ ἀπὸ τὴ φιλοχρηματία, ὅταν δανείζετε, ὅταν ἀγοράζετε, ὅταν νυμφεύεστε, ὅταν ὑπερασπίζεστε κάποιον, ὅταν κάνετε ὁτιδήποτε ἄλλο, σταματῆστε νὰ ἀγαπᾶτε ὑπερβολικὰ τὰ χρήματα. Διότι ετσι θὰ μπορέσετε καὶ ἐδῶ στὴ γῆ νὰ ζήσετε μὲ ἀσφάλεια καὶ ἀφοῦ κάνετε μικρὴ προσπάθεια, θὰ μπορέσετε νὰ ἀκούσετε καὶ τὸ κήρυγμα γιὰ τὴν εὐσέβεια καὶ ὅταν κοιτάξετε μὲ προσοχὴ , θὰ δεῖτε τὸν ἴδιο τὸν Ἥλιο τῆς δικαιοσύνης καὶ θὰ ἀποκτήσετε τὰ ἀγαθὰ ποὺ Αὐτὸς ἔχει ὑποσχεθεῖ, τὰ ὁποία εἴθε ὅλοι μας νὰ ἐπιτύχουμε, μὲ τὴ χάρη καὶ τὴ φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, στὸν ὁποῖο ἀνήκει ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
ΠΗΓΕΣ:
• https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-matthaeum.pdf
• Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, ομιλία ΚΗ΄, Πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1978, τόμος 10, σελίδες 253-277.
• Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 65, σελ. 80- 91 (ή: 37- 42 του PDF) .
https://drive.google.com/file/d/0ByZQkrKg4yKLVHVFMUh0ODd6QzA/view
• http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
• Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
• Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
• Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
• http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
• http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm

πηγή

0 replies

Leave a Reply

Want to join the discussion?
Feel free to contribute!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *