Άρθρα

Ἑορτάζει στὶς 1 Δεκεμβρίου.

«Ἐσκόρπισεν, ἔδωκε τοῖς πένησι»

Ὁ Ἅγιος Φιλάρετος, ζοῦσε κατὰ τοὺς χρόνους, ποὺ στὴν Κωνσταντινούπολη βασίλευε ὁ Κωνσταντῖνος καὶ ἡ Εἰρήνη, περὶ τὸ ἔτος 780 μ.Χ. Γεννήθηκε λίγο μετὰ τὸ 700 μ.Χ. Καταγόταν ἀπὸ τὰ μέρη τῆς Παφλαγονίας καὶ ἀπὸ τὴν πόλη Ἄμνειαν. Ἦταν ἐπίσημος καὶ κατεῖχε τὸ ἀξίωμα τοῦ Ὑπάτου. Ἦταν ὅμως ὁ μακάριος καὶ πραγματικὰ φιλάρετος. Ἦταν καὶ πολὺ πλούσιος. Εἶχε πολλὰ ζῶα. Εἶχε χωράφια, ἀμπέλια καὶ ἄλλα κτήματα. Ἐπίσης εἶχε πολλοὺς δούλους καὶ ὑπηρέτες. Ἡ γυναίκα του, ἡ Θεοσεβῆ, ἦταν εὐγενική. Φοβόταν καὶ σεβόταν τὸν Κύριο. Εἶχαν ἕνα ἀγόρι τὸν Ἰωάννη καὶ δύο θυγατέρες, τὴν Ὑπατία καὶ τὴν Εὐανθία. Ὁ Φιλάρετος ἦταν πολὺ ἐλεήμων, καὶ φιλόξενος. Κάθε μέρα ἔδιδε ἄφθονα ἀπὸ τὰ πλούτη του στοὺς φτωχούς, στοὺς πεινασμένους, στοὺς γυμνούς, στὶς χῆρες καὶ στὰ ὀρφανά. Ἡ φήμη του ἀκούστηκε σ’ ὅλη τὴν Ἀνατολή. Ἔρχονταν, λοιπόν, οἱ φτωχοὶ καὶ ὅσοι εἶχαν ἀνάγκην. Ἔπαιρναν ἀπὸ αὐτὸν ἄλλος χρήματα, ἄλλος ζῶα, ἄλλος ἄλλο τί, ἀνάλογα μὲ τὴν ἀνάγκη ποὺ εἶχε ὁ καθένας. Τὸ σπίτι τοῦ εὐλογημένου Φιλαρέτου, ἦταν πηγὴ ἀνεξάντλητος. Καὶ ὅσο αὐτὸς ἔδιδε μὲ πρόσωπο χαρούμενο, τόσο ὁ πλουσιόδωρος Κύριος, πλήθυνε τὰ ἀγαθά του περισσότερο. Read more

 

«Μακάριοι οἱ ἐλεήμονες, ὅτι αὐτοὶ ἐλεηθήσονται», λέγει ὁ Κύριος στὴν «ἐπὶ τοῦ Ὅρους» ὁμιλία. Καὶ τὰ λόγια του αὐτὰ βρίσκουν πλήρη τὴν ἐφαρμογή τους στὸ ὑπεράξιο τέκνο τῆς Κύπρου μας, τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Ἐλεήμονα, τὸν Ἀρχιεπίσκοπο τῆς μεγάλης πόλεως Ἀλεξανδρείας.

Φυσικὰ ἡ φιλανθρωπία εἶναι χαρακτηριστικὸ γνώρισμα ὅλων τῶν ἁγίων. Γιατὶ ἡ ἀρετὴ αὐτή, ἡ ἀγάπη πρὸς τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους εἶναι κι ἡ πιὸ τρανὴ πιστοποίηση τῆς ἀγάπης μας πρὸς τὸν μεγάλο μας Πατέρα, τὸν Θεό, ὅπως ξεκάθαρα τονίζει κι ὁ ἱερὸς εὐαγγελιστής. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὅμως τὴ φιλανθρωπία τὴν ἔκαμε κύριο μέλημα τῆς ζωῆς του, ὥστε ἡ Ἐκκλησία μας νὰ τοῦ δώσει καὶ τὸ τιμητικὸ προσωνύμιο τοῦ Ἐλεήμονος.     Read more

Διήγησις Συνεσίου Ἐπισπὀπου Κυρήνης περὶ Εὐαγρίου τινὸς φιλοσόφου καὶ χρυσίου λιτρῶν τριακοσίων.

Ἀδρἁν δίδου, πλούσιε, τοῖς πτωχοῖς δόσιν, Λήψῃ γὰρ αὐτὴν πολλαπλασιωτέραν.

Κατά τὰς ἡμέρας τοῦ Πατριάρχου ’Αλεξανδρείας Θεοφίλου, ἐν ἔτει υια’ (411) ἔγινεν ’Επίσκοπος Κυρήνης Συνέσιος ὁ φιλόσοφος, ὅστις ἐλθὼν εἰς τὴν ἐπαρχίαν του, εὗρεν ἐκεῖ φιλόσοφόν τινα, Εὐάγριον ὀνόματι, ὁ ὁποῖος ἧτο φίλος του προσφιλέστατος ἀφ’ ὅτου ἐσπούδαζεν εἰς τὰ σχολεῖα, ἔχοντα ὅμως μεγάλην δεισιδαιμονίαν καὶ ἀφοσίωσιν εἰς τὴν εἰδωλολατρείαν. Ὅθεν ὁ Συνέσιος ποθῶν νὰ μεταστρέψῃ τὸν φίλον του ἀπὸ τῆς πλάνης τῶν εἰδώλων καὶ νὰ τὸν κάμῃ Χριστιανόν, εἴχε μέγαν ἀγῶνα καὶ πρόνοιαν, καὶ ἐζήτει παντοιοτρόπως, πῶς νὰ τὸν ὁδηγήσῃ εἰς τὴν εὐσέβειαν· καίτοι δὲ ἐκεῖνος δὲν ἔστεργε παντελῶς, οὐδὲ ἐδέχετο τοὺς λόγους του, ὅμως ὁ Συνέσιος, ἑλκόμενος ὑπὸ τῆς πολλῆς ἀμοιβαίας αὐτῶν φιλίας, δὲν ἔπαυε νουθετῶν αὐτὸν καθ’ ἑκάστην καὶ παρακινῶν νὰ ἔλθῃ εἰς ἐπίγνωσιν τῆς ἀληθείας. ᾿Εν μιᾷ δὲ τῶν ἡμερῶν, ἀφ’ οὗ τῷ εἶπε πολλὰ ὁ Συνέσιος, ἀπεκρίθη πρὸς αὐτὸν ὁ Εὐάγριος: κατ’ ἀλήθειαν, Κύριε ᾿Επίσκοπε, δέν μοι ἀρέσκει πρὸς τοῖς ἄλλοις καὶ τοῦτο, ὅπερ λέγετε σεῖς οἱ Χριστιανοί, ὅτι δηλαδὴ μέλλει νὰ γίνῃ συντέλεια τοῦ κόσμου, καὶ ὅτι μετὰ τὴν συντέλειαν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι οἱ ἀπ᾿ αἰῶνος θὰ ἀναστηθῶσι μὲ τὸ ἴδιον σῶμα, τὸ ὁποῖον μέλλει νὰ γίνῃ ἄφθαρτον καὶ ἀθάνατον, καὶ ὅτι θὰ λάβωσι τότε τὴν ἀνταπόδοσιν κατὰ τὰ ἔργα των. Καὶ πρὸς τούτοις δέν μοι ἀρέσκει καὶ τοῦτο τὸ ὁποῖον λέγετε, ὅτι ὁ ἐλεῶν πτωχὸν δανείζει εἰς τὸν Θεόν, καὶ ὁ σκορπίσας τὰ χρήματά του εἰς τοὺς πτωχοὺς θησαυρίζει εἰς τοὐς Οὐρανούς, καὶ εἰς τὴν κοινὴν ἀνάστασιν θέλει τὰ λάβῃ ἑκατονταπλασίονα, καὶ ζωὴν τὴν αἰώνιον. Ταῦτα ὅλα μοι φαίνονται, ὅτι εἶναι μῦθοι καὶ πλάνη καὶ ἐμπαιγμός”.  Ὁ δὲ μακάριος Συνέσιος τὸν ἐβεβαίωνεν, ὅτι ὅλα, ὅσα λέγουσιν οἱ Χριστιανοὶ εἶναι ἀληθῆ, καὶ δὲν ὑπάρχει εἰς αὐτὰ οὐδὲν ψεῦδος, καὶ ταῦτα ἀπεδείκνυε μὲ πολλὰς ἀποδείξεις ὅθεν μετ᾽ ὀλίγον καιρὸν τὸν κατέπεισε καὶ ἔγινε Χριστιανός, καὶ ἐβάπτισεν αὐτὸν καὶ τὰ τέκνα του, καὶ ὅλους τοὺς οἰκείους του. ’Αφ’ οὐ λοιπὸν ἐβαπτίσθη ὁ Εὐάγριος, ἔδωκεν εἰς τὸν Συνέσιον τριακοσίας λίτρας χρυσίου, ἵνα τά διαμοιράσῃ εἰς τοὺς πτωχούς, λέγων οὕτω. Λάβε ταῦτα καὶ διαμοίρασον αὐτὰ εἰς τοὺς πτωχούς, καὶ γράψον μοι ἐν ἰδιόχειρόν σου χρεωστικὸν γράμμα, ὅτι θέλει ἀποδώσει εἰς ἐμὲ ταῦτα ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Ὁ δὲ Συνέσιος ἐδέχθη τὸ χρυσίον, καὶ γράψας προθύμως τὸ γράμμα, τὸ ὁποῖον ἐζήτει ὁ Εὐάγριος, τὸ ἔδωκεν εἰς αὐτόν. Μεθ’ ἱκανὸν δὲ χρόνον ἠσθένησεν ὁ Εὐάγριος, καὶ ἐρχόμενος εἰς τὸ τέλος τοῦ βίου του, ἔδωκεν εἰς τἁ τέκνα του τὸ γράμμα τοῦ ᾿Επισκόπου ἐσφραγισμένον, καὶ παρήγγειλεν εἰς αὐτά, ὅτι ὅταν τὸν ἐνταφιάσωσι, νὰ θέσωσι τὸ γράμμα εἰς τὴν χεῖρα του, χωρὶς οὐδεὶς νὰ τὸ γνωρίζῃ, τὸ ὁποῖον καὶ ἔπραξαν τὰ τέκνα του. Μετὰ τὴν τρίτην δὲ ἡμέραν τῆς ταφῆς του, ἐφάνη ὁ Εὐάγριος νύκτωρ εἰς τὸν Ἐπίσκοπον, καὶ τῷ λέγει «Ἄνοιξον τὸν τάφον μου, καὶ λάβε τὸ ἰδιόχειρον γράμμα σου, ὅτι ἀπέλαβον τὸ χρέος καὶ δὲν ἔχω πλέον νὰ τὸ ζητῶ ἀπὸ σέ, καὶ πρὸς πληροφορίαν σου ἰδιοχείρως ὑπέγραψα εἰς αὐτό. Ὁ δὲ ’Επίσκοπος δὲν ἤξευρεν ὅτι μετὰ τοῦ νεκροῦ ἐνεταφιάσθη καὶ τὸ ἰδιόχειρον γράμμα του. Τὸ πρωΐ λοιπὸν προσεκάλεσεν ὁ Συνέσιος τὰ τέκνα τοῦ Εὐαγρίου καὶ τὰ ἠρώτησεν, ἐὰν ἔθηκαν ἐν τῷ τάφῳ τοῦ πατρός των πρᾶγμα τι’ ἐκεῖνα δὲ ἔλεγον, ὅτι δὲν ἔβαλον ἄλλο τι, εἰμὴ τὸ σῶμα μετὰ τῶν ἐνδυμάτων, τὰ ὁποῖα ἐφόρει. Ὁ δὲ ’Επίσκοπος: οὐδὲ χαρτίον τι, τοῖς εἶπε, δὲν ἐθάψατε μετὰ τοῦ σώματος τοῦ πατρός σας; Τότε ἐκεῖνα ἀνεμνήσθησαν καὶ εἰπον: «Ναί, Δέσποτα, ὅταν ὁ πατὴρ ἡμῶν ἔμελλε νὰ ἀποθάνῃ, μᾶς ἔδωκε χαρτίον, καὶ μᾶς παρήγγειλεν, ὅτι, ὅταν μὲ ἐνταφιάσητε, βάλετε καὶ τὸ χαρτίον τοῦτο εἰς τὰς χεῖρας μου, χωρὶς νὰ λάβῃ τις τούτου γνῶσιν. Τότε ἐφανέρωσεν ὁ Συνέσιος τὸ ὅραμα ὅπερ εἶδε κατ’ ἐκείνην τὴν νύκτα. Read more

Ἀπὸ τὸ βίο τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ ἐλεήμονος
ΠΟΙΟΣ θὰ μποροῦσε νὰ διηγηθεῖ ἱκανοποιητικὰ τὴ λιτότητα τῆς διατροφῆς καὶ τὴν εὐτέλεια τῆς ἐνδυμασίας καὶ τὴν ἁπλότητα τῆς στρωμνῆς τοῦ θαυμαστοῦ Ἰωάννου, τοῦ πατριάρχου (Ἀλεξανδρείας); Γιατί, μαζὶ μὲ τὶς ἄλλες ἀρετὲς (ποὺ ἀσκοῦσε), οὔτε κι αὐτὴ (τὴν ἀρετὴ τῆς λιτότητας) δὲν παραμελοῦσε. Ἔτσι καὶ σ’ αὐτὰ δὲν εἶχε τίποτα περισσότερο ἀπ’ ὅσα οἱ πολλοὶ καὶ ἄσημοι ἄνθρωποι.
Κάποιος πάντως γνωστός του ἀπὸ τοὺς κατοίκους τῆς πόλης, ὅταν ἔμαθε (σὲ ποὶα κατάσταση βρισκόταν), ἀγόρασε ἕνα πολύτιμο γούνινο ἐπανωφόρι, ἀξίας τριάντα ἕξι νομισμάτων, καὶ τὸ ἔστειλε στὸν μακάριο, θερμοπαρακαλώντας τὸν νὰ τὸ δεχθεῖ καὶ νὰ τὸ φοράει. Read more

 

ceb5cf81cf87cebfcebcceb5cebdcebfcf82-cebf-cebacf85cf81ceb9cebfcf82-cf80cf81cebfcf82-cf84cebf-ceb5cebacebfcf85cf83ceb9cebfcebd-cf80ceb11. Υπάρχουν μερικὰ θαλάσσια μέρη ποὺ τρέφουν μεγάλα κητώδη θηρία. Ὅσοι λοιπὸν πλέουν σ’ αὐτὰ τὰ μέρη κρεμοῦν κώδωνες στὰ πλευρὰ τῶν πλοίων, ὥστε τὰ θηρία τρομαγμένα ἀπὸ τὸν ἦχο τους νὰ φεύγουν. Καὶ τοῦ δικοῦ μας βίου ἡ θάλασσα τρέφει πολλὰ καὶ φοβερώτερα θηρία, τὰ πονηρὰ πάθη δηλαδὴ καὶ τοὺς ἐφόρους τῶν παθῶν δαίμονες ποὺ εἶναι πονηρότεροι. Ἐπιπλέει σ’ αὐτὴ τὴ θάλασσα σὰν πλοῖο ἡ Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ κι ἀντὶ γιὰ κώδωνες ἔχει τοὺς πνευματικοὺς διδασκάλους, ὥστε μὲ τὸν ἱερὸ ἦχο τῆς διδασκαλίας τούτων ν’ ἀπομακρύνη τὰ νοητὰ θηρία. Αὐτὸ προφανῶς προτυπώνοντας ἡ στολὴ τοῦ Ἀαρῶν, εἶχε εὔηχους κώδωνες ραμμένους στὰ ἄκρα της καὶ σύμφωνα μὲ τὰ θέσμια ἔπρεπε ν’ ἀκούεται ἡ φωνή τους, ὅταν ἐλειτουργοῦσε ὁ Ἀαρῶν. Read more

Εὐρισκόμενος κάποτε ὁ Ἅγιος ὥς ἠγούμενος εἰς τὴν  Μονὴν  τοῦ ᾿Αγίου Ἀποστόλου ’Ανδρέου, τὸ κοινῶς Κλειοσκάβρη καλούμενον καὶ εὑρισκόμενον εἰς τὸ Μόντε Τσέλιο, ἐν θέσει καλουμένῃ Σκαύρου. και ἡσυχάζων εἰς τὸ κελλίον του, εἰς τὸ ὁποῖον εἰργάζετο καλλιγραφῶν ἱερὰ βιβλία, προσῆλθεν εἰς αὐτὸν πτωχός τις, ὅστις διασωθείς, ὡς ἔλεγεν, ἐκ ναυαγίου, διηγεῖτο τὴν συμφοράν του παρακαλῶν τὸν Άγιον νὰ τὸν ἐλεήσῃ. Ήτο δὲ ὁ κατὰ τὸ φαινόμενον πτωχὸς ὄχι άνθρωπος ἁπλῶς, ἀλλὰ Ἄγγελος Θεοῦ, εἰς σχῆμα πτωχοῦ καὶ δεομένου παρουσιασθείς, ἵνα φανερώσῃ εἰς ὅλους τὸ εὔσπλαγχνον καὶ εύσυμπάθητον φρόνημα τοῦ ‘Αγίου. Ό ἐμφανισθεὶς λοιπὸν ὡς πτωχός, ἔλαβε τότε ἀπὸ τὸν ᾿Αγιον, δι’ ἐλεημοσύνην, ἐξ νομίσματα. Μετ᾿ ὀλίγον ὅμως ἐπέστρεψε καὶ πάλιν καὶ ἐζήτησεν ἐκ νέου ἐλεημοσύνην. Όθεν διὰ δευτέραν φορὰν ἔλαβεν ἄλλα ἐξ. ‘Ελθών δὲ καὶ διὰ τρίτην φορὰν δὲν ἔφυγεν άνελέητος, διότι μὴ ἔχων ό Άγιος νὰ δώσῃ ἄλλα νομίσματα, ἔδωκεν εις αὐτὸν προθύμως τὸ ἀργυροῦν τριβλίον τοῦ Μοναστηρίου. Read more

αρχείο λήψης (3)Βίος Μετρίου πᾶσι τοῖς χριστωνύμοις,
Στήλη πρόκειται ἀρετῶν τε καὶ πίναξ.

Εἰς τὴν τοποθεσίαν τῆς ἐν τῇ Γαλατίᾳ Παφλαγονίας ἦτον ἕνας γεωργὸς Μέτριος ὀνομαζόμενος, ζῶν μὲ αὐτάρκειαν τῶν τοῦ σώματος ἀγαθῶν. Οὗτος λοιπὸν βλέπων τὸν γείτονά του, πῶς εἶχε παιδία ἀρσενικά, τὰ ὁποῖα ἐπιμελεῖτο νὰ τὰ εὐνουχίσῃ, καὶ νὰ τὰ ἀποστείλῃ εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν, διὰ νὰ γένουν εὐνοῦχοι καὶ ἀξιωματικοὶ κοντὰ εἰς τοὺς κατὰ καιρὸν βασιλεῖς· τοῦτο, λέγω, βλέπωντας ὁ Ἅγιος οὗτος, ἐτρώθη ἀπὸ τὸν ὅμοιον ἐκείνου ζῆλον. Ὅθεν παρεκάλεσε τὸν Κύριον, λέγων· Κύριε, ἀνίσως καὶ ἐγὼ ὁ δοῦλός σου εἶμαι ἄξιος, χάρισαι καὶ εἰς ἐμένα παιδίον ἀρσενικόν, διὰ νὰ τὸ ἔχω καὶ ἐγὼ στήριγμα καὶ βακτηρίαν τοῦ γηρατείου μου, καὶ διὰ νὰ δοξάσω τὸ ὄνομά σου τὸ Ἅγιον. Read more


ΕΛΕΗΜΟΣΥΝΗὉ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Διάλογος, ποὺ ἔγραψε τοὺς βίους τῶν ἁγίων τῆς Ἰταλίας σὲ μορφὴ διαλόγου κι ἔγινε πάπας καὶ πατριάρχης τῆς Ρώμης, πρὶν χειροτονηθεῖ ἀρχιερέας ἦταν μοναχὸς καὶ ἡγούμενος τῆς μονῆς τοῦ ἁγίου Ἀνδρέα, ποὺ εἶχε τὴν ἐπωνυμία Κλιοσκαίρη.

Μιὰ μέρα λοιπόν, ἐνῶ καθόταν στὸ κελλί του καὶ καλλιγραφοῦσε, ἦρθε ἕνα φτωχός. Ὁ ἅγιος, σὰν ἀληθινὸς δοῦλος τοῦ Χριστοῦ, κάλεσε τὸ διακονητή του καὶ τὸν πρόσταξε νὰ τοῦ δώσει ἕξι νομίσματα. Ἐκεῖνος ἐκπλήρωσε τὴν ἐντολή του. Read more

Όποιος ελεεί τον αδελφό του, λέει κάποιος Πατέρας, πρέπει να το κάνει σαν να ελεεί τον εαυτό του. Αυτή η ελεημοσύνη πλησιάζει τον άνθρωπο προς τον Θεό.

Υπάρχουν άνθρωποι, έλεγε ένας Γέροντας, που ενώ είναι πρόθυμοι να δίνουν ελεημοσύνη στους πτωχούς, ο πονηρός τους κάνει να ακριβολογούν στα ελάχιστα, για να τους αφαιρεί το μισθό της αγαθοεργίας. Read more