Σεβηριανὸς καν λίθων ἀλγὴ βάρει,
Χαίρει κρεμασθεῖς, ὡς ἀποσπῶν γῆς πόδας.
Οὗτος ὁ Ἅγιος ἑκατοίκει εἰς τὴν Σεβάστειαν κατὰ τοὺς χρόνους Λικινίου τοῦ βασιλέως καὶ Λυσίου τοῦ δουκὸς ἐν ἔτει τιε’ [315], περιβόητος μὲν ὧν πανταχοῦ διὰ τὴν ἀρετήν, καὶ τὴν πρὸς Χριστὸν πίστιν αὐτοῦ, ἐκ τοῦ τάγματος δὲ ὑπάρχων τῶν λεγομένων σενατόρων: ἤτοι τῶν βασιλικῶν συμβούλων καὶ συγκλητικῶν. Ὅταν οὒν ἦλθεν εἰς τὴν Σεβάστειαν ὁ δοὺξ Λυσίας, ὅστις καὶ τοὺς Ἁγίους Τεσσαράκοντα Μάρτυρας ἐθανάτωσε μὲ πικρὸν θάνατον, τότε ἐμηνύθη εἰς αὐτὸν καὶ διὰ τὸν Ἅγιον τοῦτον Σεβηριανόν: ὅτι δηλαδὴ αὐτὸς διδάσκει πολλοὺς Ἕλληνας νὰ γίνωνται Χριστιανοί. Καὶ ὅτι αὐτὸς ἐστάθη ὁ αἴτιος διὰ τῆς διδασκαλίας του, νὰ δείξουν εἰς τὸ μαρτύριον τόσην γενναιότητα οἱ πρὸ ὀλίγου ἀθλήσαντες Τεσσαράκοντα Μάρτυρες. Καὶ ὅτι αὐτός, μὲ τὸ νὰ ἦναι πλούσιος, περιποιεῖται τοὺς ἐν φυλακαῖς εὑρισκομένους Χριστιανοὺς μὲ πλουσίας δεξιώσεις, καὶ ἔτζι τοὺς κατασταίνει πλέον ἀπειθεῖς εἰς τοὺς βασιλικοὺς ὁρισμούς. Ὅθεν παρευθὺς ἀποστέλλονται ἄνθρωποι διὰ νὰ τὸν φέρουν. Ἀλλ’ ὁ Ἅγιος ἐπρόφθασε πρὸ τοῦ νὰ ὑπάγουν οἱ ἄνθρωποι, καὶ παρεστάθη μόνος του εἰς τὸν Λυσίαν. Καὶ εἰς αὐτὸν παρρησιάζει τὴν εἰς Χριστὸν πίστιν μὲ θάρρος μεγάλον.
Read more