Οἱ Ἅγιοι Κοσμᾶς καὶ Δαμιανὸς κατάγονταν ἀπὸ τὴ Μικρὰ Ἀσία καὶ δὴ τὴν Κιλικία. Ὁ πατέρας τους, ἀρχικὰ εἰδωλολάτρης, ἔγινε χριστιανὸς χάρη στὴ συμβολὴ τῆς πιστῆς γυναίκας τοῦ ἁγίας Θεοδότης, ποὺ τιμᾶται αὐτὸ τὴν Ἐκκλησία μας στὶς 2 Ἰανουαρίου.
Τὰ δύο ἀδέλφια, ποῦ ἔζησαν τὸν 3ο αἰώνα, ἀνατράφηκαν ἐν παιδεία καὶ νουθεσία Κυρίου (Ἔφεσ. 6, 4) ἀπὸ τὴ μητέρα τους, ἡ ὁποία ἐνωρὶς εἶχε μείνει χήρα, καὶ ἐμπνεύσθηκαν νὰ ζήσουν ἀφιερωμένα στὸν Ἰησοῦ Χριστό. Ἀφοῦ ἀπέκτησαν τὰ ἐφόδια καὶ τὶς γνώσεις τῆς ἰατρικῆς ἐπιστήμης, ἀποχαιρέτισαν ὅλα του κόσμου τούτου τὰ τερπνὰ καὶ ἐπιδόθηκαν στὴν ἰατρεῖα τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων, θεραπεύοντες πάσαν νόσον… καὶ οὐκ ἀνθρώποις μόνον ἐπικουροῦντες ἀλλὰ καὶ κτήνεσιν, καθὼς ἀναφέρει ὁ συναξαριστής τους. Δηλαδή, ἀφοσιώθηκαν στὸ νὰ γιατρεύουν ψυχὲς καὶ σώματα, θεραπεύοντας κάθε ἀρρώστια καὶ βοηθώντας ὡς πρὸς αὐτὸ ὄχι μόνο ἀνθρώπους ἀλλὰ καὶ ζῶα. Read more