Τί σου ἐπαινέσειεν Ἄννα τις πλέον;
Τὸ καρτερόφρον; ἢ τὸ τῆς εὐτεκνίας;
Ἡ μακαρία Ἄννα ἦτον ἀπὸ τὴν πόλιν Ἀρμαθαίμ, ἐκ τοῦ βουνοῦ τοῦ Ἐφραίμ. Πέρνουσα δὲ ἄνδρα ἀπὸ τὴν φυλὴν τοῦ Λευΐ, ὀνομαζόμενον Ἑλκανᾶν, δὲν ἐγέννα παιδίον, μὲ τὸ νὰ ἦτον στεῖρα. Ὁ δὲ ἄνδρας αὐτῆς ἐπῆρε καὶ ἄλλην γυναῖκα Φεννάναν ὀνομαζομένην, ἥτις ἦτον ἀντίζηλος τῆς Ἄννης, καὶ ἐτεκνογόνει μὲ αὐτὴν καὶ εὐφραίνετο. Ἡ δὲ Ἄννα πάντοτε ὠνειδίζετο (ὡσὰν νὰ μὴν ἦτον ἀρκετὴ ἡ θλίψις, ὁποῦ ἐδοκίμαζεν ἡ μακαρία διὰ τὴν ἀτεκνίαν της). Αὐτὴ λοιπὸν ἐπειδὴ ὠνειδίζετο, τόσον ἀπὸ τὸν ἄνδρα της, ὅσον καὶ ἀπὸ τὴν Φεννάναν τὴν ἀντίζηλόν της, καὶ ἀπὸ ὅλους ἀκόμη τοὺς συγγενεῖς καὶ φίλους, τούτου χάριν ἐπαρακάλει πολλὰ τὸν Θεὸν ἡ ἀοίδιμος, διὰ νὰ λυθῇ ἡ στείρωσίς της καὶ νὰ γεννήσῃ παιδίον. Ἀλλ’ ὅμως μὲ τὰς παρακλήσεις της ταύτας, τίποτε δὲν ἐκατώρθονε, καὶ μ’ ὅλον ὁποῦ ἔπραττεν ἀόκνως τὰς ἐντολὰς τοῦ Κυρίου, τὰς ὑπὸ τοῦ Νόμου διοριζομένας. Ἔτζι γὰρ οἱ Ἅγιοι μόλις καὶ μετὰ βίας παρὰ τοῦ Κυρίου λαμβάνουν τὰ αἰτήματά των. Read more