(Ἀποσπάσματα ἐκ τῆς Ὁμιλίας ΛΗ´)

«Εἰς τά Θεοφάνεια, ἤτουν Γενέθλια τοῦ Σωτῆρος»
ΠΡΩΤΟΤΥΠΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
«Χριστός γεννᾶται, δοξάσατε· Χριστός ἐξ οὐρανῶν, ἀπαντήσατε· Χριστός ἐπί γῆς, ὑψώθητε. “῎Ασατε τῷ Κυρίῳ πᾶσα ἡ γῆ”· καί, ἵν᾿ ἀμφότερα συνελών εἴπω, εὐφραινέσθωσαν οἱ οὐρανοί, καί ἀγαλλιάσθω ἡ γῆ, διά τόν ἐπουράνιον, εἶτα ἐπίγειον. Χριστός ἐν σαρκί, τρόμῳ καί χαρᾷ ἀγαλλιᾶσθε. Τρόμῳ, διά τήν ἁμαρτίαν· χαρᾷ, διά τήν ἐλπίδα….
῎Ω τῆς καινῆς μίξεως! ὤ τῆς παραδόξου κράσεως! ὁ ὤν γίνεται καί ὁ ἄκτιστος κτίζεται καί ὁ ἀχώρητος χωρεῖται, διά μέσης ψυχῆς νοερᾶς μεσιτευούσης Θεότητι καί σαρκός παχύτητι. Καί ὁ πλουτίζων πτωχεύει· πτωχεύει γάρ τήν ἐμήν σάρκα, ἵν᾿ ἐγώ πλουτήσω τήν αὐτοῦ Θεότητα. Καί ὁ πλήρης κενοῦται· κενοῦται γάρ τῆς ἑαυτοῦ δόξης ἐπί μικρόν, ἵν᾿ ἐγώ τῆς ἐκείνου μεταλάβω πληρώσεως. Read more

 Οἱ συνανωνισμοὶ ποὺ γίνονται σήμερα εἰς τὰ καπηλεῖαι εἶναι γεμᾶτοι ἀπὸ ἀσωτίαν καὶ ἀσέβειαν. Εἶναι γεμᾶτοι ἀπὸ ἀσέβειαν διότι αὐτοὶ ποὺ τὰ κάνουν παρακολουθοῦν τὰς ἡμέρας καὶ προμαντεύουν καὶ πιστεύουν ὅτι, ἂν περάσουν τὴν νουμηνίαν τοῦ μηνὸς (=ἡ ἀρχή τῆς νέας σελήνης, τοῦ νέου σεληνιακοῦ μήνός). αὐτοῦ μὲ εὐχαρίστησιν καὶ ἀπόλαυσιν, ὅλος ὁ χρόνος θὰ περάση δι’ αὐτοὺς τὸ ἴδιο· ἀπὸ ἀσωτίαν δὲ διότι ἀπό πολὺ πρωὶ γυναίκες καὶ ἄνδρες ἀφοῦ γεμίσουν μπουκάλιᾳ καί ποτήρια πίνουν μὲ μεγάλην ἀσωτίαν τὸ ἁγνὸ κρασί. Αὐτὰ εἶναι ἀνάξια τῆς πίστεώς μας, εἴτε τὰ κάνετε ἐσεῖς, εἴτε παρακολουθεῖτε ἄλλους ποὺ τὰ κάνουν, εἴτε συνγγενεῖς εἶναι αὐτοί, εἴτε φίλοι, εἴτε γείτονες. Δὲν ἄκουσες τὸν Παῦλον ποὺ λένει· «Φυλάττετε ὡρισμένας ἡμέρας, καὶ μῆνας καὶ ἐποχὰς καὶ ἔτη. Φοβοῦμαι μήπως μάταια ἐκοπίασα διὰ σᾶς». Read more

«Κατήχησις πρὸς τοὺς Φωτιζομένους, περὶ Ἐνανθρωπήσεως».


«Ἰωσήφ, υἱὸς Δαβίδ, μὴ φοβηθεῖς παραλαβεῖν Μαριὰμ τὴν γυναίκα σου. Τὸ γαρ εν αυτὴ γεννηθὲν ἐκ Πνεύματος ἐστὶν ἁγίου. Τέξεται δὲ υἱὸν καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν. Αὐτὸς γὰρ σώσει τὸν λαὸν αὐτοῦ ἀπὸ τὴν ἁμαρτίαν αὐτῶν. Τοῦτο δὲ ὅλον γέγονεν ἴνα πληρωθεῖ τὸ ρηθὲν ὑπὸ τοῦ Κυρίου διὰ τοῦ προφήτου λέγοντος. Ἰδοὺ ἡ παρθένος ἐν γαστρι ἔξει καὶ τέξεται υἱόν, καὶ καλέσουσι τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἐμμανουήλ, ὁ ἐστι μεθερμηνευόμενον «μεθ’ ἠμῶν ὁ Θεός»». Read more

ιγνατιος μπριαντσιανινωφ

Read more

 (505-564 μ.Χ.)

Αʹ. ΠΕΡΙ ΑΠΟΤΑΓΗΣ
                  ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ ΑΒΒΑ ΔΩΡΟΘΕΟΥ ΕΠΙΣΤΟΛΑΙ ΔΙΑΦΟΡΟΙ

Αʹ. ΠΡΟΣ ΤΙΝΑΣ ΚΕΛΛΙΩΤΑΣ ΕΡΩΤΗΣΑΝΤΑΣ ΑΥΤΟΝ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΠΑΡΑΒΑΛΛΕΙΝ
Βʹ. ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΕΝ ΤΩ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΩ ΕΠΙΣΤΑΤΑΣ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΑΣ. ΠΩΣ ΔΕΙ ΕΠΙΣΤΑΤΕΙΝ ΑΔΕΛΦΩΝ ΚΑΙ ΠΩΣ ΤΟΙΣ ΕΠΙΣΤΑΤΟΥΣΙΝ ΥΠΟΤΑΣΣΕΣΘΑ
Γʹ. ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΕΧΟΝΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΚΟΝΙΑΝ ΤΟΥ ΚΕΛΛΑΡΙΟΥ
Δʹ. ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΑΥΤΟΝ
Εʹ. ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΑΥΤΟΝ
Ϛʹ. ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΑΥΤΟΝ
Ζʹ. ΠΡΟΣ ΑΔΕΛΦΟΝ ΕΠΕΡΩΤΗΣΑΝΤΑ ΑΥΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΑΙΣΘΗΣΙΑΣ ΨΥΧΗΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙ ΨΥΞΕΩΣ ΑΓΑΠΗΣ


Ἀσκητικά Δωρόθεου

Αʹ. ΠΕΡΙ ΑΠΟΤΑΓΗΣ

(1.) Ἐν ἀρχῇ ὅτε ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπον, ἔθετο αὐτὸν ἐν τῷ παραδείσῳ, καθὼς λέγει ἡ ἁγία Γραφή, κοσμήσας ἁπάσῃ ἀρετῇ, δοὺς αὐτῷ ἐντολὴν τοῦ μὴ φαγεῖν ἐκ τοῦ ξύλου τοῦ ἐν μέσῳ τοῦ παραδείσου.

Καὶ ἦν ἐν τρυφῇ τοῦ παραδείσου, ἐν εὐχῇ, ἐν θεωρίᾳ, ἐν πάσῃ δόξῃ καὶ τιμῇ, ἔχων σώας τὰς αἰσθήσεις καὶ ὢν ἐν τῷ κατὰ φύσιν καθὼς καὶ ἐκτίσθη.

Κατ’ εἰκόνα γὰρ Θεοῦ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπον, τοῦτ’ ἔστιν ἀθάνατον, αὐτεξούσιον, κεκοσμημένον πάσῃ ἀρετῇ.

Ὅτε δὲ παρέβη τὴν ἐντολὴν καὶ ἔφαγεν ἐκ τοῦ ξύλου οὗ ἐνετείλατο αὐτῷ ὁ Θεὸς μὴ φαγεῖν ἀπ’ αὐτοῦ, τότε ἐξεβλήθη τοῦ παραδείσου· ἐξέπεσε γὰρ ἐκ τοῦ κατὰ φύσιν καὶ ἦν ἐν τῷ παρὰ φύσιν, τοῦτ’ ἔστιν ἐν τῇ ἁμαρτίᾳ, ἐν τῇ φιλοδοξίᾳ καὶ φιληδονίᾳ τοῦ βίου τούτου καὶ τοῖς λοιποῖς πάθεσι, κατακυριευόμενος ὑπ’ αὐτῶν· κατεδούλωσε γὰρ αὐτοῖς ἑαυτὸν διὰ τῆς παραβάσεως. Read more

[Περιεχόμενα]

1.Σκοπὸς συγγραφῆς τοῦ ἔργου

Στοὺς ἐν Χριστῷ ἀδελφούς μου ἁπανταχοῦ γῆς τὴν εὐλαβικὴ προσκύνηση καὶ τὸν ἐκ ψυχῆς ἄσπασμο
Ἐκεῖνος ὁ περίφημος καὶ περιώνυμος Μάρκος ὁ Ἐφέσου ὁ Εὐγενικός, παρουσιάζεται σήμερα ἀπὸ μένα, μὲ τὴν ἐπιγραφὴ ΄Ἀντίπαπας, ἡ ἀδιάψευστος μονομάχος. Ὁ ὀρθόδοξος φιλαναγνώστης, πρέπει νὰ ἔχει τὴν ὑπομονὴ νὰ διαβάσει τὸν παρόντα λόγο καὶ τότε ν’ ἀποφασίσει ἂν ταιριάζει ἡ ὄχι σ’ αὐτὸν μία τέτοια προσωνυμία. Ἡ ὀνοματοθεσία δὲν εἶναι βέβαια ἰδιότητα τοῦ κάθε τυχόντα, ἀλλὰ μιλοῦν τὰ γεγονότα ὥστε κι οἱ πλέον ἀπαίδευτοι σ’ αὐτὰ νὰ βρίσκονται ἰκανότατοι καὶ νὰ τὰ κατανοοῦν. Read more

ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΚΟΣ Ο ΕΥΓΕΝΙΚΟΣ
Η ΔΡΑΣΗ ΚΑΙ ΤΟ ΕΓΚΩΜΙΟ ΤΟΥ ΓΡΑΜΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟΝ
ΑΓΙΟ ΑΘΑΝΑΣΙΟ ΤΟΝ ΠΑΡΙΟ

Ο ΑΝΤΙΠΑΠΑΣ

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΚΟΣ ΤΗΣ ΕΦΕΣΟΥ Ο ΕΥΓΕΝΙΚΟΣ

Οἱ ἀξιοθαύμαστοι ἄγωνες, ἡ ἡρωικὴ πάλη καὶ τὰ ὑπερφυσικὰ κατορθώματα τοῦ ἐν ἁγίοις πατρὸς ἠμῶν Μάρκου Ἀρχιεπισκόπου τῆς Ἐφέσου, τοῦ ἐπονομαζόμενου Εὐγενικοῦ.
Τοῦ ἐξαίρετου καὶ σχεδὸν μοναδικοῦ ὑπέρμαχου καὶ φύλακα τῆς ἀμέμπτου κι ἁγιότατης κι ἀποστολικῆς καὶ πατροπαράδοτης ὀρθόδοξης πίστης, συγκεντρωμένα σ’ ἕνα βιβλίο καὶ γραμμένο σὲ μορφὴ βιογραφίας ἀπό τὸν ἀνάξιο κι ἐλάχιστο ἀνάμεσα στοὺς ἱερομόναχους ΑΘΑΝΑΣΙΟ ΤΟΝ ΠΑΡΙΟ
Πρὸς ἀπόκτηση γνώσεως καὶ ψυχικῆς ὠφέλειας τῶν ἀπανταχοῦ ὀρθοδόξων χριστιανῶν. Read more

[Περιεχόμενα]

12.Ἀνασκόπηση τοῦ θέματος

Λαὸς πολὺς στ’ ἀλήθεια, τὸ σύνολο τῆς Ἐκκλησίας, ἡ Σύνοδος τῆς Ἀνατολῆς συγκροτημένη ὅλη σχεδὸν ἀπὸ λογάδες, περήφανη, μὲ τὸν Οἰκουμενικό της Πατριάρχη, λάμποντας μ’ αὔτοκρατορικο διάδημα, κίνησε ἀπὸ τὴν ἀνατολὴ πρὸς τὴ δύση, γιὰ ν’ ἀλλάξει μὲ συνοπτικὲς διαδικασίες τὴν πίστη της, γιὰ νὰ ἑνωθεῖ μὲ κείνους πού ἤδη πεντακόσια χρόνια τους εἶχε ἀποβάλλει καὶ πολλὲς φορὲς τοὺς ἄναθεμα-τιζε ὡς αἱρετικοὺς κι ἐτήσια μάλιστα, τὴν Κυριακή της Ὀρθοδοξίας. ’Ώ, μωρία, ω, ἀνοησία! Ὄντως ἔξισταται, ἔξισταται ὁ οὐρανὸς ἐναντίον τους. Ποιὰ γλώσσα λοιπὸν μπορεῖ νὰ ἐγκωμιάσει ἄξια αὐτὸν τὸν ἀληθινὸ ἱεράρχη πού μόνος, ἀνάμεσά σε τόσα πλήθη, περικυκλωμένος, μπόρεσε νὰ διαφυλάξει ἀμετακίνητο ἀπὸ τὶς ἄνομες βουλὲς τοὺς τὸ λογισμό του; Αὐτὸν βέβαια μακαρίζει τὸ ΄Ἅγιο Πνεῦμα μὲ τὴ γλώσσα τοῦ Δαβὶδ λέγοντας: «Μακάριος ὁ ἄνηρ, πού δὲν βάδισε μὲ τὴ γνώμη τῶν ἀσεβῶν, οὔτε πῆρε τὴν ὁδὸ τῶν ἁμαρτωλῶν κι οὔτε κάθισε στὴν καθέδρα τῆς ἀρρώστιας» Read more

“Δοκίμασόν μέ, ὁ Θεός, καὶ γνώθι τὴν καρδίαν μου, ἔτασον μὲ καὶ γνώθι τὰς τρίβους μου. Καὶ ἴδε εἰ ὁδὸς ἀνομίας ἐν ἐμοί, καὶ ὁδήγησον μὲ ἐν ὀδῶ αἰωνία” (Ψάλμ. 138, 23-24).
Ἀπὸ τότε ποὺ ὁ πρῶτος ἄνθρωπος ἁμάρτησε, οἱ ἄνθρωποι σκοτίστηκαν τόσο πολὺ στὸ ἴδιο το κέντρο τῆς ὕπαρξής τους (τὴν καρδιά), ποὺ πολὺ συχνὰ δὲν ἔχουνε συνείδηση ἢ συναίσθηση τῆς πανταχοῦ παρουσίας τοῦ Θεοῦ· κι ἔτσι, ἔχουνε τὴν ἐντύπωση πὼς τέσσερεις τοῖχοι μὲ μιὰ ὀροφὴ ἀπὸ πάνω, τοὺς κρύβουνε ἀπὸ Ἐκεῖνον, ποὺ ὅλα τα γεμίζει μὲ τὴν παρουσία Του καὶ ποὺ βλέπει ἀκόμη καὶ ὅποιον κρύβεται σὲ κάποιο τόπο μυστικό. “Ει κρυβήσεται τὶς ἐν κρυφαίοις, καὶ ἐγὼ οὐκ ὄψομαι αὐτόν; Μὴ οὐχὶ τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν ἐγὼ πληρῶ; λέγει Κύριος” (Ἱερεμ. 23,24). “Γυμνός εἰμι, καὶ ἐκρύβην” (Γέν. 3, 10), εἶπε ὁ Ἀδὰμ κρυπτόμενος ἀπὸ τὸν Θεό. Ὡστόσο, ὄχι, αὐτό σε τίποτα δὲν τὸν ὠφέλησε· ὁ Θεὸς τὸν ἔβλεπε. Read more

Ἐνδοξότατε, σοφώτατε, λογικώτατε καί ποθεινότατε εἰς ἐμέ ἀδελφέ καί πνευματικέ μου υἱέ, κύριε Γεώργιε, εὔχομαι πρός τόν Θεόν νά εἶσαι ὑγιής ψυχικῶς καί σωματικῶς καί σέ ὅλα νά ἔχεις καλῶς. Μέ τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ καί ἐγώ εἶμαι ἀρκετά καλά κατά τήν ὑγεία τοῦ σώματος.

Ὅση χαρά μᾶς γέμισες, ὅταν τάχθηκες μέ τήν ὀρθή πίστη καί τό εὐσεβές καί πάτριο φρόνημα, καί ὑποστήριξες τήν ἀλήθεια, πού οἱ ἄδικοι κριτές καταδίκασαν, τόση -ἀπεναντίας- λύπη καί κατήφεια μᾶς κυρίευσε, ὅταν ἀκούσαμε τήν μεταβολή σου καί πάλι τά ἀντίθετα νά φρονεῖς καί νά λέγεις, καί νά συντρέχεις τούς κακούς οἰκονόμους μέ τήν θεωρία τῆς «μεσότητας» καί τῆς «οἰκονομίας». Εἶναι ἄραγε καλές αὐτές οἱ θεωρίες καί ἄξιες μιᾶς ψυχῆς ποῦ φιλοσοφεῖ; Read more

Πόρνη ἐπιθυμοῦσε ὁ Θεός; Ναὶ πόρνη. Ἐννοῶ τὴ δική μας φύση. Ἦταν τρανὸς καὶ αὐτὴ ταπεινή. Τρανὸς ὄχι στὴ θέση ἀλλὰ στὴ φύση. Πεντακάθαρος ἦταν, ἀνερμήνευτη ἡ οὐσία του, ἄφθαρτη ἡ φύση του. Ἀχώρητος στὸ νοῦ, ἀόρατος, ἄπιαστος ἀπὸ τὴ σκέψη, ὑπάρχοντας παντοτεινά, μένοντας ἀπαράλλακτος. Πάνω ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους, ἀνώτερος ἀπὸ τὶς δυνάμεις τῶν οὐρανῶν. Νικώντας τὴ λογικὴ σκέψη, ξεπερνώντας τὴ δύναμη τοῦ μυαλοῦ, ἀδύνατο νὰ τὸν δεῖς, μόνο νὰ τὸν πιστέψεις. Τόν ἔβλεπαν ἄγγελοι καί τρέμανε. Τά χερουβείμ σκεπάζονταν μέ τά φτερά τους, ὅλα στέκονταν μέ φόβο. Read more


Ὁ γέροντας αὐτός, καθὼς προσευχόταν, θέλησε νὰ δεῖ τὴν ψυχὴ ἑνὸς ἁμαρτωλοῦ καὶ τὴν ψυχὴ ἑνὸς δικαίου τὴν ὥρα πού θὰ χωρίζονταν ἀπὸ τὰ σώματά τους………..

Παρήγορη, διδακτικὴ καὶ ψυχοσωτήρια εἶναι ἡ ἄκολουθη διήγηση, ἀπὸ τὴν ὁποία μαθαίνουμε μὲ πόση καρδιακὴ συντριβὴ καὶ ταπείνωση ἑτοιμάζονται οἱ δίκαιοι γιὰ τὸν θάνατο καὶ μὲ πόσον ἅγιο φόβο τὸν ὑποδέχονται:

Ὁ Θεὸς ἱκανοποιοῦσε πάντοτε τὰ αἰτήματα ἑνὸς γέροντα μὲ μεγάλη ἀρετή. Μιὰ μέρα, λοιπόν, ὁ γέροντας αὐτός, καθὼς προσευχόταν, θέλησε νὰ δεῖ τὴν ψυχὴ ἑνὸς ἁμαρτωλοῦ καὶ τὴν ψυχὴ ἑνὸς δικαίου τὴν ὥρα πού θὰ χωρίζονταν ἀπὸ τὰ σώματά τους.

Ὁδηγημένος ἀπὸ τὸ χέρι τοῦ Θεοῦ, ἔφτασε σὲ μιὰ πόλη. Ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη, σ’ ἕνα μοναστήρι, ζοῦσε ἕνας ἀναχωρητὴς μὲ μεγάλη φήμη, πού τώρα ἦταν ἄρρωστος καὶ περίμενε τὸν θάνατο. Ὃ γέροντας εἶδε νὰ ἔχουν ἑτοιμαστεῖ γι’ αὐτὸν πολλὰ κεριὰ καὶ καντήλια. Ὅλη ἡ πόλη τὸν ἔκλαιγε, λέγοντας:
— Ό Θεὸς μὲ τὶς εὐχὲς τοῦ ἀναχωρητῆ μᾶς ἔδινε τὸ ψωμὶ καὶ τὸ νερό. Ὅλη τὴν πόλη τὴν ἔσωζε ὁ Θεὸς χάρη σ’ αὐτόν. Ἄν, λοιπόν, πάθει κάτι, ὅλοι θὰ πεθάνουμε.

Ὅταν ἦρθε ἡ ὥρα τοῦ θανάτου του, ὁ γέροντας εἶδε τὸν ἄγγελο τοῦ θανάτου μὲ πύρινη τρίαινα στὸ χέρι νὰ ἔρχεται κοντὰ στὸν ἀναχωρητή, καὶ ἄκουσε μιὰ φωνὴ νὰ λέει:

— Όπως οὔτε γιὰ μία ὥρα δὲν μὲ ἀνέπαυσε ἡ ψυχή του, ἔτσι κι ἐσὺ νὰ μὴν τὸν λυπηθεῖς, καθὼς θὰ τοῦ τὴ βγάζεις.
Ἔμπηξε, λοιπόν, ὁ ἄγγελος τὴν πύρινη τρίαινα στὴν καρδιὰ τοῦ ἀναχωρητῆ καί, ἀφοῦ τὸν βασάνισε γιὰ πολλὴ ὥρα, τράβηξε τὴν ψυχή του.

Ὓστερ’ ἂπ’ αὐτὸ ὁ γέροντας μπῆκε στὴν πόλη. Ἐκεῖ βρῆκε ριγμένο στὴν ἄκρη ἑνὸς δρόμου κάποιον ξένο ἀδελφό, πού ἦταν ἑτοιμοθάνατος. Δὲν εἶχε κανέναν νὰ τὸν φροντίζει, γὶ` αὐτὸ ὁ γέροντας ἔμεινε κοντά του ὅλη τὴ μέρα. Τὴν ὥρα πού πέθαινε ὁ ξένος ἐκεῖνος, ὁ γέροντας εἶδε τοὺς ἀρχαγγέλους Μιχαὴλ καὶ Γαβριὴλ νὰ ἔρχονται γιὰ νὰ παραλάβουν τὴν ψυχή του. Στάθηκαν ὁ ἕνας ἀπὸ τὰ δεξιὰ καὶ ὁ ἄλλος ἀπὸ τ’ ἀριστερά του ἑτοιμοθάνατου ἀδελφοῦ, παρακαλώντας τὴν ψυχὴ νὰ βγεῖ. Ἢ ψυχή, ὅμως, δὲν ἤθελε ν’ ἀφήσει τὸ σῶμα. Εἶπε, λοιπόν, ὁ Μιχαὴλ στὸν Γαβριήλ:
— Τράβηξέ τὴν, γιὰ νὰ φύγουμε.
Μὰ ὁ Γαβριὴλ ἀποκρίθηκε:
— Ό Κύριος μᾶς πρόσταξε νὰ τὴ βγάλουμε χωρὶς νὰ πονέσει. Γι` αὐτὸ δὲν μποροῦμε νὰ χρησιμοποιήσουμε βία.

Τότε ὁ Μιχαὴλ φώναξε δυνατά:
— Κύριε, ποιὸ εἶναι τὸ θέλημά Σου γι` αὐτὴν ἐδῶ τὴν ψυχή, πού δὲν θέλει νὰ βγεῖ;
Καὶ ἄκουσε μιὰ φωνὴ νὰ τοῦ λέει:
— Τώρα στέλνω τὸν Δαβὶδ μὲ τὴν κιθάρα καὶ ὅλους τους θείους ὑμνωδοὺς τῆς οὐράνιας Ἱερουσαλήμ. Μόλις ἀκούσει ἡ ψυχὴ τὶς μελωδικὲς φωνές τους, θὰ βγεῖ μὲ χαρά.
Πράγματι, ὅλοι αὐτοὶ κατέβηκαν καὶ κύκλωσαν τὴν ψυχή, ψάλλοντας θεσπέσιους ὕμνους. Τότε ἡ ψυχὴ ἀναπήδησε καὶ τινάχθηκε χαρούμενη στὰ χέρια τοῦ Μιχαήλ.

Ποιὸς δὲν θὰ θαυμάσει τὴν εὐσπλαχνία καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸ ἀνθρώπινο γένος; Δυστυχῶς, ὅμως, ἐμεῖς, οἱ σκληροτράχηλοι, διώχνουμε μακριὰ μας τὸ ἔλεος τοῦ Κυρίου καὶ μὲ τὴν ἄλογη τυφλότητά μας γινόμαστε ὀπαδοὶ καὶ δοῦλοι τοῦ ἐχθροῦ του Θεοῦ καὶ ἐχθροῦ δικοῦ μας.
Τὰ τέλη τῶν ἐκλεκτῶν δούλων τοῦ Θεοῦ εἶναι ἔνδοξα. Τὸ πρόσωπο τοῦ ἄββα Σισώη, ὅταν πλησίαζε ἡ ὥρα τοῦ θανάτου του, ἔλαμψε σὰν τὸν ἥλιο.

Εἶπε τότε στοὺς πατέρες, πού κάθονταν γύρω του:
— Να, ἦρθε ὁ ἄββας Ἀντώνιος.
‘Ὓστερ’ ἀπὸ λίγο εἶπε:
— Να, ἦρθε ἡ χορεία τῶν προφητῶν.
Τὸ πρόσωπό του ἔλαμψε πάλι περίσσια.
— Να, εἶπε, ἦρθε ἡ χορεία τῶν ἄποστολων.
Τὸ πρόσωπό του ἔγινε ἀκόμα πιὸ λαμπερό. Φαινόταν σὰν νὰ μιλοῦσε μὲ κάποιους.
— Μέ ποιὸν μιλᾶς, πάτερ; τὸν ρώτησαν οἱ πατέρες.
— Να, εἶπε ἐκεῖνος, ἄγγελοι ἦρθαν νὰ μὲ πάρουν, καὶ τοὺς παρακαλῶ νὰ μὲ ἀφήσουν λίγο ἀκόμα, γιὰ νὰ μετανοήσω.
— Εσύ, πάτερ, δὲν ἔχεις ἀνάγκη νὰ μετανοήσεις, τοῦ εἶπαν οἱ γέροντες.
Μὰ ὁ ἄββας ἀποκρίθηκε:
— Αλήθεια σᾶς λέω, δὲν βλέπω νὰ ἔχω βάλει ἀρχή.
“Ἔτσι κατάλαβαν ὅλοι πῶς εἶχε φτάσει στὴν τελειότητα. Καὶ πάλι, ξαφνικά, τὸ πρόσωπό του ἔγινε σὰν τὸν ἥλιο. Ὅλοι φοβήθηκαν.
— Κοιτάξτε!, τοὺς εἶπε. Ἦρθε ὁ Κύριος καὶ λέει: “Φέρτε μου τὸ σκεῦος τῆς ἐρήμου”.

Καὶ ἀμέσως παρέδωσε τὸ πνεῦμα. Φάνηκε σὰν ν’ ἄστραψε, καὶ ὅλο το κελὶ γέμισε ἀπὸ εὐωδία.


Η ΜΕΤΑ ΘΑΝΑΤΙΑ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΕΝΟΣ ΑΡΧΙΛΗΣΤΗ.

Ἀλλὰ καὶ οἱ ἁμαρτωλοὶ πού εἰλικρινὰ μετανοοῦν, ἀξιώνονται τοῦ θείου ἐλέους, ὅπως φαίνεται ἀπὸ τὴν ἑπόμενη διήγηση.
Στὰ χρόνια του αὐτοκράτορα Μαυρίκιου (582-602), ἦταν στὴ Θράκη ἕνας ἀρχιληστὴς ἄγριος καὶ σκληρός, πού οἱ ἀρχὲς δὲν μποροῦσαν νὰ τὸν συλλάβουν. Ὃ αὐτοκράτορας, ἀκούγοντας γὶ` αὐτόν, τοῦ ἔστειλε τὸν ἐπιστήθιο σταυρό του καὶ τοῦ μήνυσε νὰ μὴ φοβᾶται. Τοῦ συγχωροῦσε ὅλα τα κακουργήματα πού εἶχε διαπράξει, φτάνει νὰ διορθωνόταν. Ὃ ληστὴς κατανύχθηκε. Πῆγε στὸν βασιλιὰ κι ἔπεσε στὰ πόδια τοῦ μετανοημένος. Καὶ ὁ Μαυρίκιος, ὅπως εἶχε ὑποσχεθεῖ, τὸν συγχώρησε.
‘Ὓστερ’ ἀπὸ λίγες μέρες ὁ ληστὴς ἀρρώστησε. Ἐπειδὴ ἡ κατάστασή του ὅλο καὶ χειροτέρευε, τὸν ἔβαλαν στὸ νοσοκομεῖο τοῦ Ἁγίου Σαμψῶν. Τὴ νύχτα, στὸν ὕπνο του, εἶδε ἰὸ φοβερὸ κριτήριο τοῦ Κυρίου. Ξυπνώντας, κατάλαβε ὅτι πλησίαζε τὸ τέλος του καὶ ἄρχισε νὰ προσεύχεται μὲ δάκρυα:
— Φιλάνθρωπε Κύριε, Ἐσὺ πού ἔσωσες τὸν ὅμοιό μου ληστῆ, στεῖλε καὶ σ’ ἔμενα τὸ ἔλεός Σου. Σοῦ προσφέρω τὸ ἐπιθανάτιο κλάμα μου. Ὅπως δέχτηκες ἐκείνους πού ἦρθαν τὴν «ἑνδεκάτη ὥρα», μολονότι τίποτα τὸ σπουδαῖο δὲν ἔπραξαν, δέξου καὶ τὰ δικά μου λιγοστὰ δάκρυα. Βάπτισε μὲ σ’ αὐτὰ καὶ καθάρισε μὲ ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες μου. Τίποτε’ ἄλλο μὴ μοῦ ζητήσεις, γιατί δὲν ἔχω καιρὸ- οἱ δανειστὲς πλησιάζουν γιὰ ν’ ἀπαιτήσουν τὰ χρέη μου. Μὴν ἀναζητήσεις μέσα μου κανένα καλὸ- δὲν πρόκειται νὰ βρεῖς. Νυχτώθηκα πιά, καὶ μὲ πρόλαβαν οἱ ἀνομίες μου. Ἀναρίθμητα εἶναι τὰ κακουργήματά μου. Ὅπως δέχτηκες τὸν πικρὸ κλαυθμὸ τοῦ ἀποστόλου Πέτρου, ἔτσι δέξου καὶ τὸν δικό μου, Φιλάνθρωπε, καὶ ρίξε τὰ δάκρυά μου πάνω στὸ χρεόγραφο τῶν ἁμαρτημάτων μου. Σβῆσε τὰ ὅλα μὲ τὸ σφουγγάρι τῆς εὐσπλαχνίας Σου.
’Ἔτσι προσευχόταν γιὰ μερικὲς ὧρες ὁ ληστής, σκουπίζοντας μ’ ἕνα μαντήλι τὰ δάκρυά του, ὥσπου παρέδωσε τὸ πνεῦμα.
Τὴν ὥρα τοῦ θανάτου του, ὁ ἀρχίατρος τοῦ νοσοκομείου, πού κοιμόταν στὸ σπίτι του, εἶδε τὸ ἑξῆς ὄνειρο: Στὸ κρεβάτι τοῦ ληστῆ ἦρθαν δαίμονες, σὰν Αἰθίοπες, μὲ χαρτιά, ὅπου ἦταν γραμμένα τὰ πολυάριθμα ἁμαρτήματά του. Μετὰ πλησίασαν δύο πανέμορφοι νέοι μὲ μιὰ ζυγαριά. Ἦταν ἄγγελοι. 05 δαίμονες ἔβαλαν στὸν ἕνα δίσκο τῆς ζυγαριᾶς τὰ χαρτιὰ μὲ τὶς ἁμαρτίες τοῦ ληστῆ.
Ἀμέσως ὁ δίσκος αὐτός, βαραίνοντας, χαμήλωσε, ἔνω ὁ ἄλλος ἀνέβηκε.
— Δεν ἔχουμε ἐμεῖς νὰ βάλουμε κάτι ἐδῶ; ἀναρωτήθηκαν οἱ ἅγιοι ἄγγελοι.
— Τί νὰ ἔχουμε; εἶπε ὁ ἕνας ἂπ’ αὐτούς. Δὲν εἶναι πάνω ἀπὸ δέκα μέρες πού σταμάτησε νὰ σκοτώνει.
— Ας ψάξουμε, ὡστόσο, εἶπε ὁ ἄλλος, κάτι τὸ καλὸ μπορεῖ νὰ βροῦμε.
Ψάχνοντας, βρῆκαν τὸ μαντήλι τοῦ ληστῆ ποτισμένο μὲ τὰ δάκρυά του.
— Ας τὸ βάλουμε στὸν ἄλλο δίσκο τῆς ζυγαριᾶς μαζὶ μὲ τὴ φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ, εἶπαν, καὶ βλέπουμε…
Μόλις ἔβαλαν τὸ μαντήλι στὸν δίσκο, αὐτὸς βάρυνε τόσο, πού σήκωσε ψηλὰ τὸν ἄλλο μὲ τὶς ἁμαρτίες τοῦ ληστῆ. 0ι ἄγγελοι ἀναφώνησαν χαρούμενοι:
— Νίκησε ἡ φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ!
Πῆραν, λοιπόν, μαζί τους τὴν ψυχὴ τοῦ ληστῆ, ἔνω ὁ! δαίμονες ἔφυγαν ντροπιασμένοι μὲ θρηνητικὲς κραυγές.

Ὃ γιατρός, ξυπνώντας, πῆγε στὸ νοσοκομεῖο. Πλησιάζοντας στὸ κρεβάτι τοῦ ληστῆ, βρῆκε τὸ σῶμα τοῦ ζεστὸ ἄλλα ἐγκαταλειμμένο ἤδη ἀπὸ τὴν ψυχή. Τὸ μαντήλι του, μουσκεμένο ἀπὸ τὰ δάκρυα, ἦταν ἁπλωμένο πάνω στὰ μάτια του. Μαθαίνοντας ἀπὸ τοὺς ἄλλους ἄρρωστους ἀλλὰ τὰ σχετικὰ μὲ τὶς τελευταῖες του ὧρες, πῆρε τὸ μαντήλι καὶ πῆγε στὸν αὐτοκράτορα Μαυρίκιο.

— Βασιλιά μου, τοῦ εἶπε, ἃς δοξάσουμε τὸν Θεό. Σώθηκε ὁ ληστής!
Ὡστόσο, ὅπως πολὺ συνετὰ σημειώνει στὸ τέλος τῆς διηγήσεως ὁ συντάκτης της, εἶναι πολὺ καλύτερα να ετοιμάζει κανεὶς ἔγκαιρα ἰὸν ἑαυτό του γιὰ τὴ φοβερὴ ὥρα τοῦ θανάτου μὲ τὴ μετάνοια. Γιατί, παρατηρεῖ ὁ ὅσιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης, «ὅποιος ἔχει ζυμωθεῖ πιὰ μὲ τὴν κακία, ἀπὸ τὴ μακροχρόνια συνήθεια, μένει τελείως ἀδιόρθωτος» «Ἢ κακὴ συνήθεια τύραννε! πολλὲς φορὲς καὶ τὸν ἄνθρωπο πού πενθεῖ» ἐπισημαίνει μὲ θλίψη ὁ μεγάλος διδάσκαλος τῶν μοναχῶν.

Ἃς προσθέσουμε σ’ αὐτὰ πῶς ἡ ἀληθινὴ μετάνοια προϋποθέτει ὀρθὴ πίστη καὶ ἀκριβῆ —ἔστω καὶ ἀπλὴ— γνώση αὐτῆς τῆς πίστεως. Ἢ ἀληθινὴ μετάνοια εἶναι ξένη πρὸς κάθε αἵρεση καὶ κάθε διαφθορὰ τοῦ νοῦ. Ὅσοι, λοιπόν, υἱοθετοῦν τὶς ἀπόψεις τῶν αἱρετικῶν βιβλίων ἥ των κοσμικῶν περιοδικῶν γιὰ τὶς ἀρετὲς καὶ τοὺς κανόνες τῆς ζωῆς, δὲν μποροῦν νὰ ἔχουν ἀληθινὴ μετάνοια.

Σὲ τέτοια βιβλία καὶ περιοδικά, πολλὰ θανάσιμα ἅμαρτηματα, πού ὁδηγοῦν στὸν ἅδη, παρουσιάζονται σὰν ἀσήμαντα καὶ συγγνωστὰ παραπτώματα καὶ πολλὰ ἁμαρτωλὰ πάθη παρουσιάζονται σὰν ἐλαφριὲς καὶ εὐχάριστες ἀδυναμίες. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού παραδίνονται ἄφοβα σὲ τέτοια πάθη, ἔνω βρίσκονται κιόλας μπροστὰ στὶς πύλες τοῦ θανάτου. Πόσο μεγάλη συμφορὰ εἶναι ἡ ἄγνοια τοῦ Χριστιανισμοῦ!

Ὃ Κύριος μας καλεῖ σὲ μετάνοια καὶ σωτηρία ὡς τὴν τελευταία στιγμὴ τῆς ἐπίγειας ζωῆς μας. Αὐτὴ τὴν τελευταία στιγμὴ εἶναι ἀκόμη ἀνοιχτῆ ἡ θύρα τῆς φιλανθρωπίας τοῦ Θεοῦ σ’ ὅποιον θελήσει νὰ τὴ διαβεῖ. Κανεὶς ἃς μὴν ἀπελπίζεται! Λίγες στιγμὲς ἀρκοῦν γιὰ
πολλοῖς τὲ καὶ πικροῖς ἔπι πολλᾶς ὥρας λέγοντος ταύτην [Α. Δ. Σιμωνώφ, Μέγα Προσευχητάριο, ἔκδ. Πελεκάνος, Ἄθηναι σελ. 440]).

Πρβλ. Ἀναστασίου πατριάρχου Ἀντιόχειας τοῦ Σιναίτου, Λόγος εἰς τὸν ἕκτον ψαλμὸ (ἀπόσπασμα). (Σ.τ.Μ.: Πρβλ. Εὐχὴ τοῦ ἐπὶ Μαυρίκιου βασιλέως ἀρχιληστοῦ ψυχορραγοϋντος καὶ σὺν δάκρυσι

πηγή


ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΜΟΝΑΧΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΟΛΑΣΗ

Σ’ ἕνα γυναικεῖο μοναστήρι μόναζε μαζὶ μὲ τὴν ἡγουμένη καὶ ἡ ἀνιψιά της, πού ἦταν πανέμορφη σωματικὰ καὶ ἄμεμπτη ψυχικά. Ὅλες οἱ ἀδελφὲς τὴ θαύμαζαν καὶ παραδειγματίζονταν ἀπὸ τὴν ἀγγελικὴ ἁγνότητά της ἄλλα καὶ τὴ σπάνια μετριοφροσύνη της.

Ὅταν κοιμήθηκε, τὴν κήδεψαν μὲ μεγαλοπρέπεια, βέβαιες πώς ἡ καθαρὴ ψυχὴ της εἶχε ἀνέβει στὸν παράδεισο. Ἡ ἡγουμένη, λυπημένη γιὰ τὴ στέρηση τῆς ἐνάρετης ἀνιψιᾶς της, ἀγρυπνοῦσε μὲ νηστεία καὶ προσευχή, παρακαλώντας τὸν Κύριο νὰ τῆς ἀποκαλύψει τὴν οὐράνια δόξα τῆς κεκοιμημένης ἀνάμεσα στὶς ἄλλες μακάριες παρθένες. Καὶ κάποτε, περασμένα μεσάνυχτα, καθὼς προσευχόταν μέσα στὴν ἡσυχία τοῦ κελιοῦ της, ἄνοιξε ξαφνικὰ ἡ γῆ μπροστά της, κι ἀπὸ τὸ ρῆγμα, πού δημιουργήθηκε, τινάχτηκε καυτὴ λάβα. Ἔντρομη ἡ γερόντισσα, ἔριξε μιὰ ματιὰ στὴν ἄβυσσο, πού ἔχασκε σχεδὸν κάτω ἀπὸ τὰ πόδια της, καὶ εἶδε τὴν ἀνιψιὰ της μέσα στὶς φλόγες τοῦ ἅδη. 

— Θεέ μου! ἀναφώνησε μὲ ἀπελπισία. Ἐσένα βλέπω ἐκεῖ; 

— Ναί, ἀποκρίθηκε ἐκείνη, ἀναστενάζοντας μὲ πόνο. 

— Καὶ γιατί ἔγινε αὐτό; τὴ ρώτησε ἡ θεία της μὲ φωνὴ γεμάτη πικρία καὶ συμπόνια; Ἤλπιζα νὰ σὲ δῶ στὴ δόξα τοῦ παραδείσου, στὴ χορεία τῶν ἀγγέλων, ἀνάμεσα στὶς ἄμεμπτες κόρες τοῦ Χριστοῦ, κι ἐσύ… Γιατί; Γιατί; 

Βαριαναστέναξε πάλι ἡ ἀνιψιά της καὶ ἀναφώνησε: 

— Συμφορὰ σ’ ἐμένα, τὴν ἄθλια! Ἐγὼ ἡ ἴδια εἶμαι ἡ αἰτία τοῦ αἰώνιου θανάτου μου μέσα σὲ τοῦτες τὶς φλόγες, ποὺ διαρκῶς μὲ καταβροχθίζουν χωρὶς νὰ μὲ ἀφανίζουν. Ἤθελες νὰ δεῖς ποῦ βρίσκομαι, καὶ νὰ πού σοῦ τὸ ἀποκάλυψε ὁ Θεός! 

— Μὰ γιατί, τέλος πάντων, ἔγινε αὐτό; τὴν ξαναρώτησε κλαίγοντας ἡ ἡγουμένη. 

— Ἐπειδὴ δὲν ἤμουνα παρθένα ἄσπιλη σὰν ἄγγελος, ὅπως νομίζατε. Δὲν μόλυνα, βέβαια, τὸ σῶμα μὲ σαρκικὸ ἅμαρτημα, ἀλλὰ οἱ λογισμοί μου, οἱ ἐπιθυμίες μου καὶ οἱ ἁμαρτωλὲς φαντασιώσεις μου μὲ ἔριξαν στὴ γέεννα. Δὲν μπόρεσα νὰ διατηρήσω τὴν ψυχή μου ἀμόλυντη, ὅπως τὸ παρθενικὸ σῶμα μου, καὶ γι` αὐτὸ παραδόθηκα στὰ βασανιστήρια τοῦ ἅδη. Ἀπὸ ἀπροσεξία, ἄφησα νὰ γεννηθεῖ καὶ νὰ στερεωθεῖ στὴν καρδιά μου μιὰ ἐμπαθὴς ἕλξη πρὸς ἕναν ὄμορφο νέο. Ἔφερνα στὸν νοῦ μου τὴ μορφή του κι ἔνιωθα εὐχαρίστηση, ὅταν ἑνωνόμουν φανταστικὰ μαζί του. Καταλάβαινα πώς αὐτὸ ἦταν ἁμαρτία, ἄλλα ντρεπόμουνα νὰ τὸ φανερώσω στὸν πνευματικὸ κατὰ τὴν Ἐξομολόγηση. Καὶ νὰ ποιὰ εἶναι ἡ συνέπεια τῆς αἰσχρῆς ἱκανοποιήσεώς μου μὲ τοὺς ἀκάθαρτους λογισμοὺς καὶ τὶς ἀσελγεῖς φαντασιώσεις: Στὸ τέλος μου, οἱ ἅγιοι ἄγγελοι μὲ ἀποστράφηκαν καὶ μὲ ἄφησαν στὰ χέρια τῶν δαιμόνων. Ἔτσι, τώρα καίγομαι στὶς φλόγες τῆς γέεννας, καὶ θὰ φλέγομαι αἰώνια χωρὶς ποτὲ νὰ καῶ, καθὼς δὲν τελειώνει ὁ βασανισμὸς ἐκείνων πού δὲν ἀξιώθηκαν ν’ ἀνέβουν στὸν οὐρανό! Ἀναστέναξε πάλι, ἡ δύστυχη, κι ἔτριξε τὰ δόντια της, πρὶν τὴν ἁρπάξει ἡ κοχλαστὴ λάβα καὶ τὴν ἐξαφανίσει ἀπὸ τὰ μάτια τῆς ἡγούμενης. 


Στις παρακάτω δύο περιπτώσεις η λεπτή ύλη του Παραδείσου, με παραχώρηση του Θεού, συμπυκνώθηκε, για να γίνει αισθητή στους ανθρώπους

Αξιομνημόνευτες είναι καί δύο διηγήσεις γιά τούς οσίους Παύλο τόν Υποτακτικό καί Ευφρόσυνο τόν Μάγειρο, τίς οποίες διέσωσε ἡ ἐκκλησιαστική παράδοση.

Τόν όσιο Παύλο τόν είδαν στον παράδεισο οι πιο ευλαβείς αδελφοί της μονής του, την ώρα τού ύπνου τους, καί τόν όσιο Ευφρόσυνο τόν είδε, επίσης, στον παράδεισο ό ηγούμενός του Βλάσιος, πέφτοντας σε έκσταση -κατάσταση στήν οποία βρίσκονται συνήθως όσοι βλέπουν οράματα, όπως γίνεται φανερό καί από τίς Πράξεις τών Αποστόλων.
Καί στις δύο περιπτώσεις ό παράδεισος περιγράφεται ώς μεγάλος κήπος μέ ανέκφραστη ωραιότητα καί υπέροχη ευωδία Ό όσιος Παύλος μοίρασε στούς πατέρες λουλούδια, κλαδιά, φύλλα, βότανα, ότι ήθελε ό καθένας από τόν θεϊκό κήπο. Κι εκείνοι, μόλις ξύπνησαν, βρήκαν στα χέρια τους αυτά πού είχαν πάρει από την παραδείσια βλάστηση. Ό όσιος Ευφρόσυνος, πάλι, έδωσε στον ηγούμενο Βλάσιο τρία μυρωδάτα μήλα. Ό ηγούμενος, όταν συνήλθε, βρήκε τά μήλα στα χέρια του. Τά έκοψε καί τά μοίρασε στούς αδελφούς, πού, όταν τά γεύθηκαν, ένιωσαν μιαν ανέκφραστη πνευματική ευφροσύνη όσοι, μάλιστα, ήταν άρρωστοι, θεραπεύθηκαν.
Στις παραπάνω δύο περιπτώσεις ή λεπτή ύλη τού παραδείσου, με παραχώρηση τού Θεού, συμπυκνώθηκε, γιά να γίνει αισθητή στους ανθρώπους.

 

 

“Περὶ κενοδοξίας”

Ἡ κενοδοξία λέει ὁ Μέγας Βασίλειος εἶναι ὁ γλυκὸς κλέφτης τοῦ πνευματικοῦ πλούτου. Αὐτὸς ποὺ πολεμάει μὲ γλυκὸ τρόπο τὶς ψυχές μας. Ὁ σκόρος τῶν ἀρετῶν, ποὺ μὲ ἡδονὴ λεηλατεῖ καθετὶ δικό μας, ποὺ περιβάλλει μὲ μέλι τὸ δηλητήριο τῆς οἰκείας ἀπάτης, ποτίζοντας μ’αὐτὸ τὸ ὀλέθριο ποτήρι τὶς διάνοιες τῶν ἀνθρώπων. Read more

 


Εὐεργετινὸς – Τόμος Πρώτος

E3wfullo

Μπορείτε να διαβάσετε ή να αποθηκεύσετε (download) το βιβλίο (σε μορφή .pdf) εδώ :Ευεργετινός – Τόμος Πρώτος

( * Το .pdf έχει μέγεθος 271 ΜΒ, να είστε υπομονετικοί, χρειάζεται κάποια λεπτά για να ανοίξει ή να αποθηκευθεί).

Εὐεργετινός, ἤτοι Συναγωγὴ τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καὶ διδασκαλιῶν τῶν Θεοφόρων καὶ Ἁγίων Πατέρων. (Ἀπὸ πάσης Γραφῆς θεοπνεύστου συναθροισθεῖσα, οἰκείως τὲ καὶ προσφόρως ἐκτεθεῖσα παρὰ Παύλου τοῦ Ὀσιωτάτου μοναχοῦ, καὶ κτήτορος Μονῆς τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Εὐεργέτιδας, καὶ Εὐεργετινοὺ ἐπικαλουμένου. Ἤτις ληφθεῖσα, ἐκ τῆς Βιβλιοθήκης τῆς ἐν Ἁγιωνύμῳ Ὄρει Ἱερᾶς, Βασιλικῆς τέ, καὶ Πατριαρχικῆς Μονῆς τοῦ Κουτλουμούση ἐπονομαζομένης. Νῦν πρῶτον τύποις ἐξεδόθη, Ἐνετίησι 1783. Ἐκδιδομένη τὸ πρῶτον μετὰ πλήρους ἑρμηνείας εἰς τὴν ἁπλὴν Ἑλληνικὴν τῶν ἐμπεριεχομένων κειμένων. Εἰκονογραφημένη κατὰ τὴν παράδοσιν. Πεπλουτισμένη διὰ πλείστων ὑπομνημάτων. Ἐκδίδεται ἀναλώμασι καὶ ἐπιμέλεια ὑπὸ τοῦ Ἐπισκόπου Οἰνόης Ματθαίου Λαγγῆ, Ἔκδοσις Ἕκτη, Ἀθῆναι 1985).

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ τόμου Α’

Ἐξώφυλλο.
Πρόλογος τῆς ἕκτης ἐκδόσεως.
Πρόλογος.
Προοίμιον.
Ὑπόθεσις A΄- Κανεὶς δὲν πρέπει ποτὲ νὰ ἀπελπίζεται, ἔστω καὶ ἂν διέπραξε πολλᾶς ἁμαρτίας, ἀλλὰ νὰ ἐλπίζη, ὅτι διὰ τῆς μετανοίας θὰ σωθῆ.
Ὑπόθεσις Β΄- Πρέπει ἐνόσω εὐρισκόμεθα εἰς τὴν παροῦσαν ζωὴν νὰ κάμνωμεν τὸ καλὸν καὶ νὰ μὴν ἀναβάλλωμεν εἰς τὸ μέλλον. Μετὰ θάνατον δὲν ὑπάρχει διόρθωσις.
Ὑπόθεσις Γ΄- Περὶ τοῦ πὼς πρέπει νὰ μετανοῶμεν.
Ὑπόθεσις Δ΄- Ὅτι οἱ ἀσθενεῖς πρέπει νὰ ὁδηγοῦνται σιγά- σιγὰ εἰς τὰ ἔργα τῆς μετανοίας
Ὑπόθεσις E΄- Ὅτι πρέπει πάντοτε νὰ ἐνθυμούμεθα τὸν θάνατον καὶ τὴν μέλλουσαν κρίσιν, διότι ἐκεῖνοι ποὺ δὲν ἀναμένουν διαρκῶς τὸν θάνατον καὶ τὴν μέλλουσαν κρίσιν εὐκόλως κυριεύονται ἀπὸ τὰ πάθη.
Ὑπόθεσις ς΄- Ἡ χαρὰ στοὺς οὐρανοὺς εἶναι ἀνέκφραστος, ὅπως καὶ ἡ δόξα, ποὺ ἀναμένει τοὺς Ἁγίους, δί΄αὐτὸ πρέπει νὰ ἐπιθυμῶμεν μὲ ὅλην μας τὴν ψυχὴν τὴν ἐπουράνιον χαρὰν καὶ τὴν δόξαν τῶν Ἁγίων. Ἀπὸ ὅσα ὑπάρχουν ἢ ὅσα πράττομεν ἠμεῖς, τίποτε δὲν εἶναι ἀντάξιόν της χαρᾶς καὶ τῆς δόξης ἐκείνης.
Ὑπόθεσις Ζ΄- Πολλᾶς φορᾶς αἳ ψυχαὶ τῶν ἐναρέτων ἀνθρώπων ἐνθαρρύνονται, κατὰ τὴν ὥραν τοῦ θανάτου, ὑπὸ θείας τινὸς ἐπισκιάσεως, καὶ ἔτσι ἀποχωρίζονται ἀπὸ τὸ σῶμα.
Ὑπόθεσις Η΄- Περὶ ἐκείνων οἱ ὁποῖοι ἀποθνήσκουν καὶ ἐπανέρχονται πάλιν εἰς τὴν ζωήν, αὐτὸ συμβαίνει κατὰ θείαν οἰκονομίαν. Καὶ ὅτι πολλᾶς φορᾶς οἱ ἁμαρτωλοί, ἐνῶ ἀκόμη ἀναπνέουν, βλέποντες τὰ εὑρισκόμενα εἰς τὸν Ἅδην βασανιστήρια καὶ τοὺς δαίμονας, τρέμουν. Ὑπὸ τὸ κράτος δὲ αὐτοῦ τοῦ τρόμου ἀποχωρίζονται αἳ ψυχαὶ τῶν ἀπὸ τὸ σῶμα.
Ὑπόθεσις Θ΄- Ἀπόδειξις περὶ τοῦ ποὺ πηγαίνουν αἳ ψυχαὶ τῶν ἀποθνησκόντων καὶ πὼς εἶναι μετὰ τὸν χωρισμόν τους ἀπὸ τὸ σῶμα.
Ὑπόθεσις Ι΄- Ἡ ψυχὴ μετὰ τὴν ἔξοδον τῆς ἐκ τοῦ σώματος δέχεται φοβερὰν ἐξέτασιν εἰς τὸν ἀέρα, ἀπὸ τὰ πονηρὰ πνεύματα ποὺ τὴν συναντοῦν καὶ τῆς ἐμποδίζουν τὴν ἄνοδον.
Ὑπόθεσις ΙΑ΄- Περὶ τοῦ ὅτι μετὰ θάνατον αἳ ψυχαὶ κατατάσσονται εἰς τὸ ἴδιον μέρος μὲ τᾶς ψυχᾶς ὅσων ἔζησαν κάθ΄ὅμοιον τρόπον ἐπάνω εἰς τὴν Γῆν.
Ὑπόθεσις ΙΒ΄- Οἱ θεοφιλεῖς γονεῖς πρέπει νὰ χαίρωνται καὶ νὰ εὐχαριστοῦνται διὰ τοὺς πειρασμοὺς ποὺ ὑφίστανται τὰ τέκνα τῶν χάριν τοῦ Κυρίου. Ἀκόμη δὲ πρέπει οἱ ἀγαπῶντες τὸν Θεὸν γονεῖς νὰ προτρέπουν τὰ τέκνα τῶν νὰ ἀγωνίζωνται καὶ νὰ κινδυνεύουν διὰ τὴν ἀρετὴν
Ὑπόθεσις ΙΓ΄- Ὁ ἀποτασσόμενος πρέπει νὰ ξενιτεύη. Περὶ ποῖας ξενιτείας πρόκειται καὶ ποὶα ὠφέλεια προέρχεται ἐξ αὐτῆς, καὶ ποὶοι εἶναι οἱ καταλληλότεροι τόποι πρὸς ἄσκησιν
Ὑπόθεσις ΙΔ΄- Ἀπὸ ποὺ γεννᾶται κάτ΄ἀρχὰς εἰς τὸν ἄνθρωπον ὁ φόβος πρὸς τὸν Θεὸν καὶ ἡ ἀγάπη καὶ ἐπὶ πόσον καιρὸν ὁ ἄνθρωπος χρεωστεῖ νὰ φοβῆται καὶ νὰ ἀγαπᾶ τὸν Θεόν.
Ὑπόθεσις ΙΕ΄- Εἶναι ἀνάγκη, αὐτοὶ ποὺ ἐγκαταλείπουν τὸν κόσμον, νὰ μὴ ἐπικοινωνοῦν μὲ τοὺς κατὰ σάρκα συγγενεῖς τῶν οὔτε νὰ τρέφουν ἀπέναντι τῶν τὴν ἐλάχιστην συμπάθειαν.
Ὑπόθεσις Ις΄- Πρέπει ἐξ ἴσου μὲ τοὺς ἄλλους ἀδελφοὺς νὰ ἀγαπῶμεν τοὺς σαρκικοὺς συγγενεῖς μας, ἔφ΄ὅσον βεβαίως καὶ ἐκεῖνοι ἀκολουθοῦν τὸν ἴδιον τρόπον ζωῆς. Ἐὰν ὅμως ἔχουν ἀντίθετον διαγωγήν, τότε πρέπει νὰ τοὺς ἀποφεύγωμεν ὡς ἐπιβλαβεῖς.
Ὑπόθεσις ΙΖ΄- Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος γίνεται Μοναχὸς πρέπει ἀπὸ ὅλα νὰ γυμνωθῆ. Πῶς πρέπει νὰ τακτοποιῆ αὐτὰ ποὺ τοῦ ἀνήκουν. Ἡ ὕπαρξις ἀτομικῆς περιουσίας διὰ τὸν Μοναχὸν μέσα εἰς τὸ Κοινόβιον εἶναι ὁλοφάνερη καταστροφή.
Ὑπόθεσις ΙΗ΄- Πρέπει ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος θέλει νὰ σωθῆ, νὰ ἐπιδιώκη τὴν συναναστροφὴν τῶν ἐναρέτων ἀνθρώπων, ὡς πάρα πολὺ ὠφέλιμον, νὰ τοὺς ἐρωτά, μετὰ σφοδρᾶς ἐπιθυμίας καὶ πόθου φλογεροῦ, διὰ νὰ μανθάνη ἀπὸ αὐτοὺς ὅσα εἶναι ἀπαραίτητα διὰ τὴν ψυχικὴν σωτηρίαν.
Ὑπόθεσις ΙΘ΄- Περὶ τοῦ ὅτι εἶναι ἀναγκαία ἡ ὑποταγή. Ποιὰ ὠφέλεια προέρχεται ἐξ αὐτῆς καὶ πὼς τὴν κατορθώνει ὁ ἄνθρωπος.
Ὑπόθεσις Κ΄- Περὶ τοῦ ὅτι δὲν πρέπει νὰ ἐμπιστεύεται κανεὶς εἰς τὸν ἑαυτὸν τοῦ διὰ τίποτε, ἀλλὰ νὰ ἀκούη τὴν συμβουλὴν τῶν Πατέρων εἰς ὅλα καὶ νὰ ἐξομολογῆται καθαρῶς τὰ μυστικά της καρδίας του, χωρὶς νὰ ἀποκρύπτη τίποτε.
Ὑπόθεσις ΚΑ΄- Περὶ τοῦ ὅτι πρέπει νὰ ἐξομολογούμεθα τοὺς λογισμούς μας εἰς τοὺς διακριτικοὺς ἐκ τῶν Πατέρων καὶ νὰ μὴ τοὺς ἐμπιστευώμεθα εἰς τοὺς τυχαίους. Πῶς πρέπει νὰ ἐρωτῶμεν, καὶ μὲ ποὶαν πίστιν νὰ δεχώμεθα τᾶς ἀπαντήσεις τῶν Πατέρων. Καὶ ὅτι, διὰ τῆς πίστεως αὐτῆς, νὰ συνεργῶμεν εἰς τὴν ἐπιτυχίαν τοῦ ἀγαθοῦ.
Ὑπόθεσις ΚΒ΄- Περὶ τοῦ ὅτι ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος θέλει νὰ σωθῆ, πρέπει νὰ ἀποφεύγη τᾶς συναναστροφᾶς τῶν ἀπροσέκτων ἀνθρώπων, καὶ τοὺς θορύβους. Εἶναι δὲ ἀναγκαία ἡ ἀποξένωσίς του ἀπὸ τὸν κόσμον δί΄ἐκεῖνον ποὺ θέλει νὰ σωθῆ.
Ὑπόθεσις ΚΓ΄- Περὶ τοῦ ὅτι πρέπει νὰ ἀποφεύγωμεν ὅλους ὅσοι μας βλάπτουν, ἔστω καὶ ἐὰν εἶναι φίλοι, ἤ μας εἶναι τελείως ἀπαραίτητοι.
Ὑπόθεσις ΚΔ΄- Περὶ τοῦ ὅτι πρέπει ὁ ἀρνηθεῖς τὰ ἐγκόσμια νὰ μὴ ἀναμυγνείεται καθόλου εἰς βιοτικᾶς ὑποθέσεις ἔστω καὶ ἂν φαίνωνται δικαιολογημέναι, ἀλλὰ καὶ δί΄αὐτᾶς νὰ ἐμπιστεύεται εἰς τὴν Θείαν Πρόνοιαν.
Ὑπόθεσις ΚΕ΄- Περὶ τοῦ ὅτι ἡ κακία εἶναι εὔκολη καὶ εἶναι πολλοὶ αὐτοὶ ποὺ τὴν προτιμοῦν, πρὸ πάντως δὲ τώρα. Ἀντιθέτως, ἡ ἀρέτη ἀπαιτεῖ κόπον καὶ εἶναι ὀλίγοι αὐτοὶ ποὺ τὴν ἀσκοῦν. αὐτοὺς ὅμως πρέπει νὰ μιμούμεθα καὶ νὰ μὴ προσέχωμεν εἰς τοὺς πολλούς.
Ὑπόθεσις Κς΄- Περὶ τοῦ ὅτι πρέπει νὰ δεχώμεθα τοὺς προσερχομένους εἰς τὴν μοναχικὴν πολιτείαν κατόπιν πολλῆς δοκιμασίας. Διότι οἱ εἰσελθῶντες εἰς τὴν μοναχικὴν πολιτείαν, κατόπιν δοκιμασίας, ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον γίνονται δοκιμώτατοι. Ποιὰ πράγματα πρέπει νὰ ἐπιτρέπωμεν εἰς αὐτούς.
Ὑπόθεσις ΚΖ΄- Περὶ τοῦ ὅτι δὲν πρέπει νὰ ἀποκρούωνται τελείως καὶ αἳ ἐκ διαφόρων περιστατικῶν ἀρνήσεις τοῦ κόσμου καὶ δὲν πρέπει νὰ ἀποδιώκωμεν ἀμέσως ὁποιονδήποτε προσέλθη εἰς τὸ Κοινόβιον καὶ ζητεῖ θερμῶς νὰ παραμείνη μὲ τοὺς ἀδελφούς, πρὶν ἐξετάσωμεν λεπτομερῶς τὰ κάτ΄αὐτόν. Ἀλλὰ νὰ τοῦ παραχωρῶμεν κάποια δυνατότητα παραμονῆς, καὶ νὰ τὸν δοκιμάζωμεν, σύμφωνα μὲ αὐτά, ποὺ προεγράψαμεν. Ἀφοῦ δὲ διαπιστώσωμεν ὅτι ἐμμένει εἰς τὴν πρόθεσίν του, καὶ μετὰ τὴν δοκιμασίαν, νὰ τὸν κάμνωμεν δεκτὸν εἰς τὸ Κοινόβιον, ἐκτὸς ἂν συμβαίνη κάτι, ποὺ τὸ ἀπαγορεύουν οἱ θεῖοι νόμοι.
Ὑπόθεσις ΚΗ΄- Περὶ τοῦ ἀπὸ ποὺ πρέπει νὰ ἀρχίζωμεν τὴν ἄσκησιν, καὶ ὅτι ὅσοι ἀρχίζουν ἔχουν ἀνάγκην ὑπομονῆς καὶ πιέσεως τοῦ ἑαυτοῦ τῶν, διότι ἡ ἀρετὴ εἰς τὴν ἀρχὴν μὲν φαίνεται ὅτι εἶναι δύσκολος, ἐξ αἰτίας τῶν παθῶν καὶ τῶν προκαταλήψεων. Ὕστερον ὅμως ἀποβαίνει παρὰ πολὺ εὐκολοκατόρθωτος. Καὶ ὅτι πάρα πολὺ ὠφελεῖ ἡ ἰσχυρὰ θεμελίωσις εἰς τὴν ἀρχήν. Καὶ ὅτι εἶναι ἀδύνατον νὰ ἀκολουθήση τὸν Χριστὸν ἢ νὰ κατορθώση ὁποιανδήποτε ἀρετήν, ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος δὲν θὰ προετοιμάση τὸν ἑαυτὸν τοῦ ὡς νὰ ἐπίκειται ὁ θάνατός του.
Ὑπόθεσις ΚΘ΄- Περὶ τοῦ ὅτι τὸν ἀγωνιζόμενον μὲ ὅλην τὴν δύναμίν του καὶ οἱ δαίμονες τὸν πολεμοῦν μὲ μανίαν, ἐνῶ ἀδιαφοροῦν διὰ τοὺς ἀμελεῖς, ἐπειδὴ τοὺς ἔχουν ὑποχείριους. Αὐτοὶ ποὺ θέλουν τὸ ἀγαθὸν εὑρίσκουν σύμμαχον τῶν τὸν Θεόν, ὁ Ὁποῖος καὶ τοὺς πολέμους ἐπιτρέπει πρὸς τὸ πνευματικό μας συμφέρον.
Ὑπόθεσις Λ΄- Περὶ τοῦ ὅτι δὲν πρέπει εἰς ὅλα ὅσα ἁμαρτάνομεν, νὰ θεωρῶμεν ὡς αἰτίους τοὺς δαίμονας, ἀλλὰ τοὺς ἑαυτούς μας. Διότι ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι προσέχουν, οὔτε οἱ δαίμονες ἠμποροῦν νὰ βλάψουν, ἐπειδὴ εἶναι μεγάλη ἡ παρὰ Θεοῦ βοήθεια. Ἀναλόγως δὲ πρὸς τὴν δύναμιν τῶν ἀνθρώπων, ὁ Θεὸς ἐπιτρέπει καὶ τοὺς πολέμους.
Ὑπόθεσις ΛΑ΄- Περὶ τοῦ ὅτι πρέπει αὐτὸς ποὺ προσῆλθεν εἰς τὸν ἀσκητικὸν βίον, τότε μόνον νὰ ἐνδύεται τὸ Μαναχικὸν ἔνδυμα, ἀφοῦ ἐκγυμνασθῆ ἀρκετὰ εἰς τᾶς ἀρετᾶς καὶ ὅτι τὸ Μοναχικὸν σχῆμα εἶναι τίμιον, ψυχωφελὲς καὶ σωτήριον.
Ὑπόθεσις ΛΒ΄- Περὶ τοῦ ὅτι πρέπει ὁ πιστὸς νὰ παρουσιάζη τὸν τρόπον τοῦ βίου, ποὺ ἁρμόζει εἰς τὸ σχῆμα του. Διότι ἐκεῖνος ποὺ δὲν ζῆ σύμφωνα μὲ τὸ σχῆμα του, δὲν εἶναι πιστός. Ἐπίσης τὸ κατὰ Θεὸν γῆρας δὲν χαρακτηρίζεται ἀπὸ τὸν χρόνον, ἀλλὰ ἀπὸ τὸν τρόπον μὲ τὸν ὁποῖον ζῆ ὁ ἄνθρωπος.
Ὑπόθεσις ΛΓ΄- Περὶ τοῦ ὅτι ὁ πιστὸς πρέπει μετὰ προθυμίας νὰ παραδέχεται ὅσα τοῦ ὑποδεικνύει ὁ πνευματικός του πατήρ, διότι εἶναι συμφέροντα, ἔστω καὶ ἐὰν τοῦ προκαλοῦν λύπην ἢ εἶναι κοπιαστικά. Διότι πρὸς τὸν σκοπὸν αὐτὸν καὶ διὰ τὴν ἀνακούφισιν ἀπὸ τᾶς θλίψεις δίδεται καὶ ἀπὸ τὸν Θεὸν τὸ ἔλεος.
Ὑπόθεσις ΛΔ΄- Πρέπει καὶ μέχρι θανάτου ἀκόμα, νὰ ὑπακούωμεν εἰς τοὺς ἐν Κυρίῳ προεστώτας, νὰ ἀγαπῶμεν δὲ καὶ νὰ σεβώμεθα αὐτούς.
Ὑπόθεσις ΛΕ΄- Ὅτι πρέπει νὰ ὑποτασσώμεθα μὲ ἁπλότητα εἰς τοὺς ἐν Κυρίῳ προεστώτας καὶ νὰ δεχώμεθα τᾶς ἐντολᾶς τῶν ὡς προερχόμενας ἐκ Θεοῦ, χωρὶς νὰ τᾶς ἐλέγχωμεν καὶ χωρὶς νὰ τᾶς πολυεξετάζωμεν ἢ νὰ διορθώνωμεν, ἔστω καὶ ἂν πρὸς τὸ παρὸν φαίνωνται ὅτι δὲν μᾶς συμφέρουν.
Ὑπόθεσις Λς΄- Ποὶα εἶναι ἡ ἁμαρτία τῆς ἀπείθειας καὶ τοῦ γογγυσμοῦ πρὸς τοὺς ἐν Κυρίῳ διδασκάλους. Καὶ ὅτι ὁ Χριστιανὸς δὲν πρέπει νὰ ἀντιλέγη καθόλου ἢ νὰ δικαιολογῆται, ἀλλὰ εἰς ὄλας τᾶς περιπτώσεις νὰ ἀντιστέκεται εἰς τὸ ἰδικὸν τοῦ θέλημα καὶ νὰ ἀγαπᾶ τὸν ἔλεγχον καὶ νὰ μὴν τὸν ἀποφεύγη.
Ὑπόθεσις ΛΖ΄- Δὲν πρέπει νὰ κατακρίνωμεν τὸν διδάσκαλον, ἔστω καὶ ἐὰν κάνη μερικὰ πράγματα, ἀντίθετα τῶν ὅσων διδάσκει. Διότι πολλοὶ μαθητὲς ἐμπιστευθέντες τοὺς ἑαυτοὺς τῶν εἷς ἀμελεῖς διδασκάλους, ἐπειδὴ δὲν τοὺς κατέκριναν, ἀλλὰ παρέμειναν εἰς αὐτοὺς ὑποτασσόμενοι ἐν Κυρίῳ, αὐτοὶ μὲν ἐσώθησαν, ἀλλὰ καὶ πολλάκις ἔγιναν αἴτιοι νὰ σωθοῦν καὶ οἱ διδάσκαλοι.
Ὑπόθεσις ΛΗ΄- Πολλάκις ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ διδάσκει τὰ πρέποντα, εἰς ὅσους προσέχουν τὸν ἑαυτὸν τῶν καὶ ἐμπιστεύονται εἰς τὴν πρόνοιαν τοῦ Θεοῦ, μὲ ἁπλοὺς καὶ ἀγνώστους ἀνθρώπους. Οἱ ταπεινόφρονες καταδέχονται νὰ διδάσκωνται καὶ ἀπὸ τοὺς τυχόντας.
Ὑπόθεσις ΛΘ΄- Ὅτι ὁ πιστὸς δὲν πρέπει νὰ στηρίζη τὸ θάρρος τοῦ εἰς τὸν ἑαυτόν του, ἀλλὰ νὰ πιστεύη ὅτι διὰ τοῦ πνευματικοῦ αὐτοῦ Πατρὸς καὶ σώζεται καὶ ἐνισχύεται εἰς κάθε καλόν, καὶ νὰ ζητῆ τᾶς εὐχᾶς τοῦ γέροντός του, διότι αὖται ἔχουν μεγάλην δύναμιν.
Ὑπόθεσις Μ΄- Ὅτι δὲν πρέπει νὰ ἐξέρχεται κανεὶς εὔκολα ἢ νὰ ἀναχωρῆ ἀπὸ τὸ Μοναστήρι, εἰς τὸ ὁποῖον ὑπεσχέθη, ἐνώπιόν του Θεοῦ, νὰ παραμείνη μέχρι τέλους τῆς ζωῆς του. Διότι οἱ Πατέρες οὔτε ἀπὸ τὸ κελλὶ τῶν δὲν ἐξήρχοντο, μέσα εἰς τὸ ὁποῖον εὗρον μεγάλην ἀσφάλειαν.
Ὑπόθεσις ΜΑ΄- Περὶ τοῦ ὅτι εἶναι ἐπικίνδυνον διὰ τοὺς ἀγυμνάστους νὰ μένουν τελείως μόνοι.
Ὑπόθεσις ΜΒ΄- Ὅτι δὲν πρέπει νὰ ἀντιλέγωμεν μὲ τρόπον φιλόνεικον οὐδὲ δί΄ἐκεῖνα, ποὺ θεωροῦνται καλά, ἀλλά, χάριν τοῦ Θεοῦ, νὰ ὑποτασσώμεθα, εἰς ὅλα, εἰς τὸν πλησίον.
Ὑπόθεσις ΜΓ΄- Ὅτι ὅλα ὅσα γίνονται, διὰ τῆς δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ γίνονται. Δί΄αὐτὸ πρέπει πάντοτε ὁ πιστὸς νὰ ἀκολουθῆ τὴςν Θείαν πρόνοιαν καὶ νὰ μὴ ἐπιδιώκη τὸ θέλημά του, ἀλλὰ νὰ ἐπιζητῆ τὸ θελῆμα τοῦ Θεοῦ. Διότι ὅποιος τοιουτοτρόπως ἐνεργεῖ ἢ δέχεται τὰ γεγονότα, ἀναπαύεται ψυχικῶς.
Ὑπόθεσις ΜΔ΄- Ὅτι ἡ ταπεινοφροσύνη εἶναι τελείως ἀκατανίκητος ἀπὸ τοὺς δαίμονας, καὶ πὼς γεννᾶται ἡ ταπεινοφοσύνη καὶ ποὶα εἶναι ἡ δύναμίς της. Ὅτι ἡ ταπείνωσις περισσότερον ἀπὸ ὄλας τᾶς ἀρετᾶς ἔχει τὴν δύναμιν καὶ μόνη της νὰ σώση τὸν ἄνθρωπον.
Ὑπόθεσις ΜΕ΄- Ὅτι χαρακτηριστικὸν γνώρισμα τοῦ ταπεινόφρονος εἶναι τὸ νὰ μέμφεται τὸν ἑαυτόν του, νὰ τὸν ἐξουθενώνη καὶ νὰ θεωρῆ ὅτι δὲν ἀξίζουν τίποτε ὅσα καὶ ὁποιαδήποτε καλὰ καὶ ἂν κάνη. Ποῖαι εἶναι αἳ ἰδιότητες τῆς ταπεινοφροσύνης καὶ ποὶοι οἱ καρποί της.
Ὑπόθεσις Μς΄- Περὶ τοῦ ποὶον εἶναι τὸ κέρδος ἀπὸ τὸ νὰ μεμφώμεθα τὸν ἑαυτόν μας
Ὑπόθεσις ΜΖ΄- Ὅτι δὲν πρέπει νὰ ζητῶμεν τιμήν, ἢ νὰ ἐπιθυμῶμεν πρωτεῖα. Διότι ὅσα θεωροῦν οἱ ἄνθρωποι ἀξιόλογα, θεωροῦνται ἀπὸ τὸν Θεὸν βδελυκτά.
Ὑπόθεσις ΜΗ΄- Ὅτι τὸ νὰ φαινώμεθα ταπεινοί, ὅταν τοῦτο γίνεται ἄκαιρα ἢ ὑπερβολικά, δὲν εἶναι ὠφέλιμον ἀλλὰ βλαβερόν. Καὶ τί πρέπει νὰ πράττωμεν πρὸς τοὺς ἐπαινοῦντας καὶ ὅτι ἐκεῖνον ποὺ προσέχει οἱ ἔπαινοι εἰς τίποτε δὲν τὸν βλάπτουν.
Ὑπόθεσις ΜΘ΄- Περὶ τοῦ πὼς πρέπει καὶ ποὶα καὶ μέχρι ποίου σημείου νὰ χρησιμοποιῶμεν τὰ ἐνδύματα διὰ τὴν κάλυψιν τοῦ σώματος. Καὶ πὼς οἱ Πατέρες ἠγάπων, τὴν εὐτέλειαν καὶ εἰς αὐτὰ τὰ ἐνδύματα. Αὐτὴν πρέπει νὰ προτιμᾶ ὁ πιστὸς εἰς πάσαν περίστασιν.
Ὑπόθεσις Ν΄- Ὅτι δὲν πρέπει πρὸς εὐχαρίστησιν ἢ ἀπὸ σφοδρᾶν ἐπιθυμίαν νὰ πράττωμεν τίποτε.
Πίναξ Περιεχομένων

____________________________________________________________________

Μπορείτε επίσης να διαβάσετε η να αποθηκεύσετε το βιβλίο στο scribd :

Α. Ευεργετινός – Τόμος Πρώτος (Υπόθεσις Α΄- ΚΕ΄). Ενετίησι 1783, εκδ. έκτη 1985.

Β. Ευεργετινός – Τόμος Πρώτος (Υπόθεσις Κς΄- Ν΄). Ενετίησι 1783, εκδ. έκτη 1985.


Εὐργετινός – Τόμος Δεύτερος

Μπορείτε να διαβάσετε ή να αποθηκεύσετε (download) το βιβλίο (σε μορφή .pdf) εδώ :

Ευεργετινός – Τόμος Δεύτερος

( * Το .pdf έχει μέγεθος 243 ΜΒ, να είστε υπομονετικοί, χρειάζεται κάποια λεπτά για να ανοίξει ή να αποθηκευθεί).

Μ 001

Εὐεργετινός, ἤτοι Συναγωγὴ τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καὶ διδασκαλιῶν τῶν Θεοφόρων καὶ Ἁγίων Πατέρων. (Ἀπὸ πάσης Γραφῆς θεοπνεύστου συναθροισθεῖσα, οἰκείως τὲ καὶ προσφόρως ἐκτεθεῖσα παρὰ Παύλου τοῦ Ὀσιωτάτου μοναχοῦ, καὶ κτήτορος Μονῆς τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Εὐεργέτιδας, καὶ Εὐεργετινοὺ ἐπικαλουμένου. Ἤτις ληφθεῖσα, ἐκ τῆς Βιβλιοθήκης τῆς ἐν Ἁγιωνύμῳ Ὄρει Ἱερᾶς, Βασιλικῆς τέ, καὶ Πατριαρχικῆς Μονῆς τοῦ Κουτλουμούση ἐπονομαζομένης. Νῦν πρῶτον τύποις ἐξεδόθη, Ἐνετίησι 1783. Ἐκδιδομένη τὸ πρῶτον μετὰ πλήρους ἑρμηνείας εἰς τὴν ἁπλὴν Ἑλληνικὴν τῶν ἐμπεριεχομένων κειμένων. Εἰκονογραφημένη κατὰ τὴν παράδοσιν. Πεπλουτισμένη διὰ πλείστων ὑπομνημάτων. Ἐκδίδεται ἀναλώμασι καὶ ἐπιμέλεια ὑπὸ τοῦ Ἐπισκόπου Οἰνόης Ματθαίου Λαγγῆ, Ἔκδοσις Ἕκτη, Ἀθῆναι 1985).

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ τόμου Β’

Ἐξώφυλλο.

Ὑπόθεσις Α΄- Ὅσοι αὐτοεξευτελίζονται θεωροῦνται ἄξιοι τιμῆς ἀπὸ τὸν Θεόν.

Ὑπόθεσις Β΄- Ἐκ φύσεως ἡ μὲν ἐξουδένωσις προκαλεῖ ταπείνωσιν, ἡ δὲ τιμὴ τὴν ὑπερηφάνειαν. Δί΄αὐτὸ καὶ οἱ ταπεινόφρονες, ὅταν μὲν περιφρονοῦνται χαίρουν, ἐνῶ ὅταν τμῶνται λυποῦνται.

Ὑπόθεσις Γ΄- Ὅτι δὲν πρέπει νὰ κανεὶς νὰ μένη ἀργός, ἀλλὰ καὶ σωματικῶς νὰ ἐργάζεται, καὶ ὅτι ἡ ἀργία γίνεται αἴτιος πολλῶν κακῶν.

Ὑπόθεσις Δ΄- Δία ποὶον σκοπὸν πρέπει νὰ ἐργάζεται ὁ Μοναχός, πόσον χρόνον καὶ ποὶα ἔργα πρέπει νὰ ἐκτελῆ.

Ὑπόθεσις Ε΄- Ποὶα πρέπει νὰ φυλάττουν οἱ ἀδελφοί, ὅταν ἐργάζωνται μαζί.

Ὑπόθεσις ς΄- Ὅτι εἰς τὸ Κοινόβιον δὲν πρέπει νὰ ἔχη κανεὶς κάτι ἰδικόν του. Δί΄ ἐκεῖνον δὲ ποὺ θὰ ἀποκτήση κάτι ὑπάρχει κίνδυνος νὰ κληρονομήση βαρύτατην κόλασιν.

Ὑπόθεσις Ζ΄- Ὅτι ἐκεῖνος ποὺ καταπροδίδει ἢ ἀφαιρεῖ κάτι ἀπὸ τὰ πράγματα ποὺ ἀνήκει εἰς τὸ Μοναστήρι, ἁμαρτάνει πάρα πολὺ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ θὰ κολασθεῖ περισσότερον. Δί΄ αὐτὸ πρέπει νὰ τὰ φροντίζωμεν πολὺ ὡς ἀφιερωμένα εἰς τὸν Θεὸν καὶ νὰ μὴ περιφρονῶμεν οὔτε τὰ πλέον ἀσήμαντα καὶ ὅτι παντοῦ ἡ ἀμέλεια ζημιώνει.

Ὑπόθεσις Η΄- Μὲ ποὶαν διάθεσιν πρεπέι νὰ ὑπηρετοῦμεν ἢ νὰ ὑπηρετούμεθα καὶ ποῖον εἶναι τὸ κέρδος ἀπὸ τὴν ὑπηρεσίαν αὐτήν.

Ὑπόθεσις Θ΄- Πότε καὶ ἀπὸ ποὶους πρέπει νὰ προτιμᾶται ἡ ὑπηρεσία ἀπὸ τὴν προσευχήν.

Ὑπόθεσις Ι΄- Πρέπει μὲ προθυμίαν νὰ ἐγειρώμεθα τὴν νύκτα εἰς τὴν προσευχὴν καὶ μὲ ὑπομονὴν νὰ τὴν παρακολουθῶμεν. Ἀπὸ ποὺ καὶ διὰ ποὶαν αἰτίαν καθωρίσθησαν, ἀπὸ τὴν ἀρχήν, νὰ γίνωνται αἳ προσευχαὶ εἰς ὠρισμένας ὥρας καὶ ὅτι δὲν πρέπει νὰ τᾶς παραμελῶμεν .

Ὑπόθεσις ΙΑ΄- Περὶ ψαλμωδίας καὶ προσευχῆς καὶ τῆς εὐταξίας, ἡ ὁποία πρέπει νὰ τηρῆται κάτ΄ αὐτᾶς.

Ὑπόθεσις ΙΒ΄- Πρέπει ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ἀργολογοῦν ἢ συζητοῦν μεταξὺ τῶν εἰς τᾶς θείας συνάξεις νὰ ἐπιτιμῶμεν. Καὶ ἂν δὲν διορθωθοῦν, νὰ τοὺς βγάζωμεν, μὲ αὐστηρότητα, ἔξω ἀπὸ τὸν Ναόν.

Ὑπόθεσις ΙΓ΄- Πρέπει πάντοτε νὰ ἀγρυπνῶμεν καὶ τόσον μόνον νὰ κοιμώμεθα, ὅσον διὰ νὰ διατηρῶμεν τὸ σῶμα μας ὑγιές. Ἐκεῖνοι δὲ ποὺ ἀρχίζουν τὴν ἄσκησιν πρέπει καὶ μὲ τεχνάσματα ἀκόμη νὰ συνηθίζουν εἰς τὴν ἀγρυπνίαν.

Ὑπόθεσις ΙΔ΄- Περὶ παθολογικῆς ἀγάπης πρὸς τὸν ἑαυτόν μας .

Ὑπόθεσις ΙΕ΄- Ποὶα ἡ ὠφέλεια ἀπὸ τὴν ἐγκράτειαν καὶ ποὶα ἡ βλάβη ἀπὸ τὴν ἔλλειψιν ἐγκρατείας καὶ ποὶα ἡ ζημία ἀπὸ τὴν ἄμετρον οἰνοποσίαν.

Ὑπόθεσις Ις΄- Πὼς οἱ Πατέρες ἠγάπησαν τὴν νηστείαν καὶ τὴν κατόρθωσαν. Καὶ μέχρι ποίου σημείου μετεχειρίζοντο, κάτ΄ αὐτήν, τὴν ἀκρίβειαν.

Ὑπόθεσις ΙΖ΄- Διάφοραι πράξεις Ἁγίων Πατέρων, αἳ ὁποῖαι προτρέπουν ἠμᾶς τοὺς ἀδυνάτους νὰ κάμνωμεν ὑπομονὴν καὶ μὲ ὑπερβολήν μας διδάσκουν τὴν ταπείνωσιν .

Ὑπόθεσις ΙΗ΄- Πὼς πρέπει νὰ φροντίζωμεν διὰ τὸ σῶμα μας καὶ ποὶα εἶναι ἡ ὀρθὴ ἄσκησις καὶ ἐγκράτεια.

Ὑπόθεσις ΙΘ΄- Πὼς πρέπει νὰ ἑορτάζη ἐκεῖνος ποὺ ἀγαπᾶ τὸν Θεὸν καὶ ποὶα πρέπει νὰ εἶναι ἡ διατροφὴ τῶν πατέρων κατὰ τᾶς ἐορτᾶς.

Ὑπόθεσις Κ΄- Ὅτι ἡ λαθροφαγία εἶναι μεγάλο κακόν, διὰ τοῦτο καὶ μόνη αὐτὴ ἠμπορεῖ νὰ ὁδηγήση τὸν Μοναχὸν εἰς ἀπώλειαν.

Ὑπόθεσις ΚΑ΄- Ὅτι πρέπει ὁ Μοναχὸς νὰ τρώγη μίαν φορᾶν τὴν ἡμέραν, μετὰ τὴν ἐνάτην, ἂν ἐνδιαφέρεται διὰ τὴν ἀκρίβειαν, τὴν ὀπίαν ἐφύλαττον οἱ Πατέρες, ὄχι μόνον οἱ Ἀναχωρηταί, ἀλλὰ καὶ πολλοὶ ἀπὸ ἐκείνους, ποὺ ἐμόναζαν εἰς Κοινόβια.

Ὑπόθεσις ΚΒ΄- Δὲν πρέπει νὰ τρώγωμεν δί΄ εὐχαρίστησιν, ἀλλὰ διὰ τὴν σωματικὴν ἀνάγκην. Ἐκεῖνος ποὺ δὲν τρώγει δί΄ εὐχαρίστησιν, καὶ ἂν ἀκόμη τὰ φαγητὰ εἶναι ἀπολαυστικά, εἰς τίποτα δὲν ζημιώνεται.

Ὑπόθεσις ΚΓ΄- Πὼς καὶ διὰ ποῖον σκοπὸν πρέπει νὰ κάθηται εἰς τὴν τράπεζαν ὁ Μοναχός, πὼς νὰ ἐγγίζη τὰ φαγητὰ καὶ ποὶα νὰ φυλάττη μετὰ τὴν τράπεζαν .

Ὑπόθεσις ΚΔ΄- Περὶ φαγητοῦ καὶ ποτοῦ. Πότε καὶ πὼς εἰς ποὶα δὲν πρέπει νὰ μετέχωμεν ἢ ἀπὸ ποὶα νὰ ἀπέχωμεν.

Ὑπόθεσις ΚΕ΄- Ποὶος εἶναι ὁ πόλεμος τῆς πορνείας καὶ πὼς πρέπει νὰ ἀγωνιζώμεθα ἐναντίον του .

Ὑπόθεσις Κς΄- Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἁπαλλαγῶμεν τελείως ἀπὸ τὸν πόλεμον τῆς πορνείας κάτ΄ ἄλλον τρόπον, παρὰ μόνον μὲ τὴν βοήθειαν τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία συνοδεύει τοὺς ἀγωνιζομένους. Ποὶα εἶναι ἡ τελεία ἁγνεία.

Ὑπόθεσις ΚΖ΄- Ποὶα εἶναι ἡ τιμὴ τῆς ἁγνείας καὶ ποὶα ἡ ἀτιμία τῆς πορνείας. Καὶ ποὶα ἡ πληρωμὴ καὶ ἀνταπόδοσις τῶν δυὸ καὶ εἰς τὴν παροῦσαν ζωὴν καὶ εἰς τὴν μέλλουσαν.

Ὑπόθεσις ΚΗ΄- Ὅτι καὶ τὸ νὰ παραδέχεται κανεὶς τοὺς αἰσχροὺς λογισμοὺς καὶ νὰ μὴν τοὺς ἀπομακρύνη ἀμέσως, ὅπως ἐπίσης καὶ τὸ νὰ βλέπη κανεὶς περίεργα καὶ νὰ λαλῆ ἢ νὰ ἀκούη αἰσχρὰ εἶναι ἄξια τιμωρίας. Ἡ συγκατάθεσις (εἰς τὸν αἰσχρὸν λογισμόν) τιμωρεῖται τὸ ἴδιον μὲ τὴν πράξιν. Τὸ πνεῦμα τῆς πορνείας μας ἐπιτίθεται μὲ πολλοὺς καὶ διαφόρους τρόπους, διὰ τοῦτο πρέπει πάντοτε νὰ προσέχωμεν.

Ὑπόθεσις ΚΘ΄- Ὅτι πρέπει νὰ ἀποφεύγωμεν καὶ τᾶς συναναστροφᾶς τῶν γυναικὼν καὶ ὅσα ἄλλα ἐρεθίζουν τὴν ἐπιθυμίαν.

Ὑπόθεσις Λ΄- Ὅτι δὲν πρέπει καθόλου ὁ πιστὸς νὰ δέχεται νὰ ἀκούη φλογέραν ἢ κιθάραν, ἢ κανένα ἄλλον θεατρικὸ ὄργανον, ἀλλὰ νὰ τὰ ἀποφεύγη ὡς καταστρεπτικά.

Ὑπόθεσις ΛΑ΄- Ὅτι ὁ ἐνυπνιασμὸς (ἡ σπερματόρροια εἰς τὸν ὕπνον) προκαλεῖται ἀπὸ διαφόρους αἰτίας.

Ὑπόθεσις ΛΒ΄- Εἶναι πάρα πολὺ μεγάλη ἡ ἐργασία τοῦ πένθους καὶ πόσων εἰδῶν εἶναι τὸ πένθος καὶ ποὶα ἡ διαφορὰ τῶν δακρύων.

Ὑπόθεσις ΛΓ΄- Εἰς τὸ τέλος τῆς ζωῆς οἱ δαίμονες ἐπιτίθενται μὲ μεγαλυτέραν σφοδρότητα ἐναντίον τοῦ ἀνθρώπου, διὰ τοῦτο πρέπει νὰ προσέχωμεν περισσότερον.

Ὑπόθεσις ΛΔ΄- Τίποτα δὲν εἶναι διὰ τὸν πιστὸν τόσον ἀταίριαστον, ὅσον ἡ ἐλευθεριότης καὶ τὰ γέλια. Ἐπίσης ἐδῶ γίνεται λόγος καὶ διὰ τὴν εὐλάβειαν καὶ ποὶα εἶναι τὰ γνωρίσματά της.

Ὑπόθεσις ΛΕ΄- Δὲν πρέπει ποτὲ νὰ θυμώνει κανεὶς ἐναντίον ἀνθρώπου ἢ νὰ φωνάζη. Καὶ πὼς γεννᾶται ὁ θυμὸς καὶ πὼς θεραπεύεται.

Ὑπόθεσις Λς΄- Δί΄ ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ἐπιθυμοῦν τὴν τελειότητα καὶ τὸ νὰ ταραχθῆ κάπως ἡ καρδία τῶν ἐναντίον τοῦ ἀδικοῦντος ἢ τοῦ ὑβρίζοντος, δὲν φαίνεται νὰ εἶναι χωρὶς εὐθύνην.

Ὑπόθεσις ΛΖ΄- Ὁ ἀδελφὸς πρέπει νὰ εἶναι μακρόθυμος πρὸς ἐκείνους ποὺ τὸν στεναχωροῦν καὶ νὰ μὴ ἐκδικῆται ἐκείνους ποὺ τὸν ἀδικοῦν.

Ὑπόθεσις ΛΗ΄- Ὁ Χριστιανὸς πρέπει ὄχι μόνον τοὺς ἀδικοῦντας νὰ μὴ τιμωρῆ, ἀλλὰ μὲ μακαροθυμίαν  νὰ ὑπομένη τὴν ἀδικίαν καὶ νὰ τοὺς μεταβάλλη, μὲ τὴν ἀνεξικακία του.

Ὑπόθεσις ΛΘ΄- Ὅτι δί΄ ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι ὑπομένουν εὐχαρίστως τὴν ἀδικίαν καὶ δὲν ζητοῦν ἐκδίκησιν διὰ τοὺς ἑαυτοὺς τῶν, γίνεται ὁ Θεὸς ἐκδικητὴς καὶ πολλᾶς φορᾶς τοὺς ἀνταμείβει περισσότερον ἀπὸ ὅσον ἠδικήθησαν .

Ὑπόθεσις Μ΄- Ὅτι καὶ τοὺς ἐχθροὺς πρέπει νὰ ἀγαπῶμεν, διότι μας ὠφελοῦν πάρα πολύ, καὶ νὰ τοὺς εὐεργετῶμεν καὶ νὰ εὐχώμεθα διὰ τὴν σωτηρίαν τῶν.

Ὑπόθεσις ΜΑ΄- Ὅτι δὲν πρέπει νὰ μισῶμεν κανένα ἄνθρωπον.

Ὑπόθεσις ΜΒ΄- Ὅτι ἡ μνησικακία εἶναι ὀλέθριον πράγμα, καὶ ὄχι μόνον καταστρέφει ὁποιανδήποτε πνευματικὴν ἐργασίαν, ἀλλὰ ἀποκλείει καὶ τὴν συμπάθειαν τοῦ Θεοῦ καὶ πὼς πρέπει νὰ τὴν ἀντιμετωπίζωμεν.

Ὑπόθεσις ΜΓ΄- Ὅτι δὲν πρέπει νὰ καταρώμεθα κανένα.

Ὑπόθεσις ΜΔ΄- Ὅτι ὄχι μόνον δὲν πρέπει νὰ ὑβρίζωμεν κανένα, ἀλλὰ καὶ ἐκείνους ἀκόμη οἱ ὁποῖοι μας ὑβρίζουν νὰ εὐλογῶμεν καὶ ἔτσι νὰ καταπραύνωμεν τὸν θυμὸν τῶν.

Ὑπόθεσις ΜΕ΄- Ὅτι δὲν πρέπει νὰ ψευδώμεθα, ἀλλὰ νὰ λέγωμεν τὴν ἀλήθειαν.

Ὑπόθεσις Μς΄- Ὅτι τὸ ἁμάρτημα τῆς συκοφαντίας εἶναι μεγάλο καὶ ὅτι εἰς τὸ τέλος ἀποβαίνει εἰς δόξαν τῶν συκοφαντουμένων, ἂν ὑπομένουν ἀγόγγυστα τοὺς συκοφάντας. Καὶ ὅτι πολλάκις ἡ τιμωρία τῶν συκοφαντῶν ἐπέρχεται καὶ εἰς τὴν παροῦσαν ζωήν.

Ὑπόθεσις ΜΖ΄- Περὶ λόγου καὶ σιωπῆς, πὼς καὶ πότε πρέπει νὰ τὰ χρησιμοποιῶμεν, καὶ ὅτι ἡ ἀργολογία εἶναι ἁμάρτημα.

Ὑπόθεσις ΜΗ΄- Ὅτι καὶ τὸ ἁπλῶς νὰ ὁρκίζεται κανεὶς εἶναι ἁμαρτία, ἡ δὲ παράβασις τοῦ ὅρκου ἔχει ὁπωσδήποτε ὡς συνέπειαν τὴν κόλασιν. Τὸν ὅρκον, ὁ ὁποῖος γίνεται ἀπὸ προπέτειαν διὰ νὰ παραβῶμεν κάποιαν ἐντολὴν τοῦ Θεοῦ, πρέπει νὰ τὸν ἀνακαλοῦμεν καὶ νὰ μετανοῶμεν δί΄ αὐτόν.

Ὑπόθεσις ΜΘ΄- Ὄχι μόνον δὲν πρέπει νὰ καταλαλῶμεν ἐναντίον κανενός, ἄλλ΄ οὔτε καὶ τὸν φιλοκατήγορον νὰ ἀνεχώμεθα, οὔτε καὶ νὰ ψιθυρίζωμεν ἢ νὰ γογγύζωμεν.

Ὑπόθεσις Ν΄- Πὼς πρέπει οἱ ἀδελφοί, ποὺ μένουν μαζί, νὰ διορθώνουν ὁ ἕνας τὸν ἄλλον, ὅταν περιπίπτουν εἰς διάφορα σφάλματα. Πότε δὲ καὶ διὰ ποὶα σφάλματα πρέπει μὲν νὰ σιωποῦν, πότε δὲ καὶ εἰς ποὶα πρέπει νὰ ὁμιλοῦν καὶ νὰ μὴ τὰ ἀποκρύπτουν.

Πίναξ Περιεχομένων

____________________________________________________________________

Μπορείτε επίσης να διαβάσετε η να αποθηκεύσετε το βιβλίο στο scribd :

Α. Ευεργετινός – Τόμος Δεύτερος (Υπόθεσις Α΄- Κς΄). Ενετίησι 1783, εκδ. έκτη 1985.

Β. Ευεργετινός – Τόμος Δεύτερος (Υπόθεσις ΚΖ΄- Ν΄). Ενετίησι 1783, εκδ. έκτη 1985.


Εὐεργετινός – Τόμος Τρίτος

Μπορείτε να διαβάσετε ή να αποθηκεύσετε (download) το βιβλίο (σε μορφή .pdf) εδώ :

Ευεργετινός – Τόμος Τρίτος

( * Το .pdf έχει μέγεθος 247 ΜΒ, να είστε υπομονετικοί, χρειάζεται κάποια λεπτά για να ανοίξει ή να αποθηκευθεί).

001

Εὐεργετινός, ἤτοι Συναγωγὴ τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καὶ διδασκαλιῶν τῶν Θεοφόρων καὶ Ἁγίων Πατέρων. (Ἀπὸ πάσης Γραφῆς θεοπνεύστου συναθροισθεῖσα, οἰκείως τὲ καὶ προσφόρως ἐκτεθεῖσα παρὰ Παύλου τοῦ Ὀσιωτάτου μοναχοῦ, καὶ κτήτορος Μονῆς τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Εὐεργέτιδας, καὶ Εὐεργετινοὺ ἐπικαλουμένου. Ἤτις ληφθεῖσα, ἐκ τῆς Βιβλιοθήκης τῆς ἐν Ἁγιωνύμῳ Ὄρει Ἱερᾶς, Βασιλικῆς τέ, καὶ Πατριαρχικῆς Μονῆς τοῦ Κουτλουμούση ἐπονομαζομένης. Νῦν πρῶτον τύποις ἐξεδόθη, Ἐνετίησι 1783. Ἐκδιδομένη τὸ πρῶτον μετὰ πλήρους ἑρμηνείας εἰς τὴν ἁπλὴν Ἑλληνικὴν τῶν ἐμπεριεχομένων κειμένων. Εἰκονογραφημένη κατὰ τὴν παράδοσιν. Πεπλουτισμένη διὰ πλείστων ὑπομνημάτων. Ἐκδίδεται ἀναλώμασι καὶ ἐπιμέλεια ὑπὸ τοῦ Ἐπισκόπου Οἰνόης Ματθαίου Λαγγῆ, Ἔκδοσις Ἕκτη, Ἀθῆναι 1985).


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ τόμου Γ’

Ἐξώφυλλο.
Ὑπόθεσις Ἅ΄- Δὲν πρέπει ἀπὸ ὑπόνοιας νὰ κατακρίνη κανείς, οὔτε ἀκόμη καὶ νὰ δίδη ἐμπιστοσύνην εἰς τᾶς ὑπόνοιας.
Ὑπόθεσις Β΄- Δὲν πρέπει κανεὶς οὔτε τὸν ἀποδεδειγμένως ἁμαρτάνοντα νὰ κατακρίνη καὶ νὰ ἐξευτελίζη, ἀλλὰ νὰ προσέχη τὸν ἑαυτόν του, καὶ νὰ μὴ ἀσχολῆται φιλοπεριέργως μὲ ξένας ὑποθέσεις. Διότι ἀσφαλῶς ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος προσέχει τὰ ἰδικὰ τοῦ σφάλματα, δὲν δύναται νὰ κατακρίνη τὸν πλησίον.
Ὑπόθεσις Γ΄- Δὲν πρέπει κανεὶς νὰ σκανδαλίζη μὲ πράξεις, ἐκτελουμένας χωρὶς ἐντολήν. Καὶ τί ἠμπορεῖ νὰ κάμη τὸ σκάνδαλον. Δὲν πρέπει κανεὶς νὰ σκανδαλίζεται. Νὰ θεραπεύη δὲ τοὺς σκανδαλιζομένους.
Ὑπόθεσις Δ΄- Πρέπει ὁ Χριστιανὸς νὰ αἰχμαλωτίζη κάθε τοῦ σκέψιν εἰς τὸν Χριστόν. Διότι οἱ πνευματικοί, καὶ μερικοὶ ἀπὸ τοὺς κοσμικούς, καὶ ἀπὸ αἰσχρᾶς ἀκόμα παραστάσεις ἐξάγουν ἀγαθᾶς καὶ ὑψηλᾶς ἔννοιας.
Ὑπόθεσις Ἔ΄- Περὶ δόλου καὶ πονηρῖας, ἁπλότητος καὶ ἀκακίας. Ἀπὸ ποὺ γεννῶνται, καὶ ποιὰ ἡ ἐξ αὐτῶν βλάβη καὶ ὠφέλεια. Καὶ περὶ φθόνου.
Ὑπόθεσις ς΄- Περὶ ἐκείνων, ποὺ εἰρωνεύονται καὶ περιφρονοῦν τοὺς ἀπονήρευτους καὶ αὐτοταπεινουμένους ἀνθρώπους. Πόσον οὗτοι ἁμαρτάνουν.
Ὑπόθεσις Ζ΄- Πρέπει ὁ πιστὸς ὅτι κάνει νὰ τὸ κάνη ἀπὸ ἀγαθὴν συνείδησιν καὶ ὄχι ἀπὸ πονηρᾶν, διότι ὁ Θεὸς κρίνει τᾶς πράξεις ἑνὸς ἑκάστου ὄχι κατὰ τὸ φαινόμενον αὐτῶν, ἀλλὰ κατὰ τὴν προαίρεσιν καὶ τὸν σκοπὸν τοῦ πράττοντος.
Ὑπόθεσις Ἡ΄- Μέγα ἀγαθὸν ἔχει δωρηθῆ εἰς ἠμᾶς ὑπὸ τοῦ Θεοῦ ἡ συνείδησις. Πάρα πολὺ δὲ βοηθεῖ ἐκεῖνον ποὺ ὑπακούει εἰς αὐτήν.
Ὑπόθεσις Θ΄- Πρέπει πάντοτε νὰ προσέχωμεν καὶ νὰ περιφρουρῶμεν τοὺς ἑαυτούς μας ἀπὸ ὅλα τὰ σημεῖα, ἐπειδὴ ὁ ἐχθρὸς ἀπὸ παντοῦ καὶ δί΄ ὅλων τῶν μέσων προσβάλλει .
Ὑπόθεσις Ἴ΄- Πρέπει νὰ ἐξετάζωμεν μετὰ προσοχῆς τοὺς ἑαυτούς μας, ὥστε νὰ διορθώνωμεν τὰ σφάλματα καὶ νὰ πολλαπλασιάζωμεν τὰ καλά.
Ὑπόθεσις ΙΑ΄- Διὰ τὸν πιστὸν εἶναι ἐπικίνδυνος ἡ παράβασις καὶ μίας ἔστω ἐντολῆς, ἐπειδὴ ἔλαβεν ἀπὸ τὸν Θεὸν τὴν δύναμιν νὰ τᾶς ἐκτελεῖ ὄλας. Ἐπίσης καὶ ἡ μικρὰ κακία βλάπτει πάρα πολύ.
Ὑπόθεσις ΙΒ΄- Ἐκεῖνοι, οἱ Μοναχοὶ καὶ εὐλαβεῖς λαικοί, ποὺ ἔλαβον παρὰ Θεοῦ τὴν θείαν γνῶσιν τιμωροῦνται μὲ μεγάλας τιμωρίας καὶ διὰ τὰ παραμικρὰ πταίσματα.
Ὑπόθεσις ΙΓ΄- Πρέπει νὰ ἀντιστεκώμεθα μὲ γενναιότητα ἐναντίον τῆς ἀκηδίας, νὰ ἀντιμετωπίζωμεν τὴν ἐκ τοῦ δαίμονος λύπην, καὶ νὰ ἔχωμεν ὑπομονήν.
Ὑπόθεσις ΙΔ΄- Πρέπει ὁ ἀγωνιστής, καὶ ὅταν ἀκόμη εἶναι ἄρρωστος, νὰ μὴ ποθῆ καθόλου τᾶς ἠδονᾶς καὶ νὰ καταργῆ τὴν ἄσκησιν ἢ νὰ στηρίζη τὴν ἐλπίδα τῆς θεραπείας τοῦ εἰς ἰατρείας, ἀλλὰ μόνον εἰς τὸν Θεόν, ὁ ὁποῖος παραχωρεῖ καὶ τᾶς ἀσθένειας.
Ὑπόθεσις ΙΕ΄- Πὼς καὶ πότε πρέπει νὰ ἐπιζητοῦμεν ἰατρείας καὶ ποῖας ἰατρείας. Δὲν πρέπει ὁ Μοναχὸς χάριν σωματικῆς ἰατρείας νὰ φεύγη ἀπὸ τὸ Μοναστήρι, ἀλλὰ καὶ ἄρρωστος νὰ μένη εἰς αὐτὸ ἀρκούμενος εἰς τᾶς θεραπείας τῶν ἀδελφῶν.
Ὑπόθεσις Ἴς΄- Δὲν πρέπει ὁ Μοναχός, χωρὶς σοβαρᾶν ἀνάγκην, νὰ λούεται ἢ νὰ γυμνώνεται τελείως.
Ὑπόθεσις ΙΖ΄- Δὲν ὑπάρχει τίποτε ἀκαθόριστον ἀπὸ τὸν Θεόν. Ὅλα ὅσα γίνονται, καὶ αὐτοὶ ἀκόμη οἱ αἰφνίδιοι θάνατοι, ἔχουν προκαθορισθῆ ὑπὸ τῆς προνοίας τοῦ Θεοῦ.
Ὑπόθεσις ΙΗ΄- Περὶ τῆς ὑπομονῆς, ποὺ πρέπει νὰ ἐπιδεικνύωμεν εἰς τᾶς ἀσθένειας. Εἰς μερικοὺς ἐναρέτους ἐπιτρέπονται καὶ οἰκονομικαὶ τιμωρίαι ἀπὸ τὸν Θεόν, διὰ τὴν ὁλοκληρωτικὴ τῶν κάθαρσιν.
Ὑπόθεσις ΙΘ΄- Ὁ Θεὸς ἐπιτρέπει, ὥστε καὶ οἱ δίκαιοι, πολλᾶς φορᾶς, νὰ ἀποθνήσκουν μὲ βίαιον θάνατον.
Ὑπόθεσις Κ΄- Δὲν πρέπει νὰ παραξενευώμεθα, ὅταν συμβῆ κανὲν περιστατικὸν εἰς δικαίους ἀνθρώπους.
Ὑπόθεσις ΚΑ΄- Πρέπει ὁ πιστὸς καὶ ὅταν ἀκόμη κάποτε στερηθῆ, πρὸς τὸ συμφέρον του, τῶν ἀναγκαίων, νὰ μὴ λιποψυχήση ἀμέσως, ἀλλὰ νὰ εὐχαριστῆ τὸν Κύριον καὶ νὰ ὑπομένη, καὶ νὰ ἐλπίζη, χωρὶς δισταγμόν, ὅτι ὁ καλὸς Θεὸς θὰ προνοήση καὶ δί΄ αὐτόν. Εἶναι αἰσχρὸν διὰ τὸν Ἀσκητήν, ποὺ εἶναι ὑπηρέτης τοῦ Θεοῦ, νὰ συναναστρέφεται μὲ κοσμικοὺς καὶ νὰ ζητῆ πάρ΄ αὐτῶν τὰ πρὸς συντήρησιν, ἔστω καὶ ἂν ὑποφέρη.
Ὑπόθεσις ΚΒ΄- Ποὶα ἐλπὶς εἰς τὸν Χριστὸν εἶναι παράλογος.
Ὑπόθεσις ΚΓ΄- Δὲν πρέπει ὁ ἄνθρωπος νὰ παραβαίνη καὶ τὴν παραμικρότεραν ἐντολὴν διὰ σωματικὴν ἀνάγκην, ὅσον σοβαρὰ καὶ νὰ εἶναι, ἢ διὰ φόβον ἀνθρώπινον.
Ὑπόθεσις ΚΔ΄- Πρέπει ὁ πιστός, καὶ ἂν ἀκόμη περιπέση εἰς θορύβους, νὰ μὴ μεταβληθῆ ὑπὸ τῶν ἐξωτερικῶν συνθηκῶν, ἀλλὰ πάντοτε πρὸς τὸν Θεὸν νὰ ἀποβλέπη καὶ νὰ κάμη ἐκεῖνο ποὺ ἀρέσει εἰς Αὐτόν.
Ὑπόθεσις ΚΕ΄- Αὐτός, ποὺ θέλει νὰ εὐαρεστὴ εἰς τὸν Θεόν, οὐδόλως πρέπει νὰ λαμβάνη ὕπ΄ ὄψιν τοῦ τοὺς ἐξευτελισμοὺς ἢ τᾶς τιμᾶς τῶν ἀνθρώπων.
Ὑπόθεσις Κς΄- Πρέπει τὴν ἀρετὴν νὰ τὴν ἀσκῆ ὁ ἄνθρωπος κρυφά, χωρὶς ἐπιδείξεις ἡ καυχησιολογίας. Τί εἶναι κενοδοξία καὶ τί ἀνθρωπαρέσκεια. Ἀπὸ ποὺ γεννᾶται ἡ κενοδοξία, ποὶα κακὰ ἐπιφέρει καὶ πὼς πολεμεῖται.
Ὑπόθεσις ΚΖ΄- Δὲν πρέπει νὰ ἐπιδιώκωμεν τᾶς φιλίας τῶν κατὰ κόσμον ἐπιφανῶν.
Ὑπόθεσις ΚΗ΄- Δὲν πρέπει νὰ κάμνωμεν τίποτε περισσότερον ἀπὸ τοὺς ἄλλους ἀδελφούς της Μονῆς, ἐξ΄ αἰσθήματος αὐταρέσκειας.
Ὑπόθεσις ΚΘ΄- Καὶ μόνον ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι ἱκανὴ νὰ καταστρέψη τὸν Χριστιανόν. Ἐκεῖνοι ποὺ φουσκώνουν ἀπὸ ὑπερηφάνειαν διά, δῆθεν, κατορθώματα, ἐγκαταλείπονται ἀπὸ τὴν Θείαν Χάριν καὶ πίπτουν θανασίμως.
Ὑπόθεσις Λ΄- Ἀπὸ ποὺ γεννᾶται ἡ βλασφημία καὶ πὼς θεραπεύεται.
Ὑπόθεσις ΛΑ΄- Μεταξὺ τῶν ἀρέτων μεγαλυτέρα εἶναι ἡ διακρίσις. Ὁ πιστὸς πρέπει νὰ ἐνεργῆ, ὅσα πράττει, μὲ διακρίσιν. Διότι ὅσα γίνονται ἀσκόπως καὶ χωρὶς διάκρισιν, καὶ ἐὰν ἀκόμη εἶναι καλά, δὲν ὠφελοῦν, κάποτε δὲ καὶ βλάπτουν.
Ὑπόθεσις ΛΒ΄- Χωρὶς τὴν βοήθειαν τοῦ Θεοῦ δὲν δύναται ὁ ἀγωνιζόμενος οὔτε ἀπὸ τὴν κακίαν νὰ ἀπαλλαγῆ, οὔτε τὴν ἀρετὴν νὰ πραγματοποιήση. Ἡ υἱοθεσία δὲν εἶναι ἀποτέλεσμα τῶν ἔργων μας ἀλλὰ τῆς Θείας Χάριτος.
Ὑπόθεσις ΛΓ΄- Ποὶα εἶναι ἡ αἰτία τῶν πειρασμῶν, ποὶα ἡ ἐξ αὐτῶν ὠφέλεια καὶ ποὶα ἡ μεταξὺ τῶν διαφορά.
Ὑπόθεσις ΛΔ΄- Πὼς πρέπει νὰ ἀντιμετωπίζωμεν τοὺς πειρασμούς. Δὲν πρέπει νὰ ἐκτιθέμεθα εἰς τοὺς πειρασμούς. Εἰς ποῖας περιπτώσεις πρέπει νὰ ἀποφεύγωμεν τὸν πειρασμὸν καὶ εἰς ποῖας νὰ τὸν ὑφιστάμεθα.
Ὑπόθεσις ΛΕ΄- Δὲν πρέπει νὰ ἐπιδιώκη ὁ δυνάμενος θαυματουργίας. Προτιμότερον εἶναι νὰ παραιτέιται αὐτοῦ ἐκ ταπεινώσεως. Ὠσαύτως δὲν πρέπει νὰ ἐπιζητῶμεν καὶ νὰ ἐπιθυμῶμεν διάφορα ἄλλα χαρίσματα. Ἀλλὰ καὶ ἐὰν ἀξιωθῶμεν τοιούτων χαρισμάτων, νὰ μὴ μεγαλοφρονῶμεν, ἀλλὰ νὰ περιφρουρούμεθα διὰ τῆς ταπεινώσεως. Ἐκεῖνοι ποὺ ζοῦν ὅπως θέλει ὁ Θεὸς δὲν εἶναι κατώτεροι ὅσων θαυματουργοῦν. Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν θαυματουργίαν, ὑπάρχουν ἄλλα μεγαλύτερα χαρίσματα, ἀπὸ τὰ ὁποία γνωρίζονται οἱ πνευματικοὶ ἄνθρωποι.
Ὑπόθεσις Λς΄- Ἡ μεγαλυτέρα ἀπὸ ὄλας τᾶς ἀρετᾶς εἶναι ἡ ἀγάπη. Αὐτὸς ποὺ ἀγαπᾶ τὸν πλησίον του, ὅπως θέλει ὁ Θεός, προτιμᾶ καὶ ἐπιδιώκει, περισσότερον καὶ ἀπὸ τὰ προσωπικὰ τοῦ συμφέροντα, τὴν ὠφέλειαν ἢ τὴν ἀνάπαυσιν τοῦ πλησίον.
Ὑπόθεσις ΛΖ΄- Διὰ τὸν πλησίον πρέπει καὶ τὴν ζωήν μας ἀκόμη νὰ θυσιάζωμεν.
Ὑπόθεσις ΛΗ΄- Αὐτὸς ποὺ αἰσθάνεται τὴν ἐν Κυρίῳ ἀγάπην καὶ ταπείνωσιν, προσέχει νὰ μὴ λυπήση τὸν πλησίον, ἀλλὰ μὲ κάθε τρόπον τὸν ἐξυπηρετεῖ, καὶ αἰσθάνεται ὡς ἰδικᾶς τοῦ τᾶς ἀνάγκας του καὶ τὰ προβλήματά του .
Ὑπόθεσις ΛΘ΄- Ἐκεῖνος ποὺ ἀγαπᾶ τὸν πλησίον του, κατὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, τὸν εὐεργετεῖ ἀκόμη καὶ χωρὶς ἐκεῖνος νὰ γνωρίζη τὸν εὐεργέτη του.
Ὑπόθεσις Μ΄- Πρέπει ὁ πιστὸς καὶ ὅταν πωλῆ καὶ ὅταν ἀγοράζη, ἢ ὅτι σχετικὸν ἄλλον κάμνη, νὰ ἔχη πρὸ τῶν ὀφθαλμῶν τοῦ τὸν Θεὸν καὶ νὰ μὴ καταδέχεται τὴν ζημίαν τοῦ πλησίον, ἔστω καὶ ἂν ἐκεῖνος λέγη, ὅτι δὲν ζημιώνεται. Ἐπίσης πρέπει οἱ νέοι νὰ εἶναι σεμνοὶ καὶ νὰ μὴ ἀποκτοῦν εὔκολα θάρρος. Εἰς τὰ κοινόβια δὲν πρέπει νὰ συνιστῶνται ἰδιαίτεραι ὁμάδες διότι εἶναι καταστρεπτικαί.
Ὑπόθεσις ΜΑ΄- Τί πρέπει νὰ κάμνωμεν πρὸς τοὺς ἐπισκεπτομένους, καὶ πὼς νὰ ὑποδεχώμεθα καὶ νὰ ὁμιλῶμεν πρὸς αὐτούς.
Ὑπόθεσις ΜΒ΄- Κατὰ τᾶς ἐπισκέψεις ἐναρέτων ἀδελφῶν, πολλοὶ τῶν Πατέρων, χάριν τῆς ἀναπαύσεως τῶν ἐπισκεπτῶν τῶν, ἐχαλάρωναν ἐλαφρῶς τὴν ἄσκησιν τῶν, χωρὶς νὰ βλάπτωνται ἐξ αὐτοῦ, ἐπειδὴ ἤσαν ἀπαθεῖς. Μερικοὶ πάλιν ἄπ΄ αὐτούς, διὰ τὴν ὀλίγην αὐτὴν ἄνεσιν, μετὰ ἐβασάνιζον τὸν ἑαυτὸν τῶν. Ἐκεῖνος ὅστις κατὰ τᾶς ἐπισκέψεις καὶ τᾶς παρηγόρους συναναστροφᾶς διατηρεῖ τὴν ἄσκησίν του, ἢ τὴν χαλαρώνει κάπως, εἶναι ἀξιέπαινος ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ κρίνουν ὀρθῶς. Δὲν πρέπει νὰ δίδωμεν ἐμπιστοσύνην εἰς ἐκείνους ποὺ πιέζουν περισσότερόν του δέοντος εἰς παρήγορον ἐπίσκεψιν.
Ὑπόθεσις ΜΓ΄- Δὲν πρέπει οἱ ἐπισκεπτόμενοι κοινόβιον, ἔστω καὶ ἐὰν εἶναι Μοναχοί, νὰ ἐπικοινωνοῦν ἐλεύθερα καὶ νὰ συναναστρέφωνται τοὺς ἀδελφούς. Πῶς πρέπει οἱ ἀδελφοί του Κοινοβίου νὰ συμπεριφέρωνται πρὸς τοὺς ἐπισκέπτας.
Ὑπόθεσις ΜΔ΄- Δὲν πρέπει νὰ συντρώγωμεν μὲ ἀδιαφόρους ἀνθρώπους. Αὐτούς, ποὺ ἐρωτοῦν καὶ δὲν ἐφαρμόζουν τᾶς συμβουλᾶς, πρέπει νὰ τοὺς ἀποφεύγωμεν μετὰ ἀπὸ τὴν πρώτην ἢ δευτέραν συνάντησιν.
Ὑπόθεσις ΜΕ΄- Καὶ οἱ ἐπισκέπται πρέπει νὰ γνωρίζουν τὴν συμπεριφορὰν τῶν εἰς ξένον μέρος καὶ πὼς πρέπει νὰ περιπατοῦν καὶ νὰ συνοδεύουν τοὺς ἀδελφούς.
Ὑπόθεσις Μς΄- Πρέπει αὐτοὺς πού μας ἐπισκέπτονται, διὰ νὰ μᾶς ζητήσουν ἐλεημοσύνην, νὰ μὴν τοὺς ἀποδιώκωμεν μὲ κενᾶς χείρας, ἀλλὰ νὰ τοὺς δεχόμεθα μὲ ἀγάπην ὡς ἀπεσταλμένους τοῦ Θεοῦ, καὶ νὰ τοὺς δίδωμεν ἀπὸ ὅτι ἔχομεν, ἔστω καὶ ἐὰν εἶναι ἀπαιτητικοί. Νὰ εἴμεθα ἀνεξίκακοι καὶ νὰ μὴ ὀργιζώμεθα, μιμούμενοι τὸν Θεόν. Ὁ Θεὸς ἀμείβει πολλᾶς φορᾶς τοὺς ἐλεήμονας μὲ πολὺ μεγάλας ἀμοιβάς. Καὶ πὼς πρέπει καὶ ὑπὸ ποίων νὰ γίνεται ἡ ἐλεημοσύνη εἰς τὰ Κοινόβια.
Ὑπόθεσις ΜΖ΄- Δὲν πρέπει ὁ Μοναχός, μὲ τὴν πρόφασιν τῆς ἐλεημοσύνης, νὰ ἔχη χρήματα, ἄλλ΄ οὔτε καὶ νὰ λαμβάνη προσφερόμενα διὰ τὸν σκοπὸν αὐτόν. Ποὶα ἐλεημοσύνη ταιριάζει εἰς τὸν Μοναχόν.
Ὑπόθεσις ΜΗ΄- Πολλάκις μερικοὶ πτωχοὶ ποὺ ἐλεοῦν, κατὰ δύναμιν, ὅταν ἀποκτήσουν χρήματα, νικῶνται ἀπὸ τὴν φιλαργυρίαν καὶ οὕτω καὶ αὐτὴν τὴν ὀλίγην ἐλεημοσύνην τὴν ὁποίαν προσέφερον πρότερον τὴν ἐσταμάτησαν.
Ὑπόθεσις ΜΘ΄- Ὁ Μοναχὸς δὲν πρέπει νὰ λαμβάνη ἀδιακρίτως ἀπὸ οἱονδήποτε ἄνθρωπον, οὔτε περισσότερα ἀπὸ ὅσα ἔχει ἀνάγκην. Αὐτὸς ποὺ δέχεται τὴν ἐλεημοσύνην ἢ δωρεὰν ὀφείλει νὰ κοπιάζη χάριν αὐτῶν, ποὺ δίδουν (εὐχόμενος καὶ νηστεύων).
Ὑπόθεσις Ν΄- Πρέπει νὰ ἀπέχωμεν ἀπὸ ὅσα δὲν μᾶς ἐνδιαφέρουν πνευματικῶς καὶ εἶναι δί΄ ἠμᾶς ξένα, ὡς ἐπικίνδυνα καὶ καταστρεπτικά.
Πίναξ Περιεχομένων

____________________________________________________________________

Μπορείτε επίσης να διαβάσετε η να αποθηκεύσετε το βιβλίο στο scribd :

Α. Ευεργετινός – Τόμος Τρίτος (Υπόθεσις Α΄- ΚΗ΄). Ενετίησι 1783, εκδ. έκτη 1985.

Β. Ευεργετινός – Τόμος Τρίτος (Υπόθεσις ΚΘ΄- Ν΄). Ενετίησι 1783, εκδ. έκτη 1985.

View this document on Scribd


Εὐεργετινός – Τόμος Τέταρτος

Μπορείτε να διαβάσετε ή να αποθηκεύσετε (download) το βιβλίο (σε μορφή .pdf) εδώ :

Ευεργετινός – Τόμος Τέταρτος

( * Το .pdf έχει μέγεθος 239 ΜΒ, να είστε υπομονετικοί, χρειάζεται κάποια λεπτά για να ανοίξει ή να αποθηκευθεί).

Tomos Tetartos

Ευεργετινός, ήτοι Συναγωγή των θεοφθόγγων ρημάτων και διδασκαλιών των Θεοφόρων και Αγίων Πατέρων. (Από πάσης Γραφής θεοπνεύστου συναθροισθείσα, οικείως τε και προσφόρως εκτεθείσα παρά Παύλου του Οσιωτάτου μοναχού, και κτήτορος Μονής της Υπεραγίας Θεοτόκου της Ευεργέτιδας, και Ευεργετινού επικαλουμένου. Ήτις ληφθείσα, εκ της Βιβλιοθήκης της εν Αγιωνύμω Όρει Ιεράς, Βασιλικής τε, και Πατριαρχικής Μονής του Κουτλουμούση επονομαζομένης. Νυν πρώτον τύποις εξεδόθη, Ενετίησι 1783. Εκδιδομένη το πρώτον μετά πλήρους ερμηνείας εις την απλήν Ελληνικήν των εμπεριεχομένων κειμένων. Εικονογραφημένη κατά την παράδοσιν. Πεπλουτισμένη δια πλείστων υπομνημάτων. Εκδίδεται αναλώμασι και επιμέλεια υπό του Επισκόπου Οινόης Ματθαίου Λαγγή, Έκδοσις Έκτη, Αθήναι 1985).

____________________________________________________________________

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ τόμου Δ’

Ἐξώφυλλο.
Ὑπόθεσις Ἅ΄- Ὅτι ὁ Μοναχὸς ἔχει ὑποσχεθῆ τὴν ἀκτημοσύνην. Ποὶον εἶναι τὸ γνώρισμα τοῦ μὴ θέλοντος νὰ ἔχη ὑλικὰ ἀγαθά, καὶ πὼς κατώρθωσαν τὴν ἀκτημοσύνην οἱ Πατέρες.
Α΄. Τοῦ Ἁγίου Παλλαδίου.
Β΄. Γρηγορίου τοῦ Διαλόγου.
Γ΄. Ἐν τῷ βίῳ τοῦ Ὁσίου Μαρκιανοῦ.
Δ΄. Ἐν τῷ βίῳ τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου.
Ε΄. Ἐν τῷ βίῳ τοῦ Ἁγίου Ἐφραίμ.
ς΄. Ἐν τῷ βίῳ τῆς Ἁγίας Συγκλητικῆς.
Ζ΄. Ἐν τῷ βίῳ τοῦ Ὁσίου Ἰλαρίωνος.
Η΄. Ἐν τῷ βίῳ τῆς Ἁγίας Μελάνης.
Θ΄. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Ι΄. Ἀντιόχου τοῦ Παντέκτου.
ΙΑ΄. Τοῦ Ἀββᾶ Ἠσαίου.
ΙΒ΄. Τοῦ Ἀββᾶ Μάρκου.
ΙΓ΄. Τοῦ Ἀββᾶ Ἰσαάκ.
ΙΔ΄. Τοῦ Ἁγίου Μαξίμου.
ΙΕ΄. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Ἴς΄. Τοῦ Ἀββᾶ Νείλου.
ΙΖ΄. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
ΙΗ΄. Τοῦ Ἁγίου Ἐφραίμ.
Ὑπόθεσις Β΄- Ἡ σωματικὴ ἐλεημοσύνη εἶναι ἀναγκαία διὰ τοὺς κοσμικούς, ἐπειδὴ οὗτοι δὲν εἶναι ἀκτήμονες, καὶ ἐπειδὴ ἀπείρους εὐεργεσίας ἀπολαμβάνουν ἐξ αὐτῆς. Αὐτὴν τὴν ἐλεημοσύνην πρέπει καὶ οἱ ἁπλοὶ κοσμικοὶ νὰ ἀσκοῦν μὲ ὄλας τᾶς δυνάμεις, προσφέροντες τὰ ἐκλεκτότερα ἐξ ὅσων ἔχουν.
Α΄. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Β΄. Τοῦ Ἁγίου Ἰσαάκ.
Γ΄. Τοῦ Ἁγίου Μαξίμου.
Ὑπόθεσις Γ΄- Τὸ πάθος τῆς φιλαργυρίας εἶναι τὸ καταστρεπτικώτερον ἀπὸ ὅλα τὰ ἄλλα πάθη.
Α΄. Ἀντιόχου τοῦ Παντέκτου.
Β΄. Τοῦ Ἁγίου Μαξίμου.
Γ΄. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Ὑπόθεσις Δ΄- Ἀπὸ ποὺ ἀναπτύσσεται ἡ πρὸς Θεὸν ἀγάπη, πὼς ἐκφράζεται καὶ ποὶα τὰ ἔργα της.
Α΄. Τοῦ Ἁγίου Μάρκου.
Β΄. Τοῦ Ἁγίου Διαδόχου.
Γ΄. Τοῦ Ἁγίου Μαξίμου.
Δ΄. Τοῦ Ἀββᾶ Ἰσαάκ.
Ε΄. Γ΄. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Ὑπόθεσις Ἔ΄- Μέγιστον κατόρθωμα μεταξὺ τῶν ἀρετῶν εἶναι ἡ ἡσυχία, ὅταν ὁ ἡσυχάζων ἔχει πλήρη ἐπίγνωσιν τῆς σημασίας της. Ἔχει δὲ αὔτη ἀνάγκην μεγάλων ψυχῶν διὰ νὰ κατορθωθῆ. Ποιὰ εἶναι ἡ μέτ΄ἐπιγνώσεως ἡσυχία καὶ πὼς κατορθώνεται αὔτη.
Α΄. Ἐν τὼ βίω τοῦ Ἁγίου Ἀρσενίου.
Β΄. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Γ΄. Ἀντιόχου τοῦ Παντέκτου.
Δ΄. Τοῦ Ἀββᾶ Ἠσαίου.
Ε΄. Τοῦ Ἁγίου Διαδόχου.
ς΄. Τοῦ Ἁγίου Ἰσαάκ.
Ὑπόθεσις ς΄- Μὲ ποὶον τρόπον καὶ ἀπὸ ποὺ ἀντλῶν δύναμιν νικᾶ κανεὶς τοὺς λογισμούς του καὶ μέχρι ποίου σημείου δὲν εἴμεθα ὑπεύθυνοι διὰ τοὺς λογισμούς, οἱ ὁποῖοι μας ἔρχονται.
Α΄. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Β΄. Τοῦ Ἁγίου Ἐφραίμ.
Γ΄. Τοῦ Ἁγίου Ἠσαίου.
Δ΄. Τοῦ Ἀββᾶ Μάρκου.
Ε΄. Τοῦ Ἁγίου Διαδόχου.
ς΄. Τοῦ Ἁγίου Κασσιανοῦ.
Ζ΄. Τοῦ Ἁγίου Μαξίμου.
Η΄. Τοῦ Ἁγίου Βαρσανουφίου.
Θ΄. Τοῦ Ἁγίου Ἐφραίμ.
Ι΄. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Ὑπόθεσις Ζ΄- Διὰ τὸν πιστὸν εἶναι θάνατος ἡ ἄσκοπος περιπλάνησις τοῦ νοῦ καὶ ἡ λήθη. Ὅπως, ἀντιθέτως, ἡ συνεχὴς ἐνθύμησις τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ διαρκὴς παρουσία τοῦ Θεοῦ ἐν τῇ διανοίᾳ καὶ καρδία εἶναι δί΄αὐτὸν ζωὴ καὶ ἀπαλλαγῆ ἀπὸ κάθε κακία.
Α΄. Παλλαδίου.
Β΄. Ἐν τῷ βίῳ τοῦ Ὁσίου Ἐφραίμ.
Γ΄. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Δ΄. Τοῦ Ἁγίου Μάρκου.
Ε΄. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Ὑπόθεσις Ἡ΄- Πρέπει νὰ προσευχώμεθα ἀδιαλείπτως. Τί εἶναι ἡ ἀδιάλειπτος προσευχὴ καὶ πὼς κατορθώνεται.
Α΄. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Β΄. Ἀντιόχου τοῦ Παντέκτου.
Γ΄. Τοῦ Ἀββᾶ Ἠσαίου.
Δ΄. Τοῦ Ἀββᾶ Μάρκου.
Ε΄. Τοῦ Ἁγίου Μαξίμου.
ς΄. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Ζ΄. Τοῦ Ἁγίου Ἠσαίου.
Η΄. Τοῦ Ἁγίου Μάρκου.
Θ΄. Τοῦ Ἁγίου Ἰσαάκ.
Ι΄. Τοῦ Ἁγίου Μαξίμου.
Ὑπόθεσις Θ΄- Ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος περιφρουρεῖται πάντοτε ἀπὸ τὴν προσευχήν, δὲν κυριεύεται ἀπὸ τοὺς νοητοὺς ἐχθρούς, δί΄αὐτὸ πρέπει διαρκῶς νὰ φροντίζωμεν διὰ τὴν προσευχήν.
Α΄. Ἐν τῷ βίῳ τοῦ Ἁγίου Παχωμίου.
Β΄. Ἐν τῷ βίῳ τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ θαυματουργοῦ.
Γ΄. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Δ΄. Τοῦ Ἁγίου Ἠσαίου.
Ε΄. Τοῦ Ἁγίου Μάρκου.
ς΄. Τοῦ Ἁγίου Ἐφραίμ.
Ὑπόθεσις Ἴ΄- Ποὶα εἶναι ἡ δύναμις τῆς προσευχῆς. Διὰ τῆς προσευχῆς δίδεται εἰς τὸν ἄνθρωπον ὑπὸ τοῦ Θεοῦ πᾶν ἀγαθόν. Διὰ τῆς προσευχῆς ἐνοῦται ὁ ἄνθρωπος μετὰ τοῦ Θεοῦ.
Α΄. Ἐν τῷ βίῳ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Ἐλεήμονος.
Β΄. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Γ΄. Ἀντιόχου τοῦ Παντέκτου.
Δ΄. Τοῦ Ἀββᾶ Μάρκου.
Ὑπόθεσις ΙΑ΄- Ὅτι πρέπει ὁ ζητῶν τί παρὰ τοῦ Θεοῦ νὰ μὴν ζητῆ ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον ἀρέσκει εἰς αὐτόν, ἄλλ΄ὅτι εἶναι συμφέρον εἰς αὐτόν, κατὰ τὴν κρίσιν τοῦ Θεοῦ.
Α΄. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Β΄. Τοῦ Ἁγίου Ἠσαίου.
Γ΄. Τοῦ Ἁγίου Βαρσανουφίου.
Ὑπόθεσις ΙΒ΄- Αὐτὸς ποὺ ζητεῖ ἀπὸ τὸν Θεὸν τὰ συμφέροντα εἰς τὴν ψυχήν του, πρέπει εὐχαρίστως νὰ δέχεται καὶ τὰ ὑπὸ τῆς Θείας Προνοίας παραχωρούμενα, ἔστω καὶ ἂν εἶναι ἀντίθετα πρὸς τὴν ἐπιθυμίαν καὶ τὸ θέλημα τοῦ αἰτοῦντος.
Α΄. Ἐν τῷ βίῳ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Ἐλεήμονος.
Β΄. Ἐν τῷ βιῷ τοῦ Ἁγίου Οὐάρου.
Ὑπόθεσις ΙΓ΄- Πρέπει ἡ προσευχὴ νὰ ἐνισχύεται ἀπὸ τὴν ἐκτέλεσιν καλῶν ἔργων. Ποὶα πράγματα καθιστοῦν τὴν προσευχὴν ἀπρόσδεκτον ἀπὸ τὸν Θεόν.
Α΄. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Β΄. Τοῦ Ἁγίου Βαρσανουφίου.
Ὑπόθεσις ΙΔ΄- Ἡ προσευχή μας δὲν γίνεται δεκτὴ ὅταν ἔχωμεν ἔχθραν ἐναντίον ἄλλου, ἢ ὅταν ἄλλοι ἔχουν ἔχθραν ἐναντίον μας καὶ δὲν φροντίζωμεν νὰ συμφιλιωθῶμεν.
Α΄. Ἐν τῷ βίῳ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Ἐλεήμονος.
Β΄. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Γ΄. Ἀντιόχου τοῦ Παντέκτου.
Δ΄. Τοῦ Ἀββᾶ Ἠσαίου.
Ὑπόθεσις ΙΕ΄- Διὰ τὸν πιστὸν εἶναι ἀναγκαία ἡ ἀνάγνωσις τῶν Γραφῶν καὶ μεγάλη ἡ ἐξ αὐτῆς ὠφέλεια.
Α΄. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Β΄. Τοῦ Ἁγίου Ἐφραίμ.
Γ΄. Τοῦ Ἀββᾶ Μάρκου.
Δ΄. Τοῦ Ἁγίου Ἰσαάκ.
Ὑπόθεσις Ἴς΄- Αὐτὰ ποὺ διαβάζομεν πρέπει καὶ νὰ τὰ ἐκτελῶμεν, διότι ἡ σωτηρία ἐπιτυγχάνεται μὲ ἔργα καὶ ὄχι μὲ λόγους. Διὰ τοῦτο ἡ ἁπλὴ γνῶσις δὲν ὠφελεῖ. Ὁ πνευματικὸς ἄνθρωπος δὲν πρέπει νὰ περιορίζεται εἰς τὸ γράμμα τοῦ κειμένου, ἀλλὰ νὰ ἀναζητῆ τὴν ὑψηλοτέραν ἔννοιαν, τὸ πνεῦμα αὐτοῦ.
Α΄. Τοῦ Ἀββᾶ Ἠσαίου.
Β΄. Τοῦ Ἀββᾶ Μάρκου.
Γ΄. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Δ΄. Τοῦ Ἁγίου Μαξίμου.
Ε΄. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
ς΄. Τοῦ Ἁγίου Ἐφραίμ.
Ζ΄. Τοῦ Ἁγίου Ἰσαάκ.
Ὑπόθεσις ΙΖ΄- Δὲν πρέπει κινούμενοι ἀπὸ ὑπερηφάνειαν νὰ πολυπραγμονῶμεν περὶ τὰ ὑψηλὰ νοήματα τῆς Γραφῆς καὶ περὶ τὰ δογματικὰ καὶ ὑπέρτερά της λογικῆς ἢ νὰ προσπαθῶμεν νὰ ἐννοήσωμεν τὰ κρίματα τοῦ Θεοῦ.
Α΄. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Β΄. Τοῦ Ἀββᾶ Ἠσαίου.
Ὑπόθεσις ΙΗ΄- Ὁ πιστὸς πρέπει νὰ ἀπέχη τελείως ἀπὸ τὴν ψευδώνυμον γνῶσιν καὶ νὰ μὴ συναναστρέφεται μὲ αἱρετικούς. Ποιὰ εἶναι ἡ πραγματικὴ κατὰ Θεὸν σοφία. Μερικοὺς ἀνθρώπους τοὺς ὠφελεῖ νὰ ζοῦν ἐν ἁπλότητι μακρὰν τῶν συζητήσεων αὐτῶν.
Α΄. Τοῦ Ἀββᾶ Ἠσαίου.
Β΄. Τοῦ Ἀββᾶ Μάρκου.
Γ΄. Τοῦ Ἁγίου Διαδόχου.
Δ΄. Τοῦ Ἀββᾶ Ἰσαάκ.
Ε΄. Τοῦ Ἁγίου Ἐφραίμ.
Ὑπόθεσις ΙΘ΄- Τίποτε δὲν ἠμποροῦν νὰ κάμουν οἱ δαίμονες ἐναντίον τῶν πιστῶν. Δί΄αὐτὸ πρέπει νὰ τοὺς καταφρονῶμεν, νὰ μὴ δειλιάζωμεν ἐξ αἰτίας τῶν, καὶ νὰ μὴ τοὺς δίδωμεν καμμίαν σημασίαν, ὅτι καὶ ἂν κάμουν. Πῶς πρέπει νὰ διακρίνη ὁ ἄνθρωπος μιὰν ὀπτασίαν, ἐὰν δηλαδὴ προέρχεται ἀπὸ τοὺς δαίμονας ἢ ἀπὸ τοὺς Ἀγγέλους, διότι πολλᾶς φορᾶς οἱ δαίμονες δυκνείουν καὶ φαντασίας διὰ νὰ πλανήσουν τοὺς ἁπλούστερους καὶ παρηγοροῦν τὴν ψυχήν. Ποιὰ εἶναι ἡ θεία καὶ ποὶα ἡ σατανικὴ ὀπτασία.
Α΄. Ἐν τῷ βίῳ τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου.
Β΄. Ἐν τῷ βίῳ τοῦ Ἁγίου Παχωμίου.
Γ΄. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Δ΄. Τοῦ Ἁγίου Διαδόχου.
Ε΄. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Ὑπόθεσις Κ΄- Κατὰ πολλοὺς τρόπους παρουσιάζονται τὰ ὄνειρα, διὰ τοῦτο ἀσφαλέστερον εἶναι νὰ μὴ δίδωμεν πίστιν εἰς αὐτά, καὶ ὅτι οὐδὲν ἀπὸ τὰ μέλλοντα γνωρίζουν οἱ δαίμονες, ἔστω καὶ ἂν προσποιοῦνται ὅτι γνωρίζουν μερικὰ καὶ τὰ προλέγουν δῆθεν ἀπὸ ἰδικὴν τῶν γνῶσιν.
Α΄. Γρηγορίου τοῦ Διαλόγου.
Β΄. Ἐν τῷ βίου τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου.
Γ΄. Τοῦ Ἁγίου Μαξίμου.
Δ΄. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Ε΄. Τοῦ Ἁγίου Ἐφραίμ.
Ὑπόθεσις ΚΑ΄- Οἱ δαίμονες καθόλου δὲν γνωρίζουν τί ἔχει εἰς τὴν καρδίαν τοῦ ὁ ἄνθρωπος, οὔτε ἀπὸ ποὶα πάθη νικώμεθα. Τᾶς διαθέσεις καὶ τᾶς ἀδυναμίας ἠμῶν πληροφοροῦνται μόνον ἀπὸ ὅσα λέγομεν ἢ πράττομεν.
Α΄. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Β΄. Τοῦ Ἀββᾶ Κασσιανοῦ.
Ὑπόθεσις ΚΒ΄- Ποὶον εἶναι τὸ μέτρον τῆς ἀπαθείας, ποῖαι αἳ ἰδιότητές της καὶ πὼς ἀποκτῶνται ἀπὸ τὸν ἄνθρωπον.
Α΄. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Β΄. Τοῦ Ἀββᾶ Ἠσαίου.
Γ΄. Τοῦ Ἀββᾶ Μάρκου.
Δ΄. Τοῦ Ἁγίου Διαδόχου.
Ε΄. Τοῦ Ἀββᾶ Ἰσαάκ.
ς΄. Τοῦ Ἁγίου Μαξίμου.
Ζ΄. Τοῦ Ἀββᾶ Ἰσαάκ.
Ὑπόθεσις ΚΓ΄- Πότε καὶ πὼς πρέπει νὰ ἐγγίζη κανεὶς πρὸς τὴν θεολογίαν. Ποὶος εἶναι ὁ λόγος τῆς πνευματικῆς σοφίας καὶ ποὶος ὁ λόγος τῆς γνώσεως. Ποιὰ ἡ μεταξὺ τῶν διαφορὰ καὶ πὼς ὁ νοῦς γίνεται ἄξιος αὐτῶν.
Α΄. Τοῦ Ἁγίου Διαδόχου.
Β΄. Τοῦ Ἁγίου Μαξίμου.
Γ΄. Ἀββᾶ Ἰσαάκ.
Ὑπόθεσις ΚΔ΄- Πὼς καὶ ἀπὸ ποὺ ὁ νοῦς γίνεται μέτοχός της Χάριτος τοῦ Θεοῦ καὶ φέρεται εἰς τὸ ὕψος τῆς θεωρίας καὶ πῶς διατηρεῖται εἰς τὴν κατάστασιν αὐτὴν τῆς Χάριτος;
Α΄. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Β΄. Τοῦ Ἀββᾶ Ἠσαίου
Γ΄. τοῦ Ἀββᾶ Μάρκου.
Δ΄. Τοῦ Ἁγίου Διαδόχου.
Ε΄. Τοῦ Ἀββᾶ Ἰσαάκ.
ς΄. Τοῦ Ἁγίου Μαξίμου.
Ὑπόθεσις ΚΕ΄- Κατὰ πόσους τρόπους ἐπέρχεται ἡ θεία παραχώρησις καὶ ἐγκατάλειψις, καὶ τί πρέπει νὰ κάμνωμεν εἰς τᾶς περιπτώσεις αὐτᾶς, ὥστε νὰ ἐπανέρχεται εἰς ἠμᾶς ἡ θεία Χάρις.
Α΄. Τοῦ Ἁγίου Διαδόχου.
Β΄. Τοῦ Ἁγίου Μαξίμου.
Ὑπόθεσις Κς΄- Ἡ θεωρία διεγείρει τὸν νοῦν καὶ τὸν κάμνει νὰ λησμονῆ ὅλα τὰ γήινα. Ἡ Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος γίνεται διὰ τοὺς τελείους τὸ πᾶν καὶ τροφή, καὶ ποτὸν καὶ ἔνδυμα. Δί΄αὐτὸν τὸν λόγον καὶ μερικοὶ ἐκ τῶν Ἁγίων, ἐνδυναμούμενοι ὑπὸ τῆς Θείας Χάριτος, ἢ οὐδόλως ἐχρησιμοποίουν τὰ ὑλικὰ αὐτὰ ἐφόδια, ἢ κάτ΄ἐλάχιστον τὰ ἐχρησιμοποίουν, κατανικῶντες τοὺς ὅρους τῆς φύσεως.
Α΄. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Ὑπόθεσις ΚΖ΄- Τὸ ἀξίωμα τῆς ἱερωσύνης εἶναι μέγα, διὰ αὐτὸ δὲν πρέπει νὰ προσπαθῆ ὁ πιστὸς νὰ τὸ κατακτήση. Ἄπ΄ἐναντίας πρέπει, ἀπὸ εὐλάβειαν, νὰ παραιτεῖται τελείως ὁ καλούμενος εἰς αὐτό, ἐὰν μάλιστα σχηματίση τὴν γνώμην, ὅτι ἡ κλῆσις τοῦ εἰς τὴν ἱερωσύνην δὲν ὀφείλεται εἰς τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἄλλ΄ εἰς ἀνθρωπίνην ἐνέργειαν. Ὁμοίως πρέπει νὰ ἐνεργῆ ὁ πιστός, ὁσάκις καλεῖται εἰς οἱανδήποτε ἄλλην ἐξουσίαν ἢ εἰς τὸ ἔργον τῆς διδασκαλίας.
Α΄. Παλλαδίου.
Β΄. Ἐν τῷ βίῳ τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ θαυματουργοῦ.
Γ΄. Ἐν τῷ βίῳ τοῦ Ἁγίου Ἀμφιλοχίου.
Δ΄. Ἐν τῷ βίῳ τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Ἀκραγαντινῶν.
Ε΄. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Ὑπόθεσις ΚΗ΄- Περὶ ἱερωσύνης, ὅτι ἐκεῖνος ποὺ ἀναλαμβάνει ἀναξίως τὰ καθήκοντα τοῦ Ἱερέως προετοιμάζει διὰ τὸν ἑαυτὸν τοῦ αὐστηροτάτην τιμωρίαν. Ὅπως ἀντιθέτως, καὶ ἐκεῖνος ποὺ ἱερατεύει μετὰ προσοχῆς καὶ παραμένει ἄξιος του ὑπουργήματος, ὠφελεῖται ψυχικῶς πάρα πολύ.
Α΄. Παλλαδίου.
Β΄. Γρηγορίου τοῦ Διαλόγου.
Γ΄. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Ὑπόθεσις ΚΘ΄- Ἡ καθημερινὴ Λειτουργία προξενεῖ μεγίστην ὠφέλειαν, δί΄αὐτὸ καὶ οἱ Πατέρες κάθ΄ἑκάστην ἱερούργουν. Κατὰ τὴν Θείαν Λειτουργίαν ἑνώνονται τὰ οὐράνια μὲ τὰ ἐπίγεια.
Α΄. Γρηγορίου τοῦ Διαλόγου.
Β΄. Ἐν τῷ βίῳ τοῦ Ἁγίου Εὐθυμίου.
Γ΄. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Ὑπόθεσις Λ΄- Ὄχι μόνον εἰς τοὺς ζώντας, ἀλλὰ καὶ εἰς τοὺς ἀποθανόντας μεγάλην βοήθειαν παρέχει ἡ ὑπὲρ αὐτῶν τελουμένη προσφορὰ .
Α΄. Γρηγορίου τοῦ Διαλόγου.
Β΄. Ἐν τῷ βίῳ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Ἐλεήμονος.
Ὑπόθεσις ΛΑ΄- Μετὰ θάνατον δὲν ὑπάρχει συγχώρησις, ἐκτὸς τῶν πάρα πολὺ ἐλαφρῶν ἁμαρτημάτων, ἀλλὰ καὶ τούτων μετὰ μεγίστης δυσκολίας. Αὐτός, τὸν ὁποῖον αἳ πράξεις τοῦ κατέστησαν ἄξιόν της κολάσεως, εἶναι ἀδύνατον νὰ ἐξέλθη ποτὲ ἐξ αὐτῆς.
Α΄. Γρηγορίου τοῦ Διαλόγου.
Β΄. Τοῦ Ἁγίου Διαδόχου.
Γ΄. Τοῦ Ἁγίου Μαξίμου.
Ὑπόθεσις ΛΒ΄- Ποὶα ἡ αἰτία τῶν ἁγιασμάτων (τοῦ Μυστηρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας), ποὶα ἡ δύναμις καὶ διὰ ποῖον σκοπὸν πρέπει νὰ προσερχώμεθα εἰς αὐτά.
Α΄. Ἐν τῷ βίῳ τοῦ Ἁγίου Ἀρσενίου.
Β΄. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Ὑπόθεσις ΛΓ΄- Πὼς καὶ πότε πρέπει νὰ προσερχώμεθα εἰς τὴν μετάληψιν τῶν θείων Δώρων καὶ πὼς πρέπει νὰ εἶναι ἡ συνείδησίς μας.
Α΄. Παλλαδίου.
Β΄. Τοῦ αὐτοῦ.
Γ΄. Ἐκ τοῦ Διαλόγου.
Δ΄. Ἐν τῷ βίῳ τοῦ Ἁγίου Εὐθυμίου.
Ε΄. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
ς΄. Τοῦ Ἁγίου Ἐφραίμ.
Ζ΄. Τοῦ Ἀββᾶ Ἠσαίου.
Η΄. Τοῦ Ἀββᾶ Βαρσανουφίου.
Ὑπόθεσις ΛΔ΄- Ἡ τακτικὴ θεία Μετάληψις εἶναι πάρα πολὺ ὠφέλιμος. Ἐξ ἀντιθέτου δέ, ἡ μὴ συχνὴ Μετάληψις εἶναι βλαβερὰ καὶ ἐπικίνδυνος.
Α΄. Παλλαδίου.
Β΄. Τοῦ αὐτοῦ.
Γ΄. Ἐξ ἐπιστολῆς τοῦ Ἁγίου Βασιλείου τοῦ Μεγάλου πρὸς Καισαρίαν Πατρικίαν.
Δ΄. Ἐν τῷ βίῳ τοῦ Ἁγίου Εὐθυμίου.
Ε΄. Παλλαδίου.
ς΄. Τοῦ Ἀββᾶ Κασσιανοῦ τοῦ Ρωμαίου.
Ὑπόθεσις ΛΕ΄- Αὐτὸς ποὺ εὑρίσκεται ὑπὸ ἐπιτίμιον καὶ δὲν μεταλαμβάνει, κατὰ τὴν Θείαν Λειτουργίαν πρέπει νὰ ἐξέρχεται ἐκ τοῦ Ναοῦ μαζὶ μὲ τοὺς κατηχουμένους.
Α΄. Γρηγορίου τοῦ Διαλόγου.
Β΄. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Ὑπόθεσις Λς΄- Ὁ ἐνταφιασμὸς ἑνὸς Χριστιανοῦ εἰς τὴν Ἐκκλησίαν, ὠφελεῖ μὲν τοὺς εὐσεβεῖς, προκαλεῖ ὅμως κόλασιν εἷς τους καταδικασθέντας εἰς τὸ αἰώνιον πῦρ.
Α΄. Γρηγορίου τοῦ Διαλόγου.
Ὑπόθεσις ΛΖ΄- Καὶ ὁ πολυτελὴς ἐνταφιασμὸς δὲν εἶναι μικρὴ ζημία διὰ τὴν ψυχήν. Δί΄αὐτὸ καὶ αὐτοὶ ποὺ ἀγαποῦν τὸν Θεόν, ἐπιθυμοῦν πάρα πολὺ τὸν ἄσημον καὶ ἄδοξον ἐνταφιασμὸν καὶ τὸν προτιμοῦν.
Α΄. Ἐν τῷ βίῳ τοῦ Ἁγίου Ἐφραίμ.
Β΄. Ἐν τῷ βίῳ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Καλυβίτου.
Γ΄. Ἐν τῷ βίῳ τοῦ Ἁγίου Παχωμίου.
Δ΄. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Ὑπόθεσις ΛΗ΄- Δὲν εἶναι ἴδιον τοῦ οἱουδήποτε ἡ διδασκαλία, ἀλλὰ μόνον ἐκείνου ὁ ὁποῖος προεβλήθη ὑπὸ τῆς Θείας Προνοίας ὡς ἱκανὸς εἰς τοῦτο καὶ ἐφαρμόζει ἐκεῖνα, τὰ ὁποῖα διδάσκει καὶ ἐνίκησε τὰ πάθη του. Ἐκεῖνος δὲ ποὺ δὲν ἔχει τὰ πρὸς διδασκαλίαν προσόντα, πρεέπει νὰ προσέχη τὸν ἑαυτόν του, μὴ τυχόν, θέλων νὰ οἰκοδομήση τοὺς ἄλλους, παραμελήση καὶ ζημιώση τὸν ἑαυτόν του. Ὑπάρχουν μερικοί, καίτοι σπάνιοι, οἱ ὁποῖοι ὠδηγήθησαν εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς ὑπὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ ὄχι μόνον δὲν ἔλαβον ἀνάγκην ἀπὸ ἀνθρωπίνην συμβουλὴν καὶ ὁδηγίαν, ἀλλὰ καὶ ἠδυνήθησαν ὕστερον νὰ γίνουν πνευματικοὶ ὁδηγοὶ ἄλλων. Τὸ φαινόμενον αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων πρέπει νὰ τὰ θαυμάζωμεν, ἀλλὰ νὰ μὴ ἐπιδιώκωμεν νὰ τὸ μιμηθῶμεν, ἀποβλέποντες εἰς τὴν ἀδυναμίαν μας.
Α΄. Γρηγορίου τοῦ Διαλόγου.
Β΄. Ἐν τῷ βίῳ τῆς Ὁσίας Συγκλητικῆς.
Γ΄. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Δ΄. τοῦ Ἀββᾶ Μάρκου.
Ε΄. Τοῦ Ἀββᾶ Ἰσαάκ.
ς΄. Τοῦ Ἁγίου Βαρσανουφίου.
Ζ΄. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Η΄. Τοῦ Ἁγίου Ἐφραίμ.
Ὑπόθεσις ΛΘ΄- Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἀποφασίζει κατὰ φωτισμὸν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καὶ ἂν δὲν εἶναι Ἱερεύς, εἰς ὅτι καὶ νὰ ἀποφασίση ἔχει σύμφωνον τὸν Θεὸν Τὸ νὰ διδάσκουν ἄλλους εἶναι ἐπιτετραμμένον ἐκ Θεοῦ, ὄχι μόνον εἰς τοὺς Ἱερεῖς, ἀλλὰ καὶ εἰς ἄλλους, τοὺς καθαροὺς κατὰ τὴν ψυχήν. Καὶ ποὶα εἶναι ἡ μυστικὴ Ἱερωσύνη. Καὶ πὼς πρέπει νὰ μεταλαμβάνουν τῶν ἀχράντων Μυστηρίων οἱ ζῶντες εἰς τᾶς ἐρήμους, ὅταν δὲν παρίσταται Ἱερεύς.
Α΄. Γρηγορίου τοῦ Διαλόγου.
Β΄. Τοῦ Ἁγίου Μαξίμου.
Γ΄. Ἐν τῷ βίῳ τοῦ Ἁγίου Λουκᾶ τοῦ Νέου.
Ὑπόθεσις Μ΄- Ὁ Ἀληθινὸς Ποιμὴν πρέπει μετὰ προθυμίας νὰ ὑφίσταται κάθε κίνδυνον διὰ τὰ πρόβατά του καὶ νὰ φροντίζη ὁλοψύχως δί΄αὐτά.
Α΄. Ἐν τῷ βίῳ τοῦ Ἁγίου Πέτρου Ἀλεξανδρείας.
Β΄. Ἐν τῷ βίῳ τοῦ Ἁγίου Ἀβραμίου.
Γ΄. Ἐν τῷ ὑπομνήματι τῷ εἰς τὸν Ἅγιον Ἰωάννην Ἰωάννην τὸν θεολόγον.
Δ΄. Τοῦ Ἁγίου Ἐφραίμ.
Ε΄. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
ς΄. Τοῦ Ἁγίου Ἐφραίμ.
Ὑπόθεσις ΜΑ΄- Ἐκεῖνοι ποὺ ἔλαβον ἐκ Θεοῦ τὴν Χάριν νὰ διδάσκουν, ὅσον περισσότερον φροντίζουν νὰ αὐξάνουν τὸν κύκλον τῶν διδασκόμενων, τόσον καὶ περισσοτέραν Χάριν ἀπολαμβάνουν. Διὰ τοῦτο πρέπει οὗτοι νὰ διδάσκουν ἀκούραστα. Ἐκεῖνοι δὲ ποὺ ἀκούουν μὲ ἀδιαφορίαν τὴν διδασκαλίαν, θὰ ὑποστοῦν ἀνυπόφορον τιμωρίαν. Ὁ Προεστῶς πρέπει νὰ παραμένη εἰς τὴν Μονήν, καὶ νὰ ἔχη Δεύτερον, ὁ ὁποῖος νὰ τὸν βοηθῆ, εἰς τὴν ἐπιστασίαν τῶν ἀδελφῶν.
Α΄. Ἐν τῷ βίῳ τοῦ Ἁγίου Παχωμίου.
Β΄. Ἐν τῷ βίῳ τοῦ Ἁγίου Ἐφραίμ.
Γ΄. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Δ΄. Τοῦ Ἁγίου Ἐφραίμ.
Ε΄. Τοῦ Ἀββᾶ Ἠσαίου.
ς΄. Τοῦ Ἀββᾶ Μάρκου.
Ὑπόθεσις ΜΒ΄- Δὲν πρέπει κανεὶς νὰ διδάσκη ἢ νὰ ἐλέγχη ἐκείνους,οἱ ὁποῖοι δὲν ὑπάγονται εἰς τὴν ἐξουσίαν του, ἔστω καὶ ἐὰν ἁμαρτάνωσιν, ἐκτὸς ἐὰν ἤθελε ζητηθῆ τοῦτο ἀπὸ αὐτούς. Ἄλλ΄οὔτε καὶ νὰ ἀναλαμβάνη τὴν ὑπεράσπισιν τῶν, ὅταν ἀδικοῦνται.
Α’. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Β΄. Τοῦ Ἀββᾶ Ἠσαίου.
Γ΄. Τοῦ Ἀββᾶ Μάρκου.
Ὑπόθεσις ΜΓ΄- Δὲν πρέπει νὰ φερώμεθα μὲ αὐταρχικότητα εἰς τοὺς ὑποτακτικούς, οὔτε νὰ ἐπιβάλλωμεν εἰς αὐτοὺς ἔργα, τὰ ὁποῖα δὲν ἁρμόζει. Πᾶν ὅτι ἐπιβάλλεται μὲ ταπεινοφροσύνην καὶ καθαρὰν συνείδησιν, τὸ φέρει εἰς αἴσιον πέρας ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ.
Α’. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Β΄. Τοῦ Ἁγίου Ἐφραίμ.
Γ΄. τοῦ Ἀββᾶ Μάρκου.
Ὑπόθεσις ΜΔ΄- Δὲν πρέπει νὰ ἀπογοητεύωμεν αὐτόν, ποὺ κάμνει κάποιο καλό, ἔστω καὶ ἐὰν εἶναι ἀτελής. Ἄπ΄ἐναντίας πρέπει νὰ ἐνισχύωμεν τὴν προθυμίαν του, καὶ σιγὰ – σιγὰ νὰ τὸν ἀνυψώνωμεν πρὸς τὴν τελειότητα.
Α’. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Ὑπόθεσις ΜΕ΄- Ὁ Ἡγούμενος πρέπει διὰ τῶν δυνατωτέρων νὰ ἐκπαιδεύη καὶ τοὺς ἀσθενεστέρους ἐκ τῶν ἀδελφῶν εἰς τὴν ὑπακοήν, τὴν ὑπομονὴν καὶ τὴν λοιπὴν ἄσκησιν. Ὅσον δὲ ἠμπορεῖ νὰ εἶναι ἐπιεικὴς πρὸς τοὺς ἀρχαρίους.
Α’. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Β΄. Τοῦ Ἁγίου Ἐφραίμ.
Ὑπόθεσις Μς΄- Δὲν πρέπει νὰ ζητῶμεν ἀπὸ ὅλους τὴν ἰδὶαν ἄσκησιν, ἀλλὰ ἀναλόγως πρὸς τὴν προηγούμενην ζωὴν τῶν καὶ τὴν σωματικὴν τῶν ἀντοχήν.
Α’. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Β΄. Τοῦ Ἁγίου Ἐφραίμ.
Ὑπόθεσις ΜΖ΄- Πρέπει νὰ φροντίζωμεν ἰδιαιτέρως διὰ τοὺς ἀδυνάτους καὶ νὰ εἴμεθα συγκαταβατικώτεροι μὲ αὐτούς, εἰς ὄσας περιπτώσεις δὲν συμβαίνει παράβασις κάποιας ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ, διὰ νὰ μὴ σκανδαλίζωνται. Τὰ ἐπιτεύγματα καὶ τὰ ἁμαρτήματα ἑνὸς ἑκάστου κρίνονται ἀνάλογα μὲ τὴν δύναμιν καὶ τᾶς γνώσεις του.
Α’. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Β΄. Τοῦ Ἁγίου Ἐφραίμ.
Ὑπόθεσις ΜΗ΄- Ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος περιέπεσεν εἰς κάποιο ἁμάρτημα καὶ διὰ τοῦτο ἔχει περιέλθει εἰς ἀπελπισίαν, δὲν πρέπει νὰ τὸν καταθλίβωμεν ἀμέσως μὲ ἀπότομον ἔλεγχον, ἀλλὰ νὰ τὸν παρηγορῶμεν μὲ συμπάθειαν καὶ νὰ προσπαθῶμεν μὲ καλωσύνην νὰ τὸν σηκώσωμεν ἀπὸ τὴν πτῶσιν του. Ὁμοίως καὶ ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος ἀπεχωρίσθη ἀπὸ τὸ Κοινόβιον καὶ κατόπιν ἐπέστρεψε, πρέπει νὰ τὸν ὑποδεχώμεθα μὲ καλὸν τρόπον.
Α’. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Β΄. Τοῦ Ἁγίου Ἐφραίμ.
Γ΄. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Ὑπόθεσις ΜΘ΄- Ὁ Ἡγούμενος δὲν πρέπει ποτὲ νὰ ἡσυχάζη καὶ νὰ ἀδιαφορῆ ὁσάκις ἁμαρτάνουσιν οἱ ὑποτακτικοί του, ἀλλὰ νὰ τοὺς ἐλέγχη, νὰ τοὺς ἐπιτημὰ καὶ μὲ κάθε τρόπον νὰ τοὺς διωρθώνη.
Α’. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Β΄. Τοῦ Ἁγίου Ἐφραίμ.
Γ΄. Τοῦ Ἀββᾶ Μάρκου.
Ὑπόθεσις Ν΄- Αὐτόν, ποὺ παραμένει ἀδιόρθωτος εἰς τὴν ἁμαρτίαν καὶ ζημιώνει μὲ τὴν ἐπιμονὴν τοῦ αὐτὴν τὴν ἀδελφότητα, ἀφοῦ καταβληθῆ πρὸς ὠφέλειάν του ἡ πρέπουσα φροντὶς καὶ δὲν φέρη ἀποτέλεσμα, πρέπει νὰ τὸν ἀποδιώκωμεν. εἰς τὴν περίπτωσιν αὐτὴν ὁ Ἡγούμενος δὲν πρέπει, χρησιμοποιῶν ὑπὲρ τὸ μέτρον τὴν συμπάθειαν, νὰ ζημιώνη καὶ τὸν ἑαυτόν του καὶ τοὺς ὑπολοίπους.
Α’. Ἐν τῷ Γεροντικῷ.
Β΄. Τοῦ Ἁγίου Ἐφραίμ.
Γ΄. Τοῦ Ἀββᾶ Μάρκου.
Πίναξ Περιεχομένων


Μπορείτε επίσης να διαβάσετε η να αποθηκεύσετε το βιβλίο στο scribd :

Α. Ευεργετινός – Τόμος Τέταρτος (Υπόθεσις Α΄- ΙΘ΄). Ενετίησι 1783, εκδ. έκτη 1985.

Β. Ευεργετινός – Τόμος Τέταρτος (Υπόθεσις Κ΄- Ν΄). Ενετίησι 1783, εκδ. έκτη 1985.

 

 

ΑΝ ΘΕΛΕΙΣ νὰ συνετίσεις ἕναν ὑπερήφανο ἄνθρωπο, μὴ μεταχειριστεῖς πολλὰ λόγια. Θύμισέ του μόνο τὴν ἀνθρώπινη φύση του καὶ τὴ ρήση τοῦ σοφοῦ Σειράχ: «Γιατί ἔχει τόση ἀλαζονεία τὸ χῶμα καὶ ἡ στάχτη;» (10:9). Κι ἂν ἐκεῖνος σου πεῖ, ὅτι χῶμα καὶ στάχτη θὰ γίνει μετὰ τὸ θάνατό του, δώσ’ του νὰ καταλάβει ὅτι καὶ τώρα, ποὺ ζεῖ, δὲν εἶναι τίποτα περισσότερο. Ἃς μὴν ξεγελιέται, βλέποντας τὴν ὀμορφιά του, ἔχοντας τὴν ὑγεία του, νιώθοντας τὴ δύναμή του, ἀπολαμβάνοντας τὶς χαρὲς τῆς σύντομης ἐπίγειας ζωῆς. Χῶμα καὶ στάχτη εἶναι, «ἀφοῦ, καὶ ὅσο ἀκόμα ζεῖ, ἀρχίζει ἡ φθορὰ τοῦ» (Σόφ. Σείρ. 10:9).Ἃς παρατηρήσει ὁ καθένας μας, πόσο ἀσήμαντη εἶναι ἡ ὕπαρξή μας. Ἃς μὴν περιμένει τὴ μέρα τοῦ θανάτου του, γιὰ νὰ συνειδητοποιήσει τὴ μηδαμινότητά του. Ἃς τὴν ἀντιληφθεῖ ἀπὸ τώρα, στρέφοντας φιλοσοφημένα τὴ σκέψη τοῦ μέσα του καὶ γύρω του, στὸν ἑαυτό του καὶ στοὺς ἄλλους. Ἃς μὴ χάσει, ὅμως, τὸ θάρρος του, διαπιστώνοντας τὴν ἀνθρώπινη φθαρτότητα. Ὁ Θεὸς δὲν ἔκανε ἔτσι τὰ πράγματα ἐπειδὴ μᾶς μισεῖ, ἀλλ’ ἀπεναντίας ἐπειδὴ μᾶς ἀγαπᾶ καὶ νοιάζεται γιὰ μᾶς. Μ’ αὐτὸ τὸν τρόπο μᾶς παρέχει πολλὲς ἀφορμές, γιὰ νὰ γινόμαστε ταπεινοί. Ἀλήθεια, ἂν ὁ ἄνθρωπος, παρόλο ποὺ εἶναι πλασμένος ἀπὸ τὸ χῶμα τῆς γῆς, τόλμησε νὰ πεῖ, «Θ’ ἀνέβω στὸν οὐρανὸ» (Ἡσ. 14:13), ποῦ θὰ ἔφθανε μὲ τὸ λογισμό του, ἂν δὲν τὸν συγκρατοῦσε σὰν χαλινάρι ἡ ἀδύναμη φύση του; Read more

Διηγεῖται ὁ Ἅγιος Ἀμφιλόχιος Ἰκονίου περὶ μετανοίας ἐξ οὗ πληροφορούμεθα τὴν μεγίστην πρὸς ἡμᾶς τοῦ Θεοῦ φιλανθρωπίαν, καὶ ὅτι οὐδεὶς τινὰ ἐαυτὸν ἀπογινώσκειν, εἰ καὶ τυχὸν ὡς δαίμων ἁμαρτωλὸς εἴη.

Τίς τῶν Γερόντων καὶ ἁγίων μέγας καὶ διορατικός, ὑπερβάς, τοὺς τῶν δαιμόνων πειρασμούς, τούτων οὐκέτι ἐφρόντιζεν· ἀλλ’ ἦν θεωρῶν ὀφθαλμοφανῶς καὶ τοὺς Ἀγγέλους, καὶ τοὺς δαίμονας, τὸ πῶς ἀσκολοῦνται περὶ τῆς ἀνθρωπίνης ζωῆς. Ἔκαστος ἐν τῷ ἰδίῳ μέρει ἀγωνιζόμενος τοιοῦτος δὲ μέγας ὑπῆρχεν καὶ ὑψηλός, ὥστε μετριάζειν αὐτὸν τὸ ἀκάθαρτα Πνεύματα· πολλάκις δὲ ὠνείδιζεν αὐτοὺς καὶ ὕβριζεν, καὶ ἔθλιβε ὑπομιμνήσκων αὐτῶν τὴν ἐκ τῶν Οὐρανῶν ἔκπτωσιν, καὶ τὴν ἐκδεκομένην τούτοις τοῦ πυρὸς αἰώνιον κόλασιν· λοιπὸν οἱ δαίμονες διεφήμιζον αὐτὸν πρὸς ἀλλήλους τὸν μέγαν ἐκεῖνον γέροντα, ὅτι οὐδεὶς τολμήση ἀπὸ τοῦ νῦν παλέσαι ἢ πλησιάσαι αὐτῷ· μήποτε πληγήσεται ὑπ᾽ αὐτοῦ, καθ’ ὅτι εἰς φορὰν ἤρθη ἀπαθείας, θεωθεὶς τῷ Παναγίῳ Πνεύματι· καὶ ὡς ταῦτα οὕτως εἶχε, εἷς τῶν δαιμόνων ἀδελφὲ Ζερέφερ φησὶ τῷ ἑτέρῳ (τοῦτο γὰρ ἦν ὄνομα τῷ δαίμονι) ἄρα εἰ μεταμεληθῆ τὶς ἐξ ἡμῶν δέχεται τοῦτον ὁ Θεὸς εἰς μετάνοιαν; ναί ἢ οὔ; καὶ τίς τοῦτο ἐπίσταται; Καὶ ὁ Ζερέφερ ἀπεκρίθη θέλεις ὑπάγω εἰς τὸν μέγαν γέροντα τὸν ἡμᾶς μή φοβούμενον, καὶ πειράσω περὶ τούτου καὶ δοκιμάσω; καὶ λέγει του ἐκεῖνος πορεύου, ἀλλ᾽ ὅρα καλῶς, ὁ γέρων διορατικός ἐστι καὶ γνώσεται τὸν δόλον· καὶ οὐ μὴ πεισθῇ ἐρωτῆσαι τὸν Θεόν, ὅμως πορεύθητι καὶ ἐπιτυγχάνεις ἢ δοκιμάζεις καὶ ἀναχωρεῖς. Read more

“Κανείς ἃς μὴ σᾶς κατακρίνει, δείχνοντας δῆθεν ταπεινοφροσύνη”, λέει ὁ ἅγιος ἀπόστολος Παῦλος.Ἀληθινὴ ταπεινοφροσύνη εἶναι ἡ οἰκείωση τοῦ φρονήματος τοῦ Χριστοῦ, “ὁ ὁποῖος, ἂν καὶ ἦταν Θεός, …τὰ ἀπαρνήθηκε ὅλα καὶ πῆρε μορφὴ δούλου, ἔγινε ἄνθρωπος, καὶ ὄντας πραγματικὸς ἄνθρωπος, ταπεινώθηκε θεληματικά, ὑπακούοντας μέχρι θανάτου, καὶ μάλιστα θανάτου σταυρικού”.Ἡ ἀληθινὴ ταπεινοφροσύνη εἶναι ἡ διάκριση, ποὺ ἀποτελεῖ δῶρο Θεοῦ, ἐνέργεια τῆς θείας χάριτος στὸν νοῦ καὶ τὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου. Read more

Λόγος ΛΔ’[1] Περὶ τοῦ Τιμίου Σταυροῦ.[2]

Ἤτοι· Περὶ τοῦ μὴ ἐπαισχύνεσθαι ὁμολογεῖν τὸν Τίμιον Σταυρόν, καὶ ὡς δι’ αὐτοῦ ἔσωσεν ἡμᾶς ὁ Χριστός, καὶ ὡς δεῖ ἐν αὐτῷ καυχᾶσθαι, καὶ περὶ ἀρετῆς, καὶ ὅπως ἐφίεται τῆς σωτηρίας τῆς ἡμετέρας, καὶ περὶ ἐλεημοσύνης (καὶ Ἱερέων καὶ ἱεροκατηγόρων), Read more

Ὀσιότατε ἱερομόναχε καὶ καθηγούμενε τῆς Σεβασμίας καὶ Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Βατοπαιδίου, Ἁγίου Ὅρους, εὔχομαι στὸν Θεὸ νὰ διατηρεῖ τὴν μεγάλη ἁγιοσύνη σου μὲ ὑγεία σωματική, γιὰ νὰ καταρτίζεις, στηρίζεις καὶ ὠφελεῖς τὶς ψυχὲς ποὺ καθοδηγεῖς καὶ γιὰ δική μου εὐφροσύνη καὶ χαρά. Μὲ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ καὶ μὲ τὶς ἅγιες εὐχές σου, ζοῦμε καὶ ἐμεῖς μέχρι στιγμῆς. Read more

«Τότε ἂν σᾶς πεῖ κανείς, «νά, ὁ Χριστὸς εἶναι στὰ ἀπόμερα δωμάτια, νά, ὁ Χριστὸς βρίσκεται στὴν ἔρημο», μὴν πηγαίνετε νὰ τὸν βρεῖτε» (Ματθ. 24, 26). Τὰ λέει αὐτὰ ὁ Χριστὸς ἀναφερόμενος στὴ Δευτέρα Παρουσία Του καὶ μιλᾶ γιὰ τοὺς ψευδοπροφῆτες, τοὺς ψευδόχριστους καὶ γιὰ τὸν Ἀντίχριστο, γιὰ νὰ μὴν πλανηθεῖ κανεὶς καὶ πέσει στὴν παγίδα του. Read more