22 Ὀκτωβρίου

Μέσα στὴ σεπτὴ χορεία τῶν θεοφόρων ἱεραρχῶν ποὺ ἀγωνίσθηκαν μὲ σθένος καὶ παρρησία γιὰ τὴν ἀμώμητο χριστιανικὴ πίστη καὶ ἔλαβαν ἀπὸ τὸν Πανοικτίρμονα Θεὸ τὸ χάρισμα νὰ θαυματουργοῦν ἀδιαλείπτως, συναριθμεῖται καὶ ὁ τιμώμενος ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας στὶς 22 Ὀκτωβρίου ἰσαπόστολος Αγιος Ἀβέρκιος, ὁ καὶ θεοπρόβλητος ποιμενάρχης τῆς Ἱεραπόλεως τῆς Φρυγίας τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, ὁ ὁποῖος διὰ τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ ἀναδείχθηκε «τῶν ἀμέμπτων ἠθῶν τό θησαύρισμα», «τοῦ Χριστοῦ τῆς ἀγάπης τό ἐκτύπωμα», «τοῦ ἐχθροῦ τῆς ἀπάτης τό ἥττημα» και «τῶν δαιμόνων ἡ ἐκδίωξη».

Ὁ ὑμνηθεῖς ὡς «ὁμόζηλος τῶν Ἀποστόλων» Ἅγιος Ἀβέρκιος εζησε τὸν 2ο μ.Χ. αἰώνα ἐπὶ τῶν ἡμερῶν τοῦ Ρωμαίου αὐτοκράτορος Μάρκου Αὐρηλίου (161-180), ὁ ὁποῖος ὑπῆρξε ἕνας ἀπὸ τοὺς σημαντικότερους στωικοὺς φιλοσόφους, ἀλλὰ καὶ μεγάλος διώκτης τῶν χριστιανῶν. Ἡ ἐνάρετη βιοτὴ καὶ ὁ ἔνθερμος ἱεραποστολικός του ζῆλος σὲ συνδυασμὸ καὶ μὲ τὴν καρποφόρα διδασκαλία τοῦ σωτηριώδους λόγου τοῦ Θεοῦ σαγήνευσαν σὲ τέτοιο βαθμὸ τὸν λαό, ὥστε κατόπιν ἐπίμονης καὶ θερμῆς παρακλήσεως τῶν κατοίκωνανηλθε στὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο τῆς Ἱεραπόλεως, γενόμενος «κλέισμα καὶ σέμνωμα» τῆς Φρυγίας τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Μὲ τὸ νέο τοῦ ἀξίωμα ὡς θεοπρόβλητος ἱεράρχης τῆς Ἐπισκοπῆς Ἱεραπόλεως ἐπιδόθηκε μὲ ἰδιαίτερο ζῆλο στὴν ὀρθὴ διδασκαλία τῆς ἀκραιφνοῦς χριστιανικῆς πίστεως καὶ κατόρθωσε νὰ προσελκύσει στὸν Χριστὸ πλῆθος εἰδωλολατρῶν, ἐνῶ κατέστη ἔνθερμος συμπαραστάτης καὶ ἀρωγὸς σὲ ὅσους εἶχαν ἀνάγκη. Ἔτσι χῆρες, ὀρφανὰ καὶ πολυάριθμοι ἐνδεεῖς βρῆκαν πλησίον τοῦ τὴν ἀνακούφιση, τὴ φροντίδα καὶ τὴν ἀγάπη.
Τὴν ἐποχὴ ὅμως αὐτὴ ὁ αὐτοκράτορας Μάρκος Αὐρήλιος διέταξε νὰ λάβουν χώρα σὲ ὁλόκληρη τὴν αὐτοκρατορία λαμπρὲς τελετὲς πρὸς τιμὴν τῶν εἰδωλολατρικῶν θεῶν, ἐνῶ στὴν προσπάθειά του νὰ ἀποκαλυφθοῦν οἱ χριστιανοὶ ἐκεῖνοι ποὺ θὰ ἐπέμεναν νὰ λατρεύουν τὸν Κύριο ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστό, ὑποχρέωσε ὅλους τους κατοίκους νὰ συμμετάσχουν στὶς εἰδωλολατρικὲς ἑορτές. Ἡ ἐντολὴ τοῦ αὐτοκράτορος ἴσχυε καὶ γιὰ τὴν Ἱεράπολη, ὅπου διακονοῦσε ὁ ἱεράρχης τοῦ Χριστοῦ Ἅγιος Ἀβέρκιος.
Μόλις ἄρχισαν οἱ τελετὲς προσκύνησης τῶν εἰδωλολατρικῶν θεῶν, κατὰ τὶς ὁποῖες οἱ κάτοικοι τῆς πόλεως ἐπιδίδονταν σὲ κραιπάλες, ὁ θεοφόρος Ἀβέρκιος εὐρισκόμενος στὸ σπίτι τοῦ προσευχήθηκε στὸν Κύριο γιὰ νὰ ἐλεήσει καὶ νὰ φωτίσει τὸν λαὸ ποὺ ζοῦσε μέσα στὴν πλάνη καὶ τὴν ἀσωτία. Ἡ ἔκκληση τοῦ φωτισμένου ἱεράρχου βρῆκε ἀμέσως ἀνταπόκριση στὸν Θεό. Ἔτσι ὁ Ἅγιος μέσα ἀπὸ μία ὀπτασία ἔλαβε τὴν ἐντολὴ τοῦ Κυρίου νὰ κατακρημνίσει τὸν εἰδωλολατρικὸ βωμὸ τοῦ Ἀπόλλωνος, ἀλλὰ καὶ τῶν ἄλλων θεῶν. Ἡ ἐντολὴ δὲν ἄργησε νὰ ἐκτελεσθεῖ, ἀφοῦ μέσα στὴ νύχτα κατακρήμνισε τὰ ἄψυχα εἴδωλα. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἐξαγρίωσε τοὺς εἰδωλολάτρες, ἀφοῦ ἀποδείχθηκε ἔμπρακτα ἡ ματαιότητα τῆς λατρείας τῶν ψεύτικων θεῶν. Γι’ αὐτὸ καὶ ἀποφάσισαν νὰ συλλάβουν τὸν ποιμενάρχη τῆς Ἱεραπόλεως καὶ νὰ τὸν θανατώσουν. Ὁ Ἅγιος Ἀβέρκιος παρουσιάσθηκε ὅμως μόνος του στὴν ἀγορά, ὅπου μὲ ξεχωριστὴ παρρησία κήρυξε τὴν ἀμώμητο χριστιανικὴ πίστη. Ἡ θαρραλέα του αὐτὴ στάση ἐξόργισε ἀκόμη περισσότερο τὸν ὄχλο, ὁ ὁποῖος ὅμως ἔμεινε ἄναυδος καὶ ἄφωνος μετὰ τὴ θαυματουργικὴ θεραπεία τριῶν δαιμονισμένων ἀπὸ τὸν Ἅγιο ποὺ τοὺς θεράπευσε διὰ τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ χρησιμοποιώντας τὸ ραβδί, μὲ τὸ ὁποῖο εἶχε κατακρημνίσει τὰ εἴδωλα.

Τὸ θαυμαστὸ καὶ ὑπερφυὲς αὐτὸ γεγονὸς εἰρήνευσε τὸν ἐξαγριωμένο ὄχλο, ὁ ὁποῖος ἄρχισε πλέον νὰ ἀντιμετωπίζει μὲ σεβασμὸ τὸν διαπρύσιο κήρυκα τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ. Μάλιστα ὁ ἐποικοδομητικός του λόγος γιὰ τὴ χριστιανικὴ πίστη ἔπεισε πολλοὺς εἰδωλολάτρες στὸ νὰ ἐγκολπωθοῦν τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ νὰ βαπτισθοῦν χριστιανοί, ἐνῶ ἡ φήμη τοῦ διαδόθηκε σὲ τέτοιο βαθμό, ὥστε κάτοικοι ὄχι μόνο ἀπὸ τὴν Ἱεράπολη, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν εὐρύτερη περιοχὴ προσέτρεχαν σ’ αὐτὸν γιὰ νὰ καθοδηγηθοῦν πνευματικὰ καὶ νὰ θεραπευθοῦν ἀπὸ τὶς ἀσθένειές τους. Μεταξὺ τῶν ἐπιτελεσθέντων θαυμάτων ἦταν καὶ ἡ θεραπεία τῆς τυφλῆς εἰδωλολάτρισσας Φρυγγέλης, ἡ ὁποία εἶχε ὡς διακαῆ πόθο νὰ ἀκούσει τὸν φωτισμένο λόγο τοῦ Ἁγίου. Τότε ὁ εὐλογημένος ἱεράρχης τοῦ Χριστοῦ δίδαξε στὴν τυφλὴ Φρύγγελα τὴν ὀρθὴ χριστιανικὴ πίστη, ἀλλὰ παράλληλα τὴ θεράπευσε ἀπὸ τὴν τύφλωση καὶ ἀποκατάστησε πλήρως τὴν ὅρασή της.
//Ἡ θαυματουργικὴ φήμη τοῦ Ἁγίου διαδόθηκε ὅμως μέχρι καὶ τὴ Ρώμη καὶ ἔγινε γνωστὴ ἀκόμη καὶ στὸν αὐτοκράτορα Μάρκο Αὐρήλιο, ὁ ὁποῖος διέταξε νὰ ἔρθει ἐκεῖ γιὰ νὰ θεραπεύσει τὴ δεκαεξάχρονη κόρη τοῦ Λουκίλλα, ἡ ὁποία ἐνῶ ἑτοιμαζόταν νὰ παντρευτεῖ, βρισκόταν κάτω ἀπὸ ἰσχυρὴ δαιμονικὴ ἐπήρεια. Ὅταν ἔφτασε ὁ Ἅγιος Ἀβέρκιος στὴ Ρώμη, ὁδηγήθηκε στὰ ἀνάκτορα, ὅπου τὸν ὑποδέχθηκε ἡ αὐτοκράτειρα Φαυστίνα, ἡ ὁποία τὸν πῆγε ἀμέσως στὴ δαιμονισμένη κόρη της, τὴ Λουκίλλα. Μόλις ἡ δαιμονισμένη κόρη τὸν ἀντίκρισε, καταλήφθηκε ἀπὸ βίαιους σπασμούς, ἐνῶ τὸ δαιμόνιο ποὺ τὴ βασάνιζε, ἄρχισε νὰ ἱκετεύει τὸν φωτισμένο ἱεράρχη τοῦ Χριστοῦ νὰ τὸ ἀφήσει νὰ ἐπιστρέψει στὸν τόπο, ἀπὸ ὅπου εἶχε ἔρθει καὶ ποὺ ἦταν ἡ Φρυγία τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Τότε ὁ «καθοδηγήσας τοὺς πλανεμένους» θεοφόρος Ἀβέρκιος τὸ ἄφησε νὰ ἐπιστρέψει, ἀλλὰ τὸ διέταξε νὰ μεταφέρει ἀπὸ τὴ Ρώμη στὴν Ἱεράπολη ἕναν τεράστιο πέτρινο βωμὸ ποὺ χρησιμοποιοῦσαν οἱ εἰδωλολάτρες γιὰ τὶς θυσίες. Τὸ παράδοξο καὶ ὑπερφυὲς αὐτὸ γεγονὸς ἄφησε ἄναυδο τὸ συγκεντρωμένο πλῆθος στὰ ἀνάκτορα, ὅταν μάλιστα εἶδε τὸ δαιμόνιο νὰ ἐξέρχεται ἀπὸ τὴ νεαρὴ κόρη τοῦ αὐτοκράτορος καὶ νὰ μεταφέρει τὸν τεράστιο εἰδωλολατρικὸ βωμὸ μὲ τελικὸ προορισμὸ τὴν Ἱεράπολη τῆς Φρυγίας.

Ἡ θεραπεία τῆς Λουκίλλας δημιούργησε ἀτμόσφαιρα ἀπερίγραπτης χαρᾶς καὶ ἡ αὐτοκράτειρα Φαυστίνα ἀπὸ εὐγνωμοσύνη στὸ πρόσωπο τοῦ Ἁγίου, θέλησε νὰ τὸν ἀνταμείψει πλουσιοπάροχα μὲ χρυσὸ καὶ ἄργυρο. Ὅμως ὁ «ἔ?ληφῶς τὴν χάριν παντοίων ?ἀμάτων» θεοπρόβλητος ἱεράρχης τοῦ Χριστοῦ ἀρνήθηκε ἕνα τέτοιο δῶρο. Ἀξιομνημόνευτο εἶναι καὶ τὸ θαῦμα ποὺ ἐπιτέλεσε ὁ Ἅγιος μ’ ἕνα ἀγγεῖο, στὸ ὁποῖο εἶχαν βάλει μαζὶ κρασὶ καὶ λάδι. Χάρη ὅμως στὴ δύναμη τῆς προσευχῆς του στὸν Κύριο δὲν ἀναμείχθηκαν τὰ δυὸ ὑγρὰ μεταξύ τους καὶ ἀπὸ τὸ ἀγγεῖο βγῆκε τὸ καθένα ἀπὸ τὰ δυὸ χωριστά. Στὴ Ρώμη ὁ Ἅγιος Ἀβέρκιος παρέμεινε γιὰ ἀρκετὸ χρονικὸ διάστημα, κηρύττοντας τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ ἐπιτελώντας θαύματα, γεγονὸς ποὺ ἀπέδειξε περίτρανα τὴν παντοδυναμία τοῦ ἑνὸς καὶ ἀληθινοῦ Θεοῦ.

Κάποια στιγμὴ ὅμως ἔλαβε μέσα ἀπὸ ἕνα ὅραμα τὴν ἐντολὴ ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ φύγει ἀπὸ τὴ Ρώμη καὶ νὰ ἐπισκεφθεῖ τὴ Συρία. Ἀρχικὰ ἔφθασε στὴν Ἀντιόχεια, ἐνῶ στὴ συνέχεια πῆγε στὴν Ἀπάμεια γιὰ νὰ συσπειρώσει τοὺς χριστιανούς, νὰ στηρίξει τοὺς φτωχοὺς καὶ νὰ ἀγωνισθεῖ μὲ σθένος ἐναντίον τῆς αἱρέσεως τοῦ Μαρκίωνος. Σύμφωνα μ’ αὐτὴ ἀναγνωριζόταν μόνο τὸ κατὰ Λουκᾶν Εὐαγγέλιο καὶ οἱ ἐπιστολὲς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, δίνοντας σ’ αὐτὰ ἑρμηνεία μὲ τρόπο δυϊστικὸ ποὺ ἀντιπαραθέτει τὸν «Δίκαιο Θεό» τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης στὸν «ἀγαθὸ Θεό» τῆς Καινῆς Διαθήκης. Ἀπὸ τὴν Ἀπάμεια ἔφθασε στὸν ποταμὸ Εὐφράτη, ἐνῶ κατόπιν ἡ ἱεραποστολική του περιοδεία συνεχίστηκε στὴ Μεσοποταμία, ὅπου καταπολέμησε μὲ ἀκμαῖο ἀγωνιστικὸ φρόνημα τὴν αἵρεση τοῦ Μαρκίωνος. Στὴ συνέχεια ἐπισκέφθηκε τὴν Κιλικία, τὴ Λυκαονία καὶ τὴν Πισιδία, ὅπου κήρυξε «τά περί τοῦ Κυρίου Ιησοῦ Χριστοῦ μετά πάσης παρρησίας ἀκωλύτως». Ἐνδεικτικὸ εἶναι ὅτι ὁ ἔνθερμος ἱεραποστολικός του ζῆλος σὲ συνδυασμὸ μὲ τὶς μακροχρόνιες καὶ καρποφόρες ἱεραποστολικές του περιοδεῖες θυμίζουν τὴν ἱεραποστολικὴ δράση τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων ποὺ ἐπισκέφθηκαν πολλοὺς τόπους γιὰ νὰ κηρύξουν τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτὸ καὶ δικαίως τοῦ ἀποδόθηκε ὁ τίτλος τοῦ «ἰσαποστόλου», ἀφοῦ κανεὶς ἄλλος ἐπίσκοπός της ἐποχῆς ἐκείνης δὲν διάνυσε τόσο μεγάλες ἀποστάσεις καὶ δὲν περιόδευσε σὲ τόσα πολλὰ μέρη γιὰ νὰ κηρύξει κατὰ μίμηση τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ.

Μετὰ τὴν πλούσια ἱεραποστολική του δράση ἐπέστρεψε στὴν Ἱεράπολη τῆς Φρυγίας, ὅπου τὸ πνευματικό του ποίμνιο τὸν ὑποδέχθηκε μὲ ἀνείπωτη ἀγαλλίαση. Ἐκεῖ συνέχισε ὡς ἀκάματος ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ τὸ ποιμαντικό του ἔργο, ἐνῶ παράλληλα μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ θεράπευσε ἀσθενεῖς καὶ ἐκδίωξε δαιμόνια. Ἰδιαίτερη ὅμως μέριμνα καὶ ἀγάπη ἐπέδειξε καὶ στοὺς κληρικοὺς τῆς ἐπαρχίας του, ἀφοῦ γιὰ τὴν ὀρθὴ πνευματική τους καθοδήγηση συνέταξε ἐγχειρίδιο μὲ τὶς κατάλληλες νουθεσίες καὶ ὑποδείξεις. Ὅμως ἡ καρποφόρα ἐπίγεια δράση τοῦ πλησίαζε πλέον νὰ ὁλοκληρωθεῖ καὶ ὁ ἴδιος προαισθανόμενος τὴν ἐκδημία του, ὑπέδειξε τὸν διάδοχό του στὴν Ἐπισκοπὴ Ἱεραπόλεως, τονίζοντάς του τὴ μεγάλη εὐθύνη τῶν ἐπισκοπικῶν του καθηκόντων. Κάποια στιγμὴ ἀποσύρθηκε σ’ ἕνα ὑψηλὸ βουνὸ γιὰ νὰ προσευχηθεῖ, ὅπου μὲ τὴ δύναμη τῆς προσευχῆς του στὸν Κύριο ἀνέβλυσε μία πηγὴ θερμοῦ ὕδατος. Κατόπιν προαισθανόμενος τὸν ἐπικείμενο θάνατό του ποὺ ἔλαβε χώρα σὲ ἡλικία ἑβδομήντα δυὸ ἐτῶν, κατέβηκε στὴν Ἱεράπολη καὶ ἑτοίμασε τὸν τάφο τοῦ κοντὰ στὸν βωμὸ ποὺ εἶχε μεταφέρει τὸ δαιμόνιο. Μάλιστα ἔδωσε τὴν ἐντολὴ νὰ σκαλίσουν μία ἐπιγραφὴ σὲ πέτρινη πλάκα, ἡ ὁποία διασώθηκε μέχρι σήμερα καὶ φυλάσσεται σὲ μουσεῖο τῆς Ρώμης. Στὴν ἐπιγραφὴ αὐτὴ ἀναγράφονται τὰ ἀκόλουθα: Ἐκλεκτῆς πόλεως πολίτης τόδ’ ἐποίησα ζῶν, ἵν’ ἔχω καιρῷ σώματος ἔνθα θέσιν, τοὔνομ’ Ἀβέρκιος˙ ὅ ὤν μαθητής ποιμένος ἁγνοῦ, ὅς βόσκει προβάτων ἀγέλας ὄρεσιν πεδίοις τε, ὀφθαλμούς ὅς ἔχει μεγάλους πάντῃ καθορῶντας. Οὖτος γάρ μ’ ἐδίδαξε γράμματα πιστά˙ εἰς Ρώμην ὅς ἔπεμψεν ἐμέ βασιλείαν ἀθρῆσαι καί βασίλισσαν ἰδεῖν χρυσόστολον, χρυσοπέδιλον˙ λαόν δ’ εἶδον ἐκεῖ λαμπράν σφραγεῖδαν ἔχοντα. Καί Συρίης πέδον εἶδα καί ἄστεα πάντα, Νισῖβιν, Εὐφράτην διαβάς, πάντῃ δ’ ἔσχον συνομίλους Παῦλον ἔχων ἔποχον. Πίστις πάντῃ δέ προῆγε καί παρέθηκε τροφήν πάντῃ ἰχθύν ἀπό πηγῆς πανμεγέθη καθαρόν, ὅν ἐδράξατο παρθένος ἁγνή˙ καί τοῦτον ἐπέδωκε φίλοις ἔσθειν διά παντός οἶνον χρηστόν ἔχουσα κέρασμα διδοῦσα μετ’ ἄρτου…».

Ἀπὸ τὰ ἱερὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου Ἀβερκίου διασώθηκε ἡ τιμία κάρα του, ἡ ὁποία φυλάσσεται στὴν Ἱερὰ Μονὴ Παναχράντου τῆς νήσου Ἄνδρου, ἐνῶ ἀποτμήματα λειψάνων τοῦ φυλάσσονται στὶς Ἱερὲς Μονὲς Καρακάλου τοῦ Ἁγίου Ὅρους, Προυσοῦ Εὐρυτανίας, Παναγίας Φανερωμένης Σαλαμίνος καὶ Κύκκου Κύπρου, ὅπου κατόπιν παρακλήσεως τοῦ Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Κύκκου καὶ Τηλλυρίας κ. Νικηφόρου, τοῦ καὶ Καθηγουμένου τῆς Μονῆς, ἐποιήθη Ἀκολουθία πρὸς τιμὴν τοῦ Ἁγίου ἀπὸ τὸν Μέγα Ὑμνογράφο τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας Δρ. Χαραλάμπη Μ. Μπούσια. Ἐπίσης στὸ χωριὸ Ἐλεγμοὶ (Κουρσουνλού) τῆς Βιθυνίας τῆς Μικρᾶς Ἀσίας σώζεται τὸ ἐρειπωμένο Καθολικὸ τῆς ἱστορικῆς Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Ἁγίου Ἀβερκίου ποὺ εἶναι κτίσμα τῆς κομνήνειας ἐποχῆς καὶ χρονολογεῖται ἀπὸ τὸν 9ο μ.Χ. αἰώνα.

Ὁ Ἅγιος Ἀβέρκιος ἑορτάζεται πανηγυρικὰ στὴ Σαντορίνη, θεωρούμενος μάλιστα ὡς ὁ προστάτης ἅγιος τῶν κρασιῶν, ἀφοῦ ὁ ἑορτασμὸς τῆς μνήμης του στὶς 22 Ὀκτωβρίου εἶναι ἄρρηκτα συνδεδεμένος μὲ τὸ ἄνοιγμα τῶν νέων κρασιῶν. Ἄλλωστε ἀπὸ παλαιοτάτων χρόνων τὴν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τοῦ Ἁγίου ἄνοιγαν στὴ Σαντορίνη οἱ κάναβες ποὺ ἦταν συνήθως ὑπόσκαφες ἀποθῆκες γιὰ νὰ δοκιμάσουν τὰ κρασιὰ τῆς νέας σοδειᾶς. Ἡ ἰδιαίτερη τιμὴ ποὺ ἀπολαμβάνει ὁ Ἅγιος Ἀβέρκιος στὴ Σαντορίνη ὁδήγησε τὸ 1826 στὴ σύνταξη Ἀσματικῆς Ἀκολουθίας πρὸς τιμήν του, ἡ ὁποία ἐπανεκδόθηκε τὸ 1867. Ἐπ’ ὀνόματί του στὸ κυκλαδίτικο αὐτὸ νησὶ ὑπάρχουν δυὸ ἱεροὶ ναοί, οἱ ὁποῖοι εἶναι καὶ οἱ μοναδικοὶ ναοὶ τοῦ Ἁγίου σὲ ὁλόκληρη τὴν ἑλληνικὴ ἐπικράτεια. Ὁ ἕνας ναὸς βρίσκεται στὸ χωριὸ Πύργος πάνω ἀπὸ τὴν κεντρικὴ πλατεία, ἐνῶ ὁ δεύτερος ναὸς ποὺ ἀνεγέρθηκε τὸ 1995, βρίσκεται στὸ χωριὸ Ἐμπορεῖο. Ἀλλὰ στὸ ὄνομα τοῦ θαυματουργοῦ Ἁγίου εἶναι ἐγκαινιασμένο ἤδη ἀπὸ τὶς 10 Φεβρουαρίου τοῦ 1798 καὶ τὸ δεξιὸ κλίτος τοῦ ἱεροῦ ναοῦ Μεταμορφώσεως Σωτῆρος Ἐμπορείου, γεγονὸς ποὺ ἀποδεικνύει τὴν ξεχωριστὴ λατρευτικὴ τιμὴ ποὺ ἀποδίδουν οἱ κάτοικοι τῆς οἰνοπαραγωγικῆς Σαντορίνης στὸν ἰσαπόστολο τοῦ Χριστοῦ Ἅγιο Ἀβέρκιο. Ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον παρουσιάζει ἐπίσης ἡ τιμὴ τοῦ Ἁγίου στὴν Ἐρμιόνη Ἀργολίδος, ὅπου στὸν ἱερὸ ἐνοριακὸ ναὸ τῆς Κοιμήσεως Θεοτόκου ὑπάρχει σὲ περίτεχνο προσκυνητάρι φορητὴ εἰκόνα τοῦ Ἁγίου, ἔργο τοῦ ἐξ Ὕδρας ἱερέως Λαζάρου Καρβελᾶ, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ δωρεὰ τῶν οἰνοπωλῶν τῆς Ἐρμιόνης τὸ 1908. Ἐνδεικτικὸ εἶναι ὅτι κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς του στὴν Ἐρμιόνη ἄνοιγαν τὰ νέα κρασιὰ καὶ μετὰ τὴ Θεία Λειτουργία διαβαζόταν ἡ σχετικὴ εὐχὴ γιὰ νὰ γίνει ὁ μοῦστος «καλόπιστο» κρασί.

Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ τὴν πράγματι ἐνδιαφέρουσα λαογραφικὴ προσέγγιση τῆς ἑορτῆς τοῦ Ἁγίου Ἀβερκίου, ἡ ὁλόθερμη εὐχή μας εἶναι, ἐπικαλούμενοι τὶς πρεσβεῖες του στὴ σημερινὴ ἀλλοπρόσαλλη ἐποχή, νὰ διατηρήσουμε ἀκραιφνῆ τὸν ἀπαράμιλλο θησαυρὸ τῆς χριστιανικῆς πίστεως, ἀφοῦ ὁ σωτηριώδης λόγος τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ, τὸν ὁποῖο μὲ τόσο ἔνθερμο ἱεραποστολικὸ ζῆλο κήρυξε ὁ θεοφόρος ἰσαπόστολος καὶ θεοπρόβλητος ἱεράρχης τῆς Ἱεραπόλεως, εἶναι ὁ μόνος ποὺ νοηματοδοτεῖ τὴν ἐπίγεια πορεία καὶ τὸν πνευματικό μας ἀγώνα γιὰ τὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς μας.
Ἀριστείδης Γ. Θεοδωρόπουλος
Ἐκπαιδευτικὸς

Βιβλιογραφία

• Μπούσια Χαραλάμπους Μ., Ἀκολουθία τοῦ Ὁσίου καὶ θεοφόρου πατρὸς ἠμῶν Ἀβερκίου Ἐπισκόπου Ἱεραπόλεως.

• Νέος Συναξαριστὴς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, Τόμος Δεύτερος- Ὀκτώβριος, Ἐκδόσεις Ἴνδικτος, Β΄ Ἔκδοση, Ἀθῆναι 20

πηγή

0 replies

Leave a Reply

Want to join the discussion?
Feel free to contribute!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *