ΑΥΤΟΣ ποὺ φοβᾶται τὴν ἀσθένεια τοῦ σώματος, δὲν φτάνει στὸ μέτρο τῶν φυσικῶν τοῦ δυνατοτήτων οὔτε μπορεῖ ν’ ἀποκτήσει τὶς ἀρετές- ἂν ὅμως προσπέφτει κανεὶς στὸ Θεὸ σὲ κάθε κόπο του, ὁ Θεὸς ἔχει τὴ δύναμη νὰ τὸν ἀναπαύσει. Γιατί, ἂν ὁ Γεδεῶν δὲν ἔσπαγε τὶς στάμνες, δὲν θὰ μποροῦσε νὰ δεῖ τὸ φῶς τῶν λαμπάδων (Κρίτ. 7:20). Ἔτσι καὶ ὁ ἄνθρωπος, ἂν δὲν καταφρονήσει τὸ σῶμα, δὲν θὰ μπορέσει νὰ δεῖ τὸ φῶς τῆς Θεότητας.

Τοῦ ἁγίου Μαξίμου
Πρόσεχε τὸν ἑαυτό σου ἀπὸ τὴ μητέρα τῶν κακῶν, τὴ φιλαυτία, ποὺ εἶναι ἡ παράλογη ἀγάπη τοῦ σώματος. Ἂπ’ αὐτὴ γεννιοῦνται, μοιάζοντας εὔλογοι, οἱ πρῶτοι καὶ ἐμπαθεῖς καὶ γενικότατοι λογισμοί, δηλαδὴ τῆς γαστριμαργίας, τῆς φιλαργυρίας καὶ τῆς κενοδοξίας, ποὺ σχηματίζονται παίρνοντας ἀφορμὴ ἀπὸ τὴν ἀναπόφευκτη τάχα ἀνάγκη τοῦ σώματος κι ἂπ’ αὐτοὺς πάλι γεννιέται ὅλος ὁ κατάλογος τῶν κακῶν. Εἶναι ἀνάγκη λοιπὸν νὰ προσέχουμε καὶ νὰ τὴν πολεμοῦμε μὲ μεγάλη νίψη. Καὶ ὅταν ἀφανιστεῖ ἡ φιλαυτία, ἀφανίζονται μαζί της ὅλα ὅσα γεννιοῦνται ἂπ’ αὐτή.
Τὸ πάθος τῆς φιλαυτίας στὸν μὲν μοναχὸ ὑποβάλλει νὰ λυπᾶται τὸ σῶμα του καὶ νὰ τοῦ χορηγεῖ τροφὴ πέρα ἂπ’ ὅσο πρέπει συγκαταβατικὰ δῆθεν, γιὰ νὰ μπορεῖ νὰ κυβερνηθεῖ , κι ἔτσι σιγά-σιγὰ παρασύρεται καὶ πέφτει στὸ βάραθρο τῆς φιληδονίας• στὸν κοσμικό, ἀπὸ τὸ ἄλλο μέρος, ὑποβάλλει νὰ φροντίζει πὼς νὰ ἰκανοποιεῖ τὶς ἐπιθυμίες του. Τὴ φιλαυτία ἀντιμάχονται ἡ ἀγάπη καὶ ἡ ἐγκράτεια. Ἐκεῖνος ποὺ ἔχει τὴ φιλαυτία, εἶναι φανερὸ ὅτι ἔχει ὅλα τὰ πάθη. Κανένας δὲν μίσησε τὴ σάρκα του, λέει ὁ ἀπόστολος (Ἔφ. 5:29), ἀλλὰ τὴ σκληραγωγεῖ καὶ τὴ χρησιμοποιεῖ ὡς δούλη (Ἀ’ Κόρ. 9:27), μὴν παρέχοντας τῆς τίποτε ἄλλο παρὰ τροφὲς καὶ ἐνδύματα (Ἀ’ Τίμ. 6:8), κι ἂπ’ αὐτὰ ὅσα τῆς χρειάζονται γιὰ νὰ ζεῖ. Μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο τὴν ἀγαπάει κανεὶς ἀπαθῶς καὶ τὴν τρέφει σὰν ὑπηρέτρια τῶν θείων καὶ τὴν περιποιεῖται δίνοντας τῆς μόνο ὅσα θεραπεύουν τὶς ἀνάγκες της. Ὅποιον ἀγαπάει κανείς, αὐτὸν βέβαια καὶ περιποιεῖται πρόθυμα. Ἂν λοιπὸν κανεὶς ἀγαπάει τὸ Θεό, ὁπωσδήποτε κάνει πρόθυμα καὶ ἐκεῖνα ποὺ τοῦ ἀρέσουν. Ἂν ἀγαπάει τὴ σάρκα, κάνει ἐκείνα ποὺ τὴν εὐχαριστοῦν. Στὸ Θεὸ ἀρέσουν ἡ ἀγάπη, ἡ σωφροσύνη, ἡ θεωρία καὶ ἡ προσευχή. Στὴ σάρκα (ἀρέσουν) ἡ γαστριμαργία, ἡ ἀκολασία καὶ όσα αὐξάνουν αὐτὰ τὰ (δυό) πάθη. Γι’ αὐτὸ «οἱ ἐν σαρκὶ ὄντες Θεῶ ἀρέσαι οὐ δύνανται» (Ρώμ. 8:8), «οἱ δὲ τοῦ Χρίστου τὴν σάρκα ἐσταύρωσαν σὺν τοὶς παθήμασι καὶ ταὶς ἐπιθυμίαις» (Γάλ. 5:24).Ἂν ὁ νοῦς στραφεῖ πρὸς τὸ Θεό, ἔχει τὸ σῶμα δοῦλο του καὶ δὲν τοῦ παρέχει τίποτα παραπάνω ἂπ’ ὅτι χρειάζεται γιὰ νὰ ζήσει. “Ἂν ὅμως στραφεῖ πρὸς τὴ σάρκα, ὑποδουλώνεται στὰ πάθη καὶ φροντίζει πὼς νὰ ἱκανοποιεῖ πάντα τὶς (κακές) ἐπιθυμίες του.

πηγή

0 replies

Leave a Reply

Want to join the discussion?
Feel free to contribute!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *