Ὑπόθεση ΛΘ΄(39)
Ἀπό τόν Ἅγιο Βαρσανούφιο
Ἕνας ἀδελφός ρώτησε κάποιον γέροντα:
«Ὅταν ἔχω λάβει παράθεση1 τῶν ἁγίων γερόντων καί συμβαίνει, γιά κάποια ἀπαραίτητη ὑπόθεση, ὑλική ἤ πνευματική, νά περνῶ ἀπό δρόμο ὅπου συχνάζουν ληστές, πῶς πρέπει, πάτερ, νά περάσω τόν δρόμο;
Ἄραγε ἀπερίσκεπτα, ἔχοντας θάρρος στήν παράθεση, ἤ μέ ποιόν τρόπο;
Ἄν πάλι συναντήσω ἀπροσδόκητα τούς ληστές, πῶς πρέπει νά σκεφτῶ γιά ἐμένα καί γιά τά πράγματα πού ἔχω μαζί μου;
Ἐπίσης, ἄν συμβεῖ νά μήν πῶ στόν ἀββά τό ἐνδεχόμενο τῶν ληστῶν, ἄραγε πρέπει νά γυρίσω καί νά τό πῶ;»
Ὁ γέροντας ἀποκρίθηκε: «Ὅταν λάβουμε παράθεση ἀπό κάποιον ἅγιο γέροντα, ὀφείλουμε νά πιστεύουμε ὅτι ἔχουμε τή βοήθεια τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ.
Στά πράγματα τοῦ κόσμου, ἄν κάποιος παραδώσει τή φροντίδα τοῦ σπιτιοῦ του σέ κάποιον ἀπό τούς τρανούς, ἐκεῖνος τό φροντίζει πολύ, γιά νά τιμήσει αὐτόν πού τοῦ τό παρέδωσε. Πόσο περισσότερο δέν θά πραγματοποιηθεῖ πέρα ὥς πέρα ἀπό τόν Θεό ἡ παράθεση τῶν ἁγίων γερόντων, ὥστε νά φυλάξει αὐτός ἐκεῖνον πού οἱ ἅγιοι τοῦ παρέθεσαν; Γιατί ἡ Γραφή λέει γιά τόν Θεό ὅτι θά κάνει τό θέλημα αὐτῶν πού τόν φοβοῦνται καί θά ἀκούσει τή δέησή τους καί θά τούς σώσει2.«
»Μέ κάθε τρόπο λοιπόν καί σέ κάθε περίπτωση πρέπει νά θεωροῦμε βέβαιη τήν παράθεση τῶν ἁγίων καί ὅτι εἶναι βοήθεια καί σωτηρία τῆς ψυχῆς.
Ἄν ὅμως, ἐνῶ πήραμε τήν παράθεση, συναντήσουμε στά πράγματα δυσκολία ἤ στενοχώρια, ἤ στόν δρόμο ἐπιτρέψει ὁ Θεός νά πέσουμε σέ πειρασμό, νά μή χάσουμε τό θάρρος μας, οὔτε νά θεωρήσουμε ἀδύνατους αὐτούς πού μᾶς παρέθεσαν στόν Θεό καί κλονιστεῖ ἡ ἐμπιστοσύνη μας σέ αὐτούς, ἐπειδή, παρά τήν παράθεση, χάσαμε κάποιο πράγμα ἤ καί τραυματιστήκαμε στό σῶμα.
Ἀντίθετα, νά θυμηθοῦμε ὅτι καί ὁ ἴδιος ὁ ἱερός Ἀπόστολος, πού ἦταν δυνατός καί τέλειος ἅγιος, πέρασε πολλές λύπες καί ὅλα αὐτά, καί καυχιόταν λέγοντας· “Πόσους κινδύνους πέρασα! Καί ἀπό ὅλους αὐτούς μέ γλύτωσε ὁ Κύριος”3. Νά θυμηθοῦμε ἀκόμη ὅτι εἶναι πολλές οἱ θλίψεις τῶν δικαίων, καί ἀπό ὅλες αὐτές θά τούς γλυτώσει ὁ Κύριος4, καί ὅτι πρέπει νά περάσουμε ἀπό πολλές θλίψεις γιά νά μποῦμε στή βασιλεία τῶν οὐρανῶν5, καί ὅτι ὁ ἄνθρωπος πού δέν πέρασε πειρασμούς μένει ἄπειρος καί ἀδοκίμαστος. Καί νά ἔχουμε στόν νοῦ μας ὅτι κανένα καλό πράγμα δέν ὁλοκληρώνεται χωρίς θλίψη, γιατί τό πολεμᾶ ὁ φθόνος τοῦ διαβόλου.«
»Ἄν πάλι συμβεῖ νά περάσουμε τόν δρόμο χωρίς κάποια δοκιμασία, ἄς μήν ὑπερηφανευτοῦμε νομίζοντας ὅτι ἤμασταν ἄξιοι καί γι᾿ αὐτό σωθήκαμε ἀπό τή δοκιμασία. Ἀντίθετα, ἄς σκεφτοῦμε ὅτι ὁ Θεός, ξέροντας τήν ἀδυναμία μας, ὅτι δηλαδή δέν μποροῦμε νά ἀντέξουμε δοκιμασία, μέ τήν παράθεση τῶν ἁγίων μᾶς σκέπασε ἀπό αὐτήν. Γιατί, σχετικά μέ ἐκείνους πού δέχτηκαν μέ ὑπομονή τή δοκιμασία ἤ τόν πειρασμό, ἡ Γραφή λέει· “Εἶναι μακάριος ὁ ἄνθρωπος πού δέχεται μέ ὑπομονή τόν πειρασμό, γιατί θά δοκιμάστεῖ μέ ἐπιτυχία”6 κτλ.«
»Πρόσεξε ὅμως μήν τυχόν, ἐπειδή ἔχεις τήν παράθεση τῶν ἁγίων, ξεκινήσεις τήν πορεία σου μέ ἐπιπολαιότητα. Γιατί ἄν ἀκούσεις ὅτι στόν δρόμο σου ὑπάρχει κάποιο ἐμπόδιο ἤ κάποιος κίνδυνος, ὀφείλεις νά προφυλαχτεῖς καί νά κάνεις ὅ,τι μπορεῖς, γιά νά μήν πέσεις στόν κίνδυνο. Καί, προσευχόμενος στόν Θεό καί ἔχοντας στή μνήμη σου τήν παράθεση τῶν ἁγίων, φρόντισε ἤ νά περάσεις μαζί μέ ἄλλους ἀπό τόν ἐπικίνδυνο ἐκεῖνο δρόμο, ἤ νά ρωτήσεις μέ ποιόν τρόπο μπορεῖς νά περάσεις μέ ἀσφάλεια εἴτε ἀπό αὐτόν τόν δρόμο εἴτε ἀπό ἄλλον.«
»Ἄν πάλι θέλεις νά πᾶς γιά κάποια πνευματική ὑπόθεση ἤ σέ ἅγίους πατέρες καί ἀκούσεις γιά ληστές ἤ ἄλλους κινδύνους στόν δρόμο, μήν ξεθαρρέψεις ἀπό τόν εὐσεβή σκοπό σου καί πᾶς νά περάσεις ἀπό ἐκεῖνον τόν δρόμο χωρίς προφύλαξη· ἀλλά ὅσο μπορεῖς προφυλάξου, ὥστε καί μέ αὐτό νά ἀποφεύγεις τόν κίνδυνο τῆς ὑπερηφάνειας. Γιατί δέν πρέπει κανείς νά βάζει θεληματικά τόν ἑαυτό του σέ πειρασμό, ἀλλά μόνο νά ὑπομένει εὐχαρίστως ἐκεῖνον πού θά ἐπιτρέψει ὁ Θεός νά τοῦ ἔρθει. Ἄλλωστε διαβάζουμε γιά κάποιους πατέρες ὅτι θέλησαν νά πᾶνε νά ἐπισκεφτοῦν ἄλλους ἁγίους πού ζοῦσαν στά βάθη τῆς ἐρήμου, καί ὅταν ἄκουσαν γιά ληστές καί ἄλλες δυσκολίες, ἀνέβαλαν τήν ἐπίσκεψη. Κάτι τέτοιο εἶναι γιά ἐμᾶς ταπείνωση.«
»Ἄν τώρα ἔμαθες ἀπό πρίν ἤ ἄκουσες γιά τόν δρόμο ὅτι εἶναι ἐπικίνδυνος, ρώτησε τόν ἀββά· “Τί κρίνεις καλό νά κάνω;” Καί κάνε ὅ,τι σοῦ πεῖ. Ἄν ὅμως ξεχάσεις νά τοῦ πεῖς καί ξεκινήσεις ἔχοντας λάβει παράθεση, καί στόν δρόμο θυμηθεῖς ὅτι ξέχασες καί δέν τοῦ εἶπες, δέν εἶναι ἀνάγκη νά γυρίσεις πίσω. Παρακάλεσε τόν Θεό λέγοντας· “Κύριε, συγχώρησε καί ἐμένα καί τήν ἐπιπολαιότητά μου καί, χάρη στήν παράθεση τοῦ ἁγίου σου καί τήν ἀγαθότητα τῆς εὐσπλαχνίας σου, ὁδήγησέ με σύμφωνα μέ τό θέλημά σου καί σῶσε με καί φύλαξέ με ἀπό κάθε κακό καί ἐπικίνδυνο πράγμα».
Τέλος καί τῇ Τρισηλίῳ Θεότητι
κράτος, αἶνος καί δόξα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ἀμήν.
Εὐεργετινός τόμος α΄
Ἐκδόσεις:«ΤΟ ΠΕΡΙΒΟΛΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ»
1Ἡ λέξη παράθεσις τοῦ κειμένου (ἀπό τό ρῆμα παρατίθημι) σήμαινε τήν ἀνάθεση κάποιου στήν προστασία τοῦ Θεοῦ μέ εἰδική εὐχή, συνήθως γιά τήν ἐκτέλεση συγκεκριμένης ἀποστολῆς. Πρβ. τήν εὐχή, τῆς θείας λειτουργίας: Ἑαυτούς καί ἀλλήλους καί πᾶσαν τήν ζωήν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα.
2 Ψαλμ. 144 : 19.
3 Β΄ Τιμ. Γ΄ : 11.
4 Ψαλμ. 33 : 20.
5 Πραξ. : ιδ΄ : 22.
6 Ἰακ. Α΄ : 12.