Ἀπὸ τὸ βίο τοῦ ἁγίου Παχωμίου
Ο ΜΕΓΑΣ Παλαμῶν, ὁ δάσκαλος τοῦ ὁσίου Παχωμίου, γερασμένος ἤδη καὶ ὑποφέροντας ἀπὸ τὴ σπλήνα του, λόγω τῶν ὑπερβολικῶν ἀσκήσεων, εἶχε καταβληθεῖ σωματικά. Γιατί ἄλλοτε ἔτρωγε χωρὶς νὰ πίνει νερό, καὶ ἄλλοτε ἔπινε χωρὶς νὰ τρώει καθόλου.
Ἐπειδὴ λοιπὸν τὸν ἐπισκέφθηκαν μερικοὶ ἀδελφοὶ καὶ τὸν παρακάλεσαν νὰ μὴν καταπονεῖ πολὺ τὸ σῶμα του, ἀλλὰ νὰ τὸ φροντίζει λίγο, γιὰ νὰ μὴν τοῦ προξενεῖ πόνους ἀπὸ τὴ μεγάλη ταλαιπωρία, μόλις ποὺ πείστηκε νὰ φάει γιὰ λίγες μέρες ὅτι ἦταν κατάλληλο γιὰ τὴν ἀρρώστια του. Ὅταν ὅμως διαπίστωσε ὅτι καὶ ἔτσι ὁ πόνος δυνάμωνε, σταμάτησε νὰ τρώει ἐκεῖνα τὰ φαγητά, λέγοντας: -Ἂν οἱ μάρτυρες τοῦ Χρίστου, μολονότι τοὺς ἀκρωτηρίαζαν, τοὺς ἀποκεφάλιζαν καὶ τοὺς κατάκαιγαν, ἔδειχναν ὡς τὸ θάνατο καρτερία καὶ ἐλπίδα στὸ Θεό, πῶς ἐγὼ θὰ ζημιώσω τὸν ἑαυτό μου, δείχνοντας μικροψυχία σ’ ἕναν τόσο ἐλαφρὸ πόνο; καὶ πῶς θὰ δειλιάσω, ὑποχωρώντας μπροστὰ στὸ φόβο μίας πρόσκαιρης δοκιμασίας; Ἂν καὶ πείστηκα νὰ δοκιμάσω τὰ φαγητὰ ποὺ θεωροῦνται δυναμωτικὰ γιὰ τὸ σῶμα, καθόλου δὲν ὠφελήθηκα. Θὰ ξαναγυρίσω λοιπὸν στὴν προηγούμενη ἄσκησή μου, στὴν ὁποία, εἶμαι βέβαιος, ὑπάρχει κάθε ἀνάπαυση, κι ἔτσι θὰ γιατρευτῶ. Γιὰ τὸ Θεὸ ἄλλωστε ἀγωνίζομαι, δὲν ἐπιδίδομαι στὴν ἄσκηση ἀπὸ κίνητρα ἀνθρώπινα.
Ἀφοῦ λοιπὸν ξανάρχισε νὰ ἀσκεῖται ἔτσι γενναία, μετὰ ἀπὸ ἕνα μήνα ἀρρώστησε (βαριά). Καὶ σ αὐτὴ τὴν ἀρρώστια τοῦ τὸν ἐπισκέφθηκε ὁ Κύριος. Ἀναπαύθηκε σὲ βαθιὰ γεράματα, ἀφοῦ πῆρε μόνος του μία σεμνοπρεπῆ στάση, μὲ τὸν Παχώμιο νὰ βρίσκεται δίπλα του.
Πῆγαν κάποτε οἱ ἀδελφοὶ μαζὶ μὲ τὸν μέγα Παχώμιο σ’ ἕνα νησὶ γιὰ νὰ κόψουν θρύα. Καὶ ἐνῶ ὁ Θεόδωρος τοὺς ἑτοίμαζε τὸ φαγητό, ἀρρώστησε ὁ ὅσιος καὶ γύρισε πίσω. Ἐπειδὴ μάλιστα εἶχε ρίγη, ὁ Θεόδωρος τοῦ ἔριξε ἕνα τρίχινο σκέπασμα. Ἐκεῖνος ὅμως στενοχωρήθηκε πολὺ γι’ αὐτὸ καὶ εἶπε:
Πάρ’ τὸ ἀπὸ πάνω μου, καὶ ρίξε μου μία ψάθα, ὅπως εἶναι συνηθισμένο στοὺς ἀδελφούς.
Μόλις ἔγινε αὐτό, σὰν νὰ ξέχασε καὶ πάλι ὁ Θεόδωρος τὴ μοναχικὴ ἀκρίβεια τοῦ γέροντα. Πῆρε λοιπὸν μία χούφτα χουρμάδες καὶ τοῦ τοὺς ἔδωσε, παρακαλώντας τὸν νὰ τοὺς φάει. Μόλις τοὺς εἶδε ὁ ὅσιος, δάκρυσε καὶ τοῦ εἶπε:
Ἄραγε, ἀδελφέ, ἐπειδὴ ἐμεῖς ἔχουμε στὴν ἐξουσία μας τοὺς κόπους τῶν ἀδελφῶν καὶ φροντίζουμε γιὰ τὶς ἀνάγκες τους, πρέπει γι’ αὐτὸ νὰ εἴμαστε ἀπρόσεκτοι, καὶ χωρὶς σοβαρὸ λόγο νὰ κάνουμε κάτι περιττὸ ἢ ἄκαιρο ἢ ἀσυνήθιστο; Ποῦ εἶναι λοιπὸν ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ; Πές μου, ἀδελφέ, μήπως γύρισες ὅλες τὶς καλύβες (τῶν μοναχῶν) καὶ διαπίστωσες ὅτι δὲν ὑπάρχει σ’ αὐτὲς κανένας ἄρρωστος; Μὴ γελιέσαι, Θεόδωρε! Παρανομία εἶναι καὶ ἡ μεγάλη, παρανομία εἶναι καὶ ἡ μικρή. Ἀφοῦ λοιπὸν ἐκεῖνοι (ποῦ εἶναι ἄρρωστοι στὶς καλύβες τους) ὑπομένουν ἀγόγγυστα τὶς θλίψεις τους γιὰ χάρη τοῦ Θεοῦ, ἐμεῖς δὲν θὰ ὑπομείνουμε;
Κατὰ τὸ μέτρο τῆς χάριτος ποὺ τοῦ δόθηκε (ἀπὸ τὸ Θεό) ὁ ὅσιος Παχώμιος εἶχε τὴ δυνατότητα νὰ ἐξακριβώνει τὴν αἰτία καὶ τὴ φύση τῶν ἀσθενειῶν, γνωρίζοντας καλὰ πὼς οἱ δαίμονες προσπαθοῦν μὲ κάθε ἐπινόηση νὰ ἐμποδίζουν τοὺς πιστοὺς (ἀπὸ τὸν ἀγώνα τῆς ἀρετῆς).
Κάποτε λοιπόν, ἐνῶ ἦταν στὴ μονή, τὸν ἔπιασε πολὺ ψηλὸς πυρετός, κι ἔμεινε νηστικὸς πέντε μέρες. Ἐπειδὴ ὅμως κατάλαβε πὼς αὐτὸ ἦταν τέχνασμα τοῦ πονηροῦ, ποὺ πάντα ἐπιδιώκει νὰ δημιουργεῖ προβλήματα στοὺς ἀνθρώπους τοῦ Θεοῦ, δὲν σταμάτησε νὰ σηκώνεται κάθε μέρα πρωί-πρωὶ καὶ ν’ ἀπευθύνει θερμὲς ἱκεσίες στὸ Θεὸ ποὺ ποθοῦσε. Μετὰ ἀπὸ λίγο καιρὸ λοιπὸν ὑποχώρησε ἡ ἀσθένεια, καὶ τότε παρακάθισε στὴν τράπεζα τῶν ὑγιῶν ἀδελφῶν, εὐχαριστώντας τὸν Κύριο, ποὺ τοῦ χάρισε τὴν Ἱκανότητα νὰ διακρίνει τὶς πανουργίες τοῦ διαβόλου. Καὶ ἐνῶ ὁ ἴδιος ἀντιμετώπιζε ἔτσι τὶς ἀρρώστιες του, δὲν ἀδιαφοροῦσε καθόλου γιὰ τοὺς ἄλλους ἀσθενεῖς, ἀλλὰ ἦταν πιὸ πολὺ ἀπ’ τὸν καθένα καλοσυνάτος καὶ σπλαχνικὸς μὲ τοὺς ἀδελφούς.
Κάποτε παρουσιάστηκε στὸ κεφάλι τοῦ Θεόδωρου μία φλεγμονή, ποὺ τοῦ προκαλοῦσε φοβεροὺς πόνους. Καὶ ἐνῶ ἐκεῖνος ζητοῦσε νὰ γίνουν ἐξετάσεις καὶ νὰ ὑποβληθεῖ σὲ θεραπεία, ὁ Παχώμιος τοῦ εἶπε:
– Νομίζεις, ἀδελφέ, ὅτι μᾶς βρίσκει ἀρρώστια ἢ τίποτε ἄλλο παρόμοιο χωρὶς παραχώρηση τοῦ Θεοῦ; Γι’ αὐτό, παιδί μου, κάνε ὑπομονή, καὶ ὅταν θελήσει ὁ Θεὸς θὰ σὲ γιατρέψει. Πρόσεξε, ὅσο δοκιμάζεσαι, νὰ εὐχαριστεῖς (τὸν Κύριο) σὰν ἄλλος Ἰώβ, γιὰ νὰ βρεῖς ἀνάπαυση. Καλὴ εἶναι βέβαια γιὰ τὸν ἀσκητὴ ἡ κατὰ Θεὸν ὑπομονὴ στὶς προσευχὲς καὶ στὴν ἐγκράτεια, μπορεῖ ὅμως, ὅταν ἀρρωστήσει, ν’ ἀπολαύσει μεγαλύτερο μισθὸ μὲ τὴν καρτερία Καὶ τὴ μακροθυμία.
Ἀπὸ τὸ βίο τῆς ἁγίας Συγκλητικῆς
Ἡ μακαριὰ Συγκλητικὴ ἔλεγε:
Ἂν ἀποφάσισες νὰ νηστεύεις, μὴ διακόψεις τὴ νηστεία μὲ τὴν πρόφαση κάποιας ἀρρώστιας. Καὶ ἐκεῖνοι ἄλλωστε ποὺ δὲν νηστεύουν, πολλὲς φορὲς προσβάλλονται ἀπὸ τὶς ἴδιες ἢ καὶ βαρύτερες ἀσθένειες. Ἀφοῦ ἄρχισες τὸ καλό, μὴν τὸ σταματήσεις, ἀφήνοντας τὸν ἐχθρὸ νὰ σὲ ἀνακόψει μὲ τὴν ἀρρώστια. Ἀπεναντίας, ἐσὺ μᾶλλον νὰ τὸν ἐξουδετερώσεις μὲ τὴν ὑπομονή σου. Νά, κι αὐτοὶ ποὺ ξεκινοῦν γιὰ θαλασσινὸ ταξίδι, μόλις φυσήξει εὐνοϊκὸς ἄνεμος, ἁπλώνουν τὰ πανιά. Ἀργότερα συναντοῦν Καὶ ἀντίθετο ἄνεμο. Ἄλλα δὲν ρίχνουν ἀμέσως οἱ ναῦτες, ἐξαιτίας μίας μικρῆς τρικυμίας, τὸ φορτίο στὴ θάλασσα. Ἀφοῦ ἡσυχάσουν λίγο, ἔχοντας δώσει συχνὰ σκληρὴ μάχη μὲ τὰ κύματα, μόλις γίνει γαλήνη, συνεχίζουν πάλι μὲ ἀσφάλεια τὸ ταξίδι. Ἔτσι λοιπὸν κι ἐμεῖς, ὅταν μας 6ρεϊ ἀντίθετος ἄνεμος, ἂς ἁπλώσουμε ἀντὶ γιὰ πανὶ τὸν τίμιο σταυρό, κι ἔτσι ἂς συνεχίσουμε τὸ ταξίδι μας χωρὶς φόβο.
Τοῦ ἁγίου Μαξίμου
Ἀπὸ τὶς ἀρετές, ἄλλες εἶναι σωματικὲς Καὶ ἄλλες ψυχικές. Σωματικὲς εἶναι ἡ νηστεία, ἡ ἀγρυπνία, ἡ διακονία, τὸ νὰ κοιμᾶται κανεὶς καταγῆς χωρὶς στρῶμα, τὸ ἐργόχειρο ποὺ κάνουμε γιὰ νὰ μὴν ἐπιβαρύνουμε ἄλλους ἢ γιὰ νὰ μποροῦμε νὰ ἐλεοῦμε, κ.λπ. (Ψυχικὲς ἀρετὲς εἶναι ἡ ἀγάπη, ἡ μακροθυμία, ἡ πραότητα, ἢ ἐγκράτεια, ἢ προσευχή, κ.λπ.). Ἂν λοιπὸν ἀπὸ κάποια ἀνάγκη ἢ περίσταση σωματική, π.χ. ἀρρώστια ἢ κάτι παρόμοιο, μᾶς συμβεῖ νὰ μὴν μποροῦμε νὰ ἐκτελέσουμε τὶς παραπάνω σωματικὲς ἀρετές, μᾶς συγχωρεῖ ὁ Κύριος, ποὺ γνωρίζει Καὶ τὶς αἰτίες. “Ἂν ὅμως δὲν ἐκτελοῦμε τὶς ψυχικὲς ἀρετές, δὲν θὰ ἔχουμε καμιὰ ἀπολογία, γιατί δὲν ὑπάρχει κάποια ἀνάγκη ποὺ νὰ δικαιολογεῖ τη-μὴ ἐκτέλεσή τους.
Ἀπὸ τὸ Γεροντικὸ
Ἀρρώστησε κάποτε βαριὰ ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ, κι ἔμεινε σ’ αὐτὴ τὴν κατάσταση πολὺ καιρό. “Ἕνας ἀδελφὸς ποὺ τὸν ὑπηρετοῦσε, τοῦ ἐφτίαξε λίγο χυλὸ μὲ δαμάσκηνα καὶ τοῦ τὸν πρόσφερε. Τὸν εἶδε ὁ γέροντας, μὰ οὔτε ποὺ τὸν ἄγγιξε. Τότε ὁ ἀδελφὸς τὸν παρακάλεσε:
Φάε λίγο, ἀββᾶ Καὶ ὁ γέροντας ἀποκρίθηκε: Στ’ ἀλήθεια, ἀδελφέ, θὰ ἤθελα νὰ παραμείνω στὴν ἀρρώστια τριάντα χρόνια.
Μία φορᾶ ἀρρώστησε ὁ ἀββᾶς Λογγίνος. Καὶ ἔλεγε τότε στὸν ἑαυτό του:
Καὶ νὰ ὑποφέρεις καὶ νὰ πεθάνεις! “Ἄν μου ζητήσεις φαγητὸ πέρα ἀπὸ τὴν καθορισμένη ὤρα, δὲν θὰ σοῦ δώσω οὔτε τὴ συνηθισμένη καθημερινή σου τροφή!
Τοῦ ἁγίου Διαδόχου
Τίποτα δὲν ἐμποδίζει νὰ καλοῦμε γιατροὺς ὅταν ἀρρωσταίνουμε. Γιατί τὰ φαρμακευτικὰ βότανα προϋπῆρχαν, ἐπειδὴ ἀκριβῶς ἔμελλε κάποτε, ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη πείρα, νὰ δημιουργηθεῖ ἡ ἰατρικὴ ἐπιστήμη. Δὲν πρέπει ὅμως νὰ ἔχουμε στοὺς γιατροὺς τὴν ἐλπίδα τῆς θεραπείας μας, ἀλλὰ στὸν ἀληθινὸ Σωτήρα μας Καὶ Γιατρὸ Ἰησοῦ Χριστό.
Αὐτὰ τὰ λέω γιὰ κείνους ποὺ ἔχουν ἐπιδοθεῖ στὸν ἀγώνα τῆς ἐγκράτειας εἴτε στὰ κοινόβια εἴτε στὶς πόλεις, ἐπειδή, ἐξαιτίας τῶν περιστάσεων ποὺ τοὺς συμβαίνουν, δὲν ἔχουν ἀκατάπαυστη τὴν ἐνέργεια τῆς πίστεως μέσω τῆς ἀγάπης, ἀλλὰ Καὶ γιὰ νὰ μὴν πέφτουν σὲ κενοδοξία Καὶ πειρασμὸ τοῦ διαβόλου• γιατί μερικοὶ ἀπὸ αὐτοὺς ἰσχυρίζονται ἐνώπιον πολλῶν ὅτι δὲν ἔχουν ἀνάγκη ἀπὸ γιατρούς.
Ἂν ὅμως κανεὶς ζεῖ τὸν ἀναχωρητικὸ βίο σὲ πιὸ ἐρημικὰ μέρη μαζὶ μὲ δυὸ ἢ τρεῖς ὁμόφρονες ἀδελφούς, αὐτὸς ἂς προσφέρει τὸν ἑαυτό του μὲ πίστη μόνο στὸν Κύριό μας, ποὺ θεραπεύει “πάσαν νόσον καὶ πάσαν μαλακίαν” (Ματθ. 4:23), ἀπὸ ὁποιαδήποτε ἀσθένεια κι ἂν προσβληθεῖ. Γιατί ἔχει ἀρκετὴ παρηγοριὰ στὶς ἀρρώστιες, μετὰ τὸν Κύριο, τὴν ἐρημία. Γι’ αὐτὸ καὶ ποτὲ δὲν τοῦ λείπει ἡ ἐνέργεια τῆς πίστεως, ἀφοῦ μάλιστα δὲν ἔχει καὶ ποὺ νὰ δείξει τὴν ἀρετὴ τῆς ὑπομονῆς, διαθέτοντας τὴν ἐρημία σὰν καλὸ παραπέτασμα (ἀπὸ τὴν κενοδοξία). Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Κύριος “κατοικίζει μονοτρόπους” (Ψαλμ. 67:7), (δηλαδὴ προστατεύει ὅσους ζοῦν μόνοι καὶ ἀπροστάτευτοι).
Τοῦ ἁγίου Ἔφραιμ
Νὰ μὴν ἀδιαφορήσεις γιὰ κανέναν ἄρρωστο, γιατί εἶναι γραμμένο: “”Ὁ ς φράσσει τὰ ὦτα αὐτὸν τὸν μὴ ἔπακουσαι ἀσθενοῦς, καὶ αὐτὸς ἔπικαλεσεται, καὶ οὐκ ἐσται ὁ εἰσακούων” (Παροιμ. 21:13).
Ἂν ὁ ἀδελφός σου πάθει κανένα κακό, νὰ τοῦ συμπαρασταθεῖς, γιὰ ν’ ἀξιωθεῖς ν’ ἀκούσεις ἀπὸ τὸν Κύριο τὴν ἡμέρα ἐκείνη: “Ἒφ’ ὅσον ἔποιησατε ἔνι τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἔποιησατε” (Ματθ. 25:40).
Ἀγαπητέ, ἂν εἶσαι ἔμπειρος στὴν ἰατρικὴ ἐπιστήμη καὶ θεραπεύεις (τοὺς ἀνθρώπους), νὰ φυλάγεσαι μὲ τὴ νίψη, μὴν τυχόν, ἐπιδιώκοντας τὴ θεραπεία τῶν ἄλλων, φανεῖς ὁ ἴδιος ἐμπαθής• γιατί ὁ ἀπόστολος λέει: “Μὴ βλασφημείσθω ὑμῶν τὸ ἀγαθόν” (Ρωμ. 14:16).
Leave a Reply
Want to join the discussion?Feel free to contribute!