Τοῦ ἀββᾶ Ἰσαὰκ
ΝΑ ΜΗ μισήσεις τὸν ἁμαρτωλό, γιατί ὅλοι εἴμαστε ἔνοχοι. Καὶ ἂν τὸν ἀποδοκιμάζεις ἀπὸ ζῆλο Θεοῦ, νὰ κλάψεις γιὰ χάρη του. Νὰ μὴ μισήσεις τὸν ‘ίδιο, ἀλλὰ τὶς ἁμαρτίες του. Γιὰ τὸν ἴδιο νὰ προσευχηθεῖς, κι ἔτσι θὰ μοιάσεις στὸ Χριστό, ποὺ δὲν ἀγανακτοῦσε ἐναντίον τῶν ἁμαρτωλῶν, ἀλλὰ προσευχόταν πολὺ γι’ αὐτούς• ἔκλαψε μάλιστα Καὶ γιὰ τὴν Ἱερουσαλὴμ (Ματθ. 23:37. Λουκ. 13:34). Ἀφοῦ, ἄλλωστε, κι ἐμᾶς μας ξεγελάει σὲ πολλὲς περιπτώσεις ὁ διάβολος, γιατί νὰ μισήσουμε Καὶ ν’ ἀποστραφοῦμε ἐκεῖνον ποῦ, κατὰ τὴν ἀντίληψή μας, ἐξαπατήθηκε ἀπὸ τὸν κοινό μας ἐχθρό;
Ἂν μισεῖς τὸν ἁμαρτωλὸ γιὰ τοῦτο, ὅτι δηλαδὴ δὲν εἶναι, κατὰ τὴ γνώμη σου, ἐνάρετος, δείχνεις ἔτσι ὅτι κι ἐσὺ ἁμαρτωλὸς εἶσαι, Ἀφοῦ δὲν ἔχεις ἀγάπη. Καὶ ὁποῖος δὲν ἔχει ἀγάπη, δὲν ἔχει μαζί του Καὶ τὸ Θεό• γιατί ὁ Θεὸς εἶναι προπαντὸς ἀγάπη (Α’ Ἴω. 4:8,16).
Νὰ μὴ μισεῖς λοιπὸν Καὶ νὰ μὴν κατατρέχεις τὸν ἁμαρτωλό, ἀλλά, μὲ τὴ συμπάθεια (ποὺ θὰ τοῦ δείξεις), νὰ γίνεις κήρυκας τῆς ἀγαθοσύνης τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὅποιος, μολονότι εἶσαι ἀνάξιος, σὲ φροντίζει. Δὲν σὲ παραμελεῖ οὔτε σὲ ἀποστρέφεται οὔτε σὲ τιμωρεῖ γιὰ τὰ πολλὰ Καὶ μεγάλα σου ἁμαρτήματα. Μιμήσου λοιπὸν κι ἐσύ,
ὅσο μπορεῖς, τὴν εὐσπλαχνία Του καὶ τὴν ἀγαθότητά Του, καὶ γίνε σπλαχνικὸς ἀπέναντι στὸ συνδουλό σου, ὥστε, μὲ τὴ μικρὴ δική σου συμπάθεια, νὰ πάρεις σὰν ἀμοιβὴ ἀπὸ τὸ Θεὸ τὴν ἀπροσμέτρητη συμπάθειά Του.
Ἀπὸ τὸ Γεροντικὸ
Ὁ ἀββᾶς Μακάριος εἶπε:
Ἂν θυμόμαστε τὰ κακὰ πού μας κάνουν οἱ ἄνθρωποι, ἀχρηστεύουμε μέσα μας τὴ δύναμη τῆς μνήμης τοῦ Θεοῦ. “Ἂν ὅμως δὲν θυμόμαστε τὰ κακὰ ποὺ ὑποφέρουμε, θὰ μείνουμε ἀνίκητοι ἀπὸ τοὺς δαίμονες.
Ἕνας γέροντας εἶπε:
Αὐτὸς ποὺ κλέβει ἢ λέει ψέματα ἢ κάνει ὁποιαδήποτε ἄλλη ἁμαρτία, πολλὲς φορές, ἀμέσως μετὰ τὴ διάπραξή της, ἀναστενάζει καὶ κατηγορεῖ τὸν ἑαυτό του καὶ ἔρχεται σὲ μετάνοια. Ἐκεῖνος ὅμως ποὺ ἔχει μνησικακία στὴν ψυχή του, καὶ ὅταν τρώει καὶ ὅταν κοιμᾶται καὶ ὅταν βαδίζει, κατατρώγεται σὰν ἀπὸ σαράκι καὶ ἔχει πάντα τὴν ἁμαρτία τοῦ ἀχώριστο σύντροφο. Ἡ προσευχὴ τοῦ γίνεται κατάρα καὶ οἱ κόποι τοῦ ὅλοι πᾶνε χαμένοι, ἔστω κι ἂν χύσει τὸ αἷμα του γιὰ τὸ Χριστό.
Δυὸ ἀδελφοί, ποὺ πιάστηκαν σὲ καιρὸ διωγμοῦ, ὁδηγήθηκαν στὰ βασανιστήρια. Ἀφοῦ λοιπὸν τοὺς βασάνισαν μία φορᾶ, τοὺς ἔριξαν στὴ φυλακή.
Ἀπὸ δαιμονικὴ ἐνέργεια ὅμως δημιουργήθηκε ἀνάμεσα τοὺς μία παρεξήγηση καὶ ψυχρότητα. Ὁ ἕνας τους μεταμελήθηκε γρήγορα κι ἔβαλε μετάνοια στὸν ἀδελφό του, λέγοντας:
Αὔριο πρόκειται νὰ θανατωθοῦμε. Ἂς λύσουμε λοιπὸν τὴν ἔχθρα κι ἂς κάνουμε ἀγάπη. Μὰ ὁ ἄλλος δὲν μαλάκωνε. Τὴν ἑπόμενη μέρα, ἀφοῦ ὁδηγήθηκαν καὶ πάλι στὸ δικαστήριο, βασανίστηκαν. καὶ ἐκεῖνος ποὺ δὲν δέχθηκε τὴ μετάνοια τοῦ ἀδελφοῦ, νικήθηκε μὲ τὸ πρῶτο χτύπημα! Τὸν ρωτάει λοιπὸν ὁ ἄρχοντας:
Γιατί χθές, ἐνῶ τόσο πολὺ βασανίστηκες, δὲν ὑποχώρησες; Ἐπειδὴ χθές, ἀπάντησε ἐκεῖνος, ἤμουν ἀγαπημένος μὲ τὸν ἀδελφό μου, καὶ γι’ αὐτὸ μὲ δυνάμωνε ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ. Σήμερα ὅμως, ποὺ τοῦ κράτησα μνησικακία, ἔφυγε ἀπὸ πάνω μου ἡ σκέπη καὶ ἡ ἐνίσχυση τοῦ Θεοῦ.
Τοῦ ἀββᾶ Ἠσαΐα.
Ἂν ἕνας ἀδελφός σου κάνει κακὸ καὶ τὸν κατηγορήσει κάποιος μπροστά σου, φύλαξε τὴν καρδιά σου, γιὰ νὰ μὴν ἀνανεωθεῖ μέσα σου ἡ κακία. Θυμήσου ἀμέσως τὶς ἁμαρτίες ποὺ ἔχεις κάνει ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ ποὺ θέλεις νὰ σοῦ συγχωρηθοῦν, καὶ μὴν
ἀνταποδώσεις (τὸ κακό) στὸν πλησίον σου.
Ἂν ἀκούσεις ὅτι κάποιος εἶπε κακὸ λόγο γιὰ σένα, καὶ τὸν συναντήσεις κάπου ἢ σὲ ἐπισκεφθεῖ, δῶσε, ὅσο μπορεῖς, στὸ πρόσωπό σου ἔκφραση πρόσχαρη καὶ καλοσυνάτη καὶ μὴν τοῦ πεῖς τίποτε ἀπ’ ὅσα ἄκουσες. Γιατί εἶναι γραμμένο: “”Ὁ ς μνησικακεῖ, παράνομος” (Παροιμ. 21:24).
Τοῦ ἀββᾶ Μάρκου
Ἡ κακία, ὅταν τὴ μελετάει κανεὶς μὲ τὴ σκέψη του, ἀποθρασύνει τὴν καρδιά• ὅταν ὅμως τὴν καταπολεμεῖ μὲ τὴν ἐγκράτεια καὶ τὴν ἐλπίδα, τότε τὴ συντρίβει.
Τοῦ ἁγίου Μαξίμου
Ἡ λύπη εἶναι στενὰ συνδεδεμένη μὲ τὴ μνησικακία. Ὅταν ὁ νοῦς φέρνει μπροστὰ τοῦ τὸ πρόσωπο τοῦ ἀδελφοῦ καὶ αἰσθάνεται λύπη, εἶναι φανερὸ ὅτι ἔχει μνησικακία ἐναντίον του. Οἱ δρόμοι ὅμως τῶν μνησίκακων ὁδηγοῦν στὸν πνευματικὸ θάνατο (Παροιμ. 12:28), γιατί κάθε μνησίκακος εἶναι παραβάτης τοῦ θείου νόμου (Παροιμ. 21:24).
Ἂν ἐσὺ ἔχεις μνησικακία ἐναντίον ἄλλου, νὰ προσεύχεσαι γι’ αὐτόν, καὶ σταματᾶς ἔτσι τὴν κίνηση τοῦ πάθους, γιατί μὲ τὴν προσευχὴ ἀπομακρύνεται ἡ λύπη ἀπὸ τὴ θύμηση τοῦ κάκου πού σου ἔκανε. Ὅταν μάλιστα ἀποκτήσεις ἀγάπη καὶ φιλανθρωπία, θὰ ἐξαφανίσεις ἐντελῶς τὸ πάθος ἀπὸ τὴν ψυχή σου.
Ἂν πάλι κάποιος ἄλλος μνησικακεῖ ἐναντίον σου, νὰ γίνεις εὐεργετικὸς καὶ ταπεινὸς ἀπέναντί του, νὰ τὸν καλεῖς σὲ γεῦμα, νὰ τὸν κάνεις παρέα, νὰ συζητᾶς μαζί του, κι ἔτσι θὰ τὸν ἀπαλλάξεις ἀπὸ τὸ πάθος.
Τοῦ ἁγίου Ἐφραὶμ
Ὁ καπνὸς διώχνει τὶς μέλισσες καὶ ἡ μνησικακία τὴν (πνευματική) γνώση ἀπὸ τὴν καρδιά. Νὰ προσεύχεσαι στὸν Κύριο καὶ νὰ χύνεις δάκρυα μπροστὰ στὴν ἀγαθότητά Του, “ὡς θυμίαμα ἐνώπιον αὐτόν” (πρβλ. Ψαλμ. 140:2), καὶ ἡ μνησικακία νὰ μὴ βρίσκει θέση στὴν ψυχή σου.
Leave a Reply
Want to join the discussion?Feel free to contribute!