Ἀπὸ τὸ Γεροντικὸ
ΕΝΑΣ γέροντας εἶπε: Ἂν ἀρρωστήσεις καὶ ζητήσεις ἀπὸ κάποιο νὰ σοῦ δώσει ἕνα πράγμα ποὺ χρειάζεσαι, καὶ δὲν σοῦ τὸ δώσει, μὴ γογγύσεις ἐναντίον του, ἀλλὰ πές: “Ἂν ἤμουν ἄξιος νὰ τὸ πάρω, θὰ πληροφοροῦσε ὁ Θεὸς τὸν ἀδελφὸ νὰ μοῦ τὸ προσφέρει σὰν ἐλεημοσύνη” .
Εἶπε πάλι (ὁ ἴδιος):
Ἂν σὲ κρατήσουν (κάπου) γιὰ τραπέζι καὶ σὲ βάλουν στὴν πιὸ ἀσήμαντη θέση, νὰ μὴ γογγύσει ὁ λογισμός σου (ἐναντίον ἐκείνων ποὺ σὲ φιλοξενοῦν), ἀλλὰ νὰ λές: “Οὔτε κι ἐδῶ ἤμουν ἄξιος (νὰ καθίσω)”. Γιατί πρέπει νὰ ξέρεις, ὅτι καμιὰ θλίψη Δὲν ἔρχεται στὸν ἄνθρωπο, παρὰ μόνο «ἄνωθεν», ἀπὸ τὸ Θεό, εἴτε γιὰ νὰ δοκιμαστεῖ εἴτε ἐξαιτίας τῶν ἁμαρτιῶν του. καὶ ὅποιος δὲν ἔχει αὐτὴ τὴν πεποίθηση, δὲν πιστεύει ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι δίκαιος κριτής.
Ὁ ἀββᾶς ‘Ισίδωρος εἶπε:
Ἡ σύνεση τῶν ἅγιων εἶναι τούτη, τὸ ὅτι ἀπέκτησαν ἐπίγνωση τοῦ θελήματος τοῦ θεοῦ.
Γιατί ὅλα τὰ νικάει ὁ ἄνθρωπος μὲ τὴν ὑπακοὴ στὴν ἀλήθεια, ἀφοῦ εἶναι εἰκόνα καὶ ὁμοίωμα τοῦ θεοῦ. ‘Ἀπ’ ὅλα τὰ πάθη, πάλι, τὸ φοβερότερο εἶναι νὰ ἀκολουθεῖ κανεὶς τὴν καρδιά του, νὰ ὑπακούει δηλαδὴ στὸ θέλημά του καὶ ὄχι ἀτὸ νόμο τοῦ θεοῦ. Αὐτὸ (τὸ πάθος) στὴν ἀρχὴ μὲν δείχνει ὅτι ἀναπαύει κάπως (ψυχικά) τὸν ἄνθρωπο, ὕστερα ὅμως τὸν ὁδηγεῖ στὴν κατάθλιψη, ἐπειδὴ ἀγνόησε τὸ μυστήριό της θείας οἰκονομίας καὶ δὲν βρῆκε τὸ δρόμο τοῦ θεοῦ, γιὰ νὰ Τὸν ἀκολουθήσει.
Τοῦ ἀββᾶ Ἠσαΐα
Ἀδελφέ, ἂν συναντήσεις κάποια δυσκολία εἴτε στὰ ἔργα σου εἴτε στὰ λόγια σου εἴτε (ἀκόμα καί) στὶς σκέψεις σου, νὰ μὴ ζητᾶς καθόλου τὸ θέλημά σου οὔτε τὴν εὐκολία σου, ἀλλὰ φρόντιζε ν’ ἀνακαλύπτεις (ποὶο εἶναι) ἀκριβῶς τὸ θέλημα τοῦ θεοῦ, καὶ αὐτὸ νὰ κάνεις στὴν ἐντέλεια, ἔστω κι ἂν φαίνεται πὼς θέλει κόπο, πιστεύοντας μὲ ὅλη σου τὴν καρδιά, ὅτι αὐτὸ σὲ συμφέρει περισσότερο ἀπὸ κάθε ἀνθρώπινη σύνεση. Γιατί ἡ (κάθε) ἐντολὴ τοῦ θεοῦ εἶναι (δοσμένη γιὰ νὰ μᾶς ἐξασφαλίσει τὴν) αἰώνια ζωή, καὶ ὅσοι τὴν ἐπιζητοῦν Δὲν θὰ στερηθοῦν κανένα ἀγαθό.
Τοῦ ἀββᾶ Μάρκου
Μερικοὶ ὀνομάζουν συνετοὺς ἐκείνους ποὺ μποροῦν νὰ διακρίνουν (καὶ νὰ ἀναλύουν) τὰ αἰσθητὰ πράγματα. Συνετοὶ ὅμως εἴναι ἐκεῖνοι, ποὺ ἐξουσιάζουν τὰ θελήματά τους.
‘Ἐκεῖνος ποὺ δὲν ἐγκαταλείπει τὸ θέλημά του γιὰ χάρη τοῦ θελήματος τοῦ θεοῦ, πεδικλώνεται στὰ δικά του ἔργα καὶ γίνεται ὑποχείριος τῶν ἐχθρῶν (δαιμόνων).
Ὅταν θέλεις νὰ βρεῖς λύση σὲ πρόβλημα περίπλοκο, ψάξε γι’ αὐτό, τί ἀρέσει στὸ θεό, καὶ θὰ βρεῖς τὴ λύση τοῦ τὴν ὠφέλιμη.
Σ’ ἐκεῖνα τὰ πράγματα ποὺ εὐαρεστεῖται ὁ Θεός, σ’ αὐτὰ καὶ ὅλη ἡ κτίση ὑπηρετεῖ. Σ’ ἐκεῖνα ποὺ ὁ Θεὸς ἀποστρέφεται, καὶ ἡ κτίση ἀντιστέκεται.
‘Ἐκεῖνος ποὺ ἀντιστέκεται στὰ λυπηρὰ συμβάντα, πολεμάει, χωρὶς νὰ τὸ γνωρίζει, τὴν προσταγὴ τοῦ Θεοῦ. ‘Ἀπεναντίας, ἐκείνος ποὺ τὰ δέχεται μὲ ξεκάθαρη γνώση (τῆς αἰτίας καὶ τῆς προελεύσεώς τους), αὐτός, κατὰ τὴ Γραφή, ὑπομένει Τὸν Κύριο (Ψάλμ. 26:14).
Ὅταν σου ἔρθει πειρασμός, μὴ ζητᾶς (νὰ μάθεις) γιατί ἡ ἀπὸ ποιὸν ἔχει ἔρθει, ἀλλὰ (ζήτησε) νὰ Τὸν ὑπομείνεις μὲ εὐχαρίστηση καὶ χωρὶς μνησικακία.
Τοῦ Ἁγίου Διαδόχου
Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἴμαστε πλασμένοι «κατ’ εἰκόνα» τοῦ Θεοῦ. τὸ «καθ’ ὁμοίωσιν» (Γέν. 1:26-27) ὅμως τὸ ἔχουν μόνο ἐκεῖνοι, ποὺ μὲ πολλὴ ἀγάπη ὑποδούλωσαν τὴν ἐλευθερία τοὺς στὸ Θεό’ γιατί ὅταν δὲν ἀνήκουμε στοὺς ἑαυτούς μας, τότε εἴμαστε ὅμοιοι μ’ Ἐκείνον, πού μᾶς συμφιλίωσε μὲ Τὸν ἑαυτὸ Του μέσω τῆς ἀγάπης.
Leave a Reply
Want to join the discussion?Feel free to contribute!