Στρέψε τὴν καρδιά σου πάλι σ’ ἐμένα, πού μου ἀνήκει. Ὀφείλεις ἐμένα ν’ ἀγαπᾶς πάνω ἀπὸ τὸ κάθε τί, νὰ τιμᾶς ἐμένα, νὰ εἶσαι ἀφωσιωμένος σ’ ἐμένα. Ἐγὼ ἔπλυνα μὲ τὸ αἷμα μου τὶς ἁμαρτίες σου καὶ τὶς ἔκαμα λευκότερες ἀπὸ τὸ χιόνι. Ἔδωσα στὴν ψυχή σου εἰρήνη καὶ χαρά. Σὲ ἀγάπησα πιὸ πολὺ ἀπ’ ὅ,τι ἀγαπᾶ μία μητέρα τὰ παιδιά της. Ἐγὼ εἶμαι ποὺ σὲ ἔσωσα ἀπὸ τὸν αἰώνιο θάνατο. Ποιὸς λοιπὸν μπορεῖ νὰ σφετερισθῆ τὴ δική μου δόξα; Εἶμαι ὁ Παντοκράτωρ

Σὲ ὅλα τα ἔργα σου, εἴτε στὸ σπίτι σου εἴτε στὸν τόπο τῆς δουλειᾶς σου, μὴν ξεχνᾶς ὅτι ὅλη ἡ δύναμις, τὸ φῶς σου καὶ ἡ ἐπιτυχία σου ἔγκεινται στὸν Χριστὸ καὶ στὸν Σταυρό του. Ἰησοῦ, βοήθησε μέ. Ἰησοῦ, φώτισε μέ. Αὐτοῦ εἶναι ἡ δύναμις καὶ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰώνας τῶν αἰώνων
Ὅπου καὶ ἂν στραφῶ, πρὸς ὅποια κατεύθυνσι καὶ ἂν κινηθῶ, ὁ Θεὸς εἶναι μπροστά μου. Ὅλοι οἱ δρόμοι μου Αὐτὸν ἔχουν ὡς τέρμα τους. «Ποῦ πορευθῶ ἀπὸ τοῦ πνεύματός σου καὶ ἀπὸ τοῦ προσώπου σου ποῦ φύγω;» (Ψάλμ. ρλὴ΄ 7)
Διέπραξε κάποιος μία ἁμαρτία; Ὑπεχώρησε σὲ κάποιο πάθος; Τιμωρεῖται ἤδη ἀρκετὰ ἀπὸ τὴν ἴδια τὴν ἁμαρτία ποὺ διέπραξε, ἀπὸ τὸ ἴδιο το πάθος ποὺ τὸν παρέσυρε. Τιμωρεῖται ὅμως, πρὸ παντός, μὲ τὸ ὅτι ξενώθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ ὁ Θεὸς ξενώθηκε ἀπ’ αὐτόν. Εἶναι λοιπὸν ἀνόητο καὶ πολὺ ἀπάνθρωπο νὰ τρέφουμε κακία ἐναντίον αὐτοῦ του ἀνθρώπου. Εἶναι τὸ ἴδιο σὰν νὰ ρίχνουμε στὴ φωτιὰ ἕνα σῶμα ποὺ εἶναι ἤδη καμμένο. Ἀπέναντι σ’ ἕνα τέτοιο ἄνθρωπο, χρωστοῦμε διπλὴ ἀγάπη, θερμὴ προσευχὴ στὸν Θεὸ γι’ αὐτόν. Νὰ μὴν τὸν κρίνουμε, νὰ μὴν ἐπιχαίρουμε γιὰ τὸ κατάντημά του.
Ἃς ἀγαπήσουμε Ἐκεῖνον ποὺ μόνος μπορεῖ νὰ εἰρηνεύση καὶ νὰ χαροποιήση ἀληθινὰ τὴν ψυχή. Ἂν γυρίσουμε στὸν Θεὸ μὲ ὅλο το εἶναι μας, καμμία ἀπώλεια καὶ καμμία διάψευσις γήινων ἐλπίδων δὲν θὰ μπορέσουν νὰ μᾶς ταράξουν. Ἃς ζήσουμε μία ἐσωτερικὴ ζωή. Ἃς στρέψουμε τὴν καρδιά μας πρὸς τὰ οὐράνια, τὰ ἀθάνατα ἀγαθά. Αὐτὰ καὶ μόνον εἶναι ἱκανά, ὅταν τὰ ἀγαπήσουμε καὶ τὰ ἐπιδιώξουμε, νὰ μᾶς δώσουν τὴν ἀληθινὴ χαρὰ
Τί θὰ γίνη μ’ ἐμᾶς στὴ μέλλουσα ζωή, ὅταν κάθε τί ποῦ μᾶς αἰχμαλώτισε σ’ αὐτὸν ἐδῶ τὸν κόσμο – πλούτη, τιμές, φαγοπότι, πολυτελῆ ροῦχα, φανταχτερὰ σπίτια- δὲν θὰ τὰ ἔχουμε πλέον μαζί μας; Ὅταν τὰ ἔργα τῆς πίστεως καὶ τῆς ἀρετῆς, τῆς ἐγκράτειας, τῆς ἁγνότητος, τῆς καλωσύνης, τῆς ταπεινοφρωσύνης, τῆς ὑπομονῆς, τῆς ὑπακοῆς θὰ μᾶς ζητηθοῦν καὶ δὲν θὰ μποροῦμε νὰ τὰ παρουσιάσουμε στὸν Κριτή μας;
Νοιώθεις ἀποστροφὴ πρὸς τὸν πλησίον σου; Λέγε: «Καὶ εἶδεν ὁ Θεὸς τὰ πάντα ὅσα ἐποίησε καὶ ἰδοὺ καλὰ λίαν» (Γέν. ἃ΄ 31)
Ὁ Κύριος μου χάρισε τὸν μεγαλύτερο καὶ ἄφθαρτο πλοῦτο: τὴν «εἰκόνα καὶ ὁμοίωσίν του». Πῶς μπορῶ λοιπόν, ὕστερα ἀπ’ αὐτό, νὰ συγκινοῦμαι ἀπὸ τὰ γήινα πλούτη; Τί ἄλλες τιμὲς νὰ ζηλέψω; Δὲν ὑπάρχει πλουσιώτερος ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο ποὺ κατέχει τὸν Χριστὸ καὶ τὴ χάρι τοῦ Χριστοῦ μέσα του. Ἄνθρωπε, γίνε πλούσιος στὰ τοῦ Θεοῦ. «Ἄνωθέν ἐστι καταβαῖνον πᾶν δώρημα τέλειον»
Στὴν ἄλλη ζωὴ ὅμως, οἱ ἁμαρτίες μας θὰ ἐλεχθοῦν ἐνώπιον ὅλου του κόσμου. Ἐνθυμούμενοι αὐτὴ τὴ φοβερὴ Κρίση, ἃς ταπεινωθοῦμε ἐδῶ, ἃς μετανοήσουμε, ἃς διορθωθοῦμε
Ὁ Κύριος πράγματι, ἀκόμη καὶ τὴν ἀρρώστια, ἀκόμη καὶ τὸν ἴδιο τὸν θάνατο, ὅλα τα ἐπιτρέπει στὴν κατάλληλη ὥρα, γιὰ τὸ καλό μας
Ὅπου καὶ ἂν βρίσκεσαι, ὅ,τι καὶ ἂν κάνης, μένε ἀπολύτως βέβαιος ὅτι ὁ Θεὸς σὲ βλέπει ἀπὸ ἔξω καὶ ἀπὸ μέσα, μὲ ὅλους τους λογισμούς σου, μὲ ὅλες τὶς ἐπιθυμίες σου, μὲ ὅλα τα ἔργα, σὲ ὅποια κατάστασι καὶ ἂν εἶσαι, σὲ κάθε στιγμὴ τῆς ζωῆς σου
Ὁλόκληρος ὁ κόσμος δὲν εἶναι ἰσοστάσιος μὲ τὴν πιστὴ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου. Τί εἶναι ὁ ὑλικὸς κόσμος; Ἕνα σύνολο ἀπὸ ἀβεβαιότητες καὶ φθορά. Δὲν μποροῦμε νὰ τὸν ἐμπιστευτοῦμε σὲ τίποτε. Ὅλα εἶναι εὔθραυστα καὶ παροδικά. Ὅπου ἀλλοῦ καὶ ἂν στηριχθῆς, ἐκτός του Θεοῦ, θὰ νοιώσης τὸν θάνατο μέσα στὴν καρδιά σου. Ἐνῶ ἡ ὁλοκληρωτικὴ προσκόλλησις στὸν Θεὸ εἶναι ζωή.

Δῶρα Θεοῦ
Ἡ ζωή μας
Νὰ περνᾶς τὴ ζωή σου ἐδῶ ἔτσι, ὥστε κάθε στιγμὴ νὰ εἶσαι ἕτοιμος νὰ τὴν ἀφήσεις.Ποτέ σου νὰ μὴν ἐπιτρέψεις οἱ ἀπολαύσεις νὰ σὲ κάνουν νὰ ξεχάσεις τὸν ἑαυτό σου καὶ τὸ Θεό. Νὰ θυμᾶσαι πάντα ὅτι ἡ ζωή σου καὶ ἡ εὐτυχία εἶναι δῶρα τοῦ Θεοῦ, δῶρα ποὺ δέ σοῦ ἀξίζουν. Ἁμαρτία εἶναι ὅταν δὲν ἀπολαμβάνουμε σωστὰ αὐτὰ τὰ δῶρα, ὅπως καὶ ὅταν ξεχνᾶμε ὅτι ὅλα ὅσα ἔχουμε στὴ ζωή μας εἶναι δῶρα τοῦ Θεοῦ.
Πάτερ Ἐπουράνιε! Ἂς μὴν ξεχνάω ποτὲ ὅτι ὅλα αὐτὰ ποὺ ἔχω εἶναι δικά Σου.
Καὶ αὐτὰ τὰ δῶρα ποὺ συνεχῶς μοῦ χαρίζεις, ἂς μὲ κάνουν νὰ Σὲ ἀγαπήσω περισσότερο καὶ ὄχι νὰ ἀπομακρυνθῶ ἀπὸ Σένα. Ἂν κάποτε θὰ μὲ ἐπισκεφθεῖ ἡ δυστυχία δῶσε μου νὰ στραφῶ πάλι σὲ Σένα μὲ μετάνοια καὶ ἀγάπη.
* * *
Οἱ ἄνθρωποι κάνουν λάθος ὅταν νομίζουν ὅτι ἡ ζωὴ ποὺ ἔχουν ἀνήκει σ’ αὐτοὺς καὶ ὅτι μποροῦν νὰ κάνουν μ’ αὐτὴ ὅ,τι θέλουν. Ἡ ζωὴ εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ. Ὁ Κύριος τὴν παίρνει ὅταν Ἐκεῖνος θέλει. Καὶ αὐτὸ τὸ βλέπουμε σχεδὸν σὲ κάθε βῆμα.
* * *
Εἶναι θαῦμα ὅτι εἶμαι αὐτὸς ποὺ εἶμαι σήμερα! Ὁ παπποῦς μου ἦταν ἀγράμματος, τὸ ἴδιο καὶ ὁ πατέρας μου. Ἐνῶ ἐγὼ ἔλαβα πλούσια τὸ φῶς τῆς γνώσεως. Πῶς ἔγινα αὐτὸ ποὺ δὲν ἦταν οἱ γονεῖς καὶ ὁ παπποῦς μου; Δὲν μποροῦσαν αὐτοὶ νὰ μοῦ δώσουν κάτι ποὺ δὲν εἶχαν οἱ ἴδιοι. Εὐεργέτη μου, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ! Σὲ γνωρίζω. Δὲν κρύβω τὶς εὐεργεσίες Σου. Ἡ δική Σου χάρη μὲ ἔκανε νὰ εἶμαι αὐτὸς ποὺ εἶμαι. «Ὁ θησαυρὸς τῶν ἀγαθῶν! Βασιλεῦ Οὐράνιε, Παράκλητε, τὸ Πνεῦμα τῆς Ἀληθείας!», μὲ δέος ἀσπάζομαι τὴ δεξιά Σου, ποὺ μὲ εὐεργετεῖ συνεχῶς.
* * *
«Πνοὴ δὲ τίνος ἐστὶν ἡ ἐξελθοῦσα ἔκ σοῦ;» (Ἰώβ 26, 4). Ὅλον σὲ τυλίγει τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἡ ἀτμόσφαιρα γύρω σου, ὁ ἀέρας τὸν ὁποῖο ἀναπνέεις, ἀκόμη καὶ ἡ ἴδια ἡ ἱκανότητα νὰ ἀναπνέεις, εἶναι δῶρα τοῦ Θεοῦ. Κάθε στιγμὴ χρησιμοποιεῖς αὐτὰ τὰ δῶρα. Δὲν ἔχεις τίποτε δικό σου. Καὶ νὰ θυμᾶσαι: ὅπου εἶναι τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, ἐκεῖ εἶναι καὶ ὁ ἴδιος ὁ Θεός· γιατί ὅπου εἶναι ἡ εὐεργεσία, ἐκεῖ καὶ ὁ Εὐεργέτης, δηλαδὴ ὅπου εἶναι ἡ δημιουργία, ἐκεῖ καὶ ὁ Δημιουργός.
Ἀξιοποίηση τῶν δώρων τοῦ Θεοῦ
Ὅπως ἕνας ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος προικίστηκε ἀπὸ τὸ Θεὸ μὲ πολλὰ χαρίσματα, διατρέχει τὸν κίνδυνο –ἐξαιτίας τῆς ἀδυναμίας καὶ τῆς ἀναισθησίας του –νὰ κορεσθεῖ, καὶ στὴ συνέχεια νὰ θεωρεῖ αὐτὰ τὰ χαρίσματα ἀσήμαντα καὶ νὰ ξεχάσει τὴν πραγματικὴ τους ἀξία, ἔτσι μπορεῖ νὰ συμβεῖ καὶ μὲ ἕναν ἄνθρωπο μορφωμένο, ποὺ διαβάζει πολὺ καὶ ἔχει καὶ αὐτὸς πολλὰ δῶρα ἀπὸ τὸ Θεό, τὰ βιβλία. Γι’αὐτὸν ἐπίσης ὑπάρχει κίνδυνος νὰ τὰ χορτάσει τόσο, ὥστε καὶ τὰ καλύτερα βιβλία νὰ τὰ θεωρεῖ ἀσήμαντα, νὰ ἀδιαφορεῖ γι’αὐτὰ ἢ νὰ τὰ διαβάζει βιαστικὰ καὶ χωρὶς προσοχή. Νά μᾶς φυλάξει ὁ Θεὸς ἀπὸ τέτοιο κορεσμό. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ περιφρονοῦν τὰ χαρίσματα τοῦ Θεοῦ, δὲν γνωρίζουν τὴν πραγματικὴ τους ἀξία καὶ δὲν παράγουν τοὺς καρποὺς τῆς ἀρετῆς· ὅμως γι’ αυτό ἀκριβῶς δίνει ὁ Θεός τά χαρίσματά Του στὸν ἄνθρωπο, γιά νά παράγει τούς καρπούς τῆς ἀρετῆς. Πάνω σ’αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους θὰ πέσει ἡ κατάρα τοῦ Θεοῦ, ὅπως στὴν ἄχρηστη γῆ «τὴν πιοῦσαν τὸν ἐπ’αὐτῆς πολλάκις ἐρχόμενον ὑετόν… ἐκφέρουσαν δὲ ἀκάνθας καὶ τριβόλους» (Ἑβρ. 6, 7-8).
Εὐγνωμοσύνη γιὰ τὰ δῶρα τοῦ Θεοῦ
Κάποτε ἤσουν ἀσήμαντος, δὲν εἶχες τίποτε καὶ δὲ γνώριζες τίποτε. Μετὰ ἔγινες γνωστός, μορφωμένος καὶ ἀπέκτησες κάποια περιουσία. Δοξάζεις καὶ εὐχαριστεῖς τὸ Θεό, ὁ ὁποῖος σοῦ ἔδωσε ὅλα αὐτά, μόνο γιὰ νὰ δείξει ἐπάνω σου τὴ δύναμη καὶ τὸ ἔλεός Του; Μόνο μὲ τοὺς δικούς σου κόπους δὲ θὰ μποροῦσες νὰ προχωρήσεις, ἀλλὰ θὰ ἔμενες ἐκεῖ ὅπου ἤσουν. Μπορεῖ νὰ κατέβαινες καὶ πιὸ χαμηλά.
* * *
Θυμήσου πῶς βαθμηδὸν ἀποκτοῦσες τὴν ἱκανότητα νὰ σκέφτεσαι καὶ νὰ μιλᾶς. Σκέψου πῶς χαιρόνταν οἱ γονεῖς σου, ὅταν ἄρχισες νὰ προφέρεις τὶς πρῶτες σου λέξεις καὶ πόσο εὐτυχισμένοι ἦταν! Τώρα ὅμως τὰ ἔχεις ξεχάσει καὶ θεωρεῖς δεδομένη τὴν ἱκανότητά σου νὰ σκέφτεσαι καὶ νὰ μιλᾶς, γιατί ὁ Κύριος σὲ προίκισε μὲ ὀξὺ νοῦ καί σοῦ ἔδωσε τὸ χάρισμα τοῦ λόγου. Γι’ αὐτὸ τὸ λόγο σὲ τιμωρεῖ, γιὰ νὰ σὲ διορθώσει. Νὰ εἶσαι εὐγνώμων πρὸς τὸ Θεὸ γιὰ τὶς εὐεργεσίες Του.
Ἀπὸ τὸ βιβλίο :
Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κρονστάνδης
«ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ».
Ἐκδόσεις: Ὀρθόδοξος Κυψέλη, 2004.


 Ἀποσπάσματα λόγων του

1. Γιὰ τὴν καρδιά: «Ἡ καρδιὰ εἶναι ὁ πρῶτος παράγοντας στὴ ζωή μας. Ἡ καρδιακὴ γνώση προηγεῖται τῆς νοησιαρχικῆς. Ἡ καρδιὰ βλέπει ἄμεσα, ἀστραπιαία, ἑνιαία. Αὐτὴ ἡ γνώση τῆς καρδιᾶς μεταδίδεται στὸ νοῦ, καὶ μέσα στὸ νοῦ χωρίζεται σὲ μέρη, ἀναλύεται σὲ συστατικά. Ἡ ἀλήθεια ἀνήκει στὴ καρδιὰ καὶ ὄχι στὸ νοῦ. Στὸν ἐσωτερικὸ ἄνθρωπο καὶ ὄχι στὸν ἐξωτερικό…

Στὴ κατάσταση τῆς ἀπιστίας γιὰ κάτι ἀληθινὸ καὶ ἅγιο, ἡ καρδιὰ συνήθως γεμίζει ἀπὸ στενοχώρια καὶ φόβο. Ἀντίθετα στὴν εἰλικρινὴ πίστη νοιώθει χαρά, ἠρεμία, ἄνεση καὶ ἐλευθερία. Ἡ ἀλήθεια φανερώνεται καὶ θριαμβεύει στὶς καταστάσεις τῆς καρδιᾶς…

Ἐμεῖς ἔχουμε ἕνα βαρόμετρο ἀκριβείας, τὸ ὁποῖο δείχνει τὴν ἄνοδο ἢ τὴν πτώση τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς. Καὶ αὐτὸ εἶναι ἡ καρδιά. Μποροῦμε νὰ τὴν ὀνομάσουμε καὶ πυξίδα».

2. Γιὰ τὴ θεία λατρεία: «Κατὰ τὴ θεία λατρεία, κατὰ τὴν τέλεση ὅλων τῶν Μυστηρίων καὶ τῶν Ἀκολουθιῶν, ἔχε ἐμπιστοσύνη στὴ δύναμη τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως τὸ μικρὸ παιδὶ ἔχει ἐμπιστοσύνη στοὺς γονεῖς του. Θυμήσου, ὅτι οἱ μεγάλοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, σὰν θεόπνευστοι φωστῆρες, κινούμενοι ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, σὲ ὁδηγοῦν στὶς τρίβους τῆς σωτηρίας.

Νὰ μετέχεις λοιπὸν στὴ θεία λατρεία μὲ ἁπλὴ καρδιά, μὲ ἐμπιστοσύνη μικροῦ παιδιοῦ. Νὰ ἐναποθέτεις ὅλη σου τὴ φροντίδα στὸν Κύριο καὶ νὰ εἶσαι ἐντελῶς ἐλεύθερος ἀπὸ τὴ λύπη καὶ τὴν ἀγωνία. «Μὴ μεριμνήσητε πῶς ἢ τί λαλήσετε. Δοθήσεται γὰρ ὑμῖν ἐν ἐκείνῃ τῇ ὥρᾳ τί λαλήσετε» (Ματθ. Ι´ 19). Πῶς συμβαίνει τώρα αὐτό; «Οὐ γὰρ ὑμεῖς ἐστὲ οἱ λαλοῦντες, ἀλλὰ τὸ Πνεῦμα τοῦ Πατρὸς ὑμῶν τὸ λαλοῦν ἐν ὑμῖν» (στίχ. 20).»

3. Γιὰ τὴν παιδαγωγική: «Προσπαθῆστε νὰ προοδεύετε στὴν ἐσωτερικὴ καρδιακὴ ἐπιστήμη, στὴν ἐπιστήμη δηλαδὴ τῆς ἀγάπης, τῆς πίστης, τῆς προσευχῆς, τῆς πραότητας, τῆς ταπεινοφροσύνης, τῆς εὐγένειας, τῆς ὑπακοῆς, τῆς σωφροσύνης, τῆς συγκαταβατικότητας, τῆς συμπάθειας, τῆς αὐτοθυσίας, τῆς κάθαρσης ἀπὸ πονηροὺς καὶ κακοὺς λογισμούς…

«Ζητεῖτε δὲ πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν» (Ματθ. στ´ 33).»

Περισσότερο ἀπ᾿ ὅλα νὰ μαθαίνετε τὴν γλώσσα τῆς ἀγάπης, τὴν πιὸ ζωντανὴ καὶ ἐκφραστικὴ γλώσσα. Χωρὶς αὐτή, ἡ γνώση τῶν ξένων γλωσσῶν δὲν φέρνει καμμιὰ οὐσιαστικὴ ὠφέλεια.»

4. Γιὰ τὴν προσευχή:

Ι. «Ἡ σωτηρία καὶ ἡ προσευχὴ δὲν βρίσκονται στὰ πολλὰ λόγια, ἀλλὰ στὴν κατανόηση καὶ στὴν θέρμη τῆς καρδιᾶς. Τὸ σπουδαιότερο πράγμα, ποὺ πρέπει νὰ θυμᾶσαι κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ἡμέρας εἶναι ὅτι πρέπει νὰ ἔχεις συνεχῆ μνήμη Θεοῦ, νὰ κάνεις δηλαδὴ μυστικὴ νοερὰ προσευχή.

Κι ἐγὼ ὁ ἴδιος δὲν ἔχω καιρὸ νὰ παρευρίσκομαι σὲ μακρὲς μοναστηριακὲς ἀκολουθίες, ἀλλὰ ὅπου κι ἂν πάω, εἴτε μὲ τὰ πόδια εἴτε μὲ τὸ πλοῖο, εἴτε μὲ τὴν ἅμαξα καθιστὸς ἢ ξαπλωμένος, δὲν μ᾿ ἐγκαταλείπει ποτὲ ἡ σκέψη τοῦ Θεοῦ. «Προωρώμην τὸν Κύριον ἐνώπιόν μου διὰ παντός… ἵνα μὴ σαλευθῶ.» (Ψαλμ. 15:8). Ἡ σκέψη ὅτι Ἐκεῖνος εἶναι κοντά μου δὲν μ᾿ ἐγκαταλείπει ποτέ. Πρέπει καὶ σὺ νὰ προσπαθήσεις νὰ κάνης τὸ ἴδιο.»

ΙΙ. «… Ὅταν, προσευχόμενοι μὲ ζέση ἱστάμενοι, καθήμενοι, ἐξηπλωμένοι ἢ περιπατοῦντες, αἴφνης μᾶς ἐπισκέπτεται τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καὶ ἀκούοντες τὴν Φωνήν Του αἰσθανόμεθα ὅτι εἰσέρχεται εἰς τὴν ψυχήν μας ὄχι διὰ τοῦ στόματος, οὔτε διὰ τῆς ρινός μας, οὔτε διὰ τῶν ὤτων – μολονότι ὁ Σωτὴρ μετέδωκε τὸ Πνεῦμα διὰ τοῦ λόγου καὶ τῆς πνοῆς καὶ μολονότι «ἡ πίστις ἔρχεται δι᾿ ἀκοῆς» (Ῥωμ. 10, 17) – ἀλλ᾿ ἀπ᾿ εὐθείας διὰ τοῦ σώματος εἰς τὴν καρδίαν, ὅπως ἀκριβῶς ὁ Κύριος ἐπέρασε διὰ τῶν τοίχων τῆς οἰκίας ὅταν ἐπεσκέφθη τοὺς Ἀποστόλους μετὰ τὴν Ἀνάστασιν, καὶ ἐνεργεῖ ταχέως ὅπως ὁ ἠλεκτρισμὸς καὶ μάλιστα ταχύτερον ἀπὸ κάθε ἠλεκτρικὸν ρεῦμα.

Τότε αἰσθανόμεθα τὴν ὕπαρξίν μας ἐλαφράν, διότι αἰφνιδίως ἐλευθερωνόμεθα ἀπὸ τὸ βάρος τῶν ἁμαρτιῶν μας, τὸ αἴσθημα τῆς συντριβῆς διὰ τῆς ἁμαρτίας, τὸ πνεῦμα τῆς εὐλαβείας, τῆς εἰρήνης καὶ τῆς χαρᾶς μᾶς ἐπισκέπτεται …»

ΙΙΙ. «…Μάθε νὰ προσεύχεσαι. Βίαζε τὸν ἑαυτόν σου εἰς τὴν προσευχήν. Κατ᾿ ἀρχὰς θὰ εὕρῃς δυσκολίαν, ὕστερον ὅμως ὅσον περισσότερον βιάζῃς τὸν ἑαυτόν σου, τόσον εὐκολώτερον θὰ προσεύχεσαι. Εἰς τὴν ἀρχὴν ὅμως εἶναι πάντοτε ἀναγκαῖον νὰ βιάζῃ κανεὶς τὸν ἑαυτό του…»

5. Γιὰ τὴν συμμετοχή μας στὶς ἀκολουθίες: «Νὰ ἔρχεσαι ὅσο μπορεῖς συχνότερα στὸν ναὸ τοῦ Θεοῦ, νὰ συμμετέχεις στὶς ἀκολουθίες γιὰ νὰ δοξάζεις τὸν Κύριο ἢ νὰ ζητᾶς τὸ ἔλεός Του γιὰ τὴν πνευματική σου ἀδυναμία, γιὰ τὴν ψυχική σου φτώχεια καὶ ἁμαρτωλότητα. Κανεὶς τόσο δυνατὰ καὶ τόσο εἰλικρινὰ δὲν θὰ πονέσει μαζί σου γιὰ τὴν ἀδυναμία σου ὅσο ἡ Ἐκκλησία. Ὅλα ὅσα δοκιμάζεις ἐσὺ τὰ δοκίμασαν ἀκόμη καὶ τὰ ἐκλεκτότερα τέκνα Της, ἔπασχαν πνευματικὰ ὅπως κι ἐσύ, ἁμάρταναν καὶ ἔπεφταν ὅπως ἀκριβῶς κι ἐσύ…

Πουθενὰ τόσο βαθειὰ καὶ ὁλοκληρωτικὰ δὲν ἐρχόμαστε σὲ συναίσθηση καὶ αὐτογνωσία ὅσο μέσα στὸν ναό, γιατὶ ἐδῶ εἶναι ἰδιαίτερα αἰσθητὴ ἡ παρουσία τοῦ σῴζοντος Θεοῦ καὶ ἐνεργεῖ μὲ ἀνερμήνευτο τρόπο ἡ χάρη Του. «Ὁ Θεὸς γὰρ ἐστιν ὁ ἐνεργῶν ἐν ὑμῖν καὶ τὸ θέλειν καὶ τὸ ἐνεργεῖν ὑπὲρ τῆς εὐδοκίας» (Φιλιπ. 2, 13).

Μὲ τὴ βοήθεια τῶν εὐχῶν, τῶν ὕμνων καὶ τῶν ἀναγνωσμάτων, ὁ ἄνθρωπος γνωρίζει τὸν ἑαυτό του σ᾿ ὅλη του τὴ γυμνότητα, διαπιστώνει τὴν ἀδυναμία του, τὴ πνευματική του φτώχεια, τὴν ἀθλιότητα καὶ ἄκρα ἁμαρτωλότητά του. Ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρά, συναντᾶται μὲ τὴν ἄπειρη εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ, τὴν ἄκρα ἀγαθότητά Του, τὴν πανσοφία καὶ τὴ παντοδυναμία Του.»

6. Γιὰ τὴν ἐντολὴ τῶν «καλῶν ἔργων»: «Ἐγὼ τὴν ἐννοῶ ὡς ἑξῆς: «Οὕτω λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τὰ καλὰ ἔργα καὶ δοξάσωσι τὸν πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς.» (Ματθ. 5:16). Ἀφῆστε λοιπόν, τὸν κόσμο νὰ ἰδῇ τὰ καλὰ σὰς ἔργα, γιὰ νὰ δοξάσει γι᾿ αὐτὰ τὸν Κύριο. Θὰ πάρουν ἔτσι οἱ ἄνθρωποι ἕνα ζωντανὸ παράδειγμα καὶ θὰ πεισθοῦν γι᾿ αὐτὰ τὰ ἔργα.

Ἀπ᾿ αὐτὴν ὅμως πρέπει νὰ τὰ κρύβετε (κι ἔδειξε μὲ τὸ δάχτυλό του τὴν καρδιά). Ἀπ᾿ αὐτήν, ὅλα πρέπει νὰ μένουν κρυφὰ «Μὴ γνώτω ἡ ἀριστερά σου τί ποιεῖ ἡ δεξιά σου» (Ματθ. 6:3). Μὲ τὸ «ἀριστερὰ» ἐννοεῖ στὴν πραγματικότητα τὴν γνώμη, ποὺ ἔχομε γιὰ τὸν ἑαυτό μας καὶ τὴν ματαιοδοξία.»

7. Γιὰ τὸ φόβο τοῦ μέλλοντος: «Γιατί νὰ κοιτάζουμε τὸ μέλλον; «Ἀρκετόν τῇ ἡμέρᾳ ἡ κακία αὐτῆς» (Ματθ. 6:34). Ἂς παραδοθοῦμε σὰν παιδιὰ στὸν Οὐράνιο Πατέρα μας. «Ὁ Θεὸς οὐκ ἐάσει ὑμᾶς πειρασθῆναι ὑπὲρ ὃ δύνασθε» (Α´ Κορ. 10:13). Μὲ τὶς ὑποψίες βασανίζεις μόνο τὸν ἑαυτό σου καὶ δὲν ἐξυπηρετεῖς τὸν σκοπό, ποὺ ἔταξες. Βλάπτεις ἀκόμη καὶ τὸν ἑαυτό σου μὲ τὸ νὰ φαντάζεσαι ἐκ τῶν προτέρων ὅτι ὑπάρχει κακὸ ἐκεῖ, ὅπου πιθανὸν δὲν ὑπάρχει τίποτε. Ἐφόσον ἐμεῖς δὲν κάνομε κακὸ σὲ κανένα, ἂς μᾶς κάνουν οἱ ἄλλοι, ἂν τὸ ἐπιτρέπει αὐτὸ ὁ Θεός.»

8. Γιὰ τὸν πειρασμὸ τῆς ἀπελπισίας στὴν ἡγουμένη Ταϊσία: «Ὁ Θεὸς ἐπιτρέπει σ᾿ αὐτὸν τὸν πειρασμὸ νὰ προσβάλλει τὶς δυνατότερες φύσεις, αὐτοὺς δηλαδή, ποὺ εἶναι πιὸ πεπειραμένοι στὸν πνευματικὸ πόλεμο. Ὁ ἐχθρός σου τὸν παρουσιάζει, ἐπειδὴ βλέπει ὅτι οἱ ἀγῶνες σου φθάνουν σ᾿ ἕνα τέλος, ὅτι ἑτοιμάζεται γιὰ σένα στὸν οὐρανὸ μία ἀνταμοιβὴ καὶ θέλει νὰ σὲ χτυπήσει καὶ νὰ σὲ ρίξει κάτω μ᾿ ἕνα δυνατὸ τίναγμα καὶ νὰ σοῦ στερήσει ἔτσι τὸν στέφανο.

Ἔχει καταστρέψει πολλοὺς με τὴν ἀπόγνωση. Νὰ εἶσαι δυνατὴ καὶ ἀνδρεία, νὰ πολεμᾶς τὶς μηχανορραφίες τοῦ ἐχθροῦ. Μὴν παραδίδεσαι. Νὰ σηκώνεις αὐτὸν τὸν σταυρὸ μὲ ταπείνωση καὶ ἀντοχή. Νὰ θεωρεῖς ὅτι αὐτὸς ὁ πειρασμὸς σοῦ παρουσιάζεται, γιὰ νὰ μεγαλώσει τὴν ταπεινοφροσύνη σου καὶ ὁ Κύριος θὰ σὲ βοηθήσει. Αὐτὸς ποὺ ἔχει θεμελιωμένη τὴν ψυχή του πάνω σὲ βράχο, δὲν θὰ κλονισθεῖ ἀπὸ τοὺς ἀνέμους τῶν πειρασμῶν τοῦ ἐχθροῦ, καμιὰ καταιγίδα δὲν εἶναι ἀρκετὰ δυνατὴ νὰ συγκλονίσει τὰ θεμέλια. Ἐκεῖνος ὅμως, ποὺ τὸ σπίτι τῆς ψυχῆς του εἶναι χτισμένο στὴν ἄμμο, ἡ ψυχή, ποὺ δὲν ἔχει σὰν θεμέλιό της τὴν Πέτρα Χριστό, εὔκολα καταστρέφεται ἀκόμη καὶ μὲ μία μικρὴ μπόρα.

Τὴν πνευματικὴ κλίμακα νὰ τὴν ἀνεβαίνεις, ὄχι νὰ τὴν κατεβαίνεις. Νὰ ἀνυψώνεσαι στὸ πνεῦμα καὶ στὸν νοῦ. Κλήθηκες, γιὰ νὰ ὁδηγήσεις τὸ μικρό σου ποίμνιο τῶν παρθένων, ποὺ τὶς ἔχει διαλέξει ὁ Θεός, γιὰ ν᾿ ἀκολουθήσουν τὴν μοναχικὴ ζωή. Αὐτὸ τὸ ἔργο νὰ μὴν τὸ θεωρεῖς κατώτερο ἢ μικρότερο ἀπὸ τὶς ἀρετὲς ἐκεῖνες καὶ τὰ ἀσκητικὰ ἐπιτεύγματα, ποὺ θὰ μποροῦσες νὰ ἐπιτύχεις μὲ τὴν ἡσυχία προσπαθώντας νὰ σώσεις μόνο τὴν ψυχή σου.

Τώρα δὲν ἔχεις εἰρήνη, ἐπειδὴ ὑπηρετεῖς τὸν πλησίον σου. Οἱ ἀγῶνες σου τώρα εἶναι οἱ φροντίδες καὶ οἱ θλίψεις. Εἶναι φροντίδες καὶ θλίψεις μαρτύρων, γιατὶ ἐσὺ σταυρώνεσαι γιὰ ὅλους, γιὰ χάρη τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ πλησίον σου. Τί θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι ὑψηλότερο;»

9. Τί θὰ πεῖ νὰ εἶσαι ἄνθρωπος τῆς Ἐκκλησίας; «Νὰ τί θὰ πεῖ, μὲ ἁπλὰ λόγια: Βλέπεις ἕνα φτωχὸ ποῦ ζητᾶ ἐλεημοσύνη; Ἀναγνώρισε σ᾿ αὐτὸν τὸν ἀδελφό σου, καὶ ἐλέησέ τον μὲ τὴν πεποίθηση ὅτι στὸ πρόσωπό του βλέπεις τὸν ἴδιο τὸν Χριστό.

Σὲ ἐπισκέπτεται ἕνας ἄνθρωπος, γνωστὸς ἢ καὶ ἄγνωστος; Δέξου τον πάλι ὅπως θὰ δεχόσουν τὸν Κύριο, ἂν σοῦ χτυποῦσε τὴν πόρτα. Ἀγκάλιασέ τον μὲ τὴν ἀγάπη σου, φιλοξένησέ τον μὲ χαρὰ καὶ συζήτησε μαζί του πνευματικὰ θέματα.»

10. Γιὰ τὴν σχέση μὲ τοὺς ἀγνώστους: «Τὸν κάθε ἄνθρωπο ποὺ σὲ πλησιάζει, νὰ τὸν δέχεσαι μὲ καλοσύνη καὶ μὲ χαρούμενη διάθεση, ἀκόμη κι ἂν εἶναι ἕνας ἐπαίτης ἢ μία πτωχὴ γυναίκα. Ἐσωτερικὰ νὰ ταπεινώνεσαι μπροστὰ σὲ ὅλους, θεωρώντας τὸν ἑαυτό σου κατώτερο ἀπὸ ὅλους, διότι ἐσὺ τοποθετήθηκες ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Χριστὸ νὰ εἶσαι ὑπηρέτης ὅλων. Οἱ ἀδελφοί σου εἶναι μέλη Του, ἀκόμη κι ἄν, ὅπως ἐσύ, φέρουν ἐπάνω τους τὰ τραύματα τῶν παραπτωμάτων».

11. Οἱ δυὸ ὄψεις τῆς ἐγκόσμιας ζωῆς: «Ὑπάρχει μία ἀληθινή, πραγματικὴ ζωὴ καὶ μία φαινομενική, ψεύτικη ζωή. Τὸ νὰ ζεῖς γιὰ νὰ τρῶς, νὰ πίνεις, νὰ ντύνεσαι, γιὰ νὰ ἀπολαμβάνεις καὶ νὰ γίνεσαι πλούσιος, τὸ νὰ ζεῖς γενικὰ γιὰ ἐγκόσμιες χαρὲς καὶ φροντίδες, αὐτὸ εἶναι μιὰ φαντασία.

Τὸ νὰ ζεῖς ὅμως γιὰ νὰ εὐχαριστεῖς τὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἄλλους, γιὰ νὰ προσεύχεσαι καὶ νὰ ἐργάζεσαι μὲ κάθε τρόπο γιὰ τὴν σωτηρία τῶν ψυχῶν τους, αὐτὴ εἶναι πραγματικὴ ζωή. Ὁ πρῶτος τρόπος ζωῆς εἶναι ἀκατάπαυτος πνευματικὸς θάνατος. Ὁ δεύτερος εἶναι ἀκατάπαυτη ζωὴ τοῦ πνεύματος.»

12. Γιὰ τὶς ἁμαρτίες – πάθη τῶν παιδιῶν: «Μὴν παραμελεῖτε νὰ ξεριζώνετε ἀπὸ τὶς καρδιὲς τῶν παιδιῶν τὰ ζιζάνια τῆς ἁμαρτίας, τοὺς ἀκαθάρτους, κακοὺς καὶ βλάσφημους λογισμούς, τὶς ἁμαρτωλὲς συνήθειες, κλίσεις καὶ πάθη. Ὁ ἐχθρὸς καὶ ἡ ἁμαρτωλὴ σάρκα δὲ λείπουν οὔτε ἀπὸ τὰ παιδιά. Τὰ σπέρματα ὅλων τῶν ἁμαρτιῶν ὑπάρχουν καὶ σὲ αὐτά.

Δεῖξτε τους ὅλους τοὺς κινδύνους τῆς ἁμαρτίας στὸ δρόμο τῆς ζωῆς. Μὴν κρύβετε τὶς ἁμαρτίες ἀπ᾿ αὐτά, μήπως ἀπὸ ἄγνοια ἢ ἔλλειψη εὐφυΐας ἀποκτήσουν κακὲς συνήθειες καὶ ἐμπαθεῖς ροπές, οἱ ὁποῖες γίνονται ὅλο καὶ πιὸ ἰσχυρὲς καὶ δίνουν τοὺς καρπούς τους ὅταν τὰ παιδιὰ φθάσουν σὲ ὥριμη ἡλικία.»

13. Ὑλικὸς κόσμος: «Στὸν ὑλικὸ κόσμο ὑπάρχουν πολλὰ ποὺ ἀντιστοιχοῦν στὸ πνευματικὸ κόσμο. Διότι ὁ ὑλικὸς κόσμος εἶναι δημιούργημα τοῦ Πνεύματος καὶ ὁ Δημιουργὸς δὲν μποροῦσε παρὰ νὰ σφραγίσει μὲ τὴν εἰκόνα Του τὸ δημιούργημα…

Ὁ κόσμος σὰν δημιούργημα τοῦ ζῶντος καὶ πανσόφου Θεοῦ εἶναι γεμάτος ζωή. Παντοῦ καὶ σὲ κάθε τι ὑπάρχει ζωὴ καὶ σοφία. Σὲ ὅλα τὰ ὁρατὰ διακρίνουμε τὴν ἔκφραση τῆς σκέψεως. Ὄχι μόνο στὸ σύνολο, ἀλλὰ καὶ σὲ κάθε μέρος. Ὁ ὑλικὸς κόσμος εἶναι ἕνα συναρπαστικὸ βιβλίο, ἀπὸ τὸ ὁποῖο μποροῦμε νὰ διδαχθοῦμε τὴ γνώση τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφή, ὄχι ὅμως τόσο καθαρὰ ὅπως ἀπ᾿ αὐτή.»

Ἀπὸ τὶς διδαχὲς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου

* «Ἐγώ εἰμι ἡ ἄμπελος» λέγει ὁ Κύριος «ὑμεῖς τὰ κλήματα» (Ἰωάν. 15, 5), δηλαδὴ ἡ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία. Καὶ ὅπως ὁ Κύριος εἶναι Ἅγιος, ἔτσι καὶ ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἁγία· ὅπως ὁ Κύριος εἶναι «ἡ ὁδός, ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή», ἔτσι καὶ ἡ Ἐκκλησία, διότι ἡ Ἐκκλησία εἶναι μία καὶ ἡ αὐτὴ μὲ τὸν Κύριον «ἐκ τῆς σαρκὸς αὐτοῦ καὶ ἐκ τῶν ὀστέων αὐτοῦ» (Ἐφ. 5, 30) ἢ τὰ κλήματα Αὐτοῦ, ῥιζωμένη εἰς Αὐτόν – ὁ Ὁποῖος εἶναι ἡ ζῶσα ἄμπελος καὶ τρεφομένη ἀπ᾿ Αὐτὸν καὶ αὐξάνουσα μὲ Αὐτόν. Ποτὲ μὴ φαντάζεσαι τὴν Ἐκκλησίαν χωριστὴν ἀπὸ τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, ἀπὸ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα.

…Κάθε ἱερεὺς εἶναι ἀπόστολος στὸ χωριὸ ἢ τὴν ἐνορία του καὶ ὀφείλει νὰ περιέρχεται τὰς οἰκίας τῶν πιστῶν κηρύττων τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, διδάσκων τοὺς ἀμαθεῖς, ἐξυπνῶν τοὺς ἀμελεῖς, τοὺς ζῶντας εἰς τὰ πάθη των καὶ τὰς σαρκικὰς ἀπολαύσεις, εἰς ζωὴν χριστιανικήν· ἐνθαρρύνων καὶ τονώνων, μὲ τὴν ἐλπίδα τῆς μελλούσης ἀμοιβῆς, τοὺς εὐσεβεῖς καὶ νηφαλίους· ἐνισχύων καὶ παρηγορῶν τοὺς δυσαρεστημένους. Αὐτὸ πρέπει νὰ εἶναι τὸ ἀντικείμενον τῶν λιτανειῶν μὲ τὸν σταυρὸν κατὰ τὰς μεγάλας ἑορτάς… Πρέπει νὰ κηρύσσωμεν μὲ τὸν σταυρὸν εἰς τὰς χεῖράς μας ὅτι «ὁ Χριστὸς ἦλθεν εἰς τὴν γῆν διὰ νὰ μᾶς ὑψώσῃ εἰς τοὺς οὐρανούς»· ὅτι δὲν εἶναι ὀρθὸν νὰ προσκολλώμεθα εἰς τὰ γήϊνα· καὶ ὅτι ὀφείλομεν νὰ ἐκτιμοῦμε τὸν χρόνον, διὰ νὰ κερδίσωμεν τὴν αἰωνιότητα, νὰ καθαρίσωμεν τὰς καρδίας μας ἀπὸ κάθε ἀκαθαρσίαν καὶ νὰ κάμωμεν ὅσον τὸ δυνατὸν περισσότερα ἔργα ἀγαθά:

«Ἐμὸν βρῶμά ἐστιν ἵνα ποιῶ τὸ θέλημα τοῦ πέμψαντός με καὶ τελειώσω αὐτοῦ τὸ ἔργον» (Ἰωάν, 4, 34).

* Ἡ προσευχὴ τοῦ ἱερέως ἔχει μεγάλην δύναμιν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ἀρκεῖ μόνον ὁ ἱερεὺς νὰ ἐπικαλῆται τὸν Κύριον μὲ ὅλην τὴν καρδίαν του, μὲ πίστιν καὶ ἀγάπην. Θεέ, δὸς ὥστε νὰ ὑπάρξουν περισσότεροι ἱερεῖς οἱ ὁποῖοι θὰ προσεύχωνται εἰς Σὲ μὲ πνεῦμα ζέον· διότι ποῖος πρέπει νὰ προσεύχεται πρὸς τὸν Κύριον διὰ τὰ πρόβατά Του μὲ τόσην δύναμιν, παρὰ ὁ ἱερεύς, ὁ ὁποῖος ἔλαβε χάριν καὶ ἐξουσίαν παρ᾿ Αὐτοῦ τοῦ Θεοῦ νὰ κάμνῃ αὐτό;

* Ὅπως τὸ φῶς καὶ ἡ θερμότης εἶναι ἀχώριστα ἀπὸ τὸν ἥλιον, ἔτσι καὶ ἡ ἁγιότης, ἡ διδαχή, ἡ ἀγάπη καὶ ἡ εὐσπλαγχνία πρὸς ὅλους πρέπει νὰ εἶναι ἀχώριστα ἀπὸ τὸ πρόσωπον τοῦ ἱερέως· διότι τίνος τὸ ὑπούργημα φέρει; τοῦ Χριστοῦ. Τίνος κοινωνεῖ τόσον συχνά; τοῦ Χριστοῦ – Αὐτοῦ τοῦ Θεοῦ, τοῦ Σώματος καὶ Αἵματος Αὐτοῦ. Διὰ αὐτὸ ὁ ἱερεὺς πρέπει νὰ εἶναι εἰς τὸν πνευματικὸν κόσμον, εἰς τὸ μέσον τοῦ ποιμνίου του, ὅ,τι εἶναι ὁ ἥλιος εἰς τὴν φύσιν! Φῶς δι᾿ ὅλους, ζωοποιὸς θερμότης, ἡ ψυχὴ ὅλων.

Ὁ ἱερεύς, ὡς ἰατρὸς ψυχῶν, ὀφείλει νὰ εἶναι ἐλεύθερος ἀπὸ πνευματικὲς ἀδυναμίες (δηλαδὴ ἀπὸ πάθη) διὰ νὰ εἶναι ἱκανὸς νὰ θεραπεύῃ καὶ τοὺς ἄλλους· ὡς ποιμήν, ὀφείλει νὰ τρέφεται εἰς τὰς χλοώδεις νομὰς τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τῶν συγγραμμάτων τῶν Ἁγίων Πατέρων, διὰ νὰ γνωρίζῃ ποῦ νὰ βοσκήσῃ τὰ πνευματικά του πρόβατα· ὀφείλει νὰ εἶναι ἱκανὸς νὰ παλαίῃ ἐναντίον τῶν νοητῶν λύκων, διὰ νὰ γνωρίζῃ πῶς θὰ ἠμπορῇ νὰ τοὺς ἐκβάλῃ καὶ νὰ τοὺς ἀπομακρύνῃ ἀπὸ τὴν ποίμνην τοῦ Χριστοῦ· ὀφείλει νὰ εἶναι ἔμπειρος καὶ ἰσχυρὸς εἰς τὴν προσευχὴν καὶ τὴν ἐγκράτειαν· νὰ μὴ δεσμεύεται ἀπὸ κοσμικὲς ἐπιθυμίες καὶ θέλγητρα, ἰδιαίτερα ἀπὸ τὴν ἀπληστίαν, τὴν φιλαυτίαν, τὸν ἐγωϊσμόν, τὴν φιλοδοξίαν. Γενικὰ δὲ ὀφείλει νὰ εἶναι φῶς, διὰ νὰ φωτίζῃ ἄλλους· πνευματικὸν ἅλας, διὰ νὰ προφυλάσσῃ τοὺς ἄλλους ἀπὸ τὴν πνευματικὴν φθορὰν καὶ νὰ εἶναι καὶ ὁ ἴδιος ἀπηλλαγμένος ἀπὸ τὴν φθοροποιὸν ἐπίδρασιν τῶν παθῶν. Ἂν ὅμως τὸ ἀντίθετον συμβαίνῃ, κάθε πρόσωπον ἀσθενὲς πνευματικῶς θὰ μπορῇ νὰ πῇ: «ἰατρέ, θεράπευσον σεαυτὸν» (Λουκ. 4, 23) πρῶτον καὶ ἔπειτα θὰ σοὶ ἐπιτρέψω καὶ ἐμὲ νὰ θεραπεύσῃς. «Ὑποκριτά, ἔκβαλε πρῶτον τὴν δοκὸν ἐκ τοῦ ὀφθαλμοῦ σου, καὶ τότε διαβλέψεις ἐκβαλεῖν τὸ κάρφος ἐκ τοῦ ὀφθαλμοῦ τοῦ ἀδελφοῦ σου» (Ματ. 7, 5).

Ὁ ἱερεὺς πρέπει νὰ εἶναι ἀδιάφορος πρὸς τὰ γήϊνα, διὰ νὰ μὴ παγιδεύεται ἀπὸ τὸν ἐχθρόν, ὅταν τελῇ τὶς ἱερὲς ἀκολουθίες καὶ τὰ ἁγιώτατα μυστήρια, ἀλλὰ νὰ φλέγεται πάντοτε ἀπὸ ἀγάπην ἁγνὴν πρὸς τὸν Θεὸν καὶ τοὺς πλησίον…

* Τί σὲ ἐμποδίζει ἀπὸ τὴν ἐκπλήρωσιν τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ; Ἡ σὰρξ καὶ ὁ κόσμος! δηλαδή, ἡ εὐχάριστος τροφὴ καὶ τὸ ποτόν, τὰ ὁποῖα κάμνουν τὴν καρδίαν ὀκνηρὰν καὶ παχυλήν – καὶ ἡ ἐπιθυμία κομψοῦ ἐνδύματος καὶ καλλωπισμῶν ἢ διακρίσεων καὶ ἀμοιβῶν· ἂν τὸ ἔνδυμα καὶ ὁ ἄλλος στολισμὸς εἶναι καμωμένα ἀπὸ πολὺ ὡραῖα, χρωματιστὰ καὶ μεταξοΰφαντα ὑφάσματα, φροντίζομεν καὶ μεριμνῶμεν ὅπως μὴ τὰ λερώσωμεν καὶ τὰ σπιλώσωμεν ἢ τὰ σκονίσωμεν καὶ τὰ βρέξωμεν, ἐνῷ ἡ μέριμνα καὶ ἡ φροντὶς πῶς νὰ εὐαρεστήσωμεν εἰς τὸν Θεὸν μὲ τὰς σκέψεις, τοὺς λόγους καὶ τὰ ἔργα ἐξαφανίζονται; ἡ δὲ καρδία τότε ζῇ διὰ τὰ ἐνδύματα καὶ τοὺς καλλωπισμοὺς καὶ καθ᾿ ὁλοκληρίαν καταπιέζεται ἀπὸ αὐτὰ καὶ παύει νὰ μεριμνᾷ περὶ τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς ἑνώσεώς της μετ᾿ Αὐτοῦ… Ἀγωνίζου ἐναντίον κάθε κοσμικοῦ δελεάσματος… καὶ φρόντιζε μὲ ὅλην τὴν δύναμιν διὰ τὴν σωτηρίαν τῆς ψυχῆς σου καὶ τῶν ψυχῶν τῶν ἄλλων…

* Κατὰ τὴν ὑπούργησιν τοῦ μυστηρίου τῆς μετανοίας αἰσθάνεται κανεὶς τὴν οἰκτροτάτην ἁμαρτωλότητα τοῦ ἀνθρώπου ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, καὶ ὅλην τὴν ἀθλιότητα, τὴν ἀμάθειαν καὶ τὸ ἐφάμαρτον τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως.

Ἡ Ἐξομολόγησις εἶναι σταυρός, ἀληθῶς σταυρός! Τόσον ὁ πνευματικὸς βλέπει καὶ αἰσθάνεται τῶν ἀνθρώπων τὴν βαθεῖαν ἀμάθειαν, τὴν ἄγνοιάν των διὰ τὰς ἀληθείας τῆς θρησκείας καὶ τὰς ἁμαρτίας των, τὴν λιθίνην των ἀναισθησίαν, ὥστε ὀφείλει νὰ προσεύχεται δι᾿ αὐτοὺς μὲ θέρμην μεγίστην καὶ νὰ τοὺς διδάσκῃ ἡμέραν καὶ νύκτα, εὐκαίρως καὶ ἀκαίρως. Ὤ, ὁποία ἄγνοια! Μερικοὶ δὲν γνωρίζουν καὶ Αὐτὴν ἀκόμη τὴν Παναγίαν Τριάδα· δὲν γνωρίζουν ποῖος εἶναι ὁ Χριστός· δὲν γνωρίζουν διατί ζοῦν ἐπὶ τῆς γῆς. Καὶ ὁποῖον πλῆθος ἁμαρτιῶν! Καὶ ὅμως ζητοῦμεν πλουτισμόν, ἀνάπαυσιν· δὲν ἀγαπῶμεν τὴν ἐργασίαν, ἐξερεθιζόμεθα ὅταν ὑπάρχῃ ἐργασία περισσοτέρα τοῦ συνήθους! Ζητοῦμεν εὐρυχώρους κατοικίας, πλουσίαν ἐνδυμασίαν! Ἂς μὴ ἀγαπῶμεν τὴν ἀνάπαυσιν τῆς γῆς, ἂς μὴ γινώμεθα ῥάθυμοι, ἂς μὴ γινώμεθα ἀμελεῖς εἰς τὴν ἐκτέλεσιν τῶν πνευματικῶν μας καθηκόντων καὶ ἂς μὴ στεροῦμεν τοὺς ἑαυτούς μας τῶν ἐπουρανίων εὐλογιῶν καὶ τῆς ἐκεῖσε ἀναπαύσεως, διότι ἀφοῦ ἐδοκιμάσαμεν ὑπερβαλλόντως τὴν ἀνάπαυσιν τοῦ κόσμου ἐδῶ, ὁποίαν ἀνάπαυσιν ἠμποροῦμεν νὰ περιμένωμεν ἐκεῖ;

Τότε μόνον θὰ ἐκτελέσῃς ἀξίως τὸ μυστήριον τῆς μετανοίας ὅταν ἀγαπᾷς τὴν ψυχὴν καὶ ὄχι τὸ κέρδος, ὅταν εἶσαι ὑπομονητικὸς καὶ ὄχι εὐερέθιστος. Ὤ, πόσον μεγάλη ἀγάπη χρειάζεται διὰ τὰς ψυχὰς τῶν ἄλλων, διὰ νὰ ἐξομολογήσῃ κανεὶς αὐτοὺς ἀξίως, ὑπομονητικῶς, ὄχι ἐσπευσμένως καὶ χωρὶς ἀγανάκτησιν! Ὁ πνευματικὸς ἱερεὺς ὀφείλει νὰ ἐνθυμῆται ὅτι «χαρὰ γίνεται ἐν τῷ οὐρανῷ ἐπὶ ἑνὶ ἁμαρτωλῷ μετανοοῦντι» (Λουκ. 15, 7 καὶ 10). Μὲ πόσον ζῆλον, λοιπόν, ὀφείλει νὰ προσπαθῇ νὰ ἀφυπνίσῃ τὸ συναίσθημα τῆς μετανοίας εἰς τοὺς ἐξομολογουμένους εἰς αὐτόν, οἱ ὁποῖοι ἐνίοτε δὲν γνωρίζουν διὰ ποῖον πρᾶγμα νὰ μετανοήσουν! Ὁ ἱερεύς, ἐπίσης, ὀφείλει νὰ ἐνθυμῆται πῶς ὁ Ἀπόστολος νύκτα καὶ ἡμέραν, μετὰ δακρύων ἐνουθέτει ἕκαστον ἐκ τῶν νεοφωτίστων χριστιανῶν…

πηγή

0 replies

Leave a Reply

Want to join the discussion?
Feel free to contribute!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *