(Ὁ Λόγος αὐτὸς θεωρεῖται ὅτι δὲν εἶναι τοῦ ἁγίου Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου. Βλ. Φιλοκαλία, τόμος Δ’, σέλ. 12, εἰσαγωγικὰ σχόλια. Ἐδῶ παρατίθεται σὲ νέα μετάφραση ἀπ’ εὐθείας ἀπὸ τὸ πρωτότυπο κείμενο, τὸ ὁποῖο ἐκδόθηκε τὸ 1927 ἀπὸ τὸν I. Hausherr στὸ Orientalia Christiana 36, σέλ. 150-172)
Τρεις εἶναι οἱ τρόποι τῆς προσοχῆς καὶ τῆς προσευχῆς, μὲ τοὺς ὁποίους ἡ ψυχὴ ἢ ὑψώνεται ἢ γκρεμίζεται• ὑψώνεται ὅταν τοὺς μεταχειρίζεται σὲ κατάλληλο καιρό, γκρεμίζεται ὅταν τοὺς κατέχει παράκαιρα καὶ ἀνόητα. Ἡ νήψη λοιπὸν καὶ ἡ προσευχὴ εἶναι δεμένες ὅπως ἡ ψυχὴ μὲ τὸ σῶμα καὶ ἡ μία χωρὶς τὴν ἄλλη δὲν μπορεῖ νὰ σταθεῖ. Αὐτὰ τὰ δύο συνδέονται μεταξύ τους μὲ δύο τρόπους. Πρῶτα ἡ νήψη ἀντιστέκεται στὴν ἁμαρτία, σὰν ἐμπροσθοφυλακή, καὶ κατόπιν ἀκολουθεῖ ἡ προσευχή, ἡ ὁποία θανατώνει παρευθὺς καὶ ἀφανίζει ὅλους ἐκείνους τοὺς αἰσχροὺς λογισμοὺς ποὺ ἐξουδετέρωσε πρωτύτερα ἡ προσοχὴ• γιατί αὐτὴ μόνη της δὲν μπορεῖ νὰ κάνει κάτι τέτοιο. Read more