Καταγόμενος ἀπὸ τὰ Σύνναδα τῆς Φρυγίας, ὁ ὅσιος Μιχαὴλ ἐγκατέλειψε νωρὶς τὴν γενέτειρά του γιὰ νὰ μεταβεῖ στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου συνδέθηκε μὲ πνευματικὴ φιλία μὲ τὸν ἅγιο Θεοφύλακτο (Β Μαρτ-], ὁ ὁπόιος ἦταν τότε γραματέας τοῦ ἁγίου Ταρασίου (25 Φεβρ.]. Οἱ δύο νέοι ἔδειχναν τέτοια σύμπνοια, ὥστε βλέποντάς τους κανεὶς πίστευε ὅτι ἐπρόκειτο γιὰ ἕναν καὶ μόνο νέο ῎Ανθρωπο, ῞Οταν ὁ ἅγιος Ταράσιος ἀνῆλθε στὸ πατριαρχικὸ ἀξίωμα, ἀφοῦ ἐνεδύθη τὸ μοναχικὸ Σχῆμα, οἱ δύο φιιλοι ἔγιναν κι αὐτοὶ μοναχοὶ μὲ τὴν σειρά τους στὴν μονὴ ποὺ εἶχε ἱδρύσει στὸν Βόσπορο. ῾Αμιλλώμενοι στοὺς ἀσκητικοὺς ἀγῶνες, πρόκοψαν σύντομα στὴν ἀρετή, τὴν ὁποία ἐκόσμησαν μὲ τὸ ἔνδοξο στολίδι τῆς ταπεινοφροσύνης καὶ τὴν διαρκῆ εὐφροσύνη τῆς ψυχῆς. Read more
Ὁ Ἅγιος Βασιλίσκος, ἀνιψιὸς τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Θεοδώρου τοῦ Τήρωνος, καταγόταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Χουμιαλὰ τῆς Ἀμασείας καὶ μαρτύρησε διὰ ξίφους ἐπὶ Μαξιμιανοὺ (285 – 305 μ.Χ.) καὶ ἄρχοντος Ἀγρίππα. Συνελήφθη ἀπὸ τὸν ἡγεμόνα τῆς Καππαδοκίας Ἀσκληπιάδη (ἢ Ἀσκληπιόδοτο) μὲ τοὺς στρατιῶτες του Εὐτρόπιο καὶ Κλεόνικο, οἱ ὁποῖοι, ἐπειδὴ ἀρνήθηκαν νὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα, τελειώθηκαν διὰ μαρτυρικοῦ θανάτου.
Read more
᾿Ηταν καὶ ἕνας ἄλλος στὸ ὄνομα Σεραπίων, ποὺ ἀπεκαλεῖτο σινδόνιος, γιατὶ ἐκτὸς ἀπὸ ἕνα σεντόνι δὲν φόρεσε ποτὲ τίποτ’ ἄλλο’ αὐτὸς ἐφάρμοσε πολλὴ ἀκτημοσύνη καὶ ὅντας ἐγγράμματος ἀποστήθιζε ὅλες τὶς Γραφές’ και ἀπὸ τὴν πολλὴ ἀκτημοσύνη καὶ μελέτη τῶν Γραφῶν δὲν μπόρεσε νὰ ἡσυχάσει μέσα σὲ κελλί, ὄχι ὅμως ἀπὸ μέριμνα γιὰ ὑλικά πράγματα, ἀλλὰ περιδιαβάζοντας τὴν οἰκουμένη πραγματοποίησε τὴν ἀρετή γιατὶ ἦταν ἔτσι προορισμένος ἀπὸ τὴ φύση· καἱ ὑπάρχουν διαφορὲς φύσεων, ὅχι οὐσιῶν.
Διηγόνταν λοιπὸν οἱ Πατέρες ὅτι σὲ συμπαιγνία μὲ ἕναν ἄλλον ἀσκητή, πουλήθηκε γιὰ δοῦλος σὲ ἡθοποιοὺς εἰδωλολάτρες σὲ κάποια πόλη γιὰ εἴκοσι νομίσματα… Καὶ φύλαξε τἁ νομίσματα σφραγίζοντάς τα. Ἔμεινε δὲ μ’ ἐκείνους τοὺς μίμους ποὺ τὸν ἀγόρασαν τόσο, ὅσο ποὺ τοὺς ἔκανε χριστιανοὺς καὶ τοὺς ἀπομάκρυνε ἀπὸ τὸ θέατρο, μὴ γευόμενος τίποτ’ ἅλλο ἐκτὸς ἀπὸ νερὸ καὶ ψωμί, καί μελετῶντας συνεχῶς μὲ τὸ στόμα τὶς Γραφές. Καὶ μὲ τὸν καιρὸ πρῶτος ἦρθε σὲ κατάνυξη ὁ ἄνδρας, μετὰ ἡ γυναίκα καὶ μετὰ ὁλόκληρο τὸ σπίτι τους. Ἔλεγαν ἀκόμα ὅτι ὅσον καιρὸ δὲν γνώριζαν ποιός ἦταν, τοὺς ἔπλενε τὰ πόδια. ᾿Αφοῦ λοιπὸν βαφτίστηκαν καὶ οἱ δύο, σταμάτησαν νὰ παίζουν στὸ θέατρο καὶ ἀφοῦ γύρισαν σὲ βίο σεμνὸ καἰ θεοσεβῆ, εἶχαν σὲ μεγάλη εὐλάβεια τὸν ἄνθρωπο καὶ τοῦ λένε: «Ἔλα ἀδελφέ, νὰ σὲ ἐλευθερώσουμε, ἐπειδη κι ἐσὺ μᾶς ἐλευθέρωσες ἀπὸ αἰσχρὴ δουλεία». Τοὺς λέει: «Ἐπειδὴ μερίμνησε ὁ Θεὸς καὶ σώθηκε ἡ ψυχή σας, θὰ σᾶς πῶ τὸ μυστικὸ τῆς ὑπόθεσης· ἐγώ ὄντας ἐλεύθερος ἀσκητής, Αἰγύπτιος στὴν καταγωγή, ἐπειδὴ λυπήθηκα τὴν ψυχή σας, πουλήθηκα γιὰ νὰ σᾶς σώσω. Ἐπειδὴ λοιπὸν ἔδωσε ὁ Θεὸς καὶ σώθηκε ἡ ψυχή σας μὲ τὴν ταπεινότητά μου, πάρτε πίσω τὰ χρήματά σας γιὰ νὰ φύγω, νὰ βοηθήσω καὶ ἄλλους». Αὐτοὶ δέ, ἂν καὶ τὸν παρακάλεσαν πολὺ καὶ τὸν διαβεβαίωσαν: «Θὰ σὲ ἔχουμε σὰν πατέρα καὶ δεσπότη, μόνο μεῖνε μαζί μας», δὲν μπόρεσαν νὰ τὸν πείσουν. Τότε τοῦ λένε: «Δῶσε τὰ χρήματα στοὺς φτωχούς, γιὰ μᾶς ἦταν ἀρραβῶνας σωτηρίας· ἀλλὰ τουλάχιστον νὰ ἔρχεσαι νὰ μᾶς βλέπεις μιὰ φορὰ τὸ χρόνο». Ἐκεῖνος τοὺς εἶπε: «Ἐσεῖς δῶστε τὰ δικα σας, ἐγὼ δὲν χαρίζω στοὺς φτωχοὺς ξένα χρήματα». Κι ἔτσι ἔφυγε ἀπ’ αὐτοὺς. Read more
Δέν πέρασαν ἀκόμη λίγες μέρες, ἀπό τότε πού γιορτάσαμε τήν ἱερή πανήγυρη τῆς Πεντηκοστῆς, καί πάλι μᾶς πρόφθασε χορός μαρτύρων ἤ καλύτερα στρατιά μαρτύρων καί παράταξη, πού δέν εἶναι καθόλου κατώτερη ἀπό τή στρατιά τῶν ἀγγέλων, τήν ὁποία εἶδε ὁ πατριάρχης Ἰακώβ, ἀλλά εἶναι ἴδιας ἀξίας καί τάξης μέ αὐτή. Γιατί μάρτυρες καί ἄγγελοι διαφέρουν μόνο στά ὀνόματα, στά ἔργα τους ὅμως ταυτίζονται.
Στόν οὐρανό κατοικοῦν οἱ ἄγγελοι, στόν οὐρανό καί οἱ μάρτυρες. Αἰώνιοι καί ἀθάνατοι εἶναι ἐκεῖνοι, τό ἴδιο θά γίνουν καί οἱ μάρτυρες. Ἀλλ᾽ ἐκεῖνοι ἔλαβαν καί ἀσώματη φύση; Καί τί σημασία ἔχει αὐτό; Γιατί οἱ μάρτυρες, ἄν καί ἔχουν σῶμα, ὅμως εἶναι ἀθάνατο ἤ καλύτερα καί πρίν ἀπό τήν ἀθανασία ὁ θάνατος τοῦ Χριστοῦ στολίζει τά σώματά τους περισσότερο ἀπό τήν ἀθανασία. Read more
Ὁμιλία κε΄
Ματθ. ι΄ 32-33, 37-38· ιθ΄ 27-30
Θαυμαστὸς ὄντως ὁ Θεὸς ἐν τοῖς ἁγίοις αὐτοῦ.
Εἶναι στ’ ἀλήθεια θαυμαστὸς ὁ Θεὸς στὰ ἔργα τῶν ἁγίων του. Ὅταν φέρη κανένας στὸ νοῦ του τοὺς ὑπεράνθρωπους ἀγῶνες τῶν μαρτύρων, πῶς μὲ τὴν ἀσθενικὴ σάρκα τους ντρόπιασαν τὸν ἰσχυρὸ στὸ κακό, πῶς δὲν εἶχαν συναίσθηση τῶν πόνων καὶ τῶν τραυμάτων καθὼς ἔρριχναν τὸ σῶμα τους σὲ ἀγῶνα μὲ τὴ φωτιά, μὲ τὸ ξίφος, μὲ τὰ διάφορα εἴδη θανατηφόρων βασανιστηρίων, ἀντιπαλεύοντας μὲ τὴν ὑπομονή. Ὅταν φέρη κανένας στὸ νοῦ ὅτι κομμάτιαζαν τὶς σάρκες τους, κι ἔσπαζαν τὶς κλειδώσεις τους, καὶ τσάκιζαν τὰ κόκκαλά τους, αὐτοὶ ὅμως φύλαγαν ἀκέραια, κι ἀπείραχτη κι ἀσάλευτη τὴ πίστη τους. Γι’ αὐτὸ καὶ πῆραν χάρισμα τὴν ἀδιαφιλονίκητη σοφία τοῦ Πνεύματος καὶ τὴ δύναμη γιὰ θαύματα.
Ὅταν ἀναλογιστῆ τὴν ὑπομονὴ τῶν ὁσίων, πῶς ὑπέφεραν θεληματικὰ σὰ νὰ ἦσαν ἀσώματοι τὶς πολυήμερες νηστεῖες, τὶς ἀγρυπνίες, τὶς διάφορες ἄλλες ταλαιπωρίες τοῦ σώματος, πῶς ἀντιστάθηκαν ὡς τὸ τέλος τὰ πονηρὰ πάθη, στὰ διάφορα εἴδη τῆς ἁμαρτίας, στὸν πόλεμο ποὺ διεξάγεται ἀοράτος μέσα μας, στὶς ἀρχὲς καὶ τὶς ἐξουσίες, στὶς πνευματικὲς δυνάμεις τῆς κακίας καὶ πῶς ὁ ἐξωτερικὸς ἄνθρωπος ἔλιωνε κι ἀφανιζόταν, ὁ ἐσωτερικὸς ὅμως ἄνθρωπος ἀνανεωνόταν καὶ θεοποιοῦνταν –καὶ γι’ αὐτὸ τοὺς δόθηκε ἡ χάρη νὰ θεραπεύουν καὶ νὰ πραγματοποιοῦν ἔργα δυνάμεως. Ὅταν κανένας τὰ συλλογιστῆ αὐτὰ καὶ κάνη τὴ σκέψη ὅτι αὐτὰ ξεπερνοῦν τὴν ἀνθρώπινη φύση, θαυμάζει καὶ δοξολογεῖ τὸ Θεό, ποὺ τοὺς ἔδωσε τὸση χάρη καὶ δύναμη. Γιατὶ ἄν εἶχαν τὴν προαίρεση τὴν ἀγαθὴ καὶ πολὺ ὡραία, ὅμως χωρις τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ δὲ θὰ ἀποχτοῦσαν τὴ δύναμη νὰ γίνουν ὑπεράνθρωποι κι ἐνῶ ἦσαν ἄνθρωποι σωματικοὶ νὰ νικήσουν τὸν ἀσώματο ἐχθρό.
Γι’ αὐτὸ κι ὁ Προφήτης ποιητὴς τῶν ψαλμῶν εἶπε· «ἀξιοθαύμαστος εἶναι ὁ Θεὸς σήμερα στοὺς ἁγίους του» καὶ συνάμα πρόσθεσε «αὐτὸς θὰ δώση δύναμη καὶ ἀντοχὴ στὸ λαό του». Ἐξετάστε μὲ σύνεση τὴ δύναμη τῶν προφητικῶν λόγων. Σ’ ὅλο τὸ λαό του δίνει ὁ Θεὸς δύναμη καὶ ἀντοχή· δὲν κάνει ὁ Θεὸς προσωποληψία, θαυμάζεται ὅμως μόνο ἀνάμεσα στοὺς ἁγίους του. Καθὼς ὁ ἥλιος ἀπὸ ψηλὰ πλούσια σ’ ὅλους σκορπᾶ τὶς ἀκτῖνες του, τὶς βλέπουν ὅμως μόνο ὅσοι ἔχουν μάτια καὶ μάλιστα ὄχι κλειστὰ καὶ χαίρονται καθαρὴ τὴ λάμψη, μόνο ἐπειδὴ μὲ καθαρὰ μάτια βλέπουν καλὰ καὶ δὲ θαμποξεχωρίζουν μονάχα ἀπὸ ἀρρώστεια ἤ ὁμίχλη ἤ κανένα ἐμπόδιο ποὺ μπῆκε μπροστά, ἔτσι κι ὁ Θεὸς πλούσια δίνει ἀπὸ ψηλὰ τὴ βοήθειά του σ’ ὅλους, γιατὶ αὐτὸς εἶναι ἡ ἄπειρη σωστικὴ φωτιστικὴ πηγὴ τῆς εὐσπλαχνίας καὶ τῆς καλωσύνης. Κερδίζουν τὴ χάρη καὶ τὴ δύναμη ποὺ ἀκτινοβολεῖται γιὰ τὴν ἄσκηση καὶ τὴν ὁλοκλήρωση τὴς ἀρετῆς ἤ καὶ τὴν πραγματοποίηση τῶ θαυμάτων ὄχι ὅλοι γενικὰ παρὰ ὅσοι ἔχουν καλὴ προαίρεση καὶ ἐκδηλώνουν μὲ ἔργα τὴν πίστη καὶ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸ Θεό. Κι ὅσοι ἀποστρέφονται τέλεια τὴν κακία καὶ κρατοῦν μὲ ἀσφάλεια τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ καὶ στρέφουν τὰ νοερὰ μάτια στὸ Χριστό, στὸν ἥλιο τῆς δικαιοσύνης. Ἐκεῖνος δὲν ἁπλώνει μόνο χέρι βοήθειας ἀόρατα σ’ αὐτοὺς ποὺ ἀγωνίζονται ἀλλὰ καὶ μὲ τὶς προτροπὲς τοῦ Εὐαγγελίου σήμερα συνομιλεῖ αἰσθητὰ μαζί μας. Ὅποιος ὁμολογήση μπροστὰ στοὺς ἀνθρώπους τὸ ὄνομά μου θὰ ὁμολογήσω κι ἐγὼ μπροστὰ στὸν πατέρα μου στοὺς οὐρανούς. Βλέπετε ὅτι οὔτε ἐμεῖς μποροῦμε νὰ φανερώσωμε μὲ θάρρος τὴν πίστη μας στὸ Χριστὸ καὶ τὴν ὁμολογία μας χωρὶς τὴ δύναμη καὶ τὴ βοήθειά του, οὔτε καὶ ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς θὰ μιλήση φανερὰ γιὰ μᾶς στὴ μέλλουσα ζωή, γιὰ νὰ μᾶς συστήση καὶ νὰ μᾶς γνωρίση μὲ τὸν Πατέρα, χωρὶς νὰ πάρη ἀφορμὴ ἀπὸ μᾶς. Αὐτὸ θέλοντας νὰ τὸ φανερώση δὲν εἶπε, καθένας ποὺ θὰ μὲ ὁμολογήση μπροστὰ στοὺς ἀνθρώπους ἀλλὰ καθένας ποὺ θὰ ὁμολογήση στ’ ὄνομά μου. Γιατὶ στ’ ὀνομά του καὶ μὲ τὴ βοήθεια ἐκείνου μπορεῖ νὰ φανερώση θαρρετὰ τὴν εὐσέβειά του. Ἔτσι πάλι δὲν εἶπε, θὰ ὁμολογήσω κι ἐγὼ αὐτὸν ἀλλὰ στὸ ὄνομά του δηλαδὴ ἀπὸ τὴν ἀγαθὴ ἐμμονὴ καὶ καρτερία ἐκείνου ποὺ ὁμολογεῖ, ποὺ ἔδειξε γιὰ χάρη τῆς εὐσέβειας. Πρόσεξε τί λέει παρακάτω γι’ αὐτοὺς ποὺ δείλιασαν καὶ πρόδωσαν τὴν εὐσέβεια. «Ὅποιος μὲ ἀρνηθῆ μπροστὰ στοὺς ἀνθρώπους θὰ τὸν ἀρνηθῶ κι ἐγὼ μπροστὰ στὸν πατέρα μου στοὺς οὐρανούς». Δὲν εἶπε ἐδῶ ὅποιος ἀρνηθῆ στ’ ὄνομά μου. Γιατὶ ὅποιος ἀρνεῖται τὸ κάνει, ἀφοῦ στερηθῆ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Καὶ τὴ στερεῖται γιατὶ αὐτὸς πρῶτος ἐγκατέλειψε τὸ Θεό, ἐπειδὴ ἀγάπησε τὰ πρόσκαιρα καὶ τὰ γήϊνα περισσότερο ἀπὸ ὅσο τὰ οὐρνάνια καὶ αἰώνια ἀγαθὰ ποὺ ὑποσχέθηκε ὁ Θεός. Ἔτσι πάλι καὶ ὁ Χριστὸς δὲ θὰ τὸν ἀρνηθῆ στ’ ὄνομά του ἀλλὰ θὰ ἀρνηθῆ αὐτόν, γιατὶ δὲν βρῆκε τίποτα σ’ αὐτὸν νὰ τὸ χρησιμοποιήσει σὰν ἐπιχείρημα. Γιατὶ ὅποιος ἔχει ἀγάπη στὸ Θεό, μένει στοὺς κόλπους τοῦ Θεοῦ καὶ ὁ Θεὸς σ’ ἐκεῖνον, ὅπως λέει ὁ Θεὸς μένει σ’ ἐκεῖνον, ὅπως λέει ὁ ἀγαπητὸς στὸ Χριστὸ Θεολόγος, ἐπειδὴ ὁ Θεὸς μένει μέσα σ’ ἐκεῖνον, ποὺ τὸν ἀγαπᾶ, κατὰ φυσικὸ λόγο μέσα στὸ Θεὸ κινεῖ τὴν ὁμολογία του αὐτὸς ποὺ ἀληθινὰ ἀγαπᾶ τὸ Θεό. Κι ἐπειδὴ κι αὐτὸς μένει μέσα στο Θεὸ κι ὁ Θεὸς θέτει τὴν ὁμολογία του γι’ αὐτὴν μέσα σ’ αὐτόν. Ἡ φράση τέλος «γιὰ καθέναν ποὺ θὰ ὁμολογήση στ’ ὄνομά μου, θὰ ὁμολογήσω στ’ ὄνομά του κι ἐγὼ» φανερώνει τὴν ἀδιάσπαστη ἑνότητα τοῦ Θεοῦ μ’ ἐκείνους ποὺ ὁμολογοῦν, ἀπὸ τὴν ὁποία μένει μακριὰ στέκεται αὐτὸς ποὺ ἀρνεῖται. Ἔτσι οἱ θεϊκὲς ἀνταποδόσεις ἔχουν μέσα τους τὴ θεία δικαιοσύνη καὶ ἐπιφέρονται κατάλληλα σύμφωνα μὲ μιὰ ἀρχὴ ὁμοιότητος.
Ἡ ὁμοιότητα λοιπὸν τῶν θείων ἐπιβραβεύσεων πρὸς αὐτὰ ποὺ τοῦ προσφέρομε εἶναι τέτοια. Ἐξετάστε καὶ τὴ διαφορὰ πρὸς τὰ ἄνω τῆς θείας ἀμοιβῆς γιὰ κείνους ποὺ τὸν ὁμολογοῦν μέσα στὸν ἑαυτό του. Κάθε ἅγιος σὰν δοῦλος τοῦ Θεοῦ ἔκαμε φανερὰ τὴν ὁμολογία μέσα στὸν πρόσκαιρο αὐτὸν βίο καὶ μπροστὰ σὲ θνητοὺς ἀνθρώπους ἤ γιὰ νὰ πῶ καλύτερα σ’ ἕνα ἐλάχιστο σημεῖο τῆς ζωῆς αὐτῆς καὶ σὲ λίγους ὅπως εἶπα ἀνθρώπους. Ὁ Κύριος μας ὅμως Ἰησοῦς Χριστός, ἐπειδὴ εἶναι Κύριος τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς θὰ μιλήση φανερὰ γι’ αὐτοὺς μέσα στὸν αἰώνιο καὶ ἀκατάλυτο ἐκεῖνο κόσμο μπροστὰ στὸ Θεὸ καὶ Πατέρα, σὲ ἀγγέλους ποὺ στέκονται ὁλόγυρα, σὲ ἀρχαγγέλους, ὅλες τὶς δυνάμεις τοῦ οὐρανοῦ, κι ἐνῶ θὰ εἶναι παρόντες ὅλοι ἀπὸ τὸν Ἀδάμ ὡς τὴ συντέλεια τοῦ κόσμου. Ὅλοι θ’ ἀναστηθοῦν καὶ θὰ σταθοῦν κοντὰ στὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ καὶ τότε, ἐνῶ θὰ εἶναι ὅλοι μπροστὰ κι ὅλοι θὰ βλέπουν, θὰ φωνάξη τὰ ὀνόματα καὶ θὰ δοξάση καὶ θὰ στεφανώση ἐκείνους ποὺ ἔδειξαν ὡς τὸ τέλος τὴν πίστη τους σ’ αὐτόν. Γιατὶ πρέπει νὰ προσπαθήσω νὰ δείξω τοὺς οὐράνιους ἐκείνους στεφάνους, τὶς ὑπερβολικὲς ἐκεῖνες ἀμοιβὲς ποὺ μᾶς περιμένουν, ποὺ οὔτε μάτι σὰν τὸ δικό μας μπορεῖ νὰ δῆ, οὔτε αὐτὶ ν’ ἀκούση, οὔτε νὰ σκεφθῆ; Ἀλλὰ καὶ αὐτὰ ποὺ βλέπομε τώρα εἶναι τόσο ἀξιοθαύμαστα. Ποιός λόγος μπορεῖ ν’ ἀποκαλύψη τὴ δόξα ποὺ παρέχει ὁ Θεὸς στὰ λείψανα καὶ τὰ ὀστὰ τῶν ἁγίων, ποὺ παρατείνεται σ’ ὅλο τὸ μάκρος τοῦ χρόνου, τὴν ἱερὴ εὐωδία ποὺ ἀναδίνεται ἀπ’ αὐτὰ τὰ μύρα ποὺ ἀναβλύζουν, τὶς δωρεὰν θεραπεῖες, τὴ διενέργεια τῶν θαυμάτων, τὶς ποικίλες καὶ σωτήριες γιὰ μᾶς ἐμφανίσεις ποὺ γίνονται σ’ αὐτά. Νὰ πῶ κάτι ἀπ’ αὐτὰ ποὺ προσφέρονται σ’ αὐτοὺς ἀπὸ μᾶς; Λίγο χρόνο, ὅπως εἶπα, κράτησε ἡ θαρρετὴ ὁμολογία τοῦ Θεοῦ ἀπὸ καθέναν ἀπὸ τοὺς ἁγίους καὶ μπροστὰ σὲ μερικοὺς ἄρχοντες καὶ βασιλεῖς· ἀνυμνοῦν ὅμως καὶ μεγαλύνουν τιμῶντας καὶ δοξάζοντας καὶ προσκυνῶνας ὄχι αὐτοὺς μονάχα καὶ τὶς εἰκόνες τους σὰ νὰ ἦσαν κύριοι καὶ παραπάνω ἀπὸ κύριοι καὶ βασιλεὶς οἱ βασιλεῖς καὶ οἱ ἄρχοντες κι ὅλοι οἱ ὑπηκόοι προσπέφτοντας σ’ αὐτοὺς μὲ τὸση πορθυμία καὶ χαρά, ὥστε νὰ εὔχεται κανεὶς νὰ τὸ κληρονομήσουν αὐτοὸ καὶ στὰ παιδιὰ περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλο, σὰ μιὰ καλότυχη κληρονομία, ποὺ προξενεῖ τὴν πιὸ ψηλὴ εὐτυχία. Κι αὐτὸ εἶναι δεῖγμα καὶ ἐξοικόνιση καὶ σάμπως προανάκρουσμα τῆς δόξας ἐκείνης τῆς ἄρρητης ποὺ μᾶς περιμένει ποὺ καὶ τώρα τὴ χαίρονται τὰ πνεύματα τῶν δικαίων καὶ ποὺ θὰ τὴν ἐπιτύχουν μαζί μ’ αὐτὰ καὶ τὰ σώματα ποὺ μαζὶ μὲ τὰ πνεύματα πέρασαν ὄλο τὸν ἀγῶνα τοῦ Θεοῦ. Γι αὐτὴ τὴν ὑπερβολὴ τῆς δόξας καὶ τῶν μελλοντικῶν ἀγαθῶν κάνοντας ἔνδειξη ὁ Κύριος στοὺς ἁγίους μαθητὰς καὶ ἀποστόλους ἀπὸ τὴ μιὰ εἶπε «Ἀλήθεια σᾶς λέγω, σεῖς ποὺ μ’ ἀκολουθήσατε, στὴν ὥρα τοῦ ξαναγεννημοῦ, ὅταν ὁ Γιὸς τοῦ ἀνθρώπου καθίση στὸν θρόνο τῆς δόξας του θὰ καθίσετε καὶ σεῖς σὲ δώδεκα θρόνους καὶ θὰ κρίνετε τὶς δώδεκα φυλὲς τοῦ Ἰσραήλ». Καὶ σ’ ὅλους πάλι γενικὰ ποὺ πιστεύουν. «Καθένας ποὺ ἄφησε σπίτη ἤ ἀδελφὴ ἤ ἀδελφὲς ἤ πατέρα ἤ μάνα ἤ γυναῖκα ἤ παιδιὰ ἤ χωράφια γιὰ χάρη μου, θὰ λάβη ἑκατὸ φορὲς περισσότερο καὶ θὰ κληρονομήση ζωὴ παντοτινή. Κι ὅποιος ἀγαπᾶ τὸν πατέρα ἤ τὴ μάνα του περισσότερο ἀπὸ μένα δὲν εἶναι ἄξιός μου». Ἐπεῖδὴ ὁ Θεὸς καὶ Πατέρας ἔδωσε γιὰ χάρη μας τὸν Γιὸ του τὸν ἀγαπητὸ ( καὶ ὁ ἴδιος ὁ Γιὸς τοῦ Θεοῦ ὁ μονογενὴς ἔδωσε τὴν ψυχή του γιὰ χάρη μας) ζητεῖ κι ἀπὸ μᾶς δίκαια ὅλους τοὺς συγγενεῖς μας νὰ μὴν λογαριάζωμε, ὅταν μᾶς ἐμποδίζουν στὴν εὐσέβεια καὶ τὸν εὐσεβῆ βίο. Καὶ τί λέγω τοὺς συγγενεῖς; Εἶναι δίκαιο καὶ ἀναγκαῖο νὰ προσφέρη καθένας τὴν ἴδια τὴν ψυχή του, ὅταν τὸ καλέση ἡ περίσταση, ἄν θέλη νὰ ἐπιτύχη τὴν παντοτινὴ ζωή, ἀφοῦ ὁ ἴδιος ὁ Γιὸς τοῦ Θεοῦ ἔδωσε γιὰ μᾶς τὴν ψυχή του. Γι’ αὐτὸ λέει καὶ «ὅποιος δὲν παίρνει τὸ σταυρό του καὶ δὲν μ’ ἀκολουθεῖ δὲν εἶναι ἄξιος μου». Σταυρὸς λοιπὸν εἶναι καὶ τὸ νὰ σταυρώση κανεὶς τὴ σάρκα μὲ τὰ πάθη καὶ τὶς ἐπιθυμίες.
Ὅταν λοιπὸν εἶναι περίοδος εἰρήνης, νεκρώνει μὲ τὴν ἀρετὴ ὁ ἄνθρωπος τὰ κακὰ πάθη καὶ τὶς ἐπιθυμίες καὶ σηκώνοντας ἔτσι τὸ σταυρὸ του ἀκολουθεῖ τὸν Κύριο. Ὅταν πάλι εἶναι περίοδος διωγμοῦ, περιφρονῶντας καὶ τὴν ἴδια τὴ ζωὴ καὶ παραδίδοντας τὴν ψυχὴ του γιὰ χάρη τῆς εὐσέβειας, σηκώνει ἔτσι τὸ σταυρό του καὶ ἀκολουθεῖ τὸν Κύριο καὶ ἔτσι κληρονομεῖ τὴν παγντοτινὴ ζωή. Ὅποιος εὕρη τὴν ψυχὴ του λέει θὰ τὴ χάση, κι αὐτὸς ποὺ ἔχασε τὴν ψυχή του γιὰ μένα θὰ τὴν εὕρη. Τί σημαίνει αὐτό; Ὅποιος ἔχασε τὴν ψυχή του θὰ τὴν εὕρη; Ὁ ἄνθρωπος εἶναι διπλός, ὁ ἔξω, δηλαδὴ τὸ σῶμα καὶ ὁ μέσα μας ἄνθρωπος δηλ. ἡ ψυχή. Ὅποιος λοιπὸν παραδώση σὲ θάνατο τὸν ἑαυτό του ὡς πρὸς τὸν ἔξω ἄνθρωπο χάνει τὴν ψυχή του ποὺ χωρίζεται ἀπ’ αὐτόν. Αὐτὸς λοιπὸν ποὺ χάνει τὴν ψυχή του γιὰ χάρη τοῦ Χριστοῦ καὶ τοῦ Εὐαγγελίου, αὐτὸς πραγματικὰ θὰ τὴν εὕρη, ἀφοῦ τῆς χαρίση ζωὴ οὐράνια καὶ παντοτινὴ καὶ τέτοια θὰ τὴν πάρη κατὰ τὴν ἀνάσταση καὶ τέτοιος θὰ γίνη κι αὐτὸς κατὰ τὸ σῶμα ἐξ αἰτίας της, οὐράνιος κι αἰώνιος. Ἐπειδὴ ὅμως αὐτὰ εἶναι δύσκολα καὶ μεγάλα καὶ γιὰ τοὺς τέλειους μόνο καὶ γιὰ νὰ πῶ ἔτσι, ἀποστολικά, νὰ σταυρώσης δηλ. τὴ σάρκα μὲ τὰ πάθη καὶ τὶς ἐπιθυμίες, νὰ εἶσαι ἕτοιμος γιὰ τὴν ἐσχάτη περιφρόνηση καὶ τὸν πιὸ ἐπονείδιστο θάνατο γιὰ χάρη τοῦ καλοῦ, νὰ χάσης τὴν ψυχή σου γιὰ χάρη τοῦ Εὐαγγελίου, αὐτὰ ποὺ στὴ συνέχεια λέει ὁ Κύριος εἶναι γιὰ νὰ ἐνθαρρυνθοῦν οἱ πιὸ ἀτελεῖς ποὺ τὸσο ὑπεράνθρωπα ἀγωνίζονται· «αὐτὸς ποὺ δέχεται ἐσᾶς» δηλαδὴ τοὺς ἀποστόλους καὶ τοὺς ὕστερ’ ἀπ’ αὐτοὺς Πατέρες καὶ δασκάλους τῆς εὐσεβείας «δέχεται καὶ ἐμένα κι ὅποιος δέχεται ἐμένα, δέχεται ἐκεῖνον ποὺ μ’ ἔστειλε».
Γιὰ τοὺς τέλειους ἐκείνους ἀπὸ δῶ ἑτοιμάζει ὑποδοχή, σ’ ὅσους δὲν εἶναι τέλειοι παρέχει τὴ σωτηρία, ἐπειδὴ ὑποδέχονται ἐκείνους. Βλέπεις πόσο μεγάλος εἶναι κι ὁ μισθὸς γι’ αὐτοὺς ποὺ δέχονται ὅσους ζοῦν κατὰ Θεὸ κι ὅσους διδάσκουν τὴν ἀλήθεια. Γιατὶ ὅποιος τοὺς δέχεται αὐτοὺς δέχεται τὸν Πατέρα καὶ τὸ Γιό. Πῶς λοιπὸν πρέπει νὰ τοὺς δεχώμαστε αὐτούς; Ὄχι μόνο νὰ τοὺς φιλοξενοῦμε καὶ νὰ τοὺς ἀναπαύωμε ἀλλὰ καὶ νὰ τοὺς ἀκοῦμε. Γι’ αὐτὸ σ’ ἄλλο σημεῖο θέλοντας νὰ φοβίση ἐκείνους ποὺ τοὺς ἀψηφοῦν, ἔλεγε στοὺς μαθητές του. «Ὅποιος σᾶς ἀψηφᾶ, ἀψηφᾶ ἐμένα κι ὅποιος ἀψηφᾶ ἐμένα ἀψηφᾶ ἐκεῖνον ποὺ μ’ἔστειλε». Ἀλλὰ κι αὐτὸς ποὺ φιλοξενεῖ μόνο κι ἀναπαύει τοὺς ἀνθρώπους τοῦ Θεοῦ, ἄν αὐτὸ τὸ κάμη γιὰ τὸ Θεό, θὰ πάρη μισθὸ πολύ. Αὐτὸ φανερώνοντας ὁ Κύριος ἔλεγε· «Ὅποιος δέχεται προφήτη ὡς προφήτη θὰ πάρη μισθό προφήτου κι ὅποιος δέχεται δίκαιο ὡς δίκαιο θὰ λάβη δικαίου μισθό». Πῶς θὰ πάρη μισθὸ προφήτου καὶ μισθὸ δικαίου; Ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος τὸ δικὸ τους περίσσευμα θ’ ἀναπληρώση τὸ ὑστέρημα τὸ δικό μας. Κι ὅποιος τὸν δίκαιο σὰ δίκαιο δέχεται κι ἀναπαύει κι ἄν δὲν προσφέρη μ’ ἀφθονία ἀλλὰ δώση μικροπράγματα, θὰ κερδίση τὰ μεγάλα. Ὅποιος ποτίση ἕνα ἀπ’ αὐτοὺς τοὺς μικροὺς ἕνα ποτήρι νερὸ στ’ ὄνομα μαθητοῦ, σᾶς βεβαιώνω ὅτι δὲ θὰ χάση τὸ μισθό του. Μὲ αὐτὰ τὰ λόγια καὶ τὶς ἐντολὲς δὲν φροντίζει μόνο γιὰ τοὺς δικαίους καὶ τοὺς μαθητὰς ἀλλὰ πολὺ περισσότερο γιὰ αὐτοὺς ποὺ τοὺς δέχονταν. Ἄν φρόντιζε μόνο γι’ αὐτούς, θὰ συνιστοῦσε τὴν ὑποδοχή τους μόνο καὶ θὰ ζητοῦσε τὴν ὑποδοχὴ μονάχα ἐκείνων καὶ τὴν ἀνάπαυση, ὅπως καὶ νὰ ἦταν. Τώρα ὅμως μὲ τὴν προσθήκη, σὲ ὄνομα προφήτου καὶ μαθητοῦ καὶ δικαίου δείχνει ὅτι φροντίζει περισσότερο αὐτοὺς ποὺ δέχονται θέλοντας ν’ ἀλλάξη τὴν ἀντίληψή τους στὸ καλύτερο, ὥστε μὲ τὴν ἀρετὴ ν’ ἀκολουθήση καὶ ὁ μισθός τους. Ἡ Ἐκκλησία λοιπὸν τοῦ Χριστοῦ τιμῶντας μετὰ τὸν θάνατο αὐτοὺς ποὺ ἔζησαν ἀληθινὰ κατὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ὅλο τὸ χρόνο μνημονεύει κάθε μέρα αὐτοὺς ποὺ τὴ μέρα ἐκείνη ἔφυγαν ἀπὸ δῶ, καὶ τοὺς ἁγίους ποὺ ἀποδήμησαν ἀπὸ τὴν ζωὴ αὐτὴ τὴ σημαδεμένη μὲ τὸ θάνατο. Καὶ φέρνει μπροστὰ στὰ μάτια μας τὴ ζωὴ καθενὸς γιὰ δική μας ὠφέλεια καὶ παρουσιάζει τὸ τέλος τους, εἴτε ἦταν εἰρηνικὸ εἴτε ἔκλεισε ἡ ζωή του μὲ τὴ σφραγίδα τοῦ μαρτυρίου. Καὶ τώρα μετὰ τὴ Πεντηκοστή, ἀφοῦ ὅλους μαζί μᾶς συγκέντρωσε, τοὺς κάμνει κοινὰ ἔπαινο, ὄχι μονο ἐπειδὴ ὅλοι εἶναι ἑνωμένοι μεταξὺ τους κι εἶναι ἕνας κατὰ τὴν εὐχὴ τοῦ Κυρίου. «Δῶσε σ’ αὐτοὺς, λέει πρὸς τὸν Πατέρα στὸ Εὐαγγέλιο ὁ Κύριος, δῶσε τους νὰ εἶναι ὅλοι ἕνα, ὅπως ἐγώ, Πατέρα, μὲ σένα καὶ σὺ μένα ἔτσι κι αὐτοὶ νὰ εἶναι ἑνωμένοι μαζί μας ἀληθινά».
Δὲν ἀποδίδει λοιπὸν σ’ ὅλους αὐτοὺς ἡ Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ τὸν κοινὸ ὕμνο μόνο γι’ αὐτὸ τὸ λόγο ἀλλὰ καὶ γιατὶ σπεύδει ἔτσι μὲ τὴν ἁγία Τεσσαρακοστὴ κι ἔπειτα τὴν Πεντηκοστὴ νὰ φανέρωση καὶ ν’ ἀνυμνήση ὅλα τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ. Ἀφοῦ λοιπὸν ὅλα τὰ ἐφανέρωσε, ὅπως γνωρίζετε, πῶς στὴν ἀρχὴ ἔγινε ἀπὸ τὸ Θεὸ ὅλος αὐτὸς ὁ κόσμος· πῶς ὁ Ἀδὰμ διώχτηκε ἀπὸ τὸν παράδεισο καὶ τὸ Θεό· πῶς ὁ παλαιὸς λαὸς δέχτηκε τὴν κλήση τοῦ Θεοῦ· πῶς κι αὐτοὶ μὲ τὶς παραβάσεις τους ἀπομακρύνθηκαν ἀπὸ τὴν οἰκειότητα τους μὲ τὸ Θεό· πῶς ὁ μονογενὴς Γιὸς τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ ἔκλινε τοὺς οὐρανοὺς κατέβηκε σ’ ἐμᾶς κι ἀφοῦ ἔπραξε θαυμάσια, καὶ ἐδίδαξε κήρυγμα σωτηρίας, ἔπαθε καὶ πέθανε γιὰ μᾶς σὰν ἄνθρωπος θάφτηκε ἀλλὰ καὶ σὰ Θεὸς ἀναστήθηκε σὲ τρεῖς μέρες καὶ στοὺς οὐρανοὺς ἀπ’ ὅπου κατέβηκε ὕστερα ξαναγύρισε καὶ καθίζοντας στὰ δεξιὰ τοῦ Πατέρα ἔστειλε ἀπὸ κεῖ τὸ Πανάγιο Πνεῦμα. Ἀφοῦ λοιπὸν ὅλα αὐτὰ τὰ ὕμνησε ἡ Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ τώρα κι ἐκεῖνο ποὺ ἔλειπε προσθέτοντας καὶ παρουσιάζοντας, πόσο πολλοὺς δηλαδὴ καὶ ὡραίους καρποὺς μάζεψε γιὰ νὰ ζήσουν αἰώνια ἡ παρουσία τοῦ Κυρίου μας καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρα μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, καὶ ἡ δύναμη τοῦ παναγίου Πνεύματος, ὅλων μαζί τῶν ἁγίων κάμνει τὸ μνημόσυνο καὶ σ’ ὅλους τὸν ὕμνο καὶ τὴν τιμὴ ἀποδίδει σήμερα.
Ἄς τιμήσωμε λοιπὸν κι ἐμεῖς, ἀδελφοί μου, τοὺς ἁγίους τοῦ Θεοῦ. Καὶ θὰ τοὺς τιμήσωμε πῶς; Ἄν κατὰ τὸ παράδειγμα ἐκείνων καθαρίσωμε τοὺς ἑαυτούς μας ἀπὸ κάθε μόλυσμα σαρκικὸ καὶ πνευματικὸ κι ἄς ἀπομακρυνθοῦμε ἀπὸ τὶς κακίες προχωρῶντας πρὸς τὴν ἁγιότητα μὲ τὴν ἀποχὴ ἀπ’ αὐτές. Ἄν ἐμποδίσωμε τὴ γλῶσσα μας ἀπὸ τὸν ὅρκο καὶ τὴν ἐπιορκία, ἀπὸ τὴ φλυαρία καὶ ὑβρεολογία καὶ τὰ χείλη μας ἀπὸ τὸ ψεῦδος καὶ τὴ συκοφαντία κι ἔτσι τοὺς προσφέρομε τὸν ἔπαινο. Ἄν δὲν καθαρίσωμε ἔτσι τὸν ἑαυτό μας, δίκαια θ’ ἀκούσωμε ὁ καθένας μας ἀπ’ αὐτοὺς ἐκεῖνα τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν ἁμαρτωλό. Πῶς τολμᾶς νὰ φέρνης στὴ μνήμη σου καὶ νὰ ἀναφέρης μὲ τὴ γλῶσσα σου ἀκόμα κι αὐτὰ τὰ ὀνόματα τῶν ἁγίων καὶ νὰ διηγῆσαι τὴ συμπεριφορά τους γεμάτη ἀπὸ κάθε ἀρετὴ καὶ καθαρότητα. Ἐνῶ ἐσὺ ἐμίσησες τὸν ἐνάρετο βίο καὶ πέταξες μακρυά σου τὴν καθαρότητα τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος. Ἄν ἔβλεπες κλέφτη, τὸν βοηθοῦσες καὶ ἔπαιρνες τὸ μερίδιο μὲ τὸ μοιχό. Τὸ στόμα σου ξεχείλισε ἀπὸ κακία κι ἡ γλῶσσα ὕφανε δολιότητες. Καθόσουν κάπου καὶ καταλαλοῦσες τὸν ἀδελφό σου, ἔστηνες παγίδα στὸν γιὸ τῆς μητέρας σου. Ἀπὸ τέτοια στόματα, ἀδελφοί μου, οὔτε ὁ Θεὸς οὔτε οἱ ἅγιοί του δέχονται ὕμνο. Ἄν καθένας ἀπὸ μᾶς, ἄν ἀγγίξη κάτι ἀκάθαρτο μὲ τὸ χέρι του, δὲ θέλη νὰ τὸ χρησιμοποιήση, ἄν δὲν τὸ πλύνη πρῶτα, πῶς ὁ Θεὸς θὰ δεχτῆ ὅ,τι προσφέρωμε ἀπὸ σῶμα καὶ στόμα ἀκάθαρτα, ἄν δὲν καθαρίσωμε πρῶτα τὸν ἑαυτό μας; Πολὺ πιὸ σχαμένη ἀπὸ τὴν ἀκαθαρσία ἡ ἁμαρτία, ὁ δόλος, τὸ ψεῦδος, ὁ φθόνος, τὸ μῖσος, ἡ πλεονεξία, ἡ προδοσία, οἱ αἰσχροὶ διαλογισμοὶ καὶ λόγοι καὶ οἱ ἀκαθάρατες πράξεις ποὺ τὰ ἀκολουθοῦν. Καὶ πῶς καθαρίζεται πάλι ἐκεῖνος ποὺ πέφτει σ’ αὐτά; Μὲ τὴ μετάνοια, τὴν ἐξομολόγηση, τὴν ἀγαθοεργία, μὲ τὴ συνεχῆ δέηση πρὸς τὸ Θεό.
Ὅταν λοιπὸν στὶς μνῆμες τῶν ἁγίων ποὺ ἑορτάζομε, σχολάζομε ἀπὸ τὴν τέχνη καὶ τὸ ἐπάγγλεμά μας καθένας, αὐτὰ ἄς εἶναι ἡ σκέψη μας, πῶς νὰ ἀπομακρυνθοῦμε καὶ νὰ ἐλευθερωθοῦμε ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες μας. Ἄν ὅμως καὶ τότε ἀκόμη περιπαίζωμε τὶς ψυχές μας κι ἀδιαφοροῦμε καὶ μεθοῦμε, πῶς λέμε ὅτι ἑορτάζουμε τοὺς ἁγίους, ἀφοῦ διώχνουμε ἀπὸ τὴν ἡμέρα τὴν ἁγιότητα; Ἀλλα ἄς μὴ γιορτάζωμε ἔτσι, ἀδελφοί μου, παρακαλῶ. Ἄς φέρνωμε τὰ σώματα καὶ τὶς ψυχὲς στὸ Θεὸ ἔτσι ὅπως τὰ θέλει καὶ μάλιστα τὶς γιορτινὲς αὐτὲς ἡμέρες κι ἔτσι μὲ τὴ μεσίτευση τῶν ἁγίων νὰ λάβωμε μέρος κι ἐμεῖς στὴν πανήγυρη καὶ στὴν ἀπέραντη ἐκείνη εὐφορσύνη. Μακάρι ὅλοι μας νὰ τὴν ἀπολαύσωμε μὲ τὴ χάρη καὶ τὴ φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Σ’ αὐτὸν ἀξίζει ἡ δόξα μὲ τὸν ἄναρχο Πατέρα του καὶ τὸ Πανάγιο καὶ ζωοποιὸ Πνεῦμα καὶ τώρα καὶ στοὺς αἰῶνες. Ἀμήν.
Μητροπολίτου Τρίκκης καὶ Σταγῶν Διονυσίου
Πατερικὸν Κυριακοδρόμιον
Τόμος Δεύτερος
Ἀθῆναι 1969
σελ.104-113
Πηγή:
O πατέρας τῆς ἦταν ξενοδόχος, ποὺ ἐκείνη τὴν ἐποχὴ θεωρεῖτο ταπεινὸ ἐπάγγελμα. Ὁ Εὐσέβιος ἐξυμνεῖ τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν εὐφυΐα τῆς Ἁγίας Ἑλένης. Ἡ ἐνασχόλησή της μὲ τὴ μελέτη τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τὰ διδάγματα τοῦ Χριστιανισμοῦ, ἀπὸ τὴν παιδικὴ ἀκόμη ἡλικία, σκιαγραφοῦν μιὰ νέα γυναίκα ποὺ διήγαγε κάποιον ἀξιοπρεπῆ βίο χωρὶς νὰ σκανδαλίζει τὴν κοινωνία τοῦ καιροῦ της.
Στὸ Δρέπανο τὴν γνώρισε ὁ νεαρὸς τότε Ἰλλυριὸς ἀξιωματικὸς Κωνστάντιος Χλωρὸς καὶ τὴν ἐρωτεύτηκε (ἡ Ἁγία Ἑλένη ἦταν ὀνομαστὴ γιὰ τὴν καλλονή της). Ὅμως καὶ ἡ Ἁγία Ἑλένη ἀγάπησε τὸν εὐγενῆ στρατιωτικὸ καὶ τὸ 270 μ.Χ. παντρεύτηκαν.
Σὲ αὐτὰ τὰ 23 χρόνια γάμου, ἡ Ἁγία Ἑλένη ἀκολούθησε τὸ σύζυγό της στὴ σκληρὴ στρατιωτικὴ ζωή, σὲ ἐκστρατεῖες στὴ Γερμανία, τὴ Βρετανία κ.α. Περίπου τὸ 274, στὴ Ναϊσσὸ τῆς Μοισίας (σημερινὴ Νίσσα τῆς Σερβίας), ἡ Ἁγία Ἑλένη γέννησε τὸ γιό τους, τὸ Μέγα Κωνσταντῖνο. Τὸ 293 ὁ αὐτοκράτορας Διοκλητιανὸς διόρισε τὸν ἄνδρα τῆς Καίσαρα τῶν Δυτικῶν ἐπαρχιῶν (Γαλατία, Ἱσπανία, Βρετανία) καὶ ἐπειδὴ νόμος ἀπαγόρευε ἀνώτατο ἀξιωματικὸ νὰ ἔχει σύζυγο ταπεινῆς καταγωγῆς, τὴν χώρισε καὶ πῆρε σύζυγο τὴν Θεοδώρα ποὺ ἦταν ἀπὸ ἀρχοντικὴ γενιά. Τότε ἡ Ἁγία Ἑλένη ἀπέδειξε τὴν ἀγάπη της στὸ πρόσωπο τοῦ Κωνστάντιου, καθὼς δὲν τὸν ἐνόχλησε μὲ ψεύτικα διλήμματα. Ἀποχώρησε ἥσυχα ἀπὸ τὴ ζωή του, ἀφήνοντάς του ἐλεύθερό το δρόμο γιὰ τὴ λαμπρὴ πορεία ποὺ ἀνοιγόταν μπροστὰ σ’ ἐκεῖνον καὶ τὸ γιό της. Ἡ ἴδια μαζὶ μὲ τὸ γιὸ τῆς τὸ Μ.Κωνσταντῖνο παρέμειναν ὅμηροί του Διοκλητιανοῦ καὶ ἀργότερα τοῦ Γαλέριου στὴ Νικομήδεια, γιὰ νὰ ἐξασφαλιστεῖ ἡ ὑπακοὴ τοῦ Κωνστάντιου. Ὅταν ὁ Γαλέριος ἀργότερα τοῦ ἐπέτρεψε νὰ δεῖ τὸν πατέρα του, εἶχε στὸ νοῦ του τὴν ἐξόντωσή του, τοῦ ἔστησε ἐνέδρα ἀλλὰ ὁ γενναῖος Κων/νὸς τὴν ἀπέφυγε.
Τὸ 306 μ.Χ. ὁ Μ.Κωνσταντῖνος ποὺ διέπρεπε στὶς μάχες, μετὰ τὸ θάνατο τοῦ πατέρα του ἀνακηρύσσεται ἀπὸ τοὺς στρατιῶτες του, στὸ Γιορκ τῆς Μ. Βρετανίας Καίσαρας, ὁπότε καὶ καλεῖ τὴ μητέρα του κοντά του. Ἔτσι, ἡ Ἁγία Ἑλένη βρίσκεται στὴν αὐλὴ τοῦ γιοῦ της στοὺς Τρεβήρους (σημερινὴ Trier τῆς Γερμανίας) καὶ στὴ Ρώμη. (Ἐνδείξεις γιὰ τὴ διαμονή της στὴ γερμανικὴ ἐπαρχία τῆς αὐτοκρατορίας ἀποτελοῦν τὰ ἐρείπια καὶ οἱ τοιχογραφίες τοῦ ἀνακτόρου τῆς Τρήρ).
Στὴ Ρώμη μετέβησαν ὅταν κάλεσαν τὸν Μ.Κων/νο νὰ γίνει Αὔγουστος καὶ ἔγινε μετὰ τὴ νίκη του στὴ Μιλβία Γέφυρα, ὅπου ἡττήθηκε ὁ Μαξέντιος, ποὺ τοῦ ἀντιστάθηκε.
Ἡ Ἁγία Ἑλένη ἔζησε ἀπὸ κοντὰ ὅλη τὴν ἐξελικτικὴ πορεία τοῦ Μ. Κωνσταντίνου (Καίσαρας, Αὔγουστος, Αὐτοκράτορας) καὶ κάτι ἀκόμη πιὸ σημαντικό, τὸ περίφημο ὅραμα τοῦ μεγάλου Κωνσταντίνου τὸ 322 μ.Χ., πρὶν τὴ μάχη τῆς Μιλβίας Γέφυρας: τὸ φωτεινὸ σταυρὸ μέρα μεσημέρι στὸν οὐρανό, μὲ τὴν ἐπιγραφὴ «Τούτω Νίκα». Τότε, ἡ Ἁγία Ἑλένη πρέπει νὰ ἔλαβε τὸ χριστιανικὸ βάπτισμα, σὲ ἡλικία 60 περίπου ἐτῶν, ἔπειτα ἀπὸ πολυετῆ κατήχηση, προετοιμασία καὶ ἀφοσίωση στὰ διδάγματα τοῦ χριστιανισμοῦ.
Στὴν αὐτοκρατορικὴ αὐλή, ἡ Ἁγία Ἑλένη κατεῖχε ἐξέχουσα θέση, γιατί ἐκτίμησε πολὺ ὁ Μ.Κων/νὸς τὴν ἐνέργειά της νὰ ἀποχωρήσει ἀθόρυβα ἀπὸ τὴ ζωὴ τοῦ συζύγου της ςἀφ’ἑνὸς καὶ ἀφ’ ἑτέρου γιὰ τὴν μεγάλη φροντίδα του στὸν ἴδιο. Ἤδη πρὶν τὸ 324, ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος τῆς εἶχε ἀπονείμει τὸν τίτλο τῆς Nobilissma Femina καὶ ἔκοψε νομίσματα μὲ τὴ μορφή της. Μετὰ τὸ 324 κι ἀφοῦ νίκησε τὸν ἀντίπαλό του Λικίνιο, καὶ παρέμεινε κύριος Ἀνατολῆς καὶ Δύσεως, ἀντὶ βασιλομήτορα, τὴν ὀνόμασε Αὐγούστα. Ἀκόμη, στὸ Φόρο τῆς Κωνσταντινούπολης, ὕψωσε τὶς στῆλες «Κωνσταντίνου καὶ Ἑλένης». πού ἔφεραν ὅμως τὴν ἐπιγραφή: «Εἰς Ἅγιος εἰς Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός, Ἀμήν». Μὲ αὐτὴ τὴ πράξη του, ἔφερε νέο ἦθος στὸ θεσμό.
Ἐπίσης τῆς παραχώρησε τὸ ἀνάκτορο στὸ Σεσσόριο τοῦ Λατερανοῦ, ὅπου της ἔκτισε κι ἕναν ὡραῖο ναό. Ἐκεῖ ἡ Ἁγία Ἑλένη ζοῦσε μιὰ διακριτικὴ ζωή, ἀφιερωμένη σὲ φιλανθρωπικὰ ἔργα καὶ στὴ διάδοση τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας. Ὑπέδειξε μάλιστα στὸ γιό της νὰ ἱδρύσει δημόσια πτωχοκομεῖα, νοσοκομεῖα, ὀρφανοτροφεῖα (κατὰ παραχώρηση, θὰ μπορούσαμε νὰ χρησιμοποιήσουμε τὸ σύγχρονο ὄρο «κρατικὴ πρόνοια», τοῦ ὁποίου σκαπανέας φαίνεται ὅτι ὑπῆρξε ἡ Ἁγία Ἑλένη).
Τὴ θέση της ὅμως στὴν Ἱστορία, ἡ Ἁγία Ἑλένη τὴν ὀφείλει στὸ ταξίδι της στὴν Παλαιστίνη καὶ τὶς ὑπόλοιπες ἀνατολικὲς ἐπαρχίες τῆς αὐτοκρατορίας. Κατὰ τὴ διάρκεια τῆς Α’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου (325 μ.Χ.) πού συνεκάλεσε ὁ ἴδος γιὰ νὰ εἰρηνεύσει τὴν ἐκκλησία, πληροφορήθηκε γιὰ τὴν κατάσταση ποὺ ἐπικρατοῦσε στοὺς Ἁγίους Τόπους καὶ γιὰ αὐτὸ ἔστειλε τὴ μητέρα του στὴν Ἱερουσαλήμ, μὲ σκοπὸ νὰ ἐρευνήσει καὶ νὰ φέρει στὸ φῶς τὰ διάφορα μέρη στὰ ὁποῖα ἔζησε καὶ δίδαξε ὁ Χριστός.
Στὸ διάστημα αὐτὸ (δηλαδὴ κατὰ τὴ παραμονή της στὴν ἀνατολή), συνέβησαν τὰ γεγονότα τοῦ θανάτου τοῦ ἐγγονοῦ της καίσαρα Κρίσπου, μεγαλύτερου γιοῦ τοῦ Μ. Κωνσταντίνου, ἀπὸ τὸ πρῶτο γάμο του μὲ τὴ Νινευίνα, καθὼς καὶ τῆς δευτέρας συζύγου τοῦ Φαύστας, μητριᾶς τοῦ Κρίσπου, γιὰ λόγους ποὺ παραμένουν σκοτεινοί. Μολονότι δὲν εἶναι ἀπόλυτα ἐξακριβωμένο, σύμφωνα μὲ τὸν Ρωμαῖο ἱστορικό, Βίκτωρα Σέξτο Αὐρήλιο (Caes. 41.11-12), ἡ ἐκτέλεση τοῦ ναυάρχου Κρίσπου, ἔγινε κατὰ διαταγὴ τοῦ πατέρα του, Μεγάλου Κωνσταντίνου, καθὼς ἡ Φαύστα (μὲ τὴν ὁποία ἔκανε τρία παιδιὰ) μὲ ψευδομάρτυρες τὸν συκοφάντησε ὅτι προσπάθησε νὰ τὴν βιάσει, ἀφοῦ ἤθελε νὰ προωθήσει τὰ τρία δικά της παιδιά… Ο Μ.Κων/νὸς ποὺ τότε ἦταν, θὰ λέγαμε “Ὁ Ἀνώτατος Δικαστὴς” ὡς αὐτοκράτορας, πεισθεῖς ἀπὸ τὴ γυναίκα του, ἐπέπληξε τὸν Κρίσπο καὶ δυστυχῶς μὲ πίκρα ἐφήρμοσε τὸ νόμο, τὸν ἐφυλάκισε. (Σκληρὸς ὁ νόμος, ἀλλὰ νόμος). Ὅμως πουθενὰ δὲν ἀναφέρεται ἡ καταδικαστική του ἀπόφασις. Τώρα ποιὸς τὸν ἐφόνευσε, κανεὶς δὲν γνωρίζει. Ὅταν ὅμως ἐπέστρεψε ἡ Ἁγία Ἑλένη ἀπὸ τοῦ Ἁγίους Τόπους, καὶ ἔμαθε αὐτὸ τὸ γεγονός, ἐπέκρινε αὐστηρότατα τὸ γιό της γιὰ τὴ σκληρὴ αὐτὴ πράξη του καὶ τὸν ὤθησε νὰ ἐρευνήσει περαιτέρω τὶς κατηγορίες ποὺ εἰπώθηκαν εἰς βάρος τοῦ Κρίσπου.
Ο Μ.Κωνστατίνος, σύμφωνα μὲ τὸν ἴδιο ἱστορικό, διέταξε ἀναψηλάφηση τῆς δίκης καὶ ὅταν ἀποδείχθηκε ἡ ἀπάτη τῆς Φαύστας, μὲ πολλὴ στενοχώρια ἐφήρμοσε πάλι τὸ νόμο καὶ διέταξε τὴν συλληψή της. Πῶς ὅμως βρέθηκε μετὰ 3-4 χρόνια ἀπὸ τὸ θάνατο τοῦ Κρίσπου; Τὴν ἀπώλεια τοῦ γιοῦ του καὶ τῆς Φαύστας, ποὺ τοὺς θρήνησε σὲ ὅλη του τὴ ζωή, ἐπικαλοῦνται ἰδιαίτερα οἱ ἐχθροί του Μ.Κων/νοῦ λέγοντας ὅτι τοὺς σκότωσε γιὰ νὰ ἰσχυροποήσει τὴ θέση του συγχρόνως δὲ ἐπικρίνουν τὴν ἐκκλησία γιὰ τὴν ἁγιοποίησή του. Δὲν θέλουν νὰ γνωρίζουν τὴν τότε ἐπικρατοῦσα κατάσταση, οὔτε τὴν ἀξία τῆς μετάνοιας καὶ τὰ μαθηματικά του Θεοῦ ποὺ πρῶτος οἰκιστὴς τοῦ Παραδείσου εἶναι ὁ ληστής! Καὶ ἡ Ἁγία Ἑλένη κατόπιν ζητοῦσε συγχώρεση ἀπὸ τὸ Θεὸ γιὰ αὐτὲς τὶς πράξεις τοῦ γιοῦ τῆς (πρέπει νὰ εἶναι ἡ μοναδικὴ περίοδος ποὺ οἱ σχέσεις τοῦ Μ.Κωνσταντίνου καὶ τῆς μητέρας τοῦ διῆλθαν κρίση, χωρὶς ὅμως νὰ ἄρει καὶ τὴν εὔνοιά του ἀπὸ τὸ πρόσωπό της, ἄλλωστε ὁ Μ. Κων/νὸς σὲ αὐτὸ τὸ ζήτημα ἔπεσε θύμα ἀπάτης, ἂν εἶναι ἀλήθεια ὅλα αὐτά, πρὶν καν γίνει Χριστιανός).
Δύο εἶναι οἱ σημαντικότερες πράξεις τοῦ Ἁγίου Κων/νου. Ἡ πρώτη εἶναι ἡ ὑπογραφὴ τοῦ διατάγματος τῶν Μεδιολάνων τὸ 313 μ.Χ. μὲ τὸ ὁποῖο σταμάτησαν οἱ διωγμοὶ τριῶν αἰώνων κατὰ τῶν Χριστιανῶν, ἀποφυλακίσθηκαν ὅλοι οἱ διωκώμενοι σὲ ὅλη τὴν ἐπικράτεια καὶ ἔκτοτε ἐπιτρέπετο νόμιμα πλέον νὰ λατρεύεται ὁ Χριστὸς στὶς ἐκκλησίες τους. Ἀνεξιθρησκεία, ὄχι ἐπισημοποίηση τοῦ Χριστιανισμοῦ, ποὺ ἔγινε ἀπὸ τὸν Μ.Θεοδόσιο.
Ἡ χάραξη τῶν ὁρίων καὶ ἡ θεμελίωση τῆς Πόλης ἀπὸ τὸν Μ.Κωνσταντῖνο
Ἡ δεύτερη σημαντική του πράξη ἦταν ἡ μεταφορὰ τῆς πρωτεύουσας τῆς Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας ἀπὸ τὴν Ρώμη στὸ ἀρχαῖο Βυζάντιο, ποὺ ὀνομάσθηκε ἀπὸ τὸν ἴδιο Νέα Ρώμη, ἡ μετονομασθεῖσα ἀργότερα Κωνσταντινούπολη, καὶ ἡ ὁποία εἶχε ζωὴ περίπου 1.100 χρόνια, σημαντικὸ γεγονὸς γιὰ τὴν παγκόσμια ἱστορία καὶ ἰδιαίτερα γιὰ ἐμᾶς τοὺς Ἕλληνες.
Μετὰ τὸ σημεῖο τῆς ἐμφανίσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ὁ Μ.Κων/νος ἔφερε λάβαρο μὲ τὸ Τίμιο Σταυρὸ καὶ τὸ μονόγραμμα ΧΡ, σὲ κάθε μάχη. Μάλιστα Τὸν ἔστησε σὲ κεντρικὰ σημεῖα τῆς Ρώμης καὶ ἐστράφη πιὸ θερμὰ στὸ Χριστιανισμό. Κατόπιν ἔστειλε τὴ μητέρα του στὰ Ἱεροσόλυμα, νὰ προσπαθήσει νὰ ἐρευνήσει γιὰ τυχὸν σημεῖα τῆς παρουσίας τοῦ Κυρίου στὴ γῆ. Ὁ Εὐσέβιος περιγράφει μὲ λεπτομέρειες τὸ ταξίδι τῆς Ἁγίας Ἑλένης (VC, 3.42-47). Τὸ παρουσιάζει ὡς ἕνα εὐλαβέστατο προσκύνημα στοὺς Ἁγίους Τόπους, κατὰ τὸ ὁποῖο ἡ Ἁγία Ἑλένη ἐπιδιδόταν σὲ πράξεις φιλανθρωπίας συντηρώντας ὁλόκληρες κοινότητες, ἀνεγείροντας ἱδρύματα κοινῆς ὠφελείας μὲ αὐτοκρατορικὲς ἐπιχορηγήσεις καὶ ἰδρύοντας μονές. Τὸ γεγονὸς ὅτι σὲ τόσο μεγάλη ἡλικία (πρέπει νὰ ἦταν περίπου 78 χρονῶν, ὅταν ξεκίνησε τὴν περιοδεία τῆς) ἀνέλαβε μία τόσο κοπιαστικὴ ἀποστολή, καταδεικνύει μία γυναίκα πιστή, μὲ ἐξαιρετικὴ δύναμη χαρακτήρα καὶ ἰσχυρὴ θέληση.
Στὴ Βηθλεὲμ καὶ τὸ Γολγοθὰ διεξήγαγε μεγάλες ἀνασκαφές, κατὰ τὶς ὁποῖες βρέθηκαν οἱ τόποι τῆς Γέννησης, τῆς Σταύρωσης καὶ τῆς Ἀνάστασης τοῦ Χριστοῦ. Ἐκεῖ, ἀφοῦ ἔδωσε ἐντολὴ νὰ κατεδαφιστεῖ ὁ ναὸς τῆς Ἀφροδίτης ἀπὸ τὸ Γολγοθά, ἡ Ἁγία Ἑλένη ἀνέγειρε μὲ αὐτοκρατορικὲς χορηγίες τοὺς μεγαλοπρεπεῖς ναοὺς τῆς Γέννησης (στὴ Βηθλεὲμ) καὶ τῆς Ἀνάστασης (στὸ λόφο τοῦ Γολγοθά), ποὺ μέχρι σήμερα ἀποτελοῦν τὰ σημαντικότερα μνημεῖα τοῦ Χριστιανισμοῦ καὶ ἀναστήλωσε τὴν ἐρειπωμένη τότε Ἁγία Πόλη.
Ἡ μεγάλη δόξα τῆς Ἁγίας Ἑλένης, μεταξὺ προπάντων τῶν χριστιανικῶν πληθυσμῶν, ὀφείλεται στὴν εὕρεση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Ὁ Ρουφίνος εἶναι ἐκεῖνος, ποὺ στὴ δική του «Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία», συνδέει τὴν Ἁγία Ἑλένη μὲ τὴν εὕρεση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ (Hist. Eccl 10, 7-8)
Ἀφοῦ ὁλοκλήρωσε τὸ ταξίδι της στὴν Ἀνατολή, ἡ Ἁγία Ἑλένη ἐγκαταστάθηκε στὴ Νικομήδεια. Ἐκεῖ ἀπεβίωσε σὲ ἡλικία 80 ἐτῶν ἔχοντας στὸ πλευρὸ τῆς τὸ γιὸ της Μ.Κωνσταντῖνο, ὅπως μᾶς πληροφορεῖ ὁ Εὐσέβιος (VC, 3.46). Τὸ γεγονὸς ὅτι ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τοῦ 329 μ.Χ. σταματάει ἀπότομα ἡ κοπὴ νομισμάτων μὲ τὴ μορφή της, μᾶς ὁδηγεῖ στὸ συμπέρασμα ὅτι ὁ θάνατός της ἐπῆλθε στὰ τέλη τοῦ 328 ἢ στὶς ἀρχὲς τοῦ 329. Ἐνταφιάστηκε μὲ βασιλικὲς τιμὲς στὴ Ρώμη, στὸ μαυσωλεῖο τῆς ὁδοῦ Λαβικάνας. Ἀργότερα, τὸ λείψανό της μεταφέρθηκε στὶς κατακόμβες Πέτρου καὶ Μαρκελλίνου. Ἡ πορφυρὴ σαρκοφάγος ποὺ περιεῖχε τὸ σκήνωμά της, σήμερα βρίσκεται στὸ μουσεῖο τοῦ Βατικανοῦ. Ἡ Ἐκκλησία τὴν ἀνακήρυξε Ἁγία καὶ Ἰσαπόστολο.
Στὸ μεταξὺ ὁ Ἅγιος Κων/νος καὶ λίγο πρὶν πεθάνει, ἀξιώθηκε τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος, τὸ ὁποῖο ἐπιθυμοῦσε νὰ γίνει στὸν Ἰορδάνη, ἀλλὰ δὲν μπόρεσε καὶ ἀμέσως μετὰ εἶπε: «Νῦν ἀληθεῖ λόγω μακάριον οἰδ’ ἐμαυτόν, νῦν τῆς ἀθανάτου ζωῆς πεφάναι ἄξιον, νῦν τοῦ θείου μετειληφέναι φωτὸς πεπίστευκα». Τώρα, δηλαδή, σύμφωνα μὲ τὸ λόγο τῆς ἀληθείας, ξέρω ὅτι εἶμαι μακάριος, τώρα ἔχω γίνει ἄξιος της ἀθανάτου ζωῆς, τώρα ἔχω πιστέψει πὼς ἔλαβα τὸ θεῖο φῶς. Ἔκτοτε δὲν φόρεσε ξανὰ τὸν βασιλικὸ μανδύα, μέχρι ποὺ ἀρρώστησε καὶ κοιμήθηκε.
Ὁ λαὸς τὸν λάτρευσε γιατί φρόντισε τὰ οἰκονομικά του κράτους, ποὺ ἦταν σὲ ἀθλία κατάσταση, γιὰ τὰ Ἱδρύματα ποὺ ἀνήγειρε, γιὰ τὴν ἀναμόρφωση τοῦ δικαίου, μὲ ἀρχὲς ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο, καὶ γενικὰ γιὰ τὴν χρηστὴ διοίκηση, ποὺ κατώρθωσε καὶ ἔστησε ἕνα κράτος μοναδικὸ γιὰ τὴν ἐποχή του καὶ ὄχι μόνον! Καὶ βέβαια γιὰ τὸ μεγάλο του ἐνδιαφέρον γιὰ τὰ ἐκκλησιαστικὰ ζητήματα ποὺ ἀνεφάνησαν.
Ἐκοιμήθη σὲ ἡλικία 63 ἐτῶν, τὴν 21η Μαΐου 337. Ἡ Ἱστορία ὀνόμασε τὸν Κωνσταντῖνο Μέγα γιὰ τὴ διορατικότητά του, τὴν κυριαρχία του σὲ ὅλο το κόσμο, ὅπου δὲν ἔχασε καμμία μάχη εἴτε στὸ ἐσωτερικό, εἴτε στὸ ἐξωτερικὸ μέτωπο. Ἡ δὲ Ἐκκλησία τὸν ἀνεκήρυξε Ἅγιο καὶ Ἰσαπόστολο γιὰ τὸ τεράστιο ἱεραποστολικό του ἔργο.
Ἡ μνήμη τῶν ἑορτάζεται ἀπὸ τοὺς Ὀρθοδόξους, στὶς 21 Μαΐου, ἐνῶ ἀπὸ τοὺς Καθολικοὺς στὶς 18 Αὐγούστου, ἀλλὰ μόνο ἡ Ἁγία Ἑλένη. (Ἡ Καθολικὴ Ἐκκλησία δὲν ἔχει κατατάξει στοὺς ἁγίους της τὸ Μέγα Κωνσταντῖνο).
Ἀπολυτίκιο
«Πρῶτος πέφηνας, ἐν Βασιλεύσι, θεῖον ἔδρασμα, τῆς εὐσεβείας, ἀπ’ οὐρανοῦ δεδεγμένος τὸ χάρισμα· ὅθεν Χριστοῦ τὸν Σταυρὸν ἐφανέρωσας, καὶ τὴν Ὀρθόδοξον πίστην ἐφήπλωσας. Κωνσταντῖνε Ἰσαπόστολε, σὺν Μητρὶ Ἑλένη θεοφρονι, πρεσβεύσατε ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἠμῶν»
Ἀπολυτίκιο
«Τοῦ Σταυροῦ σου τὸν τύπον ἐν οὐρανῶ θεασάμενος, καὶ ὡς ὁ Παῦλος τὴν κλίσιν οὐκ ἐξ ἀνθρώπων δεξάμενος, ὁ ἐν Βασιλεύσιν Ἀπόστολός σου Κύριε, Βασιλεύουσαν πόλιν τὴ χειρί σου παρέθετο· ἣν περίσωζε διὰ παντὸς ἐν εἰρήνη, πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου, μόνε Φιλάνθρωπε»
Πηγή: Ι. Μ. Ασωμάτων Πετράκη
Ἡ μνήμη του τιμᾶται στὶς 17 Μαΐου
(Τρίτου Μιχαήλ: Ὁ Μετσοβίτης Νεομάρτυς Νικόλαος,
Ἔκδοση Λαογραφικοῦ-Μορφωτικοῦ Συλλόγου Μετσόβου
«Ὁ Νικόλαος Τζαρτζούλης», Ἰωάννινα, 2005)
Α) Ἡ ζωή, καὶ τὸ μαρτύριο τοῦ Νεομάρτυρος Νικολάου.
Ὁ Νεομάρτυς Νικόλαος Μπασδάνης ἢ Βλαχονικόλας[1] ἢ Ἑξηντατρίχης[2], ὅπως ἀλλιῶς ὀνομάζεται, γεννήθηκε στὸ Μέτσοβο[3] τῆς Ἠπείρου ἀπὸ φτωχούς, ἀλλὰ πολὺ πιστοὺς γονεῖς. Ἔζησε σὲ μιὰ περίοδο δύσκολη καὶ ταραγμένη, ἀφοῦ μετὰ τὴν ἀποτυχία τῶν ἐπαναστατικῶν κινημάτων τοῦ Μητροπολίτου Τρίκκης Διονυσίου τοῦ Φιλοσόφου, οἱ διώξεις καὶ οἱ πιέσεις τῶν Μουσουλμάνων κατὰ τῶν χριστιανῶν, εἶχαν φτάσει στὸ ἀποκορύφωμά τους[4].
Σὲ νεαρὴ ἡλικία πῆγε στὰ Τρίκαλα τῆς Θεσσαλίας, ὅπου ἐργαζόταν σὲ τοῦρκικο ἀρτοποιεῖο[5]. Ὕστερα ἀπὸ λίγο χρονικὸ διάστημα, οἱ Τοῦρκοι, χρησιμοποιώντας τρομοκρατικὲς μεθόδους, τὸν ἀνάγκασαν νὰ ἐξισλαμιστεῖ[6]. Ὅταν ὅμως ὁ Νικόλαος συνειδητοποίησε τὸ μεγάλο χριστιανικὸ καὶ ἐθνικό του ὀλίσθημα, ἐπέστρεψε στὸ Μέτσοβο, ὅπου ζοῦσε χριστιανικά[7].
Ἡ φτώχεια ὅμως, καὶ οἱ δύσκολες συνθῆκες διαβιώσεως, ποὺ ἐπικρατοῦν αὐτὴ τὴν περίοδο στὸ Μέτσοβο, ἀναγκάζουν τὸν Νικόλαο νὰ ξαναπάει στὰ Τρίκαλα, γιὰ νὰ πουλήσει δαδί[8]. Ἐκεῖ, ἔγινε ἀντιληπτὸς ἀπὸ κάποιον Τοῦρκο κουρέα, ποὺ γειτόνευε μὲ τὸν ἀρτοποιό, στὸν ὁποῖο ἐργαζόταν ὁ Ἅγιος. Ὁ Τοῦρκος κουρέας συλλαμβάνει τὸν Νικόλαο, τὸν σέρνει βίαια στὸν δρόμο, καὶ τὸν βρίζει δημόσια, γιατὶ πρόδωσε τὸ Ἰσλάμ, καὶ ἔγινε πάλι χριστιανός. Ὁ Νικόλαος, ἐπειδὴ φοβήθηκε τὶς συνέπειες, ἔδωσε στὸν Τοῦρκο κουρέα τὸ φόρτωμα τοῦ δαδιοῦ καὶ δεσμεύτηκε μαζί του νὰ τοῦ φέρνει κάθε χρόνο ἀπὸ ἕνα φόρτωμα δαδί[9]. Μετὰ τὴν συμφωνία αὐτή, ὁ Τοῦρκος ἄφησε ἐλεύθερα τὸν Νικόλαο.
Ἐπιστρέφοντας στὸ Μέτσοβο ὁ Νικόλαος, ἔκανε αὐστηρὴ αὐτοκριτική, καὶ συνειδητοποίησε ὅτι οἱ συνεχεῖς αὐτὲς πνευματικὲς πτώσεις, καὶ οἱ ἔνοχοι συμβιβασμοί, δὲν ἀποτελοῦν γνωρίσματα τῶν γνησίων μαθητῶν τοῦ Ἰησοῦ. Τότε, πῆρε τὴν μεγάλη ἀπόφαση νὰ μὴν ξανασυμβιβαστεῖ σὲ θέματα πίστεως, καὶ ἂν χρειαστεῖ, νὰ θυσιάσει καὶ αὐτὴν ἀκόμη τὴν ζωή του στὸν βωμὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ[10]. Αὐτὲς οἱ μεταπτώσεις, ὅσο ἁπλὲς καὶ ἂν φαίνονται, εἶναι ὡστόσο ἀρκετὰ δραματικές, καὶ παρουσιάζουν τὸν ψυχογραφικὸ πίνακα ἑνὸς ἀνθρώπου, ποὺ πορεύεται ἀπὸ τὴν ὁμιχλώδη ἀτμόσφαιρα πρὸς τὸ φῶς. Στὴν περίπτωση τοῦ Νικολάου, παρακολουθοῦμε τὴν διαλεκτικὴ πορεία μιᾶς ψυχῆς, ποὺ ἀνακαλύπτει κλιμακωτὰ τὸν ἑαυτό της. Γι᾿ αὐτὸ καὶ συγκινεῖ ἰδιαίτερα τὶς ἀδύνατες, ἀσθενικὲς ψυχές μας. Εἶναι μιὰ μορφή, ποὺ ζητάει τὸν Εὐριπίδη τῆς Ὀρθοδοξίας[11].
Μὲ αὐτοπεποίθηση ὁ Νικόλαος πηγαίνει στὸν πνευματικό του γιὰ νὰ ἐξομολογηθεῖ τὰ κρίματά του καὶ νὰ φανερώσει σ᾿ αὐτόν τοὺς μελλοντικούς του στόχους. Ὁ ἔμπειρος ὅμως πνευματικός, ἔχοντας ὑπόψη του τὴν συναισθηματικὴ ἀστάθεια τοῦ Νικολάου, τὸν συμβουλεύει νὰ ἀφήσει πρὸς τὸ παρὸν τοὺς ὑψηλοὺς αὐτοὺς στόχους, ἐπειδὴ φοβόταν μὴν ὑποπέσει σὲ δεύτερη ἄρνηση τῆς πίστεως[12]. Ὁ Νικόλαος ὅμως μένει σταθερὸς στὴν μεγάλη του ἀπόφαση. Ὁ πνευματικός, βλέποντας τὸ σταθερὸ καὶ ἀμετακίνητο φρόνημα τοῦ Νικολάου, τὸν εὐλόγησε καὶ τὸν ἄφησε νὰ πορευτεῖ στὸ μαρτύριο[13].
Μὲ τὴν εὐχὴ τοῦ πνευματικοῦ του, ὁ Νικόλαος μεταβαίνει γιὰ ἄλλη μιὰ φορὰ στὰ Τρίκαλα μὲ τὴν ἀπόφαση νὰ δώσει αὐτὴ τὴν φορά, τὴν καλὴν μαρτυρίαν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἐκεῖ τὸν ἀντιλαμβάνεται ὁ Τοῦρκος κουρέας, ὁ ὁποῖος ἐκνευρισμένος τὸν ῥωτάει γιὰ τὸ δαδί, ποὺ τοῦ εἶχε ὑποσχεθεῖ. Στὴν ἀρνητικὴ ἀπάντηση τοῦ Νικολάου, ὁ κουρέας τὸν καταγγέλλει στοὺς Τούρκους τῆς γειτονιᾶς, οἱ ὁποῖοι μὲ βίαιο τρόπο τὸν φέρνουν στὸ τούρκικο κριτήριο μὲ βασικὴ κατηγορία τὴν ἀλλαξοπιστία. Στὶς ἐρωτήσεις καὶ ἀπειλὲς τῶν Τούρκων δικαστῶν, ὁ Νικόλαος ἀπαντάει: Χριστιανὸς ἐγεννήθην καὶ Χριστιανὸς εἶμαι καὶ Χριστιανὸς θέλω νὰ ἀποθάνω[14]. Μὴ μπορώντας νὰ τὸν μεταπείσουν μὲ τὴν πειθώ, χρησιμοποιοῦν τὴν βία, ἡ ὁποία μεταφράζεται σὲ ἄγριους ξυλοδαρμούς, σκόπιμη στέρηση τῆς τροφῆς καὶ τοῦ νεροῦ, σαδιστικὲς καὶ ἀπάνθρωπες ἐνέργειες[15]. Τέλος, τὸν ῥίχνουν σὲ σκοτεινὴ φυλακή, ὅπου γιὰ πολλὲς μέρες τὸν ταλαιπωροῦν μὲ πείνα, δίψα καὶ διάφορα βασανιστήρια. Ἀλλὰ ὁ Νικόλαος τὰ ὑποφέρει ὅλα μὲ θαυμαστὴ πίστη καὶ ὐπομονή.
Γιὰ δεύτερη φορά, τὸν παρουσιάζουν στὸ ἄνομο κριτήριο, ὅπου καὶ πάλι ὁ Νικόλαος, ἐκήρυξε μεγαλοφώνως τὸν Χριστόν, πὼς εἶναι Θεὸς ἀληθινὸς καὶ Αὐτὸν πιστεύει καὶ δὲν τὸν ἀρνεῖται πώποτε[16].
Οἱ Τοῦρκοι δικαστές, βλέποντας τὴν ἀμετάκλητη γνώμη τοῦ Νικολάου, παίρνουν τὴν ἀπόφαση νὰ τὸν ῥίξουν στὴν φωτιά. Μὲ ἐντολή τους ἀνάβεται μεγάλη πυρκαΐα στὴν κεντρικὴ ἀγορα τῶν Τρικάλων, πάνω στὴν ὁποία μὲ μανία καὶ πάθος ῥίχνουν τὸν Νικόλαο[17]. Ὁ Ἅγιος, μὲ θαυμαστὴ γαλήνη καὶ ἡρεμία ἀντιμετώπισε τὸ μαρτύριο, δοξολογώντας μάλιστα τὸν Χριστό, γιατὶ ἀξιώθηκε νὰ ἀτιμαστεῖ καὶ νὰ θανατωθεῖ γιὰ χάρη Του. Ἔτσι τὴν 17η Μαΐου 1617[18] ὁ Νεομάρτυς Νικόλαος παρέδωσε τὴν ἁγιασμένη του ψυχή, στὸν Ἀρχηγὸ τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου.
Τὸ βράδυ τῆς μαρτυρικῆς αὐτῆς ἡμέρας, κάποιος πιστὸς κεραμοποιός, ἀπὸ εὐλάβεια κινούμενος, ἀφοῦ ἔδωσε ἀρκετὰ χρἠματα στοὺς Τούρκους φύλακες, ποὺ ἀγρυπνοῦσαν στὸν τόπο τοῦ μαρτυρίου, ἀγόρασε τὴν κάρα τοῦ Νεομάρτυρος, ποὺ εἶχε μερικὲς βλάβες στὸ σημεῖο τῶν κροτάφων ἀπὸ τὴν φωτιά. Ἐπειδὴ ὅμως φοβόταν τοὺς Τούρκους, ἔκρυψε τὴν κάρα σὲ τοῖχο τοῦ σπιτιοῦ του, χωρὶς κανένας νὰ γνωρίζει αὐτή του τὴν ἐνέργεια[19].
Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ κεραμοποιοῦ, τὸ σπίτι ἀγοράστηκε ἀπὸ κάποιον ποὺ ὀνομαζόταν Μέλανδρος. Αὐτός, δὲν γνώριζε ἀπολύτως τίποτε γιὰ τον μεγάλο θησαυρὸ ποὺ κρυβόταν στὸν τοῖχο τοῦ σπιτιοῦ του. Τὶς βραδυνὲς ὥρες τῆς 17ης Μαΐου 1618 εἶδε νὰ λάμπει φῶς στὸ σημεῖο ἐκεῖνο τοῦ τοίχου καὶ κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ ὕπνου, δέχτηκε τὴν πληροφορία ὅτι στὸ σημεῖο αὐτό, βρίσκεται κρυμμένη ἡ Κάρα τοῦ Νεομάρτυρος Νικολάου. Τὸ πρωΐ, ἄνοιξε τὸ μέρος ἐκεῖνο τοῦ τοίχου καὶ βρῆκε τὴν Ἁγία Κάρα. Ὅμως, ἐπειδὴ ἔκρινε τὸν ἕαυτό του ἀνάξιο νὰ κρατάει ἕναν τόσο μεγάλο θησαυρό, τὴν δώρησε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Βαρλαὰμ τῶν Μετεώρων[20], ὅπου εἶχε ἀδελφὸ μοναχό, γιὰ μνημόσυνο αἰώνιο δικό του καὶ τῶν γονέων του.
Ἐκεῖ φυλάγεται μέχρι σήμερα μὲ ἐξαίρετη εὐλάβεια σὲ ὀκτάπλευρο ἀσημένιο κουτί, ἡ κάρα τοῦ Ἁγίου, καὶ γεμίζει τὸν τόπο μὲ ξεχωριστὴ εὐωδία διαρκείας, ποὺ τὴν αἰσθάνεται ἔντονα ὁ κάθε προσκυνητής. Ἡ ἀργυρὰ θήκη τῆς Ἁγίας Κάρας ἔχει τὴν ἑξῆς ἐπιγραφή:
ΚΑΤΕΣΚΕΥΑΣΘΗ ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΚΟΥΤΙΟΝ ΤΗΣ ΣΕΒΑΣΜΙΑΣ ΚΑΡΑΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΤΟΥ ΕΚ ΜΕΤΣΟΒΟΥ, ΔΙΑ ΕΞΟΔΩΝ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΤΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΤΕΚΝΩΝ ΑΥΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΙ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΛΟΙΠΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ ΔΕΣΚΑΤΑΣ ΕΙΣ ΨΥΧΙΚΗΝ ΣΩΤΗΡΙΑΝ, ΔΙΑ ΣΥΝΔΡΟΜΗΣ ΤΟΥ ΠΑΝΟΣΙΩΤΑΤΟΥ (ΕΝ) ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΙΣ ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΗΓΟΥΜΕΝΕΥΟΝΤΟΣ ΠΑΠΑ-ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ ΚΑΙ ΠΑΠΑ-ΕΥΘΥΜΙΟΥ ΤΩΝ ΕΚ ΤΗΣ ΣΕΒΑΣΜΙΑΣ ΜΟΝΗΣ ΤΟΥ ΒΑΡΛΑΑΜ ΕΝ ΜΕΤΕΩΡΟΙΣ. ΔΙΑ ΧΕΙΡΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ… ΕΚ ΚΩΜΗΣ ΚΑΛΑΡΡΥ(ΤΩΝ) 1819 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ ΠΡΩΤΗ[21].
Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν Ἁγία Κάρα, σώζονται τεμάχια τῶν χεριῶν τοῦ Ἁγίου στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἐλεούσης Ἰωαννίνων[22], καὶ στὸν Ναὸ τοῦ Ἁγίου Νικολάου Σκαμνελίου Ἰωαννίνων[23], καθὼς καὶ δόντι τοῦ Ἁγίου στὴν Ἱερὰ Μονὴ Κοιμήσεως Θεοτόκου Μετσόβου[24].
Β) Τὰ θαύματα τοῦ Ἁγίου
Ἡ Κάρα τοῦ Νεομάρτυρος, τόσο παλιότερα ὅσο καὶ σημερα θαυματουργεῖ. Δέκτες τῆς θαυματουργικῆς δυνάμεως, εἶναι ὅλοι οἱ χριστιανοί, ποὺ προσέρχονται μὲ πίστη.
α) Τὰ Τρίκαλα, μὲ μόνη τὴν παρουσία τῆς Ἁγίας Κάρας σώθηκαν κάποτε ἀπὸ βαρὺ θανατικό, ποὺ μάστιζε τὴν περιοχή.
β) Τὸ ἴδιο ἔγινε καὶ στὸ χωριὸ Δεσκάτη Γρεβενῶν.
γ) Τὸ ἱστορικὸ χωριὸ Καλαῤῥύτες Ἰωαννίνων, μὲ μόνη τὴν παρουσία τῆς Κάρας τοῦ Νεομάρτυρος, λυτρώθηκε ἀπὸ βασανιστικὴ λοιμικὴ ἀῤῥώστια[25].
* * *
δ) Κυρίως ὅμως ἠ Κάρα τοῦ Νεομάρτυρος Νικολάου καταδιώκει καὶ ἐξοντώνει τὶς ἀκρίδες. Στὶς ἀγροτικὲς περιοχὲς τῆς Θεσσαλίας, ὅπου οἱ ἀκρίδες καταστρέφουν τοὺς καρπούς, μεταφέρεται ἡ Ἁγία Κάρα, καὶ μὲ ἕναν τρόπο θαυμαστό, οἱ ἀκρίδες καταστρέφονται καὶ οἱ καρποὶ διατηροῦνται ἀβλαβεῖς[26]. Καὶ αὐτοὶ ἀκόμα οἱ Τοῦρκοι, ἔμειναν ἐκστατικοὶ μπροστὰ σὲ αὐτὸ τὸ θαῦμα, ποὺ ἐπαναλαμβάνεται καὶ σήμερα πολλὲς φορές, παρόλο τὸν ὀρθολογισμὸ καὶ τὴν δυσπιστία τῆς ἐποχῆς μας.
* * *
ε) Στὸ χωριὸ Ὀξύνεια Τρικάλων, εἶναι ἀκόμη ζωντανὴ ἠ παράδοση γιὰ θαύματα τοῦ Ἁγίου. Ὁ Δημήτριος Καλούσιος καταγράφει ὠς ἐξῆς τὴν ζωντανὴ αὐτὴ παράδοση τοῦ χωριοῦ: … Στὸ μέρος αὐτὸ ἀκουγόταν βουή, ἦταν ἕνα στοιχειό· ἔσκουζε ἡ Μπαλάτσα καὶ πέθαιναν νύμφες καὶ μικρὰ παιδιά, δὲν σωζόταν ἡ νεολαία στὸ χωριό. Ἄκουγαν τὸ βουνό, σὰν νὰ μούγγριζε ἕνα βόδι· ὅταν βούϊζε πρὸς τὸ χωριὸ Ὀρθοβούνι, πέθαινε ἀπὸ ἐκεῖ ὁ κόσμος. Βρῆκαν ἐκεῖ την εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Νικολάου, ἀλλὰ ἤθελαν νὰ κτίσουν τὸ ἐκκλησάκι λίγο πιὸ κάτω, γιὰ κοντά, νὰ ἐδῶ στὰ Λιβάδια, ὅπου φαίνεται ἀκόμα τὸ σκάψιμο. Ἀλλὰ τὸ καντηλάκι τοῦ Ἁγίου πήγαινε πιὸ πάνω, στὸ βουνό. Πάαιναν οἱ μάστοροι νὰ χτίσουν τὸ πρωΐ, κι εὕρισκαν καὶ τὰ ὑλικὰ φευγάτα κεῖ πάνω. Ἐδῶ ἤθελε ὁ Ἅι-Νικόλας νὰ τοῦ χτίσουν τὸ ἐκκλησάκι. Κι ἀπὸ τότε ποὺ χτίσαμε τὴν ἐκκλησία, σταμάτησε τὸ φονικό, καὶ αὐγατήθηκε τὸ χωριό μας.
στ) …Πολὺ θαυματουργὸς στὸ χωριό μας ὁ Ἅι-Νικόλας, παρατηρεῖ κάποια ἄλλη, ἡ Ὀξύνεια τὸν τιμᾶ πολύ. Πήγαμε στὰ ξένα, στὴν Γερμανία, σκοτωμένο δὲν φέραμε πίσω. Ὅ,τι ἐπιθυμεῖ ὁ καθένας προσεύχεται καὶ τὸ παίρνει. Σάπιζαν κάποτε στὴν περιοχή μας τὰ κρέατα τῶν ζώων· τὸ χωριό μας ἔκαμε λιτανεία τοῦ Ἁγίου καὶ δὲν ἔπαθε τίποτα.
ζ) Μιὰ ἄλλη φορά, εἶχαμε πολλὴ ἀκρίδα· πήραμε πάλι τὴν εἰκόνα τοῦ Ἁγίου μὲ τὸ ἄλογο, ἔγινε λιτανεία καὶ τὴν ἄλλη μέρα, ὅλη ἡ ἀκρίδα ἔφυγε ἀπὸ τὶς πλαγιές, καὶ τὰ χωράφια, κι ἔπεσε στὸ ποτάμι.
η) Μᾶς ἦρθε καὶ ξηρασία· λιτανεία, καὶ τὴν ἑπομένη ἔβρεξε.
θ) Ἕνα μουγγὸ κορίτσι μίλησε.
ι) Μιὰ κοπέλα, τὴν εἶχαν στὸ Δαφνί, στὸ τρελλοκομεῖο, τὴν ἔφεραν ἐδῶ κι ἔγινε καλά.
ια) Ἕνας πατέρας ἀπὸ τὸ Τσούγκουρο, ποὺ ἔφερε τὸ παιδί του ἐδῶ καὶ τὸ γιάτρεψε ὁ Ἅγιος, ἔκανε τάμα κι ἔδωσε καὶ στὸ παιδί του παραγγελία: Ὅσο βελάζει κι ἕνα κατσίκι ἀκόμα στὸ κοπάδι, θὰ τὸ πᾶς στὸν Ἅι-Νικόλα.
ιβ) Ἕνας ἄλλος ἀπὸ τὴν Ὀξύνεια, ἔταξε καὶ εἶπε καὶ στὸ παιδί του: Ὅσο θἄχεις τὰ πρόβατα, θὰ στέλνεις κάθε χρόνο ἕνα ἀρνὶ στὸν Ἅγιο. Ἅμα τάξεις τὸ σφαχτό, καὶ δὲν τὸ δώσεις, τότε ἢ θὰ ψοφήσει, ἢ θὰ τὸ φάει ὁ λύκος![27]
* * *
ιγ) Ὁ τοπικός μας Ἅγιος, Νικόλαος ὁ ἐκ Μετσόβου ὁ Νεομάρτυς, κατὰ καιροὺς μᾶς ἐκπλήσσει μὲ τὴν θαυματουργική του χάριν. Τὴν 8ην Αὐγούστου 1968, μᾶς ἐχάρισε ἕνα ἀκόμη θαῦμά του. Ἀποκατέστησε τὴν ἐκ χρονίας ἀγκυλώσεως πάσχουσα χεῖρα μιᾶς μοναχῆς, ἀδελφῆς τῆς Ἱ. Μονῆς τοῦ Ἀγίου Στεφάνου, πρᾶγμα ποὺ δὲν ἐπέτυχον ἐπὶ ἔτη αἱ ὑπὸ τῶν ἰατρῶν θεραπευτικαὶ ἀγωγαὶ καὶ ἐγχειρήσεις, καθὼς καὶ τὰ ἰαματικὰ λουτρά.
Ἡ ἐν λόγῳ μοναχῇ, κατὰ τὴν εἰς τὰ λουτρὰ Σμοκόβου παραμονήν της διὰ λουτροθεραπείαν, εἶδεν ἐν ὀνείρῳ κάποιον μὲ Μετσοβίτικην ἐνδυμασία νὰ τῆς λέγῃ: Καλὰ εἶναι καὶ τὰ λουτρά. Ἐγὼ ὅμως θὰ σὲ κάμω καλά. Νὰ ἔλθῃς εἰς ἐμἐνα. Εἶμαι ἐκεῖ κοντά σου. Ὅταν ἐπέστρεψεν εἰς τὸ Ἡσυχαστήριόν της διηγήθη εἰς τὴν Ἡγουμένη τὸ ὅραμα καὶ ὅτι τῆς ἦταν ἄγνωστος ὁ νέος. Ἡ Ἡγουμένη ἀντελήφθη ὅτι μὲ στολὴν Μετσοβίτικην θὰ ἦτο ὁ Ἅγιος Νικόλαος, ὅπου εἰς τὴν Ἱ. Μονὴν Βαρλαὰμ φυλάσσεται ἡ Τιμία Κάρα τοῦ Ἁγίου. Τὴν 8η Αὐγούστου ἡ Ἡγουμένη μετὰ δύο ἀκόμη ἀδελφῶν καὶ τῆς πασχούσης μοναχῆς μετέβησαν εἰς τὴν Ἱερὰν Μονὴν Βαρλαάμ. Ἐκεὶ ἀνεγνώρισε τὸν Ἅγιον ἐκ μιᾶς τοιχογραφίας. Κατὰ τὴν στιγμὴν ποὺ ἡ μοναχὴ ἐπλησίασε νὰ προσκυνήσῃ τὴν Ἁγίαν Κάραν καὶ μόλις ἐπέθεσε τὴν ἀγκυλωμένη χεῖρα τῆς ἐπ᾿ αὐτῆς ἀντελήφθη τὴν Τιμίαν Κάραν τοῦ Ἁγίου νὰ κινῆται, νὰ τρέμῃ, καὶ ἐν συνεχείᾳ ᾐσθάνθῃ ἕνα τίναγμα εἰς τὴν χεῖρά της, ὡσὰν νὰ ἤγγισε ἐπὶ ἠλεκτροφόρου σύρματος. Μετὰ ταῦτα διεπίστωσεν ὅτι εἶχε θεραπευθῆ. Τὸ θαῦμα εἶχε συντελεσθῆ. Θαυμαστὸς λοιπὸν ὁ Θεὸς ἐν τοῖς Ἁγίοις Αὐτοῦ. Ἔκτοτε, αὕτη εἶναι ὑγιεστάτη καὶ μονάζει σήμερον (1988) εις τὴν Μονὴν Φυλῆς Ἀττικής, ἥτις καὶ διηγεῖται τὸ θαῦμα τὸ ὁποῖον ἔγινεν διὰ πρεσβειῶν τοῦ Μάρτυρος[28].
ιδ) Ἕτερο θαῦμα στὴν δεκαετία τοῦ 1980, ἔγινε στὴν Ἱ. Μ. Βαρλαάμ. Ἕνα κορίτσι ἀπὸ τὸ χωριὸ Μηλιὰ Μετσόβου, ἔπασχε ἀπὸ ἐπιληψία βαρειᾶς μορφῆς. Οἱ γονεῖς τῆς τὴν πῆγαν σὲ πολλοὺς γιατρούς, ἀλλὰ πουθενὰ δὲν βρέθηκε θεραπεία. Τελικά, τὴν πῆγαν στὴν Ἱερὰ Μονὴ Βαρλαάμ, ὅπου ἀσπάσθηκε τὴν Κάρα τοῦ Ἁγίου. Ἔκτοτε τὸ κορίτσι αὐτὸ εἶναι ὑγιέστατο καὶ ζεῖ καὶ κινεῖται σὲ φυσιολογικὰ πλαίσια.
***
ιε) Τέλος, ἀναφέρουμε ἀντιπροσωπευτικὰ ἕνα ἀπὸ τὰ πολλὰ θαύματα, ποὺ γίνονται συχνά, στὸν Ναό του στὴν Κατοχὴ Αἰτωλοακαρνανίας.
Τὸ θαῦμα ποὺ εἶναι γνωστὸ σὲ ὅλους τοὺς κατοίκους τοῦ χωριοῦ, ἔχει σχέση μὲ τὴν παρεμπόδιση τοῦ γκρεμίσματος τοῦ Ναοῦ, ὅταν γίνονταν τὰ ἀρδευτικὰ ἔργα ἀπὸ τὶς ἐταιρείες ΕΔΟΚ-ΕΤΕΡ. Ὅταν χαράσσονταν οἱ γραμμὲς γιὰ τοὺς δρόμους καὶ τὰ αὐλάκια (κανάλια), ἔφτασαν σιγὰ-σιγὰ καὶ στὸν λόφο τοῦ Ἅη-Νικόλα. Ὁ ἐπικεφαλῆς μηχανικός, ἀφοῦ τοποθέτησε τὰ μηχανήματα (διόπτρες σκοπεύσεως κλπ), ἀποφάσισε πὼς γιὰ νὰ γίνει καλὸ τὸ ἀντλιοστάσιο καὶ στὴν σωστὴ θέση, ἔπρεπε νὰ κτισθεῖ στὴν θέση τῆς ἐκκλησίας καὶ φυσικὰ ἡ ἐκκλησία θὰ γκρεμιζόταν. Οἱ ἄλλοι ἐργαζόμενοι (ἀνάμεσά τους καὶ πολλοὶ Κατοχιανοί), προσπάθησαν νὰ τὸν μεταπείσουν, ἀλλὰ ἐκεῖνος δὲν ἄκουγε τίποτε. Ὅταν ὅμως ξανακοίταξε μὲ τὶς διόπτρες, γιὰ νὰ χαράξει τὴν τελικὴ γραμμή, εἶδε μέσα τὴν μορφὴ ἑνὸς νέου μοναχοῦ. Αὐτὸ ἔγινε πολλὲς φορές, καὶ τὸ εἶδαν πολλοὶ ἄνθρωποι στὴν συνέχεια, ἐνῷ ὅταν μετακινοῦσε τὴν διόπτρα, ἡ μορφὴ τοῦ μοναχοῦ γινόταν ἄφαντη. Ὅταν δόθηκε ἐντολή, σὲ χειριστὴ μπουλντόζας νὰ προχωρήσει στὸ γκρέμισμα τοῦ ναοῦ, τὸ μηχάνημα ἔπαθε ζημιά. Ὅσες φορὲς καὶ ἂν προσπάθησαν δὲν πέτυχαν τὸν σκοπόν τους. Νὰ σημειωθεῖ ὅτι πρὸς ἄλλλη, ἀντίθετη κατεύθυνση, τὸ μηχάνημα κινοῦνταν κανονικά, ἐνῷ πρὸς τὸν Ναὸ ὄχι. Ἀφοῦ λοιπὸν ὁ μηχανικὸς πείστηκε πὼς ἡ θαυμαστὴ αὐτὴ ἐπέμβαση τοῦ Ἁγίου γινόταν γιὰ νὰ διασωθεῖ τὸ ξωκλήσι, ἀποφάσισε τὴν τροποποίηση τῶν σχεδίων καὶ τελικὰ ἔγινε τὸ ἀντλιοστάσιο λίγο πιὸ βόρεια, στὴν θέση ποὺ εἶναι σήμερα[29].
Γ) Οἱ Ναοὶ τοῦ Ἁγίου.
α) Μεγαλοπρεπὴς Ναὸς βυζαντινοῦ ῥυθμοῦ ἀνεγέρθηκε πρὶν λίγα χρόνια στὰ Τρίκαλα, στὴν θέση παλιοῦ ναοῦ τοῦ Νεομάρτυρος, ποὺ χτίστηκε τὸ 1957, ἐπὶ Μητροπολίτου Δωροθέου. Ἐφυλάσσετο δὲ τὸ ἄσπρο καὶ τριμμένο πουκάμισο τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ ποὺ δωρήθηκε τὸ 1972 στὸν ὁμώνυμο Ἱερὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ στὰ Τρίκαλα. Τὸ ἅγιο τοῦτο πουκάμισο δωρήθηκε στὸν Ναὸ ἀπὸ τὴν εὐσεβὴ οἰκογένεια τοῦ Γεωργίου Γκαναβάρα, στὸ σπίτι τῆς ὁποίας παλιότερα στὴν Κρανιὰ Ἀσπροποτάμου εἶχε ξεντυθεῖ σὲ μιὰ περιοδεία του ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς.
β) Στὴν πόλη τοῦ Τυρνάβου ὑπάρχει παλιὰ βασιλική, ἀφιερωμένη στὸν Ἅγιο Νικόλαο τὸν ἐκ Μετσόβου, καθὼς καὶ ὁλόκληρος συνοικισμὸς ποὺ φέρει τὸ ὄνομά του. Ὁ ναὸς αὐτὸς χτίστηκε ἀπὸ τοὺς Μετσοβίτες τοῦ Τυρνάβου ὕστερα ἀπὸ προτροπὴ τοῦ μεγάλου Μετσοβίτη Διδασκάλου τοῦ Γένους Νικολάου Τζαρτζούλη, ὁ ὁποῖος δίδαξε στὸν Τύρναβο τὸ 1765. Ὁ ναὸς αὐτὸς πανηγυρίζει τὴν Κυριακὴ τοῦ Θωμᾶ.
γ) Ναὸς τοῦ Νεομάρτυρος ὑπάρχει καὶ στὸ χωριὸ Ὀξύνεια Τρικάλων, στὸ σημεῖο ὅπου κατὰ τὴν παράδοση ὁ Ἅγιος ξεπέζευε μὲ τὰ ζῶά του ὅταν πήγαινε στὰ Τρίκαλα γιὰ πουλήσει δαδί. Ὁ Ναὸς ἀνακαινίστηκε τὸ 1973.
δ) Στὸ Μέτσοβο, ὑπάρχει πρὸς τιμὴν τοῦ Νεομάρτυρος γραφικὸ παρεκκλήσι ποὺ χτίστηκε τὸ 1800 καὶ εἶναι προσκολλημένο στὸ ἰστορικὸ μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Νικολάου ἐπισκόπου Μύρων τῆς Λυκίας. Στὴν δυτικὴ ἐσωτερικὴ πλευρὰ τοῦ Ναοῦ, ὑπάρχει μιὰ θαυμαστὴ ἁπλοϊκὴ ὑδατογράφης, ποὺ ἔγινε τὸ 1800 ἀπὸ τὸν λαϊκὸ ζωγράφο Διονύσιο Μαρέσο, καὶ παριστάνει τὸ Μέτσοβο μὲ ἁπλοϊκὰ διακοσμήματα.
Ἐπίσης στὸ Μέτσοβο καὶ ἀκριβῶς στὸ χῶρο ὅπου βρισκόταν τὸ σπίτι τοῦ Ἁγίου, χτίστηκε μικρὸ προσκύνημα.
ε) Στὴν Κατοχὴ Αἰτωλοακαρνανίας, οἱ κάτοικοι ἔκτισαν στὸν ὁμώνυμο λόφο ἀρχικὰ ἕναν μικρὸ ναό, καὶ τὰ τελευταία ἕναν μεγαλύτερο. Ἡ παράδοση ἀναφέρει γιὰ τὸν θαυματουργικὸ τρόπο ἀνευρέσεως τῆς εἰκόνας τοῦ Ἁγίου στὴν κουφάλα πουρναριοῦ. Κατὰ πᾶσαν πιθανότητα, ἡ τιμὴ τοῦ Ἁγίου μεταφέρθηκε ἐκεῖ ἀπὸ τοὺς Βλάχους τῆς Πίνδου, οἱ ὁποῖοι τοὺς χειμερινοὺς μῆνες μετέφεραν ἐκεῖ τὰ πρόβατά τους.
στ) Τὰ τελευταία χρόνια χτίστηκε ναὸς στὴν τοποθεσία Σαλονίκη τῆς Πάρνηθας.
ζ) Ἐπίσης στὸ χωριὸ Βλαχάβα Καλαμπάκας.
η) Καὶ ἰδωτικὸς τοῦ Νικολάου Γκουργκούλια, στὸ χωριὸ Ἀχλαδέα Καλαμπάκας.
Δ) Ἡ τιμὴ τοῦ Ἁγίου.
Τὸ Μέτσοβο, τὰ Τρίκαλα, ἠ Ἀθήνα, τὰ Γιάννινα καὶ ἡ Μονὴ Βαρλαὰμ τῶν Μετεώρων, γιορτάζουν μὲ ξεχωριστὴ λαμπρότητα τὴν μνήμη τοῦ Νεομάρτυρος.
α) Στὸ Μέτσοβο, τὰ παλιότερα χρόνια, ἡ πανήγυρη τοῦ Ἀγίου γιορταζόταν στὸ παρεκκλήσι του, ποὺ εἶναι προσκολλημένο στὸ Μοναστήρι τοῦ Ἀγίου Νικολάου, ἐπισκόπου Μύρων τῆς Λυκίας. Ἐπειδὴ ὅμως ἠ γιορτὴ ἦταν ὑποβαθμισμένη, ἐπὶ τῆς πρώτης Ἐξαρχίας τοῦ Ἀρχιμανδίτου Βενεδίκτου Βοΐλα (1893-1900), καθιερώθηκε ἡ 17η Μαΐου ὡς τοπικὴ γιορτή. Ἐπίσης καθιερώθηκε νὰ ψάλλεται στὶς Ἐκκλησίες τοῦ Μετσόβου σὲ κάθε Θεία Λειτουργία τὸ Ἀπολυτίκιο τοῦ Νεομάρτυρος πρὶν ἀπὸ τὸ Ἀπολυτίκιο τοῦ Ἁγίου τοῦ Ναοῦ.
Για τὸ πῶς γιορταζόταν τότε ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου στὸ Μέτσοβο, ἡ ἐφημερίδα Ἤπειρος, ἀριθμὸς φύλλου 50/13-6-1910, γράφει σὲ ἀνταπόκρισή της τὰ ἑξῆς: Τὴν 17ην Μαΐου τοῦ ἔτους 1617 έμαρτύρησεν ἐν Τρικκάλοις τῆς Θεσσαλίας ὁ ἐκ Μετσόβου Νεομάρτυς Νικόλαος ἐμμείνας εἰς τὴν πάτριον θρησκείαν καὶ προτιμήσας τὸ ὑπὲρ τοῦ Χριστοῦ θάνατον μαρτυρικόν. Ἐφ᾿ ᾧ εἰς τὸ ἐν τῇ Ἱερᾷ Μονῇ τοῦ Ἁγίου Νικολάου παρεκκλήσιόν του ἐτελέσθη πανηγυρικὴ Θεία Λειτουργία Ἐξαρχική, εἰς ἥν πλὴν ἄλλων πολλῶν μετέβησαν καὶ οἱ μαθηταὶ τῶν σχολείων μας ἐν παρατάξει τῇ συνοδείᾳ τῶν διδασκάλων.
Σήμερα στὸ Μέτσοβο, ἡ μνήμη τοῦ πολιούχου γιορτάζεται μὲ κάθε λαμπρότητα ὡς ἑξῆς: Τὶς ἀπογευματινὲς ὥρες τῆς παραμονῆς τῆς γιορτῆς γίνεται λιτάνευση τῆς Ἱερᾶς Εἰκόνας καὶ τῶν λειψάνων τοῦ Ἁγίου. Ἡ ἱερὰ πομπή, ξεκινάει ἀπὸ τὸν Ἱερὸ Ναὸ τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς, διέρχεται διὰ μέσου τῶν κεντρικῶν δρόμων τῆς πόλεως καὶ καταλήγει στὸν Ἱερὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Δημητρίου. Ἐκεῖ τελεῖται Μέγας Ἀρχιερατικὸς Ἑσπερινός, μὲ ἀρτοκλασία καὶ θεῖο κήρυγμα. Τὴν ἡμέρα τῆς γιορτῆς, τελεῖται στὸν Ἰερὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Δημητρίου πανηγυρικὴ Ἀρχιερατικὴ Θεία Λειτουργία. Τὸ ἀπόγευμα τῆς γιορτῆς, στὸ παρεκκλήσι τοῦ Νεομάρτυρος Νικολάου στὴν Ἱερὰ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Νικολάου Μύρων Λυκίας, ψάλλεται ὁ παρακλητικὸς κανόνας τοῦ Ἁγίου, ἐνῶ ἀργότερα στὴν κεντρικὴ πλατεία τοῦ Μετσόβου οἱ χορευτικοὶ σύλλογοι τῆς πόλεως παρουσιάζουν ἕνα πλούσιο γιορταστικὸ πρόγραμμα.
***
β) Πανηγυρικὰ γιορτάζεται καὶ στὰ Τρίκαλα ὁ Νεομάρτυς Νικόλαος. Τὴν παραμονὴ τῆς γιορτῆς, στὸν φερώνυμο Ναὸ τῆς πόλεως τελεῖται Μέγας Ἀρχιερατικὸς Ἑσπερινός, μὲ τὴν συμμετοχὴ ὅλων τῶν ἱερέων τῆς πόλεως καὶ πλήθους πιστῶν. Τὸ πρωὶ τῆς γιορτῆς τελεῖται πανηγυρικὴ Ἀρχιερατικὴ Θεία Λειτουργία. Πρὶν ἀπὸ τὸν Ἑσπερινό, στὴν εἴσοδο τοῦ Ναοῦ, γίνεται ἡ ὑποδοχὴ τῆς θαυματουργῆς ἁγίας Κάρας τοῦ Νεομάρτυρος, ἠ ὀποία στὴν συνέχεια ἐκτίθεται σὲ λαϊκὸ προσκύνημα.
***
γ) Ἡ Μονὴ Βαρλαὰμ τῶν Μετεώρων, ποὺ κατέχει τὸν πολύτιμο θησαυρὸ τῆς ἁγίας Κάρας, γιορτάζει μὲ βυζαντινὴ μεγαλοπρέπεια τὴν μνήμη τοῦ Νεομάρτυρος. Τὸ βράδυ τῆς παραμονῆς τῆς γιορτῆς, τελεῖται ὁλονύχτια ἀγρυπνία μὲ τὴν συμμετοχὴ ὅλων τῶν ἡγουμένων τῶν Μονῶν τῶν Μετεώρων. Τὴν ἀγρυπνία παρακολουθοῦν πολλοὶ πιστοί, ποὺ ἔρχονται γι᾿ αυτὸ τὸ σκοπό, ἀπὸ διάφορα μέρη.
***
δ) Ἀλλὰ καὶ στὴν Ἀθήνα, ἠ μετσοβίτικη παροικία, τιμᾶ τὴν μνήμη τοῦ Νεομάρτυρος. Μὲ πρωτοβουλία τοῦ Ἐξωραΐστικοῦ Συλλόγου Μετσόβου, τὴν πρώτη Κυριακὴ μετὰ τὴν 17η Μαΐου, τελεῖται στὸ παρεκκλήσι τῆς Φοιτητικῆς Ἑστίας Τοσίτσα, στὴν Κάτω Κηφισιά, Θεία Λειτουργία μὲ ἀρτοκλασία. Ἀκολουθεῖ τὸ πατροπαράδοτο μετσοβίτικο γλέντι κάτω ἀπὸ τὰ πανύψηλα δένδρα τῆς Φοιτητικῆς Ἑστίας.
***
ε) Τέλος, οἱ Μετσοβίτες τῶν Ἰωαννίνων, γιορτάζουν τὸν Ἅγιο μὲ πανηγυρικὴ Θεία Λειτουργία καὶ ἀρτοκλασία στὸν Ἱερὸ Ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων Φρουρίου Ἰωαννίνων.
Ε) Ἀκολουθίες τοῦ Ἁγίου.
Δύο Ἀκολουθίες πρὸς τιμὴν τοῦ Ἁγίου ἔχουν γραφτεῖ:
α) Ἡ πρώτη εἶναι πόνημα τοῦ Μεγάλου Μετσοβίτη Διδασκάλου τοῦ Γένους Νικολάου Κύρκου ἢ Τζαρτζούλη καὶ γράφτηκε αἰτήσει τοῦ φιλοχρίστου λαοῦ. Ἡ Ἀκολουθία αὐτή, ἐκδόθηκε γιὰ πρώτη φορὰ στην Βενετία τὸ 1757 ἀπὸ τὸν Ἀντώνιο Τζάτα μὲ δαπάνη τοῦ Γιαννιώτη Πολυζώη Λαμπανιτζιώτη. Ἡ δεύτερη ἔκδοση τῆς ἴδιας Ἀκολουθίας, ἔγινε στὴν Βενετία τὸ 1771 μὲ τὴν ἐπιμέλεια καὶ τὶς διορθώσεις τοῦ Ἀντωνίου Βόρτολη. Ἀνατύπωση τῆς Ἀκολουθίας αὐτῆς ἔγινε τὸ 1968 στὰ Τρίκαλα Θεσσαλίας μὲ δαπάνη τοῦ ἀειμνήστου Μετσοβίτη Ἐπαμεινώνδα Σ. Ῥουστοπάνη.
β) Ἡ δεύτερη Ἀκολουθία, εἶναι ποίημα τοῦ ἀειμνήστου ὑμνογράφου τῆς Ἐκκλησίας μας, Γερασίμου μοναχοῦ Μικραγιαννανίτου. Ἡ Ἀκολουθία αὐτὴ περιλαμβάνεται στὸ Ἠπειρωτικὸ Λειμωνάριο, ποὺ ἐκδόθηκε στὴν Ἀθήνα τὸ 1968, μὲ τὴν πρόνοια τοῦ μακαριστοῦ, τότε Μητροπολίτου Ἰωαννίνων Σεραφείμ, καὶ μετέπειτα Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἐλλάδος
May 17. Nikolaos new Martyr Metsovo biography.
The New Martyr Nikolaos, was born to poor but faithful parents at the end of the 16th century in Metsovo, Ipiros.
When he was young, he went to Trikala, Thessaly, where he worked in a Turkish bakery. There he was forced to become a muslim.
Upon his return to Metsovo, Nikolaos led a Christian life. However, poverty and the difficult living conditions forced him to go to Trikala again to sell pine wood. There he was seen by a Turkish barber with whom Nikolaos had made an agreement to give him a load of pine wood every year so that he would not betray him to the Turkish authorities for denying to become muslim. Upon returning to Metsovo, Nikolaos made his final decision never again to compromise on matters of faith and if necessary, even to sacrifice his own life.
Haring received the blessing of his spintual father, Nikolaos once again went to Trikala. This time to bear «the testimory of Jesus Christ» (Apoc. 1,2). There he was arrested by the Turks and condemned with the crarge of having denied to become a muslim. When he was threatened by the Turks, he answered: I was born a christian, I am a christian and I wish to die as a christian. The Turkish court finally condemned him to death by burning. Thus, Nikolaos was burnt by fire on 17th May, 1617 in the central market of Trikala.
Nikolaos᾿ skull, which was miraculously preserved, was dedicated to the Holy Monastery of Varlaam at Meteora. To this day, it gives off a sweet fragrance aud performs miracles.
[1] Ἀγγελ. Χατζημιχάλη: Οἱ ἐν τῷ Ἑλληνοσχολείῳ Μετσόβου διδάξαντες καὶ διδαχθέντες, ἐν Ἰωαννίνοις 1994, σ. 67. Πρβλ. Γεωργ. Ἀθαν. Οἰκονόμου: 40 Ἅγιοι τῆς Ἠπείρου, 1955, σ.54
[2] Ἰεζεκιὴλ Μητροπολίτου Θεσσαλιώτιδος: Ὁ νεοφανὴς Ἅγιος Νικόλαος ὁ ἐξ Ἰχθύος καὶ οἱ Ἅγιοι Νικόλαοι τοῦ ὅλου ἐνιαυτοῦ, Η-Θ (1930-31). Πρβλ. Φωτίου Γ. Οἰκονόμου: Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἠπείρου, Ἀθῆναι, 1982, σ.211
[3] Εὐγενίου Βουλγάρεως: Πρὸς Πέτρον τὸν Κλαίρκιον· ἐπιστολὴ περὶ τῶν μετὰ τὸ σχίσμα Ἁγίων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ τῶν γινομένων ἐν αὐτῇ θαυμάτων, Ἀθήνησι, 1844, σ. 28· ὅπου ἀναφέρεται ὅτι ὁ Σίλβεστρος ὀνομάζει τὸν Ἅγιο, Νικόλαο ἐξ Ἰωαννίνων
[4] Δημητρίου Σαλαμάγκα: Ὁ Νεομάρτυρας Ἅγιος Γεώργιος Ἰωαννίνων, Ἀθήνα, 1954, σ. 13
[5] Νικοδήμου Ἁγιορείτου: Νέον Μαρτυρολόγιον, Ἀθῆναι, 19613, σ. 67. Πρβλ. Κων. Χ. Δουκάκη: Μέγας Συναξαριστής, Ἀθῆναι, 1892, τ. Ε´, σ. 308. Μακαρίου Κορίνθου, Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Νικηφόρου Χίου καὶ Ἀθανασίου Παρίου: Συναξαριστὴς Νεομαρτύρων, Ἐκδόσεις Ὀρθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 1984, σ. 531. Βίκτωρος Ματθαίου: Ὁ Μέγας Συναξαριστὴς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, Ἀθῆναι, 1950, τ. Ε´, σ. 422
[6] Otto Meinardus: A Study of the Relics of Saints of the Greek Orthodox church, Orient Christianus, t.54, Wiesbaden, 1970, s. 224
[7] Χρυσ. Παπαδοπούλου: Οἱ Νεομάρτυρες, ἐκδόσεις Τῆνος, Ἀθῆναι, 19703, σ. 59. Πρβλ. Ἀναστασίου Ἰωανν.: Σχεδίασμα περὶ τῶν Νεομαρτύρων, Μνήμη 1821, Θεσσαλονίκη, 1971, σ. 35
[8] Περαντώνη Ἰωάννου: Λεξικὸν τῶν Νεομαρτύρων, τ. Α´, Ἀθῆναι, 1972, τ. Γ´, σ. 387
[9] Βίκτωρος Ματθαίου, ὅ. π., σ. 422
[10] Δουκάκη, ὅ. π. σ. 310
[11] Δημ. Σιωμοπούλου: Οἱ Νεομάρτυρες καὶ ἠ ἐθνικὴ ἀναγέννηση, α. τ. και χ. χ., σ. 23
[12] Νικοδήμου Ἁγιορείτου, ὅ. π., σ. 67. Πρβλ. Συναξαριστὴς Νεομαρτύρων, ὅ. π., σ. 531
[13] Περαντώνη: Λεξικόν, τ. Γ´, ὅ. π., σ. 387
[14] Νικοδήμου Ἁγιορείτου, ὅ. π., σ. 68. Πρβλ. Δουκάκη, ὅ. π., σελ. 310 καὶ Συναξαριστὴς Νεομαρτύρων, ὅ. π., σ. 532
[15] Δουκάκη Κωνσταντίνου: Ἀκολουθία ᾀσματικὴ μετὰ ἐγκωμίου πάντων τῶν νεοφανῶν Μαρτύρων, Ἀθῆναι, 1897, σελ. 32. Πρβλ. Κώστα Σαρδελῆ: Ὁ Ἅγιος τῶν σκλάβων, Ἀθήνα, 1991, σ. 238
[16] Νικοδήμου Ἁγιορείτου, ὅ. π., σ. 68. Πρβλ. Δουκάκη, ὅ. π., σελ. 310 καὶ Συναξαριστὴς Νεομαρτύρων, ὅ. π., σ. 532
[17] Σωφρονίου Εὐστρατιάδου: Ἁγιολόγιον τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἐκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας, Ἀθῆναι, 1960, σ. 539
[18] Louis Petit: Bibliographie des Acolouthies queques, Bruxelles, 1926, s. 215. Πρβλ. Χρυσ. Παπαδοπούλου, ὅ. π. σ. 59. Χατζημιχάλη, ὅ.π., σ. 65. Γ. Οἰκονόμου, ὅ. π., σ. 53. Περαντώνη: Λεξικόν, ὅ. π., σελ. 387. Τρύφ. Εὐαγγελίδου: Νέα Ἑλλάς, Ἀθῆναι, 1913, σ. 272. Κων. Σάθα: Μεσαιωνικὴ Βιβλιοθήκη, τ. Γ´, Βενετία, 1872, σ. 606. Ἀνδρέα Μιχαλοπούλου: Μεγάλες Μορφές, Ἀθῆναι, 19763, σ. 163. Κων. Δεσπότη: Οἱ Ἅγιοι τῆς Ἠπείρου, Ἰωάννινα, 1986, σ. 33. Κονιδάρη Γερ.: Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία τῆς Ἑλλάδος, Ἀθῆναι, 1970, σ. 182. Βοβολίνη Κων.: Ἡ Ἐκκλησία εἰς τὸν ἀγώνα τῆς ἐλευθερίας, Ἀθῆναι, 1952, σ. 37
[19] Βίκτωρος Ματθαίου, ὅ.π., σ. 423
[20] Νικ. Ι. Γιαννοπούλου: Τὰ Μετέωρα, Βόλος, 1926, σ. 78. Πρβλ τοῦ ἰδίου: Αἱ παλαιαὶ Ἐκκλησίαι Τρικκάλων καὶ οἱ δύο Βησσαρίωνες Λαρίσης, Ἀθῆναι, 1926, σ. 7. Περαντώνη: Λεξικόν, ὅ. π., σ. 387. Ἰεζεκιὴλ Θεσσαλιώτιδος, ὅ. π., σ. 217 καὶ Γ. Οἰκονόμου, ὅ. π., σ. 54
[21] Πολυκάρπου Τύμπα: Βίος καὶ Ἀκολουθία τοῦ Ἁγίου ἐνδόξου Νεομάρτυρος Νικολάου, Ἀθῆναι, 1972, σ. 9
[22] Γ. Οἰκομόμου, ὅ. π., σ. 54
[23] Ἀθηναγόρου Μητροπολίτου Παραμυθίας καὶ Πάργης: Νέος Κουβαρᾶς, ΗΧ4 (1929), σ. 18
[24] Θέκλας Μοναχῆς: Ἡ Παναγία τοῦ Μετσόβου, α. τ., 1985, σ. 52
[25] Νικοδήμου Ἁγιορείτου, ὅ. π., σ. 68. Πρβλ. Δουκάκη, ὅ. π., σελ. 311, Συναξαριστὴς Νεομαρτύρων, ὅ. π., σ. 533, καὶ Βίκτωρος Ματθαίου ὅ. π., σ. 424
[26] Βακαλοπούλου Ἀποστόλου: Ἱστορία τοῦ Νέου Ἑλληνισμοῦ, τ. Α´, Θεσσαλονίκη, 1961, σ. 241
[27] Δημ. Καλουσίου: Τὸ πανηγύρι τοῦ Μετσοβίτη Νεομάρτυρα Ἁγίου Νικολάου στὴν Ὀξύνεια Καλαμπάκας, περ. Ἅγιος Βησσαρίων, Ἰαν-Ἰουν. 1990, σσ. 32 & 34. Καὶ Δημ. Μυλωνᾶ: Τοπωνύμια-Ἐπώνυμα καὶ Ξωκλήσια τῆς Ὀξύνειας, Θεσσαλονίκη, 1988, σ. 32
[28] Ἱερᾶς Μητροπόλεως Τρίκκης καὶ Σταγῶν: Δελτίον Ἐνημερώσεως, Αὔγουστος 1968, τεύχος 82 & π. Εὐαγγέλου Ματζουνέα, γραμματέως τῆς ἐπὶ τῶν Νομοκανονικῶν Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς, εἰσηγητικὴ ἔκθεση γιὰ τὴν ἀνακήρυξη Ἁγίου.
Πρβλ. Τύμπα ὅ.π., σσ. 15-16 & Συμεὼν Κατσίμπρα: Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁ ἐκ Μετσόβου, Ἰωάννινα, 1982, σσ. 84-87
[29] Κων. Ῥόμπολα: Ὁ Κατοχιανὸς Ἅγιος Νικόλαος ὁ Μετσοβίτης, Κατοχή, 2002, σσ. 42-43
Τῆ δεκάτη ἕκτῃ τοῦ αὐτοῦ μηνός, μνήμη τοῦ Ὁσίου
πατρός ἡμῶν Θεοδώρου τοῦ Ἠγιασμένου, μαθητοῦ τοῦ Ὁσίου Παχωμίου
᾽Απὸ οἰκογένεια ἐπιφανῶν χριστιανῶν τῆς ῎Ανω Αἰγύπτου, ὁ ὅσιος Θεόδωρος διῆγε παιδιόθεν βίο εὐσεβῆ. Σὲ ἡλικία δώδεκα ἐτῶν, βλέποντας τὶς ἑτοιμασίες τῆς οἰκογένειάς του γιὰ τὴν ἑορτὴ τῶ Θεοφανείων, καταλήφθηκε ἀπὸ βαθύτατη κατάνυξη καὶ εἶπε στὸν ἑαυτό του: «῍Αν ἀπολαύσεις τὶς τροφὲς αὐτές, δὲν θὰ κερδίσεις τὴν αἰώνιο ζωή». ῎Εκτοτε ἐνήστευε ὅλες τὶς ἡμέρες μέχρι ἑσπέρας καὶ ἀπείχε ἀπὸ κάθε ἐπιτηδευμένο ἔδεσμα. Δύο χρόνια ἀργότερα, ἔγινε δεκτὸς στὴν Μονὴ τῆς Λατοπόλεως, ὅπου διῆγε ἀναχωρητικὸ βίο κοντὰ σὲ κάποιους γέροντες μοναχούς. Read more
Ὁ ὅσιος πατὴρ ἡμῶν Παχώμιος γεννήθηκε περὶ τὸ 292 στὴν ῎Ανω Θηβάιδα ἀπὸ γονέις ἐθνικούς, ἀλλὰ ἀπὸ παιδὶ ἀκόμη ἔνιωθε ἔντονη ἀποστροφὴ γιὰ τὴν εἰδωλολατρία καὶ ἐπέδειξε ἔμφυτη κλίση πρὸς τὸ ἀγαθό. Στρατολογήθηκε διὰ τῆς βιας κατὰ τὴν ἐκστρατεία τοῦ Μαξιμίνου Δάια ἑαντίον τοῦ Λικινίου (312) ὅπου συγκινήθηκε βαθιὰ ἀπὸ τὴν ἀγάπη ποὺ ἔδεξαν οἱ χριστιανοί τῶν Θηβῶν ἀπέναντι στους νεοσυλλέκτους ποὺ τοὺς ἔσερναν μὲ σκληρότητα πρὸς τὰ στρατόπεδά τους σὰν νὰ ἦταν αἰχμάλωτοι. Read more
Δεν θὰ πρέπει νὰ λησμονεῖται ὅτι αὐτὸς ποὺ πρῶτος εἰσήγαγε τὸ μοναχισμὸ στὴ Λατινικὴ Δύση ἦταν ὁ Ἄγ. Ἀθανάσιος. Κατὰ τὴν ἐξορία τοῦ τὸ 340, ὁ Ἄγ. Ἀθανάσιος ἔφερε μαζί του στὴ Ρώμη δυὸ μοναχοὺς ἀπὸ τὴν Αἰγυπτιακὴ ἔρημο, ἐκ τῶν ὁποίων ἕνας ἦταν ὁ Ἀμμώνιος ὁ ἄλλος ἦταν ὁ Ἰσίδωρος. Ἡ Ρώμη ἔνιωσε ἀμηχανία. Ἀλλὰ ἡ ἀρχικὴ ἀντίδραση ἀποδοκιμασίας καὶ περιφρόνησης γρήγορα μεταβλήθηκε σὲ θαυμασμὸ καὶ ὕστερα σὲ μίμηση. Δυὸ πρόσθετες ἐπισκέψεις τοῦ Ἄγ. Ἀθανασίου στὴ Ρώμη στερέωσαν τὴν ἔναρξη τῆς μοναστικῆς κινήσεως στὴ Λατινικὴ Δύση. Ὁ Ἄγ. Ἀθανάσιος ἐπέδρασε ἀκόμα καὶ στὸ βόρειο τμῆμα τῆς Λατινικῆς αὐτοκρατορίας -κατὰ τὴν ἐξορία τοῦ τὸ 336 ἔζησε ἀρκετὸ καιρὸ στὰ Τρέβιρα (Trier), καὶ ὅπου πῆγε ὁ Ἄγ. Ἀθανάσιος ἐξάπλωσε τὴ γνώση τοῦ μοναχισμοῦ. Τὸν ἴδιο περίπου καιρὸ ὅμως στὴν Αἴγυπτο, ὁ Ἅγιος Παχώμιος ὀργάνωνε τὸν Κοινοβιακὸ Μοναχισμό. Read more
Ὁ Δαβὶδ κάνει πιὸ χαρμόσυνό το νόημα κάθε ἑορτῆς, προσαρμόζοντας πάντοτε κατάλληλα στὴν ἀπαίτηση τῆς ἑορτῆς τὴν παναρμόνια ἐκείνη κιθάρα του. Ἃς μᾶς φαιδρύνει λοιπὸν ὁ ἴδιος προφήτης καὶ τὴ μεγάλη ἑορτὴ τῆς Πεντηκοστῆς, ἀνακρούοντας μὲ τὸ πλῆκτρο τοῦ Πνεύματος στὶς χορδὲς τοῦ τὴ μελωδία τῆς σοφίας. Ἃς μᾶς πεῖ ἀπὸ τὴν ἔνθεη ἐκείνη μελωδία, τὸ κατάλληλο στὴ χάρη τῆς ἑορτῆς αὐτῆς· «ἐλᾶτε νὰ ὑψώσομε στὸν Κύριο φωνὲς ἀγαλλίασης»· Πρῶτα πρέπει νὰ ἐννοήσομε ποιὰ εἶναι ἡ σημερινὴ δωρεά, κι ἔτσι ἔπειτα νὰ χρησιμοποιήσομε τὸν κατάλληλο στίχο ἀπὸ τὴν προφητεία γιὰ τὸ λόγο μας. Καὶ δῶστε μου τὴν ἄδεια νὰ διασαφηνίσω, ὅσο μου εἶναι δυνατό, τὸ λόγο μου γι’ αὐτὰ μὲ μιὰ σειρὰ καὶ τάξη. Read more
Μέσα στὴ σεπτὴ χορεία τῶν πολυάριθμων ἁγίων, ποὺ γεννήθηκαν, ἔζησαν ἢ τέλειωσαν τὴν ἐπίγεια βιοτή τους στὸ μυροβόλο καὶ εὐλογημένο νησὶ τῆς Χίου, ξεχωριστὴ θέση κατέχει ὁ Ἅγιος Ἰσίδωρος, ὁ πρωτομάρτυς τοῦ ἁγιοτόκου αὐτοῦ νησιοῦ τοῦ Αἰγαίου, ὁ ὁποῖος μὲ τὸ ἔνδοξο μαρτύριο τοῦ κατὰ τὴν περίοδο τῶν διωγμῶν τοῦ αὐτοκράτορος Δεκίου (249 – 251μ.Χ.) ἑδραίωσε τὸ δένδρο τῆς χριστιανικῆς πίστεως στὴ μυροβόλο Χίο καὶ πότισε μὲ τὸ ἁγνό του αἷμα τὴν εὐλογημένη χιακὴ γῆ. Ἐπιπλέον κατέστη φωτεινὸ παράδειγμα καὶ σημεῖο εὐλαβικῆς ἀναφορᾶς γιὰ τοὺς πολυάριθμους μάρτυρες, νεομάρτυρες, ἀσκητὲς καὶ ὁσίους, ποὺ ἁγίασαν καὶ λάμπρυναν πνευματικά το ἀκριτικὸ αἰγαιοπελαγίτικο νησὶ μὲ τὴ χριστομίμητη ζωὴ καὶ τὸ ἀγωνιστικό τους φρόνημα. Read more
Πρόμαχος τῆς Ὀρθοδοξίας. Θιασώτης τοῦ ἀσκητισμοῦ.
Ἀντιαιρετικὸς συγγραφέας μὲ ἁγιότητα βίου καὶ ἀγωνιστικὸ φρόνημα ἀσυνήθιστο.
Νὰ τί χαρακτηρίζει τὴ ζωὴ τοῦ μεγάλου τούτου πατέρα τῆς Κυπριακῆς Ἐκκλησίας, ποὺ σύμφωνα μὲ τὸν ἅγιο Ἱερώνυμο εἶναι «τὸ τελευταῖο λείψανο τῆς ἀρχαίας εὐσέβειας». Read more
Ὁ Ἅγιος Χριστοφόρος γεννήθηκε περὶ τὸ 200 μ.Χ. σὲ μιὰ βάρβαρη χώρα τῆς Ἀνατολῆς καὶ τῆς Ἀσίας. Γεννήθηκε ἀπὸ μιὰ φυλὴ ἀνθρωποφάγων. Ἦταν γιγαντόσωμος ἀλλὰ ὅμως καὶ πολὺ ἄσχημος. Γι’ αὐτὸ καὶ τὸν ὀνόμασαν Ρέπροβο, ποὺ σημαίνει, κακομούτρης δὴλ σκυλομούρης «κυνοπρόσωπος». Ἀλλὰ εἶχε καλὴ καρδιὰ καὶ ὁ Θεὸς τὸν καθοδήγησε ὥστε νὰ τὸν γνωρίσει.
Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁ Νεος γεννήθηκε στὰ μέρη τῆς Ἀνατολῆς ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς καὶ ἐνάρετους. Ὅταν ἐνηλικιώθηκε κατατάχθηκε στὸν Αὐτοκρατορικὸ Στρατό, μὲ τὸ ἀξίωμα τοῦ Δούκα…
γυμνάζοντας τοὺς στρατιῶτες του, στὸ νὰ εἶναι γενναῖοι καὶ ἀτρόμητοι πολεμιστές, κυρίως ὅμως τοὺς νουθετοῦσε καὶ τοὺς δίδασκε νὰ πιστεύουν στὸν Θεό, νὰ προσεύχονται, νὰ μὴν ἀδικοῦν ποτὲ κανέναν καὶ νὰ ζητοῦν ἀπὸ τὸν Χριστὸ νὰ τοὺς δίνει δύναμη γιὰ νὰ πολεμοῦν τοὺς ἐχθρούς. Read more
Τῷ αὐτῷ μηνὶ Η΄, μνήμη τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου καὶ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, ἤτοι ἡ σύναξις τῆς ἁγίας κόνεως τῆς ἐκπορευομένης ἐκ τοῦ τάφου αὐτοῦ, ἤγουν τοῦ Μάννα (1).
Οὐ βρῶσιν ἀλλὰ ῥῶσιν ἀνθρώποις νέμει,
Τὸ τοῦ τάφου σου Μάννα μῦστα Κυρίου.
Ὀγδοάτῃ τελέουσι ῥοδισμὸν βροντογόνοιο.
Ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Ἰωάννης ἦταν γιὸς τοῦ Ζεβεδαίου καὶ τῆς Σαλώμης, καὶ νεώτερος ἀδελφός του ἀποστόλου Ἰακώβου. Στὴν ἀρχὴ ἦταν μαθητὴς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου, καὶ κατόπιν ἔγινε μαθητὴς τοῦ Κυρίου. Ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς δώδεκα μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ, καὶ μάλιστα μαθητὴς «ὃν ἠγαπα ὁ Ἰησοῦς» (Ἰωάννου ια΄ 20), δηλαδή, τὸν ὁποῖο ἀγαποῦσε ἰδιαίτερα ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός. Ἡ Ἐκκλησία τοῦ ἀπένειμε τὴν προσωνυμία τοῦ Θεολόγου, καὶ στὴν ἁγιογραφία εἰκονίζεται μὲ ἕναν ἀετὸ κοντὰ στὸ κεφάλι του. Read more
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ μνήμη τοῦ Ὁσίου πατρὸς ἡμῶν Ἀρσενίου τοῦ Μεγάλου.
Λαθεῖν βιώσας Ἀρσένιος ἠγάπα,
Ὃς οὐ δὲ πάντως ἐκβιώσας λανθάνει.
Βίος σύντομος {Ὁσίου Νικοδήμου)
Βίος κατά πλάτος
Βίος σύντομος (Ὁσίου Νικοδήμου)
Οὗτος ὁ Ὅσιος ἦτον γέννημα καὶ θρέμμα τῆς μεγαλοπόλεως παλαιᾶς Ῥώμης, ἐκ νεαρᾶς ἡλικίας φυλάξας τὸν ἑαυτόν του καθαρὸν ἐνδιαίτημα τοῦ Θεοῦ. Ὅθεν ἐπειδὴ ἦτον γεμάτος ἀπὸ κάθε ἀρετὴν καὶ σοφίαν, τόσον τὴν ἐσωτερικὴν καὶ θείαν, ὅσον καὶ τὴν ἐξωτερικὴν καὶ ἀνθρωπίνην, διὰ τοῦτο ἔλαβε καὶ τὴν χειροτονίαν τοῦ Διακόνου, κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ βασιλέως Θεοδοσίου τοῦ Μεγάλου ἐν ἔτει τοθ΄ [379]. Read more
«Αὐτά εἶπεν ὁ Ἰησοῦς καί ἐσήκωσε τούς ὀφθαλμούς του εἰς τόν οὐρανόν καί εἶπε.Πάτερ, ἦλθεν ἡ ὥρα, δόξασε τόν Υἱόν σου, διά νά σέ δοξάσῃ καί ὁ Υἱός σου».
«Αὐτός πού ἐφαρμόζει τάς ἐντολάς σου καί τάς διδάσκει», λέγει, «αὐτός θά ὀνομασθῇ μέγας εἰς τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. 5,19). Καί πολύ εὔλογα.διότι τό νά φιλοσοφῇ κανείς μέ λόγια εἶναι εὔκολον, ἐνῷ τό νά παρουσιάζῃ μέ ἔργα αὐτά πού λέγει, εἶναι γνώρισμα ἀνθρώπου γενναίου καί μεγάλου. Διά τοῦτο καί ὁ Χριστός, ὁμιλῶν περί ἀνεξικακίας, ἀναφέρει τόν ἑαυτόν του, προτρέπων ἀπό αὐτόν νά λαμβάνωμεν τά παραδείγματα. Διά τοῦτο καί μετά ἀπό αὐτήν τήν παραίνεσιν, ἔρχεται εἰς τήν προσευχήν, διδάσκων ἡμᾶς κατά τάς δοκιμασίας, ἀφήνοντες κατά μέρος ὅλα, νά καταφεύγωμεν εἰς τόν Θεόν. Ἐπειδή δηλαδή εἶπεν, «Εἰς τόν κόσμον θά ἔχετε θλῖψιν» (Ἰω. 16,33), καί ἐνέβαλεν ἀνησυχίαν εἰς τάς ψυχάς των, μέ τήν προσευχήν ἀνιστᾷ πάλιν τό φρόνημά των.διότι μέχρι τότε τόν ἐπρόσεχαν ὡσάν ἄνθρωπον. Καί δι̉ ἐκείνους κάμνει τά ἴδια, ὅπως ἀκριβῶς καί εἰς τήν περίπτωσιν τοῦ Λαζάρου, καί λέγει τήν αἰτίαν, ὅτι δηλαδή «Τό εἶπα διά τό παρευρισκόμενον πλῆθος, διά νά πιστεύσουν ὅτι σύ μέ ἀπέστειλες» (Ἰω. 11,42). Read more
Ὁ Ἅγιος μάρτυς Κοδράτος βρισκόταν στὴ Νικομήδεια τῆς Μικρᾶς Ἀσίας κατὰ τοὺς χρόνους τῶν αὐτοκρατόρων Δεκίου (249-251) καὶ Βαλεριανοὺ (253-259). Εξαιτίας τῆς πίστεώς του στὸ Χριστὸ τὸν συνέλαβαν, μαζὶ μὲ πολλοὺς ἄλλους χριστιανούς, οἱ εἰδωλολάτρες καὶ τὸν παρέδωσαν στὸν ἀνθύπατο τῆς πόλεως. Ὁ Ἅγιος, χωρὶς νὰ φοβηθεῖ τὸ παραμικρό, διακήρυξε μὲ παρρησία τὴν πίστη του στὸ Χριστό. Ὕστερα δὲ ἀπὸ τὴ διακήρυξή του αὐτὴ ὑποβλήθηκε σὲ φοβερὰ βασανιστήρια. Συγκεκριμένα, τὸν ξάπλωσαν καταγῆς οἱ βασανιστὲς καὶ τὸν χτύπησαν ἀνηλεῶς μὲ ξερὰ βούνευρα, ὥστε σὲ ὅλο του τὸ σῶμα ἀνοίχτηκαν βαθιὲς πληγὲς καὶ τὸ αἷμα ποὺ ἔρευσε ἀπὸ αὐτὲς γέμισε τὸ ἔδαφος κάτω καὶ γύρω του. Στὴ συνέχεια τὸν ἔκλεισαν σὲ μιὰ φυλακὴ μὲ ἀπάνθρωπες συνθῆκες διαβίωσης. Read more
Ὁ Ὅσιος Σεραφεὶμ ὑπῆρξε σπουδαῖος ἀνάμεσα στοὺς ἀσκητὲς καὶ διέλαμψε μέσῳ τῶν θαυμάτων του. Πατρίδα του εἶχε τὸ ἀποκαλούμενο σήμερα Ζέλι, χωριὸ μικρό, ὑποκείμενο στὴ χώρα τοῦ Ταλάντου τῆς Βοιωτίας.
Οἱ γονεῖς του ἦταν εὐσεβεῖς καὶ ἐνάρετοι. Ἐνῷ ἀκόμη ἦταν βρέφος καὶ δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ διακρίνει τὶς ἡμέρες, ὅμως τὸ Πανάγιο Πνεῦμα γνωρίζοντας ἀπὸ πρὶν τὴ μελλοντικὴ πνευματικὴ προκοπή του τὸ φώτιζε καὶ τὸ δίδασκε ὅτι ἡ Τετάρτη καὶ ἡ Παρασκευὴ εἶναι ἡμέρες τῶν Παθῶν τοῦ Κυρίου, γι’ αὐτὸ καὶ ἔμενε νηστικό, ὅπως ἡ ἴδια ἡ μητέρα του ἔλεγε στοὺς γείτονες. Μόνο κατὰ τὴν δύση τοῦ ἡλίου, ἐπειδὴ δὲν μποροῦσε νὰ ἀντέξει περισσότερο νὰ νηστεύει, θήλαζε λίγο καὶ κοιμόταν. Read more