(Ματθ. κε΄31-46)

Ὑπόμνημα εἰς τόν Ἅγιον Εὐαγγελιστὴν Ματθαῖο, ὁμιλία ΟΘ΄

Read more

Εὔαγγελιο Κυριακῆς: Λουκ. (ιθ. 1 – 10).

χχΤῷ καιρῶ ἐκείνω διήρχετο ὁ Ἰησοῦς τὴν Ἱεριχῶ· 2 καὶ ἰδοὺ ἀνὴρ ὀνόματι καλούμενος Ζακχαῖος, καὶ αὐτὸς ἣν ἀρχιτελώνης, καὶ οὗτος ἣν πλούσιος, 3 καὶ ἐζήτει ἰδεῖν τὸν  Ἰησοῦν τίς ἐστι, καὶ οὐκ ἠδύνατο ἀπὸ τοῦ ὄχλου, ὅτι τὴ ἡλικία μικρὸς ἥν. καὶ προδραμῶν ἔμπροσθεν ἀνέβη ἐπὶ συκομορέαν, ἴνα ἴδη αὐτόν, ὅτι ἐκείνης ἤμελλε διέρχεσθαι. 5 καὶ ὡς ἦλθεν ἐπὶ τὸν τόπον, ἀναβλέψας ὁ  Ἰησοῦς εἶδεν αὐτὸν καὶ εἶπε πρὸς αὐτόν· Ζακχαῖε, σπεύσας καταβηθι· σήμερον γὰρ ἐν τῷ οἴκω σου δεῖ μὲ μεῖναι. 6 καὶ σπεύσας κατέβη, καὶ ὑπεδέξατο αὐτὸν χαίρων.7 καὶ ἰδόντες πάντες διεγόγγυζον λέγοντες ὅτι παρὰ ἁμαρτωλῶ ἀνδρὶ εἰσῆλθε καταλύσαι. 8 σταθεῖς δὲ Ζακχαῖος εἶπε πρὸς τὸν Κύριον· ἰδοὺ τὰ ἡμίση των ὑπαρχόντων μου, Κύριε, δίδωμι τοῖς πτωχοῖς, καὶ εἰ τινὸς τί ἐσυκοφάντησα, ἀποδίδωμι τετραπλοῦν. 9 εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ  Ἰησοῦς ὅτι σήμερον σωτηρία τῷ οἴκω τούτω ἐγένετο, καθότι καὶ αὐτὸς υἱὸς  Ἀβραὰμ ἐστιν. 10 ἦλθε γὰρ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ζητῆσαι καὶ σῶσαι τὸ ἀπολωλός. Read more

1. Τήν περασμένη Κυριακὴ ἡ Ἐκκλησία ἐμνημόνευε τὴν ἀπερίγραπτη φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ πρὸς ἐμᾶς ποὺ παρουσιάζεται μὲ τὴν παραβολὴ τοῦ σεσωσμένου ἀσώτου. Τὴν σημερινὴ Κυριακὴ διδάσκει περὶ τῆς μελλούσης φρικωδεστάτης κρίσεως τοῦ Θεοῦ, χρησιμοποιώντας μιὰ καλὴ τάξι καὶ ἀκολουθώντας τὶς προφητικὲς φωνές· διότι, λέγει, «θὰ σοῦ ψάλω, Κύριε, ἔλεος καὶ κρίσι», καὶ «μιὰ φορὰ ἐλάλησε ὁ Θεὸς καὶ ἄκουσά τα δυὸ αὐτά, ὅτι τὸ κράτος εἶναι τοῦ Θεοῦ καὶ ἰδικό σου, Κύριε, τὸ ἔλεος, διότι ἐσὺ θ’ ἀποδώσης στὸν καθένα κατὰ τὰ ἔργα του». Read more

Πρόλογος

Σύμφωνα μὲ ὁμόφωνη ἁγιοπατερικὴ μαρτυρία τὴν ὁποία ἐπιβεβαιώνει ἀδιάκοπη ἐκκλησιαστικὴ παράδοση αἰώνων, οἱ εἰδικὲς εὐχὲς γιὰ τοὺς νεκροὺς θεσπίστηκαν ἀπὸ τοὺς ἁγίους ἀποστόλους. Ἡ θέσπιση αὐτὴ ἔχει δύο βασικὰ δογματικὰ θεμέλια: α) τὴν ἔννοια τῆς Ἐκκλησίας ὡς κοινωνίας ἁγίων, ποὺ ἀποτελεῖται ὄχι μόνο ἀπὸ τοὺς ζωντανοὺς ἀλλὰ καὶ τοὺς «κεκοιμημένους» χριστιανοὺς καὶ β) τὴν πίστη στὴ μεταθανάτια ζωή, τὴν ἀνάσταση καὶ τὴν τελικὴ κρίση. Read more

1. Πρωτύτερα ἐπήραμε ἀφορμὴ ἀπὸ τὶς διηγήσεις τοῦ εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ περὶ τῆς ἰάσεως τῶν λεπρῶν καὶ τυφλῶν κατὰ τὸ σῶμα γιὰ τὴν πνευματικὴ ὁμιλία πρὸς τὴν ἀγάπη σας. Σήμερα θέμα θὰ ἔχωμε τὸν κατὰ τὴν ψυχὴ τυφλὸ Ζακχαῖο πού κατοικοῦσε στὴν Ἱεριχῶ καὶ τὴν ἀναβλεψὶ του κατ’ αὐτήν.

Φάνηκε ὁ Χριστὸς στὸν κόσμο καὶ τὸν ἄχαρο κόσμο στόλισε μ  ἀπέραντη εὐφροσύνη. Σήκωσε πάνω Του τὴν ἁμαρτία τοῦ κόσμου, καὶ καταπάτησε γιὰ πάντα τὸν ἐχθρό τοῦ κόσμου. Ἅγιασε τὶς πηγὲς τῶν ὑδάτων καὶ φώτισε τὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων. Θαύματα μίχθηκαν μὲ μεγαλύτερα θαύματα. Σήμερα, ἀπὸ τὴ χαρὰ πού ἔφερε ὁ Σωτήρας μας Χριστός, χωρίστηκαν ἡ γῆ καὶ ἡ θάλασσα καὶ ἀπ  ἄκρη ὡς ἄκρη γέμισε ὁ κόσμος εὐφροσύνη.  Read more

Ἐκ τοῦ τρίτου λόγου τοῦ «Θησαυροῦ Δαμασκηνοῦ» ἄνευ τοῦ προοιμίου, διασκευασμένος φραστικῶς.

Μετά τὴν Γέννησιν τοῦ Κυρίου ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὅπως ἠκούσατε εἰς τα Χριστούγεννα, ὅταν ἐνεπαίχθη ὁ Ἡρώδης ἀπὸ τοὺς Μάγους, ἔστειλε καὶ κατέσφαξε βρέφη μικρὰ ἀπὸ δυὸ ἐτῶν καὶ κάτω. Μεταξύ των παιδιῶν ἐκείνων ἔλαχε καὶ ὁ τίμιος Πρόδρομος βρέφος μικρὸν εἰς τὰς χείρας τῆς μητρὸς του Ἐλισάβετ. Και ὅταν ἔμελλε νὰ τὸν κατασφάξουν ἐσχίσθη τὸ ὅρος καὶ ἐπέρασεν ἀντίπερα ἡ Ἐλισάβετ μὲ τὸν Πρόδρομο. Ἄγγελος δὲ Κυρίου τὸν ἐπῆρεν εἰς τὴν ἔρημον, καὶ τὸν ἀνέθρεψεν ἐκεῖ, ἕως οὐ ἠνδρώθη, καὶ ἔφθασεν εἰς ἡλικίαν τριάκοντα χρόνων καὶ μηνῶν τριῶν. Ἡ τροφή του δὲν ἦτο εἰς τὴν ἔρημον εἰ μὴ μέλι, ἄγριον καὶ βλαστάρια ἀπὸ τῶν δένδρων τῆς ἐρήμου. Λόγος δὲ Θεοῦ ἦλθε καὶ εἶπεν εἰς αὐτὸν νὰ ἀφήσει τὴν ἔρημον, καὶ νὰ ὑπάγη εἰς τὰ μέρη τῆς Ἰουδαίας καὶ τὰ ἔθνη τῆς Γαλιλαίας νὰ κηρύττη μετάνοιάν.  “τό δὲ πλῆθος τῶν Ἑβραίων προσήρχοντο καὶ ἐξωμολογοῦντο τὰς ἁμαρτίας των, καὶ ἐβαπτίζοντο εἰς τὸν Ἰορδάνην ὑπ’ αὐτοῦ”. Read more

 

Τὸ ὅτι δηλαδὴ ἡ σημερινὴ ἑορτὴ ὀνομάζεται Ἐπιφάνεια, εἶναι γνωστὸ σ’ ὅλους. Ποιὰ ὅμως παρουσία εἶναι αὐτὴ καὶ ποιὰ ἀπὸ τὰ δύο συμβαίνει, εἶναι μία αὐτὴ ἢ δύο; Αὐτὸ δὲν τὸ γνωρίζουν, πράγμα ποὺ ἀποτελεῖ τὴν πιὸ χειρότερη ντροπὴ καὶ εἶναι ἄξιο γιὰ πολλὰ γέλια, διότι, ἐνῶ κάθε χρόνο ἑορτάζουν τὴν ἑορτὴ αὐτή, ὅμως ἀγνοοῦν τὴν ὑπόθεσή της. Read more

 

«Καὶ ὅταν συμπληρώθηκαν οἱ ὀκτὼ μέρες γιὰ νὰ γίνει ἡ περιτομὴ τοῦ παιδιοῦ, ὀνομάστηκε Ἰησοῦς, ὅπως εἶχε ἤδη ὀνομαστεῖ ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους πρὶν ἀκόμη συλληφθεῖ στὴν κοιλιὰ τῆς μητέρας τοῦ» (Λουκᾶς 2:21).

   «Χριστοῦ περιτμηθέντος, ἐτμήθη νόμος. Καὶ τοῦ νόμου τμηθέντος, εἰσήχθη χάρις» Read more

ΓΕΝΝΗΣΗ-ΚΥΡΙΟΥἜρχεται ἡ ἑορτή, ἡ πιό σεβάσμια καί ἡ πιό φρικτή ἀπό ὅλες τίς ἑορτές, πού δέ θά κάνει κανείς λάθος ἄν τήν ὀνομάσει μητρόπολη ὅλων τῶν ἑορτῶν.

   Ποιά εἶναι αὐτή ἡ ἑορτή; Ἡ γέννηση, κατά σάρκα, τοῦ Χριστοῦ. Ἀπό αὐτή τήν ἑορτή ἀρχίζουν οἱ μεγάλες ἑορτές τῶν Θεοφανείων, καί τοῦ ἱεροῦ Πάσχα καί τῆς Ἀναλήψεως καί τῆς Πεντηκοστῆς. Ἔτσι, πού σάν νά ξεχύθηκαν ἀπό κάποια πηγή διάφορα ποτάμια καί νά γέννησαν αὐτές τίς ἑορτές… Read more

 

images (4)Σκέψου, ἀγαπητέ, ὅτι, ὅπως ὑπάρχει αὐτὸς ὁ αἰσθητὸς μέγας κόσμος, ποὺ ἀποτελεῖται ἀπὸ ὅλα τα κτίσματα, ἔτσι ὑπάρχει ἕνας ἄλλος νοητὸς κόσμος ἀποτελούμενος ἀπὸ ἁμαρτωλούς, τοῦ ὁποίου τὰ στοιχεῖα εἶναι οἱ τρεῖς διεστραμμένοι ἔρωτες, τοὺς ὁποίους ἀναφέρει ὁ Θεολόγος Ἰωάννης· πρώτον, ὁ ἔρωτας τῶν ἡδονῶν δεύτερον, ὁ ἔρωτας τοῦ πλούτου, καὶ τρίτον, ὁ ἔρωτας τῆς δόξας· «Ὅσα εἶναι τοῦ κόσμου ἡ ἐπιθυμία τῆς σάρκας καὶ ἡ ἐπιθυμία τῶν ὀφθαλμῶν καὶ ἡ ἀλαζονεία τοῦ βίου» (Ἃ΄ Ἐπιστ. Ἰωάν. 2,16). Τώρα αὐτὸς ὁ πονηρὸς κόσμος, ὁ ὁποῖος εἶναι ὅλος ἐνάντιος στὸν σκοπὸ τοῦ Θεοῦ καὶ ἐξουσιάζεται ἀπὸ τὸν ἑωσφόρο (ὁ ὁποῖος γι’ αὐτὸ καὶ λέγεται κοσμοκράτορας), εἶναι ἐκεῖνος ὁ μεγάλος ἐχθρὸς τὸν ὁποῖον ὁ σαρκωμένος Λόγος τοῦ Θεοῦ καὶ Πατέρα ποὺ γεννήθηκε στὴν γῆ, ἦλθε, γιὰ νὰ πολεμήσει, πρῶτα μὲ τὸ σιωπηλὸ παράδειγμά του καὶ ὕστερα, στὸν κατάλληλο καιρό, μὲ τὸν λόγο καὶ τὴν διδασκαλία του· γι’ αὐτὸ συλλογίσου, ὅτι πρῶτα πολεμεῖ μὲ τὴν φτώχεια τοῦ τὸν παράλογο ἔρωτα τοῦ πλούτου. Ὁ κοσμικὸς ἄνθρωπος νομίζει, ὅτι ἔχει κάθε ὄφελος στὰ πρόσκαιρα ἀγαθά· γι’ αὐτό, λοιπόν, καί, ἢ γιὰ νὰ τὰ ἀποκτήσει αὐτά, ἢ γιὰ νὰ μὴ τὰ χάσει, ξοδεύει σχεδὸν ὅλο τὸν χρόνο ποὺ τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός, γιὰ νὰ κερδίσει τὰ αἰώνια ἀγαθά. Καὶ νὰ ποὺ ὁ προαιώνιος Λόγος καὶ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ καὶ Πατέρα, κατεβαίνει ἀπὸ τὸν οὐρανό, γιὰ νὰ μᾶς λυτρώσει ἀπὸ αὐτὴν τὴν πλάνη καὶ νὰ ξεριζώσει ἀπὸ τὶς καρδιὲς μᾶς αὐτὴν τὴν καταραμένη ρίζα ὅλων των κακῶν, τὴν φιλαργυρία, ὅπως τὴν ὀνομάζει ὁ θεῖος Παῦλος· «Ρίζα πάντων των κακῶν ἡ φιλαργυρία» (Α΄ Τιμ. 6,10). Read more

… Τί νὰ σοῦ κάνω ἄνθρωπέ μου; Ἐνῶ ὁ Θεὸς κατοικοῦσε στὰ ὕψη, δὲν προσπάθησες νὰ τὸν συναντήσεις· ὅταν συγκατατέθηκε νὰ κατεβεῖ σὲ σένα καὶ μὲ σάρκα νὰ σοῦ ὁμιλεῖ, δὲν τὸν παραδέχτηκες, ἀλλά ψάχνεις νὰ βρεῖς τὸν τρόπο πῶς θὰ συμφιλιωθεῖς μὲ τὸν Θεό. Νὰ ξέρεις ὅτι γι’ αὐτόν τὸν λόγο ὁ Θεὸς ἔλαβε ἀνθρώπινη σάρκα, ἐπειδὴ ἔπρεπε αὐτή ἡ καταραμένη σάρκα νὰ ἁγιασθεῖ, αὐτή πού ἐξασθένησε νὰ ἐνδυναμωθεῖ, αὐτή πού ἀποξενώθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ συμφιλιωθεῖ μ’ αὐτόν, αὐτή πού διώχτηκε ἀπὸ τὸν παράδεισο νὰ ἀνεβεῖ στὸν οὐρανό.

Read more

ΓΕΝΝΗΣΗ-ΚΥΡΙΟΥ(“Μία κλεψία …επαινετή και ακατηγόρητος”!)

Ὠδή α´.
Ἦχος α´. ῾Ο Εἱρμός.

Χριστός γεννᾶται· δοξάσατε. Χριστός ἐξ Οὐρανῶν· ἀπαντήσατε.
Χριστός ἐπί γῆς· ὑψώθητε. Ἄσατε τῷ Κυρίῳ πᾶσα ἡ γῆ, καί ἐν εὐφροσύνῃ ἀνυμνήσατε λαοί· ὅτι δεδόξασται. Read more

Βλέπω παράξενο καὶ παράδοξο μυστήριο, ποιμένες, ἀντὶ νὰ παίζουν μὲ τὶς φλογέρες τους κάποιο μελωδικὸ σκοπό, ψάλλουν οὐράνιο ὕμνο καὶ γεμίζουν μὲ τοὺς ἤχους τους τὰ αὐτιά μου. Ψάλλουν ἄγγελοι καὶ ἀνυμνοῦν ἀρχάγγελοι, ὑμνοῦν τὰ Χερουβὶμ καὶ δοξολογοῦν τὰ Σεραφίμ. Ὅλοι πανηγυρίζουν γιατί βλέπουν τὸ Θεὸ στὴ γῆ καὶ τὸν ἄνθρωπο στοὺς οὐρανούς. Βλέπουν Ἐκεῖνον ποὺ εἶναι πάνω στὸν οὐρανό, νὰ βρίσκεται κάτω στὴ γῆ λόγω τῆς οἰκονομίας του γιὰ τὸν ἄνθρωπο, καὶ τὸν ἄνθρωπο ποὺ εἶναι στὴ γῆ, νὰ βρίσκεται ψηλὰ στὸν οὐρανὸ ἐξαιτίας τῆς φιλανθρωπίας τοῦ Θεοῦ. Read more

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΕΙΣ ΤΟ ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΠΡΟ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ.


Οὐδείς ποτε ἰστορικός, περιγράψας τήν γενεαλογίαν ἀνθρώπου τινός, ἀνέβη τόσον υψηλά, όσον ἀνέβησαν οί δύο εὐαγγελισταί, ὁ Ματθαίος καί ὁ Λουκάς, ὅταν καθιστόρησαν την τοῦ Ἰησοῦ Χρίστου γενεαλογίαν ὁ Ματθαίος ἀρχεται τῆς γενεαλογίας ἀπό ἀβραάμ, καί καταβιβάζει αὐτήν εως τοῦ Ἰησου Χρίστου, ὁ δέ Λουκάς, ἀρζάμενος ἀπό τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀνεβίβασεν αὐτήν εως τοῦ Θεού· δια τούτο, ὅταν ἀναγινώσκης αὐτήν, φαίνεταί σοι, ὅτι βλέπεις τήν κλίμακα τοῦ πατριάρχου Ἰακώβ. Read more

…Πρέπει νὰ προφυλάττης τὰ αὐτιά σου. Πρῶτα γιὰ νὰ µἢν ἀκοῦς τὰ αἰσχρὰ καὶ ἐρωτικὰ λόγια, τὰ τραγούδια καὶ τὰ µουσικὰ ὄργανα, ἀπὸ τὰ ὁποία γλυκαίνεται ἡ ψυχή σου καὶ ἡ καρδιά σου ἀνάβει ἀπὸ τὴν σαρκικὴ ἐπιθυµία…

…Στὸν καιρὸ ὄµως τοῦ πειρασµοῦ (τοῦ σαρκικοῦ πάθους), πρέπει νὰ σκεφθῆς ἀπὸ ποὺ προέρχεται αὐτὸς ὁ πόλεµος• ἀπὸ ἐσωτερικὴ αἰτία, ἢ ἀπὸ ἐξωτερική. Ἐξωτερικὴ αἰτία εἶναι ἡ περιέργεια τῶν ὀφθαλµῶν, τὰ γλυκὰ στὴν ἀκοὴ λόγια καὶ τραγούδια• ἡ ἁπαλότητα καὶ ὁ στολισµὸς τῶν φορεµάτων, τὰ εὐωδιαστὰ µυριστικὰ τῆς ὀσφρήσεως• οἱ συνοµιλίες καὶ οἱ κινήσεις καὶ τὰ πιασίµατα, ποὺ παρακινοῦν στὴν ἀµαρτία αὐτή• ἡ θεραπεία σὲ αὐτὰ τὰ ἀπαντήµατα εἶναι• ἡ σεµνότητα καὶ ἡ ταπεινότητα τῶν φορεµάτων, τὸ νὰ µἡ θέλης οὔτε νὰ δής, οὔτε νὰ ἀκούσης, οὔτε νὰ µυρίσης, οὔτε νὰ µιλήσης ἢ νὰ πιάσης ὅλα ἐκεῖνα, ποὺ παρακινοῦν σὲ αὐτὴ τὴν κακία καὶ πρὸ πάντων ἡ ἀποφυγὴ τῆς συναναστροφῆς, ὅπως εἴπαµε παραπάνω… Read more

Εὐαγγέλιο Κυριακῆς: Λουκ. ιδ΄ 16-24

Εἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύτην· ΄Ἀνθρωπὸς τὶς ἐποίησε δεῖπνον μέγα καὶ ἐκάλεσε πολλούς· καὶ ἀπέστειλε τὸν δοῦλον αὐτοῦ τὴ ὥρα τοῦ δείπνου εἰπεῖν τοῖς κεκλημένοις· ΄Ἐρχεσθε, ὅτι ἤδη ἕτοιμά ἐστι πάντα. Καὶ ἤρξαντο ἀπὸ μιᾶς παραιτεῖσθαι πάντες.  Ὁ πρῶτος εἶπεν αὐτῶ·  Ἀγρὸν ἠγόρασα, καὶ ἔχω ἀνάγκην ἐξελθεῖν καὶ ἰδεῖν αὐτόν· ἐρωτῶ σε, ἔχε μὲ παρητημένον. Καὶ ἕτερος εἶπε· Ζεύγη βοῶν ἠγόρασα πέντε, καὶ πορεύομαι δοκιμᾶσαι αὐτά· ἐρωτῶ σε, ἔχε μὲ παρητημένον. Καὶ ἕτερος εἶπε· Γυναίκα ἔγημα, καὶ διὰ τοῦτο οὐ δύναμαι ἐλθεῖν. Καὶ παραγενόμενος ὁ δοῦλος ἐκεῖνος ἀπήγγειλε τῷ κυρίω αὐτοῦ ταῦτα. Τότε ὀργισθεῖς ὁ οἰκοδεσπότης εἶπε τῷ δούλω αὐτοῦ· ΄Ἐξελθε ταχέως εἰς τὰς πλατείας καὶ ρύμας τῆς πόλεως, καὶ τοὺς πτωχοὺς καὶ ἀναπήρους καὶ χωλοὺς καὶ τυφλοὺς εἰσάγαγε ὧδε. Καὶ εἶπεν ὁ δοῦλος· Κύριε, γέγονεν ὡς ἐπέταξας, καὶ ἔτι τόπος ἐστι. Καὶ εἶπεν ὁ κύριος πρὸς τὸν δοῦλον· ΄Ἐξελθε εἰς τὰς ὁδοὺς καὶ φραγμοὺς καὶ ἀναγκασον εἰσελθεῖν, ἴνα γεμισθῆ ὁ οἶκός μου. Λέγω γὰρ ὑμὶν ὅτι οὐδεὶς τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων τῶν κεκλημένων γεύσεταί μου τοῦ δείπνου. Πολλοὶ γὰρ εἰσι κλητοί, ὀλίγοι δὲ ἐκλεκτοί. Read more

κυριακη ι λουκα συγκυπτουσα5

Ἦν δὲ διδάσκων ἐν μιᾷ τῶν συναγωγῶν ἐν τοῖς σάββασι. 11 καὶ ἰδοὺ γυνὴ ἦν πνεῦμα ἔχουσα ἀσθενείας ἔτη δέκα καὶ ὀκτώ, καὶ ἦν συγκύπτουσα καὶ μὴ δυναμένη ἀνακύψαι εἰς τὸ παντελές. 12 ἰδὼν δὲ αὐτὴν ὁ Ἰησοῦς προσεφώνησε καὶ εἶπεν αὐτῇ· Γύναι, ἀπολέλυσαι τῆς ἀσθενείας σου· 13 καὶ ἐπέθηκεν αὐτῇ τὰς χεῖρας· καὶ παραχρῆμα ἀνωρθώθη καὶ ἐδόξαζε τὸν Θεόν. 14 ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ἀρχισυνάγωγος, ἀγανακτῶν ὅτι τῷ σαββάτῳ ἐθεράπευσεν ὁ Ἰησοῦς, ἔλεγε τῷ ὄχλῳ· Ἓξ ἡμέραι εἰσὶν ἐν αἷς δεῖ ἐργάζεσθαι· ἐν ταύταις οὖν ἐρχόμενοι θεραπεύεσθε, καὶ μὴ τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου. 15 ἀπεκρίθη οὖν αὐτῷ ὁ Κύριος καὶ εἶπεν· Ὑποκριτά· ἕκαστος ὑμῶν τῷ σαββάτῳ οὐ λύει τὸν βοῦν αὐτοῦ ἢ τὸν ὄνον ἀπὸ τῆς φάτνης καὶ ἀπαγαγὼν ποτίζει; 16 ταύτην δὲ, θυγατέρα Ἀβραὰμ οὖσαν, ἣν ἔδησεν ὁ σατανᾶς ἰδοὺ δέκα καὶ ὀκτὼ ἔτη, οὐκ ἔδει λυθῆναι ἀπὸ τοῦ δεσμοῦ τούτου τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου; 17 καὶ ταῦτα λέγοντος αὐτοῦ κατῃσχύνοντο πάντες οἱ ἀντικείμενοι αὐτῷ, καὶ πᾶς ὁ ὄχλος ἔχαιρεν ἐπὶ πᾶσι τοῖς ἐνδόξοις τοῖς γινομένοις ὑπ’ αὐτοῦ. Read more

(Κατὰ Λουκᾶν Εὐαγγέλιο, κεφ. ιη΄, χωρία 18 ἕως 27)
Ἀποσπάσματα ἀπὸ τὴν ὁμιλία ΞΓ΄

«Καὶ ἰδοὺ εἷς προσελθὼν εἶπεν αὐτῷ· διδάσκαλε ἀγαθέ, τί ἀγαθὸν ποιήσω ἵνα ἔχω ζωὴν αἰώνιον;»(Καὶ ἰδοὺ Τὸν πλησίασε κάποιος καὶ Τοῦ εἶπε· διδάσκαλε ἀγαθέ, τί καλὸ νὰ κάνω γιὰ νὰ κληρονομήσω τὴν αἰώνια ζωή;) Ὁρισμένοι κατηγοροῦν τὸν νέο αὐτὸν ὡς ὕπουλο καὶ πονηρὸ καὶ ὁ ὁποῖος πλησίασε τὸν Ἰησοῦ μὲ σκοπὸ νὰ Τὸν πειράξει? ἐγὼ ὅμως δὲ θὰ μποροῦσα νὰ μὴν πῶ ὅτι ἦταν φιλάργυρος καὶ δοῦλος τῶν χρημάτων, ἐπειδὴ καὶ ὁ Χριστὸς τὸν ἤλεγξε ὡς ἄνθρωπο αὐτοῦ τοῦ εἴδους, ὕπουλο ὅμως δὲ θὰ μποροῦσα νὰ τὸν ὀνομάσω μὲ κανένα τρόπο, καὶ διότι δὲν εἶναι ἀσφαλὲς τὸ νὰ ἐπιχειρεῖ κανεὶς νὰ κρίνει τὰ ἄγνωστα πράγματα καὶ ἰδίως ὅταν πρόκειται γιὰ κατηγορίες, καὶ γιὰ τὸ ὅτι ὁ εὐαγγελιστὴς Μάρκος ἔχει ἀναιρέσει αὐτὴν τὴν ὑποψία· κάθ΄ὅσον λέγει ὅτι «ἔτρεξε πρὸς Αὐτὸν καὶ ἀφοῦ γονάτισε ἐμπρός Του, Τὸν παρακαλοῦσε» καὶ ὅτι «ὁ Ἰησοῦς τὸν κοίταξε μὲ πολλὴ ἀγάπη καὶ ἐνδιαφέρον καὶ τὸν συμπάθησε» (Μάρκ. 10, 21). Ἄλλ΄ ὅμως εἶναι μεγάλη καὶ τυραννικὴ ἡ δύναμη τῶν χρημάτων καὶ αὐτὸ γίνεται φανερὸ καὶ ἀπὸ τὴν περίπτωση αὐτή? διότι καὶ ἂν ἀκόμη εἴμαστε ὡς πρὸς τὰ ἄλλα ἐνάρετοι, αὐτὴ τὰ καταστρέφει ὅλα τὰ ἄλλα.

Γιὰ ποιὸ λόγο λοιπὸν ὁ Χριστὸς ἔδωσε τέτοιου εἴδους ἀπάντηση, λέγοντας «κανεὶς δὲν εἶναι ἀγαθός»; Ἐπειδὴ Τὸν πλησίασε σὰν νὰ ἦταν κάποιος ἁπλὸς ἄνθρωπος καὶ ἕνας ἀπὸ τοὺς πολλοὺς καὶ δάσκαλος τῶν Ἰουδαίων· γιὰ τοῦτο λοιπὸν καὶ ὡς ἄνθρωπος συζητεῖ μαζί του. Κάθ΄ ὅσον σὲ πολλὲς περιπτώσεις δίνει ἀπάντηση στὶς σκέψεις ἐκείνων ποὺ Τὸν πλησιάζουν, ὅπως ὅταν λέγει? «ἴσως μου πεῖτε: ἐμεῖς δὲν πιστεύουμε σὲ αὐτὰ ποὺ λὲς γιὰ τὸν ἑαυτό σου, διότι στηρίζονται στὴ δική σου ἐγωιστικὴ μαρτυρία» καὶ «ἐὰν ἐγὼ ὁ ἴδιος ἀπὸ μόνος μου ἔδινα μαρτυρία γιὰ τὸν ἑαυτό μου, ἡ μαρτυρία μου θὰ μποροῦσε νὰ μὴν εἶναι ἀξιόπιστη» (Ἰω. 5, 31). Ὅταν λοιπὸν λέγει, «κανεὶς δὲν εἶναι ἀγαθός», δὲν τὸ λέγει αὐτὸ μὲ σκοπὸ νὰ ἀποκλείσει τὸν ἑαυτό του ἀπὸ τὸ νὰ εἶναι ἀγαθός, μὴ σκεφθεῖς κάτι τέτοιο? διότι δὲν εἶπε, «γιὰ ποιὸν λόγο μὲ ὀνομάζεις ἀγαθό; Δὲν εἶμαι ἀγαθός» ἄλλ΄ ὅτι «κανεὶς δὲν εἶναι ἀγαθός»? δηλαδὴ κανεὶς ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους. Ἀλλὰ καὶ αὐτὸ ἀκόμη ὅταν τὸ λέγει, δὲν τὸ λέγει γιὰ νὰ ἀποκλείσει τοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ τὴν ἀγαθότητα, ἀλλὰ τὸ λέγει ἐν συγκρίσει πρὸς τὴν ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ καὶ πρόσθεσε? «παρὰ μόνο ἕνας, ὁ Θεός». Καὶ δὲν εἶπε «παρὰ μόνον ὁ Πατήρ μου» γιὰ νὰ μάθεις ὅτι δὲν φανέρωσε τὸν ἑαυτὸ τοῦ εἰς τὸν νεανίσκο.

Κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο καὶ προηγουμένως ἀποκαλοῦσε τοὺς ἀνθρώπους πονηρούς, λέγοντας? «Ἐὰν ὅμως ἐσεῖς, ἐνῶ εἶστε πονηροί, γνωρίζετε νὰ δίδετε καλὰ πράγματα στὰ τέκνα σας». Καθόσον καὶ εἰς τὴν περίπτωση ἐκείνη τοὺς ὀνόμασε «πονηρούς», θεωρώντας ὄχι ὅλη τὴν ἀνθρώπινη φύση πονηρὰ (διότι τὸ «σεῖς» δὲν σημαίνει ὅλοι ἐσεῖς οἱ ἄνθρωποι), ἀλλὰ τοὺς ὀνόμασε ἔτσι συγκρίνοντας τὴν ἀγαθότητα τῶν ἀνθρώπων πρὸς τὴν ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ? διὰ τοῦτο καὶ πρόσθεσε? «πόσο μᾶλλον ὁ Πατήρ σας θὰ δώσει ἀγαθὰ σ΄ αὐτοὺς ποῦ Τοῦ ζητοῦν;»

Ἀλλὰ θὰ πεῖ κάποιος? ποιὰ ἀνάγκη ὑπῆρχε ἢ ποιὰ ὠφέλεια, ὥστε νὰ δώσει αὐτὴν τὴν ἀπάντηση; Ἀνεβάζει τὸν πλούσιο αὐτὸ νέο πνευματικὰ ὀλίγον κάτ΄ ὀλίγον καὶ τὸν διδάσκει ν΄ ἀπαλλαγεῖ ἐξ ὁλοκλήρου ἀπὸ τὴν κολακεία, ἀποσπώντας τὸν ἀπὸ τὰ ἐπίγεια πράγματα καὶ προσηλώνοντας τὸν στὸν Θεόν, καὶ τὸν πείθει νὰ ζητεῖ τὰ οὐράνια ἀγαθὰ καὶ νὰ γνωρίσει αὐτὸν ποὺ πράγματι εἶναι ἀγαθὸν καὶ ρίζα καὶ πηγὴ ὅλων τῶν ἀγαθῶν, καὶ εἰς αὐτὸν ν΄ ἀποδίδει τὶς τιμές. Διότι καὶ ὅταν λέγει «μὴν ἀποκαλέσετε κανένα ὡς “διδάσκαλο” ἐπάνω στὴ γῆ», τὸ λέγει ἐν συγκρίσει πρὸς τὸν ἑαυτό Του καὶ γιὰ νὰ γνωρίσουν οἱ ἄνθρωποι ποὶα εἶναι ἡ πρώτη ἀρχὴ ὅλων γενικῶς τῶν ὄντων. Οὔτε βέβαια ἦταν μικρὴ ἡ προθυμία ποὺ ἔδειξε ὁ νεανίσκος τότε, καθόσον κατελήφθη ἀπὸ τέτοιον ἔρωτα γιὰ τὰ πνευματικὰ ἀγαθά, τὴν στιγμὴν ποὺ ἄλλοι μὲν ἐπείραζαν τὸν Κύριο, ἄλλοι Τὸν ἐπλησίασαν μόνο γιὰ νὰ θεραπεύσει τὶς ἀσθένειές τους ἢ τὶς ἀσθένειες τῶν συγγενῶν τους ἢ τῶν ξένων, αὐτὸς ὅμως καὶ Τὸν ἐπλησίασε μὲ κάθε εἰλικρίνεια καὶ συζητοῦσε μὲ πραγματικὸ ἐνδιαφέρον γιὰ τὴν αἰώνιο ζωή. Διότι ἦταν μὲν ἡ ψυχὴ τοῦ εὔφορη καὶ πλούσια, ἄλλ΄ ὅμως τὸ πλῆθος τῶν ἀκανθῶν κατέπνιγε τὸν σπόρο. Πρόσεχε λοιπὸν πὼς ἦταν τὴν στιγμὴ ἐκείνη προετοιμασμένος γιὰ τὴν ὑπακοὴ τῶν προσταγμάτων. Διότι λέγει? «Τί νὰ κάνω γιὰ νὰ κληρονομήσω τὴν αἰώνια ζωή;» .Ἔτσι ἦταν προετοιμασμένος πρὸς ἐφαρμογὴ τῶν ὅσων θὰ τοῦ ἔλεγε. Ἐὰν ὅμως Τὸν ἐπλησίασε μὲ σκοπὸ νὰ τὸν πειράξει, θὰ μᾶς τὸ ἔλεγε ὁπωσδήποτε ὁ εὐαγγελιστὴς καὶ αὐτό, πράγμα ποὺ τὸ κάνει καὶ εἰς τὶς ἄλλες περιπτώσεις, ὅπως δηλαδὴ εἰς τὴν περίπτωση τοῦ νομικοῦ. Ἐὰν ὅμως καὶ αὐτὸς τὸ ἀποσιώπησε, ὁ Χριστὸς δὲ θὰ ἦταν δυνατὸν νὰ Τὸν ἀφήσει ἀπαρατήρητο, ἀλλὰ θὰ Τὸν ἤλεγχε κατὰ τρόπο φανερὸ ἢ καὶ θὰ ἔκανε κάποιον ὑπαινιγμό, ὥστε νὰ μὴ σχηματισθεῖ ἡ ἐντύπωση ὅτι ἐπλανήθη καὶ διέφυγε τὴν προσοχή του καὶ ζημιωθεῖ ἔτσι περισσότερο. Ἐὰν ἐπίσης Τὸν εἶχε πλησιάσει μὲ σκοπὸ νὰ Τὸν πειράξει, δὲ θὰ ἔφευγε λυπημένος γιὰ ὅσα ἄκουσε. Διότι αὐτὸ κανεὶς ποτὲ ἀπὸ τοὺς Φαρισαίους δὲν τὸ ἔπαθε, ἄλλ΄ ἐξαγριώνονταν ὅταν τοὺς ἔκλεινε τὰ στόματα. Ὅμως δὲ συνέβη αὐτὸ στὸν νέο, ἀλλὰ φεύγει καταλυπημένος, πράγμα ποὺ ἀποτελεῖ ὄχι μικρᾶν ἀπόδειξη, ὅτι δὲν Τὸν πλησίασε μὲ πονηρὰ διάθεση, ἀλλὰ μὲ ἐξασθενημένη, καὶ ἐπιθυμεῖ μὲν τὴν αἰώνιον ζωήν, ἄλλ΄ὅμως εἶναι κατακυριευμένος ἀπὸ ἄλλο φοβετότατο πάθος.

Ὅταν λοιπὸν ὁ Χριστὸς τοῦ εἶπε «Ἐὰν θέλεις νὰ εἰσέλθεις στὴν αἰώνια καὶ μακάρια ζωή, φύλαξε τὶς ἐντολές», ὁ νέος ρωτάει «ποιὲς ἐντολές;» ὄχι μὲ σκοπὸ νὰ Τὸν πειράξει, μὴ γένοιτο, ἀλλὰ ἐπειδὴ νόμιζε ὅτι ἄλλες εἶναι ἐκεῖνες οἱ ἐντολές, ἐκτὸς ἀπὸ τὶς ἐντολὲς τοῦ νόμου, ποὺ θὰ τοῦ χάριζαν τὴν αἰώνια ζωή, πράγμα ποὺ χαρακτηρίζει τὸν ἄνθρωπο ποὺ εἶναι κυριευμένος ἀπὸ σφοδρὴ ἐπιθυμία. Ἔπειτα, ἐπειδὴ ὁ Ἰησοῦς τοῦ εἶπε νὰ φυλάττει τὶς ἐντολὲς τοῦ νόμου, ἀπαντᾶ? «ὄλ΄ αὐτὰ τὰ φύλαξα ἀπὸ τὴν νεανική μου ἡλικία». Καὶ δὲν σταμάτησε μέχρι ἐδῶ, ἀλλὰ πάλι ἐρωτᾶ? «σὲ τί ἀκόμη ὑστερῶ;», πράγμα ποὺ ἀποδείκνυε καὶ αὐτὸ τὴν μεγάλη ἐπιθυμία του. Ἀλλὰ καὶ δὲν ἦταν μικρὸ πράγμα τὸ ὅτι νόμιζε ὅτι ὑστερεῖ σὲ κάτι, καὶ τὸ ὅτι θεωροῦσε ἀνεπαρκεῖς τὶς ἐντολὲς τοῦ Νόμου γιὰ νὰ ἐπιτύχει αὐτὰ ποὺ ἐπιθυμοῦσε. Τί κάνει λοιπὸν ὁ Χριστός; Ἐπειδὴ ἐπρόκειτο νὰ δώσει κάποια μεγάλη ἐντολή, προσθέτει τὰ ἔπαθλα καὶ λέγει? «ἐὰν θέλεις νὰ εἶσαι τέλειος, πήγαινε, πώλησε τὰ ὑπάρχοντά σου καὶ μοίρασε τὰ στοὺς φτωχοὺς καὶ θὰ ἔχεις θησαυρὸ στοὺς οὐρανούς? καὶ τότε ἔλα καὶ ἀκολούθησε μέ».

Εἶδες πόσα βραβεῖα καὶ πόσους στεφάνους ὁρίζει γί΄ αὐτὸν τὸν ἀγώνα; Ἐὰν ὅμως τὸν ἐπείραζε, δὲ θὰ τοῦ ἔλεγε αὐτά. Τώρα ὅμως καὶ τὸ λέγει, καὶ γιὰ νὰ τὸν προσελκύσει, τοῦ φανερώνει ὅτι εἶναι πολὺ μεγάλος ὁ μισθός, καὶ ἀφήνει τὸ πᾶν στὴν διάθεσή του, ἐπικαλύπτοντας μὲ ὅλα ὅσα λέγει τὴν ἐντύπωση ὅτι εἶναι βαριὰ ἡ παραίνεση. Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸν καὶ πρὶν πεῖ τὸ ἀγώνισμα καὶ τὸν κόπο, τοῦ φανερώνει τὸ βραβεῖο, λέγοντας· «ἐὰν θέλεις νὰ εἶσαι τέλειος», καὶ τότε τοῦ λέγει, «πώλησε τὰ ὑπάρχοντά σου καὶ μοίρασε τὰ στοὺς πτωχούς» καὶ ἀμέσως πάλι ἀναφέρει τὰ βραβεῖα? «καὶ θὰ ἔχεις θησαυρὸ στοὺς οὐρανούς? καὶ τότε ἔλα καὶ ἀκολούθησε μέ». Καθόσον τὸ νὰ ἀκολουθεῖ Αὐτόν, ἦταν πολὺ μεγάλη ἀνταμοιβή.

«Καὶ θὰ ἔχεις θησαυρὸ στοὺς οὐρανούς». Ἐπειδὴ δηλαδὴ ὁ λόγος ἦταν γιὰ τὰ χρήματα καὶ τὸν συμβούλευε νὰ ἀπαλλαχθεῖ ἀπὸ ὅλα, γιὰ νὰ δείξει ὅτι δὲν τοῦ ἀφαιρεῖ αὐτὰ ποὺ ἔχει, ἀλλὰ ὅτι τοῦ προσθέτει καὶ ἄλλα σὲ αὐτὰ ποὺ ἔχει, τοῦ ἔδωσε περισσότερα ἀπὸ αὐτὰ ποὺ τοῦ εἶπε νὰ δώσει? καὶ ὄχι μόνο περισσότερα, ἀλλὰ καὶ τόσο σπουδαιότερα, ὅσον εἶναι ὁ οὐρανὸς ἀπὸ τὴ γῆ καὶ ἀκόμη περισσότερο. Θησαυρὸ δὲ ὀνόμασε τὴ μεγαλοδωρία τῆς ἀνταμοιβῆς, μὲ σκοπὸ νὰ δείξει τὴν μονιμότητα καὶ τὴν ἀσφάλειά της, ὅπως δηλαδὴ ἦταν δυνατὸν νὰ ὁδηγήσει τὸν νέο στὴ γνώση, χρησιμοποιώντας ἀνθρώπινα παραδείγματα. Ἑπομένως, δὲν ἀρκεῖ νὰ περιφρονεῖ κανεὶς τὰ χρήματα, ἀλλὰ πρέπει νὰ δώσει τροφὴ στοὺς πτωχοὺς καὶ πρὶν ἀπὸ ὅλα, νὰ ἀκολουθεῖ τὸν Χριστό, δηλαδὴ νὰ πράττει ὅλα τὰ προστάγματά του καὶ νὰ εἶναι ἕτοιμος γιὰ σφαγὴ χάριν αὐτοῦ καὶ γιὰ καθημερινὸ θάνατο. Διότι, «ἐὰν κάποιος θέλει νὰ μὲ ἀκολουθήσει, νὰ ἀπαρνηθεῖ τὸν ἑαυτόν του, νὰ λάβει τὸν σταυρό του καὶ ἂς μὲ ἀκολουθεῖ» (Λουκᾶ 9, 23). Ὥστε εἶναι πολὺ πιὸ ἀνωτέρα ἡ ἐντολὴ αὐτὴ τὸ νὰ θυσιάζει κανεὶς τὴν ζωή του ἀπὸ τὸ νὰ περιφρονήσει τὰ χρήματα, καὶ δὲν εἶναι μικρὴ ἡ συμβολὴ τῆς ἀπαλλαγῆς ἀπὸ τὰ χρήματα στὴν ἐφαρμογὴ τῆς ἐντολῆς αὐτῆς.

«Ἀφοῦ ὅμως ἄκουσε ὁ νεανίσκος αὐτά, ἔφυγε λυπημένος». Καὶ στὴ συνέχεια γιὰ νὰ δείξει ὁ εὐαγγελιστής, ὅτι δὲν ἦταν αὐτὸ ποὺ ἔπαθε κάτι τὸ φυσικό, λέγει: «διότι εἶχε πολλὰ χρήματα». Δὲν εἶναι δηλαδὴ κυριευμένοι ἀπὸ τὸ ἴδιο πάθος αὐτοὶ ποὺ ἔχουν ὀλίγα καὶ αὐτοὶ ποὺ ἔχουν πάρα πολὺ μεγάλη περιουσία? διότι τότε γίνεται πιὸ τυραννικὸς ὁ πόθος τους γιὰ τὰ χρήματα. Συμβαίνει δηλαδὴ αὐτὸ ποὺ δὲ θὰ παύσω νὰ τὸ λέγω, ὅτι ἡ προσθήκη τῶν ἑκάστοτε ἀποκτωμένων χρημάτων ἀνάπτει κατὰ πολὺ περισσότερο τὴν φλόγα καὶ κάνει πιὸ πτωχοὺς αὐτοὺς ποὺ τὰ ἀποκτοῦν, καθόσον ἐμβάλλει σ’ αὐτοὺς μεγαλύτερη ἐπιθυμία γι’ αὐτὰ καὶ τοὺς κάνει νὰ αἰσθάνονται πολὺ περισσότερο τὴν πτώχειά τους. Καὶ πρόσεχε λοιπὸν καὶ στὴν περίπτωση αὐτὴ ποιὰ δύναμη παρουσίασε τὸ πάθος αὐτό. Διότι ἐκεῖνον ποὺ ἦλθε πρὸς τὸν Κύριο μὲ χαρὰ καὶ προθυμία, ἐπειδὴ ὁ Χριστὸς τὸν προέτρεψε νὰ ἀπαρνηθεῖ τὰ χρήματα, τόσο πολὺ τὸν ἐξουθένωσε καὶ κατέβαλε τὶς δυνάμεις του, ὥστε δὲν τὸν ἄφησε οὔτε κὰν νὰ ἀπαντήσει σὲ ὅσα τοῦ εἶπε, ἄλλ΄ ἔφυγε σιωπηλός, σκυθρωπὸς καὶ καταλυπημένος.

Τί λέγει λοιπὸν ὁ Χριστός; «Πόσον δύσκολα θὰ εἰσέλθουν οἱ πλούσιοι στὴ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν», κατηγορώντας ὄχι τὰ χρήματα, ἀλλὰ αὐτοὺς ποὺ εἶναι δοῦλοι σ΄ αὐτά. Ἐὰν δὲ θὰ εἰσέλθει δύσκολα ὁ πλούσιος στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, πολὺ πιὸ δύσκολα θὰ εἰσέλθει ὁ πλεονέκτης. Διότι ἐὰν ἀποτελεῖ ἐμπόδιο γιὰ τὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν τὸ νὰ μὴ δίδει κανείς, σκέψου πόση φωτιὰ ἐπισωρρεύει τὸ νὰ παίρνει καὶ τὰ πράγματα τῶν ἄλλων. Ἀλλὰ μὲ ποιὸ σκοπὸ ἔλεγε στοὺς μαθητές Του ὅτι δύσκολα θὰ εἰσέλθει ὁ πλούσιος στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, ἐφόσον ἤσαν πτωχοὶ καὶ δὲν εἶχαν τίποτε; Μὲ σκοπὸ νὰ τοὺς διδάξει νὰ μὴν ντρέπονται τὴν πτωχεία καὶ ἀπολογούμενος κατὰ κάποιο τρόπο πρὸς αὐτοὺς γιὰ τὸ ὅτι δὲ θὰ τοὺς ἐπέτρεπε νὰ ἔχουν τίποτε.

Ἀφοῦ λοιπὸν τοὺς εἶπε ὅτι εἶναι δύσκολο, ἐν συνέχειᾳ τονίζει ὅτι εἶναι καὶ ἀδύνατο, καὶ ὄχι ἁπλῶς ἀδύνατο, ἄλλ΄ ἀδύνατον σὲ ὑπερβολικὸ βαθμό, πράγμα ποὺ τὸ φανέρωσε μὲ τὸ παράδειγμα τῆς καμήλου καὶ τῆς βελόνης. Διότι λέγει? «εὐκολότερο εἶναι νὰ περάσει μία κάμηλος ἀπὸ τὴν τρύπα τῆς βελόνης, παρὰ νὰ εἰσέλθει ὁ πλούσιος στὴν βασιλεία τῶν οὐρανῶν». Ἀποδεικνύεται λοιπὸν ἐξ αὐτοῦ ὅτι δὲ θὰ εἶναι τυχαῖα ἡ ἀμοιβὴ ἐκείνων ποὺ εἶναι πλούσιοι καὶ μποροῦν νὰ ζοῦν μὲ εὐσέβεια. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ καὶ εἶπε ὅτι αὐτὸ εἶναι ἔργο τοῦ Θεοῦ, τὸ νὰ δείξει δηλαδή, ὅτι χρειάζεται πολλὴ χάρη ἀπὸ μέρους τοῦ Θεοῦ ἐκεῖνος ποὺ πρόκειται νὰ τὸ κατορθώσει αὐτό. Ἐπειδὴ λοιπὸν ταράχθηκαν οἱ μαθητές του, εἶπε? «Στοὺς ἀνθρώπους μὲν αὐτὸ εἶναι ἀδύνατο, στὸν Θεὸ ὅμως τὰ πάντα εἶναι δυνατά». Δὲν εἶπε φυσικὰ αὐτὰ τὰ προηγούμενα λόγια γιὰ νὰ ἀπελπιστοῦμε καὶ νὰ παραιτηθοῦμε μὲ τὴ σκέψη ὅτι εἶναι ἀδύνατα, ἀλλὰ τὸ εἶπε μὲ σκοπό, ὥστε, ἀφοῦ κατανοήσουμε τὸ μέγεθος τοῦ κατορθώματος νὰ σπεύσουμε μὲ εὐκολία στὸν ἀγώνα καὶ ἐπικαλούμενοι καὶ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ στοὺς καλοὺς αὐτοὺς ἀγῶνες μας, νὰ ἐπιτύχουμε τὴν αἰώνιο ζωή.

[…]Ἑπομένως γιὰ νὰ μὴ στενοχωριόμαστε γιὰ περιττὰ πράγματα, ἀφοῦ ἀποβάλουμε τὴν σφοδρὴ ἐπιθυμία γιὰ τὰ χρήματα, ποὺ συνεχῶς μας λυπεῖ καὶ οὐδέποτε ἀνέχεται νὰ σταματήσει, ἂς στραφοῦμε πρὸς μία ἄλλη, πού μας κάνει μακαρίους καὶ εἶναι πολὺ εὔκολη, καὶ ἂς ἐπιθυμήσουμε τοὺς θησαυροὺς τῶν οὐρανῶν. Διότι πρὸς τὴν κατεύθυνση αὐτὴν δὲν ὑπάρχει οὔτε κόπος τόσο μεγάλος, τὸ δὲ κέρδος εἶναι ἀπερίγραπτο, καὶ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἀποτύχει ἐκεῖνος ποὺ κατὰ κάποιον τρόπον ἐπαγρυπνεῖ, φροντίζει καὶ περιφρονεῖ τὰ παρόντα? ἐνῶ ἀντιθέτως αὐτὸς ποὺ εἶναι δοῦλος τῶν ὑλικῶν πραγμάτων καὶ ἔχει δώσει ἐξ ὁλοκλήρου τὸν ἑαυτὸν τοῦ εἰς αὐτὰ ἅπαξ καὶ διὰ παντός, ὁπωσδήποτε αὐτὸς θ’ ἀναγκαστεῖ κάποτε νὰ τὰ ἀποχωριστεῖ.

[…]Ἀναλογιζόμενοι ὅλα αὐτά, ἂς βγάλουμε ἀπὸ μέσα μας τὴν πονηρὴ ἐπιθυμία τῆς διαρκοῦς ἀπόκτησης χρημάτων, καθὼς ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ὅτι μας στερεῖ τὴν αἰώνια ζωή, καὶ στὴν τωρινή μας γεμίζει μὲ συνεχῆ ἄγχη καὶ στενοχώριες καὶ προβλήματα? καὶ ἐρχόμενος κάποτε ὁ θάνατος ἀπρόσμενά μας παίρνει γυμνοὺς ἀπὸ ὅλα αὐτὰ ποὺ μὲ τόσο κόπο συσσωρεύσαμε ὅσο ζούσαμε καὶ μὲ τόσο ἄγχος προσπαθήσαμε νὰ περιφρουρήσουμε γιὰ νὰ μή μας τὰ ἁρπάξουν, καὶ φεύγουμε χωρὶς νὰ σύρουμε πίσω μας τίποτε ἀπὸ ὅλα αὐτά, παρὰ μόνον τὰ τραύματα καὶ τὶς πληγὲς τὰ ὁποία πῆρε ἀπὸ ὅλα αὐτὰ ἡ ψυχὴ καὶ φεύγει. Καὶ ἐλεύθεροι ἀπὸ κάθε περιττὴ βιοτικὴ μέριμνα, τὰ αἰώνια ἀγαθὰ νὰ ἐπιτύχουμε μὲ τὴν χάρη καὶ φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, μετὰ τοῦ ὁποίου στὸν Πατέρα μαζὶ μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἀνήκει δόξα, δύναμις καὶ τιμή, τώρα κὰ πάντοτε καὶ εἰς τοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

(Πηγή: Ἱεροῦ Χρυσοστόμου ἔργα, Πατερικὲς ἐκδόσεις «Γρηγόριος Παλαμᾶς», τόμος 11Α, σέλ. 210-233)

(Ἐπιμέλεια κειμένου: Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος)

Πηγή

Περί τοῦ ἐπερωτήσαντος τόν Ἰησοῦν, Κεφάλαιον ΙΗ΄

Καὶ ἐκπορευομένου αὐτοῦ εἰς ὁδὸν προσδραμὼν εἷς καὶ γονυπετήσας αὐτὸν ἐπηρώτα αὐτόν· Διδάσκαλε ἀγαθέ, τί ποιήσω ἵνα ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω; 18 ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ· Τί με λέγεις ἀγαθόν; οὐδεὶς ἀγαθὸς εἰ μὴ εἷς ὁ Θεός. 19 τὰς ἐντολὰς οἶδας· μὴ μοιχεύσῃς, μὴ φονεύσῃς, μὴ κλέψῃς, μὴ ψευδομαρτυρήσῃς, μὴ ἀποστερήσῃς, τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα.

20 ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν αὐτῷ· Διδάσκαλε, ταῦτα πάντα ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου. 21 ὁ δὲ Ἰησοῦς ἐμβλέψας αὐτῷ ἠγάπησεν αὐτὸν καὶ εἶπεν αὐτῷ· Ἕν σοι ὑστερεῖ· εἰ θέλεις τέλειος εἶναι, ὕπαγε, ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ δὸς πτωχοῖς, καὶ ἕξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανῷ, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι, ἄρας τὸν σταυρόν σου. 22 ὁ δὲ στυγνάσας ἐπὶ τῷ λόγῳ ἀπῆλθε λυπούμενος· ἦν γὰρ ἔχων κτήματα πολλά.

«Τὸν ρώτησε κάποιος ἀπὸ τοῦς ἄρχοντες· Δάσκαλε ἀγαθέ, μὲ τί πράξεις θὰ κληρονομήσω τὴν αἰώνια ζωή; Κι ὁ Ἰησοῦς τοῦ εἶπε: Δὲν εἶναι κανένας ἀγαθὸς παρὰ μόνο ὁ Θεός. Τίς ἐντολὲς τὶς γνωρίζεις.  Μὴ μοιχέψης, μή φονεύσης, μήν κλέψης, μήν ψευδομαρτυρήσης. Νὰ τιμᾶς τὸν πατέρα καὶ τή μητέρα σου. Κι ἐκείνος εἶπε· αὐτὰ τὰ φύλαξα ἀπὸ τὴ νεότητά μου. Ὅταν τ’ ἄκουσε ὁ Ἰησοῦς τοῦ ἀπάντησε· Ἕνα σοῦ ἀπομένει μονάχα· πούλησε ὅσα ἔχεις καὶ μοίρασέ τα στοὺς φτωχοὺς· ἔτσι θ’ ἀποκτήσης θησαυρὸ στὸν οὐρανό.  Κι ἔλα, ἀκολούθησέ με. Ἐκεῖνος ὕστερ’ ἀπ’αὐτὸ ἔπεσε σὲ λύπη, γιατὶ ἦταν πολύ πλούσιος». Read more