νικοδημοςΗ ΦΕΥΓΩΝ ΦΕΥΓΕ, Η ΕΜΠΑΙΖΩΝ ΕΜΠΑΙΖΕ
ΤΟΝ ΜΑΤΑΙΟΝ ΚΑΙ ΑΠΑΤΕΩΝΑ ΚΟΣΜΟΝ…

Δὲν ὑπάρχουν ἰσχυρότεροι μαγνῆτες καὶ θελκτικότεροι ἐξουσιαστὲς καὶ ποθεινότερες ἁλυσίδες γιὰ τὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου, ἀπὸ τὶς ἡδονὲς τῶν πέντε αἰσθήσεων. Πόσο ἀρεστὲς καὶ πόσο βλαβερὲς εἶναι! Καὶ ὁ καλύτερος ρήτορας δὲν θὰ μποροῦσε νὰ παρουσιάσει ποτὲ τὴν κακία τους καὶ τὴν βλάβη ποὺ προξενοῦν στὴν ψυχή. Ἂν ὁ διάβολός μας ἔδινε τὸ φαρμάκι του μὲ κάποιο πικρὸ βότανο, δὲν θὰ τὸ πίναμε. Ἐπειδὴ ὅμως μας τὸ δίνει μὲ τὸ μέλι τῶν ἡδονῶν, τὸ παίρνουμε εὐχάριστα. Read more

ΙΣΑΑΚΠερὶ πολιτείας θαυμαστοῦ ἀδελφοῦ. Διηγήσεις περὶ Ἁγίων ἀνδρῶν καὶ λόγων πανοσίων αὐτῶν, καὶ περὶ τῆς θαυμαστῆς αὐτῶν διαγωγῆς.

Λόγος ΟΕ΄

Κάποια ἡμέρα ἐπῆγα στὸ κελὶ ἑνὸς ἁγίου ἀδελφοῦ κι’ ἐξάπλωσα σὲ μιὰ γωνία, λόγω τῆς ἀσθενείας μου, γιὰ νὰ μὲ φροντίσει χάριν τοῦ Θεοῦ, ἐπειδὴ δὲν εἶχα ἐκεῖ κανένα γνώριμο. Ἔβλεπα λοιπὸν τὸν ἀδελφὸ τοῦτον νὰ σηκώνεται τὴν νύκτα παράκαιρα καὶ νὰ συνηθίζει νὰ εὑρίσκεται στὴν ἀκολουθία πρὶν ἀπὸ τοὺς ἄλλους ἀδελφούς. Ἀφοῦ ἀρκετὴ ὥρα ἐστιχολογοῦσε τοὺς ψαλμούς, ξαφνικὰ ἄφηνε τὸν κανόνα, ἔπεφτε μὲ τὸ πρόσωπο κάτω καὶ κτυποῦσε τὸ κεφάλι τοῦ δυνατὰ στὸ ἔδαφος ἑκατὸ φορὲς μὲ θέρμη ποῦ ἀναπτυσσόταν στὴν καρδιά του ἀπὸ τὴν θεία χάρι ἔπειτα σηκωνόταν κι’ φιλοῦσε τὸν σταυρὸ τοῦ Κυρίου, πάλι προσκυνοῦσε κι’ φιλοῦσε τὸν ἴδιο σταυρὸ καὶ πάλι ἔπεφτε μὲ τὸ πρόσωπο κάτω καὶ συνέχιζε νὰ πράττει ἔτσι ἐπανειλημμένως, ὥστε νὰ μὴ μπορῶ νὰ ἀριθμήσω τὸ πλῆθος τῶν γονυκλισιῶν του.

Ποῖος μποροῦσε ἄλλωστε νὰ μέτρηση τὶς μετάνοιες τοῦ ἀδελφοῦ ἐκείνου, ποῦ ἔκαμνε κάθε νύκτα; Εἴκοσι φορὲς φιλοῦσε τὸν σταυρὸ γεμάτος φόβο καὶ θέρμη, γεμάτος ἀγάπη ἀνάμικτη μὲ εὐλάβεια, καὶ πάλι ἄρχιζε τὴν στιχολογία ἀπὸ καιρὸ σὲ καιρὸ λόγω τῆς πολλῆς καύσεως τῶν λογισμῶν, ποῦ τὸν ἐξερέθιζαν μὲ τὴν θερμότητά τους, ὅταν δὲν μποροῦσε νὰ βαστάση τὴν ἔξαψη ἐκείνης τῆς φλόγας, κραύγαζε, νικημένος ἀπὸ τὴν χάρι, διότι δὲν μποροῦσε νὰ συγκρατηθεῖ. Θαύμαζα λοιπὸν πολὺ τὴν χάρι ἐκείνου τοῦ ἀδελφοῦ καὶ τὸν ἀγώνα του καὶ τὴν ἀγρύπνια ποῦ εἶχε γιὰ τὸ ἔργο τοῦ Θεοῦ.

Τὸ πρωί, μετὰ τὴν ἀκολουθία τῆς πρώτης ὥρας, ὅταν καθόταν γιὰ τὴν ἀνάγνωση, γινόταν ὅμοιος μὲ ἄνθρωπο αἰχμαλωτισμένο, ποῦ σὲ κάθε κεφάλαιο ποῦ διάβαζε, ἔπεφτε πολλὲς φορὲς μὲ τὸ πρόσωπο κάτω, ἐνῶ σὲ πολλοὺς στίχους ἀνύψωνε τὰ χέρια του στὸν οὐρανὸ κι’ δοξολογοῦσε τὸν Θεό.

Ἦταν ἡλικίας σαράντα περίπου ἐτῶν, ἔτρωγε λιγοστά, καὶ μάλιστα πολὺ ξηρὴ τροφή. Ἐπειδὴ βίαζε πολλὲς φορὲς τὸ σῶμα τοῦ ἐπάνω ἀπὸ μέτρο καὶ δύναμη, φαινόταν σὰν σκιά, ὥστε τὸν λυπόμουν γιὰ τὴν ἀσθένεια τοῦ προσώπου του, ποῦ ἀπὸ τὴν πολλὴ ἀσιτία εἶχε ἐκλείψει καὶ δὲν ἦταν οὔτε δύο δάκτυλα σὲ ποσότητα. Πολλὲς φορὲς τοῦ ἔλεγα, Λυπήσου τὸν ἑαυτό σου, ἀδελφέ, καὶ αὐτὴν τὴν καλὴ ἀγωγὴ ποῦ ἀπέκτησες, καὶ μὴ σύγχυσης καὶ διακόψεις τὴν συμπεριφορά σου, ποῦ εἶναι ὅμοια μὲ μιὰ πνευματικὴ ἁλυσίδα ἀπὸ τὴν ἐπιθυμία νὰ αὔξησης λίγο τὸν κόπο σου, μὴ ἀπομείνεις καὶ σταματήσεις ἐντελῶς ἀπὸ τὸν δρόμο σου. Φάγε μὲ μέτρο, γιὰ νὰ μπορεῖς νὰ τρώγεις παντοτινά, καὶ μὴ ἁπλώσεις τὸ πόδι σου ἐπάνω ἀπὸ τὴν δύναμη, γιὰ νὰ μὴ μείνεις ἀργὸς διαπαντός.

Ἦταν ἐλεήμων καὶ πολὺ σεμνός, χαρούμενος στὴν ἐλεημοσύνη του, καθαρὸς στὸ σῶμα, πειστικὸς στὴν παρηγοριά, σοφὸς κατὰ Θεό, καὶ λόγω τῆς καθαρότητας καὶ ἱλαρότητας τοῦ ἀγαπιόταν ἀπὸ ὅλους. Ἐργαζόταν μαζὶ μὲ τοὺς ἀδελφούς, ὅταν τὸν χρειάζονταν, πολλὲς φορὲς τρεῖς καὶ τέσσερις ἥμερες, καὶ ἐρχόταν στὸ κελί του ἀπὸ βράδυ σὲ βράδυ. Διότι ἦταν ἔμπειρος σὲ κάθε διακονία.

Ὅταν εἶχε κάτι, ἀκόμη καὶ ἂν τὸ χρειαζόταν, ἀπὸ τὴν πολλὴ αἰδημοσύνη πρὸς μικροὺς καὶ μεγάλους, δὲν μποροῦσε νὰ πεῖ ὅτι δὲν τὸ ἔχει. Συνεργαζόταν μὲ τοὺς ἀδελφοὺς τὶς περισσότερες φορὲς ἀπὸ ντροπὴ καὶ πίεζε γι’ αὐτὸ τὸν ἑαυτό του, διότι δὲν τοῦ ἦταν εὐχάριστο νὰ ἐξέρχεται ἀπὸ τὸ κελί του.

Τέτοια ἦταν ἢ πολιτεία καὶ ἢ διαγωγὴ τοῦ πράγματι θαυμαστοῦ ἐκείνου ἀδελφοῦ. Δοξασμένος ἃς εἶναι Ὁ Θεός μας στοὺς αἰῶνες. Γένοιτο.


Λόγος Ος΄: Περί τοῦ παλαιοῦ γέροντος.

Ἄλλοτε πάλι πῆγα σ’ ἕναν παλαιὸ καλὸ καὶ ἐνάρετο γέροντα, ποῦ πολὺ μὲ ἀγαποῦσε. Ἦταν ἀπαίδευτος στὸν λόγο, ἀλλὰ φωτισμένος στὴν γνώση καὶ βαθὺς στὴν καρδιά, καὶ πρόσφερε ὅσα τοῦ χορηγοῦσε ἢ χάρις. Δὲν ἔβγαινε συχνὰ ἀπὸ τὸ κελί του, ἄλλα πήγαινε στὶς ἅγιες συνάξεις. Πρόσεχε πάντοτε τὸν ἑαυτό του κι’ ζοῦσε ἡσυχαστικά.

Κάποια φορᾶ τοῦ εἶπα Πάτερ, μοῦ ἦλθε λογισμός, νὰ μεταβῶ τὴν Κυριακὴ στὴν στοὰ τῆς ἐκκλησίας, καὶ ἐκεῖ νὰ καθίσω καὶ νὰ φάγω τὸ πρωί, γιὰ νὰ μὲ ἰδοῦν ὅλοι οἱ εἰσερχόμενοι καὶ ἐξερχόμενοι καὶ νὰ μὲ καταφρονήσουν γι’ αὐτό. Σ’ αὐτά μου ἀποκρίθηκε ὃ γέρων ὡς ἕξης Ἔχει γραφὴ ὅτι «ὅποιος σκανδαλίζει τοὺς κοσμικούς, δὲν θὰ δὴ τὸ φῶς». Κανένας δὲν σὲ γνωρίζει ἐσένα σ’ αὐτὸν τὸν τόπο καὶ δὲν ξέρει τὸν βίο σου θὰ ποῦν λοιπὸν ὅτι οἳ μοναχοὶ τρώγουν ἀπὸ τὸ πρωί. Ἐξ ἄλλου ὑπάρχουν ἐδῶ ἀρχάριοι ἀδελφοὶ ποῦ εἶναι ἀσθενεῖς στοὺς λογισμοὺς τῶν πολλοὶ ἀπὸ αὐτούς, ποῦ σου ἔχουν ἐμπιστοσύνη καὶ ὠφελοῦνται ἀπὸ σένα, ὅταν σὲ δοῦν νὰ τρώγεις, θὰ βλαβοῦν.

Οἱ ἀρχαῖοι πατέρες προέβαιναν σὲ τέτοιες πράξεις λόγω τῶν πολλῶν θαυματουργιῶν ποῦ ἐπιτελοῦσαν καὶ τῆς ἐκτιμήσεως ποῦ ἀπήλαυσαν καὶ τῆς μεγάλης φήμης των. Τὰ ἔπρατταν δὲ αὐτά, γιὰ νὰ ἀτιμασθοῦν, νὰ ἀποκρύψουν τὴν δόξα τῆς διαγωγῆς των καὶ ν’ ἀπομακρύνουν ἀπὸ ἐπάνω τους τὶς κατηγορίες περὶ τῆς ὑπερηφάνειας. Ἐσένα ὅμως τί σὲ ἀναγκάζει νὰ κάμεις τέτοιο πράγμα; Δὲν γνωρίζεις ὅτι σὲ κάθε μορφὴ βίου ὑπάρχει τάξις καὶ καιρός; Ἐσὺ δὲν ἔχεις φθάσει σὲ τόσο διακεκριμένη διαγωγὴ οὔτε ἔχεις ἀποκτήσει τέτοια φήμη διότι ζεῖς σὰν ἕνας μεταξύ των ἄλλων ἀδελφῶν. Ἔτσι μὲ τὴν πράξη σου αὕτη οὔτε τὸν ἑαυτό σου θὰ ὠφελήσεις, ἄλλα καὶ ἄλλον θὰ βλάψεις.

Ἐξ ἄλλου αὕτη ἢ ἐνέργεια δὲν εἶναι σὲ ὅλους ὠφέλιμη, ἄλλα μόνο στοὺς τελείους καὶ τοὺς μεγάλους, διότι ἐμπερικλείει παράλυση τῶν αἰσθήσεων. Στοὺς μέσους καὶ τοὺς ἀρχαρίους εἶναι ἐπιζήμια, διότι αὐτοὶ χρειάζονται μεγάλη προφύλαξη καὶ ὑποταγὴ τῶν αἰσθήσεων. Οἳ γέροντες ὅμως ἔχουν ξεπεράσει τὸν καιρὸ τῆς προφυλάξεως καὶ κερδίζουν σὲ ὅλα ὅσα θέλουν. Οἳ ἔμποροι ποῦ εἶναι ἄπειροι στὶς μεγάλες ἐπιχειρήσεις προξενοῦν στοὺς ἑαυτοὺς τῶν μεγάλες ζημιές, ἐνῶ στὶς μικρὲς προοδεύουν γρήγορα.

Ἐξ ἄλλου, ὅπως εἶπα, σὲ κάθε ἔργο χρειάζεται τάξις καὶ σὲ κάθε διαγωγὴ ὑπάρχει καθορισμένος καιρός. Ὅποιος ἀρχίζει παράκαιρα ἔργα ὑπέρμετρα γιὰ τὶς δυνάμεις του, ὄχι μόνο δὲν κερδίζει τίποτε, ἄλλα καὶ προκαλεῖ διπλάσια βλάβη στὸν ἑαυτό του. Ἂν ἐπιθυμεῖς τοῦτο, ὑπόμεινε μὲ χαρὰ τὴν ἀκούσια καταφρόνηση, πούτσου ἐπέρχεται κατὰ πρόνοια τοῦ Θεοῦ, καὶ νὰ μὴ θορυβηθεῖς οὔτε νὰ μισήσεις ἐκεῖνον ποῦ σὲ προσβάλλει.
Ἤμουν κάποτε σὲ συνάντηση μὲ τὸν γενναῖο ἐκεῖνο γέροντα, ποῦ γεύθηκε τὸν καρπὸ ἀπὸ τὸ φυτὸ τῆς ζωῆς μὲ τὸν ψυχικὸ ἵδρωτα ἀπὸ τὸ πρωὶ τῆς νεότητας τοῦ ἕως τὸ βράδυ τῶν γηρατειῶν του. Ἀφοῦ μ’ δίδαξε πολλοὺς λόγους περὶ ἀρετῆς, μοῦ εἶπε αὐτὸ ‘Κάθε προσευχή, στὴν ὁποία δὲν μοχθεῖ τὸ σῶμα καὶ δὲν θλίβεται ἢ καρδιά, θεωρεῖται ἔκτρωμα διότι εἶναι προσευχὴ χωρὶς ψυχή’.

Ἄλλοτε πάλι μου εἶπε Νὰ μὴ ἔχεις καθόλου δοσοληψίες μὲ ἄνθρωπο φιλόνικο ποῦ θέλει νὰ ἐπιβολὴ τὶς ἀπόψεις του, πονηρὸν στὴν διάνοια καὶ ἀναιδῆ στὶς αἰσθήσεις του, γιὰ νὰ μὴ ἀπομακρύνεις ἀπὸ ἐπάνω σου τὴν καθαρότητα, ποῦ ἀπέκτησες μὲ πολὺν κόπο, καὶ γέμισης ἔτσι τὴν καρδιά σου μὲ σκοτάδι καὶ ταραχή’.


Λόγος ΟΖ΄ : Περί ετέρου γέροντος.

Κάποτε πῆγα στὸ κελὶ κάποιου γέροντα. Ὃ ἅγιος αὐτὸς ἄνθρωπος σπάνια ἄνοιγε σὲ κάποιον. Μόλις εἶδε ἀπὸ τὸ παράθυρο, ὅτι εἶμαι ἐγώ, μοῦ εἶπε• θέλεις νὰ μπεῖς; Κι’ ἐγὼ ἀπάντησα Ναί, τίμιε πάτερ’. Ἀφοῦ μπῆκα, εὐχήθηκα, κάθισα καὶ εἴχαμε μακρὰ συνομιλία.

Στὸ τέλος τὸν ἐρώτησα
Τί πρέπει νὰ κάμω, πάτερ, ποῦ ἔρχονται μερικοὶ σὲ μένα, καὶ οὔτε κερδίζω οὔτε ὠφελοῦμαι ἀπὸ τὴν συνάντηση μαζί τους; Ντρέπομαι νὰ τοὺς πῶ νὰ μὴ ἔλθουν. Πολλὲς φορὲς μάλιστα μ’ ἐμποδίζουν κι’ ἀπὸ τὶς συνηθισμένες ἀκολουθίες. Γι’ αὐτὸ θλίβομαι.
Πρὸς αὐτά μου ἀπάντησε ὃ μακάριος ἐκεῖνος γέροντας.
Ὅταν ἔρχονται σ’ ἐσένα τέτοιοι ἄνθρωποι ποῦ ἀγαποῦν τὴν ἀργία, ἀφοῦ
καθίσουν ὀλίγο, προφασίσου ὅτι θέλεις νὰ σηκωθεῖς γιὰ προσευχὴ καὶ εἶπε στὸν ἐπισκέπτη σου, ὅποιος κι’ ἂν εἶναι, μὲ ὑπόκλιση.

Ἀδελφέ, ἃς προσευχηθοῦμε, διότι ἦλθε ἢ ὥρα γιὰ τὸν κανόνα μου καὶ δὲν μπορῶ νὰ τὸν παραβιάσω μου ἔρχεται βάρος, ὅταν θελήσω νὰ τὸν τελέσω σὲ ἄλλη ὥρα καὶ μοῦ γίνεται αἰτία ταραχῆς δὲν μπορῶ λοιπὸν νὰ τὸν ἀφήσω χωρὶς κάποια ἀνάγκη. Καὶ ἀσφαλῶς τώρα δὲν ὑπάρχει ἀνάγκη νὰ καταργήσω τὴν προσευχή μου.
Καὶ νὰ μὴ τὸν ἀφήσεις νὰ μὴ προσευχηθεῖ μαζί σου. Ἄν σου εἰπεῖ, προσευχήσου ἐσὺ καὶ ἐγὼ φεύγω, κάμε τοῦ μετάνοια καὶ εἶπε, Ἔχε τὴν καλοσύνη νὰ κάμεις μαζί μου τουλάχιστον αὐτὴν τὴν μία εὐχή, γιὰ νὰ ὠφεληθῶ ἀπὸ τὴν προσευχή σου’. Καὶ ὅταν σηκωθεῖτε, παράτεινε τὴν προσευχή σου περισσότερο ἀπὸ ὅσο συνηθίζεις. Ἂν ἐνεργήσεις ἔτσι σ’ αὐτοὺς ποῦ σὲ ἐπισκέπτονται, ὅταν καταλάβουν ὅτι δὲν συμφωνεῖς μὲ τὴν τακτική τους οὔτε ἀγαπᾶς τὴν ἀργία, ὅπου ἀκούσουν ὅτι παρευρίσκεσαι, δὲν πρόκειται νὰ πλησιάσουν.

Πρόσεχε λοιπὸν μὴ τυχόν, ἀπὸ εὐλάβεια πρὸς πρόσωπο ἀνθρώπου, κατάλυσης τὸ ἔργο τοῦ Θεοῦ. Ἂν ὅμως εὑρέθη κάποιος ἀπὸ τοὺς πατέρες ἢ κάποιος ξένος ἀδελφὸς κουρασμένος, τότε σὰν μεγάλη προσευχὴ θεωρεῖται το νὰ σταθεῖς μαζὶ μὲ αὐτόν. Καὶ ἂν ὃ ξένος εἶναι ἀπὸ ἐκείνους ποῦ ἀγαποῦν τὶς ματαιολογίες, ἀνάπαυσε τὸν κατὰ δύναμη καὶ ἀπόλυσε τὸν εἰρηνικά.

Εἶπε κάποιος ἀπὸ τοὺς πατέρες• θαυμάζω ποῦ ἄκουσα ὅτι μερικοὶ κάμουν τὸ ἐργόχειρο στὰ κελιά τους καὶ μποροῦν ἀνελλιπῶς νὰ τελέσουν τὸν κανόνα τους, χωρὶς νὰ ταράσσονται. Εἶπε ἐπίσης ἕνα θαυμάσιο λόγο• ἀληθινά σας λέγω ὅτι, ἂν μεταβῶ γιὰ νερό, διαταράσσω τὴν συνήθειά μου καὶ τὴν ταξί της, καὶ ἐμποδίζεται ἔτσι ἢ πλήρης λειτουργία τοῦ διακριτικοῦ μου.

ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ ΤΩΝ ΝΗΠΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΣΚΗΤΙΚΩΝ ΙΣΑΑΚ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ ΛΟΓΟΙ ΑΣΚΗΤΙΚΟΙ -ΞΒ-ΠΣΤ-
ΠΑΤΕΡΙΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ.
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1991

 

αρχείο λήψηςΕισαγωγή

Ἡ Ἐκκλησία ἔχει ὡς ἀποκλειστικό Της σκοπό τή σωτηρία καί θέωση τοῦ ἀνθρώπου, ψυχική καί σωματική [1], ὡς ὁμοίωση πρός τόν Χριστό ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι. Μεταξύ τῶν πνευματικῶν μέσων πού ἡ Ἐκκλησία μετέρχεται εἶναι καί ὁ ἐν ἀγάπῃ ἔλεγχος, ἡ στηλίτευση· καί ἡ δριμύτητα τοῦ ἐλέγχου εἶναι εὐθέως ἀνάλογη τόσο μέ τήν ἀναισθησία καί πώρωση πού ἔχει νά ἀντμετωπίσει ἐκ μέρους τῶν ἁμαρτωλῶν, ὅσο καί μέ τήν ζημία πού ἐπαπειλεῖται ἀπό τήν ἁμαρτία [2]. Read more

αρχείο λήψης (8)Διάλογος ἀρχιερέως καὶ κληρικοῦ
Κληρικός: Ἀρκετὰ εἶναι αὐτά, Δέσποτα, πρὸς ἀνατροπὴν τῶν ἀθέων, καὶ νομίζω ὅτι κανεὶς δὲν θέλει ἀντειπῆ εἰς αὐτά, εἰμὴ ἂν εἶναι χειρότερος καὶ ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς δαίμονας, ἐπειδὴ καὶ αὐτοὶ οἱ ἴδιοι ὁμολόγησαν, καὶ μὴ θέλοντες, τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος. Τί δὲ ὅμως πάλιν θέλομεν εἰπῆ καὶ πρὸς ἐκείνους ὅσοι εἶναι παραδεδομένοι εἰς τήν πολυθεΐαν καί πλανῶνται εἰς τήν Ἀστρολογίαν καί Γενεσίν τῶν Ἀστέρων, καί Εἰμαρμένην καί Τύχην;
Read more

Πόσο ἐπιθυμῶ τήν ἀρετή· ἀλλ’ αὐτό δέ μ’ ἔχει μάθει ποιά νά ‘ναι αὐτή ἀλλά καί πώς θά φτάσει καί σ’ ἐμένα πού τήν ποθῶ˙ ὁ ἀνεκπλήρωτος ὁ πόθος εἶναι πόνος. Ἄν εἶναι ρεῦμα καθαρό πού δέ σμίγει καθόλου μέ τά νερά τοῦ χειμώνα πού τρέχουν στίς χαράδρες, ποιός τήν ἀπάντησε στή γῆ, ρωτιέμαι. Ἤ ἔχει ἀντλήσει ἀπ’ τήν καρδιά τοῦ βόρβορον ἤ δέχτηκε, τή βαριά σάρκα σέρνοντας, καί ἀπ’ τό σκοτεινό θολωμένος ἐξωτερικό ἐχθρό της ζωῆς μας καί τό λασπερό βάραθρο. Read more

askitesἘρώτηση: Μὲ ποιὸν τρόπο θὰ μπορέσουμε νὰ μὴν κρίνουμε αὐτὸν πού ἁμαρτάνει φανερά;
Ἀπάντηση: Ἂν θυμόμαστε τὸν Κύριο ποὺ ἔλεγε: «Μὴν κρίνετε, γιὰ νὰ μὴν κριθεῖτε· μὴν καταδικάζετε, γιὰ νὰ μὴν καταδικαστεῖτε» (Λουκ. 6:37) καὶ τὸν ἀπόστολο ποὺ συμβούλευε: «Ὅποιος νομίζει ὅτι στέκεται καλὰ στὰ πόδια του, ἃς προσέχει νὰ μὴν πέσει» (Α Κορ. 10:12), καὶ ποὺ ἐπίσης ἔλεγε: «Ἐσὺ ποὺ κρίνεις τὸν ἄλλο, καταδικάζεις τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό σου» (Ρωμ. 2:1). Γιατί τὰ μυστικά τοῦ ἀνθρώπου κανεὶς δὲν τὰ ξέρει, παρὰ μόνο τό πνεῦμα ποὺ κατοικεῖ μέσα του (Α’ Κορ. 2:11), σύμφωνα μὲ τὰ λόγια τοῦ Σωτήρος μας. Read more

Πονεῖ ἡ καρδιά μου. Συμμερισθεῖτε τὸν πόνο μου, ἀδελφοί, εὐλογημένοι δοῦλοι τοῦ Θεοῦ. Ἐλᾶτε, ἀκοῦστε, θλίβεται ἡ ψυχή μου, πονοῦν τὰ σπλάχνα μου. Ποῦ εἶναι τὰ δάκρυα καὶ ποὺ εἶναι ἡ κατάνυξη, ὥστε να λούσω τὸ σῶμα μου μὲ δάκρυα καὶ στεναγμούς; Ποιὸς θὰ μποροῦσε νὰ μὲ μεταφέρει σὲ ἀκατοίκητο τόπο, ὅπου δὲν ὑπάρχει θόρυβος ποῦ νὰ σταματᾶ τὰ δάκρυα, οὔτε πάλι ὑπάρχει ταραχὴ ποῦ νὰ ἐμποδίζει τὸ κλάμα; Καὶ ἔτσι, ἀφοῦ ὕψωσα τὴ φωνή μου, ἔκλαψα ἀπευθυνόμενος πρὸς τὸν Θεό, μὲ πικρὰ δάκρυα, καὶ εἶπα μὲ στεναγμούς: «Θεράπευσε μέ, Κύριε, γιὰ νὰ θεραπευθῶ (Ἱερ. 17, 14), ἐπειδὴ ἡ καρδιά μου πονεῖ πάρα πολύ, καὶ οἱ στεναγμοί της δὲν μὲ ἀφήνουν οὔτε μιὰ στιγμὴ νὰ βρῶ ἀνακούφιση. Διότι βλέπω, Δέσποτα, ὅτι τοὺς Ἁγίους σου τοὺς παίρνεις ἀπὸ τὸν μάταιο κόσμο, σὰν ἐκλεκτὸ χρυσάφι, καὶ τοὺς φέρνεις στὴν ἀνάπαυση τῆς ζωῆς». […] Read more

Ὑπόθεση ΛΘ΄(39)
Ἀπό τόν Ἅγιο Βαρσανούφιο

Ἕνας ἀδελφός ρώτησε κάποιον γέροντα:
«Ὅταν ἔχω λάβει παράθεση1 τῶν ἁγίων γερόντων καί συμβαίνει, γιά κάποια ἀπαραίτητη ὑπόθεση, ὑλική ἤ πνευματική, νά περνῶ ἀπό δρόμο ὅπου συχνάζουν ληστές, πῶς πρέπει, πάτερ, νά περάσω τόν δρόμο; Read more

ΜΕΛΕΤΗ ΚΗ΄

Στὴν ἄρνησι τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου, ποὺ προῆλθε
Α΄. Ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνεια.
Β΄. Ἀπὸ τὴν ἀδιαφορία.
Γ΄. Ἀπὸ τὴν ἔλλειψι τῆς προσευχῆς. Read more

Προοίμιον

Ἐκεῖνον ποὺ σταυρώθηκε γιὰ μᾶς, ὅλοι, ἐλᾶτε, ἂς δοξολογήσουμε. Αὐτόν, λοιπόν, ἀντίκρυσε πάνω στὸ Ξύλο ἡ Μαρία κι ἔλεγε: «Στὸ Σταυρὸ ἂν καὶ κρέμεσαι, γιὰ μένα εἶσαι ὁ Υἱὸς καὶ Θεὸς μου».

Οἶκοι

α´
Τὸ παιδί Της ἡ Μητέρα καθὼς ἔβλεπε νὰ Τὸ πηγαίνουν στὸ θάνατο, κατάκοπη ἀκολουθοῦσεν ἡ Μαρία μαζὶ μ᾿ ἄλλες γυναῖκες καὶ τοῦτα ἔλεγε: «Ποῦ πορεύεσαι, Τέκνο; Γιὰ ποιὸ λόγο βιαστικὸς τὸ δρόμο τρέχεις; Μήπως κι ἄλλος γάμος εἶναι στὴν Κανᾶ, καὶ γιὰ ῾κεῖ τραβᾶς ἐτώρα, κρασὶ ἀπ᾿ τὸ νερὸ γιὰ νὰ τοὺς φτιάξης; Νὰ ῾ρθῶ μαζί Σου, Τέκνο μου, ἢ νὰ Σὲ περιμένω; Ἕνα λόγο πές μου, Λόγε, ἐμένα ἀμίλητος μὴν προσπεράσης, Ἐσὺ π᾿ Ἁγνὴ μὲ φύλαξες, ὁ Υἱὸς καὶ Θεὸς μου». Read more

Ἐπιστολὴ 31η
Ἐν Ἀθήναις τῇ 15 Νοεμβρίου 1907

Θυγάτηρ ἐν Κυρίῳ ἀγαπητὴ Ξένη, εὔχομαί σοι πατρικῶς.

Χθὲς λειτουργήσας εἰς τὸν ἅγιον Νικόλαον τοῦ Πειραιῶς, ὡμίλησα περὶ ἀρετῆς, λαβὼν τὸ θέμα ἐκ τοῦ Ἀποστόλου, ἐν ᾧ ὁ Παῦλος νουθετῶν τὸν Τιμόθεον γράφει: «Σὺ οὖν, τέκνον μου, ἐνδυναμοὺ ἐν τῇ χάριτι τῇ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ κλπ.» (Β´ Τιμοθ. β´ 1-10) καὶ ἀνέπτυξα μὲν ἐν ὀλίγοις ὅλον τὸ νόημα τοῦ Ἀποστόλου, ἐνδιέτριψα ὅμως, ὁμιλήσας ἐπὶ ἡμίσειαν ὥραν, ἀναπτύσσων τὴν πρότασιν ἢ μᾶλλον εἰπεῖν τὸ θεῖον ἀπόφθεγμα, «ἐὰν δὲ καὶ ἀθλῇ τις οὐ στεφανοῦται, ἐὰν μὴ νομίμως ἀθλήσῃ». Read more

«Ἐμοὶ δὲ λίαν ἐτιμήθησαν οἱ φίλοι σου ὁ Θεός…»
(Ψαλμ. ρλη´ 17)
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α’
Περὶ τῆς δόξης τῶν δικαίων ἐν τῇ γῇ ὑπὸ τοῦ Θεοῦ καὶ περὶ τῆς τιμῆς τῆς ἀποδιδομένης αὐτοῖς ὑπὸ τῆς Ἐκκλησίας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β´
Περὶ τῆς πρὸς τὸν Θεὸν πρεσβείας τῶν ἁγίων.

Read more

Νεοελληνικὴ Ἀπόδοση
Βλασφημία! Λέξη φοβερὴ, λέξη ποὺ προκαλεῖ ἀποτροπιασμό, λέξη ποὺ φανερώνει ἀσέβεια πρὸς τὸ Θεό.

Ἡ βλασφημία εἶναι ἔκφραση μίσους κατὰ τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἀποτέλεσμα βρώμικης καρδιᾶς καὶ χαρακτηρίζει πονηρὴ ψυχή. Read more

Ἡ ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ὁμολογεῖ ὅτι ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος ἦν πρὸ τόκου παρθένος, καὶ ἐν τόκῳ παρθένος, καὶ μετὰ τόκον πάλιν παρθένος διέμεινε, φυλάξασα ἀλώβητον τὴν ἑαυτῆς παρθενίαν. (Ὁμολογία Ὀρθοδόξου πίστεως ἐν ἐρωταποκρίσει λθ´). Read more

[Κεφάλαιον Β´] [Κεφάλαιον Γ´]


ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β´

Περὶ τοῦ σεβασμοῦ τῶν πιστῶν πρὸς τὴν Ὑπεραγίαν Δέσποιναν Θεοτόκον καὶ Ἀειπάρθενον Μαρίαν
καὶ περὶ τῶν ἁγίων αὐτῆς εἰκόνων καὶ περὶ τῶν ἱερῶν ναῶν τῶν τιμωμένων ἐπ᾿ ὀνόματι αὐτῆς Read more

 

Περιεχόμενα
1. Ὅτι τὸ ὄνομα «Υἱὸς ἀνθρώπου» ἐστὶ τὸ ὄνομα δι᾿ οὗ εὐηγγελίσθη ἡ ἀνθρωπότης τὸν μέλλοντα Σωτῆρα καὶ Λυτρωτήν
2. Προφητεῖαι περὶ τῆς φυλῆς, γένους, οἴκου, πατριὰς καὶ τοῦ τόπου τῆς γεννήσεως τοῦ Μεσσίου
3. Προφητεῖαι πληρωθεῖσαι εἰς τὸ πρόσωπον τοῦ Ἰησοῦ


 

1. Ὅτι τὸ ὄνομα «Υἱὸς ἀνθρώπου» ἐστὶ τὸ ὄνομα δι᾿ οὗ εὐηγγελίσθη ἡ ἀνθρωπότης τὸν μέλλοντα Σωτῆρα καὶ Λυτρωτήν

Ἡ ἔκφρασις Υἱὸς ἀνθρώπου, ἦν ὁ Κύριος ὡς περιφραστικὸν προσδιορισμὸν τοῦ Ἰδίου Προσώπου μετεχειρίζετο ὁσάκις ἂν ὡμίλει περὶ Ἑαυτοῦ, εἶναι τὸ ὄνομα, δι᾿ οὗ εὐηγγελίσθη ἡ ἀνθρωπότης τὸν μέλλοντα Σωτῆρα καὶ Λυτρωτὴν αὐτῆς. Ἡ Παλαιὰ Γραφὴ φαίνεται συνηγοροῦσα ὑπὲρ τῆς γνώμης ταύτης.Ἐν τῇ Γενέσει ἀναφέρεται ὅτι ὁ Θεὸς καταρώμενος τὸν ὄφιν τὸν αἴτιον τῆς πτώσεως τοῦ ἀνθρώπου προανήγγειλεν αὐτῷ ὅτι τὸ σπέρμα τῆς γυναικὸς θέλει συντρίψει τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ, εἰπών: «ἔχθραν θήσω ἀνάμεσόν σου καὶ ἀνάμεσον τῆς γυναικός, καὶ ἀνάμεσον τοῦ σπέρματός σου, καὶ ἀνάμεσον τοῦ σπέρματος αὐτῆς· αὐτός σου τηρήσει κεφαλήν, καὶ σὺ τηρήσεις αὐτοῦ πτέρναν»(1) (Γεν. γ´ 15). Τὴν κατὰ τοῦ ὄφεως ταύτην κατάραν ἐθεώρησαν πάντες οἱ ἐξ Ἀδὰμ ὣς εὐαγγέλιον πρὸς τὴν ἀνθρωπότητα. Τὸ ἀνθρώπινον γένος λαβὸν τὴν ἐπαγγελίαν ταύτην, ἐξεδέχετο τὸ σπέρμα τῆς γυναικός, τὸν Υἱὸν τῆς γυναικός, δηλονότι τὸν Υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ ἑβραϊκὴ λέξις Ζαρά, ἣν οἱ Ἑβδομήκοντα μετέφρασαν κυριολεκτικῶς σπέρμα, λαμβάνεται ἐν τῇ Ἁγίᾳ Γραφῇ, ὁσάκις ἂν ἀπαντᾷ, ἀντὶ τοῦ Υἱός· Ἡ Ἄννα ἡ μήτηρ τοῦ προφήτου Σαμουήλ, ζητοῦσα παρὰ τοῦ Θεοῦ υἱόν, μετεχειρίσθη τὴν λέξιν Ζαρά· ἀλλ᾿ ὡς γυνὴ ἔχουσα σύζυγον, προσέθετο τὴν λέξιν ἀνασὶμ (Ζαρά ἀνασίμ)= σπέρμα ἀνδρός, ἤτοι υἱὸν ἀνδρός. Read more

1. Περὶ θείου ἔρωτος

Ὁ θεῖος ἔρως εἶναι ἀγάπη τοῦ θείου τελεία, ἐκδηλουμένη ὡς πόθος τοῦ θείου ἄπαυστος. Ὁ θεῖος ἔρως γεννᾶται ἐν τῇ κεκαθαρμένῃ καρδίᾳ διότι ἐν αὐτῇ ἐπιφοιτᾷ ἡ θεία χάρις. Ὁ ἔρως τοῦ Θείου εἶναι θεῖον δώρημα, δωρηθὲν τῇ ἀγνευούσῃ ψυχῇ ὑπὸ τῆς ἐπιφοιτησάσης καὶ ἀποκαλυφθείσης τῇ ψυχῇ θείας χάριτος. Ὁ θεῖος ἔρως οὐδενὶ ἐγγίγνεται ἄνευ θείας ἀποκαλύψεως· διότι ἡ ψυχὴ ἡ μὴ δεχθεῖσα ἀποκάλυψιν, δὲν ἔσχε τὴν ἐπ᾿ αὐτῆς ἐπίδρασιν τῆς χάριτος καὶ μένει ἀπαθὴς πρὸς τὸν θεῖον ἔρωτα· ἀδύνατον δὲ νὰ γεννηθῇ θεῖος ἔρως ἄνευ ἐπενεργούσης θείας δυνάμεως ἐπὶ τῆς καρδίας. Ὁ θεῖος ἔρως εἶναι ἐνέργεια τῆς ἐνοικούσης ἐν τῇ καρδίᾳ θείας χάριτος. Read more

 

Προοίμιον Ι
Ἐσύ, Χριστὲ καὶ Θεέ, ποὺ κόρη σου ἀποκάλεσες τὴν πόρνη, κάνε κι ἐμένα γιό σου μὲ τὴ μετάνοια καὶ σὲ παρακαλῶ ἀπάλλαξέ με ἀπὸ τὰ ἔργα μου τὰ ἄσωτα.

Προοίμιον ΙΙ
Κρατώντας μὲ συγκίνησι τὰ πόδια Σου ἡ πόρνη μετανοιωμένη μίλαγε σὲ Σένα ποὺ τὰ μυστικὰ γνωρίζεις, Χριστὲ καὶ Θεέ, «Μὲ τί μάτια νὰ Σὲ κοιτάξω, ἐγὼ ποὺ ὅλους μὲ βλέμμα μου στὴν ἁμαρτία ἔρριξα; Πῶς νὰ παρακαλέσω, Σπλαχνικέ, ἐγὼ ποὺ στενοχώρησα τὸν Πλάστη μου, Ἐσένα; Μονάχα νὰ δεχτῆς αὐτὸ τὸ μύρο καὶ νὰ μὲ δῇς μὲ καλωσύνη, Κύριε, καὶ συχώρεσε τὴν ἀσωτία μου γιὰ τὴν ὁποία νοιώθω ἐντροπή. Read more


1. Μέ ὠθεῖ νά μιλήσω ὁ ἐνυπόστατος Λόγος τοῦ Θεοῦ. Αὐτός πού δέν ἀπομακρύνθηκε ἀπό τούς πατρικούς κόλπους καί κυοφορήθηκε ἀπερίγραπτα στά σπλάχνα τῆς Παρθένου. 

Αὐτός πού ἔγινε γιά μένα ὅ,τι ἐγώ εἶμαι, Αὐτός πού εἶναι ἀπαθής ὡς πρός τήν θεότητά Του καί περιβλήθηκε ὡστόσο ὁμοιοπαθές μέ ἐμένα σῶμα. Αὐτός πού στόν οὐρανό ἐποχεῖται πάνω στά χερουβικά ἅρματα καί πάνω στή γῆ καβαλικεύει σέ γαϊδουράκι (πρβλ. Ματθ. 11, 7-9). Ὁ βασιλιάς τῆς δόξας, Αὐτός πού μαζί μέ τόν Πατέρα καί τό Πνεῦμα εὐφημεῖται ἀπό τά Σεραφίμ ὡς ἅγιος καί δέχεται τά ψελλίσματα τῶν παιδιῶν ἀπό τήν ἄκακη γλώσσα τους. Αὐτός πού εἶναι Θεός καί ἔχει τή μορφή δούλου καί πού ἔλαβε τή μορφή τοῦ δούλου. Αὐτός πού εἶναι ἄυλος καί ἀόρατος Θεός καί δέχτηκε νά λάβει ὁρατό καί ψηλαφητό σῶμα. Αὐτός πού βάδισε ἀκούσια στό πάθος, γιά νά μοῦ χαρίσει τήν ἀπάθεια. Αὐτός ὁ Ὁποῖος βλέποντας τόν ἄνθρωπο, πού ἔπλασε σύμφωνα μέ τήν εἰκόνα Του καί τήν ὁμοίωσή Του, τό πλάσμα τῶν χεριῶν Του, νά ἔχει δελεαστεῖ ἀπό τήν ἀπάτη τοῦ φιδιοῦ, ἐκεῖνον νά ἔχει πέσει στήν παράβαση τῆς ἐντολῆς Του καί νά ἔχει γίνει ὑποχείριος τῆς φθορᾶς καί ὑπόλογος θανάτου, δέν ἄντεξε. Read more

Εἰσαγωγὴ – Περίληψη
Ὁ λόγος αὐτός, ὅπως καὶ ὁ «Κατὰ Εἰδώλων», γράφτηκε περὶ τὰ ἔτη 317-319 μ.Χ. Σ’ αὐτὸν ἐξετάζεται τὸ μεγάλο γεγονὸς τῆς σαρκώσεως τοῦ ἄσαρκου Λόγου τοῦ Θεοῦ, δηλαδὴ τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, τοῦ δευτέρου προσώπου τῆς Ἁγίας Τριάδος.
Στὸ πρῶτο μέρος τοῦ λόγου ἀναλύεται ὁ διπλὸς σκοπὸς τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Λόγου: α) ἡ ἐπιστροφὴ τῆς ἀνθρωπότητας στὴν κατάσταση τῆς ἀθανασίας ποὺ ἀπωλέσθηκε λόγω τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος· καὶ β) ἡ ἀπόδοση στοὺς ἀνθρώπους τῆς ἱκανότητας νὰ γνωρίσουν τὸν ἀληθινὸ Θεό. Read more