Προσέχετε νὰ φυλᾶτε τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου μᾶς Ἰησοῦ Χριστοῦ, γιατί μία μέρα θὰ δώσουμε λογαριασμὸ γιὰ τὰ ἔργα μας. Διῶξτε τὴν ἀμέλεια, γιὰ νὰ μὴν πέσετε στὸ βάραθρο τοῦ Ἅδη. Ἂν τηρεῖτε ὅλες, χωρὶς ἐξαίρεση, τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, θὰ σωθεῖτε καὶ δὲν θὰ πιαστεῖτε στὰ δίχτυα τοῦ διαβόλου, ὅπως πιάνεται τὸ ἐλάφι στὰ βρόχια καὶ τὸ πουλὶ στὴν παγίδα.

Πρώτη καὶ σπουδαιότερη ἐντολὴ εἶναι ν’ ἀγαπᾶμε τὸ Θεὸ μ’ ὅλη μας τὴ ψυχή, καὶ μεταξὺ μας ὁ ἕνας ν’ ἀγαπάει τὸν ἄλλο, ὅπως καὶ ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς ἀγάπησε τὸν κόσμο.

Πότε ἀγαπᾶμε ἀληθινὰ τὸ Θεὸ καὶ τὸν ἀδελφό μας; Ὅταν δὲν ὑπερηφανευόμαστε. Ὅταν δὲ ζηλεύουμε. Ὅταν μιμούμαστε τὸ καλὸ ποὺ βλέπουμε νὰ κάνουν οἱ ἄλλοι. Ὅταν δὲ γογγύζουμε γιὰ τίποτα. Ὅταν ἀποφεύγουμε τὰ ἄκαιρα γέλια καὶ ἀστεία. Ὅταν δὲν ἀδικοῦμε. Ὅταν δὲ φροντίζουμε γιὰ τὸ στολισμὸ καὶ τὴν καλοπέραση τοῦ σώματος, ἀλλὰ γιὰ τὴν καλλιέργεια τῆς ψυχῆς μας.

Κι ἂν μέχρι τώρα δὲν νοιαζόμασταν γι’ αὐτά, ἂν ζούσαμε μέσα στὴν ἁμαρτία, ἂς μετανοήσουμε χωρὶς ἀναβολὴ.

Ὅταν μετανοήσουμε μὲ προθυμία καὶ πόνο, ὁ Θεὸς θὰ συγχωρήσει τὶς ἁμαρτίες μας. Πρέπει νὰ γνωρίζετε, πὼς ἡ θερμότητα τῆς μετάνοιας καὶ τὰ καυτὰ δάκρυα, ποὺ βγαίνουν ἀπὸ τὸ βάθος τῆς καρδιᾶς, κατακαῖνε σᾶ φωτιὰ τὸ μολυσμὸ τῆς ἁμαρτίας καὶ καθαρίζουν τὴν ψυχή, ποὺ γεμίζει ἀπὸ τὴν ἔλλαμψη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἀπὸ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ καὶ ἀπὸ καρποὺς ἀγαθούς.

Ἔχουμε χρέος ὅλοι μας νὰ ἐγκρατευόμαστε καὶ νὰ μὴν περνᾶμε τὴ ζωή μας μὲ πολυφαγίες, σπατάλες, βιοτικὲς μέριμνες καὶ μάταιες ἀπολαύσεις, ἀλλὰ μὲ δάκρυα καὶ μετάνοια. Ἂς ἀκούσουμε τὸ Θεὸ ποὺ μᾶς διδάσκει μέσα ἀπὸ τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιό Του:  «Μή μεριμνήσητε τῇ ψυχῇ ὑμῶν τί φάγητε ἤ τί πίητε ἤ τί ἐνδύσησθε. Ζητεῖτε πρῶτον τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καί τήν δικαιοσύνην αὐτοῦ καί ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν». Καὶ γιὰ νὰ μὴν ἔχει κανεὶς ἀφορμὴ νὰ λέει ”τι θὰ κάνω ἂν ἀργήσει νὰ μοῦ δώσει καὶ δὲν ἔχω τί νὰ φάω;”, εἶπε: «Βλέπετε τά πετεινά τοῦ οὐρανοῦ, πῶς οὐ σπείρει οὐδέ θερίζει οὐδέ συνάγει εἰς ἀποθήκας, καί ὁ Πατήρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος τρέφει αὐτά. Οὐχί πολλῶν στρουθίων διαφέρετε ὑμεῖς, ὀλιγόπιστοι;». Καὶ γιὰ νὰ μὴ λιποψυχοῦμε καὶ γογγύζουμε γιὰ τὸ φαγητό μας καὶ τὶς ἄλλες μᾶς ἀνάγκες, μᾶς ὑπενθυμίζει ὁ Κύριος: «Μακάριοι οἱ πεινῶντες καί διψῶντες τήν δικαιοσύνην ὅτι αὐτοί χορτασθήσονται».

Ἂν λοιπὸν στὴ ζωὴ μᾶς στερηθοῦμε κάποτε τὸ ψωμὶ ἢ τὸ φαγητό, ἂς ὑπομείνουμε ἐλπίζοντας καὶ πιστεύοντας ὅτι ὁ Κύριος δὲν θὰ μᾶς ἐγκαταλείψει.

Ἀλλὰ καὶ σ’ ὅλους τους πειρασμούς, ποὺ εἶναι ἐνδεχόμενο νὰ συναντήσουμε, ἂς συλλογιζόμαστε τοὺς ἀδελφούς μας ἐκείνους, ποὺ δὲν ἔχουν πολλὲς φορὲς οὔτε νερό. Κι ὅμως δὲν ἀγανακτοῦν καὶ δὲν βλασφημοῦν, ἀλλ’ ἀντίθετα εὐχαριστοῦν τὸ Θεό, μὲ τὴν ἐλπίδα ὅτι μία ἡμέρα θὰ συναριθμηθοῦν μὲ τοὺς ἁγίους μάρτυρες. Ἐνῶ ἐμεῖς, μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, ἔχουμε τουλάχιστον τὰ’ ἀναγκαία γιὰ τὴ συντήρησή μας, καὶ μάλιστα μὲ τὸ παραπάνω. Ἂν λοιπὸν κατακρίνεται ἐκεῖνος ποὺ δὲν ἔχει τίποτα καὶ γογγύζει γι’ αὐτό, πόσο μᾶλλον θὰ τιμωρηθεῖ ἐκεῖνος ποὺ ἔχει τόσα ἀγαθὰ καὶ πάλι διαμαρτύρεται;

Ἂς μὴ μεριμνοῦμε λοιπὸν γιὰ τὰ τωρινὰ καὶ μάταια, ἀλλὰ γιὰ τὰ μελλούμενα καὶ αἰώνια. Ἡ τήρηση τῶν παθοκτόνων καὶ καθαρτικῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ νὰ ἔχει πάντα τὴν προτεραιότητα τοῦ ἐνδιαφέροντος καὶ τῆς μέριμνάς μας. Μὲ προθυμία καὶ ζῆλο νὰ φυλᾶμε τὶς ἐντολές, νικώντας τὴ φυσικὴ ραθυμία καὶ ἀποφεύγοντας τὴν ἀργία καὶ τὴν ἀργολογία.

Ἂς μιμηθοῦμε τοὺς ἁγίους πατέρες μας, ποὺ ποτὲ δὲν σπαταλοῦσαν ἄσκοπα τὸ χρόνο τους καὶ τὰ λόγια τους. Ἐργάζονταν γιὰ τὴ σωτηρία τους στὴν ἀφάνεια καὶ τὴ σιωπὴ γιὰ χρόνια ὁλόκληρα. Τί ἀπολογία θὰ δώσουμε ἐμεῖς, ποῦ δὲν κρατᾶμε τὸ στόμα μᾶς κλειστό, οὔτε γιὰ λίγες ἡμέρες; Τί λέω μέρες; Οὔτε μία ὥρα δὲν κρατιόμαστε. Τί θὰ κάνουμε καλοί μου ἀδελφοί, ἂν ἔρθει ξαφνικὰ ὁ οὐράνιος Κριτής, ποὺ εἶπε ὅτι  «πᾶν ῥῆμα ἀργόν ὅ ἐάν λαλήσωσιν οἱ ἄνθρωποι, ἀποδώσουσι περί αὐτοῦ λόγον ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως»; Καὶ πῶς θὰ ἐπιβληθοῦμε σὲ ἄλλα, βαθύτερα πάθη, ὅταν ἔχουμε ἀσυγκράτητη γλώσσα; Ἡ σάρκα, ἔχοντας τὴ φυσική της ἐπιθυμία καὶ πύρωση, ἐπαναστατεῖ ἐναντίον τοῦ πνεύματος καὶ πολεμάει σκληρὰ τὴ ψυχή. Ἡ κοιλιὰ πάλι θέλει νὰ γεμίζει μὲ φαγητὰ καὶ μᾶς παρακινεῖ βασανιστικὰ στὸ χορτασμό. Ἂν ἑπομένως δὲν κρατήσουμε τὴ γλώσσα μας, πράγμα ποὺ εἶναι εὔκολο καὶ ἀνώδυνο, πὼς θὰ χαλιναγωγήσουμε αὐτὰ τὰ μεγάλα καὶ φοβερὰ πάθη, ποῦ στηρίζουν τὴ δύναμή τους στὴ ἴδια τὴ φύση;

Ἂς κάνουμε λοιπὸν ἀρχὴ ἀπὸ σήμερα στὴν ἐργασία τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, ἀρχίζοντας ἀπὸ τὶς ἐλαφρότερες καὶ εὐκολότερες. Ἔτσι, μὲ τὴν ἐνάρετη ζωή μας, θὰ δοξαστεῖ τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου, ἐπειδὴ θὰ βρεθοῦν καὶ πάλι ἄνθρωποι, ποὺ θὰ μιμοῦνται τοὺς παλαιοὺς ἁγίους, πράγμα σπάνιο σήμερα.

πηγή

0 replies

Leave a Reply

Want to join the discussion?
Feel free to contribute!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *