(† 29 Σεπτεμβρίου)
Πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ὁσίους τῆς Ἐκκλησίας μςς ἔχουν τὸν τίτλο τοῦ Ἀναχωρητῆ, κι’ αὐτὸ διότι εἶχαν πάρει τὴ μεγάλη ἀπόφαση νὰ ἀναχωρήσουν σωματικὰ ἀπὸ τὸν πτωτικὸ κόσμο στὶς ἐρήμους, ἀλλὰ ὅμως ψυχικὰ νὰ βρίσκονται κοντὰ στοὺς κοσμικούς, μὲ τὴν προσευχή τους.
Ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγάλους Ἀναχωρητὲς ὑπῆρξε καὶ ὀ ἅγιος Κυριακός, ὁ ὁποῖος πῆρε τὸ προσωνύμιο τοῦ Αναχωρητοῦ.
Γεννήθηκε στήν Κόρινθο τό 448, ὅταν βασίλευε στὴν Κωνσταντινούπολη ὁ αὐτοκράτορας Θεοδοσιος ὁ Μικρός (408-450). Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Ἰωάννης καὶ ἦταν πρεσβύτερος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κορίνθου καὶ ἡ μητέρα τοῦ ὀνομαζόταν Ευδοξια. Ἀμφότεροι ἦταν πιστοὶ καὶ ἐνάρετοι ἄνθρωποι καὶ γι’ αὐτὸ φρόντισαν νὰ ἀναθρέψουν τὸ παιδί τους μὲ εὐσέβεια, πίστη καὶ φόβο Θεοῦ. Ὁ Κυριακὸς ἀπὸ μικρὸ παιδὶ εἶχε δείξει σημάδια πνευματικῆς ὡριμότητος. Στοχάζονταν συνεχῶς τὸ μυστήριο της Θείας Οἰκονομίας, τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ νὰ σωθεῖ τὸ ἀνθρώπινο γένος, χάρις στὴν ἐνανθρώπηση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Αὐτὲς οἱ σκέψεις τὸν ὁδήγησαν νὰ ἀφιερωθεῖ στὸ Θεό. Ὅταν ἔφτασε στὴν ἐφηβικὴ ἡλικία ἀποφάσισε νὰ ἀκολουθήσει τὸν μοναχικὸ βίο, ἐπιλέγοντας τούς Ἁγίους Τόπους ὡς τόπο τῆς ἄσκήσεώς του. Ἔφυγε λοιπὸν γιὰ τὰ Ἱεροσόλυμα, νὰ πατήσει τὰ ἅγια χώματα ποὺ εἶχαν πατήσει τὰ πανάγια πόδια τοῦ Λυτρωτοῦ Χριστοῦ. Ἐκεῖ συνάντησε στὴν ἀρχὴ ἕναν μεγάλο ἀσκητή, τον Εὐστόργιο, στὸν ὁποῖο προσκολλήθηκε γιὰ ἀρκετὸ καιρό. Ἀκούγοντας ἀκούραστος τὶς παραινέσεις τοῦ ἁγίου Γέροντα ἀπέκτησε μεγάλη ψυχικὴ ὠφέλεια καὶ πνευματικὴ ὡριμότητα. Μετὰ ἄκουσε γιὰ τον Μέγα Εὐθύμιο καὶ τὶς ἀρετές του. Ζητώντας τὴν εὐλογία τοῦ Εὐστόργιου, πῆγε κοντά του, γενόμενος δεκτὸς ἀπὸ ἐκεῖνον. Ἐκεῖ ἐνδύθηκε καὶ τὸ μοναχικὸ σχῆμα.
Ἐπειδὴ ὅμως ὑπῆρχε ἡ συνήθεια νὰ μὴ δέχονται ἀγένειους νέους, λόγω σκανδαλισμοῦ, ὁ Μέγας Εὐθύμιος τὸν ἔστειλε στη Μονὴ τοῦ Ἁγίου Γερασίμου τοῦ Ἰορδανίτη, ὅπου ἔγινε δεκτὸς καὶ τοῦ ἀνατέθηκε τὸ διακόνημα τοῦ μαγείρου. Ἐκεῖ ὁ Κυριακὸς διακονοῦσε μὲ μεγάλη προθυμία τοὺς ἀδελφοὺς καὶ ἀσκοῦνταν ὁ ἴδιος στὴν πίστη καὶ στὴν ἀρετή. Νήστευε, ἀγρυπνοῦσε καὶ προσεύχονταν ἀτέλειωτες ὧρες. Τρέφονταν μόνο μὲ λίγο ἄρτο καὶ νερό, κάθε δύο ἡμέρες. Ἔτσι σὲ λίγο χρονικὸ διάστημα ἄρχισαν νὰ διαφαίνονται οἱ ἀρετές του καὶ ἡ ἁγιότητά του. Ὁ ἴδιος ὁ ἡγούμενος ἅγιος Γεράσιμος καὶ ὅλη ἡ ἀδελφότητα τὸν ἐκτιμοῦσαν καὶ τὸν ἀγαποῦσαν.
Μετὰ ἀπὸ ἐννέα χρόνια καὶ ἐνῶ ὁ ἴδιος ἦταν εἴκοσι ὀκτὼ ἐτῶν, κοιμήθηκε ὁ Γέροντάς του Γεράσιμος. Ὁ Κυριακὸς γύρισε στὴ Λαύρα τοῦ ἁγίου Εὐθυμίου, ὅπου ἔγινε δεκτὸς ἀπὸ τὸν ἠγούμενο Ἠλία. Ὅμως δὲν ἔμεινε γιὰ πολύ, διότι ἔβλεπε μὲ πίκρα τὴ διαμάχη τῆς Μονῆς μὲ τὴ διπλανὴ Μονὴ του Οσίου Θεοκτίστου, γιὰ οἰκονομικὲς διαφορές. Πῆρε τὴν ἀπόφαση νὰ φύγει καὶ νὰ ἐγκατασταθεῖ στη Μονὴ Σουκά. Ἐκεῖ ἔμεινε πολλὰ χρόνια, διακονώντας καὶ σημειώνοντας πνευματικὴ πρόοδο. Ἐκεῖ ἀξιώθηκε νὰ δεχτεῖ καὶ τὸ ἀξίωμα του Πρεσβυτέρου καὶ ἀπέκτησε τὴ φήμη τοῦ σπουδαίου πνευματικοῦ ἄνδρα.
Ὄντας στὴν ἡλικία τῶν ἑβδομήντα ἑπτὰ ἐτῶν, ἀποφάσισε νὰ φύγει γιὰ τὴν ἔρημο, νὰ ζήσει τὴν εὐλογημένη ζωὴ τῆς ἐρημικῆς ἡσυχίας. Μὲ ἕναν ὑποτακτικό του ἀναχώρησε γιὰ τὴν σκληρὴ ἔρημο Νατουφα, στήν ὁποία φύτρωναν μόνο πικρὰ σκυλοκρέμμυδα. Μὲ τὴν προσευχὴ του ὁ ἅγιος τά πικρὰ καὶ ἀκατάλληλα χόρτα ἔγιναν γλυκὰ καὶ ἡ τροφὴ τῶν δύο ἀναχωρητῶν ἐπὶ τέσσερα χρόνια. Μέσα στὴν ἡσυχία τῆς ἐρήμου οἱ δύο ἄνδρες προσεύχονταν, ἀγρυπνοῦσαν, πολεμοῦσαν τὸ διάβολο κατὰ μέτωπο καὶ ἀπέκοπταν τὰ πάθη τους. Ὁ ἅγιος Κυριακὸς εἶχε καθαρθεῖ καὶ ἔμοιαζε μὲ τοὺς ἀγγέλους. Μάλιστα εἶχε φτάσει στὸ σημεῖο ἁγιότητος νὰ βγάζει δαιμόνια ἀπὸ κατεχόμενους. Θεράπευσε κάποιον δαιμονισμένο στὴ χώρα των Θεώνων.
Τὸ θαῦμα αὐτὸ ἔγινε γνωστὸ στὴν εὐρύτερη περιοχή. Πολλοὶ ἄρρωστοι καὶ ἰδίως δαιμονισμένοι ἔτρεχαν νὰ βροῦν τὴ γιατρειά τους ἀπὸ τὸ ἅγιο ἀσκητή. Αὐτὸ ὅμως τὸν ἐνοχλοῦσε, διότι τὸν ἀπέκοπτε ἀπὸ τὸν πνευματικό του ἀγώνα. Γι’ αὐτὸ ἀποφάσισε νὰ ἀναχωρήσει πιὸ βαθειὰ στὴν ἔρημο του Ρουβά, τρεφόμενος μὲ ρίζες ἀγρίων φυτῶν. Ἀλλὰ οἱ ἄρρωστοι ἔφταναν ὡς ἐκεῖ γιὰ νὰ βροῦν θεραπεία καὶ ὁ ἅγιος ἀνταποκρίνονταν στὴ λαχτάρα τους. Ἀλλὰ καὶ πάλι ὁ ἅγιος θεώρησε τὴν κατοικία τοῦ αὐτὴ ἀκατάλληλη ἀπὸ τὴν κοσμοσυρροή. Ἔφυγε γιὰ ἄλλη πιὸ μακρινὴ ἔρημο, τη Σουσακείμ. Ἐκεῖ ἔζησε ἑπτὰ χρόνια ὡς ἐπίγειος ἄγγελος. Τὸν καιρὸ ἐκεῖνο ἔπεσε φοβερὸ θανατικὸ στὴν περιοχή. Οἱ μοναχοί τῆς Λαύρας τοῦ Σουκᾶ ἔτρεξαν στὸν ἅγιο νὰ τοὺς σώσει ἀπὸ τὴν πανώλη. Ὁ Κυριακός τους λυπήθηκε, γύρισε στὴ Λαύρα καὶ μὲ τὶς προσευχὲς του κατόρθωσε νὰ διώξει τὴν ἀρρώστια. Ἔμεινε στὸ κελὶ του ἁββὰ Χαρίτωνος πέντε χρόνια. Ἀπὸ ἐκεῖ ἀναγκάστηκε νὰ πολεμήσει τὴν αἵρεση τοῦ ὠριγενισμοῦ, μὲ ἐπιτυχία. Ὁ ἴδιος ὀ Ὠριγένης (+254) καὶ κυρίως οἱ μαθητές του, εἶχαν πέσει σὲ σημαντικὲς πλάνες, ὄπως «ἡ προΰπαρξη τῶν ψυχῶν» καὶ ἢ «ἀποκατάσταση τῶν πάντων», οἱ ὁποῖες καταδικάστηκαν ἀπὸ την Ε΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο (553).
Διάνυε ἤδη τὸ ἐνενηκοστὸ ἔνατο ἔτος τῆς ἡλικίας του. Εἶχε ἐπιθυμήσει νὰ ζήσει καὶ πάλι στὴν ἀγαπημένη τοῦ ἔρημο Σουσακειμ. Ἐκεῖ ἔζησε ἀκόμη ἐννέα ἔτη. Λίγο πρὶν τὸ τέλος τῆς ἐπὶ γῆς ζωῆς του πῆγαν νὰ τὸν ἐπισκεφτοῦν κάποιοι μοναχοὶ ἀπὸ τη Λαύρα Σουκὰ καὶ νὰ πάρουν τὴν εὐλογία του. Τὸν βρῆκαν νὰ προσεύχεται χωρὶς κούραση, παρὰ τὰ ἑκατὸν ὀκτὼ ἔτη του, μὲ πλήρη σωματικὴ ρώμη καὶ πνευματικὴ διαύγεια. Ὁ ἅγιος ἀσκητής, ἀφοῦ τοὺς εὐχαρίστησε καὶ τοὺς εὐλόγησε κοιμήθηκε εἰρηνικὰ τό 556 καὶ ἡ ἁγία του ψυχὴ πέταξε στὰ οὐράνια γιὰ νὰ συναντήσει τὸν Κύριο στὸν Ὁποῖο εἶχε ἀφιερώσει ὁλόκληρη τὴ ζωή του. Ἡ μνήμη τοῦ τιμᾶται στις 29 Σεπτεμβρίου.
Αὐτὸς ὑπῆρξε ὁ ἅγιος Κυριακὸς ὁ Ἀναχωρητής. Σωματικὰ στὴν ἔρημο καὶ πνευματικὰ στὸν κόσμο, καθ’ ὅτι ἡ ὀρθόδοξη ἀσκητικὴ δὲν εἶναι ἀπόκοσμη, ἀλλὰ ἀγώνας γιὰ τὴν κάθαρση τοῦ κόσμου ἀπὸ τὴ δουλεία τῆς ἁμαρτίας.
ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ, Θεολόγου Καθηγητοῦ
πηγή: http://aktines.blogspot.gr/
Leave a Reply
Want to join the discussion?Feel free to contribute!