18 Αὐγούστου

Οἱ κατὰ κόσμον συγγενεῖς (θεῖος καὶ ἀνηψιὸς) Βασίλειος καὶ Σωτήριχος γεννήθηκαν στὴν Ἀθήνα τὸν 10ο αἰώνα. Ὅταν ἐκάρησαν μοναχοὶ καὶ χειροτονήθηκαν ἱερεῖς, ἔλαβαν τὰ ὀνόματα Βαρνάβας καὶ Σωφρόνιος. Κατόπιν θεοσημίας ξεκίνησαν μεγάλο ταξίδι γιὰ τὸν Πόντο, πρὸς ἀνεύρεση τῆς θαυματουργῆς εἰκόνας τῆς Παναγίας τῆς λεγομένης Σουμελὰ καὶ τῆς ἀνοικοδομήσεως μονῆς. Κατὰ τὴν ἱεραποδημία τοὺς ἀναφέρεται ὅτι προσκύνησαν τὰ τίμια λείψανα τῶν ἁγίων Λουκᾶ ἐν Στειρίω, Βαρβάρου, Ἀχιλείου Λαρίσης καὶ Δημητρίου Μυροβλύτου. Συναντήθηκαν μὲ ἐπισκόπους καὶ ἀσκητὲς καὶ κατέληξαν στὸ Ἅγιον Ὅρος, ὅπου προσκύνησαν στὴ Μεγίστη Λαύρα τοῦ ὁσίου Ἀθανασίου τοῦ Ἀθωνίτου καὶ ἐπισκέφθηκαν τὴ μονὴ Βατοπαιδίου.

Στὴ μονὴ Βατοπαιδίου τοὺς ὑποδέχθηκε ὁ μοναχὸς Λάζαρος, ὁ ὅποιος εἶχε πληροφορηθεῖ ἀπὸ τὴ Θεοτόκο περὶ αὐτῶν. Ὁ ἡγούμενος τῆς μονῆς τοὺς δέχθηκε φιλόφρονα καὶ θέλησε, ὅταν πληροφορήθηκε τὴν ἁγιότητά τους, νὰ τοὺς κρατήσει κοντά του πρὸς ὠφέλεια τῆς ἀδελφότητος. Συνέταξε μάλιστα ἐξ ἀφορμῆς τῆς ἐπισκέψεως τῶν δύο αὐτῶν ἁγίων ἀνδρῶν κατήχηση πρὸς τὴν ἀδελφότητα τοῦ παροτρύνοντάς τους· «τὸ φιλόξενους εἶναι, τὸ εὐπροσηγόρους πρὸς τοὺς ξένους, τῶν μήτινα τῶν εὐτελῶν μοναχῶν καταφρονεῖν, ἀλλὰ ἀσπάζεσθαι εὐπροσηγόρως καὶ ἅγιους τούτους νομίζειν, ἀποδέχεσθαι τὲ καὶ εὐπροθύμως φιλοξενεῖν, μὴ ἐπαίρεσθαι δὲ ἐν τῇ κτίσει τῶν ἀρετῶν, ἂλλ΄ εὐτελεῖς νομίζειν ἑαυτοὺς παρὰ πάσαν ἀνθρωπίνην φύσιν».
Μετὰ μία ἑβδομάδα ὁ μοναχὸς Λάζαρος εἶπε στὸν ἡγούμενό του ὅτι πρέπει νὰ ἀφήσει τοὺς ὁσίους νὰ ἀναχωρήσουν πρὸς ἐπίτευξη τοῦ σκοποῦ τους, ἐκεῖ ὅπου τους προσκαλοῦσε ἢ Θεοτόκος στὸν μακρυνὸ Πόντο, ποῦ ἐπέλεξε πρὸς κατοίκησή της. Ὁ ἡγούμενος μὲ λύπη κατευόδωσε τοὺς δύο ὁσίους, ὑποτασόμενος στὸ θέλημά της Θεοτόκου καὶ ὄχι στὸ δικό του θέλημα. Νέο μάλιστα σημεῖο ἐπιβεβαίωνε τὴν ἱερότητα τοῦ σκοποῦ τῶν ὁσίων Βαρνάβα καὶ Σωφρονίου. Κατερχόμενοι στὸν ἀρσανὰ τῆς μονῆς πρὸς ἀποχαιρετισμὸ συναντοῦν ναῦτες νὰ ἀναζητοῦν τοὺς ὁσίους ὀνομαστικά. Πλέοντες στὸ πέλαγος πρὸς Κύπρο παρουσιάσθηκε ἢ Θεοτόκος, στὸν κυβερνήτη τοῦ πλοίου καὶ τοῦ μήνυσε νὰ πορευθεῖ ἐκεῖ ὅπου θὰ παραλάμβανε τοὺς Ἀθηναίους ὁσίους, γιὰ νὰ τοὺς μεταφέρει στὴ Μαρώνεια. Δοξάζοντες τὸν Θεὸ καὶ τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο γιὰ τὰ θαυμάσιά της ὁ ἡγούμενος καὶ ἢ συνοδεία τοῦ κατευόδωσαν τοὺς ὁσίους καὶ τοὺς ἀπέλυσαν ἐν εἰρήνη.
Ἀπὸ τὴ Μαρώνεια ὁδηγήθηκαν στὸ μοναχοστόλιστο Παπίκιο ὅρος, θαυματουργοῦντες καὶ μέσω θαυμαστῶν γεγονότων διερχόμενοι πόλεις καὶ μοναστικὰ κέντρα κατέληξαν στὸ σπήλαιο τοῦ ὅρους Μελά, ὅπου βρῆκαν τὴν εἰκόνα τῆς Ὁδηγήτριας Ἀθηνιώτισσας Θεοτόκου κι ἄρχισαν τὴν ἀνοικοδόμηση τῆς μονῆς, ἀφοῦ πρὶν θαυματουργικὰ καὶ διὰ προσευχῆς ἐξῆλθε τὸ ἀπαραίτητο νερό. Μὲ νηστεῖες, προσευχές, ἀγρυπνίες καὶ ἀσκήσεις τελείωσαν τὸν ἔνθεο βίο τοὺς οἱ ὅσιοι. Ἀναπαύθηκαν ἐν Κυρίω καὶ οἱ δύο τὴν διὰ ἡμέρα, στὶς 18 Αὐγούστου, ποὺ καθιερώθηκε καὶ ὡς ἡμερομηνία τῆς μνήμης τους. Ὁ ὅσιος Βαρνάβας πρὸ τῆς μακαρίας τελευτῆς τοῦ ἄφησε στοὺς συγκεντρωθέντες μοναχοὺς πνευματικὴ διαθήκη, ὅπου μεταξὺ ἄλλων θερμά τους παρότρυνε:
«Ζηλοῦντας τὰ τῶν μακαρίων πατέρων ἠμῶν κατορθώματα, ἐν ἡ ἐκλήθημεν ἐρήμην, ἐν ταύτη καὶ μένειν εἰς τέλος, γρηγορούντας καὶ προσευχομένους, ἴνα μὴ εἰσέλθωμεν εἰς πειρασμόν. Πλουτεῖν τὸν τῆς μακαρίας ταπεινοφροσύνης καὶ ἀπροσπαθοὺς ἀκτημοσύνης ἀναφαίρετον καὶ τιμιώτατον πλοῦτον, ἀρκουμένους αἶς ἔχομεν διατροφαῖς καὶ σκεπάσμασι, κατὰ τὸν Ἀπόστολο. Τὸν ἐστάναι δοκούντα, μὴ ὑφηλοφρονεῖν ἐπὶ πλούτω κατορθωμάτων, ἢ ἐαυτῶ ταῦτα ἐπιγράφοντα, ἢ τοὺς μὴ κατορθοῦντας φαρισαϊκῶς κρίνοντα, ἴνα μὴ χαλεπὸν ὑποστᾶς τὸ ναυάγιον πέση ἂλλ΄ εἰ τῷ φίλον το κρίνειν, ἐαυτὸν μᾶλλον ἀδιαλείπτως ἀνακρίνειν, εἰ τῶν μὲν ὄπισθεν ἐπιλανθάνεται, τοῖς δὲ ἔμπροσθεν ἐπεκτείνεται».

πηγή: Μοναχοῦ Μωϋσέως Ἁγιορείτου, Βατοπαιδινὸ Συναξάρι, ἔκδοσις Ἱερᾶς Μεγίστης Μονῆς Βατοπαιδίου, Ἅγιον Ὅρος 2007


…Σύμφωνα, μὲ τὴν προφητεία του ὁσίου Βαρνάβα, ὁ ἅγιος αὐτὸς τόπος ἔγινε τὸ ἀντικείμενο τῆς ἀπληστίας τῶν βαρβάρων ποὺ τὸ ἐρήμωσαν τελείως καὶ ἔσφαξαν τοὺς μοναχοὺς. Πολλὰ χρόνια ἁργότερα, ἕνας ἁγράμματος χωρικός, ὁ Χριστοφόρος, ποὺ ἦταν ἑξαδάχτυλος, κλήθηκε ἀπὸ τὴν Παναγία ἐνώ δούλευε στὰ χωράφια. Παράτησε τὸ ζευγάρι του σὰν νέος Ἐλισαίος (βλ. Α΄ Βασ. 19, 19) καί μετέβη στὴν Τραπεζοῦντα γιὰ νὰ χειροτονηθει πρεσβύτερος. Ὀδηγημένος ἀπὸ τὴν Θεοτόκο μέχρι τήν σπηλιὰ τοῦ ὄρους Μελᾶς ἁνακάλυψε τὴν εἰκόνα καί βάλθηχε νὰ καθαρίζει τὸν τόπο. Αἴφνης βρέθηκε ἰκανὸς νὰ διαβάζει εὐκρινῶς τὸ Εὐαγγέλιο, ἑνώ ἦταν ἁγράμματος, καὶ παρέμεινε ἐκεί στὴν σπηλιὰ προσκαρτερώντας στοὺς ἀγώνες τῆς ἀρετῆς καὶ στὴν θεωρία ἔλαβε μάλιστα καὶ τὸ δωρο νὰ γνωρίζει ἀπὸ στήθους ὅλη τὴν Ἀγία Γραφή. Ἕγινε πόλος ἔλξης γιὰ ὅλους ἐκείνους ποὺ διψουσαν γιά τὴν ἀρετὴ καὶ τὸ μοναστῆρι ἀναπτύχθηχε γρήγορα. ‘Ὅταν ὁ ἅγιος Χριστοφόρος συναισθάνθηκε ὅτι ἡ ὥρα της ἐκδημίας του ἦταν κοντά, μάζεψε τοὺς ἁδελφους, συνέστησε σ’ αὐτοὺς νὰ τηρούν αὐστηρὰ τὶς ἐντολὲς τῶν ὁσίων Βαρνάβα καὶ Σωφρονίου καὶ νὰ τιμούν μὲ θέρμῃ τὴν ἁγία εἰκόνα., καὶ ἀπήλθε πρός συνάντησιν τῶν Πατέρων του…

Νέος Συναξαριστής Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου


ΤΑ ΚΕΙΜΉΛΙΑ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΤΟΥ ΣΟΥΜΕΛΆ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΗΣ

Αποτέλεσμα εικόνας για Μονῆς Σουμελᾶ

Τό ἔτος 1923, μετὰ τὴν ‘Ελληνικὴν καταστροφὴν ἐν Μικρᾷ ᾿Ασίᾳ ἐξεδιώχθησαν ἐκεῖθεν οἱ Μοναχοί, οἵτινες φεύγοντες ἔκρυψαν ὅ,τι ἠδύναντο ὑπὸ τὴν γῆν. Εἰς τι σημεῖον ἔκρυψαν τὰ πολυτιμότερα κειμήλια, τὴν Εἰκὀνα τῆς Παναγίας, ἔργον τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ, τὸν βαρύτιμον Σταυρὸν τῶν Κομνηνῶν καὶ τὸ Εὐαγγέλιον τὸ γεγραμμένον διὰ χειρὸς τοῦ Ἁγίου Χριστοφόρου ἐπάνω εἰς πολύτιμον μεμβράνην. Μετὰ τὴν ἀποκατάστασιν τῆς ‘Ελληνοτουρκικῆς φιλίας ἐν ἔτει 1931 ὁ ᾿Ελευθέριος Βενιζέλος, πρωθυπουργὸς τότε τῆς Ἑλλάδος, ὢν ἐνημερωμένος ὑπὸ τοῦ Μητροπολίτου τότε Τραπεζοῦντος Χρυσάνθου, τοῦ μετέπειτα ᾿Αθηνῶν, ἐπωφεληθεὶς ἐπισκέψεως τοῦ Τούρκου πρωθυπουργοῦ Ἴσμέτ Ἴνονοῦ, ἐπέτυχε τὴν χορήγησιν ἀδείας διὰ τὴν ἀποστολὴν εἰς τὴν Μονὴν Μοναχοῦ, ὅστις θὰ παρελάμβανεν ἀπὸ τῆς κρύπτης των τὰ ἐν λόγῳ κειμήλια. Τούτου ἐπιτευχθέντος, ἐπανεφέρθησαν τὰ Ἱερὰ ταῦτα κειμήλια ἐν Ἑλλάδι καὶ ἡ μὲν Ἱερὰ Εἰκὼν ἐτοποθετήθη μετὰ βασιλικῆς μεγαλοπρεπείας εἰς ἐπὶ τούτῳ ἀνεγερθέντα ὑπὸ τῶν Ποντίων νέον Ναὸν πρὸς τιμὴν τῆς Παναγίας τοῦ Σουμελᾶ εἰς τὰς κορυφὰς τοῦ Βερμίου, εἰς Μακεδονίαν ὅπου καὶ ἀνεγείρεται νέα Μονή, ὁ δὲ Σταυρὸς τῶν Κομνηνῶν καὶ τὸ Εὐαγγέλιον τοῦ Ὁσίου Χριστοφόρου παρεδώθησαν ἀπό τὸ Βυζαντινὸν Μουσεῖον ᾿Αθηνῶν εἰς τόν αὐτόν Ναόν.

0 replies

Leave a Reply

Want to join the discussion?
Feel free to contribute!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *