Ἕορτάζει στις 14 Νοεμβρίου καὶ τὴν Β΄ Κυριακή των Νηστειῶν.
Ἀπὸ εὐγενεῖς γονεῖς
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς γεννήθηκε τὸ 1296 στὴν Κωνσταντινούπολη. Οἱ γονεῖς τοῦ ἤσαν εὐγενεῖς καὶ ἐνάρετοι ἄνθρωποι καὶ ὀνομαζόταν Κωνσταντῖνος καὶ Καλλονή.
Ἡ Θεοτόκος βοηθός του
Ὁ θεῖος Γρηγόριος, μικρὸ παιδὶ ἀκόμη μετὰ τὸν θάνατο τοῦ πατέρα του, ἐπιδόθηκε στὴν μάθηση. Ἐπειδὴ ἦταν πολὺ μικρὸς στὴν ἡλικία, καὶ δυσκολευόταν νὰ μάθη τὰ μαθήματα τοῦ ἀποφάσισε νὰ μὴν ἀρχίσει νὰ διαβάζει, προτοῦ κάνει τρεῖς μετάνοιες μὲ ἱερὰ προσευχή, μπροστὰ στὴν εἰκόνα τῆς Κυρίας Θεοτόκου. Ἔτσι μὲ τὴν βοήθειά Της, ἀπομνημόνευε εὔκολα. Και ὄχι μόνο σὲ αὐτὸ τὸν βοήθησε ἡ Παναγία, ἀλλὰ καὶ τὴν ψυχὴ τοῦ βασιλέως φώτισε καὶ τοῦ ἔδινε πλουσιοπάροχα ὅλα ὅσα χρειάζονταν γιὰ τὴν ἐκπαίδευσή του.
Ἀπὸ μικρὸς ζοῦσε ἀσκητικὰ
Σκεπτόταν ἐξ ὁλοκλήρου τὸν οὐράνιο Βασιλέα καὶ δὲν ἐνδιαφερόταν καθόλου γιὰ τὰ ἐπίγεια. Συναναστρεφόταν μὲ Μοναχοὺς Ἀσκητές, ποῦ ἐρχόντουσαν ἀπὸ τὸ Ἅγιο Ὅρος στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ οἱ ὁποῖοι τὸν συμβούλευαν νὰ φύγει ἀπὸ τὴν πόλη καὶ νὰ πάει στὸ Ἅγιον Ὅρος. Στὴν ἐγκράτεια καὶ στὴν νηστεία δόθηκε μὲ τόση προθυμία, ὥστε μόνο μὲ ἄρτο καὶ νερὸ ἱκανοποιοῦσε τὶς ἀνάγκες τοῦ σώματος, ἀποφεύγοντας μὲ αὐτὸν τὸν τρόπον νὰ χορταίνει. Τὸ ἴδιο ἀγωνιζόταν ὑπερβολικὰ καὶ γιὰ κάθε ἄλλη ἀρετή.
Οἰκογένεια Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ
Στὸ Ἅγιον Ὅρος ἔλαβε τὸ Ἀγγελικὸ σχῆμα
Ὅταν ἔφθασε τὸ εἰκοστὸ ἔτος τῆς ἡλικίας του, ζωντας τέτοια ζωή, δὲν ἄκουσε οὔτε τὶς παρακλήσεις τοῦ βασιλέως οὔτε ἀπέβλεψε στὶς μεγάλες ὑποσχέσεις, ἀλλὰ ἀπεφάσισε νὰ μονάσει. Ἀναχώρησε ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη μαζὶ μὲ τοὺς ἀδελφούς του Μακάριο καὶ Θεοδόσιο. Διέμειναν γιὰ λίγο στὸ ὀνομαστὸ γιὰ τὰ μοναστήρια τοῦ Παπίκιο ὅρος. Τὴν ἄνοιξη τοῦ 1317 ἀναχώρησαν γιὰ τὸν ‘Ἄθω ὅπου πρῶτα ἔμειναν στὴν Λαύρα τοῦ Βατοπεδίου, Ἐκεῖ ὑποτάχθηκε στὸν θεῖο Νικόδημο, ὁ ὅποιος ἦταν θαυμάσιος ἡσυχαστὴς καὶ ἔλαμπε καὶ στὴν θεωρία καὶ στὴν πράξη. Μετὰ ἀπὸ λίγο ἔλαβε καὶ τὸ Ἀγγελικὸ σχῆμα. Περνοῦσε τὸ δεύτερο ἔτος ἀγωνιζόμενος σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, μὲ νηστεῖες καὶ ἀγρυπνίες.
Στὴ Μεγίστη Λαύρα τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου
Ὁ θεῖος Γρηγόριος ἔκανε τρία χρόνια ὑπακοή, στὸν Γέροντά του ὁ ὁποῖος σὲ βαθὺ γῆρας γεμάτος ἀρετὲς ἀναχώρησε γιὰ τὴν Βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Μετὰ ὁ Γρηγόριο πῆγε στὴν Μεγίστη Λαύρα τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου, ὅπου τὸν δέχθηκαν οἱ Πατέρες μὲ μεγάλη τιμή, ἐπειδὴ ἀπὸ καιρὸ εἶχαν μάθει γιὰ τὴν μεγάλη του ἀρετή. Ἔμεινε ἐκεῖ ὁ μακάριος Γρηγόριος μαζί τους τρία χρόνια, καὶ ὅλοι θαύμασαν τὴν πολιτεία του καὶ τὴν σοφία του.
Φεύγει γιὰ τὴν πολυπόθητη ἔρημο
Ὅμως ὁ πολὺς ἔρωτας γιὰ τὴν ἡσυχία, ποὺ εἶχε μέσα στὴν καρδιά του, δὲν τὸν ἄφησε νὰ μείνει ἐκεῖ μέχρι τὸ τέλος. Ἔτσι ἀναχώρησε ἀπὸ ἐκεῖ καὶ πῆγε στὴν ἔρημο, συνοδευόμενος ἀπὸ ὁμόψυχους συναγωνιστές του στὸν ἀγώνα τῆς ἀρετῆς. Ἔφθασε λοιπὸν ὁ Ἅγιος καὶ ἔμεινε στὴν ἱερὰ Σκήτη ἡ ὁποία ὀνομαζόταν Γλωσσία. Ἠσυχάζοντας ἐκεῖ μόνος του ἀξιώθηκε νὰ λάβει ἀπὸ τὸν Θεὸ πολλὰ μυστικὰ χαρίσματα.
Ἀναγκάζεται νὰ πάει στὴν Θεσσαλονίκη
Ἐξαιτίας τῶν ἐπιδρομῶν τὶς ὁποῖες ἔκαναν οἱ Ἀγαρηνοὶ κατὰ τῶν Μοναχῶν ἐκείνων ποῦ ἡσύχαζαν ἔξω ἀπὸ τὰ Μοναστήρια. Ἔτσι γιὰ νὰ ἀποφύγουν τοὺς κινδύνους, ὁ θεῖος Γρηγόριος καὶ ἡ συνοδεία του, οἱ ὁποῖοι ἤσαν δώδεκα ἀναγκάστηκαν νὰ καταφύγουν στὴν Θεσσαλονίκη. Ἀπὸ ἐκεῖ ἀποφάσισαν νὰ πᾶνε στὰ Ἱεροσόλυμα ἀφ’ ἑνὸς μὲν γιὰ νὰ προσκυνήσουν τοὺς Ἁγίους Τόπους, ἀφ’ ἑτέρου δὲ γιὰ νὰ ἡσυχάσουν ἐκεῖ μέχρι τὸ τέλος τῆς ζωῆς τους.
Ὁ Ἅγιος Δημήτριος τὸν κρατᾶ στὴ Θεσσαλονίκη
Κάποια στιγμὴ ποὺ Ἅγιος κοιμήθηκε εἶδε τὴν ἕξης ὀπτασία, ὅπως ὁ ἴδιος τὴν διηγεῖται.
«Μοῦ φάνηκε, λέγει, σὰν νὰ βρέθηκα στὰ βασιλικὰ προαύλια μαζὶ μὲ τοὺς συνασκητές μου. Ἐκεῖ καθόταν μὲ μεγαλοπρέπεια στὸ θρόνο ὁ Βασιλεύς, καὶ γύρω ἀπὸ αὐτὸν στεκόντουσαν οἱ αὐλικοὶ καὶ ὅλοι οἱ ἄρχοντες, ἀπὸ ὅλες τὶς τάξεις. Ἕνας ἀπὸ τοὺς ἄρχοντες ἦλθε πρὸς ἐμᾶς (φαίνονταν νὰ ἦταν κάποιος μεγάλος δούκας) καὶ ἀφοῦ μὲ ἀγκάλιασε μὲ πῆρε δίπλα του καὶ γυρίζοντας πρὸς τοὺς συνοδούς μου εἶπε: Ἐγὼ κρατῶ αὐτὸν μαζί μου, ἐπειδὴ ἔτσι πρόσταξε ὁ Βασιλεύς, σεῖς δὲ νὰ πᾶτε ὅπου ἀγαπᾶτε, δὲν σᾶς ἐμποδίζει κανένας. Αὐτὰ φωτιζόμενος ἀπὸ τὸν Θεὸ ὁ Μέγας Γρηγόριος, καὶ ἀφοῦ τὰ ἀνέφερε καὶ στοὺς ἄλλους ἀδελφούς, σκέφθηκαν ὅλοι, ὅτι ὁ μέγας δούκας, ὁ ὁποῖος κράτησε τὸν θεῖο Γρηγόριο,ἦταν ὁ Ἅγιος Δημήτριος. Ἔτσι ἀποφάσισαν νὰ μὴ ἀπομακρυνθοῦν ἀπὸ τὰ περίχωρα τῆς Θεσσαλονίκης, ἀπὸ τὴν πατρίδα τοῦ Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου.
Χειροτονεῖται ἱερεὺς
Στὴ Θεσσαλονίκη, οἱ συνασκητές του, παρεκάλεσαν τὸν θεῖο Γρηγόριο νὰ δεχθεῖ τὸ ἀξίωμα τῆς Ἱεροσύνης, ἀλλὰ αὐτὸς στὴν ἀρχὴ δὲν δεχόταν, μέχρι ποῦ κατάλαβε ὅτι αὐτὸ ἦταν τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Κτίζει Ἡσυχαστήριο στὴν Βέροια
Μετὰ τὴν χειροτονία του, ὁ θεῖος Γρηγόριος, πῆγε στὴν Σκήτη τῶν Μοναχῶν της Βεροίας. Ἐκεῖ, ἀφοῦ ἔκτισε μαζὶ μὲ τοὺς συνασκητὲς τοῦ Ἡσυχαστήριο, ἄρχισε πάλι νὰ ἀγωνίζεται καὶ νὰ γυμνάζεται τὴν θεία τελειότητα.
Πρότυπο ἀρετῆς
Ἀπὸ αὐτὴν τὴν θεία ζωὴ γεννιόνταν καὶ οἱ καρποὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, κατὰ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο (Γαλ. ἐ’ 22-23). Ἔτσι ὅλοι οἱ συνασκητές του καὶ οἱ Μοναχοὶ ἐκείνου τοῦ ὅρους καὶ οἱ κάτοικοι ἀκόμη τῆς Βεροίας, ὅλοι τὸν ἔβλεπαν σὰν πρότυπο ἀρετῆς, ἐπειδὴ ὄχι μόνο ἡ ἀγγελική του ζωή, ἀλλὰ καὶ ὁ λόγος καὶ ἡ ὑπερφυσικὴ θεοσοφία του, προξενοῦσαν σὲ ὅλους κατάπληξι καὶ ἔκσταση. Διότι ἄλλοτε μὲν ἦταν μὲ μεγάλη προσοχή, ἀφοσιωμένος ὁλόκληρος μόνον στὸν Θεό, καὶ λουσμένος μὲ τὰ κατανυκτικὰ δάκρυά του, ἄλλοτε δὲ πάλι εἶχε τὸ πρόσωπο ὑπερβολικὰ φωτισμένο, λαμπρυσμένο καὶ δοξασμένο ἀπὸ τὸ πῦρ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἰδιαιτέρως ὅταν ἔβγαινε ἀπὸ τὴν θεία Λειτουργία ἡ ἀπὸ τὴν ἡσυχία τοῦ κελιοῦ του.
Πάλι στὸ Ἅγιο Ὅρος
Ὁ σοφὸς Γρηγόριος ἔκανε στὴν ἡσυχία σὲ ἐκεῖνο τὸ ὅρος τῆς Βεροίας πέντε χρόνια. Ἀπὸ τὶς συχνὲς ὅμως ἐπιδρομὲς ποῦ δεχόταν ἀπὸ τοὺς Ἀλβανούς, ἀναγκάστηκε καὶ πῆγε πάλι στὸ Ἅγιο Ὅρος. Ἐκεῖ στὴν Λαύρα τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου. Ἔμεινε ἔξω ἀπὸ τὴν Μονὴ στὸ Ἡσυχαστήριο τοῦ Ἁγίου Σάββα. Ἕκτος ἀπὸ τὸ Σάββατο καὶ τὴν Κυριακή, ἄλλη μέρα δὲν ἔβγαινε οὔτε νὰ δεῖ κανέναν οὔτε καὶ νὰ τὸν δοῦν καὶ νὰ συνομιλήσουν, ἕκτος ἐὰν τὸν καλοῦσαν ἀπὸ τὴν Λαύρα γιὰ νὰ λειτουργήσει. Ὁ κύριος σκοπὸς τοῦ ἦταν ἡ θεωρία.
Ἡγούμενος στὴ Μονὴ Ἐσφιγμένου
Βεβαιούμενος ἀπὸ τὶς θεῖες ὀπτασίες ὁ θεοσοφὸς Γρηγόριος, καὶ ὁδηγούμενος ἀπὸ τὸ Πανάγιο Πνεῦμα ποῦ κατοικοῦσε σὲ αὐτόν, ἐκτὸς ἀπὸ τὶς ὁμιλίες, ἄρχισε νὰ συνθέτη καὶ νὰ γράφει πάρα πολλοὺς καὶ θαυμάσιους λόγους. Ἀλλὰ ἐπειδὴ δὲν ἦταν δίκαιο, ὁ τόσο μεγάλος στὴν ἀρετὴ καὶ στοὺς λόγους νὰ παραμένει κρυμμένος σὲ κάποια γωνία, τί γίνεται; Ψηφίζεται Ἡγούμενος ἀπὸ τοὺς διοικοῦντες τοῦ Ἁγίου Ὅρους, στὸ Μοναστήρι τοῦ Ἐσφιγμένου, στὸ ὁποῖο ἤσαν διακόσιοι Μοναχοί.
Ἀπορρίπτει τὸν Βαρλαὰμ
Δὲν πέρασε ὅμως πολὺς καιρὸς καὶ ἀφοῦ ἄφησε τὴν ἡγουμενία πῆγε πάλι στὴν Λαύρα, στὴν ἀγαπημένη τοῦ ἡσυχία. Τότε εἶχε ἔλθει ἀπὸ τὴν Καλαβρία καὶ ὁ Ἑλληνικῆς καταγωγῆς μοναχὸς καὶ φιλόσοφος Βαρλαὰμ ποῦ ἔδειχνε ὅτι συμφωνοῦσε μὲ τὴν Ἀνατολικὴ Ἐκκλησία καὶ ἐπιθυμοῦσε νὰ γίνει Μοναχὸς καὶ γιὰ νὰ τοὺς βεβαιώσει ἄρχισε νὰ συνθέτη λόγους κατὰ τῶν ὁμοφύλων του Λατίνων. Ἐλέγχοντας ὅμως τοὺς λόγους του μὲ διάκριση, ὁ θεῖος Γρηγόριος ἀπέδειξε ὅτι ὁ ἔλεγχος τὸν ὁποῖον ἔκανε ὁ Βαρλαὰμ κατὰ τῶν Λατίνων ἦταν πλαστὸς καὶ δόλιος καὶ μάλιστα μὲ βεβαιότητα κατὰ τῆς ἀληθείας, γὶ αὐτὸ μάλιστα ἦταν καὶ ἡ πρώτη αἰτία ἡ ὁποία ἔκανε τὸν Βαρλαὰμ νὰ εἶναι ἐναντίον του.
Ὁ Βαρλαὰμ ἐναντίον τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας
Μετὰ ἀπὸ λίγο, αὐτὸς ὁ ὑποκριτὴς πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη ὅπου βρῆκε μερικοὺς ἁπλοὺς Μοναχούς, προσποιήθηκε ὅτι ἤθελε νὰ γίνει μαθητὴς καὶ φίλος τους. Ἀκούοντας ἀπὸ αὐτοὺς κατ’ ἰδίαν μερικὰ ἀπὸ ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα πρέπει νὰ προσέχουν οἱ ἀρχάριοι Μοναχοὶ στὴν νοερὰ προσευχὴ καὶ ἐπειδὴ δὲν εἶχε καλὴ προαίρεση, ἀλλὰ ζητοῦσε νὰ τοὺς συκοφαντήσει, ἐκίνησε ἐναντίον τοὺς τὴν καταραμένη γλώσσα του καὶ τὰ ἄσεβη χέρια του, ὀνομάζοντας τοὺς αἱρετικοὺς καὶ γράφοντας ἐναντίον τῆς ἱερᾶς προσευχῆς καὶ τῆς μυστικῆς θεωρίας. Ὅμως προτοῦ νὰ φανερωθοῦν αὐτὲς οἱ βλασφημίες του, κατηγορήθηκε καὶ κατεξευτελίστηκε ἐνώπιόν του οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου καὶ γιὰ ἄλλες αἰσχρὲς καὶ μιαρὲς πράξεις του. Ἔτσι λοιπὸν ἀνέντιμα ἀναχώρησε ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἐπέστρεψε στὴ Θεσσαλονίκη, ἐξακολουθώντας καὶ ἐκεῖ τὶς ἴδιες κατηγορίες ἐναντίον τῶν Μοναχῶν.
Ὁ Ἅγιος ἀναγκάζει τὸν Βαρλαὰμ νὰ φύγει
Ὅταν εἶδαν αὐτὰ οἱ Μοναχοί της Θεσσαλονίκης ἔγραψαν πρὸς τὸν Ἅγιο καὶ τὸν παρακαλοῦσαν θερμὰ νὰ πάει ἐκεῖ γιὰ νὰ ὑπερασπιστεῖ τὴν ἀλήθεια ἐναντίον τοῦ Βαρλαάμ. Ἀμέσως τότε ἔφθασε ὁ Ἅγιος στὴν Θεσσαλονίκη καὶ ὑπερασπίστηκε τὴν Ὀρθόδοξη ἀλήθεια. Ὁ Βαρλαὰμ ἐπειδὴ δὲν μποροῦσε νὰ ἀντισταθεῖ κατὰ πρόσωπο καὶ νὰ τὸν ἀντικρούει, ἔφυγε ἀπὸ τὴν Θεσσαλονίκη καὶ πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη. Στὴν Θεσσαλονίκη, ποῦ εἶχε μείνει ὁ Ἅγιος τρία ὁλόκληρα χρόνια, ἔγραψε τοὺς θαυμαστοὺς ἐκείνους λόγους ὑπὲρ τῆς ἀληθινῆς πίστεως. Ἐπειδὴ ὅμως δὲν εἶχε τὴν ἀγαπημένη τοῦ ἔρημο, βρῆκε τρόπο καὶ κατασκεύασε ἕνα μικρὸ κελί, στὰ βαθύτερα μέρη τοῦ σπιτιοῦ ὅπου ἔμενε, καὶ ἡσύχαζε ἐκεῖ ὅσο μποροῦσε.
Ὁ Ἅγιος στὴν Κωνσταντινούπολι
Ἐκείνη τὴν περίοδο ἐκοιμήθη ἡ ἀδερφὴ τοῦ Θεοδότη. Ὁ μέγας Γρηγόριος, μετὰ τὴν κηδεία τῆς ἀδελφῆς τους, πάλι ἐπεδίδετο στὰ δικά του, δηλαδὴ στὴν ἡσυχία του, στὴν νήψι καὶ τὴν προσευχὴ καὶ στὴν ἀσταμάτητη προσοχὴ τῶν θείων θεωριῶν καὶ ἀποκαλύψεων. Ὁ ἐχθρὸς ὅμως τῶν θεωριῶν, ὁ μιαρὸς Βαρλαάμ, πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη ὅπου προβάλλοντας ὡς δόλωμα τὴν ἔξω σοφία, σὲ ἐκείνους ποῦ τοὺς ἄρεσαν αὐτά, σὲ μικρὸ χρονικὸ διάστημα κατάφερε νὰ παρασύρει ὅλους αὐτοὺς στὴν κακοδοξία του καὶ μάλιστα καὶ τὸν Πατριάρχη, παρ’ ὀλίγο δὲ θὰ τοὺς ἔπειθε νὰ ἀρνηθοῦν καὶ αὐτὴν τὴν ἴδια τὴν Ὀρθοδοξία. Ἀφοῦ πείσθηκε ὁ Πατριάρχης ἀπὸ τοὺς λόγους τοῦ Βαρλαὰμ κάλεσε μὲ πατριαρχικὰ γράμματα τοὺς θείους κήρυκες τῆς Ὀρθοδοξίας, οἱ ὁποῖοι ἤσαν ὁ θεῖος Γρηγόριος καὶ οἱ ὁμόφρονές του, νὰ προσέλθουν στὸ Κριτήριο τῆς Ἐκκλησίας, ὡς ὑπεύθυνοι. Ὁ Ἅγιος πῆρε μαζί του τὸν Ἰσίδωρο, τὸν Μάρκο καὶ τὸν Θεόδωρο, τοὺς κορυφαίους φίλους του καὶ ἔφθασε στὴν πόλη. Ἐκεῖ βρίσκοντας σχεδὸν ὅλους τους ἐκλεκτοὺς (ἐκτὸς ἀπὸ ἕναν ἢ δύο) νὰ ἔχουν παρασυρθεῖ ἀπὸ Τὶς φλυαρίες τοῦ Βαρλαάμ, τοὺς ὁδήγησε στὴν Ὀρθοδοξία μὲ τὴν χάριν τοῦ Παναγίου Πνεύματος, ἀκόμη καὶ αὐτὸν τὸν ἴδιο τὸν Πατριάρχη, οἱ ὁποῖοι ἀφοῦ διάβασαν καὶ τοὺς θαυμαστοὺς ἐκείνους λόγους, τοὺς ὁποίους εἶχε γράψει ἐναντίον τοῦ Βαρλαὰμ καὶ τῶν βλασφημιῶν του, ὅλοι μαζὶ τὸν ἀνέδειξαν διδάσκαλο τῆς εὐσεβείας καὶ σύμφωνο μὲ τοὺς θείους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ ὁ ἴδιος ὁ Πατριάρχης τοῦ ἀπέδωσε μεγάλες εὐχαριστίες. Ἐπειδὴ ὅμως ἦταν ἀνάγκη γιὰ νὰ γίνει κοινὴ Σύνοδος, γιὰ νὰ ἐξαλειφθεῖ ἡ πλάνη τοῦ Βαρλαάμ, ὅρισε νὰ γίνει αὐτή, ὅταν ἔλθει ὁ βασιλεύς. Συγκροτεῖται λοιπὸν Σύνοδος, τὸν Ἰούνιο τοῦ 1341, στὸν Ναὸ τῆς Ἁγίας Σοφίας καὶ καταδικάζεται ἡ πλάνη τοῦ Βαρλαὰμ καθὼς καὶ τὰ βλάσφημα συγγράμματά του.
Ὁ Ἅγιος μηδενίζει τὸν Ἀκίνδυνο
Ἀλλὰ ὅμως ἕνας ἄλλος Γρηγόριος, ὁ ὁποῖος λεγόταν Ἀκίνδυνος, ἄνθρωπος πανοῦργος καὶ δολερὸς παρουσιάζεται ξαφνικὰ διάδοχος καὶ κληρονόμος τῆς πλάνης τοῦ Βαρλαάμ. Καὶ πάλι ὁ θεῖος Γρηγόριος ἀναδεικνύεται μέγας ἀγωνιστὴς καὶ λαμπρὸς ἀθλητὴς ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας, ἐξαφανίζοντας τὴν πλάνη ἀπὸ τὶς θεῖες Γραφὲς καὶ τὴν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας.
Ὁ Ἅγιος στὴν φυλακὴ
Δὲν πέρασαν ὅμως περισσότερο ἀπὸ δύο μῆνες ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποῦ ἔγινε ἡ Σύνοδος αὐτή, καὶ ξεσηκώθηκε ἐμφύλιος πόλεμος μεταξύ των πολιτῶν, τὸν ὁποῖον ἄναβε κάθε μέρα μάλιστα, ὁ τότε Πατριάρχης Ἰωάννης, ὁ ὀνομαζόμενος Καλέκας. Ἐπειδὴ δὲν συμφωνοῦσε μαζί του ὁ θεῖος Γρηγόριος, ἀλλὰ τὸν συμβούλευε νὰ εἰρηνεύσει καὶ νὰ σταματήσει τὴν μάχη, κινεῖται ἐναντίον καὶ ὕστερα ἀπὸ πολλὲς συκοφαντίες, ὅτι ἦταν αἴτιος του τότε πολέμου, τὸν καταδίκασε σὲ σκοτεινὴ φυλακή.
Χειροτονεῖται Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης
Ἡ Ἄννα, ἡ τότε βασίλισσα, ὅταν ἄκουσε ὅτι ὁ Πατριάρχης χειροτόνησε Διάκονο τὸν Ἀκίνδυνο, ὁ ὁποῖος ἦταν ἀπὸ δύο Ἅγιες Συνόδους ἀναθεματισμένος, τὸν ἔδιωξε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Καταδίκασαν τὸν Πατριάρχη ὡς αἱρετικό. Ἀμέσως τότε σταμάτησε καὶ ὁ ἐμφύλιος πόλεμος καὶ ἔτσι βγῆκε ἀπὸ τὴν φυλακὴ ὁ θεῖος Γρηγόριος καὶ ὕστερα ἀπὸ τόσους ἀγῶνες καὶ καταδίκες ἐπανέρχεται λαμπρὰ μὲ τὰ στεφάνια τῆς ὁμολογίας στοὺς ἀγαπητοὺς ἀδελφούς του. Τότε χειροτονεῖται Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης, ἀφοῦ προηγουμένως προσκλήθηκε ἐπιμόνως καὶ ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν βασιλέα καὶ ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Ἰσίδωρο.
Ὁ Ἅγιος στὴ Λῆμνο
Ἐπειδὴ ὅμως καὶ στὴν Θεσσαλονίκη ἀκολούθησε προηγουμένως σφοδρὴ διαμάχη, ἡ ὁποία δὲν εἶχε ἀκόμη σταματήσει, γὶ αὐτὸ διώκεται ἀπὸ τοὺς Θεσσαλονικεῖς, ὁ ἄξιος Ἀρχιερεὺς τοῦ Θεοῦ, Γρηγόριος. Ἔτσι φεύγοντας ἀπὸ ἐκεῖ πῆγε πάλι στὸ Ἅγιον Ὅρος. Ἀλλὰ καὶ πάλι ἀκολούθησαν ἄλλες ἀφορμὲς ταραχῆς καὶ διχόνοιας καὶ πάλι ὅμως ὁ Ἀρχιερεὺς ἐμποδίστηκε καὶ ἀπὸ τὴν Θεσσαλονίκη καὶ ἀπὸ τὴν Μητρόπολι καὶ μὲ ψῆφο τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας πῆγε στὴν Λῆμνο, στὴν ὁποίαν μὲ τὴ διδασκαλία του καὶ μὲ τὰ θαύματά του πάρα πολὺ ὠφέλησε τὸν λαό.
Ἐπιστρέφει στὴν Θεσσαλονίκη
Τέλος οἱ Θεσσαλονικεῖς δὲν ἄντεχαν νὰ βλέπουν οἱ ξένοι νὰ ἀπολαμβάνουν τὸν δικό τους καλὸ ποιμένα, ἐξ αἰτίας μερικῶν σκανδαλοποιῶν. Ἔτσι ἑτοίμασαν ἕνα ἀρχοντικὸ πλοῖο ἀποκλειστικὰ γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτὸ καὶ ἀφοῦ ἐπιβιβάσθηκαν σὲ αὐτὸ οἱ πρῶτοι ἄρχοντες τῆς Ἐκκλησίας πῆγαν στὴν Λῆμνο καὶ μετὰ ἀπὸ λίγες ἡμέρες ἔφεραν τὸν καλὸ Ποιμένα στὴν ποίμνη του.
Στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ πάλι γιὰ τὴν Σύνοδο
Ἐπειδὴ ὅμως οἱ ὁμοϊδεάτες τοῦ Βαρλαὰμ καὶ τοῦ Ἀκίνδυνου δὲν σταμάτησαν νὰ ταράζουν τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, γὶ αὐτὸ ὁ Βασιλεὺς μαζὶ μὲ τὸν Πατριάρχη ἀποφασίζουν νὰ συγκροτήσουν πάλι Σύνοδο τὸ 1351 στὴν βασιλεύουσα, γιὰ νὰ ἐξετασθοῦν ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα ἔλεγαν ἐκεῖνοι, διότι αὐτὸ τὸ ζητοῦσαν ἐκεῖνοι κάθε μέρα. Ἔτσι μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους, καλεῖται καὶ ὁ θεῖος Γρηγόριος, ὁ ἀξιοτερος ὅλων, μὲ βασιλικὰ καὶ πατριαρχικὰ γράμματα. Ὅταν λοιπὸν συγκροτήθηκε ἡ Σύνοδος, ἡ ὁποία ἦταν ἐξαιρετικὰ λαμπρὴ καὶ μεγάλη, παρακινηθεῖς ὁ Ἅγιος πολὺ ἀπὸ τὸν βασιλέα καὶ ἀπὸ τὴν Σύνοδο, κήρυξε ἐνώπιον ὅλης της Συνόδου τὰ Ὀρθόδοξα δόγματα τῆς πίστεως μὲ λόγους καὶ συγγράμματα καὶ θαυμάσιες ρητορίες. Μετὰ τὸ τέλος τῆς Συνόδου, γύρισε ὅσο πιὸ γρήγορα μποροῦσε στὸ ποίμνιό του.
Ἀρρωσταίνει βαριὰ
Ἀφοῦ πέρασε ἕνα χρόνο στὴν ἐπαρχία του, ἔπεσε σὲ φοβερὴ καὶ πολυήμερη ἀσθένεια, ἐπειδὴ ταλαιπωρήθηκε ὑπερβολικά το σῶμα του, ἀπὸ τοὺς ἀσταμάτητους κόπους, τοὺς πολλοὺς πειρασμοὺς καὶ ἀπὸ τὰ συχνὰ ταξίδια. Ἔτσι ἐνῶ ὅλοι τὸν εἶχαν ἀποφασίσει ὅτι θὰ πεθάνει, ὁ πανάγαθος ὅμως Θεὸς τοῦ χάρισε πάλι ἀνέλπιστα τὴν ζωή, διότι τὸν ἑτοίμαζε γιὰ νέους ἀγῶνες καὶ πορεῖες καὶ παλαίσματα, ὡς γενναῖο ἀθλητή.
Αἰχμάλωτός των Ὀθωμανῶν
Δὲν εἶχε ἀκόμη γίνει καλὰ ὁ Ἅγιος, ὅταν ἀπὸ τὶς πολλὲς καὶ μεγάλες παρακλήσεις τοῦ βασιλέως Ἰωάννου τοῦ Παλαιολόγου ἀναγκάσθηκε νὰ πάει πάλι στὴν Κωνσταντινούπολη γιὰ νὰ μεσολαβήσει στὸν πεθερὸ τοῦ βασιλέα Ἰωάννη Κατακουζηνὸ νὰ τοὺς συμφιλίωση στὶς διαμάχες τους, ἕνεκα τῶν ὁποίων ἔμενε στὴ Θεσσαλονίκη. Ἀλλὰ ὁ Θεὸς ἀπὸ ψηλά, ὁ Βασιλεὺς τῶν βασιλευόντων, τὸν ἔστειλε σὲ ἄλλη ὑπηρεσία. Διότι ἐνῶ πήγαινε στὴν Κωνσταντινούπολη, αἰχμαλωτίσθηκε ἀπὸ τοὺς Τούρκους, καὶ ὁδηγήθηκε ἀπὸ αὐτοὺς σὰν δοῦλος στὴν Ἀσία. Μετὰ ἀπὸ ἕνα ὁλόκληρο χρόνο παρακίνησε ὁ Θεὸς μερικοὺς Σέρβους, ἔμπορους, ἀνθρώπους μὲ καλὴ προαίρεση, οἱ ὁποῖοι μὲ πολλὴ προθυμία ἔδωσαν χρήματα καὶ ἐλευθέρωσαν τὸν Ἅγιο. Ἀφοῦ ἔμεινε ὁ Ἅγιος λίγο καιρὸ στὴν βασιλεύουσα ἐπέστρεψε τὸ θέρος τοῦ 1355 καὶ στὴν δική του ἐπαρχία.
Προβλέπει τὸ τέλος του
Ἀλλὰ ἐπειδὴ καὶ αὐτὸς σὰν ἄνθρωπος ποῦ ἦταν, ἔπρεπε νὰ πληρώσει τὸ κοινὸ χρέος, ὅταν πέρασαν τρία χρόνια ἀπὸ τὴν τελευταία φορὰ ποῦ ἐπέστρεψε ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη τὸ 1359, ἀρρώστησε καὶ ἔπεσε στὸ κρεβάτι. Τότε διδάσκοντας ὅσους εὐρισκόντουσαν ἐκεῖ, προεῖπε τὸ τέλος του, φανερώνοντας κατηγορηματικὰ πρὸ πολλῶν ἡ μερῶν καὶ αὐτὴν τὴν ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποίαν ἐπρόκειτο νὰ τελειώσει. Διότι εἶπε πρὸς τοὺς φίλους του, ὅτι θὰ ἔλθει τὸ τέλος τοῦ ὕστερα ἀπὸ τὴν ἑορτὴ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου δηλαδὴ τὴν δεκάτη τετάρτη του μηνὸς Νοεμβρίου. Ἐπειδὴ τοῦ εἶχε παρουσιαστεῖ σὲ ὅραμα ὁ θεῖος Χρυσόστομος καὶ τὸν καλοῦσε ὡς ὁμότροπό του καὶ ἀγαπητό του καὶ συγκάτοικο.
«Τὰ ἐπουράνια εἰς τὰ ἐπουράνια»
Ὅταν ὁ Ἀρχιερεὺς τοῦ Θεοῦ εἶχε φθάσει στὸ τέλος καὶ βάδιζε μὲ ὅλη τὴν προσοχὴ τὸν δρόμο πρὸς τὰ οὐράνια, ψιθύριζε κάτι μὲ ἀδύνατη φωνὴ καὶ οἱ εὑρισκόμενοι ἐκεῖ αὐξάνοντες τὴν προσοχή τους νὰ ἀκούσουν τί ἔλεγε, ἄλλο δὲν ἄκουσαν, παρὰ μόνο τα ἀκόλουθα ἱερὰ λόγια: «Τὰ ἐπουράνια εἰς τὰ ἐπουράνια». Αὐτὰ τὰ ἔλεγε ἀσταμάτητα, μέχρις ὅτου ἡ θεία καὶ ὑπερουράνιος Χάρις, ἡ ὁποία κατοικοῦσε στὴν οὐράνια ἐκείνη ψυχή, τὴν ξεχώρισε ἀπὸ τὸ σῶμα, στὶς 14 Νοεμβρίου. Ἔζησε ὁ θαυμάσιος Γρηγόριος ἑξήντα τρία χρόνια ἀπὸ τὰ ὁποῖα δώδεκα καὶ ἐξ μῆνες ποίμανε σὰν Ἀρχιερεὺς τὴν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ.
Γέμισε τὸ κελὶ τοῦ οὐράνιο φῶς
Ὅταν ἡ μακάρια του ψυχὴ βγῆκε ἀπὸ τὸ σῶμα ἡ παντουργὸς Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος φανέρωσε κατὰ θαυμάσιο τρόπο σὲ ὅλους τὴν ἐσωτερικὴ λαμπρότητα τῆς ψυχῆς του, ἐπειδὴ φῶς πολὺ καὶ παράδοξο γέμισε τὸ κελὶ ἐκεῖνο, στὸ ὁποῖο ἐκεῖτο τὸ ἱερὸ Λείψανο τοῦ Ἁγίου. Συγχρόνως ἔλαμψε καὶ τὸ πρόσωπό του, μὲ μιὰ θεϊκὴ λάμψη. Τὴν ὑπερούσια αὐτὴ λαμπρότητα τοῦ προσώπου τοῦ Ἁγίου τὴν εἶδαν σχεδὸν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι τῆς πόλεως, οἱ ὁποῖο ἔτρεξαν τότε κατὰ τὸν ἐνταφιασμὸ τοῦ ἱεροῦ ἐκείνου Λειψάνου. Ἔμεινε δὲ ἀχώριστη ἡ Χάρις τοῦ Παναγίου Πνεύματος, ἀπὸ τὸν Ἅγιο καὶ ἀπὸ τὸ ἱερὸ αὐτοῦ Λείψανο, καὶ ἀνέδειξε ἀπὸ ἐκεῖ καὶ ἔπειτα τὸν ἱερὸ τάφο, κατοικητήριο τοῦ θείου φωτός, πηγὴ θαυμάτων, βρύση ἱερῶν χαρισμάτων καὶ ἀδάπανο κοινὸ ἰατρεῖο.
Ἔργα τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου
Διασώζονται σχεδὸν ὅλα ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν ἱερῶν συγγραμμάτων τοῦ θείου Γρηγορίου.
Στὴν Θρησκευτικὴ καὶ Ἠθικὴ Ἐγκυκλοπαίδεια, στὸν 4ο τόμο ὁ καθηγητὴς τοῦ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης μακαριστὸς Π. Κ. Χρήστου τὰ ταξινομεῖ κατὰ τὸ περιεχόμενο, τὴν μορφὴ καὶ τὸν χρόνο συντάξεως στὶς ἕξης ὁμάδες:
Α. Συγγράμματα περὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Β΄. Ἐπιστολαὶ πρὸς τοὺς πρώτους ἠγέτας τῶν ἀντιησυχαστῶν.
Γ΄. Συγγράμματα ὑπὲρ τῶν ἡσυχαζόντων.
Δ΄. Ὁμολογιακὰ κείμενα.
Ε΄. Ἐπιστολαὶ ἀναφερόμεναι εἰς τὴν ἔριδα.
ΣΤ΄. Πραγματεῖαι ἀναφερόμεναι εἰς τὴν ἔριδα.
Ζ΄. Ἀντιρρητικοὶ κατὰ Ἀκίνδυνου.
Η΄. Πρὸς Νικηφόρον Γρηγορᾶν συγγράμματα.
Θ΄. Κείμενα σχετικὰ μὲ τὸ ποιμαντικὸν ἔργον τοῦ συγγραφέως.
Ι΄. Ἀσκητικὰ καὶ πνευματικὰ συγγράμματα.
ΙΑ΄. Ὁμιλίαι.
/Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τὸ πολύφωνον στόμα τῆς θείας χάριτος, τῶν Ὀρθοδόξων δογμάτων τὴν ἀληθῆ θησαυρόν, ἀνυμνοῦμέν σε πιστῶς Πάτερ Γρηγόριε· τῆς Ἐκκλησίας γὰρ φωστήρ, ἀνεδείχθης φαεινός, καὶ κλέος Θεσσαλονίκης· ἥτις ἐν σοῖ καυχωμένη, λαμπρῶς γεραίρει τοὺς ἀγῶνάς σου.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. δ’.
Ὀρθοδοξίας ὁ φωστήρ, Ἐκκλησίας τὸ στήριγμα καὶ διδάσκαλε, τῶν Μοναστῶν ἡ καλλονή, τῶν θεολόγων ὑπέρμαχος ἀπροσμάχητος, Γρηγόριε θαυματουργέ, Θεσσαλονίκης τὸ καύχημα, κῆρυξ τῆς χάριτος, ἱκέτευε διὰ παντός, σωθῆναι τὰς ψυχᾶς ἠμῶν.
Κοντάκιον Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῶ.
Θεσσαλονίκη ἡ περίβλεπτος πόλις, τὴν σὴν ἁγίαν ἑορτάζουσα μνήμην, πρὸς εὐφροσύνην συγκαλεῖται ἅπαντας· ταύτης ποιμενάρχης γάρ, θεοφόρος ἐδείχθης, καὶ σοφὸς διδάσκαλος, Ἐκκλησίας ἁπάσης· χαριστηρίους ὅθεν σοὶ ὠδᾶς, ἄδομεν πάντες, Γρηγόριε μέγιστε.
Ἕτερον Κοντάκιον Ἦχος πλ. δ’. Τὴ ὑπερμάχω.
Τὸ τῆς σοφίας ἱερὸν καὶ θεῖον ὄργανον Θεολογίας τὴν λαμπρᾶν συμφώνως σάλπιγγα Ἀνυμνοῦμέν σε Γρηγόριε θεορρῆμον. Ἀλλ’ ὡς νοῦς νοΐ τῷ πρώτω παριστάμενος, Πρὸς αὐτὸν τὸν νοῦν ἠμῶν Πάτερ ὁδήγησον, Ἴνα κράζωμεν, χαῖρε κῆρυξ τῆς χάριτος.
Μεγαλυνάριον
Χαίροις Ἐκκλησίας λαμπρὸς φωστήρ, καὶ Θεσσαλονίκης, ποιμενάρχης θεοειδῆς· χαίροις τοῦ ἀκτίστου, φωτὸς ὄργανον θεῖον, καὶ θεολόγων στόμα, Πάτερ Γρηγόριε.
΄πηγή:xristianos.gr
Leave a Reply
Want to join the discussion?Feel free to contribute!