ΙΣΑΑΚΠΡΟΣΕΥΧΗ

Ὁ Θεὸς δὲν ἀκούει ἀμέσως τὶς ἱκεσίες τῶν ἀμελῶν καὶ ἀνώριμων

Ὅταν εἶσαι ἄρρωστος, νὰ πεῖς: Μακάριος εἶναι ὁποῖος ἀξιώθηκε ἀπὸ τὸ Θεὸ νὰ ὑποστεῖ ἅγιες δοκιμασίες, μὲ τὶς ὅποιες κληρονομοῦμε τὴν αἰώνια ζωή. Διότι ὁ Θεὸς ἐπιφέρει τὶς ἀρρώστιες γιὰ νὰ ἀποκτήσει ἡ ψυχὴ ὑγεία. Ἕνας ἅγιος εἶπε ὅτι ὁ μοναχὸς πού δὲν ὑπηρετεῖ τὸν Κύριο θεαρέστως, καὶ πού δὲν ἀγωνίζεται μὲ ζῆλο γιὰ τὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς του, ἀλλὰ εἶναι ἀμελὴς στὴν ἄσκηση τῶν ἀρετῶν, ἐξάπαντος, μὲ τὴν παραχώρηση τοῦ Θεοῦ, πέφτει στὶς θλίψεις, γιὰ νὰ μὴ μείνει ἀργὸς καὶ πέσει, ἀπὸ τὴν πολλὴ ἀργία, στὰ χειρότερα πάθη. Γι’ αὐτὸ ὁ Θεὸς ἐπιφέρει τοὺς πόνους στοὺς ράθυμους καὶ ἀμελεῖς, γιὰ νὰ μελετοῦν σ’ αὐτοὺς τὴ σοφία του, καὶ νὰ μὴν πηγαίνει τὸ μυαλό τους στὰ μάταια.

Καὶ ὁ Θεὸς τὸ κάνει αὐτὸ σ’ αὐτοὺς πού τὸν ἀγαποῦν, γιὰ νὰ τοὺς παιδέψει, καὶ νὰ τοὺς δώσει σοφία, καὶ νὰ τοὺς διδάξει τὸ ἅγιο θέλημά του. Αὐτοὶ οἱ ἀμελεῖς μοναχοί, ὅταν παρακαλοῦν τὸ Θεό, κάνει πῶς δὲν τοὺς ἀκούει ἀμέσως, μέχρι νὰ ἀτονήσει ἡ ραθυμία τους καὶ μάθουν πολὺ καλά, ὅτι ὅλες αὐτὲς οἱ θλίψεις τοὺς βρῆκαν ἐξαιτίας τῆς ἀμέλειας καὶ τῆς τεμπελιᾶς τους. Στὸν προφήτη Ἠσαΐα γράφει: « ὅταν ἁπλώνετε ἱκετευτικά τα χέρια σας σὲ μένα, λέει ὁ Κύριος, θὰ πάρω τὰ μάτια μου ἀπὸ πάνω σας. Ἐὰν πληθύνετε τὶς ἱκεσίες σας, δὲ θὰ σᾶς ἀκούσω»! (Ἡσ. 1, 15). Αὐτὸ βέβαια λέχθηκε γιὰ ἄλλους ἀνθρώπους, τοῦ καιροῦ ἐκείνου, ἀλλὰ σίγουρά το νόημά του ἀναφέρεται σ’ αὐτοὺς πού ἐγκαταλείπουν τὸν ἅγιο δρόμο τοῦ Κυρίου.
Ἀφοῦ λέμε ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι πολυέλεος καὶ ,πολὺ εὔσπλαχνος, γιὰ ποιὸ λόγο, στὶς θλίψεις μας, ἐνῶ τὸν παρακαλοῦμε συνέχεια στὶς προσευχές μας, δὲ μᾶς ἀκούει, ἀλλὰ παραβλέπει τὴ δέησή μας; Τὴν ἀπάντηση τὴ βρίσκουμε καὶ πάλι στὸν προφήτη Ἠσαΐα (59, 1): «Δὲν εἶναι κοντό το χέρι τοῦ Κυρίου, ὥστε νὰ μὴ φτάνει νὰ σᾶς σώσει, οὔτε εἶναι βαρήκοος, ὥστε νὰ μὴ σᾶς ἀκούει, ἀλλὰ εἶναι οἱ ἁμαρτίες σας πού ἔκαμαν τὸ Θεὸ νὰ μὴ σᾶς ἀκούει». Νὰ θυμᾶσαι πάντοτε τὸ Θεό, σὲ κάθε περίσταση, καὶ θὰ σὲ θυμηθεῖ ὁ Θεός, ὅταν πέσεις σὲ πειρασμούς.
Ἕνας ἀπὸ τοὺς ἁγίους πατέρες μας ἔγραψε ὅτι ὁποῖος δὲ λογαριάζει τὸν ἑαυτό του γιὰ ἁμαρτωλό, ἡ προσευχή του δὲν εἶναι εὐπρόσδεκτη ἀπὸ τὸν Κύριο.
Ἐὰν ζητήσεις κάτι ἀπὸ τὸ Θεό, καὶ δὲν εἰσακουσθεῖς γρήγορα, μὴ λυπᾶσαι γιατί ἐσὺ δὲν εἶσαι πιὸ σοφὸς ἀπὸ τὸ Θεό. Αὐτὸ τὸ κάνει ὁ Θεὸς ἀπὸ μακροθυμία: ἤ δηλ. γιατί εἶσαι ἀνάξιος νὰ δεχθεῖς τὴν ἐκπλήρωση τοῦ αἰτήματός σου, καὶ ἄρα θὰ ζημιωθεῖς ἂν τὸ λάβεις, ἤ γιατί ἡ κατάσταση καὶ ἡ πορεία τῆς καρδιᾶς σου δὲν εἶναι ἀνάλογη μὲ τὰ αἰτήματά σου, ἤ γιατί δὲν ἔφθασες ἀκόμη σὲ τέτοια πνευματικὰ μέτρα, ὥστε νὰ μπορεῖς νὰ δεχθεῖς τὸ χάρισμα πού ζητᾶς
Διότι δὲν πρέπει νὰ ἐπιβάλλουμε στὸν ἑαυτό μας νὰ δέχεται πράγματα πού ἀκόμη δὲν ἀντέχουν τὰ μέτρα μας, γιὰ νὰ μὴν ἀχρηστευθεῖ αὐτὸ πού θὰ μᾶς χαρίσει ὁ Θεός, μὲ τὸ νὰ τὸ λάβουμε γρήγορα. Διότι ὅτι λαμβάνουμε εὔκολα, γρήγορα τὸ χάνουμε ἐνῶ ἕνα πράγμα πού τὸ ἀποκτᾶμε μὲ καρδιακὸ πόνο, τὸ φυλάγουμε σὰν θησαυρό, μὲ μεγάλη προσοχή.

Ἡ προσευχὴ διαλύει τὰ σύννεφα τῶν παθῶν
Συμβαίνει συνήθως στοὺς μοναχοὺς πού ἀγωνίζονται στὴν ἡσυχία, νὰ ταραχθεῖ ἡ ψυχὴ ἀπὸ τὸ σκοτάδι τῶν παθῶν. Ὅπως δηλ. οἱ ἡλιακὲς ἀκτίνες
καλύπτονται ἀπὸ τὰ σύννεφα, ἔτσι μπορεῖ καὶ σὺ νὰ στερηθεῖς γιὰ λίγο τὴν πνευματικὴ παρηγοριά, ἀπὸ τὸ νέφος τῶν παθῶν πού ἐπισκιάζει τὴν ψυχή σου,
καὶ νὰ φύγει γιὰ λίγο ἀπὸ μέσα σου ἡ χαροποιὸς δύναμη τοῦ Θεοῦ, καὶ νὰ σκεπάσει τὸ νοῦ σου ἀσυνήθης ὁμίχλη ὅμως ἃς μὴν ταραχθεῖ ὁ λογισμός σου, ἀλλὰ νὰ κάνεις ὑπομονή, καὶ νὰ διαβάζεις τὰ βιβλία τῶν ἁγίων διδασκάλων μας, καὶ νὰ ζορίσεις τὸν ἑαυτό σου στὴν προσευχή, καὶ νὰ περιμένεις τὴ θεία βοήθεια. Καὶ θὰ ‘ρθει ἀμέσως, χωρὶς νὰ καταλάβεις το πῶς. Ὅπως δηλ. οἱ ἀκτίνες τοῦ ἥλιου διώχνουν τὸ σκοτάδι καὶ φωτίζουν τὴ γῆ, ἔτσι μπορεῖ καὶ ἡ προσευχὴ νὰ διαλύσει καὶ νὰ διασκορπίσει ἀπὸ τὴν ψυχὴ τὰ σύννεφα τῶν παθῶν, καὶ νὰ φωτίσει τὸ νοῦ μὲ τὸ φῶς τῆς θείας χαρᾶς καὶ τῆς παρηγοριᾶς

Νὰ προσεύχεσαι μὲ τὸ ταπεινὸ καὶ ἄκακο φρόνημα τὸν νηπίου
Ὅταν παρασταθεῖς ἐνώπιόν του Θεοῦ νὰ προσευχηθεῖς, ἔτσι νὰ θεωρεῖς τὸν ἑαυτό σου σὰν τὸ μυρμήγκι, καὶ σὰν τὰ ἑρπετὰ τῆς γῆς, καὶ σὰν βδέλλα, καὶ ταπεινὸ σὰν τὸ παιδάκι πού ψελλίζει Νὰ μὴν πεῖς στὸ Θεὸ λόγια πού προδίδουν τὶς γνώσεις σου, ἀλλὰ νὰ τὸν πλησιάσεις, καὶ νὰ σταθεῖς ἐνώπιόν του μὲ τὸ ταπεινὸ καὶ ἄκακο φρόνημα τοῦ νηπίου, γιὰ νὰ ἀξιωθεῖς νὰ προστατευθεῖς καὶ νὰ καθοδηγηθεῖς ἀπὸ τὴν πατρικὴ ἐκείνη πρόνοια, πού ἔχει ὁ πατέρας γιὰ τὰ παιδάκια τοῦ γιατί ἔχει λεχθεῖ ὅτι «ὃ Κύριος φυλάσσει τὰ νήπια» (Ψ. 114 6).

Ἡ ταπεινὴ καὶ ἐπίμονη προσευχὴ ἑλκύει τὴ βοήθεια καὶ τὰ χαρίσματα τὸν Θεοῦ.

Ὅταν ἕνας ἄνθρωπος καταλάβει ὅτι τοῦ λείπει ἡ θεία βοήθεια, κάνει πολλὲς προσευχὲς καὶ ὅσο τὶς αὐξάνει, τόσο ταπεινώνεται ἡ καρδιά του. Διότι ὁποῖος ἱκετεύει καὶ ζητάει, δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ ταπεινωθεῖ, καὶ ὁ Θεὸς μιὰ τέτοια καρδιά, «συντριμμένη καὶ ταπεινωμένη, δὲ θὰ τὴν περιφρονήσει» (Ψ. 50, 19). Ὅσο ἡ καρδιὰ δὲν ταπεινώνεται, δὲν μπορεῖ νὰ πάψει νὰ τριγυρνάει σκόρπια ἐδῶ καὶ κεῖ. Ἡ ταπείνωση συμμαζεύει τὴν καρδιά. Καὶ ὅταν ταπεινωθεῖ ὁ ἄνθρωπος, ἀμέσως τὸν κυκλώνει τὸ θεῖο ἔλεος, καὶ τότε ἡ καρδιὰ αἰσθάνεται τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ, γιατί νιώθει μέσα της νὰ κινεῖται μιὰ δύναμη πού τὴ στηρίζει, καὶ τότε εἶναι πού ἡ καρδιὰ γεμίζει ἐμπιστοσύνη στὸ Θεὸ καὶ ἂπ’ αὐτὸ καταλαβαίνει ὁ ἄνθρωπος ὅτι ἡ προσευχὴ εἶναι ἕνα φυσικὸ καταφύγιο βοήθειας, καὶ πηγὴ σωτηρίας, καὶ θησαυρὸς ἀκλόνητης πίστης, καὶ λιμάνι πού σώζει ἀπὸ τὴν τρικυμία, καὶ φῶς στοὺς σκοτισμένους, καὶ στήριγμα γιὰ τοὺς ἀρρώστους, καὶ σκέπη τὴν ὥρα τῶν πειρασμῶν, καὶ βοήθεια στὴν ἔνταση τῆς ἀρρώστιας, καὶ ἀσπίδα πού σώζει ἀπὸ τοὺς ἀκοντισμοὺς στὸν ἀόρατο πόλεμο, καὶ βέλος αἰχμηρὸ κατὰ τῶν δαιμόνων. Μὲ δυὸ λόγια, ὁ ἄνθρωπος μὲ τὴν προσευχὴ ἀποκτᾶ ὅλα τα ἀγαθὰ πού ἀνέφερα. Καὶ καθὼς ἐντρυφὰ στὴν προσευχή, ἡ καρδιὰ τοῦ χαίρει καὶ ἄγαλλεται ἀπὸ τὴν ἐμπιστοσύνη της στὸ Θεό, καὶ δὲ μένει πιά, ὅπως πρῶτα, χλιαρή, νὰ λέει λόγια χωρὶς νόημα. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος καταλάβει πολὺ καλὰ αὐτὰ πού εἶπα, τότε θὰ ἀποκτήσει ἀληθινὴ προσευχὴ στὴν ψυχή, πού θὰ τὴν ἔχει σὰν θησαυρό. Καὶ τότε εἶναι ποῦ, ἀπὸ τὴν πολλή του εὐφροσύνη, ἡ συμβατική του προσευχὴ θὰ ἀλλάξει καὶ θὰ γίνει ἔντονη εὐχαριστήρια δοξολογία. Ἔτσι, καταλαβαίνουμε τί σημαίνει ὅτι «ἡ προσευχὴ εἶναι χαρά, πού στέλνει τὴν εὐχαριστία της στὸ Θεό». Ὅταν φτάσει σ’ αὐτὸ τὸ σημεῖο ὁ ἄνθρωπος, δὲν προσεύχεται πιὰ μὲ κόπο καὶ μόχθο, ὅπως πρωτύτερα πού δὲν εἶχε αὐτὴ τὴ χάρη ἀλλὰ μὲ χαρούμενη καρδιὰ καὶ μὲ θαυμασμὸ γιὰ τὰ μυστήρια τοῦ Θεοῦ, ἀναβρυεῖ συνεχῶς εὐχαριστίες ἄρρητες καὶ βάζει μετάνοιες καὶ ἀπὸ τὴ μεγάλη του συγκίνηση φτάνει στὴ γνώση τοῦ Θεοῦ, καὶ θαυμάζει, καὶ ἐκπλήσσεται γιὰ τὴ χάρη πού τοῦ δίνει ὁ Θεός, καὶ τότε, ξαφνικά, ὑψώνει τὴ φωνὴ τοῦ ὑμνολογώντας καὶ δοξάζοντας καὶ εὐχαριστώντας τὸ Θεό. Καὶ ἡ γλώσσα του τότε κινεῖται γεμάτη ἔκπληξη.
Ὅλα αὐτὰ τὰ ἀγαθά, πού ἀνέφερα, ἔρχονται στὸν ἄνθρωπο, ἂν συναισθανθεῖ τὴν πνευματική του φτώχεια καὶ ἀδυναμία. Γιατί τότε, ἀπὸ τὴ μεγάλη ἐπιθυμία πού ἔχει νὰ τὸν βοηθήσει ὁ Θεός, ἔρχεται κοντά του μὲ ἐπίμονη προσευχή. Καὶ ὅσο πλησιάζει τὸ Θεὸ μὲ πόθο, τόσο καὶ ὁ Θεὸς ἔρχεται κοντά του δίνοντας τοῦ χαρίσματα καὶ δὲ θὰ πάρει τὴ χάρη του ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο, ὅσο αὐτὸς μένει στὴν ἀληθινὴ ταπείνωση. Ὅπως ἡ χήρα του εὐαγγελίου, ἡ ὁποία τρέχει πίσω ἀπὸ τὸ δικαστὴ κράζοντας συνέχεια νὰ ἀποδώσει τὸ δίκαιο καὶ νὰ τὴ γλιτώσει ἀπὸ τὸν ἀντίδικο. Κάπως ἔτσι καὶ ὁ εὔσπλαχνος Θεός: κάνει πού δὲν ἀκούει, καὶ ἀναβάλλει νὰ δώσει τὰ χαρίσματά του στὸν ἄνθρωπο, γιὰ νὰ γίνει αὐτὸ αἰτία νὰ ἔρθει πιὸ κοντά του καί, ἐξαιτίας πού τὸν ἔχει ἀνάγκη, νὰ παραμείνει κοντά του καὶ νὰ ὠφελεῖται πνευματικά. Καὶ κάποια αἰτήματα, βέβαια, ὁ Θεὸς τὰ ἱκανοποιεῖ ἀμέσως, ἐκεῖνα δηλ. πού εἶναι ἀναγκαία γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, ἄλλα αἰτήματα ὅμως δὲν τὰ ἱκανοποιεῖ. Καὶ ὅταν ὁ δαίμονας μᾶς καίει καὶ παρακαλοῦμε τὸ Θεό, ἔρχεται ἡ θεία χάρη καὶ ἀποδιώχνει τὸ καυτερό, ἐνῶ σὲ ἄλλες περιπτώσεις ἐπιτρέπει τὶς θλίψεις καὶ τὸν πόνο, γιὰ νὰ γίνουν αὐτὰ αἰτία νὰ προσεγγίσουμε, ὅπως εἶπα, τὸ Θεό, καὶ γιὰ νὰ διαπαιδαγωγηθοῦμε καὶ νὰ ἀποκτήσουμε πείρα γιὰ τοὺς ἀγῶνες μας στοὺς πειρασμούς.

Ἡ ἀξία τῆς ἐπίμονης προσευχῆς. ὅτι κάνουμε ἐν Κυρίω εἶναι προσευχὴ
Χρειάζεται νὰ ἀσκηθεῖ ὁ ἄνθρωπος στὴν εὐχὴ γιὰ μεγάλο διάστημα, γιὰ νὰ ἀποκτήσει τὴ σοφία τοῦ Θεοῦ. Μετὰ τὴν ἀκτημοσύνη, πού λύνει τοὺς λογισμούς μας ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῶν κοσμικῶν πραγμάτων, θέλει νὰ ἐπιμείνουμε στὴν προσευχή. Διότι μὲ αὐτὴ τὴν ἐπιμονή μας, γιὰ ἀρκετὸ διάστημα, ἀσκεῖται ὁ νοῦς μας καὶ μαθαίνει, μὲ τὴν πολλὴ πείρα πού ἀποκτᾶ, πῶς νὰ ἀποδιώχνει τοὺς πονηροὺς λογισμούς, πράγμα πού δὲν μπορεῖ νὰ διδαχθεῖ μὲ ἄλλο τρόπο. Καὶ στὴν προσευχὴ βρίσκονται οἱ ρίζες καὶ Οἱ αἰτίες γιὰ νὰ ἀγαπήσουμε τὸ Θεὸ

Καὶ τοῦτο πρέπει, ἀγαπητοί μου, νὰ γνωρίζουμε, ὅτι κάθε μυστικὴ συνομιλία, καὶ κάθε φροντίδα μας, πού γίνεται μὲ ἀγαθὴ πρόθεση ἐν Κυρίω, καὶ κάθε πνευματικὴ μελέτη, βρίσκεται μέσα στὸν ὁρισμὸ τῆς προσευχῆς, καὶ ὀνομάζεται προσευχή, καὶ περικλείεται στὸ ὄνομά της. Εἴτε, λοιπόν, εἶναι ἀνάγνωση διαφόρων ἱερῶν ἀναγνωσμάτων, εἴτε ἐμφωνη δοξολογία τοῦ Θεοῦ, εἴτε κάποια λυπηρὴ φροντίδα ἐν Κυρίω, εἴτε μετάνοιες, εἴτε ψαλμωδίες, καὶ ὅλα τα ὅμοια, εἶναι ἕνα εἶδος προσευχῆς. Καὶ ἂπ’ αὐτὰ γεννιέται ἡ καθαρὴ καὶ εἰλικρινὴς προσευχή, κι ἂπ’ αὐτὴν ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.

Ἡ προσευχὴ τοῦ μονάχου, πού ἔγινε ξένος γιὰ τὸν «κόσμο», ὁδηγεῖ τὸ νοῦ στὰ θεία μυστήρια
Ἂν θέλεις νὰ δώσεις τὸν ἑαυτό σου στὸ ἔργο τῆς προσευχῆς, πού καθαρίζει τὸ νοῦ, καὶ στὴν ἀγρυπνία τῆς νύχτας, γιὰ νὰ ἀποκτήσεις φωτεινὴ διάνοια, πάψε νὰ βλέπεις αὐτοὺς πού ἔχουν κοσμικὸ φρόνημα, καὶ κόψε τὶς συναναστροφὲς μαζί τους, καὶ κόψε τὴ συνήθεια νὰ δέχεσαι φίλους στὸ κελί σου μὲ τὸ πρόσχημα τοῦ φιλότιμου καὶ τῆς φιλοξενία ἀλλὰ νὰ δέχεσαι καὶ νὰ συναναστρέφεσαι μόνο τους ὁμοίους σου στὸν τρόπο τῆς ζωῆς, στὴ σκέψη καὶ στὴν κρυφὴ ἀρετή. Ἀκόμη, νὰ φοβᾶσαι καὶ τὴν ψυχικὴ ταραχή, πού προέρχεται ἀπὸ τὴ συνομιλία τοῦ νοῦ μὲ τὸν ἐχθρό. Καὶ αὐτὴ ἡ συνομιλία, συνήθως ἐνεργεῖται χωρὶς νὰ τὸ θέλουμε συνειδητά. Καὶ Ἀφοῦ κόψεις καὶ διαλύσεις καὶ πάψεις ἐντελῶς τὶς κοσμικὲς συνήθειες καὶ ἐπαφές, ἕνωσε μὲ τὴν προσευχή σου τὴν ἐλεημοσύνη, καὶ τότε θὰ δεῖ ἡ ψυχή σου τὸ φῶς τῆς ἀλήθειας. Γιατί ὅσο ἡ καρδιὰ μένει ἀτάραχη καὶ γαλήνια ἀπὸ τὰ κοσμικὰ πράγματα, τόσο μπορεῖ ὁ νοῦς νὰ κατανοήσει καὶ νὰ θαυμάσει τὰ θεία μυστήρια.

Ὁ κόπος καὶ ὁ ἀγώνας στὴν προσευχὴ μπορεῖ νὰ φέρει πνευματικὴ ἀλλοίωση
Πολλὲς φορὲς βρίσκεται ὁ ἄνθρωπος νὰ προσεύχεται κυρτωμένος καὶ γονυκλινής, καὶ ἔχοντας ἁπλωμένα τὰ χέρια του στὸν οὐρανό, καὶ ἀτενίζοντας στὸ σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ, καὶ μαζεύοντας τὸ νοῦ του στὴν προσευχή. Ἐνῶ λοιπὸν ὁ ἄνθρωπος παρακαλεῖ τὸ Θεὸ μὲ δάκρυα καὶ κατάνυξη, ξαφνικὰ μιὰ πηγὴ ἀναβλύζει μέσα στὴν καρδιά του μὲ ἄφατη γλυκύτητα, ὁπότε παραλύουν τὰ μέλη τοῦ σώματός του, καὶ δὲ βλέπει τίποτε γύρω του, καὶ σκύβει τὸ πρόσωπό του πρὸς τὴ γῆ ὅμως οἱ ἔννοιες καὶ οἱ λογισμοὶ τοῦ ἑξαλλάσσονται, ὥστε νὰ μὴν μπορεῖ νὰ κάνει μετάνοιες ἀπὸ τὴν πολλὴ χαρά, πού διαπερνάει ὅλο το σῶμα του. Πρόσεχε λοιπόν, ἄνθρωπέ μου, αὐτὰ πού διαβάζεις. Γιατί, ἂν δὲν ἀγωνισθεῖς, δὲ θὰ βρεῖς αὐτὰ τὰ οὐράνια ἀγαθὰ καὶ ἂν δὲν κρούσεις τὴ θύρα δυνατὰ καὶ ἐπίμονα καὶ δὲν ἀγρυπνήσεις ἀπέξω, περιμένοντας ν’ ἀνοίξει, δὲν πρόκειται νὰ εἰσακουσθεῖς.

Ἄλλο πράγμα εἶναι ἡ ἡδονὴ τῆς προσευχῆς καὶ ἄλλο ἡ θεωρία τῆς προσευχῆς
Ἄλλο πράγμα εἶναι ἡ ἡδονὴ τῆς προσευχῆς καὶ ἄλλο ἡ θεωρία τῆς προσευχῆς. Ἡ δεύτερη εἶναι ἀνώτερη ἀπὸ τὴν πρώτη, ὅσο ὁ τέλειος ἄνθρωπος διαφέρει ἀπὸ τὸ ἀτελὲς παιδάκι. Μερικὲς φορὲς οἱ στίχοι τῶν ψαλμῶν παίρνουν μιὰ γλυκύτητα μέσα στὸ στόμα, καὶ ἕνας στίχος μπορεῖ νὰ ἐπαναλαμβάνεται πολλὲς φορὲς στὴν προσευχή, χωρὶς νὰ ἐπιτρέπει νὰ προχωρήσεις σὲ ἄλλο στίχο, καὶ δὲν μπορεῖς νὰ τὸν χορτάσεις! Ἄλλοτε πάλι, ἀπὸ τὴν προσευχὴ γεννιέται κάποια μορφὴ θεωρίας, ἡ ὁποία παύει τὴν προσευχὴ τῶν χειλέων, ὁπότε γίνεται ὁ προσευχόμενος σὰν ἄψυχο σῶμα, πού δὲν ἀναπνέει, καὶ μένει σὲ ἔκσταση. Αὐτὴ τὴν κατάσταση τὴν ὀνομάζουμε θεωρία τῆς προσευχῆς, καὶ δὲν εἶναι, ὅπως λένε οἱ ἄφρονες, ἕνα εἶδος ἡ μιὰ μορφὴ ἡ κάποιο σχῆμα φανταστικοῦ πράγματος. Στὴ θεωρία αὐτῆς τῆς προσευχῆς ὑπάρχουν ὅρια, καὶ μποροῦμε νὰ διακρίνουμε διάφορα χαρίσματα. Προσευχὴ εἶναι ὅσο ὁ νοῦς δὲν πέρασε σὲ κάτι ἄλλο, ὑψηλότερο, Ἀφοῦ ἡ γλώσσα καὶ ἡ καρδιά, πού εἶναι τὰ κλειδιὰ τῆς προσευχῆς, ἀκόμη δουλεύουν. Ἀπὸ δῶ καὶ πέρα ἀνοίγει ἡ εἴσοδος γιὰ τὰ βασιλικὰ θησαυροφυλάκια. Ἐδῶ πιὰ σταματάει νὰ δουλεύει κάθε στόμα, κάθε γλώσσα καὶ κάθε καρδιά, πού εἶναι ὁ κυβερνήτης καὶ διαχειριστῆς τῶν λογισμῶν σταματάει ἀκόμη ὁ νοῦς, πού κυβερνᾶ τὶς αἰσθήσεις, καὶ ἡ φαντασία, αὐτὸ τὸ ταχύπτερο καὶ ἀδιάντροπο ὄρνεο. Καὶ ἃς μείνουν σ’ αὐτὴ τὴν κατάσταση ὅσοι ἔφτασαν ζητώντας τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, διότι ἤδη εἶναι παρὼν ὁ οἰκοδεσπότης!

Ἡ «ἔκσταση» εἶναι γέννημα τῆς καθαρῆς προσευχῆς
Τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς ὅταν ὁ νοῦς τοῦ ἄνθρωπου ἀποδύεται τὸν παλιὸ ἄνθρωπο καὶ ἐνδύεται τὸ νέο, τῆς θείας χάρης, τότε βλέπει τὴν καθαρότητα νὰ λάμπει ὅπως περίπου τὸ χρῶμα τοῦ οὐρανοῦ, ποὺ ὀνομάσθηκε ἀπὸ τὴ γερουσία τοῦ Ἰσραὴλ «τόπος Θεοῦ», ὅταν τὸ εἶδαν στὸ ὅρος Σινά. Λοιπόν, αὐτὴ τὴ δωρεὰ καὶ χάρη τοῦ Θεοῦ, δὲν πρέπει νὰ τὴν ὀνομάζουμε πνευματικὴ προσευχή, ἀλλὰ γέννημα τῆς καθαρῆς προσευχῆς, πού κατεβαίνει διὰ τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Τότε ὁ νοῦς ἀνεβαίνει πιὸ ψηλὰ ἀπὸ τὴν προσευχή, ἡ ὁποία παύει πιὰ μπροστὰ στὴν ἀνώτερη κατάσταση. Καὶ τότε ὁ μοναχὸς δὲν προσεύχεται, ἀλλὰ βρίσκεται σὲ ἔκσταση μέσα στὰ ἀκατάληπτα μυστήρια, πού εἶναι ἀνώτερα ἀπὸ τὸν παρερχόμενο κόσμο, καὶ σιωπᾶ ἀγνοώντας ὅλα ὅσα ἔχουν σχέση μὲ τὴν ἐδῶ ζωή. Αὐτὴ ἡ ἄγνοια εἶναι ἀνώτερη ἀπὸ τὴ γνώση, καὶ μακάριος εἶναι ἐκεῖνος πού ἔφθασε σ’ αὐτὴ τὴν ἄγνοια, τὴν ἀχώριστη ἀπὸ τὴν προσευχή.
Ὅποιος εἶναι φτωχὸς ἀπὸ ὑλικὰ ἀγαθά, θὰ γίνει πλούσιος ἐν Κυρίω. Καὶ ὁποῖος ἔχει φίλους πλουσίους, θὰ πτωχεύσει ἀπὸ τὰ ἀγαθά του Θεοῦ. Ὅποιος ἔχει ἐγκράτεια, καὶ εἶναι ταπεινόφρων, καὶ βδελύσσεται τὴν ἐλευθεροστομία, καὶ ἀποδιώχνει τὸ θυμὸ ἀπὸ τὴν καρδιά του, ἐγὼ πιστεύω, ὅτι αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος, ὅταν σηκωθεῖ νὰ προσευχηθεῖ βλέπει μέσα στὴν ψυχὴ τοῦ τὸ φῶς τοῦ ἁγίου Πνεύματος κι ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλὰ καὶ σκιρτᾶ ἀπὸ τὶς ἐλλάμψεις τοῦ θείου φωτός, καὶ εὐφραίνεται ἀπὸ τὴ θέαση τῆς θείας δόξας καὶ ἀπὸ τὴν ἀλλοίωση πού ὑφίσταται, ὥστε νὰ μπορεῖ νὰ βλέπει τὰ θεία μυστήρια. Καμιὰ ἄλλη ἐργασία δὲν ὑπάρχει, ἐκτὸς ἀπὸ τὴ θέαση τῶν μυστηρίων τοῦ Θεοῦ, πού νὰ μπορεῖ νὰ ἀφανίσει τὸ τάγματα τῶν ἀκαθάρτων δαιμόνων.

Ἡ σκάλα πού ὁδηγεῖ στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν εἶναι κρυμμένη μέσα στὴν ψυχὴ
Βρὲς τὴν εἰρήνη μέσα σου, καὶ θὰ εἰρηνεύσει μαζί σου ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ. Φρόντισε νὰ εἰσέλθεις στὸ ἰδιαίτερο δωμάτιο πού βρίσκεται μέσα σου, καὶ θὰ δεῖς ἐκεῖ τὸν οὐρανὸ γιατί καὶ τοῦτο καὶ ὁ οὐρανὸς εἶναι ἕνα. Ἀπὸ μιὰ εἴσοδο μπαίνεις, καὶ βλέπεις μαζὶ καὶ τὰ δυό. Ἡ σκάλα πού ὁδηγεῖ στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν εἶναι κρυμμένη μέσα στὴν ψυχή σου. Βάφτισε μέσα στὴν καρδιά σου ὅλο σου τὸ εἶναι, καὶ θὰ σβήσει ἡ ἁμαρτία, καὶ θὰ βρεῖς ἐκεῖ ἀνεβασιὲς θὰ σὲ φέρουν στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν

Πῶς νὰ διαβάζεις τοὺς ψαλμοὺς
Ὅταν διαβάζεις τοὺς στίχους τῆς ψαλμωδίας σου, μὴ σκέφτεσαι ὅτι εἶναι λόγια ἀλλουνοῦ, πού τὰ ἐπαναλαμβάνεις κι αὐτό, γιὰ νὰ μὴ νομίσεις ὅτι οἱ ψαλμοί, πού ἔχεις μπροστά σου γιὰ πνευματικὴ μελέτη, εἶναι ἀτέλειωτοι, καὶ παραβλέψεις τελείως τὴν κατάνυξη καὶ τὴ χαρὰ πού φέρνουν. Ἐσύ, λοιπόν, ὅταν προσεύχεσαι, νὰ διαβάζεις μὲ κατάνυξη τοὺς στίχους, σὰν νὰ εἶναι δικά σου λόγια, καὶ νὰ καταλαβαίνεις ὅσα λές, σὰν νὰ εἶναι τὸ ἔργο σου αὐτό, πού πρέπει νὰ τὸ ἐκτελεῖς τέλεια.

Οἱ Ψαλμοί, Οἱ μετάνοιες καὶ ἡ γλυκύτητα τῆς προσευχῆς
Μὴ νομίσεις ὅτι ἡ ἔκσταση πού ἔρχεται ὑστέρα ἀπὸ ἐκτενῆ καὶ συμμαζεμένη προσευχή, εἶναι ἀργία, ἐπειδὴ παράτησες τοὺς ψαλμοὺς ἀρκεῖ νὰ γίνεται (ἡ προσευχὴ) μὲ συμμαζεμένο νοῦ. Νὰ ἀγαπήσεις ὅμως τὶς μετάνοιες στὴν προσευχή σου περισσότερο ἀπὸ τὴ μελέτη τῶν Ψαλμῶν. Καὶ ὅταν ἡ προσευχὴ σὲ γλυκάνει καὶ σὲ ἀνεβάζει ψηλά, ἀναπληρώνει τὴν ἀκολουθία σου. Καὶ ὅταν, κατὰ τὴν προσευχή σου, σοῦ δοθεῖ τὸ χάρισμα τῶν δακρύων, αὐτὴ τὴ χαρούμενη κατάστασή σου νὰ μὴν τὴν περάσεις γιὰ ἀργία γιατί τὸ ἐπιστέγασμα τῆς προσευχῆς εἶναι ἡ χάρη τῶν δακρύων.

Νὰ κοιμηθεῖς μὲ ἐλαφρὸ στομάχι, γιὰ νὰ ἔχεις καθαρὴ νυχτερινὴ προσευχὴ
Ἡ νυχτερινὴ προσευχὴ τοῦ μονάχου εἶναι ἀνώτερη ἀπὸ ὅλες τὶς ἐργασίες τῆς ἡμέρας. Μὴν ἐπιβαρύνεις, λοιπόν, τὸ στομάχι σου μὲ φαγητὰ καὶ ποτά, γιὰ νὰ μὴ βρεθεῖ ὁ νοῦς σου σὲ σύγχυση, καὶ ταραχθεῖς ἀπὸ τὴν ἀδέσποτη περιπλάνησή του. Ἀλλιῶς, θὰ σηκωθεῖς τὴ νύχτα γιὰ προσευχή, καὶ τὰ μέλη τοῦ σώματός σου θὰ εἶναι παραλυμένα καὶ σὺ ὁ ἴδιος θὰ εἶσαι σὰν ἀποχαυνωμένη γυναίκα, καὶ ἡ ψυχή σου θὰ εἶναι σκοτισμένη, καὶ τὰ νοήματά σου θολωμένα καὶ δὲ θὰ μπορεῖς νὰ συγκεντρώσεις τὸ νοῦ σου στὴν ἀκολουθία, καὶ δὲ θὰ μπορεῖς νὰ γευθεῖς καὶ νὰ χαρεῖς τὰ ἱερὰ ἀναγνώσματα καὶ τὴν ψαλμωδία. Αὐτὸ θὰ τὸ πετύχεις, ἂν κοιμηθεῖς μὲ ἐλαφρὸ στομάχι καὶ ἔχεις καθαρό το νοῦ σου. 

Τί εἶναι εὐχὴ
Ρωτήσανε τὸν ἄββα Ἰσαὰκ τί εἶναι εὐχή, καὶ ἀπάντησε: Εὐχὴ εἶναι νὰ εἶσαι εὔκαιρος καὶ νὰ ἀπομακρυνθεῖ ὁ νοῦς σου ἀπὸ ὅλα τα κοσμικὰ πράγματα, καὶ ἡ καρδιὰ νὰ ἐπιστρέψει τελείως στὴ φυσική της δράση, καὶ νὰ ζεῖ μὲ τὸν πόθο καὶ τὴν ἐλπίδα τῶν μελλόντων ἀγαθῶν. Ὅποιος δὲ ζεῖ μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο πού εἶπα, σπέρνει στὸ χωράφι τοῦ ἀνάμεικτο καὶ ἀταίριαστο σπόρο, ἡ μοιάζει μὲ τὸ γεωργὸ πού ζεύει στὸν ἴδιο ζυγὸ τὸ βόδι καὶ τὸ γαϊδούρι.

Ἡ ἀδιάλειπτη προσευχὴ
Ἕνας ἄνθρωπος φτάνει στὴν τέλεια πολιτεία, ὅταν ἀξιωθεῖ τὴν ἀδιάλειπτη (ἀδιάκοπη) προσευχὴ διότι, ὅταν φτάσει σ’ αὐτή, ἔφτασε στὸ τέλος ὅλων των ἀρετῶν καί, ἀπὸ κεῖ καὶ πέρα, γίνεται κατοικητήριο τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Ἐὰν ὅμως δὲ δεχθεῖ, ὅπως πρέπει, ὁ ἄνθρωπος τὴν παρακλητικὴ χάρη τοῦ ἁγίου Πνεύματος, δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ φτάσει στὴν ἀδιάλειπτη προσευχή. Διότι τὸ ἅγιο Πνεῦμα, ὅταν κατοικήσει σ’ ἕναν ἄνθρωπο, δὲν παύει νὰ προσεύχεται. Καὶ τότε, εἴτε τρώει κανείς, εἴτε πίνει, εἴτε κοιμᾶται, εἴτε κάνει κάτι ἄλλο, ἀκόμη καὶ στὸ βαθύ του ὕπνο, οἱ εὐωδιὲς καὶ οἱ ἀτμοὶ τῆς προσευχῆς ἀναδίδονται ἀδιάκοπα ἀπὸ τὴν καρδιὰ τοῦ χωρὶς κόπο. Καὶ τότε ἡ προσευχὴ δὲ χωρίζει πιὰ ἂπ’ αὐτόν, ἀλλὰ ὅλες τὶς ὧρες του, καὶ ἂν ἀκόμη δὲ φαίνεται ἐξωτερικὰ ὅτι προσεύχεται, ὅμως, πάλι, ἡ προσευχὴ λειτουργεῖ μέσα του κρυφά. Ἕνας ἅγιος εἶπε, ὅτι ἡ σιωπὴ τῶν καθαρῶν ἀνθρώπων εἶναι προσευχή. Κι αὐτό, γιατί οἱ λογισμοὶ τοὺς εἶναι θεῖες κινήσεις καὶ Οἱ κινήσεις τῆς καθαρῆς καρδιᾶς καὶ τῆς καθαρῆς διάνοιας, εἶναι ἤρεμες καὶ γλυκιὲς φωνές, μὲ τὶς ὅποιες ψάλλουν μυστικὰ στὸν ἀόρατο Θεό.
Τί εἶναι πνευματικὴ προσευχή; καὶ πῶς μπορεῖ νὰ ἀξιωθεῖ αὐτὴν ὁ ἀγωνιζόμενος;
Πνευματικὴ προσευχὴ εἶναι Οἱ ψυχικὲς κινήσεις, πού ἐνεργοῦνται διὰ τοῦ ἁγίου Πνεύματος σὲ αὐτοὺς πού ἔχουν τὴν ἀκρίβεια τῆς ἁγνότητας καὶ τῆς καθαρότητας. Ἕνας στοὺς δέκα χιλιάδες ἀξιώνεται νὰ λάβει αὐτὴ τὴν προσευχή, πού εἶναι μυστήριο τῆς μέλλουσας ζωῆς διότι μέσω αὐτῆς ὑψώνεται ὁ ἀγωνιστῆς, καὶ ἡ φύση τοῦ μένει ἀνενέργητη, Ἀφοῦ οὔτε κινεῖται οὔτε θυμᾶται τὰ πράγματα τοῦ κόσμου. Καὶ τότε δὲν προσεύχεται, ἀλλὰ ἡ ψυχὴ αἰσθάνεται, μὲ τὴ δική της αἴσθηση, τὰ πνευματικὰ πράγματα τοῦ μέλλοντος αἰῶνος, πού ὑπερβαίνουν τὴν ἀνθρώπινη ἀντίληψη. Μόνο μὲ τὴ δύναμη τοῦ ἁγίου Πνεύματος μποροῦν νὰ κατανοηθοῦν. Καὶ τοῦτο πού εἰπῶ εἶναι ἡ νοητὴ ὅραση καὶ κίνηση, πού εἶναι τὸ ζητούμενο τῆς προσευχῆς. Γι’ αὐτὸ καὶ μερικοί, πού εἶναι σ’ αὐτὰ τὰ μέτρα, ἔχουν φτάσει ἤδη στὴν τέλεια καθαρότητα. Καὶ δὲν ὑπάρχει γι’ αὐτοὺς μιὰ ὥρα, ποὺ νὰ μὴν προσεύχονται ἀπὸ μέσα τους. Καὶ ὅταν τί Πνεῦμα τὸ ἅγιο, πού τοὺς δίνει τὴ χάρη του, σκύψει γιὰ νὰ τοὺς δεῖ, τοὺς βρίσκει πάντοτε σὲ κατάσταση προσευχῆς καὶ ἀπὸ αὐτὴ τὴν προσευχὴ τοὺς βγάζει καὶ τοὺς ὁδηγεῖ στὴ θεωρία, ἡ ὁποία λέγεται πνευματικὴ ὅραση. Δὲ χρειάζονται τότε οὔτε προσευχὴ μεγάλης διάρκειας, οὔτε πνευματικὴ ἐργασία πού νὰ τὸ διακρίνει ἰδιαίτερη στάση καὶ τάξη. Ἀρκεῖ σ’ αὐτοὺς ἡ μνήμη τοῦ Θεοῦ, καὶ ἀμέσως αἰχμαλωτίζονται στὴν ἀγάπη του. Ὡστόσο δὲν παραμελοῦν καὶ τὴ στάση τῆς προσευχῆς πέρα γιὰ πέρα, καὶ στέκονται ὄρθιοι τὶς ὁρισμένες ὧρες τῆς προσευχῆς, ἐκτός του χρόνοι τῆς ἀδιάλειπτης προσευχῆς Παράδειγμα ὁ ἅγιος Ἀντώνιος, πού στεκόταν ὄρθιος στὴν προσευχὴ τῆς ἐνάτης ὥρας, καὶ αἰσθάνθηκε ὅτι ἁρπάχτηκε ὁ νοῦς του σὲ ἔκσταση. Ἄλλος πάλι ἀπὸ τοὺς πατέρες, ἐνῶ ἔκαμνε τὴν καθιερωμένη προσευχή του, ἔχοντας τὴν ἁρμόζουσα στάση καὶ ἔχοντας ἁπλωμένα τὰ χέρια του στὸ Θεό, ἦρθε σὲ ἔκσταση γιὰ τέσσερις ἡμέρες. Καὶ ἄλλοι πολλοί, τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς τους, ἀπὸ τὴν πολλὴ ἐνθύμηση τοῦ Θεοῦ καὶ ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ αἰχμαλωτίζονταν καὶ ἔφταναν σὲ ἔκσταση. Καὶ ἀξιώνεται αὐτὴ τὴν ἔκσταση ὁ ἄνθρωπος, ὅταν ἀποβάλλει τὴν ἐσωτερικὴ καὶ τὴν ἐξωτερικὴ ἁμαρτία του, μὲ τὸ νὰ τηρεῖ τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου. Αὐτὲς τὶς ἐντολές, ἐὰν τὶς ἀγαπήσει καὶ τὶς φυλάξει μὲ ὑπακοὴ καὶ μὲ ἀκρίβεια, ἀπαλλάσσεται ἐξάπαντος ἀπὸ τὴ δουλεία τῶν ἀνθρωπίνων πραγμάτων, καὶ λησμονεῖ ὄχι τὴν ἀνθρώπινη φύση, ἀλλὰ τὶς ἀνάγκες της. εἶναι ἀδύνατο γιὰ ἕναν ἄνθρωπο, πού μιμεῖται τὸν τρόπο τῆς ζωῆς τοῦ νομοθέτη Χριστοῦ καὶ τηρεῖ τὶς ἐντολές του, νὰ παραμένει στὴν ἁμαρτία. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Κύριος ὑποσχέθηκε στὸ εὐαγγέλιο ὅτι θὰ κατοικήσει σ’ αὐτὸν πού φυλάττει τὶς ἐντολὲς τοῦ (Ἰω. 14, 23).

Ὅλες Οἱ δεήσεις σὲ μιὰ μόνο εὐχὴ
Ὅταν προσεύχεσαι, πὲς αὐτὴ τὴν εὐχή: Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἀξίωσε μὲ νὰ νεκρωθῶ πραγματικά, καὶ νὰ μὴν ἔχω καμιὰ κοινωνία μὲ τὰ μάταια πράγματα αὐτοῦ του κόσμου. Καὶ νὰ ξέρεις ὅτι σ’ αὐτὴ τὴν εὐχὴ συμπύκνωσες ὅλες μαζὶ τὶς δεήσεις καὶ τὶς εὐχές. Ἀγωνίσου νὰ πραγματοποιήσεις αὕτη τὴ νέκρωση μέσα σου διότι ἐάν, κατὰ τὴν εὐχή, τελειώσεις, μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ, καὶ τὸ ἔργο τῆς νέκρωσης, βρίσκεσαι ἀληθινὰ στὴν ἐλευθερία τοῦ Χριστοῦ.

Νὰ εὔχεσαι στὸ Θεὸ νὰ τὸν δώσει φωτισμὸ
Νὰ εὔχεσαι στὸ Θεὸ νὰ σοῦ δώσει φωτισμό, ὥστε νὰ αἰσθανθεῖς τὴν ἐπιθυμία καὶ τὸν πόθο τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Διότι ὅταν σου ἔλθει αὕτη ἡ αἴσθηση καὶ ἡ ἐπιθυμία τοῦ Πνεύματος, τότε θὰ ἀπομακρυνθεῖς ἀπὸ τὸν ἁμαρτωλὸ κόσμο, καὶ ὁ ἁμαρτωλὸς κόσμος θὰ ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ σένα. Αὐτὸ εἶναι ἀδύνατο κάποιος νὰ τὸ αἰσθανθεῖ χωρὶς ἡσυχία καὶ ἄσκηση καὶ χωρὶς τὴ διδασκαλία πού διδασκόμαστε ἀπὸ τὴν ὁρισμένη ἀνάγνωση ἁγίων βιβλίων. Χωρὶς αὐτὰ νὰ μὴ ζητᾶς τὸ φωτισμὸ τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν πόθο τοῦ ἁγίου Πνεύματος

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΣΚΗΤΙΚΗ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΟΥ ΆΓΙΟΥ ΙΣΑΑΚ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΚΥΨΕΛΗ

 

0 replies

Leave a Reply

Want to join the discussion?
Feel free to contribute!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *