Μετὰ την κατάπαυση τῶν διωγμῶν καὶ τὴν ἐπικράτηση τοῦ χριστιανισμοῦ σ’ ὅλο το Ρωμαϊκὸ κράτος, ἐπὶ Μεγάλου Κωνσταντίνου, οἱ χριστιανοὶ ἀνήγειραν μεγαλοπρεπῆ Ναὸ στὴ Λύδδα τῆς Ἰόππης, ὅπου μετακόμισαν τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ Μεγαλομάρτυρα Γεωργίου, γιὰ νὰ τὸ προσκυνοῦν πλέον ἄφοβα. Ἔγιναν δὲ μετὰ την κατάθεση τοῦ Ἱεροῦ λειψάνου καὶ τὰ ἐγκαίνια τοῦ Ναοῦ στὶς 3 Νοεμβρίου καὶ ἀπὸ τότε κάθε χρόνο ἡ Ἐκκλησία μας, τελεῖ κατὰ τὴν ἥμερα αὐτὴ τὴν ἀνακομιδὴ τῶν Ἱερῶν λειψάνων τοῦ μεγαλομάρτυρα, πρὸς δόξαν Θεοῦ.
Μετὰ τὸν μαρτυρικὸ θάνατο τοῦ Ἁγίου, ὁ πιστὸς δοῦλος τοῦ Ἁγίου, Πασικράτης, ἐκτελώντας τὴν ἐπιθυμία τοῦ κυρίου του, παρέλαβε τὸ ἅγιο λείψανό του μαζὶ μὲ αὐτὸ τῆς μητέρας του, καὶ τὰ μετέφερε στὴν μητρικὴ γῆ, στὴν Λύδδα τῆς Παλαιστίνης.
* * *
Ὅταν ἔλαμψε ἡ εὐσέβεια στὸν κόσμο καὶ βασίλευσε ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος, ἡ Ἁγία Ἑλένη ἡ μητέρα του, πῆγε μὲ πόθο ἱερὸ στοὺς Ἁγίους Τόπους. Μεγάλη ἦταν ἡ ἐπιθυμία της νὰ βρεῖ τὸν Τίμιο Σταυρὸ τοῦ Κυρίου καὶ νὰ κτίσει τὰ πανάγια προσκυνήματα. Πῆγε καὶ στὴν Λύδδα γιὰ νὰ προσκυνήσει τὸν τάφο τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος καὶ Τροπαιοφόρου Γεωργίου. Ἀπὸ μεγάλη εὐσέβεια καὶ ἀγάπη πρὸς τὸν Ἅγιον, ἔκτισε μεγαλοπρεπὴ καὶ ὡραιότατο ναὸ πρὸς τιμήν του. Ὅταν τελείωσε ὁ ναός, ὁ τότε ἀρχιερεύς, μὲ τὴν παρουσία κλήρου καὶ λαοῦ, ἀνεκόμισε τὸ σεπτὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου καθὼς πιθανότατα καὶ τῆς μητέρας του. Ἀλλά, τὶ θαῦμα μέγα! Βρῆκαν τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου ἀνέπαφο, ἄφθαρτο, ὁλόκληρο, μέσα σὲ μιὰ δυνατὴ καὶ ἄρρητη εὐωδία, ἐνῶ ἀπὸ τὸν τάφο ἀναπηδοῦσε μιὰ θεία λάμψη. Ρίγος ἱερὸ διαπέρασε τοὺς πιστούς, καὶ τὰ μάτια πλημύρισαν ἀπὸ δάκρυα πνευματικῆς ἀγαλλιάσεως. Ὅλοι σταυροκοπήθηκαν καὶ γονάτισαν νὰ προσκυνήσουν, δοξάζοντας τὸν Κύριο καὶ τὸν Ἅγιό Του. Κατάνυξη, πνευματικὴ χαρὰ καὶ ἱερὴ συγκίνηση κατέκλυσε τὶς καρδιὲς ὅλων. Χέρια τίμια σήκωσαν εὐλαβικὰ τὸ εὐωδιάζον λείψανο μὲ ὕμνους καὶ δοξολογίες μὲ θυμιάματα καὶ φωτοχυσίες. Τὸ σεπτὸ σκήνωμα τοῦ Τροπαιοφόρου ἔλαμψε σὰν ἥλιος πάνω ἀπὸ τοὺς πιστούς. Ὁ οὐρανὸς τῆς Λύδδας λαμπύρισε. Φῶς ἱλαρόν, ἁγίας δόξης κατηύγασε ὁλόκληρη τὴν κτίση. Οἱ καρδιὲς τῶν ἐραστῶν τοῦ θείου Γεωργίου ἐμφοροῦνται τῆς αὐτοῦ ἀγάπης καὶ τοῦ κάλλους καὶ ἡδονῆς καὶ γλυκασμοῦ ἐπίπλανται τοῦ θείου, μετέχοντες τῆς δόξης, ἐν χαρᾷ πνευματικῇ, εὐφροσύνῃ τε ὑπερκοσμίῳ καὶ ἀγαλλιάματι. Ὅλα ἁγίασαν αὐτὴ τὴν ὥρα, καὶ ὅλοι γέμισαν μὲ παρηγοριά, μὲ τὸν Ἅγιο ποὺ θὰ τοὺς ἀποσκέπαζε ἀπὸ ἐδῶ καὶ μπρός.
Καὶ τοποθέτησαν τὸν πολύτιμο αὐτὸ θησαυρό, κατὼ ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα, μέσα σὲ πολύτιμη θήκη, καὶ ἔκαναν τὰ ἐγκαίνια τοῦ μεγαλοπρεποῦς ναοῦ μὲ αὐτὴ τὴν κατάθεση τοῦ ἱεροῦ λειψάνου τοῦ Ἁγίου. Αὐτὸ τὸ γεγονὸς ἑορτάζομεν κατὰ παράδοση τὴν 3η Νοεμβρίου. Τὸ σεπτὸν σκήνωμα τοῦ Ἁγίου ἔμεινε ἀκέραιο καὶ εὐωδιάζον γιὰ πολλὰ χρόνια, ὡς μυροθήκη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Πάμπολλα ἀπὸ τότε καὶ παράδοξα θαύματα καὶ ἰάσεις γίνονται στοὺς πιστούς ποὺ προσκυνοῦν καὶ ἐπικαλοῦνται τὸν Ἅγιο μὲ πίστη καὶ ἀγάπη. Τὸ ὄνομά του ἔγινε πασίγνωστο καὶ ἡ χάρις τῶν θαυμάτων του ἔφθασε ἴσαμε τὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης. Καὶ ἔγινε ὁ ἁγιόλευκος καὶ ὑπερθαύμαστος Μάρτυς μέγας καὶ κοινὸς ἐυεργέτης πάντων τῶν Χριστιανῶν, καὶ πάσης τῆς οἰκουμένης.
http://users.uoa.gr/~nektar/orthodoxy/agiologion/agios_megalomartys_gewrgios_tropaioforos.htm
* * *
Σύντομη ἱστορία τοῦ Ναοῦ καὶ τῆς Λύδδας
Ὁ ναὸς τοῦ Ἁγίου Γεωργίου μαρτυρεῖ τὴν ἀκμὴ τοῦ Χριστιανισμοῦ στὴ Λύδδα, ποὺ ἦταν ἐπισκοπὴ καὶ μετέπειτα ἀρχιεπισκοπή. Σήμερα ὑπάρχει (τιτουλάριος) ἀρχιεπίσκοπος Λύδδης, ποὺ διαμένει στὸ Πατριαρχεῖο Ἱεροσολύμων. Στὴ Λύδδα διαμένει ὁ ἡγούμενος τῆς Μονῆς.
Μέχρι σήμερα ἐπικρατοῦσε ἡ γνώμη ὅτι ἡ Λύδδα εἶχε κτιστεῖ ἀπὸ τὴ φυλὴ τοῦ Βενιαμίν, ἀλλὰ ἀπὸ πρόσφατες ἀρχαιολογικὲς ἀνασκαφὲς ἀποδεικνύεται ὅτι ἡ Λύδδα εἶναι κτισμένη ἀπὸ τοὺς Αἰγυπτίους. Οι Ἑβραῖοι τὴν ὀνομάζουν Λὸντ (LOD) καὶ οἱ Ἄραβες Λὶντ (LID).
Ὁ Δημήτριος Νικάτωρ ἀπέσπασε τὴν Λύδδα ἀπὸ τὴ Σαμάρεια καὶ τὴν κατέταξε στὴν Ἰουδαία. Μετὰ τὸ θάνατο τοῦ Ἰουλίου Καίσαρος, ὁ Ρωμαῖος Ἀνθύπατος Κάσσιος, ἀφοῦ τυράννησε γιὰ ἀρκετὸ χρόνο τοὺς κατοίκους τῆς Παλαιστίνης πούλησε τοὺς κατοίκους τῆς Λύδδας ὡς δούλους, αὐτοὶ ὅμως δὲν ἄργησαν νὰ ἀπελευθερωθοῦν καὶ νὰ ἐπανέλθουν στὴν πόλη τους, κατόπιν διατάγματος τοῦ Ἀντωνίου.
Ἡ Καινὴ Διαθήκη ἀναφέρει τὸ θαῦμα τῆς θεραπείας τοῦ παραλυτικοῦ Αἰνέα στὴ Λύδδα ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Πέτρο (Πράξ. θ’ 32-35).
Μετὰ τὸ Χριστὸ ὁ Ρωμαῖος Ἀνθύπατος Κέστιος Γάλλος πέρασε ἀπὸ τὴ Λύδδα καὶ τὴν κατεδάφισε ἀλλὰ μετὰ λίγο χρόνο ἡ πόλη ἐπανῆλθε στὴν πρώτη της κατάσταση, ὅπως φαίνεται, ἐπειδὴ στὴ μεταγενέστερη Ἰουδαία γίνεται ἕδρα τοπάρχου, ποὺ παραδόθηκε.
Καθὼς πολλὲς πόλεις ἐπὶ Ρωμαϊκῆς κυριαρχίας μετονομάστηκαν, ἔτσι καὶ ἡ λύδδα πῆρε τὸ ὄνομα Διόσπολις, πρὸς τιμὴ τοῦ Δία. Καὶ τὸ ὄνομα ὑπάρχει στὰ νομίσματα, ποὺ χαράχθηκαν ἐπὶ Σεπτιμίου Σεβήρου καὶ Καρακάλλα.
Ἡ Λύδδα τῶν πρώτων Χριστιανικῶν αἰώνων ἦταν ἕδρα ἐπισκόπου ὑπὸ τὸ Μητροπολίτη Καισαρείας, ἀλλὰ ἔπειτα ἔγινε Ἀρχιεπισκοπή.
Στὴ Λύδδα ἔγινε ἡ σύνοδος κατὰ τοῦ Πελαγίου, τὸ 415 μ.Χ., ποῦ ἔλεγε ὅτι ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ σωθεῖ μὲ τὰ ἔργα του, χωρὶς νὰ ἔχει ἀνάγκη τῆς θείας χάριτος.
Ποιὸς ἔκτισε τὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου δὲ γνωρίζουμεν ἀκριβῶς, ἐπειδὴ δὲν ὑπάρχουν ἀκριβεῖς πληροφορίες. Ἄλλοι ἀναφέρουν ὡς κτίτορα τὸ Μέγα Κωνσταντῖνο, κυρίως οἱ συναξαριστές, καὶ ἄλλοι τὸν Ἰουστινιανό. Ὁ ἐπίσκοπος Τύρου, Γουλιέλμος, λέγει ὅτι ὁ ναὸς κτίστηκε ἀπὸ τὸν Ἰουστινιανό, ἀλλὰ ὁ ἱστορικὸς Προκόπιος, ποὺ ἔγραψε περὶ τῶν κτισμάτων τοῦ Ἰουστινιανοῦ, δὲν ἀναφέρει τίποτα. Στοὺς πρώτους πάντως χριστιανικοὺς αὐτοὺς αἰῶνες πῆρε ἡ Λύδδα καὶ τὸ ὄνομα Γεωργιούπολις πρὸς τιμὴ τοῦ Ἁγίου, καὶ ὅπως ἀναφέρουν οἱ συναξαριστές, στὶς 3 Νοεμβρίου, ἔγιναν τὰ ἐγκαίνια τοῦ ναοῦ.
Ἐπὶ Χοσρόη, τὸ 614 μ.Χ., ο ναὸς τοῦ Ἁγίου Γεωργίου δὲν ἔπαθε καμμιὰ καταστροφή, ἐπειδὴ οἱ Πέρσες περιορίστηκαν νὰ φθάσουν μέχρι τὴν Ἱερουσαλήμ.
Ἐπὶ Μουσουλμανικῆς κυριαρχίας, τὸν 8ον αἰώνα μ.Χ., ὁ Σουλεϊμᾶν, ὁ υἱὸς τοῦ Χαλίφη Ἀβδοῦ Ἒλ Μάλεκ, κατεδάφισε τὴ Λύδδα ἀλλὰ τὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τὸν ἄφησε ἀνέπαφο, ἐπειδὴ οἱ Μωαμεθανοὶ σέβονται τὸν Ἅγιο καὶ τοῦ ἔχουν δώσει τὸ ὄνομα Χάντερ (HADER), ποὺ σημαίνει πράσινος.
Ἐπὶ Χαλίφου Χάκεμ, τὸ 1010 μ.Χ., ξέσπασε διωγμὸς κατὰ τῶν Χριστιανῶν, καὶ καταστράφηκε ὁ ναὸς τῆς Λύδδας, ἀλλὰ πρὶν τὴν ἔλευση τῶν Σταυροφόρων τὸν ἀνακαίνισε κατ’ ἄλλους ὁ Κωνσταντῖνος ὁ Μονομάχος ἢ οἱ ἐντόπιοι μὲ τὴ βοήθεια τῶν Βυζαντινῶν καὶ κατ’ ἄλλους ὁ Στέφανος τῆς Οὐγγαρίας.
Ἀναφέρεται ὅτι μετὰ τὴν καταστροφὴ τοῦ Χάκεμ καὶ τὴν ἀνακαίνιση τοῦ ναοῦ, ἔγινε ἄλλη μία καταστροφὴ ἀπὸ τοὺς Μωαμεθανοὺς στὸ ναό, καὶ τὸν ἀνακαίνισαν οἱ Σταυροφόροι. Ἀλλὰ αὐτὸ δὲν ἰσχύει ἀπόλυτα, ἐπειδὴ μετὰ τὴ μάχη τῆς Ἀντιοχείας, οἱ σταυροφόροι ἦλθαν στὴ Λύδδα γιὰ νὰ προσκυνήσουν καὶ νὰ εὐχαριστήσουν τὸν Ἅγιο Γεώργιο, ποὺ τοὺς βοήθησε. Εκεί βρῆκαν μεγαλοπρεπῆ ναό, ὅπως ἀναφέρουν οἱ ἱστορικοί της ἐποχῆς ἐκείνης. Μόνο ὁ Γουλιέλμος, ἀρχηγὸς τῶν Σταυροφόρων, ἀναφέρει ὅτι λίγο πρὶν τὴν ἔλευση τῶν Σταυροφόρων, οἱ Μωαμεθανοὶ κατέστρεψαν τὸ ναό, ἀλλὰ αὐτὸ ἀντιφάσκει μὲ τὰ προαναφερθέντα, ὅπως διαβάζουμε στὸ dogma.gr.
Σὲ ὅλη τὴν διάρκεια τοῦ Σταυροφοριακοῦ βασιλείου ἡ Λύδδα καθὼς καὶ ἄλλες πόλεις ἦταν ὑπὸ τοὺς Σταυροφόρους.
Τὸ Λατινικὸ Πατριαρχεῖο στὴν Ἱερουσαλὴμ κατὰ τὰ πρῶτα ἔτη τῆς ἐπικρατήσεως τῶν Σταυροφόρων, ἀπετελεῖτο ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλήμ, τὴν Ἰόππη (Γιάφφα), καὶ τὴ Λύδδα.
Ὁ Ἰωάννης ὁ Φωκᾶς, τὸ 1185 μ.Χ., ἦλθε στὴ Λύδδα καὶ γράφει γιὰ τὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου ὅτι κάτω ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα ἦταν ὁ τάφος τοῦ Ἁγίου, ὅπως τοῦ εἶπαν οἱ κληρικοὶ τοῦ ναοῦ. Ὁ Λατίνος ἐπίσκοπος ἔβγαλε τὶς πλάκες τοῦ ναοῦ καὶ βρῆκε τὸ σπήλαιο, ποὺ ἦταν ὁ τάφος τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, ἀφοῦ προηγουμένως ὁ τάφος δὲν φαινόταν καὶ οἱ προσκυνητὲς προσκυνοῦσαν μαρμάρινο στόμιο. Δύο ἄνθρωποι προσπάθησαν νὰ σηκώσουν τὴν πλάκα τοῦ τάφου, ἀλλὰ βγῆκε φωτιά, ποὺ ἄφησε τὸν ἕνα ἠμικαὴ καὶ τὸν ἄλλο πεθαμένο.
Μετὰ τὴ μάχη τῆς Χαττήν, ἡ Λύδδα καθὼς καὶ ἄλλες πόλεις, ἦλθαν στὰ χέρια τῶν Μωαμεθανῶν, μὲ ἀρχηγὸ τὸν Σαλαχεντίν, οἱ ὁποῖοι κατέστρεψαν τὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου.
Τὸ 1191 μ.Χ., τὸ ἴδιο ἔτος τῆς καταστροφῆς, ὀ Ριχάρδος ὁ Λεοντόκαρδος κατελαβε ξανὰ τὴ Λύδδα, καὶ ἐπισκεύασε τὸ ναὸ καὶ ἦλθε σὲ συνθηκολόγηση μὲ τὸν ἀρχηγὸ τῶν Μωαμεθανῶν, Σαλαχεντίν, ἀλλὰ ἡ συνθήκη δὲν κράτησε πολύ, ἐπειδὴ τὸ 1291 μ.Χ. οἱ Σαρακηνοὶ ἔδιωξαν τοὺς Σταυροφόρους ἀπὸ τὴν Παλαιστίνη καὶ κατέστρεψαν τὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τῆς Λύδδας.
Ὁ ναὸς τοῦ Ἁγίου Γεωργίου ἔμεινε κατεστραμμένος ἕως τὸ 1349 μ.Χ., ὁπότε ὁ αὐτοκράτορας Κωνσταντινουπόλεως Ἰωάννης Κατακουζηνός, ἔστειλε πρέσβεις στὸ Σουλτάνο τῆς Αἰγύπτου, Νασρεντὶν Χασᾶν Ἴμπιν Ἒλ Νάσσερ, γιὰ τὴν ἀνακαίνιση τῶν ἱερῶν προσκυνημάτων τῆς Παλαιστίνης, ὅπως καὶ ἀνακαινίσθηκαν.
Τὸ 1442 μ.Χ., ξέσπασε διωγμὸς κατὰ τῶν Χριστιανῶν τῆς Παλαιστίνης ἐπὶ Σουλτάνου τῆς Αἰγύπτου Ἇλ Μαλέκου Ντάχερ Τζάκμακ, ποὺ κατέστρεψε τὸ ναὸ καὶ τὸ δυτικὸ μέρος τὸ μετέτρεψε σὲ τζαμί. Τότε ἐπίσης πρέπει νὰ πῆρε καὶ τὸ παρεκκλήσιο τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, καὶ χρησιμοποίησε πέτρες τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὴν κατασκευὴ τῆς γέφυρας τοῦ Ντάχερ.
Ὅπως φαίνεται ἀπὸ τὴν Ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας Ἱεροσολύμων, ὁ ναὸς τοῦ Ἁγίου Γεωργίου ἀνακαινίστηκε μετὰ τὸ 1517 μ.Χ. ἐπὶ Σουλτάνου Σελὴμ τοῦ Ἅ’, ποὺ ἔδιωξε τοὺς Μαμελούκους καὶ ἔδωσε ἐλευθερία γιὰ τὴν ἐξάσκηση τῶν θρησκευτικῶν καθηκόντων στοὺς Χριστιανούς.
Ὁ τάφος τοῦ Ἁγίου Γεωργίου στὴ Λύδδα
Γιὰ τὴν τελευταία καταστροφὴ τοῦ ναοῦ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου δὲν ἔχουμε ἀκριβῆ στοιχεῖα, ἀλλὰ ὑπάρχουν δύο πιθανότητες. Ἡ πρώτη εἶναι ὅτι στὶς ἀρχὲς τοῦ 19ου αἰώνα μ.Χ. καταστράφηκε ἀπὸ τοὺς γενίτσαρους, ἐπειδὴ τότε τὸ Πατριαρχεῖο Ἱεροσολύμων ἔπαθε μεγάλο πλῆγμα ἀπὸ ἐκείνους. Η δεύτερη εἶναι ὅταν τὸ 1837 μ.Χ. καταστράφηκε ἀπὸ σεισμό, ποὺ ἔγινε στὴν περιοχή, ἐξαιτίας τοῦ ὁποίου ἔπεσε ἡ σκεπὴ τοῦ ναοῦ καὶ τὸ ἱερό του Παρεκκλησίου τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου.
Τὸ 1871 μ.Χ., ὁ Πατριάρχης Ἱεροσολύμων, Κύριλλος ὁ Β’, ἀνακαίνισε τὸ ναὸ καὶ ἐπιπλέον μαρμαρόστρωσε τὸ πάτωμα καὶ τὸν τάφο τοῦ Ἁγίου Γεωργίου. Ἐκείνη ἡ ἀνακαίνιση ἦταν ἡ τελευταία. Ἔκτοτε γίνονται μικρὲς ἀνακαινίσεις.
πηγή:http://www.newsbomb.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Ὡς ἥλιος ἔμψυχος, τῇ σῇ ἀθλήσει φανείς, θεσμῷ ἔδυς φύσεως, ἀλλ’ ἀνατέλλεις ἐκ γῆς, διά τῶν λειψάνων σου, ὅλος λελαμπρυσμένος, τῇ τοῦ Πνεύματος αἴγλῃ, ἐκλάμπων τῇ οἰκουμένῃ, ἰαμάτων ἀκτῖνας, Γεώργιε μεγάλαθλε, πιστῶν ἡ ἀντίληψις.
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τῇ ὑπερμάχῳ καί ταχείᾳ ἀντιλήψει σου
Προσπεφευγότες οἱ πιστοί καθικετεύομεν
Λυτρωθῆναι παρά σοῦ Χριστοῦ Ἀθλοφόρε,
Τῶν σκανδάλων τοῦ ἐχθροῦ τούς ἀνυμνοῦντάς σε
Καί παντοίων ἐκ κινδύνων καί κακώσεων,
Ἵνα κράζωμεν, χαίροις Μάρτυς Γεώργιε.
Μεγαλυνάριον.
Πλῆρες εὐωδίας ἁγιασμοῦ, δίκην μυροθήκης, ἐκ λαγόνων ὤφθη τῆς γῆς, τό σεπτόν σου σκῆνος, Γεώργιε παμμάκαρ, ἀρωματίζον κόσμῳ, θαυμάτων χάριτας.
Leave a Reply
Want to join the discussion?Feel free to contribute!