Μέσα στὴν ἐκλεκτὴ χορεία τῶν θαυμαστῶν Ἁγίων γιατρῶν, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας, ἔχει νὰ μᾶς παρουσιάσει μιὰ λαμπρὴ προσωπικότητα, ἕνα μεγάλο καὶ σπουδαῖο γιατρὸ τὸν Ἅγιο Εὐαγγελιστὴ καὶ Ἀπόστολο Λουκᾶ. Ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς εἶναι ὁ πρώτος γιατρὸς τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου καὶ τὸ καύχημα τῶν γιατρῶν ὅλων των αἰώνων , διότι αὐτὸς ἀξιώθηκε ἀπὸ τὸ Θεὸ νὰ γράψει, στό ἱερὸ εὐαγγέλιό του, γιὰ τὴ ζωή, τὸν θάνατο καὶ τὴν ἀνάσταση αὐτοῦ του ἰδίου τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Καὶ ἀργότερα στὸ δεύτερο βιβλίο του, τίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων, ἀξιώθηκε νὰ γράψει γιὰ τὴν ἵδρυση τῆς πρώτης Χριστιανικῆς Ἐκκλησίας στὰ Ἱεροσόλυμα τὴν ἐξάπλωση τοῦ Χριστιανισμοῦ στὴν Παλαιστίνη καὶ τὰ ἄλλα εἰδωλολατρικὰ ἔθνη μέχρι τῆς Ρώμης. Ἐπίσης γιὰ τὴν ζωὴ καὶ δράση τῶν δύο κορυφαίων Ἀποστόλων Πέτρου καὶ Παύλου, ἰδίως δὲ τοῦ δευτέρου…
Ὁ Ἅγιος Λουκᾶς καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια τῆς Συρίας καὶ ὅπως φαίνεται ἦταν ἑλληνικῆς καταγωγῆς, δηλαδὴ οἱ πρόγονοί του ἦταν Ἕλληνες ποὺ εἶχαν ἐγκατασταθεῖ ἀπὸ χρόνια στὴν Συρία . Ὅπως ἦταν φυσικὸ μέχρι τὴν νεανική του ἡλικία πίστευε στὴν εἰδωλολατρικὴ θρησκεία τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων, τὴν ὀπoία εἶχε διδαχθεῖ ἀπὸ τοὺς γονεῖς του. Ἀπὸ μικρὸς ἦταν πολὺ ἔξυπνος καὶ φιλομαθής. Ἀγαποῦσε πολύ τα γράμματα καὶ ἔμαθε ἐκτὸς ἀπὸ τὰ ἑλληνικὰ καὶ ἄλλες δύο γλῶσσες: τὰ ἑβραϊκὰ καὶ τὰ συριακά. Στὴν περίφημη γιὰ τὴν ἐποχὴ ἐκείνη Σχολὴ τῆς Ταρσοῦ ἐσπούδασε τὴν ἐθνικὴ παιδεία κατὰ τὰ Ἑλληνικὰ πρότυπα. Εἶχε ἐπίσης μεγάλο ταλέντο στὴν ζωγραφική. Ἀκόμα ἐσπούδασε τὴν ἰατρικὴ ἐπιστήμη…
Μὲ τὴν ἰδιότητα τοῦ γιατροῦ ἦλθε στὴν Ἑλλάδα τὸν καιρὸ ποὺ αὐτοκράτορας στὴν Ρώμη ἦταν ὁ Τίτος Κλαύδιος τὸ 42 μ.Χ. καὶ ἔκανε τὴν ἐγκατάστασή του στὴν Θήβα τῆς Βοιωτίας, ὅπου ἀσκοῦσε τὴν ἰατρικὴ καὶ ἰδίως τὶς παθήσεις τῶν ὀφθαλμῶν καὶ θεράπευε τοὺς ἀσθενεῖς. Ὅμως ὁ μεγάλος σταθμὸς τῆς ζωῆς του ὑπῆρξε ἡ συνάντησή του μὲ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο. Τὸν κορυφαῖο Ἀπόστολο γνώρισε ὅταν ἐκεῖνος ἔκανε τὴν πρώτη ἀποστολική του πορεία. Ἀμέσως τὸ φλογερὸ κήρυγμα τοῦ Ἀποστόλου τῶν ἐθνῶν τὸν ἐσαγήνευσε.
Τὸ κήρυγμα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεανθρώπου, οἱ γλυκεῖς λόγοι τοῦ Ναζωραίου, ποὺ ἄκουσε ἀπὸ τὸν Παῦλο, καὶ γενικὰ ἡ φιλοσοφία τῆς νέας Θρησκείας τὸν αἰχμαλώτισαν. Ἔτσι γίνεται γρήγορα πιστὸς ὀπαδὸς τοῦ Χριστιανισμοῦ, ἐγκαταλείποντας τὴν πατρική του Θρησκεία καὶ συγχρόνως γίνεται στενὸς ἀκόλουθός του κορυφαίου Ἀποστόλου. Καὶ ἐπειδὴ ὁ Ἅγιος Παῦλος ὑπῆρξε ἐκ φύσεως φιλάσθενος ὁ Λουκᾶς σὰν γιατρὸς ποὺ ἦταν, προσέφερε σ’ αὐτὸν τὶς ἰατρικὲς τοῦ ὑπηρεσίες (Β΄ Κόρινθ. ιβ΄ 7).
Ἀναμφισβήτητα ὁ Λουκᾶς ὑπῆρξε ὄχι μόνο ὁ ἁπλὸς συνοδὸς καὶ προσωπικὸς γιατρὸς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ἀλλὰ παράγοντας ποὺ συνέβαλε ἐνεργὰ καὶ ἐπέδρασε ἀποφασιστικὰ καὶ μὲ ἰδιάζοντα εὐεργετικὸ τρόπο, στὴν ἐπιτυχία τοῦ χριστιανικοῦ κηρύγματος σὲ ὁλόκληρο τὸν ἐθνικὸ κόσμο. Καὶ αὐτό, γιατί ὁ Λουκᾶς, λόγω τῶν προσωπικῶν του γνωριμιῶν, χάρις στὸ ἰατρικό του ἐπάγγελμα, ἄνοιγε κατὰ τὸν πιὸ ἐνδεδειγμένο τρόπο ὅλες τὶς πύλες καὶ τὶς ὁδούς, γιὰ τὴν εὐκολότερη καὶ πιὸ πειστικὴ διάδοση τοῦ εὐαγγελικοῦ κηρύγματος μεταξὺ ὅλων των κοινωνικῶν στρωμάτων καὶ τάξεων τοῦ λαοῦ. Παρακολουθεῖ τὸν Παῦλο μὲ ἐνθουσιασμὸ καὶ αὐτοθυσία σὲ πολλὰ μέρη ἀπὸ τὶς ἑπόμενες περίφημες ἀποστολικὲς περιοδεῖες του. Συγκεκριμένα κατὰ τὴν δεύτερη ἀποστολικὴ πορεία ἀκολούθησε τὸν Παῦλο ἀπὸ τὴν Τρωάδα τῆς Μικρ. Ἀσίας στοὺς Φιλίππους τῆς Μακεδονίας. Κατὰ τὴν τρίτη πορεία, τὸν ἀκολούθησε ἀπὸ τοὺς Φιλίππους ἕως τὰ Ἱεροσόλυμα καὶ ἀπὸ τὴν Καισαρεία τῆς Παλαιστίνης μέχρι τὴν Ρώμη.
Στὰ δύο τελευταῖα κεφάλαια τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων (27 & 28) ὁ Ἅγιος Λουκᾶς, ὁ ἀφοσιωμένος αὐτὸς μαθητὴς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου δίνει μὲ ζωηρὴ καὶ ἀκριβῆ περιγραφὴ τὴν περιπετειώδη καὶ ἐπικίνδυνη αὕτη θαλάσσια διαδρομὴ ἀπὸ τὴν Καισαρεία μέχρι τὴν αἰώνια πόλη, τὴν Ρώμη. Ἡ Καισαρεία, ἡ παραλιακὴ πόλη τῆς Παλαιστίνης, ἀπὸ τὴν ὁποία ἀποπλεύσανε δέσμιος ὁ Παῦλος μὲ τοὺς συνεργάτες του, τὸν Λουκᾶ καὶ τὸν Ἀρίσταρχο ἀπ’ τὴν Μακεδονία, καὶ μαζὶ μὲ 276 ἀκόμα συνταξιδιῶτες, ἡ Σιδώνα στὴν Φοινικικὴ παραλία, τὰ Μύρα τῆς Λυκίας, οἱ Καλοὶ Λιμένες στὰ νότια παράλια τῆς Κρήτης, τὸ προξενηθὲν ναυάγιο τοῦ πλοίου, τὸ νησὶ Μάλτα ποὺ παρέμειναν γιὰ τρεῖς μῆνες, οἱ Συρακοῦσες τῆς Σικελίας, τὸ Ρήγιο καὶ οἱ Ποτίολοι στὴν Κάτω Ἰταλία ὑπῆρξαν οἱ κυριότεροι σταθμοὶ αὐτοῦ του περιπετειώδους ταξιδιοῦ. Στὴν τελευταία αὕτη πόλη βρῆκαν καὶ χριστιανικὴ παροικία. Ἡ ἐξιστόρηση τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ προκάλεσε ἀνέκαθεν τὸ ἐνδιαφέρον τῶν ἱστορικῶν, γιατί ἂπ΄ αὐτὴν διδασκόμαστε πολλὰ γιὰ τὴν ναυτιλία στοὺς χρόνους τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας.
Ἀλλὰ ὁ Λουκᾶς ἦταν ἀκόμα μαζὶ μὲ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο τόσο κατὰ τὴν πρώτη φυλάκισή του, ὅσο καὶ κατὰ τὴν δεύτερη ποὺ αὐτὸς ὑπῆρξε μόνος μαζὶ μὲ τὸν Ἀπόστολο. Μετὰ τὸ μαρτυρικὸ θάνατο τοῦ Ἀποστόλου Παύλου στὴν Ρώμη κατὰ τὸν διωγμὸ τοῦ Νέρωνα τὸ 64 μ.Χ. ὁ Ἅγιος Λουκᾶς ἀφοῦ πρῶτα τοῦ δόθηκε ἡ εὐκαιρία νὰ συναντήσει τοὺς αὐτόπτες μάρτυρες καὶ Ἀπόστολους ἔρχεται στὴν Ἀχαΐα τῆς Πελοποννήσου γιὰ νὰ γράψει ἐκεῖ το περίφημο Εὐαγγέλιό του. Τὶς πλούσιες καὶ πολύτιμες ἐμπειρίες του τόσων χρόνων, ἀπὸ αὐτὰ τὰ Θαυμάσια καὶ κοσμοσωτήρια ποὺ ἄκουσε καὶ εἶδε θέλει νὰ τὰ καταγράψει λεπτομερῶς γιὰ νὰ διασωθοῦν καὶ νὰ μείνουν ἀναλλοίωτα εἰς τοὺς αἰῶνες .
Ἐκθέτει λοιπὸν τὰ σχετικὰ κοσμοϊστορικὰ καὶ ἀνθρωποσωτήρια γεγονότα , μὲ μεθοδικότητα καὶ μὲ χρονολογικὴ ἀκρίβεια, σὰν ἐπιστήμονας ποὺ ἤτανε καὶ ἄνθρωπος τῶν γραμμάτων, καὶ κατέχοντας ἄριστα τὴν ἑλληνικὴ γλώσσα, ὥστε δικαίως νὰ θεωρεῖται ὁ κατ΄ ἐξοχὴν ἱστορικός των πρώτων χρόνων τοῦ Χριστιανισμοῦ.
Ἀλλὰ ἐκτὸς ἀπὸ τὴν μεθοδικότητα καὶ τὴν χρονολογικὴ ἀκρίβεια ποὺ ὑπάρχουν στὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιό του, αὐτὸ συμπληρώνει ἀκόμα καὶ τὰ δύο προηγούμενα ἱερὰ Εὐαγγέλια, διότι μᾶς δίνει πολύτιμες πληροφορίες γιὰ ὁρισμένα σπουδαιότατα γεγονότα τῆς Χριστιανικῆς Θρησκείας ποὺ δὲν τὰ ἀναφέρουν στὰ ἱερὰ κείμενά τους ὁ Εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος καὶ ὁ Εὐαγγελιστὴς Μάρκος.
Ἔτσι π.χ. αὐτὸς διηγεῖται ζωηρότερα ἀπὸ τοὺς ἄλλους τὴν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ. Ὅταν διαβάζει κανεὶς ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιό του τὰ γεγονότα, νομίζει ὅτι βλέπει τὸ Χριστὸ βρέφος, ξαπλωμένο στὴν φάτνη. Βλέπει τοὺς ποιμένες νὰ θαυμάζουν μπροστὰ στὸ μυστήριο τῆς Θείας οἰκονομίας καὶ τοὺς Ἀγγέλους νὰ ψάλλουν τὸ “Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῶ…”…
Ἐπίσης στὸ κείμενο τῶν δύο ὑπέροχων βιβλίων του, γίνεται χρήση ἰατρικῶν ὅρων καὶ ἰατρικῶν ἐκφράσεων, οἱ ὁποῖες συνήθως βρίσκονται σὲ ἰατρικοὺς συγγραφεῖς. Ὅλα αὐτὰ δείχνουν ὅτι ὁ συγγραφέας αὐτῶν τῶν βιβλίων ὑπῆρξε γιατρός. Καὶ τὸ Εὐαγγέλιό του καὶ τὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων ὁ Ἅγιος Λουκᾶς τὰ γράφει γιὰ χάρη κάποιου ἐπίσημου προσώπου, τοῦ Θεόφιλου, τὸν ὅποιον ὀνομάζει “κράτιστον” καὶ ποὺ [κατὰ μία ἄποψη] ἦταν τότε ἡγεμόνας τῆς Ἀχαΐας.
Ὁ Θεόφιλος εἶχε κατηχηθεῖ στὴν χριστιανικὴ θρησκεία ἀπὸ ἀποστολικοὺς ἄνδρες, τῆς πρώτης χριστιανικῆς γενιᾶς. Εἶχε ὅμως ἀνάγκη γιὰ νὰ στηρίξει καὶ νὰ ἑδραιώσει καλύτερα τὴν πίστη του καὶ ἀπὸ ἔγγραφες πηγές. Αὐτὲς λοιπὸν τὶς πηγὲς τοῦ τὶς προσφέρει ὁ Λουκᾶς πρῶτα μὲ τὸ Εὐαγγέλιό του, τὸν “πρώτον λόγον” ὅπως τὸν ὀνομάζει καὶ ἀργότερα μὲ τὸ δεύτερο βιβλίο του πρὸς τὸν Θεόφιλο, δηλαδὴ τὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων. Ἔτσι στὴν ἀρχὴ ὁ ἡγεμόνας Θεοφιλoς καὶ κατόπιν ὅλοι οἱ χριστιανοὶ ἐκείνης τῆς ἐποχῆς, ἀλλὰ καὶ μετέπειτα οἱ χριστιανοὶ ὅλων των αἰώνων ἔμαθαν ἀπὸ τὸν Λουκᾶ ὅλα τα θαυμάσια καὶ ἐξαίσια ποὺ πραγματοποιήθηκαν ἀπὸ τὸ Θεὸ γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπινου γένους.
Ὅμως ὁ Ἅγιος Λουκᾶς δὲν ὑπῆρξε μόνον ὁ Εὐαγγελιστής, ἀλλὰ καὶ ὁ σπουδαῖος Ἀπόστολος, γιατί δὲν ἀρκέστηκε μόνο νὰ γράψει τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιό του, ἀλλὰ θέλησε καὶ νὰ τὸ κηρύξει μὲ τὴν ζωντανὴ παρουσία του σὲ διάφορα σημεῖα τῆς Εὐρώπης. Ἔτσι ἀφοῦ ὁ Λουκᾶς κήρυξε πρῶτα το Εὐαγγέλιο στὸν Ἑλλαδικὸ χῶρο ὅπως στὴν Ἀχαΐα, τὴν Βοιωτία καὶ τὴν Μακεδονία, μετὰ πῆγε σὲ μακρινὰ μέρη, ὅπως στὴν Δαλματία καὶ τὴν Γαλλία, μερικοὶ ἀκόμα ὑποστηρίζουν ὅτι πῆγε καὶ στὴν Ἰταλία καὶ τὴν Ἀφρική.
Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ τὸ θαυμάσιο συγγραφικό του ἔργο καὶ τὴν σπουδαία ἱεραποστολική του δράση, ὁ Ἅγιος Λουκᾶς, εἶχε καὶ ἕνα μεγάλο καλλιτεχνικὸ ταλέντο, εἶχε μεγάλη κλίση πρὸς τὴν ζωγραφική. Πηγὲς ποὺ τοῦ ἔδιναν ἐμπνεύσεις στὴν ζωγραφική του τέχνη ἦταν οἱ μεγάλες προσωπικότητες τῆς νέας ἀληθινῆς θρησκείας ποὺ τόσο τὸν εἶχε συγκλονίσει καὶ τόσο πολὺ εἶχε ἀφοσιωθεῖ ὁλόψυχα σ’ αὐτὴν ἀπὸ τὴν νεανική του ἡλικία.
Ὁ Σωτήρας Χριστός, ὁ λυτρωτὴς τοῦ κόσμου, ποὺ τόσο τὸν εἶχε ἀγαπήσει καὶ εἶχε ἀφιερώσει τὴν ζωὴ του σ’ αὐτόν, τὸν ἐνέπνευσε νὰ ζωγραφίσει τὸν καλὸ Ποιμένα Χριστὸ ποὺ φέρει στοὺς ὤμους τοῦ τὸ ἀπολωλὸς πρόβατο.
Ὁ ἀπέραντος θαυμασμὸς καὶ σεβασμός του πρὸς τὸ πρόσωπο τῆς Παναγίας, τῆς ἁγνῆς κόρης τῆς Ναζαρὲτ ποὺ καταξιώθηκε ἀπὸ τὸ Θεὸ νὰ γίνει μητέρα τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ τὸν ἔκανε νὰ φιλοτεχνήσει μερικὲς ὡραῖες εἰκόνες τῆς Θεοτόκου ποὺ φέρει στὶς ἀγκάλες τῆς τὸ Θεῖο βρέφος. Ἡ ἀγάπη τοῦ ἐπίσης καὶ ἡ ἀφοσίωσή του πρὸς τὸν ἀγαπητό του διδάσκαλο Παῦλο, ποὺ αὐτὸς ἦταν ἡ αἰτία νὰ ἀσπασθεῖ τὸν χριστιανισμὸ καὶ γιὰ ἀρκετὰ χρόνια τὸν ἀκολούθησε στὰ περιπετειώδη ἱεραποστολικὰ ταξίδια του καὶ στὸ τέλος ἔφυγε ἀπὸ αὐτὴν τὴν ζωὴ μὲ μαρτυρικὸ θάνατο, τὸν ἔκαναν νὰ τὸν ζωγραφίσει σὲ εἰκόνα μαζὶ μὲ τὸν ἄλλο κορυφαῖο ἐπίσης, Ἀπόστολο Πέτρο.
Τὸ ὡραῖο παράδειγμα τοῦ Ἁγίου Λουκᾶ νὰ ἀπεικονίζει τὶς μορφὲς τῶν Ἁγίων σὲ εἰκόνες, τὸ μιμήθηκαν κατόπιν πολυάριθμοι χριστιανοὶ καλλιτέχνες διὰ μέσου τῶν αἰώνων καὶ δημιούργησαν περιφημoυς καλλιτεχνικοὺς Θησαυρούς, μέχρι σήμερα. Ἔτσι ὁ Λουκᾶς ὑπῆρξε ὁ πρῶτος καλλιτέχνης ζωγράφος τῆς Χριστιανικῆς Θρησκείας καὶ μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ ὁ ἱδρυτὴς τῆς χριστιανικῆς αὐτῆς τέχνης. Ἀκόμα καὶ σήμερα ὕστερα ἀπὸ τόσους αἰῶνες σώζονται ἅγιες εἰκόνες του.
Λέγεται ὅτι μιὰ παλιὰ εἰκόνα τῆς Παναγίας στὴν Μόνη του Μεγάλου Σπηλαίου εἶναι ἔργο τοῦ Ἁγίου Λουκᾶ. Ἐπίσης ὑποστηρίζεται ὅτι ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας Σουμελᾶ στὴν ὁμώνυμη Μονὴ εἶναι καὶ αὐτὴ ἔργο δικό του. Ὕστερα ἀπὸ ἕνα μακρὺ καὶ περιπετειώδη βίο, ἀλλὰ πλούσιο σὲ χριστιανικὸ καὶ ἱεραποστολικὸ ἔργο ὁ Ἅγιος Λουκᾶς ἐγκατέλειψε τὴν ἐπίγεια ζωὴ στὰ ὀγδόντα τέσσερα χρόνια του καὶ πῆγε στὴν αἰώνια ζωὴ καὶ μακαριότητα.
Μερικοὶ ὑποστηρίζουν ὅτι ὁ θάνατός του ὑπῆρξε μαρτυρικός.
Ἐνταφιάστηκε στὴν Θήβα τῆς Βοιωτίας μέσα σὲ μιὰ μαρμάρινη λάρνακα ποὺ σώζεται μέχρι σήμερα καὶ στὸν ἱερὸ τάφο τοῦ σύμφωνα μὲ τὴν παράδοση κάθε χρόνο τὴν ἡμέρα τῆς μνήμης του στὶς 18 Ὀκτωβρίου, γινότανε πολὺ σπουδαία θαύματα θεραπείας πολλῶν ἀσθενῶν ἀπὸ ὀφθαλμικὲς παθήσεις καὶ μὲ τὰ ὁποῖα ὁ Χριστὸς ἔδειξε στὸν κόσμο τὴν ἁγιότητά του.
Τὸ ἔτος 357 μ.Χ. ὁ αὐτοκράτορας Κωνστάντιος, γιὸς τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου, ἔδωσε ἐντολὴ στὸν Ἅγιο Ἀρτέμιο, τὸν μεγάλο Δούκα τῆς Αἰγύπτου καὶ Μάρτυρα, νὰ μεταφέρει τα τίμια λείψανα τοῦ Ἁγίου Λουκᾶ στὴν Κωνσταντινούπολη. Ἦταν τὸ εἰκοστὸ ἔτος τῆς βασιλείας τοῦ Κωνσταντίου, ποὺ πραγματοποιήθηκε ἡ μεταφορὰ τῶν λειψάνων τοῦ Ἁγίου καὶ κατέθεσαν αὐτὰ στὸ Ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων τῆς Κωνσταντινουπόλεως δίπλα στὰ τίμια λείψανα τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων Ἀνδρέα καὶ Τιμόθεου.
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας τιμᾶ τὴν μνήμη τοῦ Ἀποστόλου καὶ Εὐαγγελιστὴ Λουκᾶ στις 18 Ὀκτωβρίου, τὴν δὲ κατάθεση τῶν τιμίων λειψάνων του στὸ Ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων Κωνσταντινουπόλεως ἑορτάζει στὶς 20 Ἰουνίου.
Ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος καὶ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς μὲ τὸ βαρυσήμαντο χριστιανικό του ἔργο ἀποδείχθηκε ἄξιος ἐργάτης τοῦ Χριστοῦ γιατί ὅπως λέγει καὶ ἕνα ἀπολυτίκιό του, ἀφοῦ καταυγάσθηκε ὁ ἴδιος μὲ τὸ πνευματικὸ καὶ ὑπερκόσμιο φῶς τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ μετέδωσε καὶ μεταδίδει ἀκόμη καὶ μέχρι σήμερα αὐτὸ τὸ ὑπέροχο φῶς σ’ ὅλη τὴν οἰκουμένη μὲ τὰ δύο αἰώνια καὶ ἀθάνατα βιβλία του, δηλαδὴ μὲ τὸ ἱερό του Εὐαγγέλιο καὶ τὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων.
Τοῦ Δρὸς Κωνστ. Κονταξόπουλου
Διευθυντοὺ Ἀσκληπίειου Βούλας
“Ἐκκλησία” 15/10/1995, Ἀριθμ. 15
Ἱερὸς Ναὸς ἁγίου Λουκᾶ Πατησίων