16 Δεκεμβρίου
«Ὁ προφήτης Ἀγγαῖος καταγόταν ἀπὸ τὴ φυλὴ Λευί. Γεννήθηκε στὴ Βυβυλώνα κατὰ τὴν ἐκεῖ αἰχμαλωσία τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ (586-538 π.Χ.). Νέος ἀκόμη ἦλθε ἀπὸ τὴ Βαβυλώνα στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ προφήτευσε μαζὶ μὲ τὸν προφήτη Ζαχαρία ἐπὶ τριάντα ἕξι ἔτη. Προανήγγειλε καὶ αὐτὸς τὴ σάρκωση τοῦ Χριστοῦ, τετρακόσια ἑβδομήντα ἔτη πρὶν τὴ Γέννησή Του, ἐνῶ φανερὰ προφήτευσε γιὰ τὴν ἐπιστροφὴ τοῦ λαοῦ ἀπὸ τὴν αἰχμαλωσία. Εἶδε μάλιστα καὶ ἕνα μέρος ἀπὸ τὴν οἰκοδομὴ τοῦ νέου ναοῦ ποὺ ἔκτισαν οἱ ἐπανακάμψαντες Ἰσραηλίτες. Πέθανε καὶ ἐτάφη πλησίον των ἱερέων, ὅπως αὐτοί, ἔνδοξα, διότι καὶ αὐτὸς ἦταν ἀπὸ γένος ἱερατικό. Ἦταν γηραιὸς πολύ, ἀξιοσέβαστος λόγω τῆς ἡλικίας του, πασίγνωστος γιὰ τὴν ἀρετή του, ἀγαπώμενος απο ὅλους καὶ τιμώμενος ὡς ἔνδοξος καὶ μέγας προφήτης. Τὸ ὄνομά του ἑρμηνεύεται Ἑορτὴ ἢ ἑορταζόμενος».
Μὲ τὸν προφήτη Ἀγγαῖο βρισκόμαστε στὸ κλίμα τῆς πρώτης ἀποκάλυψης τοῦ Θεοῦ στὸν κόσμο, τὴν Παλαιὰ Διαθήκη: ἐκεῖ ποὺ ὁ Θεὸς προετοίμαζε τὸ ἔδαφος γιὰ τὸν ἐρχομό Του ὡς ἀνθρώπου. Διότι δὲν πρέπει νὰ ξεχνᾶμε ὅτι ἡ Παλαιὰ Διαθήκη ἔχει τόση σημασία γιὰ τὴν Ἐκκλησία μας, ὄχι βεβαίως διότι καταγράφει τὴν Ἰσραηλιτικὴ ἱστορία – αὐτὸ θὰ ἐνδιέφερε πρωτίστως τοὺς Ἰσραηλίτες – ἀλλὰ διότι προφητεύει τὴν Καινὴ Διαθήκη: τὸν ἐρχομὸ τοῦ Χριστοῦ. Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη δηλαδὴ εἶναι σαφῶς προσανατολισμένη πρὸς τὴν Καινή, καὶ μόνον κάτω ἀπὸ τὴν ὀπτικὴ αὐτὴ μπορεῖ νὰ κατανοήσει κανεὶς καὶ τὴ σημασία της. Μὲ ἄλλα λόγια ὁ χριστολογικὸς χαρακτήρας τῆς φανερώνει καὶ τὴν ἰσότιμη θέση της πρὸς τὴν Καινή, γι’ αὐτὸ καὶ Ἁγία Γραφὴ χαρακτηρίζεται τόσο ἡ Παλαιά, ὅσο καὶ ἡ Καινὴ Διαθήκη. Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος μὲ σαφήνεια τὸ ἔδειξε, ὅταν μεταξὺ ἄλλων εἶπε πὼς «ὅ,τι ἔγραψε ὁ Μωυσῆς καὶ οἱ προφῆτες γιὰ Ἐμένα τὸ ἔγραψαν».
Τὸν χριστολογικὸ χαρακτήρα τῶν προφητειῶν τοῦ προφήτου Ἀγγαίου καταγράφει καὶ ὁ ὑμνογράφος τοῦ ἅγιος Θεοφάνης. Πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ὕμνους τῆς ἀκολουθίας τοῦ ἀναφέρονται ἀκριβῶς στὸ γεγονὸς τοῦ ἐρχομοῦ τοῦ Θεοῦ ὡς ἀνθρώπου, τῆς ἐνσάρκου οἰκονομίας Του. «Προφητεύεις τὴν σωτήριον πάσι τοῖς ἀνθρώποις ἀπολύτρωσιν» (Προφητεύεις τὴ σωτήρια ἀπολύτρωση γιὰ ὅλους τους ἀνθρώπους) σημειώνει μεταξὺ ἄλλων? «Ὑπέδειξας τὸν ἐκ Παρθένου ἔμψυχον προσληφθέντα σοὶ ναὸν τῷ σῶ Προφήτη, Χριστὲ» (Χριστέ, ὑπέδειξες στὸν προφήτη σου τὸν ἔμψυχο ναὸ ποὺ φτιάχτηκε γιὰ σένα ἀπὸ Παρθένο) τονίζει ἀλλοῦ? κι ἀκόμη: «Λόγον τὸν ἄναρχον ἐπ’ ἐσχάτων των χρόνων ἐπιφανήσεσθαι, θεόπτα προφήτα, προήγγειλας ἐμφανῶς» (Θεόπτα προφήτα Ἀγγαῖε, προανήγγειλες μὲ φανερὸ τρόπο ὅτι θὰ φανερωθεῖ ὁ ἄναρχος Λόγος στοὺς ἐσχάτους χρόνους). Ἔτσι ἐνῶ μὲ τὸν προφήτη Ἀγγαῖο μεταφερόμαστε ἀρκετοὺς αἰῶνες πρὸ Χριστοῦ, μὲ τὶς ἐν Πνεύματι ἁγίω προφητεῖες τοῦ («Θείω Πνεύματι πεφωτισμένην τὴν διάνοιαν ἔχων, προφήτα») πατᾶμε καὶ πάλι στὸ ἔδαφος τῆς Καινῆς, βλέποντας μαζί του τὴ Γέννηση τοῦ ἴδιου του Κυρίου μας.
Ὁ προφήτης Ἀγγαῖος «δέθηκε» μὲ τὴν ἐπάνοδο τῶν συμπατριωτῶν του ἀπὸ τὴν αἰχμαλωσία τῆς Βαβυλῶνος καὶ μὲ τὴν ἀνοικοδόμηση τοῦ νέου, λόγω καταστροφῆς τοῦ παλαιοτέρου ἀπὸ τοὺς Βαβυλωνίους, ναοῦ τῶν Ἱεροσολύμων. Τὸ διπλὸ αὐτὸ «δέσιμο» προβάλλεται κατὰ κόρον ἀπὸ τοὺς ὕμνους τῆς Ἐκκλησίας μας, μὲ συνεπῆ ἀναγωγὴ τοὺς ὅμως καὶ στὴν πνευματικὴ ζωὴ τῶν χριστιανῶν. Τί ἐννοοῦμε; Ὁ ἅγιος ὑμνογράφος ἀφενὸς τὴν ἀπελευθέρωση τῶν Ἰουδαίων τὴν παίρνει ὡς ἀφορμὴ γιὰ νὰ ἀναφερθεῖ καὶ στὴν ἀπελευθέρωση τῶν ἴδιων των χριστιανῶν ἀπὸ τὴ δική τους «βαβυλώνια» αἰχμαλωσία: τὰ δίκτυα τοῦ διαβόλου, μὲ τὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ («Ἀνήγαγες τῆς μακρᾶς, Σωτήρ, αἰχμαλωσίας τὸν ἄνθρωπον ἐκ βυθοῦ κατωτάτου καὶ πρὸς τὴν ἄνω Πόλιν ἐπανήγαγες αὐτὸν ὡς φιλάνθρωπος»: Σωτήρα Κύριε, ἀπὸ τὸν κατώτατο βυθὸ τῆς ἁμαρτίας ποὺ ἦταν αἰχμαλωτισμένος ὁ ἄνθρωπος ἐπὶ μακρὸν τὸν ἀνύψωσες καὶ τὸν ἐλευθέρωσες, καὶ τὸν ὁδήγησες πάλι σὰν φιλάνθρωπος πρὸς τὴν ἄνω Πόλη, τὴ Βασιλεία Σου), ἀφετέρου τὴν ἀνοικοδόμηση τοῦ ναοῦ ποὺ κήρυσσε ὁ προφήτης τὴν χρησιμοποιεῖ ὡς μέσον γιὰ νὰ τονίσει καὶ ὅτι ὁ ἴδιος ὁ προφήτης ἔγινε ναὸς τοῦ Θεοῦ («Ὁ ἐν ὑψίστοις οἰκῶν καὶ πληρῶν τὴν οἰκουμένην ἁγιωσύνης, προφήτα, ναὸν σὲ δεικνύει»: Ὁ Θεὸς ποὺ κατοικεῖ στὰ οὐράνια καὶ γεμίζει ὅλη τὴν οἰκουμνένη σὲ φανερώνει ναὸ ἁγιωσύνης, προφήτα) καὶ ὅτι ἐμεῖς οἱ χριστιανοὶ εἴμαστε ναὸς τοῦ ἁγίου Πνεύματος καὶ καλούμαστε νὰ τὸ ἐπιβεβαιώνουμε διαρκῶς στὴν καθημερινότητά μας («Ναοὺς γενέσθαι Θεοῦ τοῦ ζῶντος, μάκαρ, ἀξίωσον»: μακάριε Προφήτη, ἀξίωσέ μας νὰ γίνουμε ναοὶ τοῦ ζωντανοῦ Θεοῦ).
ΣΗΜΕΙΩΣΙΣ (Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου)
- O δὲ Ἀλέξανδρος εἰς τὰ Ἰουδαϊκὰ ταῦτα γράφει περὶ τοῦ Ἀγγαίου: δηλαδὴ ὅτι αὐτὸς καὶ ὁ Ζαχαρίας ὁ Βαραχίου, ἦτον Προφῆται συνομήλικοι καὶ τὸν βίον ὁμότροποι. Ὅτι αὐτὸς ἦτον ἐπὶ τοῦ δευτέρου ἔτους Δαρείου τοῦ νόθου, καὶ ἄρχισε νὰ λέγη τὰς προφητείας τοῦ εἰς τὸν Ζοροβάβελ καὶ Ἰησοῦν τὸν τοῦ Ἰωσεδέκ. Καὶ εἰς ὅλον τὸν λαόν, προαγορεύων διὰ τὴν δευτέραν οἰκοδομὴν τοῦ Ναοῦ, καὶ παρακινῶν τοὺς Ἑβραίους εἰς αὐτήν. Εἰς δύω δὲ κεφάλαια διαιρεῖται ἡ προφητεία του. Ἐν τῷ τέλει δὲ τοῦ δευτέρου προλέγει περὶ τοῦ Σωτῆρος ἠμῶν Χριστοῦ, εἰκόνα καὶ τύπον αὐτοῦ μεταχειριζόμενος τὸν Ζοροβάβελ. Λέγει δὲ ἐν αὐτῶ, ὅτι ἡ δευτέρα δόξα τοῦ Ναοῦ ἔσται ὑπὲρ τὴν πρώτην, καθότι ἠξιώθη αὐτὸς νὰ λάβη κηρύττοντα ἐν αὐτῶ καὶ διδάσκοντα, τὸν ἐπιθυμητὸν Μεσσίαν Χριστόν. Λέγει δὲ ὁ Ἅγιος Ἐπιφάνιος, ὅτι εὐρετὴς τοῦ ἀλληλούια εἶναι ὁ Προφήτης Ἀγγαῖος. Πλὴν τὸ ἀλληλούια προλαβῶν ἔγραψεν ὁ Προφήτης Δαβίδ. Τὸ γὰρ αἰνεῖτε τὸν Κύριον, ὅπερ γράφεται εἰς πολλοὺς Ψαλμούς, ἐβραϊστὶ λέγεται ἀλληλούια. Ἐπειδὴ τὸ ἀλληλούια ἑρμηνεύεται ἑλληνιστὶ αἰνεῖτε τὸν Κύριον, ἢ τὸν Ὄντα.
Leave a Reply
Want to join the discussion?Feel free to contribute!