28 Δεκεμβρίου
῞Οταν ὁ αὐτοκράτορας Μαξιμιανὸς Γαλέριος ἐπέστρεψε ἀπὸ τὴν νικηφόρα ἐκστρατεία του κατὰ τῶν Αἰθιόπων (304), διέταξε νὰ γίνουν θυσίες σὲ ὅλη τὴν αὐτοκρατορία γιὰ νὰ εὐχαριστήσει τοὺς θεούς. ῎Εφθασε στὴν Νικομήδεια μὲ ὅλα του τὰ τρόπαια καὶ διέταξε νὰ συγκεντρωθοῦν ὅλοι οἱ κάτοικοι γιὰ νὰ θυσιάσουν στοὺς θεοὺς τῆς αὐτοκρατορίας, ἀπειλώντας μὲ ποινὴ θανάτου ὅλους ὅσοι ἀρνοῦνταν νὰ ὑπακούσουν. ᾽Αφοῦ πρῶτα θανάτωσε κάποιους χριστιανοὺς τῶν ὁποίων τὰ καθήκοντα στὴν τοπικὴ διοίκηση ἢ τὰ ἀξιώματα στὴν αὐλὴ τοὺς καθιστοῦσαν ἰδιαίτερα ἐπικίνδυνους, ὁ τύραννος ἔστειλε τοὺς αἱμοχαρεῖς στρατιῶτες του σὲ ὅλες τὶς συνοικίες τῆς πόλης γιὰ νὰ ἀνακαλύψουν καὶ νὰ θανατώσουν μὲ φοβερὰ μαρτύρια ὅσους χριστιανοὺς εἶχαν κρυφθεῖ. Κάθε μέρα μεγάλωνε ὁ ἀριθμὸς τῶν πιστῶν ποὺ θανατώνονταν προσφέροντας καλὴ μαρτυρία στὸν Χριστὸ πρὶν μεταβοῦν στὸν χορὸ τῶν ἁγίων. Καθὼς πλησίαζε ἡ ἑορτὴ τῶν Χριστουγέννων, οἱ δυσσεβεῖς εἰδωλολάτρες πληροφόρησαν τὸν αὐτοκράτορα ὅτι ὁ ἐπίσκοπος τῆς Νικομηδείας ῎Ανθιμος (3 Σεπτ.), ψυχὴ τῆς ἀντίστασης, εἶχε συγκεντρώσει πλῆθος χριστιανῶν στὸν κύριο ναὸ τῆς πόλεως. Δραττόμενος τῆς εὐκαιρίας, ὁ Μαξιμιανὸς διέταξε τοὺς στρατιῶτες του νὰ κυκλώσουν τὸν ναὸ ὥστε νὰ ἐιναι ἀδύνατο κανεὶς νὰ ξεφύγει· καὶ στὴν συνέχεια νὰ στιβάξουν γύρω ἀπὸ τὸν ναὸ μεγάλες ποσότητες ἀπὸ ξύλα καὶ κλαδιὰ δένδρων καὶ νὰ τοποθετήσουν μπροστὰ στὴν πύλη τοῦ ναοῦ ἕναν βωμὸ τῶν εἰδώλων. ῎Εστειλε κατόπιν κήρυκες νὰ διαλαλήσουν εἰς ἐπήκοον τῶν χριστιανῶν ποὺ ἦσαν συγκεντρωμένοι καὶ προσεύχονταν ὅτι ὅποιος ἤθελε νὰ γλυτώσει τὴν ζωή του μποροῦσε νὰ βγεῖ καὶ νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα.
῾Ο διάκονος ᾽Αγάπιος ὅρμησε τότε στὸν ἄμβωνα κινούμενος ἀπὸ ζῆλο πιὸ διάπυρο ἀπὸ κάθε φωτιὰ τοῦ κόσμου αὐτοῦ καὶ ἀνέκραξε: «᾽Αδελφοί, μὴν λησμονεῖτε πόσες φορὲς θαυμάσαμε καὶ τιμήσαμε τοὺς ἁγίους Τρεῖς Παίδες οἱ ὁποῖοι, ὅταν τοὺς ἔρριξαν στὴν πυρωμένη κάμινο τῆς Βαβυλῶνος, καλοῦσαν ὅλη τὴν κτίση νὰ δοξολογήσει τὸν Κύριο, καὶ πῶς ὁ Δημιουργὸς Λόγος συγκατέβη μὲ σωματικὴ μορφὴ γιὰ νὰ τοὺς συνδράμει καὶ νὰ τοὺς προστατεύσει ἆπὸ τὸ πῦρ, σκεπάζοντάς τους μὲ δρόσο πνευματική (Δαν. 3, 25-26). ῏Ηλθε ἡ ὥρα νὰ τοὺς μιμηθοῦμε. ῍Ας σπεύσουμε λοιπὸν στὸν προσωρινὸ αὐτὸ θάνατο γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Κυρίου ἡμῶν, ὥστε νὰ βασιλεύσουμε μαζί Του αἰωνίως!» ῞Ολο τὸ ἐκκλησίασμα τότε μὲ μιὰ φωνὴ ἀπάντησε στοὺς κήρυκες τοῦ Μαξιμιανοῦ: «Εἰς Κύριον Χριστὸν πιστεύουμε καὶ ὑπὲρ ᾽Εκείνου τὴν ζωή μας θυσιάζουμε» Τὴν ὥρα ποὺ οἱ στρατιῶτες ἄρχισαν νὰ βάζουν φωτιὰ στὶς στοῖβες μὲ τὰ ξύλα, ὁ ἅγιος ᾽Ανθιμος εἶπε στοὺς διακόνους νὰ συγκεντρώσουν ὅλους ὅσοι ἦσαν ἀκόμη κατηχούμενοι, τοὺς βάπτισε, τοὺς ἔχρισε μὲ ἅγιο Μύρο καὶ τέλεσε τὴν θεία Λειτουργία, στὸ τέλος τῆς ὁποίας ὅλο τὸ ἐκκλησίασμα μετέλαβε τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ. ῾Οπλισμένοι μὲ θεία δύναμη, ἑνωμένοι ὅλοι σ’ ἕνα σῶμα διὰ τοῦ Χριστοῦ ποὺ σκήνωσε ἐντός τους, οἱ ἅγιοι μάρτυρες δὲν ἔνιωσαν κανένα φόβο βλέποντας τὶς φλόγες νὰ ὑψώνονται ἀπὸ παντοῦ καὶ τὸν πυκνὸ καπνὸ ν’ ἀρχίζει νὰ γεμίζει τὸν ναό. ῎Εψαλαν ἀγαλλώμενοι ὁμοψύχως τὸν αἴνο τῶν ἁγίων Τριῶν Παίδων: Εὐλογεῖτε πάντα τὰ ἔργα Κυρίου τὸν Κύριον ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε αὐτὸν εἰς τοὺς αἰῶνας (Δαν. 3, 34 κ.ἑ.), μέχρις ὅτου καὶ ὁ τελευταῖος ἐξ αὐτῶν παρέδωσε τὸ πνεῦμα του στὸν Κύριο μέσα στοὺς ἀσφυκτικοὺς καπνούς. ᾽Επὶ πέντε ἡμέρες καιγόταν ὁ ναός· ὅταν τέλος μπόρεσαν κάποιοι νὰ πλησιάσουν τὰ καπνίζοντα ἐρείπια, καθένας τους διαπίστωσε ὅτι ὁ τόπος ἦταν κυκλωμένος ἀπὸ ἀπαστράπτον φῶς καί, ἀντὶ γιὰ τὴν ὀξεία ὀσμὴ τῆς ἀπανθρακωμένης σαρκός, ἀνέδιδε γλυκύτατη καὶ θαυμαστὴ εὐωδία. Οἱ ἅγιοι ποὺ δοξάσθηκαν, ἦσαν, λέγεται, εἰκοσι χιλιάδες. ῾Ο ἅγιος ῎Ανθιμος θαυματουργικῶς διεσώθη ἀπὸ τὶς φλόγες ὥστε μὲ τὴν διδαχή του νὰ ὁδηγήσει πολλὲς ψυχὲς στὴν σωτηρία καὶ στὴν παλιγγενεσία τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος, πρὶν ἑνωθεῖ κι ἐκεῖνος μὲ τὸν Χριστὸ διὰ τῆς ὁδοῦ τοῦ μαρτυρίου.
Νέος Συναξαριστής, Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου
Leave a Reply
Want to join the discussion?Feel free to contribute!