Μέσα στὴν ἐπίλεκτη φάλαγγα τῶν μεγάλων καὶ ἐνδόξων μαρτύρων τῆς χριστιανικῆς πίστεως ἐξέχουσα θέση κατέχει ὁ ἔνδοξός του Χριστοῦ μεγαλομάρτυς Ἅγιος Μερκούριος, τοῦ ὁποίου ἡ μνήμη τιμᾶται καὶ γεραίρεται ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας στὶς 25 Νοεμβρίου. Ὁ Ἅγιος Μερκούριος ἔζησε στὰ μέσα του 3ου μ.Χ. αἰώνα καὶ ἐπὶ τῶν ἡμερῶν τῶν ἀσεβῶν αὐτοκρατόρων Δεκίου (249-251), Γάλλου (251-253) καὶ Βαλεριανοὺ (253-259). Καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀνατολὴ καὶ ὁ σκυθικῆς καταγωγῆς πατέρας του, ὀνόματι Γορδιανός, ἦταν χριστιανός. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Μερκούριος εἶχε ἀνατραφεῖ μὲ τὰ νάματα τῆς χριστιανικῆς πίστεως. Ὅταν ἀπεβίωσε ὁ πατέρας του, κατατάχθηκε στὶς τάξεις τοῦ ρωμαϊκοῦ στρατοῦ καὶ μάλιστα ὑπηρέτησε στὸ στράτευμα τῶν Μαρκησίων. Διακρίθηκε γιὰ τὸ ἀνδρεῖο του φρόνημα καὶ ἀπέσπασε τὸν θαυμασμὸ καὶ τὴν ἐκτίμηση τῶν ἀνωτέρων του. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ παρακίνησε τὸν αὐτοκράτορα στὸ νὰ τὸν ἀποστείλει μὲ τὸ στράτευμά του γιὰ νὰ πολεμήσει ἐναντίον τῶν βαρβάρων.
Κατὰ τὴ διάρκεια ὅμως τῆς στρατιωτικῆς ἀποστολῆς παρουσιάσθηκε στὸν Μερκούριο Ἄγγελος Κυρίου κρατώντας στὸ δεξί του χέρι ξίφος καὶ τοῦ εἶπε ὅτι στάλθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ γιὰ νὰ τὸν ἐνισχύσει στὸν ἀγώνα τοῦ ἐναντίον τῶν βαρβάρων. Μάλιστα τοῦ ἀποκάλυψε ὅτι θὰ νικήσει τοὺς ἐχθροὺς μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ καὶ ἀργότερα θὰ μαρτυρήσει γιὰ τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, λαμβάνοντας ἀπὸ Αὐτὸν τὸν στέφανο τῆς δόξας. Ἡ ἐμφάνιση τοῦ Ἀγγέλου τοῦ Κυρίου ἐνθάρρυνε τὸν Μερκούριο σὲ τέτοιο βαθμό, ὥστε κατόρθωσε νὰ κατατροπώσει τοὺς βαρβάρους καὶ νὰ τοὺς τρέψει σὲ φυγή. Μάλιστα κατὰ τὴ διάρκεια τῆς συμπλοκῆς φόνευσε καὶ τὸν στρατηγὸ τῶν βαρβάρων, ὁ ὁποῖος ὀνομαζόταν Ρήγας. Τὸ νικηφόρο ἀποτέλεσμα ἐντυπωσίασε καὶ χαροποίησε τὸν αὐτοκράτορα σὲ τέτοιο βαθμό, ὥστε ἀνακήρυξε τὸν Μερκούριο ἀρχιστράτηγο, τοῦ πρόσφερε δὲ μεγάλες τιμὲς καὶ διακρίσεις. Ἡ εὐνοϊκὴ αὐτὴ στάση τοῦ αὐτοκράτορα ἀπέναντι στὸν Μερκούριο τὸν ὁδήγησε στὸ νὰ λησμονήσει τὸν Οὐράνιο Βασιλέα καὶ νὰ ἀπολαμβάνει πλουσιοπάροχα τὶς πρόσκαιρες ἀπολαύσεις τῆς ἐπίγειας ζωῆς.
Ὅμως μία νύχτα παρουσιάσθηκε στὸν ὕπνο τοῦ Ἄγγελος Κυρίου γιὰ νὰ τοῦ ὑπενθυμίσει ὅτι ἡ νίκη τοῦ κατὰ τῶν βαρβάρων ἔγινε μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ, γιὰ τὸ ὄνομα τοῦ Ὁποίου θὰ μαρτυρήσει γιὰ νὰ ἀπολαύσει στὴ συνέχεια τὰ αἰώνια ἀγαθά της Οὐράνιας Βασιλείας Του. Μόλις ὁ Μερκούριος ξύπνησε, ἄρχισε νὰ σκέπτεται τὴν ἐμφάνιση τοῦ Ἀγγέλου στὸν ὕπνο του καὶ τὶς συγκλονιστικὲς ἀποκαλύψεις γιὰ τὸ μέλλον του. Παράλληλα ἄρχισε νὰ συλλογίζεται καὶ τὰ σοφὰ λόγια του χριστιανοῦ πατέρα του, τοῦ Γορδιανοῦ, ὁ ὁποῖος τὸν διαπαιδαγώγησε μὲ τὰ νάματα τῆς χριστιανικῆς πίστεως καὶ μὲ τὶς ἀλήθειες τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ, τονίζοντάς του νὰ μείνει πιστὸς καὶ ἀφοσιωμένος στὸν Σωτήρα καὶ Λυτρωτὴ Χριστὸ γιὰ νὰ ἀπολαύσει τὰ αἰώνια ἀγαθά της οὐράνιας μακαριότητος. Σκεπτόμενος ὅλα αὐτὰ ὁ Μερκούριος ἄρχισε νὰ κλαίει ἀπαρηγόρητος καὶ χύνοντας δάκρυα εἰλικρινοῦς μετανοίας, ἀποφάσισε νὰ μείνει προσηλωμένος στὸν Κύριο ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ὡς τὸν μόνο ἀληθινὸ Θεό.
Ἔτσι ἄρχισε σιγὰ σιγὰ νὰ ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὸ περιβάλλον τοῦ αὐτοκράτορα, ἀφοῦ μὲ διάφορες προφάσεις δὲν πῆγε οὔτε στὸ συμβούλιο ποὺ συνεκλήθη οὔτε στὸν εἰδωλολατρικὸ ναὸ τῆς Ἀρτέμιδος γιὰ νὰ προσφέρει θυσία στοὺς προγονικοὺς θεούς. Ἡ ἀλλαγὴ αὐτὴ στὴ συμπεριφορὰ τοῦ ἔγινε ὅμως ἡ ἀφορμὴ νὰ διαβληθεῖ στὸν αὐτοκράτορα ἀπὸ ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος ἐποφθαλμιοῦσε τὸ ἀξίωμα τοῦ ἀρχιστρατήγου. Ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς παρουσιάσθηκε στὸν αὐτοκράτορα καὶ τὸν ἐνημέρωσε γιὰ τὴν περιφρόνηση ποὺ ἐπιδεικνύει ὁ Μερκούριος στοὺς πατρώους θεούς, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν πίστη του στὸν Ἰησοῦ Χριστό. Ὁ αὐτοκράτορας ἐξεπλάγη καὶ δήλωσε ὅτι θὰ ἐρευνήσει αὐτὴ τὴν ἀποκάλυψη καὶ ἐὰν ἀνταποκρίνεται στὴν πραγματικότητα, θὰ τιμήσει πλουσιοπάροχα τὸν ἄνθρωπο ποὺ κατήγγειλε τὸν Μερκούριο. Ἐὰν ὅμως τὰ λόγια του εἶναι ἀποτέλεσμα φθόνου, θὰ ὑποστεῖ σκληρότατη τιμωρία. Ὁ Μερκούριος κλήθηκε κατόπιν ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα, ὁ ὁποῖος μὲ πολλὴ αὐστηρότητα καὶ θυμὸ τὸν ἐπέπληξε γιὰ τὴν ἀγνωμοσύνη ἀπέναντί του καὶ τὴν περιφρόνηση ἀπέναντι στοὺς εὐεργέτες θεοὺς ποὺ τοῦ χάρισαν τὴ νίκη κατὰ τῶν βαρβάρων. Ὁ Μερκούριος ὁμολόγησε τότε μὲ παρρησία τὴν πίστη του στὸν Ἰησοῦ Χριστό, ὁ Ὁποῖος τοῦ ἔδωσε τὴ δύναμη καὶ νίκησε τοὺς ἐχθρούς, ἐνῶ θὰ τοῦ δώσει καὶ τὴ δύναμη νὰ νικήσει τὸν εἰδωλολάτρη αὐτοκράτορα, ἀλλὰ καὶ νὰ ἀπολαύσει τὰ οὐράνια ἀγαθὰ τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτὸ τὸν λόγο καὶ περιφρονεῖ τὰ ἐπίγεια καὶ πρόσκαιρα ἀξιώματα καὶ λέγοντας αὐτά, ἔβγαλε τὴ ζώνη καὶ τὸ ἔνδυμα τοῦ στρατηγοῦ καὶ τὰ πέταξε κάτω.
Ἡ σθεναρὴ ὁμολογία τοῦ Ἁγίου ἐξόργισε τὸν αὐτοκράτορα, ὁ ὁποῖος ἔδωσε τὴν ἐντολὴ νὰ τὸν φυλακίσουν, ἐλπίζοντας στὴ μεταμέλειά του. Πηγαίνοντας πρὸς τὴ φυλακὴ εὐχαρίστησε τὸν Κύριο ποὺ τὸν ἐνίσχυσε, ἀλλὰ Τοῦ ζήτησε νὰ τὸν ἐνθαρρύνει ἀκόμη περισσότερο, ὥστε νὰ μαρτυρήσει γιὰ τὸ ὄνομά Του. Τὰ μεσάνυχτα παρουσιάσθηκε στὸν ὕπνο τοῦ Ἄγγελος Κυρίου, ὁ ὁποῖος τὸν ἐνίσχυσε στὸν ἀγώνα του καὶ τὸν ἐνθάρρυνε νὰ ὑπομείνει τὰ πρόσκαιρα βασανιστήρια, ὥστε νὰ λάβει τὸν στέφανο τῆς αἰωνίου δόξας. Τὸ πρωὶ τῆς ἑπόμενης ἡμέρας ὁ ἔνδοξος ἀθλητὴς τοῦ Χριστοῦ Μερκούριος ὁδηγήθηκε ἐνώπιον τοῦ αὐτοκράτορα, ὁ ὁποῖος προσπάθησε μὲ κολακεῖες νὰ τὸν μεταπείσει νὰ ἀρνηθεῖ τὴ χριστιανική του πίστη. Ἡ σταθερὴ καὶ ἀκλόνητη ὅμως πίστη τοῦ Μερκουρίου ἐξαγρίωσε τὸν αὐτοκράτορα, ὁ ὁποῖος διέταξε νὰ ὑποβληθεῖ σὲ φρικτὰ βασανιστήρια. Ὁ γενναῖος Μερκούριος τοῦ ἀπάντησε μὲ ἀπόλυτη ἠρεμία νὰ πράξει ὅ,τι θέλει, διότι δὲν πρόκειται νὰ ἀλλάξει γνώμη καὶ νὰ προσφέρει τιμὲς στοὺς ψεύτικους θεούς. Ἀμέσως ὁ αἱμοβόρος αὐτοκράτορας ἔδωσε ἐντολὴ νὰ τὸν δέσουν μὲ τέσσερα σχοινιὰ σὲ τέσσερις πασσάλους καὶ ἀπὸ κάτω ἄλλοι νὰ τοῦ κόβουν μὲ μαχαίρια τὶς σάρκες του καὶ ἄλλοι νὰ τοῦ κατακαίουν τὸ σῶμα του, ὥστε νὰ ἔχει ἀφόρητους πόνους. Ὁ γενναῖος ἀθλητὴς τοῦ Χριστοῦ ὑπέμεινε μὲ ἀξιοθαύμαστη καρτερία καὶ μὲ ἀξιομνημόνευτο ἀνδρεῖο φρόνημα τὰ σκληρὰ βασανιστήρια, γεγονὸς ποὺ ντρόπιασε τὸν αὐτοκράτορα, ὁ ὁποῖος αἰσθάνθηκε ἡττημένος ἀπὸ τὸν Μερκούριο.
Στὴ συνέχεια διατάχθηκε νὰ ὁδηγηθεῖ ὁ ἔνδοξος μάρτυς τοῦ Χριστοῦ σὲ σκοτεινὴ φυλακὴ καὶ μάλιστα οἱ δήμιοι τὸν πῆραν στὰ χέρια τους καὶ τὸν ἄφησαν κάτω ἀκίνητο, ἀφοῦ δὲν μποροῦσε νὰ περπατήσει καθόλου. Στὴ φυλακὴ ὁ Μερκούριος δέχθηκε γιὰ τρίτη φορᾶ τὴν ἐπίσκεψη τοῦ Ἀγγέλου, ὁ ὁποῖος τοῦ θεράπευσε τὶς πληγὲς καὶ τὸν ἐνθάρρυνε λέγοντάς του: «Χαίροις γέννα?ἒ στρατί?τὰ κᾶ? ?θλητᾶ τὸ? Δεσπότου Χριστό? ?ἤττητε». Μόλις ξύπνησε, εἶχε ἀποκατασταθεῖ πλήρως ἡ ὑγεία του καὶ εὐχαρίστησε ἀμέσως τὸ ὄνομα τοῦ Παντοδυνάμου Κυρίου. Ὅταν ὅμως ὁ παρανοϊκὸς καὶ αἱμοβόρος αὐτοκράτορας πληροφορήθηκε τὴ θεραπεία τοῦ Μερκουρίου, ἐξεπλάγη γιὰ τὸ παράδοξο αὐτὸ γεγονός. Ἀμέσως διέταξε νὰ τὸν φέρουν ἐνώπιόν του καὶ βλέποντας μὲ ἔκπληξη ὅτι οἱ πληγὲς τοῦ σώματός του εἶχαν ἐξαφανισθεῖ καὶ θεραπευτεῖ, ρώτησε τὸν Μερκούριο ποιὸς γιατρὸς ἢ μάγος τὸν ἐπισκέφθηκε καὶ τὸν θεράπευσε. Τότε ὁ Ἅγιος του ἀπάντησε μὲ παρρησία ὅτι ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς μὲ τὴν παντοδυναμία Τοῦ τὸν θεράπευσε.
Ἡ ὁμολογία αὐτὴ τοῦ μάρτυρος ἐξόργισε ἀκόμη περισσότερο τὸν αὐτοκράτορα, ὁ ὁποῖος ἔδωσε τὴν ἐντολὴ νὰ ὑποβληθεῖ ὁ μάρτυς σὲ φρικτότερα βασανιστήρια, ὅταν μάλιστα ὁμολόγησε μὲ παρρησία ὅτι στὸν ἀγώνα του καὶ στὸ μαρτύριο τοῦ ἔχει βοηθὸ καὶ συμπαραστάτη τὸν ἴδιο τὸν Κύριο. Ἀμέσως ἄρχισε ὁ ἀνελέητος βασανισμὸς τοῦ γενναίου ἀθλητοῦ τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος περιλάμβανε τὸν διαμελισμὸ τῶν μελῶν τοῦ σώματός του, τὸ ὁποῖο κατατρυποῦσαν μὲ αἰχμηρὰ σίδερα, ἐνῶ ἄλλοι τὸν ἔδερναν στὸ πρόσωπο. Ἡ καρτερία καὶ ἡ ἀντοχὴ ποὺ ἐπέδειξε ὁ Μερκούριος καὶ σ’ αὐτὰ τὰ σκληρὰ βασανιστήρια ἐξαγρίωσαν ἀκόμη περισσότερο τὸν θηριώδη τύραννο, ὁ ὁποῖος πρόσταξε νὰ κρεμάσουν τὸν μάρτυρα κατωκέφαλα καὶ νὰ προσδέσουν βαριὰ πέτρα στὸν τράχηλό του, ὥστε νὰ τοῦ προξενήσουν ἀφόρητο πόνο. Ἀλλὰ καὶ πάλι μὲ τὴ χάρη καὶ τὴ βοήθεια τοῦ Κυρίου ὁ Ἅγιος ὑπέμεινε τὴν τρομερὴ δοκιμασία, γεγονὸς ποὺ ἐξόργισε τὸν αὐτοκράτορα, ὁ ὁποῖος διέταξε νὰ λύσουν τὴν πέτρα ἀπὸ τὸν τράχηλό του καὶ νὰ τὸν ραβδίσουν ἀνελέητα μὲ βούρδουλα. Βλέποντας ὅμως ὁ μανιακὸς τύραννος τὴν ὑπομονή, τὴ γενναιότητα καὶ τὸ ἄκαμπτο ἀγωνιστικὸ φρόνημα τοῦ μάρτυρος, ἔδωσε τὴν ἐντολὴ νὰ τὸν ὁδηγήσουν στὴν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας γιὰ νὰ τὸν ἀποκεφαλίσουν.Φτάνοντας στὸν τόπο τῆς θανατικῆς καταδίκης προσευχήθηκε γιὰ τὴ συγχώρηση τῶν βασανιστῶν του καὶ εὐχήθηκε γι’ αὐτοὺς ποὺ θὰ ἑορτάζουν τὴ μνήμη του, νὰ ἀπολαύσουν οὐράνια ἀγαθὰ ἀπὸ τὸν Κύριο. Στὴ συνέχεια ἔκλινε τὴν τιμία κεφαλή του καὶ οἱ δήμιοι τὸν ἀποκεφάλισαν. Μ’ αὐτὸ τὸν τρόπο ἔλαβε ἀπὸ τὸν Κύριο τὸν πολυπόθητο στέφανο τῆς αἰωνίου δόξας γιὰ νὰ συνευφραίνεται ἀέναα μαζὶ μὲ τοὺς ὑπόλοιπους ἐνδόξους μάρτυρες μέσα στὸ Βασίλειο τῆς Ἀγάπης τοῦ Θεοῦ.
Ἀριστείδης Γ. Θεοδωρόπουλος
Ἐκπαιδευτικὸς
Περί τοῦ θανάτου Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου ὑπό τοῦ Ἁγίου Μερκουρίου.
Στὰ χρόνια ποὺ βασίλευε ὁ Ἰουλιανὸς ὁ παραβάτης καὶ ἀποστάτης, ποὺ ἤθελε νὰ ζωντανέψει τὴν εἰδωλολατρία – ὅπως κάποιοι προσπαθοῦν νὰ τὴν ἀναβιώσουν στὶς ἡμέρες μας (νεοειδωλολατρία)- καὶ νὰ ξαναχτίσει τὸ Ναὸ τοῦ Σολομώντα (στὴν προσπάθειά του ὅμως ἔβγαιναν φοβερὲς φλόγες ἀπὸ τὸν τόπο ἐκεῖνο, ποὺ κάναν ἀδύνατο τὸ πλησίασμα!!!), ἔχοντας σκοπὸ νὰ τραβήξει γιὰ τὰ μέρη τῆς Περσίας, ἦρθε κοντὰ στὴν Καισαρεία.
Ὁ Ἅγιος γνώριζε τὸν Ἰουλιανὸ ἀπὸ τὴν Ἀθήνα, ὅταν σπούδαζαν καὶ οἱ δυὸ ἐκεῖ, ἀλλὰ τί διαφορετικὸ δρόμο πῆρε ὁ καθένας… Ὁ Μητροπολίτης τῆς πόλης λοιπὸν ἔβγαινε τώρα νὰ προϋπαντήσει τὸν βασιλιὰ καὶ ἐκεῖνος ζήτησε ὡς δῶρο τρεῖς ἄρτους ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ἔτρωγε ὁ Ἅγιος. Βέβαια ὁ Ἅγιος ἔτρωγε κριθαρένιο ψωμὶ καὶ ἀπὸ ἐκεῖνο ἀκριβῶς πρόσφερε στὸν Ἰουλιανό.
Ὁ Ἰουλιανὸς δέχθηκε τὸ δώρημα καὶ διέταξε νὰ γίνει ἀνταμοιβὴ καὶ νὰ δώσουν ἐκεῖνοι στὸν Ἅγιο χόρτο ἀπὸ τὸ λιβάδι!
Βλέποντας ὁ Ἅγιος τὴν καταφρόνηση αὐτὴ εἶπε: “Ἐμεῖς ὢ βασιλιά, ἀπὸ ἐκεῖνο ποὺ τρώγουμε, καθὼς ἐζήτησες, σοὺ προσφέραμε. Καὶ ἡ βασιλεία σου, ὅπως ἁρμόζει, μᾶς ἀντάμειψε τὴ δωρεὰ ἀπὸ ἐκεῖνο ποὺ τρώγεις”…
Μόλις ἄκουσε αὐτὰ ὁ βασιλιὰς θύμωσε πολὺ καὶ λέει ἀπειλητικὰ στὸν Ἅγιο:
“Τώρα δέξου τὴ δωρεὰ αὐτὴ καὶ ὅταν ἐπιστρέψω ἀπὸ τὴ Περσία νικητής, τότε, τὴν μὲν πόλη σου θὰ κατακάψω, τὸν δὲ ἀπὸ σένα ἀπατώμενο μωρὸ λαὸ θὰ αἰχμαλωτίσω, διότι τοὺς θεοὺς τοὺς ὁποίους ἐγὼ προσκυνῶ αὐτοὶ ἀτιμάζουν, ἐσὺ δὲ θὰ λάβεις τὴν πρέπουσα ἀμοιβή”!
Καὶ ἀφοῦ ξεστόμισε αὐτὲς τὶς φρικτὲς ἀπειλὲς ὁ αὐτοκράτορας Ἰουλιανός, τράβηξε γιὰ τὴν Περσία.
Ὁ δὲ Ἅγιος ἐπέστρεψε μὲ τὴ σειρὰ τοῦ μέσα στὴν Καισαρεία καὶ κάλεσε ὅλο τὸν κόσμο. Ἀφοῦ τοὺς εἶπε τὶς ἀπειλὲς τοῦ βασιλιᾶ γιὰ τὴν καταστροφὴ τῆς πόλης καὶ τὴν αἰχμαλωσία, τοὺς συμβούλευσε νὰ μὴ λυπηθοῦν τὰ χρήματά τους, ἀλλὰ νὰ φροντίσουν γιὰ τὴ ζωή τους καὶ ὅ,τι χρήματα ἔχουν νὰ τὰ μαζέψουν σὲ ἕνα τόπο καὶ ὅταν μάθουν ὅτι ἐπιστρέφει ὁ βασιλιάς, νὰ τὰ ρίξουν σωροὺς στοὺς δρόμους, μὴν καὶ ἐκεῖνος ὡς φιλοχρήματος βλέποντας τὰ εἰρηνεύσει καὶ δὲν πράξει τὸ κακὸ ποὺ σκέπτεται.
Οἱ Χριστιανοὶ πράγματι, πῆγαν καὶ ἔφεραν ἕναν ἀμέτρητο πλοῦτο: χρυσάφι, ἀσήμι, καὶ πολύτιμους λίθους! Ὁ Ἅγιος, τὰ τοποθέτησε ὅλα στὸ Σκευοφυλάκιο, γράφοντας τὸ καθενὸς τὸ ὄνομα γιὰ νὰ φυλαχτοῦν, μέχρι νὰ μάθουν γιὰ τὴν ἐπιστροφὴ τοῦ Ἰουλιανοῦ.
Ὁ Ἅγιος Μερκούριος
Ὅταν λοιπὸν μαθεύτηκε ὅτι ἐπιστρέφει, μάζεψε τοὺς Χριστιανοὺς μὲ τὶς γυναῖκες καὶ τὰ παιδιά τους καὶ τοὺς εἶπε νὰ νηστεύσουν τρεῖς ἡμέρες. Ἔπειτα τοὺς πῆρε ὅλους καὶ ἀνέβηκαν στὸ βουνὸ τῆς Καισαρείας ποὺ ὀνομαζόταν Δίδυμο, ἐπειδὴ εἶχε δυὸ κορυφές. Στὸ βουνὸ αὐτὸ ὑπῆρχε Ναὸς τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ὅπου ὅλοι οἱ Χριστιανοὶ σὰν ἔφτασαν, ἄρχισαν μὲ συντετριμμένη καρδιὰ νὰ παρακαλοῦν τὸν εὔσπλαχνο Χριστὸ καὶ τὴν Ὑπέραγνη Μητέρα Αὐτοῦ, ὅπως μεταλλάξει τὴν ἀπόφαση τοῦ ἀσεβέστατου βασιλιᾶ. Τότε καὶ ἐνῶ συνεχιζόταν ἡ προσευχή, εἶδε ὁ Ἅγιος Βασίλειος πλῆθος στρατιᾶς οὐρανίου νὰ κυκλώνει τὸ ὄρος καὶ ἀνάμεσά τους μία γυναίκα νὰ κάθεται σὲ θρόνο μὲ πολλὴ δόξα, ἡ ὁποία εἶπε στοὺς Ἀγγέλους ποὺ βρισκόταν γύρω της:
“Καλέσατέ μου τὸ Μερκούριο, ὅπως μεταβεῖ καὶ φονεύσει τὸν ἐχθρόν του Υἱοῦ μου Ἰουλιανό”!
Εἶδε τότε ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Καισαρείας ὅτι ἦλθε ὁ Μάρτυς Μερκούριος ἐνδεδυμένος μὲ τὰ ὄπλα του καὶ λαβῶν προσταγὴ ἀπὸ τὴ γυναίκα ἐκείνη ἡ ὁποία ἦταν ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, ἔφυγε ἀμέσως!
Ἔπειτα, ἡ Βασίλισσα τῶν Ἀγγέλων, ἡ Παναγία, προσκάλεσε τὸν Ἅγιο Βασίλειο καὶ τοῦ παρέδωσε βιβλίο ποὺ περιεῖχε γραμμένη ὅλη τη δημιουργία τῆς Κτίσεως καὶ κατόπι τὸν ἄνθρωπο πλασμένο ὑπὸ τοῦ Θεοῦ. Καὶ στὴν ἀρχὴ τοῦ βιβλίου ἦταν ἐπιγραφὴ ποὺ ἔλεγε “Εἰπέ”, ἐνῶ στὸ τέλος τοῦ βιβλίου ὅπου καὶ ἔλεγε γιὰ τὴν πλάση τοῦ ἀνθρώπου ἔγραφε “Τέλος” (αὐτὸ ἐσήμαινε ὅτι ἐπειδὴ ὁ Ἅγιος ἔγραφε ἕνα βιβλίο ἑρμηνευτικὸ στὴν Ἑξαήμερό του Μωυσῆ σχετικὰ μὲ τὴ δημιουργία τοῦ Κόσμου, τὸ κεφάλαιο περὶ τῆς πλάσεως τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸ Θεὸ δὲ θὰ τὸ τελείωνε. Τὸ τελείωσε ὅμως μετὰ τὴν κοίμησή του, ὁ ἀδελφός του Ἅγιος Γρηγόριος Νύσσσης).
Αὐτὴ τὴν ὀπτασία ἀφοῦ εἶδε ὁ Ἅγιος εὐθὺς ἐξύπνησε καὶ μαζὶ μὲ κάποιους Κληρικοὺς κατέβηκε ἀμέσως στὴν πόλη τῆς Καισαρείας, ὅπου καὶ βρισκόταν Ναὸς τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Μερκουρίου, στὸν ὁποῖο βρισκόταν τὸ λείψανο καὶ τὰ ὄπλα του, ἐπειδὴ ὁ Ἅγιος Μερκούριος εἶχε μαρτυρήσει ἐκεῖ πρὸ ἑκατὸ ἐτῶν. Σ΄ αὐτὸ τὸ Ναὸ μπῆκε λοιπὸν ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Βασίλειος καὶ μὴ βρίσκοντας τὸ λείψανο καὶ τὰ ὄπλα, ρωτοῦσε τὸν Σκευοφύλακα τῆς Ἐκκλησίας τί ἀπέγιναν. Ἐκεῖνος βέβαια δὲ γνώριζε τίποτα. Τότε κατάλαβε ὁ Μέγας Βασίλειος ὅτι ἦταν ἀληθινὸ τὸ ὅραμα καὶ ὅτι κατὰ τὴ νύχτα ἐκείνη ἐφονεύθη ὁ ἀσεβέστατος Ἰουλιανός!
Ἀμέσως, ὁ Ἅγιος Μητροπολίτης ξανανέβηκε στὸ βουνὸ καὶ λέει στοὺς Χριστιανούς:
“Χαίρετε καὶ ἀγαλλιάσθε σήμερον, ἀδελφοί. Εἰσακούσθηκε ἡ δέησή μας, διότι ὁ μιαρὸς βασιλεὺς ὑπέστη τὴν πρέπουσα τιμωρία. Ὅποτε εὐχαριστοῦντες τὸ Θεό, ἂς πᾶμε στὴν πόλη, γιὰ νὰ λάβει ὁ καθένας τὰ χρήματα ποὺ ἔδωσε”.
Μόλις ἄκουσαν αὐτὰ οἱ Χριστιανοί, εἶπαν ὅλοι δυνατὰ μὲ μία φωνή:
“Σκεφθήκαμε νὰ τὰ δώσουμε στὸν ἀσεβῆ βασιλιὰ γιὰ τὴ ζωή μας. Τώρα νὰ μὴν τὰ προσφέρουμε στὸν Βασιλέα τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, ὁ ὁποῖος μας ἐχάρισε τὴ ζωή;”…
Ὁ Ἅγιος, ἐπαίνεσε τότε τὴν προθυμία τους καὶ ὅρισε νὰ λάβουν τὸ ἕνα τρίτο ἀπὸ ὅ,τι ἔδωσε ὁ καθένας καὶ μὲ τὰ ὑπόλοιπα νὰ χτίσουν πτωχοτροφεία, ξενοδοχεῖα, νοσοκομεῖα, γηροτροφεία καὶ ὀρφανοτροφεῖα (σ.σ. ὅλα αὐτὰ ποὺ ἀπετέλεσαν ἀργότερα τὸ θαυμαστὸ χριστιανικό, φιλανθρωπικὸ συγκρότημα τῆς Βασιλειάδας).
Leave a Reply
Want to join the discussion?Feel free to contribute!