Κάποιος ἀδελφὸς ρώτησε τὸν ἀββᾶ Ἰωάννη:
-Ἂν κάνω μία δουλειὰ μὲ τρόπο ποὺ θεωρῶ σωστό, καὶ κάποιος, χωρὶς νὰ ἔχει δίκιο, μοῦ λέει νὰ τὴν κάνω ἀλλιῶς, πρέπει νὰ τοῦ δώσω ἐξηγήσεις, ἢ νὰ σωπάσω, ἀποφεύγοντας ἔτσι τὴν κενοδοξία;
-Ἂν δὲν εἶναι ἀπαραίτητες οἱ ἐξηγήσεις, σώπασε, ἀποκρίθηκε ὁ γέροντας. Ἂν ὅμως ἡ ὑπόθεση σκανδαλίζει τὸν ἀδελφό σου, πολέμησε τὴν κενοδοξία, (ἐξήγησέ του πὼς ἔχει τὸ πράγμα) καὶ ἀνάπαυσε τὸν.

-Ἂν κάνω κάτι ἠθικὰ ἀδιάφορο, ρώτησε ὁ ἀδελφός, ποὺ δὲν περιέχει δηλαδὴ στοιχεῖο ἁμαρτίας, καὶ ξέρω πῶς, ἂν μὲ δεῖ ἕνας ἀδελφός, θὰ σκανδαλιστεῖ ἐναντίον μου, γι’ αὐτὸ τὸ κρύβω ἀπὸ κενοδοξία – ἐπειδὴ ντρέπομαι ἂν μὲ δεῖ- ὀφείλω ἄραγε νὰ μὴν τὸ κρύψω γιὰ νὰ μὴ νικηθῶ ἀπὸ τὴν κενοδοξία, ἢ νὰ τὸ κρύψω γιὰ νὰ μὴν προκαλέσω τὸ σκάνδαλο; Ἂν πάλι δὲν ξέρω μὲ βεβαιότητα ὅτι ὁ ἀδελφὸς σκανδαλίζεται ἀλλ’ ἁπλῶς τὸ ὑποθέτω, τί νὰ κάνω;
-Ἂν ἡ καρδιά σου, ἀπάντησε ὁ γέροντας, σὲ πληροφορεῖ ὅτι σκανδαλίζεται ὁ ἀδελφός σου, σκέπασε τὸ πράγμα καὶ μὴν τὸν βάλεις σὲ λογισμούς. Ἂν πάλι δὲν εἶσαι βέβαιος γι’ αὐτό, ἀλλὰ μόνο τὸ ὑποθέτεις, μὴ νοιάζεσαι.
-Ἂν πῶ σὲ κάποιον ἕναν πειραχτικὸ λόγο καὶ δὲν τὸν καταλάβει, τί εἶναι καλύτερα, νὰ τοῦ ζητήσω συγγνώμη, ἢ νὰ σωπάσω καὶ νὰ μὴν τοῦ δημιουργήσω λογισμούς;
-Ἂν ὁ ἀδελφὸς δὲν καταλάβει ὅτι τὸν πείραξες, σώπα καὶ μὴν τοῦ προξενήσεις ταραχή. Φρόντισε ὅμως νὰ μετανοήσεις ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ γι’ αὐτό.
-Πές μου, πάτερ, ρώτησε πάλι ὁ ἀδελφός, τί λογὴς εἶναι ἡ ἐλευθερία στὴν καθημερινὴ ζωὴ καὶ πῶς πρέπει νὰ τὴ χρησιμοποιοῦμε;
-Ἐλευθερία εἶναι ἡ ἀλήθεια ποὺ λέγεται φανερά. Ἂν λ.χ. ἔχει κανεὶς ἀνάγκη ἀπὸ τροφὴ ἢ ἔνδυμα ἢ ὁποιοδήποτε ἄλλο πράγμα, ὀφείλει νὰ τὸ λέει καθαρὰ σ’ ἐκεῖνον ποὺ μπορεῖ νὰ τοῦ δώσει. Γιατί δὲν πρέπει νὰ κάνουμε χρήση αὐτῆς τῆς ἐλευθερίας μὲ τὸν κάθε ἄνθρωπο, ἀλλὰ μόνο μὲ πρόσωπα ποὺ εἶναι ἱκανὰ νὰ τὴ δεχθοῦν χωρὶς νὰ σκανδαλιστοῦν.
Ὅποιος ἔχει διάκριση, οἰκοδομεῖται καὶ χαίρεται μ’ αὐτὴ τὴν ἐλευθερία, ἐνῶ ὅποιος δὲν ἔχει, σκανδαλίζεται. Καὶ πρέπει αὐτὸς ποὺ τὴ χρησιμοποιεῖ, νὰ μὴν τὸ κάνει ἐμπαθώς, γιὰ τὴν ἱκανοποίηση δηλαδὴ τοῦ πάθους ποὺ τὸν ἐνοχλεῖ, ἀλλὰ γιὰ τὴ θεραπεία τῆς ἀνάγκης. Ἂν λοιπὸν οὔτε πρόσωπο σκανδαλίζεται οὔτε πάθος ὑποβόσκει, τότε μπορεῖ νὰ γίνει χρήση τῆς ἐλευθερίας.
Ἂν ὅμως κάποιος σκανδαλίζεται ἀπὸ τὴ χρήση τῆς ἐλευθερίας μας, πρέπει νὰ ἀσκοῦμε οἰκονομία καὶ νὰ μὴν τὴ χρησιμοποιοῦμε ἀπρόσεκτα. Ἔρχεσαι, γιὰ παράδειγμα, ἀπὸ κοπιαστικὴ ἐργασία πεινασμένος, καὶ θέλεις νὰ φᾶς νωρίτερα ἀπὸ τὴν καθορισμένη ὤρα. Ἕνας ἄλλος ὅμως σὲ ἀκούει νὰ τὸ λὲς ἢ σὲ βλέπει νὰ τὸ κάνεις, καὶ σκανδαλίζεται. Ἢ ζητᾶς κάποιο πράγμα, καὶ δὲν οἰκοδομεῖται ὁ ἀδελφὸς ποὺ σὲ ἀκούει. Σὲ τέτοιες περιπτώσεις θὰ πρέπει νὰ ἀπευθυνθεῖς ἰδιαιτέρως γιὰ τὸ πράγμα ποὺ ζητᾶς σ’ ἐκεῖνον ποὺ εἶναι σὲ θέση νὰ σοῦ τὸ δώσει, ὥστε νὰ φυλαχθεῖ ἔτσι ἀβλαβὴς ὁ λογισμὸς τοῦ ἀδελφοῦ. Καθὼς λοιπὸν εἴπαμε, εἶναι καλὴ ἡ ἐλευθερία, ὅταν ὅμως χρησιμοποιεῖται μὲ φόβο Θεοῦ.
Αὐτὴ τὴν ἐλευθερία τὴν καταστρέφεις μὲ τὸν ἑξῆς τρόπο: Ἂν χρειάζεσαι ἕνα πράγμα καὶ δὲν ἀπευθυνθεῖς σ’ ἐκεῖνον ποὺ μπορεῖ νὰ σοῦ τὸ δώσει, περιμένοντας νὰ τὸ κάνει μόνος του. Καὶ συμβαίνει νὰ μὴ γνωρίζει τί χρειάζεσαι, ἢ νὰ γνωρίζει ἀλλὰ νὰ τὸ ξεχάσει, ἢ καὶ ν’ ἀδιαφορεῖ σκόπιμα, γιὰ νὰ δοκιμάσει ἂν ἔχεις ὑπομονή. Τότε ἐσὺ ἀρχίζεις νὰ βαρυγκωμᾶς ἐναντίον του, νὰ σκανδαλίζεσαι καὶ ν’ ἁμαρτάνεις. Ἂν ὅμως κάνεις χρήση τῆς ἐλευθερίας σου καὶ τοῦ ζητήσεις ξεκάθαρα ὅ,τι θέλεις, τίποτε ἀπ’ αὐτὰ δὲ γίνεται. Προετοιμάσου πάντως ψυχικά, ὥστε, ἂν μετὰ τὴν αἴτησή σου δὲν πάρεις αὐτὸ ποὺ ζητᾶς, νὰ μὴ λυπηθεῖς ἢ σκανδαλιστεῖς ἢ γογγύσεις. Ἀπεναντίας, νὰ πεῖς μὲ τὸ λογισμό σου: «Ὁ Θεὸς ἐπέτρεψε νὰ μή μου τὸ δώσει, ἐπειδὴ δὲν μπορεῖ ἢ δὲν εἶμαι ἄξιος ἢ δὲ μὲ συμφέρει». Καὶ πρόσεχε μὴν τυχόν, ἐπηρεασμένος ἀπὸ τὴν προηγούμενη ἀποτυχία, σταματήσεις τὴν καλὴ χρήση τῆς ἐλευθερίας σου ἀπέναντι στὸν ἀδελφὸ ἐκεῖνο, καὶ δὲν τοῦ ξαναζητήσεις τίποτε. Ἀντίθετα, ὅταν χρειαστεῖς ὁτιδήποτε, ξαναζήτησέ του, παραμένοντας ὅμως πάντοτε, ὅπως εἶπα, ἀτάραχος σὲ περίπτωση ἀποτυχίας.
Ὅμοια, ἂν κανεὶς σὲ ρωτήσει ἀπὸ μόνος του γιὰ πράγμα ποὺ χρειάζεσαι, πὲς τοῦ τὴν ἀλήθεια. Καὶ ἂν ξαφνιαστεῖς καὶ πεῖς «δὲν τὸ χρειάζομαι», μὴν ντραπεῖς νὰ ἐπανέλθεις στὸ θέμα καὶ νὰ τοῦ πεῖς: «συγχώρεσε μέ, ἀλλά μου ξέφυγε καὶ σοῦ εἶπα κατὰ λάθος ὅτι δὲν τὸ χρειάζομαι. Στὴν πραγματικότητα ἔχω ἀνάγκη νὰ τὸ πάρω».
Τότε ὁ ἀδελφὸς ρώτησε:
-Καὶ ὅταν δὲν ἔχω ἐσωτερικὴ πληροφορία, ἀλλὰ ἀμφιβάλλω γιὰ τὸ ἂν σκανδαλίζεται ἢ ὄχι κάποιο πρόσωπο μὲ μία τέτοια ἐλευθερία, τί νὰ κάνω;
Μπορεῖς νὰ τὸν δοκιμάσεις, ἀποκρίθηκε ὁ γέροντας, ἂν σκανδαλίζεται ἢ ὄχι. Ἂν λ.χ. χρειάζεσαι φαγητό, μὴν τοῦ πεῖς «δῶσε μου νὰ φάω», ἀλλὰ πές του: «Εἶμαι πεινασμένος γι’ αὐτὴν ἐδῶ τὴν αἰτία». Ὅταν θὰ σ’ ἀκούσει ἐκεῖνος, θὰ ἐκδηλωθεῖ μὲ κάποιον τρόπο, κι ἔτσι θὰ ἀντιληφθεῖς τὴ διάθεσή του, κατὰ πόσο σκανδαλίζεται ἢ ὄχι.

πηγή

0 replies

Leave a Reply

Want to join the discussion?
Feel free to contribute!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *