5 Φεβρουαρίου

Τὸ καύχημα τῶν παρθένων καὶ κλέϊσμα τῶν μαρτύρων, ἡ Ἁγία Ἀγάθη, ἔζησε κατὰ τὸν 3ο αιώνα, ὅταν αὐτοκράτορας τῶν Ρωμαίων ἦταν ὁ Δέκιος καὶ ἔπαρχος τῆς γενέτειράς της νήσου Σικελίας, ὁ Κουϊντιανός. Τὴν ἴδια περίοδο στὴν πόλη τῶν ἀποστόλων καὶ ἀναρίθμητων μαρτύρων, Ρώμη, ἐπίσκοποι ἦταν οἱ ἐνάρετοι Φαβιανὸς (236-250) καὶ Κορνήλιος (251-253).

Ἡ Ἁγία Ἀγάθη ὑπῆρξε τέκνο οἰκογενείας ποὺ διακρινόταν γιὰ τὴν εὐγενῆ καταγωγή, τὸν πλοῦτο καὶ τὴν εὐσέβειά της ἀνάμεσα στὶς ἄλλες οἰκογένειες τῆς ἑλληνικῆς ἀποικίας τοῦ Πανόρμου στὰ βορειοδυτικὰ παράλια τῆς νήσου Σικελίας ποὺ σήμερα εἶναι γνωστὴ μὲ τὸ ὄνομα Palermo. Οἱ δὲ γονεῖς της ὀνομάζονταν Rao καὶ Apolla.

Ἡ νεαρὴ Ἀγάθη ηὔξανε κατὰ τὴν ἡλικία καὶ τὴν ἀρετή. Τὴν συνετή της διαγωγὴ ὤφειλε στὴν σωστὴ διαπαιδαγώγηση τῶν γονέων της καὶ τὴν εὐσέβειά της. Ἀπὸ τὰ παιδικά της χρόνια ἡ ψυχὴ της ἐπιθυμοῦσε νὰ βιώσει τὴν πνευματικὴ ζωὴ καὶ ἔτσι τὸν χρόνο της ἐκδαπανοῦσε στὴν προσευχὴ καὶ τὴν μελέτη τῶν θείων Γραφῶν, προσπαθώντας νὰ ἐφαρμόζει τὸ θεῖον θέλημα στὴν καθημερινότητά της. «Διψοῦσε» τὸν Χριστὸ καὶ ζοῦσε μόνο γιὰ Ἐκεῖνον. Ὁ ἀγώνας της ἦταν οἱ πράξεις της νὰ ἀποτελοῦν ἐφαρμογὴ τῶν πιστεύω της.

Στὰ 251 μ.Χ. ἔπαρχος τῆς νήσου ἔγινε ὁ Κουϊντιανὸς ὁ ὁποῖος προσβλέποντας στὴν ἄνοδό του στὰ ὕπατα ἀξιώματα, ἔσπευδε νὰ πραγματοποιεῖ τὶς ἐντολὲς τοῦ αὐτοκράτορος Δεκίου ποὺ ἀγωνιζόταν νὰ ἐξαφανίσει τοὺς χριστιανοὺς ἀπὸ τὴν Ρώμη καὶ τὴν περιφέρειά της. Ἡ Ἀγάθη ἦταν μόλις 15 ἐτῶν ὅταν ἀκούστηκε ὅτι ξέσπασε ὁ διωγμὸς κατὰ τῶν χριστιανῶν στὴν πρωτεύουσα καὶ ὅτι σιγὰ-σιγὰ τὸ ἀπάνθρωπο διάταγμα φθάνει μέχρι καὶ τὶς ἐσχατιὲς τῆς αὐτοκρατορικῆς ἐπικράτειας, μέχρι καὶ τὴν γενέτειρά της.

Ἡ μικρὴ κοπέλα δὲν δείλιασε στὸ ἄκουσμα τῆς εἴδησης. Ὁπλισμένη μὲ τὴν ἀκράδαντη πίστη της στὸν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ περισσὴ τόλμη ποὺ εἶχε τὴν ρίζα της στὴν αἱματηρὴ θυσία τοῦ ἐσταυρωμένου Νυμφίου τῆς ψυχῆς της, ἔσπευσε νὰ στερεώσει στὴν πίστη καὶ νὰ νουθετήσει τοὺς χριστιανοὺς τοῦ νησιοῦ, τονίζοντας τὴν ἀξία τῆς αἰώνιας ζωῆς.

Ἡ δραστηριότητά της αὐτὴ δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ ἀφήσει ἀσυγκίνητο τὸν ἔπαρχο Κουϊντιανὸ ὁ ὁποῖος καθὼς ἔμαθε πληροφορίες γιὰ τὴν καταγωγὴ καὶ τὴν οἰκονομική της ἐπιφάνεια, προσπάθησε νὰ κερδίσει τὴν εὔνοιά της. Ὅταν κατάλαβε ὅτι δὲν μποροῦσε νὰ πράξει τίποτε, ἔστειλε ἀπόσπασμα νὰ τὴν συλλάβει καὶ νὰ τὴν ὁδηγήσει ἐνώπιόν του, στὴν πόλη τῆς Κατάνης στὸ ἴδιο νησί, ὅπου εἶχε τὴν ἕδρα τῆς διοικήσεώς του.

Ἐπειδὴ ἡ νύμφη τοῦ Χριστοῦ κατάλαβε ὅτι τὸ μαρτυρικό της τέλος πλησίαζε προσευχόταν μὲ ἰδιαίτερη πίστη στὸν Θεὸ ζητώντας ὑπομονὴ καὶ καρτερία σε ὅτι ἐπρόκειτο νὰ ἀντιμετωπίσει. Βάδιζε πλέον τὸ στενὸ καὶ δύσβατο μονοπάτι τὸ ὁποῖο θὰ τὴν ἔφθανε ὡς τὴν οὐράνια δόξα…… Ὁ νοῦς της ἦταν συγκεντρωμένος στὰ λόγια τοῦ Κυρίου: «Θέσθε οὒν εἰς τὰς καρδίας ὑμῶν μὴ προμελετᾶν ἀπολογηθῆναι· ἐγὼ γὰρ δώσω ὑμίν στόμα καὶ σοφίαν, ἢ οὐ δυνήσονται ἀντειπεῖν οὐδὲ ἀντιστῆναι πάντες οἱ ἀντικείμενοι ὑμὶν» (Λουκ. ΚΑ’, 14-15). Δὲν φοβόταν τίποτε, μὲ ἔμπυρα λόγια προσευχῆς καὶ θεοφιλεῖς στοχασμοὺς ἀνέμενε τὴν ἔξοδό της ἀπὸ τὸν κόσμο τῆς φθορᾶς καὶ τῆς ἁμαρτίας καὶ τὴν συνάντηση μὲ τὸν γλυκύτατο Νυμφίο τῆς ψυχῆς της.

 Όργανο συνεργασίας τοῦ Κουϊντιανοῦ μὲ τὸν μισόκαλο διάβολο ἀνέλαβε ἡ φημισμένη γιὰ τὴν ἁμαρτωλὴ ζωὴ της γυναίκα, ἡ Ἀφροδισία μὲ τὶς κόρες της. Σὰν ἄλλη Αἰγυπτία γυναίκα τοῦ Φαραὼ «ἔσπευδε κολακείαις» (δοξαστικὸ ἀποστίχων ὄρθρου Μεγάλης Δευτέρας) νὰ πείσει τὴν νεαρὴ μάρτυρα νὰ ξεστρατίσει ἀπὸ τὸν δρόμο τῆς ἐνάρετης ζωῆς.

Προσπαθοῦσε λοιπὸν νὰ ξυπνήσει μέσα της τὴν γυναικεία φιλαρέσκεια, τί ἄλλο μποροῦσε νὰ θέλει μιὰ γυναίκα ἀφημένη στὶς ἡδονὲς τοῦ κόσμου καὶ τὰ πάθη της ἀπὸ ἀναζήτηση κι ἄλλης ἡδονῆς, δόξα καὶ πλοῦτο; Ὅλα αὐτὰ θὰ ἀνῆκαν στὴν Ἀγάθη ἂν ὑποχωροῦσε καὶ θυσίαζε στὰ εἴδωλα. Οἱ ἁμαρτωλὲς γυναῖκες χρησιμοποίησαν τὴν γλώσσα τῆς διπλωματίας μὲ τὴν ἐπίπλαστη εὐγένεια ποὺ ἀπέχει ἀπὸ τὴν ἀληθινὴ ἀρετή. Ἡ μικρὴ Ἀγάθη ἀντιστεκόταν σ’αὐτὴν τὴν κατάσταση ἐνατενίζοντας τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ θεωρώντας τὰ ταξίματά τους, σκύβαλα τοῦ κόσμου τούτου. Τότε ἐκεῖνες μανιασμένες τὴν ἀπειλοῦσαν λέγοντας ὅτι μόνο ὁ θάνατος μπορεῖ νὰ τὴν συνετίσει γιὰ τὴν «ἀπείθειά» της στὸ αὐτοκρατορικὸ διάταγμα καὶ τὴν εἰδωλικὴ θρησκεία….

Ἀγανακτισμένες οἱ γυναῖκες ἔδωσαν ἀναφορὰ γιὰ τὰ πεπραγμένα τους στὸν Κουϊντιανὸ ὁ ὁποῖος ἐξοργισμένος κάλεσε τὴν Ἀγάθη σὲ ἀπολογία. Ὅταν παραστάθηκε μπροστά του ἐκεῖνος θαμπώθηκε ἀπὸ τὴν ὀμορφιά της καὶ σκέφτηκε νὰ τὴν κάνει γυναίκα του, ἔπρεπε ὅμως νὰ ἀκολουθήσει τὴν δική του πίστη. Γιὰ νὰ τὸ πετύχει ἔπρεπε νὰ τὴν πείσει νὰ ἀκολουθήσει τὴν παραδομένη θρησκεία τοῦ δωδεκάθεου ξεκινώντας ἀπὸ τὸν ἐκφοβισμὸ τῆς κατὰ τὴν ἀνάκριση….

Στὶς φοβερὲς ἀπειλὲς καὶ τὶς προσβολές του, ἡ παρθένος παρέμενε ἀκλόνητη. Ἡ μεγάλη πίστη της, ἡ ὑπομονὴ της καθὼς καὶ ἡ ἔμπυρη προσευχή της, τῆς ἔδιναν τὴν δύναμη νὰ ἀντιστέκεται στὴν ἐντολὴ νὰ θυσιάσει στοὺς ψευδοθεοὺς τῆς πλάνης καὶ τῆς ἀπώλειας. Προσβεβλημένος ἀπὸ τὴν στάση τῆς ἔδωσε ἐντολὴ νὰ τὴν βασανίσουν μὲ σπαθισμὸ καὶ νὰ τὴν φυλακίσουν. Ἀδύναμη καὶ ἐξαντλημένη ἀπὸ τὰ βασανιστήρια τὴν ἔριξαν στὴν φυλακὴ ὅπου ἡ Ἁγία ἐπιδόθηκε σὲ ἐκτενῆ προσευχή.


agathi7Καὶ τὴν ἑπόμενη ἡμέρα ἡ Ἁγία ἀντιμετώπισε μὲ θάρρος τὸν ἔπαρχο Κουϊντιανὸ δηλώνοντας τὸ ἀμετάθετο τῆς γνώμης της. Ἡ ἐντολὴ του πλέον ἦταν ἀποτρόπαια: Ἀφοῦ τὴν γυμνώσουν, νὰ ξεριζώσουν οἱ δήμιοι μὲ τὴν πυράγρα (πυρωμένη σιδερένια τανάλια) τὸν ἕνα μαστὸ της (κατ’ἄλλους βιογράφους καὶ τοὺς δύο). Προσπαθοῦσε ἔτσι νὰ ρεζιλέψει τὴν παρθένο μὲ τὴν ἔκθεση σὲ δημόσια θέα τοῦ γυμνοῦ σώματός της καὶ ἀκολούθως νὰ τὴν πονέσει σωματικὰ καὶ ψυχικὰ ἀφαιρώντας ἀπὸ τὸ σῶμα της ἕνα ἀπὸ τὰ ἱερότερα μέλη τοῦ γυναικείου κορμιοῦ, τὸν μαστό, ὁ ὁποῖος μακαρίσθηκε ἀπὸ τὴν Ἁγία Μαρία τὴν Μαγδαληνὴ (Λουκ. ΙΑ, 27) καὶ ἀπὸ τὸν ὁποῖο ἐθήλασε καὶ ὁ ἴδιος ὁ Κύριος της δόξης κατὰ τὴν βρεφική του ἡλικία.

Ἡ μαστεκτομὴ δὲν ἦταν ἕνα συνηθισμένο μαρτύριο, συνήθως γινόταν μὲ σπαθὶ ἢ μαχαίρι. Ἐπὶ τοῦ προκειμένου, οἱ δήμιοι μὲ τὴν πυράγρα συνέστρεφαν τὸν μαστὸ μέχρι νὰ τὸν ξεριζώσουν ἀπὸ τὴν θέση του. Τὸν φρικτὸ πόνο διαδεχόταν ἡ αἱμορραγία…..

Τὸ ἀμείωτο θάρρος της καὶ ἡ ἀκλόνητη συμπεριφορὰ της ἐξόργισαν τὸν Κουϊντιανό, ὁ ὁποῖος ἀμέσως μετὰ ἔδωσε ἐντολὴ νὰ τὴν κλείσουν στὴν φυλακὴ μαζὶ μὲ τοὺς εἰδεχθέστερους ἐγκληματίες βαρυποινίτες. Φυσικά το ἀθῶο κορίτσι αἰσθανόταν ἀνάμεσα στοὺς κακούργους, ὡς «πρόβατον ἐν μέσω λύκων» (Ματθ. Ι’, 16).

Αποτέλεσμα εικόνας για βιος αγιας αγαθηςΠροσευχόμενη ἡ Ἁγία προσπαθοῦσε νὰ ἠρεμήσει ἀπὸ τοὺς πόνους τοῦ μαρτυρίου της ὅταν ξαφνικά το κελλὶ τῆς φυλακῆς γέμισε ἀπὸ οὐράνιο φῶς. Τότε ἀντίκρυσε ἕνα παιδὶ ποὺ κρατοῦσε λαμπάδα ἀναμμένη ποὺ φώτιζε ὅλο τὸν χῶρο. Πίσω του ἀκολουθοῦσε ἕνας ἡλικιωμένος ἄνδρας κρατώντας ἕνα κιβωτίδιο μὲ πολλὰ φάρμακα. Ὅταν ὅμως τῆς ζήτησε νὰ τοῦ δείξει τὶς πληγές της, ἐκείνη ἀρνήθηκε τὴν βοήθειά του. Ὁ γέροντας ἀναγκάστηκε νὰ τῆς ἀποκαλύψει τὴν ταυτότητα καὶ τὴν ἀποστολή του: ἦταν ὁ Ἀπόστολος Πέτρος συνοδευόμενος ἀπὸ Ἅγιο Ἄγγελο καὶ ἐστάλη κατ’ ἐντολὴν τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ γιὰ νὰ τὴν θεραπεύσει καὶ νὰ τὴν ἐνισχύσει στὸν ἀγώνα της γιὰ τὴν κατάκτηση τῆς αἰώνιας ζωῆς. Ἀμέσως ἐξαφανίστηκε ἐνῶ ἡ Παρθένος διεπίστωσε ὅτι θεραπεύτηκαν οἱ πληγές της καὶ ἀποκαταστάθηκαν οἱ μαστοί της. Ὄχι μόνον αὐτὰ ἀλλὰ καὶ τὰ δεσμὰ της λύθηκαν…. Αὐτὰ τὰ συγκλονιστικὰ θαύματα ἦταν ἡ αἰτία οἱ φρουροὶ νὰ ἐγκαταλείψουν τὴν φυλακὴ ἔντρομοι. Ἔτσι ἡ Ἁγία γονάτισε καὶ ἐπιδόθηκε σὲ ἐκτενῆ δοξολογία τοῦ Θεοῦ γιὰ τὰ θαυμάσια ποὺ ἐποίησε σ’αὐτὴν τὴν ἀναξία καὶ ταπεινὴ δούλη Του ἂν καὶ οἱ συνδέσμιοι τῆς Ἁγίας τὴν προέτρεπαν νὰ ἐκμεταλλευθεῖ τὴν εὐκαιρία καὶ νὰ ἐγκαταλείψει τὸ κελλί της. Ἐνισχυμένη ἀπὸ τὴν χάρη τοῦ Παναγίου Πνεύματος ἡ νεαρὴ κόρη ζητοῦσε τὴν βοήθεια τοῦ Νυμφίου τῆς Ἰησοῦ Χριστοῦ νὰ ἀξιωθεῖ τοῦ μαρτυρικοῦ στεφάνου….

Αποτέλεσμα εικόνας για βιος αγιας αγαθης Μετά τὴν παρέλευση τεσσάρων ἡμερῶν ὁ Κουϊντιανὸς τὴν κάλεσε ἐκ νέου σὲ ἀπολογία στὸ μικρὸ ἀμφιθέατρο τῆς πόλεως. Ὁ ἔπαρχος τὴν θαύμασε σὰν τὴν εἶδε θεραπευμένη θεωρώντας ὅτι τὴν βοήθησαν οἱ Ὀλύμπιοι θεοί. Ἡ κοπέλλα ὅμως δὲν δίστασε νὰ ἀποκαλύψει μὲ παρρησία ἐνώπιον ὅλων τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ ὡς θεράποντά της. Ἡ ἐπιμονή της στὴν ὁμολογία αὐτὴ ἐξόργισε τὸν ἔπαρχο ποὺ διέταξε ἐπὶ τόπου νὰ ἀνάψουν κάρβουνα καὶ νὰ ρίξουν σ’αὐτὰ σπασμένα κεραμίδια καὶ ἀφοῦ πυρακτωθοῦν καλὰ νὰ σύρουν πάνω τους τὴν μάρτυρα ἡ ὁποία ὑπέμενε ἀγόγγυστα καὶ αὐτὸ τὸ μαρτύριο…..

Ξαφνικὰ ἔγινε μέγας σεισμὸς ἐνῶ ἀπὸ τὸ ἡφαίστειο τῆς Αἴτνας ἄρχισε νὰ βγαίνει φωτιά, πυρωμένες πέτρες καὶ λάβα ποὺ στὸ διάβα τους ἀπειλοῦσαν νὰ καταστρέψουν τὰ πάντα. Ὅλοι θεώρησαν τὸ γεγονὸς σὰν παρέμβαση τῆς θείας δίκης γιὰ τὴν ἄδικη μεταχείριση τῆς παρθένου καὶ κλαίγοντας ἱκέτευαν τὸν ἔπαρχο νὰ σταματήσει τὰ βασανιστήρια τῆς μικρῆς κοπέλλας. Ἐκεῖνος σκεπτόμενος τὴν πιθανὴ ἐξέγερση τοῦ λαοῦ διέταξε νὰ φυλακίσουν καὶ πάλι τὴν Ἀγάθη. Ἀποκαμωμένη ἀπὸ τὰ φρικτὰ μαρτύρια, μὲ ὅση δύναμη εἶχε, ὕψωσε τὰ χέρια της στὸν οὐρανὸ καὶ πρόφερε τὴν τελευταία της προσευχή. Ἀκολούθως παρέδωσε εἰρηνικά το πνεῦμα της στὸν Κύριο τῆς δόξης. Ἦταν τότε ἡ 5η Φεβρουαρίου τοῦ ἔτους 251.

Οἱ χριστιανοὶ τῆς πόλεως ἔσπευσαν στὴν φυλακὴ καὶ παρέλαβαν τὸ ἱερὸ σκήνωμα τῆς Ἁγίας γιὰ νὰ τὸ ἐνταφιάσουν. Ὅταν τοποθετοῦσαν τὸ λείψανο στὴν προετοιμασμένη σαρκοφάγο, ἐμφανίστηκε ἕνας λαμπροφορεμένος νέος συνοδευόμενος ἀπὸ ἑκατὸ παιδιά, ὅλοι τους ἄγνωστοι στὴν πόλη τῆς Κατάνης. Ὁ νέος κρατοῦσε μιὰ μαρμάρινη πλάκα τὴν ὁποία τοποθέτησε ἐπάνω στὸν τάφο τῆς Ἁγίας καὶ ἡ ὁποία ἔγραφε στὰ λατινικά τα ἑξῆς λόγια: «Mentem sanctam, spontaneam, honorem Deo et patriae  liberationem» δηλαδή: «Νοῦς ὅσιος, αὐτοπροαίρετος, τιμὴ εἰς Θεὸν καὶ πατρίδος λύτρωσις». Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ Ἁγία διέθετε νοῦ ὅσιο, ἐνάρετο, ἀποχωρισμένο ἀπὸ τὴν σαρκικότητα, ποὺ μὲ ἰδία της προαίρεση προχώρησε στὸ μαρτύριο, ἡ θυσία της ἀποτέλεσε ἀναφορὰ τιμῆς στὸν ἀληθινὸ Θεὸ καὶ σήμανε τὴν λύτρωση τῆς πατρίδος της ἀπὸ τὸν ζόφο τῆς εἰδωλολατρίας….

Τότε ὅλοι κατάλαβαν ὅτι ἐπρόκειτο γιὰ τὸν Φύλακα Ἄγγελο τῆς Ἁγίας καὶ ἀπέδωσαν δόξα καὶ αἶνο στὸν Θεό.

Ἀμετανόητος ὁ Κουϊντιανὸς προσπάθησε νὰ οἰκειοποιηθεῖ τὴν περιουσία τῆς Ἁγίας, ὅμως τὸν πρόλαβε φρικτὸς θάνατος γιατί τὰ ἄλογά του ἀφηνίασαν καὶ ἔπεσε ἡ καρότσα στὴν ὁποία ἐπέβαινε στὰ ὁρμητικὰ ὕδατα τοῦ ποταμοῦ τῆς πόλεως…..

Κατὰ τὴν πρώτη ἐπέτειο τοῦ μαρτυρίου τῆς Ἁγίας, ἐξερράγη ἡ Αἴτνα καὶ ἀπειλοῦσε τὴν Κατάνη μὲ ὁλοσχερῆ καταστροφή. Τότε οἱ εἰδωλολάτρες μαζὶ μὲ τοὺς χριστιανοὺς ἔσπευσαν στὸν τάφο τῆς Ἁγίας καὶ ἀφοῦ ἀφαίρεσαν τὸ μεταξένιο πέπλο ποὺ κάλυπτε τὸ σκήνωμά της, τὸ ’βαλαν μπροστὰ στὸν ποταμὸ τῆς λάβας. Τὸ θαῦμα ἦταν μεγάλο : ἡ λάβα σταμάτησε καὶ τὸ πέπλο παρέμεινε ἄθικτο. Τὸ ἴδιο θαῦμα ἐπαναλήφθηκε πολλὲς φορὲς καὶ ἔκτοτε θεωρεῖται πολιοῦχος καὶ προστάτης τῆς Κατάνης ἡ Ἁγία Ἀγάθη.