19 Ὀκτωβρίου

Σήμερα ἡ ἐκκλησία μᾶς ἑορτάζει καὶ τιμᾶ τὴν ἱερὴ μνήμη τοῦ ἁγίου προφήτη Ἰωήλ. Ὁ Ἰωὴλ εἶναι ὁ τέταρτος στὴ σειρὰ ἀπὸ τοὺς δώδεκα ἐλάσσονες Προφῆτες, γιὰ τοὺς ὁποίους εἴπαμε στὶς 21 Σεπτεμβρίου, ὅταν ὁ λόγος ἦταν γιὰ τὸν προφήτη Ιωνα. Ὁ προφήτης Ἰωὴλ ἔζησε καὶ προφήτεψε στὴν Ἱερουσαλήμ, στὰ 830 ἕως 750 πρὸ Χριστοῦ, εἶναι δηλαδὴ ἀπὸ τοὺς ἀρχαιότερους προφῆτες. Περισσότερα δὲν ξέρουμε γιὰ τὸν προφήτη Ἰωὴλ παρὰ μόνο πὼς ἦταν γιὸς κάποιου Βαθουήλ, καθὼς ἀναφέρεται στὴν ἀρχὴ τοῦ βιβλίου του? «Λόγος Κυρίου, ὃς ἐγεννήθη πρὸς Ἰωὴλ τὸν τοῦ Βαθουήλ»? δηλαδὴ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἔγινε στὸν Ἰωὴλ τὸ γιὸ τοῦ Βαθουήλ. Τὸ ἑβραϊκὸ ὄνομα Ἰωὴλ στὰ Ἑλληνικὰ θὰ πεῖ «ἀγάπη Κυρίου». Read more

 (ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 19)

Ἦταν τὴν ἐποχὴ ποὺ ὁ τύραννος Μαξιμιανός1 ἐξέδωσε ἐκεῖνο τὸ ἀνόσιο διάταγμα, ποὺ ἴσχυε γιὰ ὅλη σχεδὸν τὴν οἰκουμένη καὶ τὸ ἔστειλε καὶ σ’ αὐτοὺς ποὺ διοικοῦσαν τὴν Αἴγυπτο, σύμφωνα μὲ τὸ ὁποῖο ἢ ὅλοι οἱ Χριστιανοὶ ποὺ βρίσκονταν ἐκεῖ θὰ γεύονταν τὶς ἀνόσιες θυσίες καὶ μὲ ὅρκο θὰ ἀρνοῦνταν τὴν πίστη τους ἤ, ἂν δὲν συμμορφώνονταν, θὰ θανατώνονταν μὲ κάθε λογὴς τιμωρίες καὶ βασανιστήρια. Read more

Μέσα στὴν ἐκλεκτὴ χορεία τῶν θαυμαστῶν Ἁγίων γιατρῶν, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας, ἔχει νὰ μᾶς παρουσιάσει μιὰ λαμπρὴ προσωπικότητα, ἕνα μεγάλο καὶ σπουδαῖο γιατρὸ τὸν Ἅγιο Εὐαγγελιστὴ καὶ Ἀπόστολο Λουκᾶ. Ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς εἶναι ὁ πρώτος γιατρὸς τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου καὶ τὸ καύχημα τῶν γιατρῶν ὅλων των αἰώνων , διότι αὐτὸς ἀξιώθηκε ἀπὸ τὸ Θεὸ νὰ γράψει, στό ἱερὸ εὐαγγέλιό του, γιὰ τὴ ζωή, τὸν θάνατο καὶ τὴν ἀνάσταση αὐτοῦ του ἰδίου τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Read more

«Εἶδον ἀσυνετούντας», λέγει ἡ Ἁγία Γραφή, «καὶ ἐξετηκόμην». Γιατί; «Ὅτι τὰ λόγιά σου», δηλαδὴ τὶς ἐντολὲς καὶ τοὺς λόγους σου, «οὐκ ἐφυλάξαντο» . Καὶ πάλι ὁ ἴδιος ὁ προφήτης, διδάσκοντάς μας νὰ εἴμαστε ζηλωτὲς τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ μιλᾶμε γιὰ τὴν ἀλήθεια φανερὰ χωρὶς δισταγμό, ψάλλει πρὸς τὸν Κύριο: «Καὶ ἐλάλουν ἐν τοῖς μαρτυρίοις σου ἐναντίον βασιλέων καὶ οὐκ ἠσχυνόμην» . Καὶ πάλι λέγει: «Ἐξέτηξέ με ὁ ζῆλός σου, ὅτι ἐπελάθοντο τῶν λόγων σου οἱ ἐχθροί μου» . Γι’ αὐτὸ ἃς μὴ μὲ κατηγορήσει κανείς, διότι καὶ ἐγώ, ὑπακούοντας σὲ αὐτὸ τὸ θεῖο δίδαγμα, γράφω μὲ θάρρος καὶ ἀπὸ θεῖο ζῆλο ὁμιλῶ γιὰ νὰ στηλιτεύσω ὁρισμένους ἀπὸ τοὺς ἀδελφούς μου πού ἀτακτοῦν, ζοῦν καὶ σκέπτονται ἀντιθέτως πρὸς τὶς ὑποσχέσεις πού δώσαμε στὸν Θεό. Read more

«Ἡ ἁγία καὶ οἰκουμενικὴ ἑβδόμη Σύνοδος ἔγινε στὴ Νίκαια τῆς Βιθυνίας (787 μ.Χ.), γιὰ δεύτερη φορὰ (ἡ πρώτη ἔγινε τὸ 325 μ.Χ. ὅταν συνῆλθαν οἱ Πατέρες τῆς Ἃ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου), ἐπὶ Κωνσταντίνου βασιλέως καὶ τῆς μητέρας τοῦ Εἰρήνης, καὶ ἐπὶ Ἀδριανοῦ πάπα Ρώμης, Ταρασίου Κωνσταντινουπόλεως, Πολιτιανοῦ Ἀλεξανδρείας, Θεοδωρήτου Ἀντιοχείας καὶ Ἠλία Ἱεροσολύμων. Οἱ πατέρες ποὺ συναθροίστηκαν τότε ἦταν τριακόσιοι ἑξήντα πέντε. Αὐτοὶ ὅλοι συνήλθαν κατὰ τῶν εἰκονομάχων καὶ ἀναθεμάτισαν ἐγγράφως κάθε αἵρεση, ὅπως καὶ τοὺς ἀρχηγοὺς τῶν αἱρέσεων, ἔπειτα καὶ ὅλους τους εἰκονομάχους. Ἐγγράφως ἐξέθεσαν καὶ κατέγραψαν ὅτι ὅποιος δὲν προσκυνᾶ τὶς ἅγιες εἰκόνες εἶναι ξένος πρὸς τὴν πίστη τῶν ὀρθοδόξων, ὅτι ἡ τιμὴ τῆς εἰκόνας διαβαίνει πρὸς τὸ πρωτότυπο καὶ ὅτι αὐτὸς ποὺ προσκυνᾶ καὶ τιμᾶ τὴν εἰκόνα προσκυνᾶ σ’ αὐτήν, τὴν ὑπόσταση τοῦ εἰκονιζομένου. Κι ἀφοῦ διέταξαν τὰ πράγματα μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο καὶ ἰσχυροποίησαν τὴν ὀρθόδοξη πίστη, ὁ καθένας ἀπῆλθε στὴ δική του ἐπισκοπή». Read more

Ἃς κάνουμε τάματα στὸν Θεὸ καλοπροαίρετα σὲ περίπτωση μεγάλης θλίψεως ἡ ὅταν θέλουμε νὰ μᾶς χαρισθεῖ κάτι ἐξαιρετικὰ ὠφέλιμο. Σὲ ὅλην τὴν Ἁγία Γραφὴ ἐπαινεῖται ἡ τήρηση τοῦ τάματος, ἐνῶ ἡ ἀθέτησή του προκαλεῖ ἐνοχὲς ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι στὴν Ἁγία Γραφὴ διαβάζουμε: «Εὔξασθε καὶ ἀποδοτὲ Κυρίω τῷ Θεῶ ἠμῶν»[1]. Ὁ δὲ μακάριος Ἰωνὰς ἐντός του κήτους προσεύχεται λέγοντας: «Ἐγὼ δὲ μετὰ φωνῆς αἰνέσεως καὶ ἐξομολογήσεως θύσω σοί, ὅσα ηὐξάμην ἀποδώσω σοὶ εἰς σωτηρίαν μου τῷ Κυρίω»[2]. Ἀλλὰ καὶ ὁ Δαυίδ, ὁ τοῦ Θεοῦ προπάτορας, λέγει: «Σοὶ θύσω θυσίαν αἰνέσεως· τὰς εὐχᾶς μου τῷ Κυρίω ἀποδώσω ἐναντίον παντός του λαοῦ αὐτοῦ»[3]. Ἀλλὰ καὶ ὁ σοφὸς Σολομῶν: «Ἀγαθόν τό μὴ εὔξασθαί σε ἥ τό εὔξασθαί σε καὶ μὴ ἀποδοῦναι»[4]. Ὁ πατριάρχης Ἰακὼβ μᾶς διδάσκει ὅτι πρέπει ἔμπρακτα νὰ ἐκτελοῦμε τὰ τάματα, πού ὑποσχόμαστε στὸν Θεό. Φοβούμενος τὸν ἀδελφό του, τὸν Ἠσαύ, ὁ Ἰακὼβ ὑποσχέθηκε νὰ δώσει στὸν Θεὸ τὴν δεκάτη ἀπὸ ὅλα τα ὑπάρχοντά του, ἂν ὁ Κύριος τὸν φυλάξει ἀπὸ τὴν ὀργὴ τοῦ Ἠσαὺ[5] καί, ἀφοῦ σώθηκε, ἐκτέλεσε ἔμπρακτά το τάμα τοῦ[6]. Ἀκόμη καὶ τὸν Λευΐ, τὸν υἱό του, πού ὑπῆρξε δέκατος, τὸν ἔδωσε στὸν Θεό, καὶ ἀφοῦ τὸν ἀφιέρωσε, τὸν ἐνέδυσε μὲ τὴν ἱερατικὴ ἐνδυμασία καὶ δι’ αὐτοῦ θυσίασε στὸν Θεὸ στὴν Βηθὴλ[7]. Ἀπὸ αὐτὸν προῆλθε τὸ ἱερατεῖο τῶν Ἑβραίων. Ὁ Ἰεφθάε, ὁ δικαστὴς καὶ πολέμαρχος τοῦ Ἰσραήλ, σκοπεύοντας νὰ ἐπιτεθεῖ στοὺς ἀλλοεθνείς, προσευχήθηκε στὸν Θεὸ ὑποσχόμενος ὅτι, ἂν ὁ Θεὸς τὸν βοηθοῦσε νὰ νικήσει τοὺς ἀλλοεθνείς, θὰ θυσίαζε αὐτὸν πού θὰ συναντοῦσε πρώτον, ὅταν ἐπέστρεφε ἀπὸ τὸν πόλεμο στὸ σπίτι του. Καὶ ὅταν εἶδε τὴν κόρη του, τὸ μοναχοπαίδι του, νὰ ἔρχεται νὰ συναντήσει θριαμβευτικὰ τὸν πατέρα της ὡς νικητή, τότε, παρὰ τὴν θέλησή του, μὲ μεγάλη θλίψη τὴν θυσίασε[8]. Read more

«Ἀρχὴ σοφίας φόβος Κυρίου, σύνεσις δὲ ἀγαθὴ πάσι τοῖς ποιούσιν αὐτὴν»[1], λέγει ὁ θεῖος ψαλμωδός. Καὶ ποιὸς εἶναι αὐτὸς ποῦ ὁδηγεῖται ἀπὸ τὸν φόβο τοῦ Κυρίου, διδάσκει ὁ ἴδιος ὁ ψαλμωδὸς λέγοντας σὲ ἄλλο χωρίο: «Μακάριος ἀνὴρ ὁ φοβούμενος τὸν Κύριον, ἐν ταῖς ἐντολαῖς αὐτοῦ θελήσει σφόδρα»[2], δηλαδὴ θὰ τὶς ἀγαπήσει, θὰ κατευθύνει μὲ ζῆλο τὴν ζωὴ τοῦ σύμφωνα μὲ αὐτὲς καὶ θὰ διδάσκεται ἀπὸ αὐτές, ὅπως πάλι λέγει ὁ ἴδιος: «Ὡς ἠγάπησα τὸν νόμον σου, Κύριε· ὅλην τὴν ἡμέραν μελέτη μου ἐστιν»[3]. Καὶ ἀλλοῦ πάλι λέγει: «Ὡς γλυκέα τῷ λάρυγγί μου τὰ λόγιά σου, ὑπὲρ μέλι τῷ στόματί μου»[4].
Ἔχουν ἀγαθὸ νοῦ αὐτοὶ ποῦ ἔχουν ὁδηγὸ τοὺς τὸν φόβο τοῦ Κυρίου, δηλαδὴ ἐκτελοῦν ἔμπρακτα τὶς ἅγιες ἐντολές Του. Ἀντιθέτως, ὅσοι τὶς παραβαίνουν δὲν ἔχουν ἀγαθὸ νοῦ, ἀλλὰ μεγάλη ἀνοησία, καὶ ἐπιφέρουν στὸν ἑαυτὸ τοὺς αἰώνιο ὄλεθρο, ὅπως λέγει ὁ ἴδιος προφήτης: «Μακρὰν ἀπὸ ἁμαρτωλῶν σωτηρία, ὅτι τὰ δικαιώματά σου οὐκ ἐξεζήτησαν»[5]. Ἐπίσης λέγει: «Ἐξουδένωσας πάντας τους ἀποστατούντας ἀπὸ τῶν δικαιωμάτων σου, ὅτι ἄδικόν το ἐνθύμημα αὐτῶν»[6]. Read more

Ἐπιπλέον εξήγηση διαφόρων παραβολών καθώς και ρητών σκοτεινών και αινιγματικών.

Ὁ Ιωάννης ήταν ένας σοφός και έξυπνος άνδρας, αξιέπαινος σε όλα. Υπερείχε πολλών συνομηλίκων του στην κατανόηση των παραβολών, εικασιών και σκοτεινών ρητών και του δικού μας δόγματος και της θύραθεν σοφίας. Όταν όμως η σπίθα της θείας φωτιάς άγγιξε την καρδιά του, περιφρόνησε αμέσως όλα αυτά πού θεωρούνται στολίσματα του εξωτερικού και του εσωτερικού ανθρώπου και ακολούθησε τον θείο κήρυκα και απόστολο, για να προσλάβει, όπως και ο Παύλος τον Χριστό. Απελευθερώθηκε αμέσως από κάθε ματαιοδοξία και από όλες τις μέριμνες του κόσμου. Αναζήτησε την ησυχία με ακατάπαυστο ζήλο, αφήνοντας μια για πάντα όλες τις βιοτικές μέριμνες πίσω του. Προχωρούσε πάντοτε προς τα εμπρός, ζητώντας να φθάσει την τιμή της ανωτάτης κλήσεως. Γι’ αυτό επέλεξε τον δρόμο της απόλυτης σιωπής, μάζεψε και έκλεισε μέσα του όλες τις γνώσεις του και επεδίωκε συνεχώς την αόρατη θεία ομορφιά του Ωραιοτάτου περισσότερο από όλους τους υιούς των ανθρώπων, ακολουθώντας το δίδαγμα του αποστόλου, πού λέγει: «Ει ούν συνηγέρθητε τώ Χριστώ, τα άνω ζητείτε, ού ο Χριστός εστιν εν δεξιά του Θεού καθήμενος, τα άνω φρονείτε, μή τα επί της γής»[1]. Read more

(Μέρος 1ο)
Νά, ψυχή μου, καὶ φέτος μὲ τὴν μεγάλη ὑπομονὴ καὶ μὲ τὴν μεγάλη χάρη τοῦ Δημιουργοῦ μας, τοῦ φιλανθρώπου Θεοῦ καὶ τῶν πάντων Δεσπότη, φθάσαμε στὸ ἥσυχο καὶ σωτήριο λιμάνι τῆς ἁγίας καὶ ψυχωφελοῦς Σαρακοστῆς, ὅταν ὅλοι, ἐνάρετοι καὶ ἁμαρτωλοί, μὲ μεγάλο ζῆλο ἀναλαμβάνουν ἐντατικὸ ἀγώνα. Οἱ μὲν δίκαιοι γιὰ δυὸ λόγους. Πρώτον, γιὰ νὰ κάνουν σταθερότερη καὶ ἀκλόνητη τὴν ἀρετὴ τῆς ἀλήθειας καὶ τῆς ταπεινοφροσύνης, μὲ τὴν ὁποία ἔζησαν καὶ προηγουμένως, καὶ δεύτερον, γιὰ νὰ ἀξιωθοῦν νὰ λάβουν μεγαλυτέρους ἐπαίνους καὶ φωτεινότερα στεφάνια, ἀφοῦ στὴν προηγούμενη ἐνάρετη ζωὴ τοὺς προσπαθοῦσαν νὰ προσθέσουν καὶ ἄλλους πνευματικοὺς ἀγῶνες. Οἱ δὲ ὅμοιοι μέ μας, ἁμαρτωλοὶ καὶ μιασμένοι ἀναλαμβάνουν αὐτὸν τὸν ἄθλο μὲ τὴν ἐγκράτεια, τὴν ταλαιπωρία τοῦ σώματος καὶ τὸν πνευματικὸ ὀδυρμό, μὲ σκοπὸ νὰ ἐξιλεωθοῦν ἐνώπιόν του φοβεροῦ Κριτῆ, τὸν ὁποῖον ἐξόργισαν μὲ πράξεις ἁμαρτωλὲς κατὰ τὴν διάρκεια ὅλης της ἀκόλαστης ζωῆς τους, προσπαθώντας τὸν ὑπόλοιπο χρόνο νὰ ζήσουν θεάρεστα καὶ τίμια, τηρώντας τὶς σωτήριες ἐντολὲς τοῦ Κυρίου.Ἃς ἐγερθοῦμε λοιπὸν ἀπὸ τὸν ὕπνο τῆς μεγάλης ὀκνηρίας μας καὶ ἃς ἐργασθοῦμε μὲ μεγάλο ζῆλο γιὰ νὰ ἀξιωθοῦμε στὸν χρόνο ποῦ ἀπομένει τῆς σύντομης ζωῆς μας, «τὸ βραβεῖον τῆς ἄνω κλήσεως τοῦ Θεοῦ», «ἠμῶν γὰρ τὸ πολίτευμα ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει, ἐξ οὗ καὶ σωτήρα ἀπεκδεχόμεθα Κύριον Ἰησοῦν Χριστὸν»[1]. Νὰ ἀγρυπνοῦμε μαζὶ μὲ τὶς φρόνιμες παρθένες, νὰ πάρουμε μαζί μας ἀρκετὸ λάδι[2], τὸ ὁποῖο σημαίνει τὴν θεόμορφη φιλανθρωπία καὶ τὸ ἔλεος πρὸς ὅλους αὐτοὺς ποῦ ζοῦν στὴν ἔνδεια καὶ τὴν πικρία. Ὁ Δημιουργός των ὅλων καὶ Κύριος εὐαρεστεῖται μὲ τὸ λάδι αὐτὸ περισσότερο ἀπὸ ὁτιδήποτε ἄλλο. Οἱ μωρὲς παρθένες τὸ περιφρόνησαν, καὶ γι’ αὐτὸ ἔμειναν ἔξω ἀπὸ τὸν μυστικὸ γάμο, χωρὶς νὰ ἔχουν ὄφελος ἀπὸ τὴν παρθενία τους.

Read more

(Μέρος 1ο)

Ὁ μακάριος καὶ θαυμαστὸς προφήτης, θεάρεστος καὶ πολὺ ἐνάρετος βασιλέας, ὁ ἔνδοξος Δαυίδ, γιὰ τὸν ὁποῖο ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς εἶπε: «Εὗρον Δαυὶδ τὸν τοῦ Ἰεσσαὶ ἄνδρα κατὰ τὴν καρδίαν μου, ὃς ποιήσει πάντα τα θελήματά μου»[1]. Αὐτὸς ὁ τόσο ὑπέροχος ἄνδρας, θαυμάζοντας τὴν ἀκατάληπτη καὶ ἄρρητη φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου τῶν πάντων, τοῦ λέγει μὲ μεγάλο θαυμασμό: «Τί ἔστιν ἄνθρωπος, ὅτι μιμνήσκη αὐτοῦ, ἡ υἱὸς ἀνθρώπου, ὅτι ἐπισκέπτη αὐτὸν»[2]; Ἐπίσης λέγει: «Ἄνθρωπος ματαιότητι ὠμοιώθη, αἳ ἡμέραι αὐτοῦ ὡσεὶ σκιὰ παραγουσιν»[3]. Ἐδῶ παρομοιάζει, πολὺ σοφὰ καὶ εὔστοχα, τὸ τέλος τῆς ἐφήμερης ζωῆς μας μὲ τὴν ματαιότητα. Ὅταν ὁ ἥλιος βασιλεύσει ἡ σκεπαστεῖ μὲ μικρὸ σύννεφο, ἀμέσως ἐξαφανίζεται ἡ σκιὰ ὁποιουδήποτε ἀντικειμένου. Ἀνάλογα καὶ ἡ ζωὴ μᾶς τελειώνει ἀμέσως, μόλις φύγει ἀπὸ τὸ σῶμα ἡ ψυχὴ ποῦ τοῦ δίδει ζωή. Ἀλλὰ παρὰ τὴν τόσο μεγάλη πενία καὶ μηδαμινότητά μας, ὁ πανάγαθος Δημιουργός μας δὲν παύει νὰ μᾶς φροντίζει καὶ νὰ μᾶς εὐεργετεῖ μὲ κάθε τρόπο. Ἐμεῖς ὅμως οἱ ἀχάριστοι πῶς ἐκτιμᾶμε τὴν τόσο μεγάλη φιλανθρωπία τοῦ Δημιουργοῦ μας καὶ τὴν εὔνοιά Του πρὸς ἐμᾶς; Ἡ πῶς μποροῦμε νὰ Τὸν εὐχαριστήσουμε γιὰ τὴν πρόνοια πρὸς ἐμᾶς καὶ γιὰ τὶς συνεχεῖς εὐεργεσίες καὶ ἐπισκέψεις Του; Read more

Στοχασμοὶ γιὰ ἐκείνους ποὺ ἑτοιμάζονται νὰ σταθοῦν ἐνώπιόν του Δημιουργοῦ καὶ τῆς κοινότητας τῆς Ἐκκλησίας στὸ φοβερὸ μυστήριο τῆς ἱερῆς ἐξομολόγησης, ἔτσι ὥστε νὰ λάβουν τὴν ἀνακαίνιση ἑνὸς δεύτερου βαπτίσματος.
Ἐγώ, μιὰ ἁμαρτωλὴ ψυχή, ἐξομολογοῦμαι στὸν Κύριο, Θεὸ καὶ Σωτήρα μᾶς Ἰησοῦ Χριστό, ὅλες τὶς μοχθηρὲς πράξεις ποὺ ἔχω διαπράξει διὰ ἔργου, λόγου ἢ σκέψεων ἀπὸ τὴν στιγμὴ τῆς βάπτισής μου μέχρι καὶ τὴν παροῦσα ἡμέρα.

Δὲν ἔχω τηρήσει τὶς ὑποσχέσεις τοῦ βαπτίσματός μου, ἀλλὰ ἔχω καταντήσει τὸν ἑαυτό μου ἀνεπιθύμητο ἐνώπιόν του προσώπου τοῦ Θεοῦ μου.

Ἔχω ἁμαρτήσει ἐνώπιόν του Κυρίου μὲ τὴν ἔλλειψη πίστης ποὺ μὲ διακρίνει καὶ μὲ τὶς ἀμφιβολίες μου σχετικὰ μὲ τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη καὶ τὴν Ἁγία Ἐκκλησία μας· μὲ τὴν ἀχαριστία μου ἀπέναντί σε ὅλες τὶς μεγάλες καὶ ἀκατάπαυστες δωρεὲς τοῦ Θεοὺ καὶ ἀπέναντι στὴν μακροθυμία Του καὶ τὴν πρόνοιά Του γιὰ ἐμένα, ἕναν ἁμαρτωλό· μὲ τὴν ἔλλειψη ἀγάπης πρὸς τὸν Θεό, ἀλλὰ καὶ φόβου τοῦ Θεοῦ, κάτι ποὺ διαφαίνεται ἀπὸ τὴν μὴ τήρηση τῶν ἁγίων ἐντολῶν Του καὶ τῶν κανόνων τῆς Ἐκκλησίας. Read more

Στρέψε τὴν καρδιά σου πάλι σ’ ἐμένα, πού μου ἀνήκει. Ὀφείλεις ἐμένα ν’ ἀγαπᾶς πάνω ἀπὸ τὸ κάθε τί, νὰ τιμᾶς ἐμένα, νὰ εἶσαι ἀφωσιωμένος σ’ ἐμένα. Ἐγὼ ἔπλυνα μὲ τὸ αἷμα μου τὶς ἁμαρτίες σου καὶ τὶς ἔκαμα λευκότερες ἀπὸ τὸ χιόνι. Ἔδωσα στὴν ψυχή σου εἰρήνη καὶ χαρά. Σὲ ἀγάπησα πιὸ πολὺ ἀπ’ ὅ,τι ἀγαπᾶ μία μητέρα τὰ παιδιά της. Ἐγὼ εἶμαι ποὺ σὲ ἔσωσα ἀπὸ τὸν αἰώνιο θάνατο. Ποιὸς λοιπὸν μπορεῖ νὰ σφετερισθῆ τὴ δική μου δόξα; Εἶμαι ὁ Παντοκράτωρ

Σὲ ὅλα τα ἔργα σου, εἴτε στὸ σπίτι σου εἴτε στὸν τόπο τῆς δουλειᾶς σου, μὴν ξεχνᾶς ὅτι ὅλη ἡ δύναμις, τὸ φῶς σου καὶ ἡ ἐπιτυχία σου ἔγκεινται στὸν Χριστὸ καὶ στὸν Σταυρό του. Ἰησοῦ, βοήθησε μέ. Ἰησοῦ, φώτισε μέ. Αὐτοῦ εἶναι ἡ δύναμις καὶ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰώνας τῶν αἰώνων Read more

Ὁ Ἀββάς Κασσιανός καταγράφει τή σοφή διδασκαλία καί τήν ἅγια βιοτή τῶν ἐρημιτῶν Πατέρων τοῦ 4ου αἰώνα, ὅπως τή γνώρισε κατά τήν πολυετή παραμονή του στήν ἔρημο τῆς Αἰγύπτου καί τῆς Παλαιστίνης.

Ἕνα μνημειῶδες καί ἀνέκδοτο μέχρι σήμερα ἔργο, δοσμένο στήν νεοελληνική καί συνοδευμένο μέ ἐκτενή εἰσαγωγή, πλούσια βιβλιογραφία καί ἀναλυτικούς πίνακες.

Α´ ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ ΜΕ ΤΟΝ ΑΒΒΑ ΙΩΣΗΦ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ ΚΑΙ ΤΗ ΦΙΛΙΑ

Κεφάλαιο 1· Πρώτη συνάντηση μέ τόν ἀββά ᾿Ιωσήφ.

ΑΒΒΑΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ· ῾Ο πολυσέβαστος ἀββάς ᾿Ιωσήφ, τοῦ ὁποίου τίς διδαχές καί τίς ὑποθῆκες θά ἀναπτύξω εὐθύς ἀμέσως, ἦταν ἕνας ἀπό τούς τρεῖς Γέροντες πού ἀνέφερα σέ κάποια ἄλλη «Συνομιλία».
῾Ο ἀββάς ᾿Ιωσήφ ἦταν ἀπόγονος ἐπιφανοῦς οἰκογένειας καί διακεκριμένος πολίτης τῆς πόλεως Θμούεως, τῆς γενέτειράς του, στήν Αἴγυπτο. ῏Ηταν ἄριστα ἐκπαι- δευμένος καί κατεῖχε ἐκτός ἀπό τήν μητρική του γλώσσα καί τήν ἑλληνική. Τή γνώριζε μάλιστα τόσο καλά, ὥστε ὅταν συνομιλοῦσε μαζί μας, ἀλλά καί μέ κάθε ἄλλο ξένο πού ἀγνοοῦσε τήν κοπτική γλώσσα, μποροῦσε νά τή χειρισθεῖ ἄνετα καί νά ἐκφρασθεῖ σ᾿ αὐτή μέ πολλή ἀκρίβεια. Γι᾿ αὐτό δέν ἦταν ἀναγκασμένος νά ζητάει, ὅπως οἱ ἄλλοι μοναχοί, τή βοήθεια κάποιου μεταφραστῆ. Read more

Μέρος 1

Ἡ ἀνδρεία τοῦ σώματος ἔχει τὴν ἰδιότητα νὰ καταβάλλει τὰ σώματα τῶν ἐχθρῶν, νὰ συντρίβει τὰ γερὰ τείχη τῶν πόλεων καὶ νὰ μάχεται τὸν ὁρατὸ ἐχθρό, ἐνῶ ἡ ἀνδρεία τῆς ψυχῆς τοῦ θεοσεβοῦς βασιλέως πρέπει νὰ συνίσταται στὸ νὰ νικάει τὰ σαρκικὰ πάθη μὲ τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ καὶ μὲ τὸν θεὶo ζῆλο. Αὐτὸ μαρτυρεῖ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ποῦ λέγει: «Τῷ φόβω δὲ Κυρίου ἐκκλίνει πᾶς ἀπὸ κακοῦ»[1]. Καὶ τί μεγαλύτερο κακὸ μπορεῖ νὰ ὑπάρχει ἀπὸ τὰ σαρκικὰ πάθη, ποῦ ἐναντιώνονται τῆς ψυχῆς γιὰ νὰ τὴν παραμορφώσουν ἐνώπιόν του Θεοῦ καὶ Δημιουργοῦ της; Προσπάθησε λοιπόν, εὐσεβέστατε ἄρχοντα, νὰ τὴν κρατήσεις ἁγνὴ γιὰ τὸν ἀθάνατο Βασιλέα καὶ Νυμφίο της, γιὰ νὰ ἀξιωθεῖ καὶ αὐτὴ μαζὶ μὲ τὶς φρόνιμες παρθένες, κρατώντας τὸ ἀναμμένο λυχνάρι, νὰ εἰσέλθει στὴν οὐράνια παστάδα τοῦ Νυμφίου τῆς[2]. Read more

Ὅτι ὁ Θεὸς δὲν δημιούργησε τὸν ἄνθρωπο ἀσθενῆ ὥστε νὰ ἁμαρτάνει ἐξαιτίας τῆς ἀσθένειας, ὅπως συμβαίνει τώρα. Καὶ ὅτι ἄλλη εἶναι ἡ ἁμαρτία τοῦ Ἀδὰμ καὶ ἄλλες οἱ ἁμαρτίες τὶς ὁποῖες διαπράττουμε ἐμεῖς. Τί εἶναι ἁμαρτία καὶ τί μᾶς πρόσφερε ὁ Χριστός. Καὶ ὅτι γι’ αὐτὸ τὸ σκοπὸ ἔγινε ὁ Θεὸς ἄνθρωπος, γιὰ νὰ καταλύσει τὰ ἔργα τοῦ διαβόλου.

Κεφάλαιο Θ’

Δὲς τὴν ἁμαρτία ποὺ διέπραξε ὁ Ἀδὰμ ἐνῶ καθόταν στὴ δόξα καὶ στὴν ἀπόλαυση τοῦ παραδείσου, καὶ δὲν θὰ βρεῖς καμιὰ ἀνάγκη ἢ ἀσθένεια ἢ πρόφαση καθόλου εὔλογη, παρὰ μόνο καταφρόνηση τῆς ἐντολῆς καὶ τὴν ἀγνωμοσύνη καὶ ἀχαριστία καὶ ἀποστασία πρὸς αὐτὸν τὸν ἴδιο ποὺ τὸν δημιούργησε ἀπὸ τὸ χῶμα. Ὑπῆρξε ὅμως ἀφορμὴ μεγάλης συγγνώμης γι’ αὐτόν, τὸ ὅτι ὄχι ἐθελουσίως καὶ ἀπὸ μόνος του ἀλλὰ δέχθηκε τὴ συμβουλὴ ἀπὸ αὐτὸν ποὺ τὸν ἐξαπάτησε· ὑπῆρξε ἐπίσης ἀφορμή το ὅτι περιβαλλόταν σάρκα. Καὶ ἡ συγγνώμη δόθηκε, πρώτον μέν, διότι ἀπατήθηκε, δεύτερον δέ, διότι ἀσθένησε. Διότι ἐπειδὴ ἔγινε κατὰ τὴ φύση ἀσθενής, καὶ εὐμετάβολος ἐξαιτίας τῆς ταλαιπωρίας, δὲν μπόρεσε νὰ ἐπαρθεῖ καὶ νὰ ἀποστατήσει ὅπως ὁ ἄσωτος διάβολος καὶ οἱ ἄγγελοί του. Καὶ τώρα ἄγοντας τὴν ἀσθένεια φυσικὴ ὁ ἄνθρωπος καὶ ἐξαιτίας τῆς ἀμαρτάνοντας, γίνεται εὐγνώμων καὶ χωρὶς νὰ θέλει· καὶ ἀτενίζοντας πρὸς τὸν Θεό, ζητεῖ αὐτὰ τὰ δύο, συγχώρηση καὶ δύναμη. Τὴ μὲν γιὰ ὅσα ἁμάρτησε – διότι ἂν καὶ λόγω ἀσθενείας συμβαίνουν τὰ παραπτώματα, ἀλλ’ ἔπρεπε νὰ ἀντισταθεῖ μέχρι αἵματος ἐναντίον τῆς ἁμαρτίας -, τὴ δὲ δύναμη, ὥστε ἀφοῦ δυναμωθεῖ ἐκ Θεοῦ, μὲ τὴ χάρη τοῦ Χριστοῦ καὶ δωρεάν, οὔτε νὰ θέλει ἢ νὰ μπορεῖ νὰ ἁμαρτάνει, καὶ νὰ ἐνισχυθεῖ ὥστε νὰ γίνεται εὐάρεστος στὸν Θεό. Read more

«Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καί πεφορτισμένοι, κἀγώ ἀναπαύσω ὑμᾶς». Μ’ αὐτὰ τὰ λόγια καλεῖ ὁ Χριστὸς ὅλους, ὅσοι λυγίζουν κάτω ἀπὸ τὸ βάρος τῆς ἁμαρτίας. Καὶ προσθέτει στὴν Ἀποκάλυψη: «Ὁ διψῶν ἐρχέσθω… ἐγὼ τῷ διψώντι δώσω ἐκ τῆς πηγῆς τοῦ ὕδατος τῆς ζωῆς δωρεάν». Τρέξτε ὅλοι οἱ διψασμένοι, φωνάζει ὁ Κύριος, στὴν αἰώνια καὶ ζωοπάροχη βρύση.

Ὅσο ἁμαρτωλὸς κι ἂν εἶσαι, φονιάς, μοιχὸς ἢ κάτι ἄλλο, σὲ δέχεται ὁ Δεσπότης. Σηκώνει ἀμέσως τὸ φορτίο τῶν ἁμαρτιῶν σου καὶ σ’ ἐλευθερώνει. Καὶ πῶς τὸ κάνει αὐτό; Ὅπως ἀκριβῶς συγχώρεσε τὶς ἁμαρτίες τοῦ παραλυτικοῦ, λέγοντάς του: «Τέκνον, ἀφέωνταί σου αἳ ἁμαρτίαι». Κι ἀμέσως τὸν λύτρωσε ἀπὸ τὸ βάρος του καὶ τὸν θεράπευσε. Read more

Ὅπως εἶναι ἡ ἀρρώστια στὸ κορμί, ἔτσι εἶναι καὶ ἡ ἁμαρτία στὴν ψυχή. Γι’ αὐτὸ ἡ ἰατρικὴ τῶν ψυχῶν δὲν καταγίνεται μὲ τίποτ’ ἄλλο, παρὰ μόνο μὲ τὴν καταπολέμηση τῆς ἁμαρτίας καὶ τῶν αἰτιῶν της, τῶν παθῶν.

Καὶ αὐτὸ εἶναι τὸ πιὸ σημαντικό. Γιατί στὴ φοβερὴ ὥρα τῆς Κρίσεως τί ἀπολογία θὰ δώσουμε; Ἐπιμεληθήκαμε ἄραγε τὴν ὑγεία τῆς ψυχῆς μας ἢ μήπως ἀγωνιστήκαμε σ’ ὅλη μας τὴ ζωὴ γιὰ τὴν πολύμορφη μάταιη ἀπόλαυση;

Ἂν δὲν γνωρίζουμε τὴν ἀρρώστια τῆς ψυχῆς μας καὶ δὲν αἰσθανόμαστε τοὺς πόνους καὶ τὸ κακὸ ποὺ προξενεῖ στὴ ζωή μας, βρισκόμαστε σὲ πλάνη.

Κάθε ἄνθρωπος εἶναι λίγο ἢ πολὺ ἄρρωστος ψυχικά. Συνήθως ὅμως, μολυσμένος ἀπὸ τὸ μικρόβιο τῆς ὑπερηφάνειας, δὲν αἰσθάνεται τὸ κακὸ ποὺ τοῦ προξενεῖ ἡ ἁμαρτία. Καὶ ὅσο δὲν τὸ αἰσθάνεται, τόσο περισσότερο ὑπερηφανεύεται, ὅπως τὸ λέει καὶ ὁ προφήτης Δαβίδ: «Ἡ ὑπερηφανία τῶν μισούντων σὲ ἀνέβη διὰ παντός». Γιατί ὁ ψυχικὰ ἄρρωστος εἶναι κατὰ κανόνα καὶ ἀναίσθητος, καὶ δὲν νοιάζεται γιὰ τὴν ὑγεία τῆς ψυχῆς του. Καὶ μισώντας τὴν ψυχή του, μισεῖ καὶ τὸ γιατρὸ τῶν ψυχῶν. Read more

Οἱ Θεῖες Γραφὲς μᾶς διδάσκουν, ὅτι δὲν πρέπει ν’ ἀπελπιζόμαστε γιὰ τὴ σωτηρία μας, ὅταν σφάλλουμε καὶ πέφτουμε σὲ κάποια ἁμαρτία. Ἂς μὴ νομίζουμε πὼς θὰ δικαιωθοῦμε ἀπὸ τὰ ἔργα μας. Μόνο τὸ ἄπειρο ἔλεος τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ δική μας συνεχὴς μετάνοια μποροῦν νὰ μᾶς σώσουν. Καὶ λέγοντας μετάνοια, δὲν ἐννοοῦμε ἐκείνη ποὺ ἐκδηλώνεται μὲ λόγια μόνο ἢ ἔστω μὲ νηστεία, κακοπάθεια καὶ ἄλλες ταλαιπωρίες τοῦ σώματος, ἀλλὰ ἐκείνη ποὺ γίνεται μὲ συντριβὴ καὶ κατάνυξη τῆς καρδιᾶς.

Τέτοια ἦταν ἡ μετάνοια τοῦ Προφήτη Δαβίδ. Αὐτός, μολονότι ζοῦσε στὸν κόσμο καὶ μέσα στὶς βιοτικὲς μέριμνες, ἐντούτοις συλλογιζόταν συνεχῶς ὅτι λύπησε τὸ φιλεύσπλαχνο Κύριο, περιφρονώντας τὶς Ἅγιες Ἐντολές Του, καὶ φάνηκε ἀχάριστος, καὶ φάνηκε ἀχάριστος, ξεχνώντας τὶς ἀναρίθμητες εὐεργεσίες Του. Γι’ αὐτὸ τὸ πρόσωπό του ἦταν σκυθρωπὸ ἀπ’ τὸ ἀδιάκοπο καρδιακὸ πένθος. Γι’ αὐτὸ ταλαιπωροῦσε τὸν ἑαυτό του καὶ ταπεινωνόταν πολύ, θέλοντας νὰ ἐξευμενίσει τὸ Θεό. Ὂλ’ αὐτὰ εἶναι ἀποτυπωμένα στοὺς Ψαλμούς, ποὺ ἔγραψε, καὶ ὅπου ξεκάθαρα φαίνεται ἡ διαρκὴς καὶ ἔμπονη μετάνοιά του, μολονότι ἦταν κοσμικὸς ἄνθρωπος, καὶ μάλιστα βασιλιάς, καὶ εἶχε τὴ φροντίδα τοῦ λαοῦ, τῆς οἰκογένειάς του καὶ τόσων ὑποθέσεων τοῦ κράτους. Read more

Read more

Ὅπου γίνεται λόγος καὶ γιὰ τὸ ὅτι πρέπει νὰ εἴμαστε συγχωρητικοὶ καὶ στοργικοὶ μεταξὺ μας

ΠαλαμάςὉ μέγας Παῦλος, δείχνοντας τὸ θεῖο καὶ κοινωφελὲς τής πιστεως καὶ διακηρύσσοντας τὰ ἔργα αὐτῆς καὶ τὰ κατορθώματα καὶ τοὺς καρποὺς καὶ τὴ δύναμη, ἀρχίζει ἀπὸ τοὺς αἰῶνες ἀπὸ τοὺς ὁποίους δὲν ὑπάρχει τίποτε ἀρχαιότερο, λέγοντας, «μὲ τὴν πίστη κατανοοῦμε ὅτι οἱ αἰῶνες καταρτίσθηκαν μὲ τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, ὥστε τὰ βλεπόμενα νὰ μὴ ἔχουν γίνει ἀπὸ αὐτὰ ποὺ εἶναι ὁρατά», καὶ τελειώνει μὲ τὴν μελλοντικὴ παγκόσμια ἀνάσταση καὶ τὴν τελείωση τῶν ἁγίων ποὺ θὰ συμβεῖ κατ’ αὐτήν, ἀπὸ τὴν ὁποία τίποτε δὲν ὑπάρχει τελειότερο. Συντάσσοντας ὅμως τὸν κατάλογο ἐκείνων ποὺ θαυμάσθηκαν γιὰ τὴν πίστη καὶ ἐπιβεβαιώνουν αὐτὴν μὲ τὸν ἑαυτό τους, λέγει καὶ τοῦτο, ὅτι «μὲ τὴν πίστη ἔλαβαν γυναῖκες μὲ τὴν ἀνάσταση τοὺς νεκρούς των». Καὶ αὐτὲς εἶναι ἡ Σαραφθία καὶ ἡ Σουναμίτιδα, ἀπὸ τὶς ὁποῖες ἡ μία ἔλαβε τὸν υἱό της ποὺ εἶχε πεθάνει πάλι ζωντανὸ ἀπὸ τὸν προφήτη Ἠλία, ἐνῶ ἡ Σουναμίτιδα ἔλαβε τὸν δικό της ἀπὸ τὸν Ἐλισσαῖο.
Ἡ καθεμιὰ τοὺς ἐπέδειξε μὲ τὰ ἔργα μεγάλη πίστη. Ἡ Σαραφθία προλαβαίνοντας σύμφωνα μὲ τὴν πίστη τῆς τὴν ἀναγγελμένη ἀπὸ τὸν προφήτη αὔξηση τῶν τροφίμων καὶ τρέφοντας αὐτὸν πρὶν ἀπὸ τὰ παιδιά της ἀπὸ τὸ ἀλεύρι μιᾶς χούφτας καὶ τὸ λίγο λάδι, τὰ μόνα ποὺ εἶχε νὰ φάγει, καὶ ἔπειτα περιμένοντας νὰ πεθάνει μὲ τὰ παιδιά της. Ἀλλὰ κι ὅταν μετὰ τὸν ἐρχομὸ τοῦ Ἠλία ἀρρώστησε καὶ πέθανε ὁ υἱὸς τῆς (γιατί λέγει, «ἡ ἀρρώστια τοῦ ἦταν πολὺ βαρειά, σὲ βαθμὸ ὥστε νὰ μὴ ἀπομείνει σ’ αὐτὸν πνεῦμα ζωῆς»), αὐτὴ δὲν ἔδιωξε τὸν προφήτη, δὲν τὸν κατηγόρησε, δὲν ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ τὴ θεοσέβεια ποὺ διδάχθηκε ἀπὸ αὐτόν, ἀλλὰ κατηγόρησε τὸν ἑαυτό της καὶ θεώρησε ὅτι αἰτία τοῦ πάθους εἶναι οἱ ἁμαρτίες της, ἀποκαλώντας σ’ αὐτὴ τὴ συμφορὰ τὸν Ἠλία ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ, καὶ κατηγορώντας μᾶλλον τὸν ἑαυτό της καὶ λέγοντάς του μᾶλλον προτρεπτικά, παρὰ σκωπτικά, «τί σχέση ὑπάρχει ἀνάμεσά σε μένα καὶ σὲ σένα, ἄνθρωπε τοῦ Θεοῦ; ἦρθες σὲ μένα νὰ μοῦ ὑπενθυμίσεις τὶς ἁμαρτίες μου καὶ νὰ θανατώσεις τὸν υἱό μου;». Σὺ εἶσαι φῶς, λέγει, κατὰ μέθεξη, ὡς διάκονος τοῦ φωτὸς τῆς δικαιοσύνης, καὶ ἐρχόμενος ἐδῶ κατέστησες φανερά τα ἀφανῆ ἁμαρτήματά μου, καὶ αὐτά μου θανάτωσαν τὸν υἱό μου. Βλέπετε πίστη ἀλλόφυλης γυναίκας; βλέπετε ταπείνωση; Γι’ αὐτὸ εὔλογα ἔλαβε τὴν ἐκλογὴ ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ καταξιώθηκε νὰ γίνει πρότυπό της κλήσεως καὶ πίστεως τῶν ἐθνῶν, καὶ ἔπειτα δέχθηκε καὶ τὸ παιδὶ τῆς ζωντανό.
Ἡ Σουναμίτιδα πάλι ἔδειξε την πίστη της καὶ μὲ ὅσα εἶπε πρὸς τὸν ἄνδρα της γιὰ τὸν Ἐλισσαῖο, καὶ μὲ ὅσα ἑτοίμασε γιὰ τὴ φιλοξενία τοῦ προφήτη, καὶ μὲ τὴν ἀξιοπρέπεια ποὺ ἐπέδειξε ὅταν πέθανε τὸ παιδί της. Γιατί, κρύβοντας ἀθόρυβα τὴ συμφορά, ἔτρεξε πρὸς τὸν προφήτη καὶ τὸν ὁδήγησε στὴν οἰκία της, λέγοντας πρὸς αὐτόν, «ὁρκίζομαι στὸν ζωντανὸ Κύριο καὶ στὴ δική σου ζωή, ὅτι δὲν θὰ σὲ ἐγκαταλείψω», καὶ μὲ αὐτὴ τὴν πίστη δέχθηκε τὸν υἱὸ τῆς ἀναστημένο ἀπὸ τὸν προφήτη, ὥστε τὸ ἐξαίρετο αὐτὸ θαῦμα νὰ μὴ εἶναι ἐκείνων τῶν προφητῶν, ἀλλὰ μάλλον της πίστεως των μητέρων ποὺ δέχθηκαν τοὺς ἀναστάντες. Read more