Μιὰ φοβερὴ ἐξιστόρηση ἀπὸ τὰ βάθη τῆς Περσίας
Ἡ διήγηση ποὺ ἀκολουθεῖ, ἂν καὶ θυμίζει ἀρχαῖο παγανιστικὸ παραμύθι, ἀπαντάει ὡστόσο σὲ πολλὰ ἐρωτήματα ποὺ ἐκκρεμοῦν σχετικὰ μὲ τὴν ὕπαρξη καὶ τὴν ὁδοιπορία τῶν Τριῶν Μάγων ἀπὸ τὰ βάθη τῆς Περσίας. Ποιοὶ ἦταν οἱ Μάγοι; Ποιὰ τὰ ὀνόματά τους; Τί τοὺς ἔκανε στ’ ἀλήθεια νὰ ξεκινήσουν τὸ δίχρονο ταξίδι τους πρὸς τὴν ἄσημη Βηθλεέμ; Τί ἀκριβῶς συνέβηκε στὴ χώρα τους; Πῶς ἔλαβαν τὴν πληροφορία γιὰ τὴ Γέννηση τοῦ Μεσσία;
Οἱ Μάγοι στὴν Περσικὴ κοινωνία ἦταν ἀρχοντικὰ πρόσωπα ποὺ ἐμφοροῦνταν ἀπὸ μεγάλη γνώση καὶ σοφία. Βαθύτατα μυημένοι στὶς ἐπιστῆμες τῆς ἐποχῆς, καταρτισμένοι ἰδιαίτερα στὰ κεφάλαια τῆς φυσικῆς λειτουργίας τοῦ σύμπαντος, ἀπὸ τὴ συνεχῆ παρακολούθηση τῶν οὐράνιων καὶ ἀστρικῶν φαινομένων, συγκέντρωναν τὴν ὑπόληψη καὶ τὴν τιμὴ τῶν βασιλέων καὶ εὐρύτερά του λαοῦ τῆς Περσίας σὲ μεγάλο βαθμό. Σὲ αὐτὴ τὴν κοινωνία τῆς μακρινῆς ἀνατολῆς κρατιόταν ζωντανὴ καὶ ἀκμαία ἡ προσδοκία τοῦ Μεσσία μέσω τῆς πανάρχαιας προφητείας τοῦ Βαλαὰμ τοῦ Μάντη, ἕνα πρόσωπο ποὺ ἀπασχολεῖ βραχύτατά τους «Ἀριθμοὺς» τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης σὲ τρία κεφάλαια. Ὁ Βαλαάμ, μὲ αὐτὴ τοῦ τὴν προφητεία, ἔκανε τοὺς ἀπογόνους του, τοὺς Πέρσες, νὰ προσμένουν μὲ ἁγνότητα καὶ ἀνιδιοτέλεια τὸν ἐρχομὸ τοῦ Μεσσία, ἄσχετα ἂν σὰν λαὸς ἦταν ἐκτός των κλειστῶν τειχῶν τοῦ «περιούσιου λαοῦ» τοῦ Ἰσραήλ. Ἀλλά, τί ἀκριβῶς ἔλεγε ἡ προφητεία τοῦ Βαλαάμ; «Θὰ ἀνατείλει ἄστρο ἀπὸ τὴ γῆ τοῦ Ἰακὼβ καὶ θὰ ἀναδειχθεῖ Ἄνθρωπος ἀπὸ τὸ λαὸ τοῦ Ἰσραὴλ ποὺ θὰ συντρίψει τοὺς ἀρχηγοὺς τῶν Μωαβιτῶν» (Ἀριθμ. 24:17). Πρόωρα προϊδεασμένοι καὶ ἀφυπνισμένοι οἱ Μάγοι, μέσω αὐτῆς τῆς πολὺ σημαντικῆς προφητείας, ζοῦσαν τὴ μεσσιανικὴ προσδοκία σὰν μέρος τῆς δικῆς τους παράδοσης, μὲ εἰλικρινῆ λαχτάρα γιὰ τὸ ἐρχομὸ τοῦ Θεοῦ στὴ γῆ. Ὅταν τοὺς ἐπισκέφθηκε ὁ παράδοξος Ἀστέρας, ἐκεῖνοι ἦταν ἤδη προπαρασκευασμένοι γιὰ νὰ δώσουν τὸ δικό τους παρὸν στὸ θαυμαστὸ σκηνικό των ἐθνῶν ποὺ ἑτοίμαζε ἡ θεία Οἰκονομία γιὰ τὴ Γέννηση τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ.
Η παρακάτω τερπνὴ διήγηση βρίσκεται σὰν ὑποσημείωση στὴν 22η «Μελέτη» τῶν «Πνευματικῶν Γυμνασμάτων» τοῦ Ἁγίου Νικόδημου τοῦ Ἁγιορείτη. Ἀποδίδεται σὲ κάποιον Ἀφροδιτιανὸ φιλόσοφο, ὁ ὁποῖος χριστιανὸς ὄντας, ἔλαβε μέρος σὲ μιὰ συνάντηση ἀπολογητικοῦ χαρακτήρα, στὴν ὁποία, ἐκτὸς ἀπὸ περίπου 100 ἐπισκόπους, συμμετεῖχαν καὶ διάφοροι Ἕλληνες καὶ Ἑβραῖοι, ἐρίζοντας ὡς εἴθισται οἱ δύο τελευταῖοι, γιὰ τὴν ἱστορικὴ πραγματικότητα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
- Μιὰ μέρα, στὸ βασιλικὸ ναὸ τῆς Περσίας
/Ἐκεῖνες τὶς μέρες ποὺ γεννήθηκε ὁ Χριστὸς στὴ Βηθλεὲμ τῆς Ἰουδαίας, πῆγε ὁ τότε βασιλιὰς τῆς Περσίας, ὁ Μιθροβάδης, μέσα στὸ ναὸ τῆς θεᾶς Ἥρας μὲ σκοπὸ νὰ μάθει τὴν ἐξήγηση μερικῶν ὀνείρων ποὺ εἶχε δεῖ στὸν ὕπνο του. Ἐκεῖ, συνάντησε τὸν ἱερέα τῶν εἰδώλων ποὺ λεγόταν Προύπιος, ὁ ὁποῖος μόλις εἶδε τὸν βασιλιὰ τοῦ εἶπε: «Χαίρομαι μαζί σου βασιλιά, γιατί ἡ θεὰ Ἥρα συνέλαβε!». Μόλις τ’ ἄκουσε αὐτὸ ὁ βασιλιὰς τοῦ χαμογέλασε καὶ τοῦ ’πε: «Καλά, ἡ Ἥρα ἔχει τόσο καιρὸ ποὺ πέθανε καὶ συνέλαβε τώρα;». Τοῦ ἀπαντάει καὶ πάλι ὁ ἱερέας: «Ναί, βασιλιά μου, ἡ Ἥρα ποὺ πέθανε, τώρα ξανάζησε καὶ πρόκειται νὰ γεννήσει καὶ φέρει στὸν κόσμο ζωή». «Τί ’ν’ αὐτὸ ποῦ μου λές;», εἶπε ὁ βασιλιάς, «ἐξήγησέ τό μοῦ καλύτερα!». Τότε ὁ ἱερέας τῶν ἄψυχων εἰδώλων Προύπιος εἶπε: «Στ’ ἀλήθεια βασιλιά μου, ἦρθες στὴν πιὸ κατάλληλη ὥρα σήμερα. Ἄκουσε τὸ μυστήριο τῆς ὅλης ὑπόθεσης: Ὅλη τὴν περασμένη νύχτα, ὅλα τα ἀνδρικὰ καὶ τὰ γυναικεῖα εἴδωλα τοῦ ναοῦ χόρευαν κι ἔλεγαν μεταξύ τους: “Ἐλᾶτε νὰ χαροῦμε μὲ τὴν Ἥρα, γιατί κάποιος τὴ φίλησε!”. Κι ἐγώ, ἀκούγοντας αὐτὰ εἶπα: “Μά, πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ μείνει ἔγκυος αὐτὴ ποὺ πέθανε καὶ δὲν ὑπάρχει πιά;”. Κι ἐκεῖνα τὰ εἴδωλά μου εἶπαν: “Ναί, ξανάζησε καὶ δὲ λέγεται πλέον Ἥρα, ἀλλὰ Οὐρανία, γιατί ἕνας μεγάλος Ἥλιος τὴ φίλησε”. Τότε τὰ γυναικεῖα εἴδωλα γιὰ νὰ περιπαίξουν κάπως τὸ πράγμα, εἶπαν πρὸς τὰ εἴδωλα τῶν ἀνδρῶν: “Ἡ Πηγὴ εἶναι ἐκείνη ποὺ δέχθηκε τὸν ἀσπασμὸ τοῦ Μέγα Ἥλιου καὶ ὄχι ἡ Ἥρα! Μήπως τάχα ἡ Ἥρα εἶναι αὐτή, ποῦ ἀρραβωνιάστηκε τὸν τέκτονα, τὸν μαραγκό;”. Τότε ἀπάντησαν τὰ ἀνδρικὰ εἴδωλα: “Τὸ ὅτι ὀνομάστηκε Πηγή, τὸ δεχόμαστε. Γιατί δίκαια καὶ πολὺ σωστὰ λέγεται Πηγή, ὅμως τὸ κύριο ὄνομά της εἶναι Μαρία, ἡ ὁποία βαστάζει μέσα στὴ μίτρα της, σὰν μέσα σὲ κάποιο πέλαγος, ἕνα καράβι ποὺ χωράει μύριους ἄνδρες. Κι ἂν αὐτὴ λοιπὸν ὀνομάζεται Πηγή, ἔτσι ἀκριβῶς πρέπει καὶ νὰ νοεῖται: σὰν μιὰ πηγὴ ποὺ πάντοτε ἀναβλύζει νερό, δηλαδὴ Πνεῦμα. Μέσα της, ἔχει ἕνα μόνο Ψάρι («Ι.Χ.Θ.Υ.Σ.»), τὸ ὁποῖο πιάστηκε μὲ τὸ ἀγκίστρι τῆς θεότητας καὶ τρέφει μὲ τὴν ἴδια τοῦ τὴ σάρκα ὅλους τους ἀνθρώπους ποὺ πολιτεύονται στὴν παροῦσα ζωή, ποῦ ’ναι γεμάτη ταραχὲς καὶ ζάλες, σὰν νὰ βρίσκονται μέσα σὲ θάλασσα. Καὶ πολὺ καλὰ εἴπατε ὅτι αὐτὴ ἔχει ἀρραβωνιαστεῖ τὸν τέκτονα, ἀλλ’ ὅμως Ἐκεῖνον τὸν Τέκτονα ποὺ γεννάει, δὲν εἶναι ἀπὸ συνάφεια ἀνδρός. Γιατί Αὐτὸς ὁ Τέκτονας ποὺ γεννιέται, εἶναι Γιὸς τοῦ Τεκτονάρχου Θεοῦ καὶ Πατέρα, ποὺ κατασκεύασε τὴν τριώροφη σκέπη τ’ οὐρανοῦ μὲ πάνσοφη τέχνη”. Ἔτσι λοιπὸν φιλονικοῦσαν τὰ εἴδωλα μεταξύ τους γιὰ τὸ θέμα τῆς Ἥρας καὶ τῆς Πηγῆς. Ἔπειτα, ὅλα μαζὶ εἶπαν ὁμόφωνα: “Σὰ ξημερώσει ἡ μέρα, τότε θὰ γνωρίσουμε μὲ βεβαιότητα ὅλοι καὶ ὅλες τὴν ἀλήθεια τῆς ὑποθεσης”. Γι’ αὐτὸ τώρα, βασιλιά μου, πρέπει νὰ μείνεις ἐδῶ αὐτὴ τὴ μέρα. Γιατί σήμερα καί, μιὰ γιὰ πάντα, πρόκειται νὰ μᾶς φανερωθεῖ ἐτούτη ἡ ὑπόθεση…
2. Ἡ ἐμφάνιση τοῦ παράδοξου Ἀστέρα
Ἀφοῦ ἔμεινε ὁ βασιλιὰς μέσα στὸ ναό, ξαφνικά, βλέπει ὅλα τα εἴδωλα νὰ κινοῦνται ἀπὸ μόνα τους καὶ νὰ χορεύουν καὶ νὰ χαίρονται. Καὶ οἱ μὲν οἱ κινύστριες ἄρχισαν νὰ κρούουν τὶς κινύστρες καὶ οἱ δὲ μοῦσες νὰ τραγουδοῦν. Κι ὅσα χρυσὰ κι ἀσημένια εἴδωλα τετραπόδων καὶ πετεινῶν ἦταν μέσα στὸ ναό, κάθε ἕνα ἀπὸ αὐτὰ μιλοῦσε μὲ τὴ δική του φωνή. Ὁ βασιλιάς, βλέποντας ὂλ’ αὐτά, τρόμαξε καὶ φοβήθηκε πάρα πολύ, ὥστε θέλησε νὰ φύγει ἀπὸ ’κει, γιατί δὲν μποροῦσε νὰ ὑποφέρει ὅλη αὐτὴ τὴν ταραχὴ ποὺ προκαλοῦσαν ἀπὸ μόνα τους τὰ εἴδωλα. Ἀλλὰ ὁ ἱερέας ὁ Προύπιος τοῦ εἶπε: «Μεῖνε βασιλιά μου ἐδῶ καὶ μὴ φύγεις, γιατί σήμερα ὁ Θεὸς τῶν θεῶν πρόκειται νὰ μᾶς φανερώσει μιὰ τέλεια ἀποκάλυψη». Καὶ τὴν ὥρα ποὺ λέγονταν αὐτά, ἄνοιξε ἡ σκέπη τοῦ ναοῦ καὶ κατέβηκε ἕνα Ἄστρο λαμπρό, ποὺ στάθηκε πάνω ἀπὸ τὸν ἀνδριάντα τῆς Πηγῆς κι ἀκούστηκε μιὰ φωνὴ ποὺ ἔλεγε: «Δέσποινα Πηγή, ὁ Μέγας Ἥλιος μ’ ἔστειλε νὰ σοῦ μηνύσω καί, ταυτόχρονα, νὰ ὑπηρετήσω τὰ πρέποντα ποὺ ἀφοροῦν τὴ Γέννηση, φανερώνοντας σ’ ἐσένα τὸν ἀμίαντο Γάμο· σ’ ἐσένα ποὺ ἔγινες Μητέρα τοῦ Πρώτου ποὺ βρίσκεται πάνω ἀπ’ ὅλα τα Τάγματα· σ’ ἐσένα ποὺ εἶσαι ἡ Νύμφη τοῦ μόνου Τρισυπόστατου Θεοῦ. Τὸ δὲ ἄσπορο Βρέφος ποὺ πρόκειται νὰ γεννηθεῖ ἀπὸ σένα, καλεῖται Ἀρχὴ καὶ Τέλος· δηλαδὴ ἀρχὴ σωτηρίας καὶ τέλος ἀπωλείας». Καὶ εὐθὺς ποὺ ἀκούστηκε αὐτὴ ἡ φωνή, ὅλα τα εἴδωλα ἔπεσαν κατὰ πρόσωπο κάτω στὸ ἔδαφος τοῦ ναοῦ καὶ μόνη ἡ Πηγὴ ἔμεινε ὄρθια, πάνω στὴν ὁποία βρέθηκε τοποθετημένο ἕνα στεφάνι βασιλικὸ ποὺ εἶχε πάνω του ἕνα ἀστέρι λιθοκόλλητο ἀπὸ δυὸ πολύτιμους λίθους, ἀπὸ διαμάντι καὶ σμάραγδο. Πάνω ἀπὸ τὴν Πηγὴ στεκόταν ἐκεῖνος ὁ Ἀστέρας ποὺ κατέβηκε ἀπ’ τὸν οὐρανό. Βλέποντας ὂλ’ αὐτὰ ὁ βασιλιάς, ἔμεινε ἐκστατικὸς καὶ ἄφωνος!…
- Οἱ Σοφοὶ ἑρμηνεύουν καὶ οἱ Μάγοι ξεκινοῦν
Ἀμέσως προστάζει ὁ βασιλιὰς νὰ συγκεντρωθοῦν στὸ ναὸ ὅλοι οἱ Σοφοὶ ποὺ θὰ μποροῦσαν νὰ ἐπεξηγήσουν αὐτὸ τὸ σημεῖο, ὅλοι ὅσοι ἀνῆκαν στὴ βασιλεία του. Μάλιστα, ἔστειλε κήρυκες νὰ διασαλπίσουν παντοῦ αὐτὴ τοῦ τὴν προσταγὴ κι ἔτσι συνάχθηκαν ὅλοι οἱ Σοφοί του μέσα στὸ ναό. Αὐτοὶ μόλις εἶδαν τὸν Ἀστέρα μέσα στὸ ναὸ νὰ στέκεται πάνω ἀκριβῶς ἀπὸ τὴν Πηγή, καθὼς καὶ ὅλα τα εἴδωλα νὰ εἶναι πεσμένα κάτω στὸ ἔδαφος, τοῦ εἶπαν: «Βασιλιά μας, σοῦ φέρνουμε γιὰ εἴδηση, πὼς φύτρωσε ἐκείνη ἡ Ρίζα ποῦ ’ναι ἔνθεη καὶ βασιλική, ἡ ὁποία ἔχει χαρακτήρα οὐράνιας καὶ ἐπίγειας βασιλείας. Γιατί ἡ Πηγὴ εἶναι ἡ Μαρία, ἡ Κόρη ἡ Βηθλεεμίτιδα. Τὸ δὲ στεφάνι εἶναι σημεῖο βασιλικό. Ὁ Ἀστέρας σημαίνει πὼς οὐράνιο σημεῖο θαυματουργεῖται ἤδη πάνω στὴ γῆ. Ἀπὸ τὴ φυλὴ τοῦ Ἰούδα σηκώθηκε βασιλεία, ἡ ὁποία πρόκειται νὰ ἐξαφανίσει τοὺς Ἰουδαίους. Καὶ τὸ πέσιμο τῶν εἰδώλων, φανερώνει πὼς τώρα ἦρθε τὸ τέλος τῆς τιμῆς ποὺ ἀπολάμβαναν. Γιατί ὁ Θεὸς ποὺ ἦρθε τώρα ἔχει τὴν παλαιότερη τιμὴ καὶ ἀξία. Καὶ πῶς εἶναι δυνατό, ὁ Θεὸς νὰ ἐπιτρέψει νὰ ὑπάρχει ἄλλη τιμὴ σὲ νεότερους θεούς; Λοιπόν, βασιλιά, στεῖλε τώρα ἀνθρώπους στὰ Ἱεροσόλυμα κι ἐκεῖ θὰ βρεῖς τὸ Γιὸ τοῦ Παντοκράτορα Θεοῦ, ποὺ γεννήθηκε μὲ σῶμα ἀνθρώπου, νὰ βαστάζεται σὲ γυναικεία ἀγκαλιά. Ἔμεινε ὁ Ἀστέρας πάνω ἀπὸ τὸν ἀνδριάντα τῆς Πηγῆς μέχρι ποὺ βγῆκαν οἱ Μάγοι ἀπ’ τὴν Περσία καὶ ξεκίνησαν νὰ πᾶνε πρὸς τὰ Ἱεροσόλυμα. Αὐτὸς ὁ παράδοξος Ἀστέρας πορευόταν μαζί τους καὶ τοὺς ὁδηγοῦσε στὴν πορεία τους. Τὰ ὀνόματα τῶν τριῶν αὐτῶν Μάγων ἦταν: Βαλτάσαρ, Κασπὰρ καὶ Μελχιόρ.
- Ἡ ἀφήγηση τῶν Μάγων
Χωρὶς ἀναβολὴ καιροῦ, ἔστειλε ὁ βασιλιὰς φορτωμένους μὲ δῶρα τοὺς τρεῖς Μάγους ποὺ ἀνῆκαν στὴ βασιλεία του, γιὰ νὰ πᾶνε στὰ Ἱεροσόλυμα μὲ σκοπὸ νὰ προσκυνήσουν τὸν Μεσσία ποὺ γεννήθηκε ἐκείνη τὴ νύχτα στὴ Βηθλεέμ. Ὅταν οἱ Μάγοι γύρισαν πίσω στὴ χώρα τοὺς τὴν Περσία, διηγήθηκαν μὲ κάθε λεπτομέρεια μπροστά σε μεγάλο πλῆθος λαοῦ ὅ,τι ἀκριβῶς τοὺς συνέβηκε στὴν Ἰουδαϊκὴ γῆ. Αὐτὴ ἡ ἐξιστόρηση τῶν Μάγων καταγράφηκε σὲ μεγάλους χρυσοὺς πίνακες ποὺ ἀφιερώθηκαν στὸν ἐκεῖ ναὸ τῆς Πηγῆς, σὲ ἀνάμνηση ὅλων των θαυμαστῶν γεγονότων ποὺ ἔχουν σχέση μὲ τὴ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ.
Αὐτὰ ποὺ ἔκαναν γνωστὰ στὸ συναθροισμένο Περσικὸ πλῆθος, ἔχουν ὡς ἑξῆς:
«Ἀφοῦ φτάσαμε στὰ Ἱεροσόλυμα, τὸ σημεῖο τοῦ Ἀστέρα, μαζὶ μὲ τὴ δική μας παρουσία ἐκεῖ, ἔφερε μεγάλη ταραχὴ καὶ σύγχυση σὲ ὅλους τους Ἰουδαίους, οἱ ὁποῖοι μᾶς ἔλεγαν: “Τί ’ταν αὐτό! Νὰ ἔρθουν σ’ ἐμᾶς οἱ σοφοί των Περσῶν μὲ τὴν καθοδήγηση ἑνὸς τέτοιου πρωτόφαντου Ἀστέρα!”. Καὶ οἱ πρῶτοι των Ἰουδαίων μᾶς ρωτοῦσαν γιὰ τὸ τί ἀκριβῶς γίνεται καὶ γιὰ τὸ σκοπὸ ποὺ πήγαμε ἐμεῖς ἐκεῖ. Ἐμεῖς τοὺς εἴπαμε πώς, “γεννήθηκε Αὐτὸς ποὺ ἐσεῖς ὀνομάζετε Μεσσία”. Ἐκεῖνοι πάλι, ἀκούγοντας αὐτὸ τὸ λόγο, τοὺς ἐπίανε ταραχή, ἀλλὰ δὲ μποροῦσαν ν’ ἀντισταθοῦν σ’ ἐμᾶς, μόνο ξαναρωτοῦσαν πάλι καὶ μᾶς ὅριζαν νὰ τοὺς ποῦμε ὅ,τι γνωρίζαμε καταλεπτῶς. Κι ἐμεῖς, ἀφοῦ τοὺς εἴπαμε ὅ,τι γνωρίζαμε πολλὲς φορές, τοὺς ἀπαντήσαμε στὸ τέλος: “Εἶστε ἄρρωστοι καὶ νοσεῖτε ἀπὸ ἀπιστία! Καί, εἴτε μὲ ὅρκο εἴτε χωρὶς ὅρκο (ποὺ θέλετε νὰ σᾶς δώσουμε ἐμεῖς γι’ ὅσα γνωρίζουμε), ἐσεῖς δὲν πιστεύετε, μονάχα ἀκολουθεῖτε τὸ δικό σας σκοπό. Γιατί ὁ Χριστός, ὁ Γιὸς τοῦ Ὑψίστου Θεοῦ, γεννήθηκε γιὰ νὰ καταργήσει τὶς συναγωγές σας καὶ τὸ δικό σας νόμο. Γι’ αὐτὸ σας πληγώνει καὶ δὲν ἀκοῦτε καθόλου εὐχάριστα αὐτὸ τὸ ὄνομα (τοῦ Χριστοῦ), καθὼς καὶ τὴν ἀποκάλυψη ποὺ ἔχουμε (νὰ σᾶς ποῦμε). Τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ ἦρθε τώρα ξαφνικὰ σὰν καταπέλτης ἐπάνω σας!”.«
- Οἱ Ἰουδαῖοι ζητοῦν τὴν ἀποσιώπηση τῆς θείας Γέννησης
»Ταραγμένοι οἱ Ἰουδαῖοι, ἔκαμναν συμβούλια μεταξύ τους καί, στὸ τέλος, μᾶς παρακάλεσαν νὰ δεχθοῦμε ἀπ’ αὐτοὺς ἀμοιβὲς γιὰ νὰ ἀποσιωπήσουμε τὸ μυστήριο αὐτὸ τῆς Γέννησης τοῦ Χριστοῦ, ποὺ συνέβαινε στὸν τόπο τους, προκειμένου νὰ μὴν προκληθεῖ σ’ αὐτοὺς καμιὰ ἀναταραχὴ καὶ ἀποστασία. Ἐμεῖς, ὅμως, τοὺς εἴπαμε ὅτι, “ἤρθαμε ἀπὸ τὴν Περσία γιὰ νὰ φέρουμε δῶρα γιὰ τὴν τιμὴ καὶ τὴν προσκύνηση Αὐτοῦ του Χριστοῦ, ἤρθαμε γιὰ νὰ κηρύξουμε τὰ μεγαλεῖα ποὺ σχετίζονται μὲ τὴ Γέννησή Του, κι ἐσεῖς τώρα μᾶς δωροδοκεῖτε γιὰ νὰ κρύψουμε ὅλα ἐκεῖνα, ποὺ μᾶς ἔγιναν γνωστὰ ἀπὸ τὴν Οὐράνια θεότητα καὶ νὰ παραβλέψουμε τὰ προστάγματα τοῦ βασιλιά μας;”. Τελικά, οἱ Ἰουδαῖοι μᾶς ἄφησαν νὰ φύγουμε καί, μέσα στὸ φόβο τους, μᾶς παρακαλοῦσαν γιὰ πολὺ ὥρα ἀκόμη.«
»Μετά, μᾶς φώναξε κι ὁ βασιλιὰς τῆς Ἰουδαίας, ὁ Ἡρώδης, γιὰ νὰ παρουσιαστοῦμε μπροστά του. Κι αὐτὸς μας ρωτοῦσε ἐπίμονα γιὰ τὸν Ἀστέρα καὶ τὰ ὑπόλοιπα, πῶς καὶ πότε μᾶς φανερώθηκαν ὂλ’ αὐτὰ σ’ ἐμᾶς. Ὁ βασιλιάς, ἀφοῦ ἄκουσε προσεκτικὰ τὴν ἀφήγησή μας, ταράχθηκε κι αὐτὸς πολύ. Ἀλλὰ ἐμεῖς, δὲν τοῦ δώσαμε καν σημασία καὶ δὲν τὸν ὑπολογίσαμε καθόλου.«
6. Ἀντικρίζοντας τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο
»Συνεχίσαμε, λοιπόν, τὴν πορεία μας καὶ φτάσαμε ἐκεῖ ἀκριβῶς ὅπου βρισκόταν ὁ νεογέννητος Βασιλιάς. Εἴδαμε μὲ τὰ μάτια μᾶς τὴ Μητέρα ποὺ γέννησε τὸν Χριστὸ καὶ Αὐτὸν ποὺ γεννήθηκε ἀπὸ Αὐτήν. Τὸ καταλάβαμε, γιατί ὁ Ἀστέρας ποὺ μᾶς ὁδηγοῦσε μᾶς ἔδειχνε τὸ Δεσποτικὸ Βρέφος.
»Ὅταν πήγαμε πρὸς τὰ ’κει, τῆς εἴπαμε:
–Πώς ὀνομάζεσαι περίφημη Μητέρα;
–Μαρία, ὀνομάζομαι κύριοι δεσπότες!
–Από ποῦ κατάγεσαι;
–Από αὐτὸν ἐδῶ τὸν τόπο.
–Δεν ἔχεις ἄνδρα;
–Ἀρραβωνιάστηκα μόνο· ἔγιναν οἱ προγαμιαῖοι τύποι, ἐν τούτοις, δίσταζε ἡ διάνοιά μου καὶ δὲν ἤθελα καθόλου νὰ γίνει ὁ γάμος. Καὶ τὸν καιρὸ ποὺ εἶχα αὐτοὺς τοὺς λογισμούς, ὅταν ξημέρωνε μιὰ Κυριακή, πρὶν ἀκόμη ἀνατείλει ὁ ἥλιος, ξαφνικά, ἦρθε σ’ ἐμένα ἕνας θαυμαστὸς Ἄγγελος Κυρίου, ὁ ὁποῖος μου εὐαγγελίστηκε τὴν παράδοξη Γέννηση αὐτοῦ του Βρέφους. Μόλις ἄκουσα ἐτούτη τὴν εἴδηση, ταράχθηκα καὶ φώναξα: “Μά, πῶς θὰ γίνει αὐτό; Ἀφοῦ ἄνδρα δὲ γνωρίζω!”. Ὁ δὲ Ἄγγελος τοῦ Κυρίου μὲ πληροφόρησε πὼς αὐτὴ ἡ Γέννηση θὰ πραγματοποιηθεῖ μὲ τὴ θεία βουλή.
»Τότε, τῆς εἴπαμε: “Ώ, Μητέρα μητέρων! Ὅλοι οἱ θεοὶ τῶν Περσῶν σὲ μακάρισαν. Εἶναι μεγάλη σου ἡ δόξα, γιατί ξεπέρασε ὅλες τὶς ἔνδοξες βασιλεῖες κι ἐσὺ φάνηκες βασιλικότερη ἀπ’ ὅλες τὶς βασίλισσες τῆς γῆς!”.«
/7. Τὸ «Νέον Παιδίον», ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς
»Τὸ δὲ Παιδίον, ὁ Ἰησοῦς, καθόταν καταγῆς καὶ ἦταν δύο ἐτῶν καί, μάλιστα, ἔμοιαζε στὰ χαρακτηριστικὰ μὲ τὴ Μητέρα Του, ἡ ὁποία ἦταν ψηλή, τὸ σῶμα τῆς ἦταν τρυφερό, στὸ χρῶμα τοῦ σιταριοῦ. Τὰ μαλλιὰ τῆς ἦταν στὸ κεφάλι τῆς ὡραιότατα. Ἔχοντας κι ἐμεῖς ἕναν ἐπιτήδειο ζωγράφο, τὸν προστάξαμε νὰ ζωγραφίσει τὴ μορφὴ τῆς Μητέρας καὶ τοῦ Παιδιοῦ. Αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν εἰκόνα, τὴ φέραμε καὶ στὴ χώρα μας καὶ τὴν ἀφιερώσαμε στὸν ἐδῶ ναό, ἐκεῖ ὅπου ἔγινε ἡ πρώτη φανέρωση τοῦ Ἀστέρα. Ἡ εἰκόνα αὐτή, ἔχει τὴν ἑξῆς ἐπιγραφή: “Ἡ βασιλεία τῶν Περσῶν ἀφιερώνει τὴν εἰκόνα αὐτὴ στὸ Μέγα Ἥλιο, στὸ Θεὸ καὶ Βασιλιὰ Ἰησού”.«
- Ἡ προσφορὰ τῶν Δώρων/
»Παίρνοντας ὁ καθένας μᾶς τὸ Παιδίον Ἰησοῦ στὴν ἀγκαλιά του, Τοῦ προσφέραμε χρυσό, λιβάνι καὶ σμύρνα, λέγοντας πρὸς Αὐτόν: “Σ’ Ἐσένα οὐρανοδύναμε Ἰησοῦ προσφέρουμε αὐτὰ τὰ Δῶρα ποὺ εἶναι ἐξαρχῆς δικά Σου. Ὁ μόνος τρόπος γιὰ νὰ κυβερνηθοῦν τὰ ἀκυβέρνητα, ἦταν νὰ ἔρθεις Ἐσὺ πάνω στὴ γῆ. Δὲ θὰ μποροῦσαν νὰ σμίξουν τὰ οὐράνια μὲ τὰ ἐπίγεια ποτέ, ἂν Ἐσὺ δὲν κατέβαινες κάτω σ’ ἐμᾶς. Καμιὰ ὑπηρεσία δὲν ἐκτελεῖται μὲ τόση ἐντέλεια ἀπὸ τὸ δοῦλο, ἐκτὸς κι ἂν ἔρθει νὰ τὴν περατώσει ὁ Ἴδιος ὁ Δεσπότης. Καὶ καμιὰ μάχη δὲ διεξάγεται τόσο ἐπιτυχημένα, χωρὶς τὸν ἐρχομὸ καὶ τὴν παρουσία τοῦ Ἴδιου του Βασιλιά, ὅταν πρέπει αὐτὸς νὰ πάρει ἐκδίκηση ἀπ’ τοὺς ἡγεμόνες ἐχθρούς του. Καὶ ἡ ἔνσαρκη Οἰκονομία Σου, ἦταν ἡ δική Σου πάνσοφη μέθοδος, γιὰ νὰ κατανικήσεις τοὺς δαίμονες ἐχθρούς”. Τὸ Παιδίον Ἰησοῦς, ἀκούγοντας ὂλ’ αὐτά, χαιρόταν καὶ σκιρτοῦσε σ’ ἐτοῦτα τὰ λόγια ποὺ Τοῦ λέγαμε. Ἔτσι, ἀποχαιρετώντας τὴ Μητέρα τοῦ Παιδίου, ἀφοῦ μπορέσαμε τελικὰ νὰ τὴν τιμήσουμε κι αὐτὴ νὰ τιμήσει ἐμᾶς, ἀναχωρήσαμε ἀπὸ ἐκεῖ γεμάτοι χαρὰ καὶ εὐφροσύνη.«
- Ἡ προειδοποίηση τοῦ Ἀρχιστρατήγου Ἀγγέλου
»Ἀρχίσαμε τὴν ὁδοιπορία μας, μέχρι ποὺ κατὰ τὸ βράδυ φθάσαμε σ’ ἕναν τόπο ὅπου ἀποφασίσαμε νὰ σταθμεύσουμε γιὰ νὰ ξεκουραστοῦμε. Τὴ νύχτα ὅμως ποὺ κοιμόμασταν, ἕνας φοβερὸς Ἀρχιστράτηγος ἦρθε σ’ ἐμᾶς καὶ μᾶς εἶπε: “Ὅσο μπορεῖτε πιὸ γρήγορα σηκωθεῖτε καὶ φύγετε ἀπ’ ἐδῶ, γιὰ νὰ μὴν πάθετε κανένα κακό!”. Ἐμεῖς δειλὰ τὸν ρωτήσαμε: “Καί, ποιὸς εἶναι αὐτὸς ποῦ θέλει νὰ κάνει σ’ ἐμᾶς κακό;”. Κι αὐτὸς μας ἀπάντησε: “Ὁ Ἡρώδης, ὁ βασιλιάς! Γι’ αὐτὸ σηκωθεῖτε καὶ φύγετε, γιὰ νὰ σωθεῖτε!”. Ἀμέσως ἐμεῖς καβαλικεύσαμε τὰ ταχύδρομα ἄλογά μας καὶ φύγαμε ἀμέσως ἀπ’ ἐκεῖ. Ἤρθαμε ἐδῶ στὴν πατρίδα μας, τὴν Περσία, καὶ νά, ποὺ σᾶς ἀναγγείλαμε ὅλα ὅσα περάσαμε καὶ εἴδανε τὰ μάτια μας στὴν Ἱερουσαλήμ, τὴ χώρα τοῦ νεογέννητου Μεσσία Χριστοῦ…».
ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ
(1749–1809)