αρχείο λήψης (7)ΣΤΟΝ ΕΠΙΣΚΟΠΟ ΘΕΟΔΟΣΙΟ
Για τὴν ἱερωσύνη, ἡ ὁποία ἀτιμάζεται ἀπὸ ἐκείνους
ποῦ τὴ χρησιμοποιοῦν κακῶς.

Ἠιερωσύνη βέβαια εἶναι θεῖο πράγμα καὶ τὸ πιὸ πολύτιμο ἀπὸ ὅλα, τὴν ἀτιμάζουν ὅμως περισσότερο ἀπὸ ὅλους αὐτοὶ ποὺ τὴ χρησιμοποιοῦν κακῶς, οἱ ὁποῖοι δὲν ἔπρεπε νὰ χειροτονοῦνται καθόλου, ὥστε οἱ ἀνόητοι νὰ μὴ τολμοῦν νὰ ἀποδίδουν σ’ αὐτὴν τὰ ἐγκλήματα αὐτῶν ποὺ τὴν ἀσκοῦν. Γιατί, ἀφήνοντας αὐτοὺς ποὺ τὴν ἀτιμάζουν, στρέφουν σ’ αὐτὴν τὶς κατηγορίες, ἡ ὁποία ἔπρεπε καὶ νὰ δικαστεῖ, ἐπειδὴ ἀσχημονεῖ μὲ ἀνθρώπους ἀχρείους, καὶ οἱ ὁποῖοι δὲν ἔπρεπε νὰ συγκαταριθμοῦνται σ’ αὐτήν.

Γιατί, ἐὰν στὶς κοσμικὲς ἐξουσίες, ἄλλο εἶναι τὸ ἀξίωμα, καὶ ἄλλος ἐκεῖνος ποὺ δὲν τὸ ἀσκεῖ ὅπως πρέπει, καὶ ἡ ἀρχή, ἔχοντας τὴ δική της τάξη καὶ ἀξία, ἐκεῖνον ποὺ παρεκτρέπεται σ’ αὐτήν, τὸν τιμωρεῖ μὲ τὴν πιὸ βαρειὰ τιμωρία, γιὰ ποιὸν λόγο στὴν ἱεροσύνη συγχέουν τὰ πράγματα, καὶ τὶς ἁμαρτίες ἐκείνων ποῦ δὲν τὴν ὑπηρετοῦν ὅπως πρέπει, προσπαθοῦν νὰ τὶς ἀποδώσουν σ’ αὐτήν;
Ἃς παύσουν λοιπὸν ἐκεῖνοι ποὺ ἐξαιτίας τοῦ Εὐσεβίου καὶ τοῦ Ζωσίμου καὶ τοῦ Παλλαδίου καὶ τοῦ Μάρωνα ἐξευτελίζουν τὴν ἱερωσύνη, καὶ ἃς μὴ ἀκονίζουν τὸ ξίφος τῆς τιμωρίας ἐναντίον τους, ἀλλὰ ἐκείνους βέβαια ποὺ δὲν ἀνέχονται νὰ ζοῦν μὲ εὐσέβεια, νὰ τοὺς κατηγοροῦν ὡς μιαροὺς καὶ ἐχθρούς της εὐσέβειας καὶ τῆς ἀρετῆς, ἐνῶ αὐτὴν νὰ τὴν ἐξυμνοῦν καὶ νὰ τὴν στεφανώνουν, ἐπειδὴ παρέχει σὲ ὅλους αὐτὰ ποὺ πρέπει.
Γιατί μὲ αὐτὴν καὶ ἀναγεννώμαστε καὶ μετέχουμε τῶν μυστηρίων, χωρὶς τὰ ὁποῖα δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ μετάσχουμε καὶ στὰ οὐράνια βραβεῖα, σύμφωνα μὲ τοὺς ἀψευδεῖς λόγους τῆς ἀλήθειας, ἡ ὁποία ἄλλοτε λέγει, «Ἐὰν κάποιος δὲν γεννηθεῖ ἀπὸ νερὸ καὶ Πνεῦμα, δὲν θὰ μπεῖ στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν», καὶ ἄλλοτε «Ἐὰν κάποιος δὲν φάει τὴ σάρκα μου καὶ δὲν πιεῖ τὸ αἷμα μου, δὲν ἔχει θέση μαζί μου».
Ἐὰν λοιπὸν χωρὶς αὐτὰ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ γίνουμε ἄξιοί της καταλήξεως στὸν Θεό, καὶ αὐτὰ δὲν τελοῦνται ἀπὸ κανένα ἄλλον, παρὰ μόνον ἀπὸ τὴν ἱερωσύνη, πὼς εἶναι δυνατὸν κάποιος ποὺ περιφρονεῖ αὐτήν, νὰ μὴ ἀτιμάζει τὰ θεία καὶ νὰ μὴ περιφρονεῖ τὴν ψυχή του;
Ἑπομένως, γιὰ νὰ μὴ γίνονται αὐτά, τὴν ἱερωσύνη βέβαια νὰ τὴν ἐκθειάζουμε, ἐνῶ ἐκείνους ποὺ τὴν ἀσκοῦν ἀνάξια νὰ τοὺς κλαῖμε, καὶ νὰ μὴ ἐπιρρίπτουμε τὰ πταίσματα ἐκείνων σ’ αὐτήν, ἡ ὁποία καὶ ὀφείλει νὰ τοὺς τιμωρήσει.


ΣΤΟΝ ΚΟΜΗΤΑ ΕΡΜΙΟ
Ὅτι, ἐὰν ὁ Ἱερέας δὲν ζεῖ σωστά, ὁ βαπτιζόμενος
δὲν βλάπτεται καθόλου ὡς πρὸς τὰ σωτηριώδη σύμβολα.
Ἐπειδή, ὅπως ἔχεις γράψει,σκανδαλίζεσαι ἀπὸ τὴ ζωὴ τοῦ πρεσβυτέρου Ζωσίμου, καὶ νομίζεις ὅτι, ὅσοι βαπτίζονται ἀπὸ αὐτόν, βλάπτονται καίρια καὶ ἀναπόφευκτα,θεώρησα σωστὸ νὰ σοῦ ἀπαντήσω πολὺ γρήγορα, ὅτι αὐτὸς ποὺ βαπτίζεται δὲν βλάπτεται ὡς πρὸς τὰ σωτηριώδη σύμβολα, ἐὰν ὁ ἱερέας δὲν ζεῖ σωστά, ἀλλ’ αὐτὸς βέβαια ὁπωσδήποτε (γιατί πρέπει νὰ σὲ διαβεβαιώσω) θὰ ἀπολαύσει ἐκεῖνες τὶς θεϊκὲς καὶ ἀνώτερες ἀπὸ κάθε περιγραφὴ εὐεργεσίες, ἐνῶ ὁ ἱερέας θὰ δώσει λόγο πιὸ ἀνυπόφορο γιὰ τὴ δική του ζωή, καὶ θὰ κολαστεῖ τόσο περισσότερο, ὅση εἶναι καὶ ἡ τιμὴ τῆς ὁποίας εἶχε ἀξιωθεῖ. Γιατί αὐτὸς ποὺ δὲν ἔγινε ἀγαθὸς οὔτε μὲ τὸ ὅτι τιμήθηκε μὲ τὴν ἱερωσύνη, δικαιολογημένα θὰ εἶναι ἄξιος μεγαλύτερης τιμωρίας.
Κανένας λοιπὸν ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ μυήθηκαν σ’ ἐκείνη τὴν θεϊκὴ τελετή, ἡ ὁποία ἀνοίγει στοὺς μυημένους τοὺς οὐρανούς, νὰ μὴ σκέφτεται ὅτι βλάπτεται ἄμεσα ὡς πρὸς τὰ σύμβολα τῆς σωτηρίας, οὔτε, ὅταν ἐνδεχομένως φταίξει, νὰ νομίζει ὅτι θὰ ἔχει εὐπαρουσίαστη ὁμολογία τὴ ζωὴ τοῦ ἱερέα.Αὐτὰ βέβαιά τα λέγω, ὄχι ἐπειδὴ ὅλοι οἱ ἱερεῖς εἶναι τέτοιοι, μὴ γένοιτο (ἂν καὶ βέβαια σὲ κάποιους ὑπάρχουν αὐτὰ τὰ παραπτώματα, ἀπὸ ἄλλους ὅμως ἀπουσιάζουν. Καὶ ἂν σὲ μερικοὺς δὲν ὑπάρχουν ἀρετές, οὔτε ἀπὸ ὅλους λείπουν), ἀλλὰ θέλοντας νὰ δείξω, ὄτιακομα καὶ ἂν ὅλοι εἶναι τέτοιοι, αὐτὸς ποὺ βαπτίζεται δὲν βλάπτεται καθόλου.
Ἂν ὅμως νομίζεις ὅτι αὐτὰ εἶναι σκέψεις ἀνθρώπων, θὰ προσπαθήσω νὰ σὲ βεβαιώσω ἀπὸ τὰ θεία λόγια. Τί δηλαδὴ πιὸ βδελυρὸ ὑπῆρξε ἀπὸ τὸν Βαλαάμ; Καὶ ὅμως ὁ Θεὸς χρησιμοποίησε τὴ γλώσσα του σὲ εὐλογίες10. Τί ἐπίσης πιὸ μυαρὸ ἀπὸ τὸν Καϊάφα; Καὶ ὅμως προφήτεψε11, καὶ ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ τὴ γλώσσα τοῦ βέβαια τὴν ἄγγιξε, τὴν πρόθεσή του ὅμως δὲν τὴν ἄγγιξε. Ἂν ὅμως θέλεις νὰ μάθεις καὶ κάτι πιὸ παράδοξο, μὲ κόρακα, τὸ ἀκάθαρτο αὐτὸ πτηνό, ἔτρεφε τὸν Ἠλία ποὺ διέτρεξε τοὺς οὐρανούς12.
Μὴν ἀμφιβάλλεις λοιπόν, ὅταν τὰ θεία καὶ ὑπερφυσικὰ χαρίσματα δίνονται σὲ μερικοὺς ἁμαρτωλοὺς ἱερεῖς(γιατί δὲν πρέπει νὰ τοὺς καταδικάζουμε ὅλους, οὔτε καὶ εἶναι δίκαιο).

ΣΤΟΝ ΖΩΣΙΜΟ Γιὰ τὸ ἴδιο θέμα.
Ἀπορῶ πολύ, πώς, ἐνῶ δὲν ἔχεις ἐξαναγκασθεῖ ἀπὸ κάποιο παράδειγμα, οὔτε καὶ ἔχεις κάποιον νὰ μιμηθεῖς (γιατί εὔχομαι νὰ μὴ συμβεῖ σὲ κανένα νὰ πέσει σὲ τόσο βαθὺ βάραθρο, καὶ εἴθε σὺ νὰ συνέλθεις ἀπὸ αὐτὴ τὴν καταστρεπτικὴ μέθη), κατηγορεῖς τοὺς ἱερεῖς ποὺ διακρίνονται γιὰ τὶς ἀρετὲς καὶ εἶναι πλούσιοι σὲ πνευματικὰ κατορθώματα, νομίζοντας ὅτι ἡ διακωμώδηση τῶν ἄλλων ἀποτελεῖ δικαιολογία γιὰ τὰ δικά σου καμώματα.
Ἀλλ’ αὐτὸ δὲν εἶναι ἔτσι, ἀγαπητέ, δὲν εἶναι ἔτσι, ἀντίθετα καὶ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους γελοιοποιεῖσαι καὶ καταδικάζεσαι, καὶ ἀπὸ τὸν Θεὸ θὰ ὑποστεῖς πολλὲς τιμωρίες, καὶ ἐπειδὴ ἀσπάσθηκες τὴν κακία, καὶ ἐπειδὴ ἀτίμασες τὴν ἀρετή, καὶ ἐπειδὴ κατηγόρησες αὐτοὺς ποὺ εἶναι τρόφιμοι τῆς ἀρετῆς, καὶ ἐπειδή, φερόμενος σὰν μεθυσμένος, ἐξύβρισες τὴν ἱερωσύνη, μὲ ἀποτέλεσμα οἱ περισσότεροι ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, γιὰ νὰ μὴ πῶ ὅλοι, σκανδαλίσθηκαν ἀπὸ σένα, νομίζοντας ὅτι ἔπαθαν ζημιὰ ὡς πρὸς τὰ μυστήρια τῆς σωτηρίας.
Γιὰ νὰ ἀπαλλαγεῖς λοιπὸν ἀπὸ ὅλα αὐτὰ τὰ κακά, πράγμα ποὺ εὔχομαι, γνώρισε τὸν ἑαυτό σου.


ΣΤΟΝ ΔΙΑΚΟΝΟ ΙΣΙΔΩΡΟ
Στὴ ρήση·
«Αὐτὸς ἁμάρτησε, ἢ οἱ γονεῖς του;»*

Οἱ ἀπόστολοι, σὰν μαθητὲς τῆς σοφίας καὶ ἐραστὲς τῆς ἀλήθειας, παρατηρώντας τὸν Σωτήρα ποὺ ἔβλεπε μὲ συμπάθεια τὸν τυφλό, καὶ ποὺ κατὰ κάποιο τρόπο τοὺς προκαλοῦσε νὰ τὸν ρωτήσουν,τοῦ πρόβαλαν δύο ἀντιλήψεις, ποὺ συχνὰ ἐπαναλαμβάνονται καὶ συζητοῦνται ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους.
Ἐπειδὴ δηλαδὴ οἱ παιδαριώδεις σοφοί των Ἑλλήνων δίδαξαν, ὅτι ἡ ψυχὴ ὑπέπεσε σὲ σφάλματα καὶ γι’ αὐτὸ στάλθηκε στὸ σῶμα γιὰ νὰ τιμωρηθεῖ, ἐνῶ οἱ Ἰουδαῖοι πίστευαν ὅτι οἱ ἁμαρτίες τῶν προγόνων τοὺς μεταβιβάζονται στοὺς ἀπογόνους, σύμφωνα μὲ αὐτὸ ποὺ ἔχει γραφεῖ, «Οἱ ἁμαρτίες τῶν πατέρων μεταβιβάζονται στὰ παιδιὰ μέχρι τὴν τρίτη καὶ τέταρτη γενεά», τοῦ εἶπαν, ἀφοῦ γνωρίζει τὰ πάντα πρὶν ἀκόμα νὰ συμβοῦν «Ποιὸς ἁμάρτησε, αὐτὸς (ὅπως λένε οἱ Ἕλληνες), ἢ οἱ γονεῖς τοῦ (ὅπως λένε οἱ Ἰουδαῖοι), ὥστε νὰ γεννηθεῖ τυφλός;».
Καὶ ἡ ἀλήθεια δὲν ἔδωσε οὔτε λοξή, οὔτε πλάγια, οὔτε γεμάτη αἴνιγμα τὴν ἀπάντηση, ἀλλὰ ὀρθὴ καὶ πιὸ καθαρὴ ἀπὸ κάθε σαφήνεια· «Οὔτε αὐτὸς ἁμάρτησε (πῶς ἄλλωστε θὰ γινόταν προτοῦ νὰ γεννηθεῖ;), οὔτε οἱ γονεῖς του», δηλαδή, γιὰ νὰ γεννηθεῖ τυφλός.
Ἀπάντησε δηλαδὴ σύμφωνα μὲ τὴν ἐρώτηση. Γιατί φυσικὸ ἦταν νὰ εἶχαν ἁμαρτήσει αὐτοί, ἢ καλύτερα, ἁμάρτησαν βέβαια, ἀλλὰ δὲν εἶναι αἴτιοι τῆς συμφορᾶς αὐτοῦ. Γιὰ ποιὸν λόγο λοιπὸν γεννήθηκε τυφλὸς «Γιὰ νὰ φανερωθοῦν τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ σ’ αὐτόν», δηλαδὴ ἐπετράπη νὰ γεννηθεῖ ἀνάπηρη ἡ φύση, γιὰ νὰ ἀνακηρυχθεῖ ὁ τεχνίτης.

* ΙΩΑΝΝΗ 9.2


ΙΣΙΔΩΡΟΥ ΠΗΛΟΥΣΙΩΤΟΥ
ΑΠΑΝΤΑ ΤΑ ΕΡΓΑ 2
ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ – ΒΙΒΛΙΟ Β’ – ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ Α’-Τ’
Εἰσαγωγὴ Κείμενο – Μετάφραση – Σχόλια
Ἀπὸ τὸν Παναγιώτη Παπαευαγγέλου
Διδάκτορα θεολογίας

ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ:
Ἀντιαιρετικὸν Ἐγκόλπιον www.egolpion.com