Ὁ Μέγας Φώτιος γεννήθηκε περὶ τὸ 820 στην Κωνσταντινούπολη, ἀπὸ πλούσια καὶ ἀριστοκρατικὴ οἰκογένεια ἡ ὁποία διατηροῦσε δεσμοὺς τόσο μὲ τὸ παλάτι ὅσο καὶ μὲ τὸν πατριαρχικὸ θρόνο. Ὁ πατέρας τοῦ ὀνομαζόταν Σεργιος, ἄνδρας γνήσια Ὀρθόδοξος ὅπως λέει ὁ ἴδιος ὀ Φώτιος καὶ ἡ μητέρα του Ειρήνη, μιὰ γυναίκα “φιλόθεός τε καὶ φιλάρετος”[10]. Ὁ ἀδελφός της μητέρας του εἶχε παντρευτεῖ τὴν ἀδελφή τῆς εἰκονόφιλης αὐτοκράτειρας Θεοδώρας (†867), ἐνῶ ὁ πατέρας του, ἦταν ἀδελφὸς του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, Ταρασίου (†806)[11]. Ὁ ἴδιος ὀ Φώτιος ελαβε ἀξιόλογη μόρφωση καὶ ἀφιερώθηκε στὴν μελέτη τῆς κλασικῆς ἑλληνικῆς καὶ τῆς πατερικῆς γραμματείας τῶν ὀκτῶ πρώτων αἰώνων. Ὑπερεῖχε ὅλων των συγχρόνων του σὲ εὐρύτητα παιδείας καὶ ἦταν γενικὸς ὁ θαυμασμὸς πρὸς τὸ πρόσωπό του. Εἶναι πολὺ χαρακτηριστικοὶ οἱ λόγοι τοῦ σφοδροῦ πολεμίου τοῦ Φωτίου, Νικήτα Παφλαγόνα, ὁ ὁποῖος ἦταν καὶ βιογράφος του Πατριάρχη Ἰγνατίου[12]:

Ἣν δὲ οὗτος ὁ Φώτιος οὐ τῶν ἀγενῶν τε καὶ ἀνωνύμων, ἀλλὰ καὶ τῶν εὐγενῶν κατὰ σάρκα καὶ περιφανῶν σοφία τὲ κοσμική, συνέσει τῶν ἐν τῇ Πολιτεία στρεφομένων εὐδοκιμώτατος πάντων ἐνομίζετο. Γραμματικῆς γὲ μὲν γὰρ καὶ ποιήσεως, ρητορικῆς τὲ καὶ φιλοσοφίας καὶ δὴ ἰατρικῆς καὶ πάσης ὀλίγου δεῖν ἐπιστήμης τῶν θύραθεν τοιοῦτον ἐαυτῶ τὸ περιόν [= ἡ ὑπεροχή], ὡς μὴ μόνον σχεδὸν φάναι τῶν κατὰ τὴν αὐτοῦ γενεὰν διενεγκεῖν, ἤδη δὲ καὶ πρὸς τοὺς παλαιοὺς αὐτὸν διαμιλλάσθαι. Πάντα γὰρ συνέτρεχεν ἒπ αὐτῶ, ἡ ἐπιτηδειότης τῆς φύσεως, ἡ σπουδή, ὁ πλοῦτος, δι’ ὃν καὶ βίβλος ἐπ’ αὐτὸν ἔρρει πάσα“[13].

Κατὰ τὴν δεύτερη περίοδο της Εικονομαχίας (815-843), ἡ οἰκογένεια του Φωτίου υπεστη διώξεις γιὰ τὰ εἰκονοφιλικὰ τῆς φρονήματα, ἐνῶ ὁ ἴδιος ὀ Φώτιος αφοριστηκε γιὰ τὴν προσήλωσή του στὴν τιμὴ τῶν εἰκόνων. Μετὰ ὅμως τὸν θρίαμβο τῆς Ὀρθοδοξίας (843) καὶ τὴν ὁριστικὴ ἀναστήλωση τῶν εἰκόνων, ἀποκαταστάθηκε στὴν ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία καὶ στὰ χρόνια του αὐτοκράτορα Μιχαηλ Γ΄ (842-867) πῆρε διάφορα αὐλικὰ ἀξιώματα, φέροντας εἰς πέρας δύσκολες καὶ ὑπεύθυνες ἀποστολὲς[14].

Αποτέλεσμα εικόνας για αγιοσ φωτιοσΠαρὰ ὅμως τὰ αὐξημένα τοῦ καθήκοντα ὡς ἀνώτερος δημόσιος λειτουργός, ἀγαποῦσε ἰδιαίτερα τὴ μελέτη καὶ τὶς πνευματικὲς ἀναζητήσεις. Ἡ φήμη τῆς λογιότητάς του φαίνεται ὅτι προσέλκυε πολλοὺς φιλομαθεῖς νέους καὶ ὀ Φώτιος διατηρουσε ἐκλεκτὸ κύκλο μαθητῶν τοὺς ὁποίους δίδασκε κατ’ οἶκον[15]. Θεωρεῖται μάλιστα πιθανο να δίδαξε καὶ στὸ”πανεπιστήμιον τῆς Βασιλευούσης”[16] ἂν καὶ ὀ Paul Lemerle πιστεύει, ὅτι δὲν εἶναι καθόλου βέβαιο κάτι τέτοιο: “ὅσα κι ἂν λέγονται καὶ ἐπαναλαμβάνονται γιὰ τὸ ἀντίθετο δὲν στηρίζονται πουθενά, καὶ μοῦ φαίνεται ὅτι ἂν ὁ Φώτιος εἶχε, ἔστω καὶ γιὰ ἕνα διάστημα, διδάξει ἐπαγγελματικά, θὰ σωζόταν τουλάχιστον κάποια μαρτυρία”[17]. Ἐκτὸς ἀπὸ τὴ διδασκαλία καὶ τὴν ἀπασχόλησή του στὸ παλάτι, ὀ Φώτιος ευρισκε πάντα χρόνο γιὰ ἔρευνα καὶ συγγραφή. Η Λέξεων Συναγωγῆ ειναι ἕνα ἀπὸ τὰ πρῶτα του ἔργα μὲ τὸ ὁποῖο ἀπέβλεπε στὴν ἀναπλήρωση δυσεύρετων ἢ ἀπολεσθέντων λεξικῶν. “Ἡ δὲ Βιβλιοθήκη του, ἡ “Μυριόβιβλος”, εἶναι καθρέπτης τῶν ἀναλυομένων μετὰ τῶν μαθητῶν του καὶ ἀξιολογουμένων συγγραμμάτων τῆς κλασσικῆς καὶ μεσαιωνικῆς περιόδου”[18]. Η Μυριόβιβλος ή ἀλλιώς Βιβλιοθηκη, παρέχει πληροφορίες γιὰ 280 συγγράμματα τῆς χριστιανικῆς καὶ τῆς θύραθεν λογοτεχνίας, στὰ ὁποῖα πολὺ συχνὰ παραθέτει σύντομες ἢ ἐκτεταμένες περιλήψεις, κριτικὲς παρατηρήσεις καὶ βιογραφικὲς σημειώσεις γιὰ τοὺς συγγραφεῖς[19]. Καθὼς μάλιστα πολλά των μνημονευομένων συγγραμμάτων χάθηκαν, ἡ ἀξία τοῦ ἔργου τοῦ ἀναδεικνύεται ἰδιαίτερα σημαντικὴ καὶ εἶναι ὁ λόγος γιὰ τὸν ὁποῖο τὸ ὄνομα του Φωτίου εγινε γνωστὸ στὸν διεθνῆ φιλολογικὸ κόσμο[20]. Τὴν συνέχεια, πάντως, της Βιβλιοθήκης, ἀνέκοψε ἡ ἄνοδος τουΦωτίου στον πατριαρχικὸ θρόνο.

Ἡ Ἐκλογὴ τοῦ Φωτίου στὸν Πατριαρχικὸ θρόνο

Ἀπὸ τὸ ἔτος 847, στὸν πατριαρχικὸ θρόνο εἶχε ἀναβιβασθεῖ ὀ Ιγνάτιος (γιὸς του Μιχαὴλ Ραγκαβέ, πρώην αὐτοκράτορα στὸ διάστημα 811-813), ὁ ὁποῖος μετὰ τὴν ἀνατροπὴ τοῦ πατέρα τοῦ εἶχε εὐνουχιστεῖ καὶ στὴ συνέχεια ὑποχρεώθηκε νὰ δεχθεῖ τὸ μοναχικὸ σχῆμα σὲ μικρὴ ἡλικία[21]. Ἡ ἐκλογὴ του Ιγνατίου η ὁποία ἔγινε ἐπὶ αὐτοκράτειρας Θεοδωρας († 867), ἱκανοποίησε τοὺς ἰσχυρούς Στουδιτες μοναχους, γιατί ὁ Ἰγνάτιος, ὡς μοναχὸς κι ἐκεῖνος, εἶχε παρόμοιες ἀπόψεις[22]. Ὅταν ὅμως ἀργότερα ἄλλαξε τὸ πολιτικὸ καθεστὼς μὲ τὴν προώθηση τοῦ στρατηγού Βαρδα (ἀδελφὸς της Θεοδώρας) στὸ ἀξίωμα τοῦ καίσαρα καὶ τὴν ἀνάληψη πρωτοβουλιῶν ἀπὸ τον Μιχαὴλ Γ΄ ποὺ εἶχε ἐνηλικιωθεῖ (γιὸς τῆς Θεοδώρας καὶ ἀνεψιὸς τουΒάρδα), τότε ἡ συνεργασία τῆς πολιτικῆς ἡγεσίας μὲ τὸν πατριάρχη ἔγινε δύσκολη, ἰδιαίτερα ἐπειδὴ ὀ Βάρδας υποστηριζε τὴν ἀντίπαλη του Ιγνατίου παραταξη, ἡ ὁποία θεωροῦσε ὅτι ἡ ἐκλογή του, ἂν καὶ ἀποδεκτή, ἔγινε μὲ τὴν ἰσχυρὴ ἐπιρροὴ τηςΘεοδώρας[23]. Ἡ ὁριστικὴ ρίξη ἦλθε ὅταν ὀ πατριάρχης Ἰγνάτιος κινηθηκε βεβιασμένα καὶ δέχθηκε τὶς συκοφαντίες ἐναντίον του Βάρδα (γιὰ ἀνήθικες σχέσεις μὲ τὴ χήρα του γιοῦ του), μὲ συνέπεια νὰ τοῦ ἀπαγορεύσει τη Θεία Κοινωνία[24]. Ἡ ἀνοιχτὴ αὐτὴ σύγκρουση ἦρθε σὲ μιὰ στιγμὴ ποὺ ἡ ἐνηλικίωση τοῦ νεαροῦ αὐτοκράτορα Μιχαηλ Γ΄ εἶχε ἰσχυροποιήσει τον Βάρδα ο ὁποῖος σὲ μιὰ κατάλληλη εὐκαιρία, κατηγόρησε τον Ιγνάτιο για ὀργάνωση συνωμοσίας ἀναγκάζοντας τὸν νὰ παραιτηθεῖ ἀπὸ τὸν πατριαρχικὸ θρόνο[25].

Αποτέλεσμα εικόνας για αγιοσ φωτιοσΜπροστά σε αὐτὰ τὰ δεδομένα, ἀναζητήθηκε ὁ νέος πατριάρχης καὶ ὡς καταλληλότερος θεωρήθηκε ὀ Φώτιος, ὁ δυνατότερος νοῦς τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, ἔξοχος πολιτικὸς καὶ ἰκανότατος διπλωμάτης[26], ὁ ὁποῖος ὕστερα ἀπὸ πολλοὺς δισταγμοὺς δέχθηκε, καὶ ἀπὸ λαϊκὸς σὲ πέντε μέρες πέρασε ἀπ’ ὅλους τους ἱερατικοὺς βαθμοὺς καὶ ἀναγορεύθηκε πατριάρχης στὶς 25 Δεκεμβρίου τοῦ 858[27]. Στὴν πραγματικότητα, τέτοιες “ἀθρόον”, ὅπως λέγονται, χειροτονίες “εἶχαν γίνει πολλὲς φορὲς στὴν Ἀνατολή, ἀφοῦ ὁ ἀντιθετος κανόνας 10 τῆς συνόδου τῆς Σαρδικῆς (343), ὅπως καὶ οἱ ἄλλοι κανόνες τῆς δυτικῆς αὐτῆς συνόδου, μολονότι ἐπικυρώθηκαν ἀπὸ τὴν Πενθέκτη σύνοδο τοῦ Τρούλλου (691), δὲν ἐφαρμόσθηκαν στὴν Ἀνατολή, ὡς ἀναφερόμενοι σαφῶς μόνο στὶς ἰδιόμορφες συνθῆκες τῶν ἀρειανικῶν ἐρίδων τοῦ Δ΄ αἱ.”[28].

Πάντως, οἱ διαμαρτυρίες τῶν ὀπαδῶν του Ιγνατίου ηταν ἔντονες καὶ συνολικά, οἱ πολιτικὲς καὶ ἐκκλησιαστικὲς διαστάσεις τῆς ἐκθρόνισης του Ιγνατίου ηταν μεγάλες. Ὅσο ὁ φανατισμὸς τῶν Ἰγνατιανῶν αὔξανε, τόσο αὔξανε καὶ ἡ σκληρότητα τῶν ἐναντίον τοὺς διωγμῶν, παρὰ τὶς ἐπίμονες παραινέσεις του Φωτίου προς τον Βάρδα για φιλάνθρωπη μετριοπάθεια. Ἡ κατάσταση ἦταν εὔθραυστη ἐξαιτίας τῶν συνεχῶν προκλήσεων πρὸς τὸ πρόσωπο του Φωτίου απο τὴν πλευρὰ τῶν Ἰγνατιανῶν. Μέσα στὴ γενικότερη διαμάχη, κατέστη ἐπίκεντρο ἡ κανονικότητα τῆς ἐκλογῆς του Φωτίου[29]. Τότε, οἱ ὀπαδοὶ τοῦ πρώην πατριάρχη, μὲ ἐπικεφαλῆς τοὺς μοναχοὺς της μονὴς Στουδίου, ζήτησαν τὴν παρέμβαση του πάπα Νικολάου, ὁ ὁποῖος μὲ τὴ σειρὰ τοῦ ἐκμεταλλεύτηκε τὴν εὐκαιρία αὐτὴ γιὰ νὰ λύσει ὁριστικὰ ὑπὲρ τῆς Δυτικῆς Ἐκκλησίας ζητήματα ἐκκλησιαστικῆς ἐπιρροῆς[30].

Σύγκρουση Ρώμης-Κων/πόλεως καὶ Φώτειο σχίσμα

Ὅταν στὸ θρόνο τῆς Κῶν/πόλεως ἀνερχόταν ὀ Φώτιος, στον παπικό θρονο εἶχε μόλις ἀνέλθει ὁ πάπας Νικολαος Ἃ΄ (858-867) ἄνθρωπος φιλόδοξος[31] ὁ ὁποῖος φρόντιζε νὰ προβάλλει το Παπικὸ πρωτείο ακομη καὶ μὲ χρήση χαλκευμένων κειμένων (βλ. ἄρθρο Παπικο πρωτεῖο). Καθὼς ἡ ἄνοδος του Φωτίου πραγματοποιηθηκε, ὅταν ὁ προηγούμενος Πατριάρχης,Ἰγνάτιος, εἶχε ἐξοριστεῖ ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα καὶ ὀντὰς στὴν ἐξορία ἀναγκάστηκε νὰ παραιτηθεῖ ὑπὸ πίεση, οἱ ὑποστηρικτὲς του Ιγνατίου, ἀρνούμενοι νὰ δεχτοῦν ὡς νόμιμη αὐτὴ τὴν παραίτηση, θεωροῦσαν τὸν Φώτιο ὡς σφετεριστῆ. Ο Νικόλαοςθεώρησε τὴν εὐκαιρία μοναδικὴ γιὰ νὰ καταστεῖ ρυθμιστὴς τῶν ἐσωτερικῶν ἀντιθέσεων τῆς Ἀνατολῆς, καὶ νὰ ἐπιβάλει τὰ ἀπορρέοντα ἀπὸ τὸ διεκδικούμενο παπικο πρωτείο δικαιωματα στοὺς πατριάρχες τῆς Ἀνατολῆς[32]. Ἐπιπλέον, θὰ μποροῦσε νὰ λύσει τὸ ζήτημα τῆς ἐκκλησιαστικῆς (καὶ ἔμμεσά της πολιτικῆς) ἐξάρτησης τῆς Καλαβρίας, τῆς Σικελίας καὶ τοῦ Ἰλλυρικοῦ (δυτικῆς Βαλκανικῆς), ποὺ πρὶν ἐνάμιση σχεδὸν αἰώνα εἶχαν ἀποσπαστεῖ ἀπὸ τὴ σφαίρα ἐπιρροῆς τῆς Ρώμης[33].

Ὅταν ὁ Φώτιος ἔστειλε μιὰ ἐπιστολὴ στὸν Πάπα γιὰ νὰ τοῦ γνωστοποιήσει τὴν ἀνάρρησή του, ὀ Νικόλαος αποφασισε πὼς πρὶν ἀναγνωρίσει τὸν Φώτιο θὰ ἤθελε νὰ παρακολουθήσει καλύτερα τὴ διαμάχη μεταξύ του νέου Πατριάρχη καὶ τοῦ κύκλου τοῦ Ἰγνατίου[34]. Γι’ αὐτὸ τὸ 861 ἔστειλε ἀντιπροσώπους του στὴν Κωνσταντινούπολη. Ὁ Φώτιος ποὺ δὲν ἤθελε νέες διαμάχες, ὑποδέχτηκε μὲ σεβασμὸ τοὺς ἀντιπροσώπους (λεγάτους), προσκαλώντας τοὺς μάλιστα νὰ προεδρεύσουν στὴ Σύνοδο ποὺ συνεκλήθη στὴν Κωνσταντινούπολη γιὰ νὰ ρυθμίσει τὸ θέμα ποὺ ἀνέκυψε μεταξὺ αὐτοῦ καὶ τοῦ Ἰγνατίου. Οἰλεγάτοι συμφωνησαν καὶ τελικά, μαζὶ μὲ τὴν ὑπόλοιπη Σύνοδο ἀποφάσισαν πὼς ὁ Φώτιος ἦταν ὁ νόμιμος Πατριάρχης. Ὅταν ὅμως οἱ λεγάτοι ἐπέστρεψαν στὴ Ρώμη, ὁ Νικόλαος διακήρυξε πὼς εἶχαν ὑπερβεῖ τὴν ἐξουσία ποὺ διέθεταν καὶ γι’ αὐτὸ ἀποκήρυξε τὴν ἀπόφασή τους.

Ἦταν προφανὲς πὼς ὀ Νικόλαος υπολογιζε ὅτι τὸ καθεστὼς του Ιγνατίου θα ἦταν εὐνοϊκότερο καὶ ἀσθενέστερο σὲ σχέση μὲ του Φωτίου καὶ θὰ ἐξυπηρετοῦσε καλύτερά τα σχέδιά του. Ἔτσι, δύο χρόνια μετὰ (863) μία σύνοδος ποὺ συνῆλθε στὴ Ρώμη ἀθώωσε τον Ιγνάτιο καὶ κατεδίκασε τον Φώτιο, σὲ μία ἀνήκουστη ἐπέμβαση τῆς Δυτικῆς στὰ διοικητικά της Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας[35]. Τὸ πλῆγμα αὐτό, μαζὶ μὲ τὴν ὄξυνση τῶν διεκδικήσεων τοῦ Πάπα στὴ Βουλγαρία, ἀνάγκασε τον Φώτιο ν’ ἀνταποδώσει: δὲν μποροῦσε βεβαίως νὰ ἀμφισβήτηση τὴν ἐκλογὴ του Νικολάου ως μὴ ἁρμόδιος, ὁπότε ἔπρεπε νὰ μετακίνησει τὸ ὅλο θέμα στὸν δογματικὸ τομέα, καὶ κυρίως, στὸ μέγα ζήτημα του Filioque (Φιλιόκβε)[36].

Τὸ ἔτος 867 ὀ Φώτιος ανελαβε δράση. Ἔγραψε μιὰ Ἐγκύκλιο Ἐπιστολὴ στοὺς ἄλλους Πατριάρχες τῆς Ἀνατολῆς, καταγγέλλοντας τὸ Filioque καὶ αὐτοὺς ποὺ τὸ χρησιμοποιοῦν. Ἂν καὶ κάποιοι ἱστορικοὶ θεωροῦν ἀτυχῆ τὴν ἐπίθεση πρὸς τὸν Πάπα, στὴν πραγματικότητα, ὀ Φώτιος εξωτερικευε τὶς σκέψεις τοῦ ἐπάνω σε ἕνα ζήτημα ποὺ ὀ Καρλομάγνος καὶ οἱ σύμβουλοι τοῦ πρὶν ἀπὸ ἑβδομήντα χρόνια εἶχαν ἀναδείξει σὲ ἀντικείμενο διαμάχης, καὶ τώρα ἐρχόταν στὸ προσκήνιο μὲ τὴν ἐπικείμενη εἰσαγωγὴ του Filioque στη Βουλγαρία μαζὶ μὲ ἄλλες λατινικὲς καινοτομίες ποὺ κατήγγειλαν οἱ βυζαντινοὶ ἱεραπόστολοι[37]. Μετὰ τὴν ἀποστολὴ τῆς ἐπιστολῆς, ὀ Φώτιος συνεκαλεσε Σύνοδο στὴν Κωνσταντινούπολη, ἡ ὁποία ἀφόρισε τον Πάπα Νικόλαο, χαρακτηρίζοντας τὸν ὡς αἱρετικό.

Ἡ ἐκθρόνιση τοῦ Φωτίου ἐπὶ Βασιλείου Α΄

Στὸ κρίσιμο αὐτὸ σημεῖο, ἀνέβηκε στὸ βυζαντινὸ θρόνο ὀ Βασίλειος Ἃ΄ (867-886). Ἄνθρωπος χωρὶς ἠθικοὺς φραγμοὺς καὶ ὑπέρμετρα φιλόδοξος, δολοφόνησε τον Βάρδα καὶ τὸν ἴδιο τὸν πατριό του, τὸν αὐτοκράτορα Μιχαηλ Γ΄ γιὰ νὰ πετύχει τὸ στόχο τοῦ[38]. Ἡ ἄνοδος του Βασιλείου Ἃ΄ στὸ θρόνο ἔφερε σοβαρὲς μεταβολές. Ἂν καὶ ὀ Μιχαὴλ Γ΄ εἶχε κρατήσει ἔναντί του πάπα μιὰ διαλλακτικὴ πολιτική, ποὺ εὐνοοῦσε ὅμως τὶς ἀπόψεις τῆς Ἀνατολῆς, ὀ Βασίλειος Ἅ΄, προσανατολισμένος στὴν ἀνάγκη συνεργασίας μὲ τὴ Δύση ὥστε νὰ σταματήσει ἡ προέλαση τῶν Ἀράβων, ἀκολούθησε διαφορετικὴ πολιτική. Θέλοντας νὰ ἐξευμενίσει τὸν πάπα καὶ νὰ ἀποκτήσει στήριγμα στοὺς ὀπαδοὺς του Ιγνάτιου που εἶχαν ἐρείσματα στὴν Ἀνατολή, ἐκθρόνισε τον Φώτιο ο ὁποῖος περιορίστηκε στὴ μονὴ της Σκέπης του Βοσπόρου, ἐνῶ ὀ Ιγνάτιος επανεγκατασταθηκε στὸν θρόνο (23 Νοεμβ. 867). Οἱ ἀποφάσεις καὶ οἱ μεταβολὲς αὐτὲς ἔγιναν δεκτὲς μὲ ἰδιαίτερη ἱκανοποίηση ἀπὸ τὸν πάπα, ποὺ τότε τύχαινε νὰ εἶναι ὀ Αδριανὸς Β΄ ὁ ὁποῖος εἶχε διαδεχτεῖ τὸ 867 τὸν ἀποθανόντα Νικολαο[39]. Παρ’ ὂλ αὐτά, ὀ Αδριανόςζητησε τὴν πραγματοποίηση νέας συνόδου στὴν Κῶν/πόλη ἡ ὁποία θὰ ἐπικύρωνε τὴν καταδίκη του Φωτίου. Ὄντως, ἡ σύνοδος αὐτὴ πραγματοποιήθηκε τὸ 869-870 (ἡ γνωστὴ ὠς “ἀντὶ-Φωτιανὴ” σύνοδος, ἡ ὁποία θεωρήθηκε ὡς 8η Οἰκουμενικὴ γιὰ τοὺς δυτικοὺς) καὶ ἀντέστρεψε τὶς ἀποφάσεις τοῦ 867: ἀναθεμάτισε τον Φώτιο καὶ ὅσοι ἐπίσκοποι χειροτονήθηκαν ἀπὸ αὐτὸν ἢ παρέμειναν πιστοὶ σὲ αὐτὸν καθαιρέθηκαν καὶ ὅσοι ἀπὸ τοὺς μοναχοὺς ἢ λαϊκοὺς παρέμειναν πιστοὶ ὀπαδοὶ τοῦ ἀφορίσθηκαν.[40].

Ὑπῆρξαν ὅμως καὶ ἄλλες ἀλλαγές. Ἡ ἴδια Σύνοδος τοῦ 869-70 ζήτησε ἀπὸ τὸν Αὐτοκράτορα νὰ ἀποφασίσει γιὰ τὴν κατάσταση τῆς Βουλγαρικῆς Ἐκκλησίας, καὶ αὐτὸς φυσικὰ ἀποφάσισε πὼς αὐτὴ θὰ πρέπει νὰ προσκολληθεῖ στὸ Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως ἐπιφέροντας πλῆγμα στὴν ἐπιβολὴ του Παπικοὺ πρωτείου. Ὁ Βούλγαρος ἡγεμόνας, διαβλέποντας πὼς ἡ Ρώμη θὰ τοῦ παρεῖχε ἀκόμη λιγότερη ἀνεξαρτησία ἀπ’ ὅ,τι τὸ Βυζάντιο, δέχτηκε τὴν ἀπόφαση, οἱ Γερμανοὶ ἱεραπόστολοι ἀπελάθηκαν καὶ “δὲν ξανακούστηκε πλέον στὰ ὅρια τῆς Βουλγαρίας τὸ Filioque”[41].

Ο Φώτιος πάντως πῆρε τὸ δρόμο τῆς ἐξορίας καὶ τῆς ἀπομόνωσης, στερούμενος καὶ τὰ βιβλία τοῦ ἀκόμη ἐνῶ οἱ ὁμόφρονές του ἀρχιερεῖς ἐπίσης ἐξορίστηκαν ἢ παραγκωνίστηκαν, χωρὶς ὅμως ἡ ἐκκλησιαστικὴ ἔνταση νὰ καταλαγιάσει. Γρήγορα ὁ αὐτοκράτορας συνειδητοποίησε τὸ λάθος του, καὶ ἀναγνωρίζοντας ὅτι τὰ προσκείμενα στον Φώτιο στελεχη ἦταν περισσότερα καὶ ἰκανότερα νὰ βοηθήσουν τὴν αὐτοκρατορία[42], τὸν ἀνακάλεσε ἀπὸ τὴν ἐξορία καὶ τοῦ ἀνέθεσε καὶ τὴν ἐκπαίδευση τῶν παιδιῶν τοῦ[43]. Μετὰ τὴν ἐπιστροφὴ στὴν Κῶν/πόλη, οἰ Φώτιος και Ιγνατιος συμφιλιωθηκαν, καὶ πλέον, ὅταν ὀ Ιγνάτιος πεθανέ το 877, ἡ ἄνοδος καὶ πάλι του Φωτίου στον πατριαρχικὸ θρόνο ἦταν δεδομένη.

Ἡ ἀποκατάσταση τοῦ Φωτίου καὶ ἡ σύνοδος τῆς Κῶν/πόλεως τοῦ 879-880

Ο Φώτιος ανήλθε στὸν πατριαρχικὸ θρόνο τρεῖς μόλις ἡμέρες μετὰ τὸ θάνατο του Ιγνατίου, χωρὶς ἄλλη κανονικὴ διαδικασία[44]. Ἐπιθυμία τοῦ ἦταν φυσικὰ νὰ ἀποκαταστήσει τὸ πρόσωπό του ἀπὸ τὶς ἐναντίον τοῦ διατυπωθεῖσες συκοφαντίες κατὰ τὴ σύνοδο τοῦ 869-870[45]. Γιὰ τὸ λόγο αὐτό, συγκάλεσε μεγάλη σύνοδο στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ προσκάλεσε τοὺς ἄλλους πατριαρχικοὺς θρόνους νὰ στείλουν ἀντιπροσώπους. Στὸ μεταξύ, ὁ πάπας τῆς διαιρέσεωςΑδριανος Β΄ εἶχε πεθάνει (872) καὶ διάδοχός του ἦταν ὀ Ιωάννης Ἡ΄ (872-882) ὁ ὁποῖος δέχθηκε τὴν ἀκύρωση τῶν ἐναντίον του Φωτίου αποφασεών της παπόφιλης συνόδου καὶ ἀπέστειλε ἀντιπροσώπους[46]. Πράγματι, ἡ καλούμενη καὶ ὠς όγδοη Οἰκουμενικὴ Σύνοδος[47] τοῦ 879-880 ποὺ συνῆλθε στὴν Κωνσταντινούπολη (ὑπὸ τὴν προεδρία του Φωτίου καὶ ὄχι τῶν παρισταμένων τριῶν παπικῶν ἀντιπροσώπων) “ἀνεγνώρισεν ὡς κανονικὴ τὴν πρώτη ἐκλογὴν τοῦ Φωτίου”[48].

Ἂν καὶ ἠ Ορθόδοξη Ἐκκλησία, θεωρώντας ὅτι θεμέλιό της πίστεώς της ἀποτελοῦν οἱ ἑπτά Οικουμενικες Σύνοδοι, δὲν ἀναγνώρισε ἐπίσημα ὡς ὄγδοη τὴ σύνοδο τοῦ 879, ἐν τούτοις αὐτὴ φέρει ὅλα τα γνωρίσματα μίας Οἴκ. Συνόδου[49]. Ἡ Σύνοδος αὐτή, ἀσχολήθηκε μὲ τὴν ἔκδοση δογματικῆς ἀποφάσεως, Ὄρου Πίστεως, μὲ τὸν ὁποῖο καθόρισε ὅτι το Σύμβολο τῆς Πίστεως Νικαίας-Κωνσταντινουπόλεως πρεπει νὰ μείνει ἀμετάβλητο ἐναντίον κάθε ἀλλοιώσεως καὶ παραχαράξεως καὶ εἰδικὰ ἐναντίον τῆς λατινικῆς προσθήκης τῆς ἐκπορεύσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ ἐκ τοῦ Υἱοῦ, γνωστῆς πλέον ὠςΦιλιόκβε. Ὁ Ὅρος Πίστεως “συνετάχθη καὶ ἀνεγνώσθη εἰς τὴν στ΄ συνεδρίαν τῆς Συνόδου, ἡ ὁποία ἔγινεν εἰς τὸ αὐτοκρατορικὸν ἀνάκτορον…ὑπεγράφη ἀπὸ ὅλους τους συμμετασχόντας Πατέρας αὐτῆς, σύνολον 383, ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα καὶ ἀπὸ τοὺς ἀντιπροσώπους τοῦ Πάπα”[50].

Ὅμως, παρὰ τὴν λαμπρή, πορεία του Φωτίου, κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ὁποίας συνεχίστηκε τὸ ἱεραποστολικὸ ἔργο τουΟικουμενικοὺ Πατριαρχείου σε ὁλόκληρη σχεδὸν τὴν Ἀνατολικὴ Εὐρώπη, ἐνῶ ἀποκαταστάθηκε ἡ κανονικὴ τάξη τόσο στὴν Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως ὅσο καὶ στὶς σχέσεις της μὲ τὸν παπικὸ θρόνο[51], τὸ τέλος τῆς δεύτερης πατριαρχίας τοῦ ἔμελε νὰ εἶναι ἄδοξο.

Ἡ δεύτερη ἐκθρόνιση (παραίτηση) τοῦ Φωτίου

Τὸ ἔτος 886 ὀ ο Βασίλειος Ἃ΄ πέθανε σὲ ἡλικία 74 ἐτῶν καὶ ὡς διάδοχος ἀνῆλθε στὸ θρόνο ὀ Λέων ΣΤ΄ ὁ Σοφός, μαθητὴς τουΦωτίου. Μὲ τρόπο πράγματι ἀνάρμοστο γιὰ ἕνα τόσο ἀξιόλογο πατριάρχη, ἐπαναλήφθηκε ἡ ἐκθρόνιση του Φωτίου η ὁποία ἦταν πλέον ὁριστική. Παρουσιάστηκαν στην Αγία Σοφία, κατὰ τη θεία λειτουργία, δυὸ ἀνώτατοι ὑπάλληλοι, οἱ ὁποῖοι ἐνώπιόν του λαοῦ ἀνέγνωσαν τὸ κείμενο τῆς παραίτησης, στὴν ὁποία εἶχε ἐξαναγκαστεῖ ὀ Φώτιος για λόγους ποὺ δὲν εἶναι ἀκόμη ἐξακριβωμένοι[52].

Εἶναι ἀσφαλῶς ἄξιο ἀπορίας πῶς ὁ μαθητὴς του Φώτιου, Λέων, διαφύλαξε μιὰ τέτοια μοίρα στὸν δάσκαλό του. Κάποιοι μιλοῦν γιὰ ἀπωθημένα τῆς μαθητείας του Λέοντα, ἄλλοι γιὰ καθαρὰ πολιτικὰ αἴτια καὶ ἄλλοι γιὰ τὸ γεγονὸς ὅτι ὀ Φώτιος ειχε ταχθεῖ μὲ τὸ μέρος τοῦ πατέρα του Λέοντα, Βασίλειου Ἅ΄, πρὸς τὸν ὁποῖο ὀ Λέων βρισκοτάν σε σοβαρὴ ἀντίθεση. “Ἀσφαλῶς καὶ τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Λέων ἤθελε νὰ προωθήσει τὸν ἀδελφό του, Στέφανο, ποὺ εἶχε χειροτονηθεῖ διάκονος ἀπὸ τὸν Φώτιο στὸν πατριαρχικὸ θρόνο, ἔπαιξε ὁπωσδήποτε κάποιο ρόλο. Ἀκόμη σημαντικότερος λόγος πρέπει νὰ θεωρηθεῖ ὅτι ὁ Λέων ΣΤ΄, ἔχοντας θέσει ὡς σκοπό του νὰ ἐπιβληθεῖ ἀπόλυτα στὴν Ἐκκλησία, ἔπρεπε νὰ τηρήσει ἀνοιχτὸ τὸν δρόμο του, ἀποπέμποντας τὸν ἰσχυρὸ καὶ λόγιο ἱεράρχη, Φώτιο”[53].

Τελικά, ὀ Φώτιος αποσυρθηκε στὴν μονὴ των Αρμενιανών της Κωνσταντινουπόλεως καὶ συνέχισε τὴν προσφιλῆ του συγγραφικὴ δραστηριότητα μέχρι τὸν θάνατο τοῦ[54] στὶς 6 Φεβρουαρίου τοῦ 891 ἢ 893. Ἡ μνήμη τοῦ ἑορτάζεται στὶς 6 Φεβρουαρίου καθὼς ἡ Ἐκκλησία τὸν κατέταξε μεταξύ των Ἁγίων γιὰ τὶς ὑπηρεσίες του στὴν ἀνατολικὴ Ἐκκλησία, τὴ διάδοση τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ τὴν ὑπεράσπιση τῆς ὑγιοῦς δογματικῆς καὶ ἐθιμικῆς παραδόσεως[55].

Ἡ προσωπικότητα καὶ τὸ ἔργο τοῦ Φωτίου

Ο Φώτιος θα ἦταν ἐξέχουσα προσωπικότητα καὶ μόνο ὡς ἐκκλησιαστικὸς ἄνδρας, ἐὰν δὲν ἦταν συγγραφέας, ἀλλὰ καὶ μόνο ὡς συγγραφέας, ἐὰν δὲν ἦταν ἐκκλησιαστικὴ προσωπικότητα. Ἀναδείχθηκε σημαντικὸς λόγιος καὶ δάσκαλος, συντελεστῆς τῆς ἀναβίωσης τῶν ἑλληνικῶν γραμμάτων κατὰ τὸν 9ο αἰώνα. Ἄνθρωπος ποὺ συνδύαζε τὴν ἑλληνικὴ παιδεία καὶ τὴ χριστιανικὴ εὐσέβεια καὶ γνώση, μαχητικὸς καὶ διορατικός, ἀντάξιος των ἀναγκῶν καὶ τῶν κινδύνων τῆς ἐποχῆς του. Ὁ σημαντικὸς Ρωμαιοκαθολικὸς ἱστορικός Francis Dvornik, παραδέχεται: “Ἂν τὰ συμπεράσματά μου εἶναι σωστά, εἴμαστε ἕτοιμοι ἀκόμη μιὰ φορὰ νὰ ἀναγνωρίσουμε στὸ πρόσωπο τοῦ Φωτίου ἕνα μεγάλο ἐκκλησιαστικὸ ἄνδρα, ἕνα μορφωμένο ἀνθρωπιστῆ καὶ ἕνα γνήσιο χριστιανό, ποὺ μὲ πολλὴ γενναιοδωρία συγχωρεῖ τοὺς ἐχθρούς του καὶ κάνει πάντοτε τὸ πρῶτο βῆμα στὴ συμφιλίωση”[56].

Ὁποιαδήποτε θέση καὶ ἂν λάβει ἡ πολιτικὴ ἱστορία ἀπέναντι στον Φώτιο για τὰ ὅσα ὀρθὰ ἢ ἐσφαλμένα ἔπραξε, στο Συνοδικὸ τῆς Ὀρθοδοξίας απο καιρὸ ἀπαλείφθηκαν οἱ μεταξὺ αὐτοῦ καὶ του Ιγνατίου διαφορες: “Ἰγνατίου καὶ Φωτίου τῶν ὀρθοδόξων καὶ ἀοιδίμων πατριαρχῶν αἰωνία ἡ μνήμη. Ἅπαντά τα κατὰ τῶν ἁγίων πατριαρχῶν (ἀπὸ Γερμανοῦ μέχρι Νικολάου τοῦ Μυστικοῦ) γραφέντα ἢ λαληθέντα (καὶ ἑπομένως τὰ κατὰ Φωτίου) ἀνάθεμα, ἀνάθεμα, ἀνάθεμα”. Ἡ Ἐκκλησία “ἔστησεν μπροστά του Θεοῦ (καὶ τῆς Ἱστορίας) ἀδιακρίτως ἴσα τα πρόσωπα τοῦ δράματος τῆς ταραχώδους ἐκείνης περιώδου”[57].

Ο Μέγας Φώτιος αφησε ἕνα πλούσιο συγγραφικὸ ἔργο. Τὰ σπουδαιότερα ἔργα τοῦ[58] εἶναι τὰ ἑξῆς:

Ἃ΄ Ποιητικὰ ἔργα

  1. Λειτουργικὴ ποίηση
  2. Ὀκτὼ ἰαμβικοὶ εἱρμοὶ κανόνα, ἦχος πλάγιος Β΄
  3. Δέκα τουλάχιστον κανονες στη Θεοτοκο.
  4. Κοντάκιο στην ἁγία Εἰρήνη τὴν παρθένο.
  5. Πιθανότατα ὅλη ἡ ἀκολουθία τοῦ ἁγίου πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Μεθοδιου.
  6. Στιχηρὰ στὸν ἅγιο Μάρκελλο (Ἀπαμείας;).

ΙΙ. “Θύραθεν” ποίηση

  1. Διάφοροι ὕμνοι.
  2. Ἐπιγράμματα.
  • Β΄ Πεζογραφία
  1. Δεκαεννέα ὁμιλίες ἀναφερόμενες σὲ ἑορτές, κατηχήσεις κ.λπ.
  2. Ἐπιστολές, περίπου 260.
  • Γ΄ Φιλολογικά έργα
  1. “Λέξεων Συναγωγή”, ἔργο μὲ τὸ ὁποῖο ἀπέβλεπε στὴν ἀναπλήρωση δυσεύρετων ἢ ἀπολεσθέντων λεξικῶν.
  2. Βιβλιοθήκη η Μυριοβιβλος, συλλογὴ ἔργων χριστιανικῆς καὶ θύραθεν λογοτεχνίας μὲ δικά του σχόλια, τὸ ὁποῖο μᾶλλον ὀργανώθηκε πρὶν τὸ 858, μὲ πλήρη τίτλο: “Ἀπογραφὴ καὶ συναρίθμηση τῶν ἀνεγνωσμένων ἠμὶν βιβλίων, ὧν εἰς κεφαλαιώδη διάγνωσιν ὁ ἠγαπημένος ἠμῶν ἀδελφὸς Ταράσιος ἐζητήσατο· εἶναι δὲ αὐτὰ εἴκοσι δεόντων ἒφ΄ ἐνὶ τριακόσια (281)”.
  3. Ἐπιτομὴ ἐκ τῶν ἐκκλησιαστικῶν Ἱστοριῶν του Φιλοστοργίου.
  • Δ΄ Θεολογικά έργα
  1. Δογματικά
  2. Γύρω ἀπὸ τῆς τῶν Μανιχαίων ἀναβλαστήσεως (PG 102, 15-264).
  3. Γύρω ἀπὸ τῆς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος Μυσταγωγίας (PG 102, 263-391).
  4. Ἑρμηνευτικὰ
  5. Περὶ τῶν συγγραμμάτων του αγίου Ἀθανασίου.
  6. Ὑπομνήματα στὶς ἐπιστολὲς του Αποστόλου Παύλου.
  7. Σχόλια στο κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγέλιον.

IΙI. Παραινετικά

  1. Εἰς τὸ Γενέσιον τῆς Ὑπεραγίας Θεοτοκου.
  2. Εἰς Συμεώνα (Ὑπαπαντή).
  3. Ἔκφρασις τῆς νέας Ἐκκλησίας τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.
  4. Ἁγίου Ἀθανασίου εγκωμιον.
  5. Ἀμφιλόχια ἢ λόγων ἱερῶν συλλογὴ (ἐπίλυση διαφόρων ἀποριῶν, θεολογικῶν καὶ φιλολογικῶν).
  • Ε΄ Νομοκανονικά έργα
  1. Ἀμφιβαλόμενα ἔργα ὁ Νομοκάνονας καὶ τὸ Σύνταγμα Κανόνων ποὺ δημοσιεύτηκαν μὲ τὸ ὄνομα του Φωτίου.
  2. Ἐρωτήματα δέκα σὺν ἴσαις ταῖς ἀποκρίσεσιν.
  3. Κρίσεις καὶ ἐπιλύσεις πέντε κεφαλαίων.

Τὰ ἔργα του Φωτίου εχουν ἐκδοθεῖ στην Patrologia Graeca του Migne, τόμοι 101-104.

Υποσημειώσεις

  1. Στεφανίδης Βασ. (Αρχιμ.), Εκκλησιαστική Ιστορία – Απ’ αρχής μέχρι σήμερον, 6η έκδ. (ανατύπωση της β’ έκδοσης του 1959), Παπαδημητρίου, Αθήνα 1998, σελ. 797.
  2. Φειδάς Βλ., «Φώτιος ο Α΄ ο Μέγας», εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, τόμ. 60, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 2004-2005.
  3. “Άγνωστον που κειμένην” αναφέρεται στη ΘΗΕ, τ. 12, στ. 27. Προσπάθεια προσδιορισμού της περιοχής όπου βρισκόταν η Μονή κάνει οΠέτρος Ζάνος, στο Φώτιος ο Οικουμενικός Πατριάρχης, εν Κωνσταντινουπόλει 1864, σελ. 55-58 και γράφει ότι δεν βρισκόταν στην Αρμενία, ούτε “εν ταις εσχατιαίς του Κράτους, αλλ’…εγγυτάτω της Κωνσταντινουπόλεως”.
  4. Για το έτος θανάτου του Φωτίου δεν υπάρχει ομοφωνία.
    Το 891 αναφέρουν:  «Φώτιος Α΄», e-δομή (ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια ΔΟΜΗ), εκδόσεις Δομή Α.Ε., Αθήνα 2003-2004 [DVD-ROM], 2.Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, τόμ. 12, στ. 27., 3. Τρεμπέλας Ν. Παν., Δογματική της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, τόμ. Α’, 3η έκδ., Ο Σωτήρ, Αθήνα 1997, σελ. 23, 4. Παπαδόπουλος Γ. Στυλιανός, Πατρολογία, τόμ. Α’, έκδ. 4η, Αθήνα 2000, σελ. 45 κ.ά.
    Το 892 αναφέρει κυρίως ο Φειδάς Βλάσιος στο Εκκλησιαστική Ιστορία – Από την Εικονομαχία μέχρι τη Μεταρρύθμιση, τόμ. Β’, 3η έκδ., Αθήνα 2002, σελ. 138.
    Το 893 αναφέρουν: 1. Lemerle Paul, Ο πρώτος βυζαντινός ουμανισμός, εκπαίδευση και παιδεία στο Βυζάντιο από τις αρχές ως τον 10ο αιώνα, 3η έκδ., ΜΙΕΤ, Αθήνα 2001, σελ. 392, 2. Κοντοστεργίου Δέσποινα, Αι Οικουμενικαί Σύνοδοι, Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 281, 3. Nicol M. Donald, Βιογραφικό Λεξικό της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, Ελληνική Ευρωεκδοτική, Αθήνα 1993, σελ. 310, 4. Τσάμης Γ. Δημητρίος, Εκκλησιαστική Γραμματολογία, Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1996, σελ. 212 κ.ά.
  5. Τωμαδάκης Ν.Β., «Φώτιος ο Α΄», Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια (ΘΗΕ), τόμ. 12, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1968, στ. 21.
  6. ΘΗΕ, ό.π., στ. 21.
  7. Ware Κάλλιστος (επίσκ. Διοκλείας), Η Ορθόδοξη Εκκλησία (μτφρ. Ροηλίδης Ι.), 4η έκδ., Ακρίτας, Αθήνα 2007, σελ. 93.
  8. Φειδάς Ιω. Βλάσιος, Εκκλησιαστική Ιστορία – Από την Εικονομαχία μέχρι τη Μεταρρύθμιση, τόμ. Β’, 3η έκδ., Αθήνα 2002, σελ. 272.
  9. ΘΗΕ, ό.π.
  10. ΘΗΕ, ό.π., στ. 22.
  11. ΘΗΕ, ό.π.
  12. εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, ό.π.
  13. PG 105,509ΑΒ.
  14. εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, ό.π.
  15. e-δομή (ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια ΔΟΜΗ), ό.π.
  16. ΘΗΕ, ό.π., στ. 23
  17. Lemerle Paul, Ο πρώτος βυζαντινός ουμανισμός, εκπαίδευση και παιδεία στο Βυζάντιο από τις αρχές ως τον 10ο αιώνα, 3η έκδ., ΜΙΕΤ, Αθήνα 2001, σελ. 160.
  18. ΘΗΕ, ό.π.
  19. Στεφανίδης Βασ. (Αρχιμ.), Εκκλησιαστική Ιστορία – Απ’ αρχής μέχρι σήμερον, 6η έκδ. (ανατύπωση της β’ έκδοσης του 1959), Παπαδημητρίου, Αθήνα 1998, σελ. 468.
  20. Στεφανίδης, ό.π.
  21. Ζαχαρόπουλος Νίκος, Επίτομο Ιστορικό-Θεολογικό Λεξικό, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2003, σελ. 448.
  22. Ζαχαρόπουλος, Επίτομο…Λεξικό, ό.π.
  23. “Ιγνάτιος πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως”, εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, τόμ. 29, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 2004-2005.
  24. εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, ό.π.
  25. εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, ό.π.
  26. Ζαχαρόπουλος, Επίτομο…Λεξικό, ό.π.
  27. Τσάμης Γ. Δημητρίος, Εκκλησιαστική Γραμματολογία, (ανατύπωση Α’ έκδ. 1983), Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1996, σελ. 211.
  28. Φειδάς Ιω. Βλάσιος, Εκκλησιαστική Ιστορία – Από την Εικονομαχία μέχρι τη Μεταρρύθμιση, τόμ. Β’, 3η έκδ., Αθήνα 2002, σελ. 101.
  29. Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία, Β’, ό.π., σελ. 102.
  30. “Φώτιος Α΄”, e-δομή (ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια ΔΟΜΗ), εκδόσεις Δομή Α.Ε., Αθήνα 2003-2004 [DVD-ROM].
  31. Θεοδώρου Ανδρέας, Η Ουσία της Ορθοδοξίας, 2η έκδ. βελτιωμένη, εκδ. Παρουσία, Αθήνα 1998, σελ. 298.
  32. Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία, Β’, ό.π., σελ. 103.104.
  33. e-δομή (ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια ΔΟΜΗ), ό.π.
  34. Εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά, για όλα τα επόμενα γεγονότα που οδήγησαν στο πρώτο Φώτειο Σχίσμα βλ. Ware Κάλλιστος (επίσκ. Διοκλείας), Η Ορθόδοξη Εκκλησία (μτφρ. Ροηλίδης Ι.), 4η έκδ., Ακρίτας, Αθήνα 2007, σελ. 92-98.
  35. ΘΗΕ, ό.π., στ. 24.
  36. ΘΗΕ, στο ίδιο.
  37. Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία, Β’, ό.π., σελ. 111.
  38. “Βασίλειος Α’ ο Μακεδών”, e-δομή (ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια ΔΟΜΗ), ό.π.
  39. Ζαχαρόπουλος, Επίτομο…Λεξικό, ό.π., σελ. 447.
  40. Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία, Β’, ό.π., σελ. 115.117.120.122.
  41. Ware Κάλλιστος, Ορθόδοξη Εκκλησία, ό.π., σελ. 96-97.
  42. Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία, Β’, ό.π., σελ. 124.
  43. ΘΗΕ, ό.π., στ. 26.
  44. Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία, Β’, ό.π.
  45. Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία, Β’, σελ. 125.
  46. “Φώτιος ο Α΄ ο Μέγας”, εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, τόμ. 60, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 2004-2005.
  47. Bλ. και σχετικές πληροφορίες για τον αριθμό των Οικ. Συνόδων στην Ορθόδoξη Εκκλησία.
  48. ΘΗΕ, ό.π., στ. 26.
  49. Κοντοστεργίου Δέσποινα, Αι Οικουμενικαί Σύνοδοι, Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 279.
  50. Κοντοστεργίου, ό.π.
  51. “Φώτιος…”, εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, ό.π.
  52. Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία, Β’, σελ. 125.
  53. Ζαχαρόπουλος, Επίτομο…Λεξικό, ό.π., σελ. 447.
  54. “Φώτιος…”, εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, ό.π.
  55. ΘΗΕ, ό.π., στ. 30.
  56. Από το κλασικό έργο του Francis Dvornik, The Photian Schism: History and Legend (Cambridge 1948), παρατίθεται στο Κάλλιστος Ware (επίσκ. Διοκλείας), Η Ορθόδοξη Εκκλησία (μτφρ. Ροηλίδης Ι.), 4η έκδ., Ακρίτας, Αθήνα 2007, σελ. 98.
  57. ΘΗΕ, ό.π.
  58. ΘΗΕ, ό.π., στ. 27-30.

Βιβλιογραφία

  • Ζαχαρόπουλος Νίκος, Επίτομο Ιστορικό-Θεολογικό Λεξικό, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2003, σελ. 446-448.
  • Τσάμης Γ. Δημητρίος, Εκκλησιαστική Γραμματολογία, (ανατύπωση Α’ έκδ. 1983), Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1996, σελ. 211-212.
  • Τωμαδάκης Ν.Β., «Φώτιος ο Α΄», Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, τόμ. 12, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1968, στ. 21-31.
  • Φειδάς Βλ., «Φώτιος ο Α΄ ο Μέγας», εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, τόμ. 60, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 2004-2005.
  • Φειδάς Ιω. Βλάσιος, Εκκλησιαστική Ιστορία – Από την Εικονομαχία μέχρι τη Μεταρρύθμιση, τόμ. Β’, 3η έκδ., Αθήνα 2002.
  • «Φώτιος Α΄», e-δομή(ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια ΔΟΜΗ), εκδόσεις Δομή Α.Ε., Αθήνα 2003-2004 [DVD-ROM].
  • Lemerle Paul, Ο πρώτος Bυζαντινός Oυμανισμός, 3η έκδ., ΜΙΕΤ, Αθήνα 2001.
  • Ware Κάλλιστος (επίσκ. Διοκλείας), Η Ορθόδοξη Εκκλησία(μτφρ. Ροηλίδης Ι.), 4η έκδ., Ακρίτας, Αθήνα 2007, σελ. 91-98

πηγή