Μέσα στὸ πολυπληθὲς νέφος τῶν ἐνδόξων μαρτύρων τῆς χριστιανικῆς πίστεως κατὰ τοὺς πρώτους χριστιανικοὺς αἰῶνες συγκαταλέγεται καὶ ἡ ἀθληφόρος παρθενομάρτυς τοῦ Χριστοῦ Ἁγία Τατιανή, ἡ ὁποία ἀναδείχθηκε «τῆς Ἐκκλησίας θεῖον κλέισμα», «τῶν διακόνων σεπτὸν ἐγκαλλώπισμα», «τῆς ἀρετῆς τὸ καύχημα» καὶ «τῆς θυσίας τὸ ἀγλάισμα». Ἡ τιμώμενη ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας στὶς 12 Ἰανουαρίου πανσεμνὸς νύμφη καὶ ἔνδοξος μάρτυς τοῦ Χριστοῦ Ἁγία Τατιανή, ἡ «περιβεβλημένη ταῖς ἀρεταῖς τὸ ἀήττητον, καὶ πεποικιλμένη ἐλαίω τῆς ἁγνείας καὶ τῷ αἵματι τῆς ἀθλήσεως», καταγόταν ἀπὸ τὴ Ρώμη καὶ ἔζησε ἐπὶ τῶν ἡμερῶν τοῦ αὐτοκράτορος Ἀλεξάνδρου Σεβήρου (222-235 μ.Χ.). Ἦταν γόνος πλούσιας καὶ ἀριστοκρατικῆς οἰκογένειας καὶ ὁ πατέρας της εἶχε διατελέσει τρεῖς φορὲς ὕπατος ποὺ ἦταν τὸ ἀνώτατο αἱρετὸ δημόσιο ἀξίωμα τῶν Ρωμαίων. Ἡ ἀρχοντικὴ καταγωγὴ καὶ ἡ εὐμάρεια τῆς οἰκογένειάς της ἐξασφάλισαν στὴν ἐνάρετη καὶ ὄμορφη Τατιανὴ τὴν ἀπαιτούμενη ἀγωγὴ καὶ παιδεία. Τὸ γεγονὸς μάλιστα αὐτὸ τὴν κατέστησε ἀξιοπρόσεκτη καὶ περιζήτητη μέσα στὴν κοινωνία τῆς Ρώμης. Παράλληλα ὅμως ἡ πλήρης ἀφοσίωσή της στὸν Κύριο ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ ὁ διαρκὴς πνευματικός της ἀγώνας σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, τὴν παρακίνησαν στὸ νὰ προσφέρει πλουσιοπάροχα τὶς ὑπηρεσίες της ὡς διακόνισσα ποὺ ἀποτελοῦσε ἄλλωστε θεσμὸ τῆς ἀρχαίας χριστιανικῆς Ἐκκλησίας. Ἔτσι ἐπιδόθηκε μὲ ὅλες τὶς φυσικὲς δυνάμεις καὶ τὰ πνευματικά της χαρίσματα στὴ διακονία τῶν συνανθρώπων καὶ κυρίως τῶν ἀναξιοπαθούντων, ἀφοῦ τὸ ἔργο τῶν διακονισσῶν ἦταν πρωτίστως τὰ ἔργα ἀγάπης καὶ φιλανθρωπίας. Γι’ αὐτὸ καὶ περιποιόταν τοὺς ἀσθενεῖς, ἐφοδίαζε μὲ τρόφιμα τοὺς ἐνδεεῖς καὶ τοὺς πεινασμένους, ἐπισκεπτόταν τοὺς φυλακισμένους καὶ καθοδηγοῦσε τὶς γυναῖκες στὸν δρόμο τῆς ἐναρέτου πολιτείας καὶ τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς καὶ σωτηρίας. Μάλιστα ἡ ἀριστοκρατικὴ καταγωγή της σὲ συνδυασμὸ μὲ τὸν ἔνθεο καὶ ἀκάματο ζῆλο, μὲ τὸν ὁποῖο ἐπιτελοῦσε τὰ διακονικά της καθήκοντα, τὴν ἔκαναν νὰ ἀποκτήσει ξεχωριστὴ θέση μεταξύ τῶν χριστιανῶν, ἐνῶ οἱ εἰδωλολάτρες ἀποροῦσαν μὲ τὸ θυσιαστικὸ πνεῦμα καὶ τὴν αὐταπάρνηση ποὺ ἐπιδείκνυε στὸ φιλανθρωπικὸ ἔργο καὶ τὴ διακονία τῶν ἀναξιοπαθούντων. Ἀξιομνημόνευτος ἦταν ὁ ἐνθουσιασμὸς ποὺ εἶχε, ὅταν βοηθοῦσε τοὺς ἱερεῖς στὶς βαπτίσεις τῶν γυναικῶν, ἀλλὰ καὶ ὅταν τηροῦσε τὴν τάξη στὶς γυναῖκες κατὰ τὴν τέλεση τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν τῆς Ἐκκλησίας, ἐνῶ ἀπέναντι σέ κάθε ἀναξιοπαθοῦντα ἀδελφὸ ἐπιδείκνυε ἀξιοθαύμαστη στοργὴ καὶ εὐαισθησία. 

Τὸ θεάρεστο ὅμως ἔργο τῆς θεομακαρίστου νύμφης τοῦ Χριστοῦ Ἁγίας Τατιανῆς προκάλεσε, ὅπως ἦταν φυσικό, τὸ μίσος τῶν εἰδωλολατρῶν τῆς Ρώμης. Γι’ αὐτὸ καὶ ὅταν κηρύχθηκε διωγμὸς ἐναντίον τῶν χριστιανῶν ἐπὶ τῶν ἡμερῶν τοῦ αὐτοκράτορος Ἀλεξάνδρου Σεβήρου, βρῆκαν τὴν εὐκαιρία οἱ φανατικοὶ εἰδωλολάτρες νὰ καταγγείλουν στὶς ρωμαϊκὲς ἀρχὲς τὴν πάνσεμνο Τατιανὴ ὡς χριστιανή. Ἔτσι συνελήφθη γιὰ τὴν πίστη της καὶ ὁδηγήθηκε ἐνώπιον τῶν ἀρχόντων γιὰ νὰ ἀπολογηθεῖ. Κατὰ τὴν ἀνάκριση ποὺ διατάχθηκε, ἡ ἐνάρετος καὶ εὐσεβὴς Τατιανὴ ὁμολόγησε μὲ ξεχωριστὴ παρρησία καὶ ἀξιοθαύμαστο θάρρος τὴν πίστη της στὸν Ἐνανθρωπήσαντα Κύριο ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστό, τὸν Ἐσταυρωμένο καὶ Ἀναστάντα. Ὅμως παρὰ τὶς προσπάθειες ποὺ καταβλήθηκαν εἴτε μὲ ὑποσχέσεις γιὰ πλούσια δῶρα εἴτε μὲ κολακεῖες ἢ ἀκόμα καὶ μὲ ἀπειλὲς γιὰ φρικτὰ μαρτύρια, δὲν κατόρθωσαν οἱ εἰδωλολάτρες ἄρχοντες νὰ τὴ μεταπείσουν νὰ ἀρνηθεῖ τὴ χριστιανική της πίστη καὶ νὰ προσκυνήσει τὰ ψεύτικα εἴδωλα. Μάλιστα κατ’ ἐντολὴν τοῦ ἴδιου τοῦ αὐτοκράτορος ὁδηγήθηκε μετὰ βίας στὸν εἰδωλολατρικὸ ναὸ τοῦ Ἀπόλλωνα γιὰ νὰ προσφέρει θυσία στὰ ἄψυχα εἴδωλα. Ἐκεῖ ἀφοῦ προσευχήθηκε μὲ ὅλη της τὴ δύναμη στὸν Κύριο, συνταράχθηκαν τὰ εἰδωλολατρικὰ ἀγάλματα ποὺ βρίσκονταν μέσα στὸ ναὸ καὶ μάλιστα μὲ τέτοια ἔνταση, ὥστε ὅλα κατέπεσαν καὶ συνετρίβησαν. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἐξαγρίωσε τὸν αὐτοκράτορα καὶ τοὺς παριστάμενους στρατιῶτες σὲ τέτοιο βαθμό, ὥστε μετὰ καὶ τὴ θαρραλέα ὁμολογία της στὸν Ἰησοῦ Χριστό, δόθηκε ἡ ἐντολὴ νὰ τὴν ὑποβάλουν σὲ φρικτὰ βασανιστήρια. Ἀρχικὰ τὴ χτύπησαν ἀνελέητα στὸ πρόσωπο, ἐνῶ μὲ σιδερένια νύχια τῆς ἔσχισαν τὰ βλέφαρα καὶ τὰ μάγουλα. Ἡ Τατιανὴ παρέμεινε ὅμως σταθερὴ καὶ ἀλύγιστη στὴ χριστιανική της πίστη, ἐνῶ προσευχόταν γιὰ τὴ σωτηρία τῶν βασανιστῶν της, ὥστε νὰ γνωρίσουν καὶ ἐκεῖνοι τὸν ἀληθινὸ Θεό. Ἔτσι ἡ προσευχὴ τῆς ἀθληφόρου μάρτυρος ἦταν τόσο δυνατή, ὥστε ὀκτῶ στρατιῶτες πίστεψαν στὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου καὶ τῆς ζήτησαν νὰ τοὺς συγχωρήσει. Ἡ μεταστροφὴ ὅμως τῶν βασανιστῶν τῆς Ἁγίας ἐξόργισε τὸν αὐτοκράτορα, ὁ ὁποῖος ἔδωσε ἀμέσως τὴ διαταγὴ νὰ τοὺς κρεμάσουν καὶ νὰ τρυπήσουν τὰ σώματά τους μὲ κοφτερὰ σπαθιά, ἐνῶ κατόπιν τοὺς ἀποκεφάλισαν. 

Μετὰ τὴ μαρτυρικὴ τελείωση τῶν ὀκτῶ βασανιστῶν ὁδηγήθηκε καὶ πάλι ἡ ἀθληφόρος μάρτυς ἐνώπιον τῶν ἀρχόντων γιὰ νὰ τὴν πείσουν νὰ θυσιάσει στοὺς ψεύτικους εἰδωλολατρικοὺς θεούς. Μάλιστα προσπάθησαν νὰ τὴ δελεάσουν μὲ διάφορες ὑποσχέσεις καὶ κολακεῖες. Ὅμως ἡ πλήρης ἀφοσίωσή της στὸν Ἰησοῦ Χριστὸ ἐξαγρίωσε καὶ πάλι τοὺς φανατικοὺς εἰδωλολάτρες, οἱ ὁποῖοι ἀφοῦ τὴ γύμνωσαν, ἄρχισαν νὰ τὴ χτυποῦν μὲ σιδερένια ραβδιά. Κατόπιν τὴν κρέμασαν καὶ τῆς κατέσχισαν τὸ ἁγνό της σῶμα μὲ σιδερένια ἄγκιστρα καὶ χτένια, ἐνῶ στὴ συνέχεια τὴν ἔκλεισαν στὴ φυλακή. Ὅμως κανένα ἀπὸ τὰ φρικτὰ βασανιστήρια δὲν ἔκαμψε τὸ σθεναρὸ ἀγωνιστικό της φρόνημα καὶ τὴν ἀκλόνητη πίστη της στὸν ἕνα καὶ ἀληθινὸ Θεό. Προκειμένου μάλιστα νὰ τὴν ταπεινώσουν καὶ νὰ τὴ διασύρουν, τῆς ἔκοψαν ὅλες τὶς τρίχες τῆς κεφαλῆς της, ξυρίζοντας τὴν. Μ’ αὐτὸν τὸν ἀναίσχυντο τρόπο ἐξευτελισμοῦ πίστευε ὁ εἰδωλολάτρης αὐτοκράτορας ὅτι θὰ λύγιζε καὶ θὰ ἀναγκαζόταν ντροπιασμένη νὰ προσκυνήσει τὰ ἄψυχα καὶ ψευδῆ εἴδωλα. Ἐκείνη ὅμως θεωροῦσε τὸν ὀνειδισμὸ γιὰ τὸν Χριστὸ τιμή, ἡ ὁποία θὰ προστίθετο στὶς πολλαπλὲς εὐλογίες ποὺ εἶχε ἤδη δεχθεῖ πλουσιοπάροχα ἀπὸ τὸν Θεό. Ὅμως τὰ φρικτὰ βασανιστήρια τῆς παρθενομάρτυρος Τατιανῆς, τὰ ὁποῖα ὑπέμεινε μὲ ἀνείπωτη ἀγαλλίαση καὶ ὑπομονή, συνεχίστηκαν μὲ ἀμείωτη ἔνταση, ἀφοῦ διατάχθηκε νὰ τὴ ρίξουν καὶ σὲ πυρακτωμένο καμίνι. Ἀλλὰ καὶ μέσα στὴ φωτιὰ ἡ ἀθληφόρος μάρτυς τοῦ Χριστοῦ διαφυλάχθηκε σώα καὶ ἀβλαβὴς χάρη στὴν πανσθενουργὸ δύναμη τοῦ Κυρίου, ὅπως εἶχε συμβεῖ καὶ μὲ τοὺς ἐν Καμίνω Ἁγίους Τρεῖς Παῖδες Ἀνανία, Ἀζαρία καὶ Μισαήλ.
Κατόπιν τὴν ἔριξαν σὲ πεινασμένα ἄγρια θηρία γιὰ νὰ τὴν κατασπαράξουν, ἀλλὰ ἐκεῖνα δὲν τῆς ἐπιτέθηκαν καθόλου καὶ ἔτσι δὲν τῆς προξένησαν ἀπολύτως καμία βλάβη. 

Βλέποντας ὁ αὐτοκράτορας Ἀλέξανδρος Σεβῆρος τὸ συνεχιζόμενο ἀκμαῖο ἀγωνιστικὸ φρόνημα καὶ τὴν ἀκλόνητη χριστιανικὴ πίστη τῆς πολυάθλου μάρτυρος παρὰ τὰ φρικτὰ βασανιστήρια, στὰ ὁποῖα ὑποβλήθηκε, διέταξε νὰ τὴν ἀποκεφαλίσουν ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη. Τότε ἡ πανσεμνὸς νύμφη τοῦ Χριστοῦ ὁδηγήθηκε στὸν χῶρο τῆς θανατικῆς της ἐκτέλεσης καὶ ἀφοῦ προσευχήθηκε στὸν Οὐράνιο Νυμφίο ποὺ τὴν ἀξίωσε νὰ μείνει μέχρι τέλους ἀφοσιωμένη καὶ πιστὴ σ’ Ἐκεῖνον, ὁ Ὁποῖος σταυρώθηκε καὶ ἀναστήθηκε γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπινου γένους, δέχθηκε μὲ ἀγαλλίαση τὸ ἐπίγειο τέλος της. Ἔτσι μὲ τὴ δι’ ἀποκεφαλισμοῦ μαρτυρική της τελείωση ἔλαβε ἐπάξια ἀπὸ τὸν ἀθλοθέτη Κύριο τὸν καλλίνικο καὶ ἀμάραντο στέφανο τοῦ μαρτυρίου γιὰ νὰ συνευφραίνεται αἰώνια μαζὶ μὲ τὸν Νυμφίο Χριστό. Ἔκτοτε ἡ θεομακάριστος διάκονος καὶ πανσεμνὸς νύμφη τοῦ Χριστοῦ Ἁγία Τατιανή, ἡ ὁποία ἀναδείχθηκε «κλέος καὶ σεπτὸ ἐγκαλλώπισμα τῶν χριστομαρτύρων», τιμᾶται ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας στὶς 12 Ἰανουαρίου. 

Ἡ Ἁγία παρθενομάρτυς Τατιανὴ τιμᾶται ἰδιαιτέρως στὴν Αἴγινα, ἀφοῦ στὴ θέση Λάκκα τῆς πόλεως Αἰγίνης ὑπάρχει ὁμώνυμος ἱερὸς ναός, ὁ ὁποῖος ἀνεγέρθηκε στὶς ἀρχὲς τοῦ 20ου αἰῶνος μετὰ ἀπὸ τὶς κατ’ ὄναρ ἀλλεπάλληλες ἐμφανίσεις τῆς ἴδιας της Ἁγίας στὴν Ἑλένη Θεοδοσίου Μοίρα (τὸ γένος Ἰωάννου Κολοκέντη) καὶ τὴν ἐπακολουθεῖσα θαυματουργικὴ ἀνεύρεση τῆς ἱερᾶς εἰκόνος της. Ὅλα ξεκίνησαν στὶς 22 Σεπτεμβρίου 1898, ὅταν ἕνα ἀπροσδόκητο ὄνειρο συντάραξε τὴν ἠρεμία τῆς νύχτας στὸ σπίτι τῆς Ἑλένης Μοίρα. Στὴν εὐσεβῆ αὐτὴ γυναίκα ἐμφανίσθηκαν ξαφνικὰ στὸν ὕπνο τῆς δύο λευκοντυμένες γυναῖκες, οἱ ὁποῖες τῆς παρέδωσαν μία ἐπιστολή. Στὴν ἀξιοπερίεργη αὐτὴ οὐράνια ὀπτασία δὲν ἔδωσε ἀρχικὰ καμία ἀπολύτως σημασία. Μετὰ ὅμως ἀπὸ ὀκτὼ ἡμέρες παρουσιάσθηκε στὸν ὕπνο της ἕνας ἡλικιωμένος, ὁ ὁποῖος καθόταν στὴν κορυφὴ ἑνὸς βουνοῦ. Ἀφοῦ τὴν κάλεσε κοντά του, ξαφνικά το βουνὸ ἐξαφανίσθηκε καὶ ἡ εὐσεβὴς Ἑλένη βρέθηκε μέσα σὲ μία ἐκκλησία, ὅπου στὸ Ἅγιο Βῆμα ἐκτὸς ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα ὑπῆρχε μία χρυσὴ εἰκόνα καὶ ἕνα ἀναμμένο καντήλι, ἐνῶ μπροστὰ στὴν πόρτα ὑπῆρχε ἕνα συναξάριο μὲ τὴν ἐπιγραφή: «Τὸ μαρτύριον τῆς Ἁγίας Τατιανῆς». Μετὰ τὴν ἀπροσδόκητη αὐτὴ ἀποκάλυψη ἄρχισε ἡ εὐσεβὴς γυναίκα φωνάζοντας νὰ καλεῖ τοὺς χριστιανοὺς νὰ προσκυνήσουν, ἀλλὰ μία γυναίκα μ’ ἕνα βρέφος στὰ χέρια, τῆς ἀπαγόρευσε νὰ φωνάζει. Ἡ δυσερμήνευτη αὐτὴ ὀπτασία ἔκανε τὴν Ἑλένη νὰ ἀπορεῖ καὶ νὰ διστάζει, χωρὶς νὰ γνωρίζει τί ἀκριβῶς σημαίνουν αὐτὰ ποὺ εἶδε καὶ τί πρέπει νὰ κάνει. Ἐπὶ πέντε ὅμως συνεχῆ ἔτη παρουσιαζόταν ἡ Ἁγία Τατιανὴ στὸν ὕπνο της, ἐκφράζοντας ἔντονα τό παράπονο γιὰ τὸν δισταγμὸ καὶ τὴν ἀδιαφορία ποὺ ἐπιδείκνυε στὸ νὰ σκάψει στὸ σημεῖο τοῦ κτήματός της ποὺ ὅριζε ἡ ἴδια ἡ Ἁγία, ὥστε νὰ ἀνευρεθεῖ ἡ ἱερὰ εἰκόνα της καὶ νὰ ἀνεγερθεῖ κατόπιν ἱερὸς ναὸς ἐπ’ ὀνόματί της. Μετὰ ὅμως ἀπὸ τὶς ἀλλεπάλληλες κατ’ ὄναρ ἐμφανίσεις τῆς Ἁγίας ἀποφάσισε κάποια στιγμὴ ἡ Ἑλένη νὰ ἄρει τὶς ἐπιφυλάξεις καὶ τοὺς δισταγμούς της καὶ νὰ σκάψει στὸ σημεῖο τοῦ κτήματός της στὴ θέση Λάκκα τῆς πόλεως Αἰγίνης γιὰ νὰ διαπιστώσει, ἐὰν τὰ ὄνειρά της ἀνταποκρίνονται στὴν πραγματικότητα. Ἔτσι στὶς 4 Δεκεμβρίου τοῦ 1903 καὶ κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ἀνασκαφῆς εὑρέθη εἰκόνα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, κατόπιν εὑρέθη εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου (ἐπ’ ὀνόματί του τιμᾶται τὸ ἀριστερὸ κλίτος τοῦ Ἱεροῦ Μητροπολιτικοῦ Ναοῦ Κοιμήσεως Θεοτόκου Αἰγίνης), ἐνῶ στὶς 17 Δεκεμβρίου, ἡμέρα μνήμης καὶ ἑορτασμοῦ τοῦ πολιούχου τοῦ νησιοῦ Ἁγίου Διονυσίου (ἐπ’ ὀνόματί του τιμᾶται τὸ δεξιὸ κλίτος τοῦ Ἱεροῦ Μητροπολιτικοῦ Ναοῦ Κοιμήσεως Θεοτόκου Αἰγίνης), ἀνευρέθη ἡ ἱερὰ εἰκόνα τῆς Ἁγίας Τατιανῆς. Τὸ θαυμαστὸ καὶ ὑπερφυὲς αὐτὸ γεγονὸς προκάλεσε αἰσθήματα ἀπερίγραπτης πνευματικῆς ἀγαλλίασης στοὺς εὐσεβεῖς κατοίκους τοῦ εὐλογημένου νησιοῦ τῆς Αἴγινας καὶ ὅλοι ἐπιδόθηκαν μὲ ἰδιαίτερη χαρὰ καὶ ἐπιμέλεια στὴν ἀνέγερση τοῦ ἱεροῦ ναοῦ στὸ κτῆμα, ὅπου ἀνευρέθη ἡ ἱερὰ εἰκόνα τῆς Ἁγίας. Πρόκειται μάλιστα γιὰ τὸν μοναδικὸ σὲ ὁλόκληρο τὸν ἑλλαδικὸ χῶρο καταγεγραμμένο ναὸ ἐπ’ ὀνόματί της, ὁ ὁποῖος σήμερα ἀποτελεῖ παρεκκλήσιο τοῦ χρονολογούμενου ἀπὸ τὸ 1806 ἱστορικοῦ Ἱεροῦ Μητροπολιτικοῦ Ναοῦ Κοιμήσεως Θεοτόκου Αἰγίνης. 

Μετὰ τὴ θαυματουργικὴ ἀνεύρεση τῆς ἱερᾶς εἰκόνος τῆς Ἁγίας Τατιανῆς καὶ τὴν ἀνέγερση τοῦ ὁμωνύμου ἱεροῦ ναοῦ ἡ Ἑλένη Θεοδοσίου Μοίρα ἀφιερώθηκε στὸν Θεὸ καὶ μάλιστα μετὰ τὴ χηρεία τῆς ἐκάρη μοναχὴ λαμβάνοντας τὸ ὄνομα Τατιανή. Πάμπολλα εἶναι καὶ τὰ θαύματα ποὺ ἔχει ἐπιτελέσει ἡ ἀθληφόρος μάρτυς διὰ τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ. Μεταξὺ αὐτῶν παιδὶ ποὺ συνταξίδευε μὲ τὴ μητέρα του καὶ ἔπεσε στὴ θάλασσα, διασώθηκε ἀπὸ τὴν Ἁγία, ἀφοῦ βρέθηκε μέσα σὲ λέμβο, ἐνῶ κοπέλα ἀπὸ τὸ Καστελλόριζο ποὺ ἔπασχε ἀπὸ αἱμορραγία καὶ θεραπεύθηκε, δώρισε ἀπὸ εὐγνωμοσύνη ἕνα βραχιόλι στὸν ναὸ τῆς Ἁγίας στὴν Αἴγινα. Ἀλλὰ καὶ κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ἀνεγέρσεως τοῦ ναοῦ στὴν Αἴγινα δεκατριάχρονο κορίτσι εἶδε κατ’ ὄναρ τὴν Ἁγία Τατιανή, ἡ ὁποία τοῦ ἔδωσε τὴν ἐντολὴ νὰ ἀνοίξει πλησίον του ναοῦ πηγάδι, ἀπὸ τὸ ὁποῖο ἀνέβλυσε ἄφθονο νερό. Ὅμως ἀκόμη καὶ κατὰ τὰ τελευταῖα χρόνια ἀρκετοὶ εἶναι αὐτοὶ ποὺ ἔχουν γίνει ἀποδέκτες τῶν θαυμάτων τῆς Ἁγίας, γεγονὸς ποὺ ἐπιβεβαιώνει περίτρανα τὴ ζωντανή της παρουσία καὶ τὴ θαυματουργική της χάρη στὸ εὐλογημένο νησὶ τῆς Αἴγινας. Ἃς ἐπικαλεσθοῦμε λοιπὸν τὶς πρεσβεῖες της στὴ σημερινὴ τεχνοκρατικὴ ἐποχή μας γιὰ νὰ παραδειγματιστοῦμε ἀπὸ τὸν ἔνθερμο ζῆλο της στὴ διακονία τῶν ἀναξιοπαθούντων ἀδελφῶν μας, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν ἀκλόνητη πίστη της στὸν Κύριο ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστό, τὸν μόνο ἀληθινὸ Θεό.

Ἀριστείδης Γ. Θεοδωρόπουλος Ἐκπαιδευτικὸς

Βιβλιογραφία 

  • Ἀεράκη Νικοδήμου Γ., Ἀρχιμανδρίτου –Ἱεροκήρυκος, Κανὼν Παρακλητικός της Ἁγίας ἐνδόξου μάρτυρος Τατιανῆς, Ἀθῆναι 2009.
  • Βίος καὶ Ἀκολουθία τῆς Ἁγίας Τατιανῆς, Ἐπιμέλεια Ἀθηνᾶς Νικολάου Χριστοπούλου, Ἀθήνα 1989.