Ὁ φιλῶν τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἀπολέσει αὐτήν, καὶ ὁ μισῶν τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἐν τῷ κόσμῳ τούτω, εἰς ζωὴν αἰώνιον φυλάξει αὐτήν.[Αὐτὸς ποὺ ἀγαπάει τὴ ζωή του, θὰ τὴ χάσει. Αὐτὸς ὅμως ποὺ τὴ ζωή του δὲν τὴ λογαριάζει, ὅσο κρατάει αὐτὸς ὁ κόσμος, θὰ τὴν φυλάξει γιὰ τὴν αἰώνια ζωή.] (ΚατάΙωαννην 12,25)
Εἰ ὁ κόσμος ὑμᾶς μισεῖ, γινώσκετε ὅτι ἐμὲ πρῶτον ὑμῶν μεμίσηκεν. Εἰ ἐκ τοῦ κόσμου ἦτε, ὁ κόσμος ἂν τὸ ἴδιον ἐφίλει. Ὅτι δὲ ἐκ τοῦ κόσμου οὐκ ἔστε, ἀλλ’ ἐγὼ ἐξελεξάμην ὑμᾶς ἐκ τοῦ κόσμου, διὰ τοῦτο μισεῖ ὑμᾶς ὁ κόσμος. [Ἐὰν ὁ κόσμος σας μισεῖ, νὰ ἔχετε στὸ μυαλό σας, ὅτι πρὶν ἀπὸ ἐσᾶς, μίσησε Ἐμένα. Ἐὰν εἶστε μὲ τὸν κόσμο, τότε ὁ κόσμος θὰ σᾶς ἀγαποῦσε, σὰν κάτι δικό του. Ἐπειδὴ ὅμως δὲν εἶστε μὲ τὸν κόσμο, ἀφοῦ Ἐγώ σας διάλεξα καὶ σᾶς ξεχώρισα ἀπὸ τὸν κόσμο, γι’ αὐτό σας μισεῖ ὁ κόσμος.] (Κατὰ Ἰωάννην 15,18-19)
Μὴ ἀγαπᾶτε τὸν κόσμον μηδὲ τὰ ἐν τῷ κόσμῳ. Εάν τὶς ἀγαπάτον κόσμον, οὐκ ἔστιν ἡ ἀγάπη τοῦ Πατρὸς ἐν αὐτῷ.Ὅτι πᾶν τὸ ἐν τῷ κόσμῳ, ἡ ἐπιθυμία τῆς σαρκὸς καὶ ἡ ἐπιθυμία τῶν ὀφθαλμῶν καὶ ἡ ἀλαζονεία τοῦ βίου, οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ Πατρός, ἀλλ’ ἐκ τοῦ κόσμου ἐστι. Καὶ ὁ κόσμος παράγεται καὶ ἡ ἐπιθυμία αὐτοῦ, ὁ δὲ ποιῶν τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ μένει εἰς τὸν αἰώνα. [Μὴ ἀγαπᾶτε τὸν ἁμαρτωλὸ κόσμο οὔτε τὶς ματαῖες ἀπολαύσεις καὶ τὶς ἁμαρτωλὲς τέρψεις ποὺ ὑπάρχουν στὸν κόσμο καὶ οἱ ὁποῖες χωρίζουν τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸν Θεό. Ἐὰν κανεὶς ἀγαπᾶ τὸν κόσμο τῆς ἁμαρτίας, ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ Πατρός, δὲν ὑπάρχει μέσα του. Διότι κάθετι ποὺ ὑπάρχει στὸν Θεοῦ κόσμον, ὅπως παραδείγματος χάριν εἶναι ἡ διεφθαρμένη σαρκικὴ ἐπιθυμία, ἡ ἁμαρτωλὴ ἐπιθυμία ποὺ εἰσέρχεται στὴν καρδιὰ ἀπὸ τὰ ἀπρόσεκτα μάτια καὶ ἡ ἀλαζονεία τοῦ βίου, αὐτὰ δὲν εἶναι ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ Πατέρα, ἀλλὰ προέρχονται ἀπὸ τὸν ἁμαρτωλὸ κόσμο. Καὶ ὁ μάταιος αὐτὸς καὶ ἁμαρτωλὸς κόσμος παρέρχεται (χάνεται-φεύγει) καὶ μαζὶ μ’ αὐτὸν χάνονται (φεύγουν) καὶ οἱ ἁμαρτωλὲς ἐπιθυμίες του. Ἐκεῖνος ὅμως ποὺ τηρεῖ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ἔχει τὴν αἰώνια ζωὴ καὶ μένει αἰωνίως κοντὰ στὸν Θεό.] (Ἀ’ Ἰωάννου 2,15-17)
Ὁ κόσμος ὅλος ἐν τῷ πονηρῷ κεῖται. [Ὅλοι οἱ μακράν του Θεοῦ, οἱ ἄνθρωποι τοῦ ἁμαρτωλοῦ κόσμου, εἶναι βυθισμένοι μέσα στὴν πονηριὰ καὶ βρίσκονται κάτω ἀπὸ τὴν ἐξουσίαν τοῦ πονηροῦ.] (Ἀ’ Ἰωάννου 5,19)
Μοιχοὶ καὶ μοιχαλίδες! οὐκ οἴδατε ὅτι ἡ φιλία τοῦ κόσμου ἔχθρα τοῦ Θεοῦ ἔστιν; ος ἂν οὒν βουληθῆ φίλος εἶναι τοῦ κόσμου, ἐχθρός του Θεοῦ καθίσταται.[Ἄπιστοι καὶ ἄπιστες, δὲν ξέρετε ὅτι ἡ ἀγάπη γιὰ τὸν ἁμαρτωλὸ κόσμο εἶναι ἔχθρα ἐναντίον τοῦ Θεοῦ; Ὅποιος λοιπὸν θέλει νὰ εἶναι φίλος τοῦ κόσμου, γίνεται ἐχθρός του Θεοῦ. (Ἰακώβου 4,4)
Ματαιότης ματαιοτήτων, τὰ πάντα ματαιότης. [Ματαιότης ματαιοτήτων, ὅλα ἀνεξαιρέτως τὰ ἐπίγεια εἶναι μάταια.] (Ἐκκλησιαστῆς 1,2)
Ἂν ὁ ἄνθρωπος δὲν μισήσει τὰ ἔργα αὐτοῦ τοῦ κόσμου, δὲν μπορεῖ νὰ λατρεύσει τὸν Θεό. (Ἅγιος Ἠσαΐας ὁ Ἀναχωρητής)
Κόσμος εἶναι τὸ νὰ διασπᾶται κανεὶς σὲ πολλὲς καὶ διάφορες ὑποθέσεις. Κόσμος εἶναι τὸ νὰ ἐνεργοῦν οἱ ἄνθρωποι τὰ ἀντίθετα πρὸς τὴν ἀνθρώπινη φύση καὶ νὰ ἱκανοποιοῦν τὰ σαρκικὰ τοὺς θελήματα. Κόσμος εἶναι τὸ νὰ νομίσει κανείς, ὅτι μένει παντοτινὰ στὴ ζωὴ αὐτή. Κόσμος εἶναι, νὰ φροντίζει γιὰ τὸ σῶμα πρὸς βλάβην τῆς ψυχῆς καὶ νὰ καυχιέται γι’ αὐτὰ ποὺ ἀφήνει πίσω του. Καὶ αὐτὰ δὲν τὰ εἶπα ἀπὸ μόνος μου, ἀλλὰ ὁ Ἰωάννης ὁ Ἀπόστολος εἶναι ποὺ τὰ λέει: Μὴν ἀγαπᾶτε τὸν κόσμο μήτε ὅσα εἶναι τοῦ κόσμου. (Ἅγιος Ἠσαΐας ὁ Ἀναχωρητής)
Ὅπως ἀκριβῶς ἡ ἄκανθα (ἀγκαθωτὸ φυτό), ἀπὸ ὅπου καὶ ἂν πιάνεται, κεντάει ἐκεῖνον ποὺ τὴν πιάνει, ἔτσι καὶ τὰ κοσμικὰ πράγματα, ὅπως καὶ ἂν ἀσχοληθεῖς μ’ αὐτά, λυποῦν ἐκεῖνον ποὺ ἀπορροφᾶται καὶ φροντίζει μὲ ἐπιμονὴ γι’ αὐτά. Ἀντίθετα τὰ πνευματικὰ πράγματα δὲν εἶναι ἔτσι, ἀλλὰ ὁμοιάζουν μὲ κάποιον μαργαρίτη, ποὺ εὐχαριστοῦν τοὺς ὀφθαλμούς, σὲ ὅποια πλευρὰ καὶ ἂν τὸν στρέψεις. (Ἱερὸς Χρυσόστομος)
Ἡ χαρὰ ποὺ δίνει ὁ κόσμος ἀρχίζει ἀπὸ τὴν γλυκύτητα καὶ τελειώνει στὴν πίκρα. (Ἱερὸς Χρυσόστομος)
Παροργίζουμε τὸ Θεό, γιατί ἐνῶ βρίσκεται μπροστά μας ἡ οὐράνια ἀπόλαυση, ἐμεῖς δὲν θέλουμε νὰ ἀπομακρυνθοῦμε ἀπὸ τὶς ἀπολαύσεις τῆς γῆς. Εἶναι σὰν νὰ ἔχουμε βουτηχτεῖ μέσα σὲ κάποια νάρκη καὶ μέθη καὶ μένουμε ἔκθαμβοι ἀπὸ τὶς φαντασίες τοῦ κόσμου τούτου… Γιατί τίποτα δὲν θολώνει τόσο πολὺ τὴν διάνοιά μας, ὅσο ἡ προσκόλλησή μας στὰ ἐγκόσμια. (Ἱερὸς Χρυσόστομος)
Ὅποιος θαυμάζει τὰ ἐγκόσμια, ποτὲ δὲν θὰ ἀξιωθεῖ νὰ λάβει τὸ δῶρο τῆς θεωρίας τῶν μελλόντων ἀγαθῶν. Ὅποιος ὅμως περιφρονεῖ τὰ ἐγκόσμια, θεωρώντας τὰ ὄνειρο καὶ σκιά, πολὺ σύντομα θὰ ἀποκτήσει ἐκεῖνα τὰ μεγάλα πνευματικὰ ἀγαθά. (Ἱερὸς Χρυσόστομος)
Τίποτα δὲν κάνει τὸν ἄνθρωπο νὰ ἀγνοεῖ τόσο τὸν ἑαυτόν του, ὅσο ὅταν προσηλώνεται στὰ βιοτικὰ πράγματα. Καὶ τίποτα πάλι δὲν τὸν κάνει νὰ προσηλώνεται τόσο στὰ βιοτικὰ πράγματα, ὅσο ὅταν ἀγνοεῖ τὸν ἑαυτόν του. (Ἱερὸς Χρυσόστομος)
Ὅπως ὅταν ἀνεβοῦμε στὴν κορυφὴ ἑνὸς βουνοῦ, μᾶς φαίνονται οἱ πόλεις μικρὲς καὶ οἱ ἄνθρωποι σὰν μυρμήγκια, ἔτσι ἀκριβῶς ὅταν ἀνεβοῦμε στὴν ὑψηλὴ σκέψη τῆς χριστιανικῆς φιλοσοφίας, τίποτε ἀπὸ τὰ ἐπίγεια δὲν θὰ μπορέσει νὰ μᾶς προξενήσει ἔκπληξη (καὶ συγκίνηση), ἀλλὰ θὰ μᾶς φαίνονται μικρὰ καὶ ὁ πλοῦτος καὶ ἡ δόξα καὶ ἡ τιμὴ καὶ κάθε παρόμοιο μ’ αὐτά, ὅταν θὰ βλέπεις τὰ οὐράνια. (Ἱερὸς Χρυσόστομος)
Κόσμος εἶναι ἢ ἐμπαθὴς ζωὴ καὶ τὸ σαρκικὸ φρόνημα Ὅποιος ἀπαλλαγεῖ ἀπὸ τὰ πάθη του, ἔχει ἐξέλθει ἀπὸ τὸν κόσμο. (Ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σύρος)
Ὅποιος ποθεῖ τὸν κόσμο, δὲν ἀγαπᾶ τὸ Θεό. Ὅποιος συναναστρέφεται τὸν κόσμο, δὲν μπορεῖ νὰ συναναστρέφεται τὸ Θεό. Ὅποιος φροντίζει τὰ τοῦ κόσμου, δὲν φροντίζει τὰ τοῦ Θεοῦ… Ὅσο ὁ ἄνθρωπος ἀποτραβιέται ἀπὸ τὰ πράγματα τοῦ κόσμου, τόσο περισσότερο πλησιάζει τὸν Θεό. Κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ πλησιάσει τὸν Θεό, παρὰ μόνο ἐκεῖνος ποὺ ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὸν κόσμο. Νὰ μὴν ἀγαπήσεις μὲ τὴν ψυχή σου τίποτε κοσμικό. (Ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σύρος)
Ἀπομάκρυνε τὸν ἑαυτόν σου ἀπὸ τὸν κόσμο καὶ τότε θὰ νοιώσεις τὴν δυσωδία του… Διότι ὁ κόσμος εἶναι μία πόρνη, ποὺ προσπαθεῖ μὲ τὰ κάλλη της νὰ μᾶς ἑλκύσει κοντά της καὶ νὰ μᾶς γυμνώσει ἀπὸ κάθε ἀρετή, πετώντας μας ἔξω ἀπὸ τὴν οἰκία, τὴν ὥρα τοῦ θανάτου. (Ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σύρος)
Μὴν ἀγαπᾶς τὸν κόσμο τῆς ἁμαρτίας καὶ δὲν θὰ λυπηθεῖς ποτέ, ἀλλὰ καταφρόνησε τὸν καὶ θὰ βρίσκεσαι πάντοτε σὲ χαρά… (Ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σύρος)
Ὅποιος ἀνακατεύεται μὲ κοσμικὰ πράγματα, δὲν μπορεῖ νὰ διατηρήσει τὴν ψυχική του ὑγεία. Καὶ ὅποιος ποθεῖ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἀποφεύγει τὸν κόσμο καὶ ὁ κόσμος ἀποφεύγει αὐτόν. (Ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σύρος)
Μὴν δένεσαι μὲ χρυσάφι, ἡ ἀσήμι, ἡ μὲ ὁποιοδήποτε ἄλλο θησαυρὸ τοῦ κόσμου αὐτοῦ. Συνήθιζε τὸν ἑαυτό σου νὰ μὴν ἔχει δικαιώματα στὴ ζωὴ αὐτή, γιὰ νὰ μὴν φτάσεις στὸ σημεῖο, μὲ τὸ ἕνα χέρι νὰ μαζεύεις καὶ μὲ τὸ ἄλλο νὰ σκορπᾶς. (Ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σύρος)
Οἱ τιμές, οἱ ἡδονὲς καὶ ὁ πλοῦτος τοῦ κόσμου, δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο, παρὰ ματαιότητα καὶ θάνατος τῆς ψυχῆς. Γι’ αὐτὸ καὶ εἶναι καλύτερο, τὸ νὰ καταφρονήσει κάποιος τὸν κόσμο, παρὰ τὸ νὰ τὸν ἐξουσιάζει ὄλον. (Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης)
Πρέπει νὰ μισήσουμε τὴ φιλαργυρία, τὴ κενοδοξία καὶ τὴν ἡδονή, ὡς μητέρες τῶν κακῶν. Γι’ αὐτὲς τὶς κακίες ἔχομε προσταγὴ νὰ μὴν ἀγαποῦμε τὸν κόσμο, οὔτε τὰ πράγματα τοῦ κόσμου. Ὄχι γιὰ νὰ μισήσομε χωρὶς διάκριση τὰ κτίσματα τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ γιὰ νὰ περικόψομε τὶς ἀφορμὲς τῶν τριῶν αὐτῶν κακιῶν. (Ἅγιος Μάρκος ὁ Ἀσκητής)
Ὅποιος θέλει νὰ νικήσει τὰ πάθη του, δὲν μπλέκεται μὲ τὰ κοσμικά. Ἀλλιῶς μοιάζει μὲ ἐκεῖνον ποὺ προσπαθεῖ νὰ σβήσει τὴ φωτιὰ μὲ τὰ ἄχυρα. (Ἅγιος Μάρκος ὁ Ἀσκητής)
Νὰ ἀπομακρυνόμαστε ἀπὸ ὅσα θεωροῦνται σπουδαία μὲ τὰ κοσμικὰ κριτήρια. Γιατί ὅλος ὁ ”κόσμος” βρίσκεται στὸ πονηρό. Συνεπῶς, ὅποιος θέλει ν’ ἀπομακρυνθεῖ ἀπ’ τὸν πονηρό, νὰ ἐκτοπίσει ἀναγκαστικὰ τὸν ἑαυτὸ τοῦ μακριὰ ἀπ’ τὸν κόσμο. Στὶς κοσμικὲς μέριμνες κρύβονται οἱ ἀφορμὲς τῶν πειρασμῶν. (Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης)
Ἀρχὴ τοῦ θεάρεστου βίου εἶναι ἡ καθολικὴ ἀποφυγὴ τοῦ κόσμου. Ἐκεῖνος ποὺ μίσησε μὲ ὅλη του τὴν ψυχὴ καὶ ἀπαρνήθηκε τὴν ἐπιθυμία τῆς σάρκας καὶ τὴν ἐπιθυμία ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὴν ὅραση καὶ τὴν ἀλαζονεία τοῦ πλούτου, αὐτὸς σταύρωσε τὸν κόσμο γιὰ τὸν ἑαυτό του καὶ τὸν ἑαυτό του γιὰ τὸν κόσμο. Ἔτσι διέλυσε πάνω τοῦ τὴν μεταξὺ αὐτοῦ καὶ τοῦ Θεοῦ ἔχθρα καὶ ἔκανε εἰρήνη ἀνάμεσά τους. Ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς δὲν εἶναι πιὰ φίλος του κόσμου, ὥστε νὰ εἶναι ἐχθρός του Θεοῦ, ἀλλὰ γίνεται φίλος τοῦ Θεοῦ, γιατί εἶναι σταυρωμένος γιὰ τὸν κόσμο καὶ μπορεῖ νὰ λέει: «Γιὰ μένα σταυρώθηκε ὁ κόσμος καὶ ἐγὼ γιὰ τὸν κόσμο». (Ἅγιος Νικήτας ὁ Στηθάτος)
Ἐκεῖνος ποὺ εἶναι δεμένος στὰ κοσμικά, καὶ ἂν ἀκόμη ἀκούσει τὴν ἀλήθεια, ἀποστρέφεται αὐτὸν ποὺ τὴν λέει. (Ἅγιος Ἐφραὶμ ὁ Σύρος)
Γιὰ κανένα ἀπὸ τὰ πράγματα αὐτοῦ τοῦ κόσμου, ποὺ εἶναι πρόσκαιρα, νὰ μὴν πενθήσεις. Μὴν εὐχαριστιέσαι μὲ τὰ εὐχάριστα τῆς ζωῆς. Μὴν ἐπιθυμήσεις τὸν πλοῦτο αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Μίσησε τὰ ἀπαλὰ ἐνδύματα, τὰ κοσμικὰ στολίδια. Μίσησε τὸ ὑπερβολικὸ ντύσιμο, τὸν καλλωπισμό, τὴν ἀλαζονεία καὶ τὰ δαιμονικά τους τραγούδια, τὶς κιθάρες καὶ τοὺς αὐλοὺς καὶ τὰ χειροκροτήματα καὶ τὶς ἄτακτες καὶ ἄπρεπες φωνές. Ἢ μήπως δὲν γνωρίζεις ταλαίπωρε, ὅτι ὅλα αὐτὰ εἶναι σπορὰ τοῦ Διαβόλου; Ὅλα αὐτὰ τὰ κάνουν οἱ εἰδωλολάτρες ποὺ ἔχουν κοσμικὸ φρόνημα καὶ οἱ ὁποῖοι δὲν ἔχουν ἐλπίδα σωτηρίας. (Ἅγιος Ἐφραὶμ ὁ Σύρος)
Ὁ κοσμικὸς ἄνθρωπος, ἐπειδὴ ἔχει ἀγύμναστο τὸ νοῦ του γιὰ τὴν πνευματικὴ θεωρία, καθὼς εἶναι βυθισμένος σὰν μέσα σὲ βοῦρκο στὶς κοσμικὲς σκέψεις, ἀδυνατεῖ νὰ ἀντικρύσει τὸ πνευματικὸ φῶς τῆς ἀλήθειας. Γι’ αὐτὸ καὶ ὅσοι κάνουν κοσμικὴ ζωή, δὲν δέχονται τὴ Χάρη τοῦ Πνεύματος, ὅπως δὲν ἀνέχεται τὶς ἀκτίνες τοῦ ἡλίου, ὁ ἀσθενὴς ὀφθαλμός. (Μέγας Βασίλειος)
Αὐτοὶ ποὺ βρίσκονται μακριὰ ἀπὸ τὸν κόσμο, μοιάζουν μὲ ἐκείνους ποὺ εἶναι κοντὰ στὸν γκρεμὸ καὶ ὅταν πρόκειται νὰ παρασυρθοῦν ἀπὸ τὸν διάβολο, πρὶν φθάσουν στὸν γκρεμό, ἐπικαλοῦνται τὸν Θεὸ καὶ ἔρχεται καὶ τοὺς ἐλευθερώνει. Ἐνῶ αὐτοὶ ποὺ εἶναι στὸν κόσμο, μοιάζουν μὲ ἐκείνους ποὺ εἶναι κοντὰ στὸν γκρεμὸ καὶ ὅταν ἑλκύονται ἀπὸ τὸν διάβολο, δὲν προφθαίνουν νὰ ὑψώσουν φωνὴ πρὸς τὸν Θεό, ἀλλὰ ἀμέσως γκρεμίζονται. (Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης)
Τὰ γυμνὰ κόκκαλα (τῶν νεκρῶν) πείθουν ὅσους τὰ βλέπουν, ὅτι τίποτε ἀπὸ τὰ γήινα δὲν εἶναι δικό μας. (Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος)
‘Ὅταν ὁ νοῦς εἶναι ὅλος ἐν τῷ Θεῷ, τότε ὁ κόσμος λησμονεῖται ἐντελῶς. (Ἅγιος Σιλουανὸς ὁ Ἀθωνίτης)
Ἡ ψυχὴ ποὺ εἶναι δεμένη ἔστω καὶ μὲ κάτι τοῦ κόσμου τούτου καὶ κλίνει πρὸς αὐτό, εἴτε πρόκειται γιὰ πλοῦτο, εἴτε γιὰ δόξα, εἴτε κοσμικὴ φιλία, δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ διαφύγει καὶ νὰ περάσει ἀπὸ τὸ σκότος τῶν πονηρῶν δυνάμεων. (Ἅγιος Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος)
Ἂς ὑποθέσουμε ὅτι πιάνει φωτιὰ τὸ σπίτι κάποιου. Ἐὰν θελήσει νὰ σώσει τὸν ἑαυτόν του, θὰ φύγει γυμνός, ἀφήνοντας ὅλα νὰ καίγονται… Ἄλλος ὅμως, προσπαθώντας νὰ περισώσει μερικὰ σκεύη τοῦ σπιτιοῦ, περικυκλώνεται ἀπὸ τὴν φωτιὰ καὶ καίγεται καὶ αὐτός. Βλέπεις πὼς ἀπὸ τὴν προσήλωσή του σὲ κάτι κοσμικό, χάνει κανεὶς καὶ τὴν ψυχή του καὶ τὸ σῶμα του; (Ἅγιος Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος)
Στὸ Χριστιανὸ ποὺ ἀγαπᾶ τὴν ἀλήθεια καὶ τὸν Θεό, ποὺ γεύτηκε τὴν ἐπουράνια γλυκύτητα καὶ ἔχει ριζωμένη καὶ ἑνωμένη μὲ τὴν ψυχὴ τοῦ τὴ Χάρη καὶ ποὺ παρέδωσε ὅλο τὸν ἑαυτό του στὰ θελήματα τῆς Χάρης, εἶναι μισητὰ ὅλα τὰ πράγματα αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Γιατί αὐτὸς ἔγινε ἀνώτερος ἀπὸ ὅλα τὰ πράγματα τοῦ κόσμου. Καὶ εἴτε χρυσάφι πεῖς, εἴτε ἀσήμι, εἴτε τιμὲς καὶ δόξες, εἴτε καλοτυχίσματα καὶ ἐπαίνους, κανένα ἀπὸ αὐτὰ δὲν μπορεῖ νὰ τὸν κυριέψει. Γιατί αὐτὸς ἔλαβε πείρα ἄλλου πλούτου καὶ ἄλλης τιμῆς καὶ ἄλλης δόξας καὶ τρέφεται ψυχικὰ μὲ ἄφθαρτη ἡδονὴ καὶ ἔχει κάθε αἴσθηση καὶ πληρότητα μέσω τῆς κοινωνίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. (Ἅγιος Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος)
Ὁ γευσάμενος τῶν ἄνω, εὐχερῶς τῶν κάτω καταφρονεῖ, ὁ δὲ ἐκείνων ἄγευστος, ἐπὶ προσκαίροις ἀγάλλεται. [Ὅποιος γεύτηκε τὰ οὐράνια (ἀγαθά), αὐτὸς εὔκολα καταφρονεῖ τὰ ἐπίγεια. Ἐκεῖνος ὅμως ποὺ δὲν γεύτηκε τὰ οὐράνια, ἀγάλλεται καὶ χαίρεται μὲ τὰ γήινα ὑπάρχοντά του.] (Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος)
Μὴν ὀνομάζετε ἀπὸ τὴν μία μεριὰ τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη ἐπιθυμεῖτε τὰ ἐγκόσμια. (Ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος)
Ἡ συναίσθηση τῆς πνευματικῆς φτώχειας, ἡ παραδοχὴ τῆς πτώσεως, ἡ ζωντανὴ ὁμολογία τοῦ Λυτρωτῆ εἶναι ἄγνωστες στὸν ἄνθρωπο ποὺ ἔχει κοσμικὸ φρόνημα. Αὐτὸς εἶναι δοῦλος τῶν παθῶν, δὲν βλέπει στὸν ἑαυτὸ τοῦ παρὰ μόνο προτερήματα, μόνο ἀρετές, καὶ εἴτε δὲν περιμένει τίποτα στὸν οὐρανό, καθὼς δὲν συλλογίζεται ποτὲ τὸν οὐρανό, εἴτε περιμένει βραβεῖα σὰν ὀφειλές, ἔχοντας πλήρη ἄγνοια τῆς μοναδικῆς ἀρετῆς ποὺ βραβεύεται στὸν οὐρανὸ καὶ ποὺ δὲν εἶναι ἄλλη ἀπὸ τὸν Χριστιανικὸ τρόπο ζωῆς. (Ἅγιος Ἰγνάτιος Μπριαντσιανίνωφ)
Ὅλες οἱ ἐπίγειες ἐνασχολήσεις, τέρψεις, τιμὲς καὶ ἀπολαβές, δὲν εἶναι παρὰ παιχνίδια μὲ τὰ ὁποῖα παίζουν τὰ ἐνήλικα παιδιά, χάνοντας τὴν αἰώνια μακαριότητα. Τί ἀξία ἔχουν ὅλα ἐγκόσμια μπροστὰ στὸν Χριστό, τὸν παντοδύναμο Θεό, ποὺ παραδίνει τὸν ἑαυτὸν Τοῦ ὡς δῶρο καὶ ἀπόκτημα αἰώνιο στὴ σκόνη, τὸν ἄνθρωπο; (Ἅγιος Ἰγνάτιος Μπριαντσιανίνωφ)
Ἡ προσκόλληση στὸν κόσμο, εἶναι μία ἀπάτη τοῦ πονηροῦ, εἶναι τὸ δικό του πνεῦμα. Ὁ διάβολός μας διδάσκει, νὰ ἐπιθυμοῦμε τὰ ἐπίγεια ἀγαθὰ καὶ προσπαθεῖ νὰ περιορίσει τὴν αἰσθησιακὴ καρδιά μας σὲ αὐτά, τὰ ὁποία εἶναι ἀντίθετα ἀπὸ τὴν διδασκαλία τοῦ Σωτήρα μας. Μᾶς δελεάζει μὲ τὰ πλούτη, τὶς τιμές, τὰ πολυτελῆ ροῦχα καὶ τὶς διάφορες διασκεδάσεις, νὰ ἀναζητᾶμε τὴν εὐτυχία σὲ αὐτά. (Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κροστάνδης)
Ὅλη ἡ πανουργία τοῦ διαβόλου συνίσταται, στὸ νὰ ὑποκινεῖ τοὺς ἀνθρώπους στὴν ἀγάπη γιὰ τὸν κόσμο καὶ τὰ ἐγκόσμια, δηλαδὴ στὴν ματαιοδοξία, στὰ πλούτη, στὴ δόξα, στὶς τιμὲς καὶ τὶς ἐπίγειες ἀπολαύσεις, ὥστε νὰ ἀπομακρυνθοῦν ὀπὸ τὸν Θεό, νὰ περιφρονήσουν τὴν ψυχὴ καὶ τὶς ἀνάγκες της καὶ νὰ μὴν σκέφτονται τὴν αἰωνιότητα, τὸν Θεὸ καὶ τὴν ἕνωση μαζί Του. (Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κροστάνδης)
Ἡ προσκόλληση στὰ ἐπίγεια ἀγαθὰ εἶναι εἰδωλολατρεία. (Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κροστάνδης)
Ἡ προσκόλλησή μας στὰ ἐγκόσμια πράγματα, ἔχει σὰν ἄμεσο ἀποτέλεσμα, τὴν ψυχρότητά μας πρὸς τὸν Θεό, τὸν πλησίον καὶ τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας μας. Γι’ αὐτὸ εἶναι καλὸ νὰ εἴμαστε τελείως ἀδιάφοροι στὰ ἐγκόσμια, ἀπὸ κάθε φθαρτό, μάταιο καὶ παροδικὸ ἀγαθὸ αὐτοῦ τοῦ κόσμου. (Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κροστάνδης)
Ἀναχωρῶ ἀπὸ τὰ ἐγκόσμια, δὲν σημαίνει διαφεύγω ἀπὸ τὴν οἰκογένεια ἢ ἀπὸ τὴν κοινωνία, ἀλλὰ ἐγκαταλείπω ἤθη, ἔθιμα καὶ συνήθειες, ποὺ ἀντίκεινται στὸ πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ. (Ἅγιος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος)
Κόσμος εἶναι τὰ πάθη, εἶναι οἱ ἄνθρωποι ποὺ ζοῦν ἀποκλειστικὰ σύμφωνα μὲ τὰ πάθη, εἶναι τὸ σύνολο τῶν συνηθειῶν καὶ τῶν μέσων ποὺ σοφίσθηκαν γιὰ τὴν ἱκανοποίηση τῶν παθῶν. Ἡ ἀπάρνηση ὅλων αὐτῶν, σημαίνει ἐγκατάλειψη τοῦ κόσμου, ἔστω καὶ ἂν ὅλοι γύρω ζοῦν κοσμικά. (Ἅγιος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος)
Πρέπει νὰ εἶναι κανεὶς θερμὸς ἀπέναντι στὸ Θεὸ καὶ σ’ ὅλα τὰ θεία, ἀλλὰ ψυχρὸς ἀπέναντι στὴν κοσμικότητα καὶ τὴν ἁμαρτία. (Ἅγιος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος)
Πρέπει νὰ ξεχωρίζουμε τὶς διαφορετικὲς ἔννοιες τῆς λέξεως κόσμου. Ἡ Ἁγία Γραφὴ παραγγέλλει: “Μὴ ἀγαπᾶτε τὸν κόσμον” (Ἀ’ Ἰωάννου 2,15). Ἡ ἴδια ἀλλοῦ ἀναφέρει: “Ὁ Θεὸς ἠγάπησε τὸν κόσμον” (Κατὰ Ἰωάννην 3,16). Καὶ εἶναι φυσικό, ὅ,τι ἀγάπησε ὁ Θεός, νὰ ὀφείλει νὰ ἀγαπᾶ καὶ ὁ ἄνθρωπος. Τί συμβαίνει λοιπόν; Στὰ λόγια: “Μὴ ἀγαπᾶτε τὸν κόσμον”, ἡ λέξη κόσμος δὲν ἔχει τὴν ἴδια σημασία, ποὺ ἔχει στὰ λόγια: “Ὁ Θεὸς ἠγάπησε τὸν κόσμον”. Στὴν δεύτερη αὐτὴ φράση “κόσμος”, σημαίνει τὸ ἐξόριστο ἀπὸ τὸν παράδεισο ἀνθρώπινο γένος, ποὺ ποτὲ δὲν ἔπαψε νὰ ἀγαπᾶ ὁ Θεὸς καὶ γι’ αὐτὸ ἀκριβῶς πρόσφερε θυσία τὸν Μονογενῆ Του Υἱό. Ἐνῶ στὴν πρώτη φράση, “κόσμος” σημαίνει τὸ σύνολο ἐκείνων τῶν ἀνθρώπων, ποὺ δὲν θέλει νὰ ἀναγνωρίσει τὸν Θεὸ καὶ δὲν ἐνδιαφέρεται νὰ ζήσει σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολές Του. Ἐνδιαφέρεται μόνο νὰ εὐχαριστεῖ τὸν ἑαυτόν του, μὲ τὴν ἱκανοποίηση τῶν διαφόρων παθῶν. Δὲν ἐνθυμεῖται τὸν θάνατο καὶ δὲν σκέπτεται τὴν μέλλουσα ζωή. (Ἅγιος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος)
Νὰ φοβᾶσαι τὴν προσκόλληση στὸν κόσμο, ἔστω καὶ ἂν αὐτὸς σὲ κολακεύει, μὲ τὴν ἠρεμία καὶ τὴν παρηγοριά. Αὐτὰ ὅμως εἶναι τόσο σύντομα, ποὺ δὲν θὰ καταλάβεις, γιὰ πότε θὰ τὰ χάσεις καὶ τὴν θέση τους θὰ καταλάβουν ἡ ἀνία, ἡ μελαγχολία καὶ ἡ ἀπόλυτη ἔλλειψη παρηγοριᾶς. (Ὅσιος Νίκων τῆς Ὄπτινα)
Πρέπει ὅταν γνωρίσετε τὴν ματαιότητα τοῦ κόσμου, ἡ ὁποία εἶναι ὄντως ἄχρηστη, νὰ τὴν ἀπαρνηθεῖτε καὶ νὰ τὴν ἀναζητήσετε ἐντός σας, τὰ μέσα γιὰ τὴν ἐκπλήρωση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ. Ὅσο ὅμως ὑπηρετοῦμε τὸν κόσμο, δὲν βλέπουμε τὸ ἔρεβος τῶν παθῶν, τὸ ὁποῖο σκοτεινιάζει τὴν σκέψη μας καὶ βρισκόμενοι σ’ αὐτὸν τὸν λήθαργο, δὲν ἀσχολούμαστε μὲ τὸ γεγονός, ὅτι ἱκανοποιώντας τὸν κόσμο, γινόμαστε παραβάτες τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ καὶ ἀκόμη μὲ μερικὲς ἀσήμαντες διορθώσεις, φανταζόμαστε ὅτι εἴμαστε πραγματικοὶ Χριστιανοί. Ἐξοῦ καὶ κολακεύουμε ψευδῶς τοὺς ἑαυτούς μας καὶ δὲν ἀσχολούμαστε μὲ τὴν διδασκαλία τοῦ Σωτήρα μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. (Ἅγιος Μακάριος της
Ὅσο κόβεις σχέσεις ἀπὸ τὰ κοσμικά, τόσο ἐλευθερώνεται ὁ νοῦς σου καὶ καθαρίζει καὶ τόσο προσεύχεσαι καλύτερα. (Γέροντας Ἱερώνυμός της Αἰγίνης)
Ὅλα του κόσμου τὰ πράγματα καὶ ὅλες της γῆς οἱ ἀσχολίες, ἔξω ἀπὸ τὴ διακονία τοῦ Κυρίου, εἶναι ψεύτικα καὶ μάταια. ”Ματαιότης ματαιοτήτων, τὰ πάντα ματαιότης”, λέει ὁ σοφὸς συγγραφέας τοῦ Ἐκκλησιαστῆ (1:2). Μάταιη καὶ ἄστατη εἶναι ἡ κοσμικὴ δόξα. Πλανεμένοι καὶ μικρόμυαλοι, ὅσοι κυνηγοῦν τὰ ὑλικὰ πλούτη, τὶς τρυφὲς καὶ τὶς ἀπολαύσεις τῆς σύντομης αὐτῆς ζωῆς, γιατί δὲν ξέρουν, ὅτι πίσω τοὺς ἀκολουθεῖ θλίψη αἰώνια. (Μοναχὸς Ἀγάπιος Λάνδος Κρήτης)
Ὁ χωρικὸς νομίζει, ὅτι δὲν ὑπάρχει καλύτερο πράγμα ἀπὸ τὸ χωριὸ καὶ τὴν καλύβα του, γιατί δὲν ἔχει δεῖ τὰ ὡραῖα παλάτια τῶν μεγαλοπρεπῶν πόλεων. Τὸ βρέφος κλαίει ὅταν βγεῖ ἀπὸ τὴν κοιλιὰ τῆς μητέρας του, γιατί δὲν γνωρίζει πόσο καλύτερος εἶναι αὐτὸς ὁ κόσμος στὸν ὁποῖο γεννιέται, ἀπὸ ἐκεῖνο τὸν τόπο, ὅπου ἦταν προηγουμένως. Οἱ πρῶτοι ἄνθρωποι τοῦ κόσμου, εἶχαν σὲ μεγάλη ὑπόληψη τὰ κάστανα καὶ τὰ βελανίδια ποὺ ἔτρωγαν καὶ τὶς σπηλιὲς ποὺ κατοικοῦσαν, γιατί δὲν εἶχαν ἀνακαλυφθεῖ τὰ σιτάρια, τὰ κρασιὰ καὶ ἄλλες ὡραῖες τροφές, οὔτε τὰ ἀσβεστόχτιστα σπίτια καὶ τὰ πολύτιμα παλάτια, γιὰ νὰ γνωρίζουν τὴν μεγάλη αὐτὴ διαφορά. Ἔτσι καὶ οἱ φιλόσαρκοι κοσμικοὶ ἄνθρωποι, ἐπειδὴ δὲν ἔχουν δεῖ τὰ οὐράνια πνευματικὰ ἀγαθὰ καὶ οὔτε γεύτηκαν ἐκείνη τὴν ἀξία καὶ τὴν γλυκύτητα καὶ τὴν ὡραιότητα, ἐκτιμοῦν τοῦτα τὰ ἐπίγεια φθαρτὰ καὶ πρόσκαιρα τοῦ κόσμου καὶ τὰ θεωροῦν σπουδαία καὶ πολύτιμα. (Μοναχὸς Ἀγάπιος Λάνδος Κρήτης)
Ὅταν θέλει νὰ ἀπογαλακτίσει μία μητέρα τὸ βρέφος της, βάζει λίγη ἀλόη ἢ κάτι ἄλλο πικρὸ στὴ θηλή της καὶ τὸ παιδὶ δοκιμάζει τὴν πικρία καὶ τὴ μισεῖ καὶ ξεχνάει τὴν γλυκύτητα τοῦ γάλακτος καὶ τρώει στὸ ἑξῆς στερεότερη καὶ ὠφελιμότερη τροφή. Ἔτσι καὶ ὁ Κύριος, ὅταν δεῖ τοὺς φιλόκοσμους, ποὺ ἐπιθυμοῦν τὶς σαρκικὲς ἀπολαύσεις καὶ δὲν θέλουν νὰ ἀπαρνηθοῦν τὸν κόσμο, τοὺς στέλνει κάμποση θλίψη, ὥστε νὰ μισήσουν τὸν κόσμο καὶ νὰ καταλάβουν τὴν ματαιότητά του καὶ νὰ ἀρχίσουν νὰ ἀναζητοῦν τὴν ἐνδεδειγμένη ”τροφή” καὶ νὰ ξεκινήσουν ἔτσι νὰ ζοῦνε ἐνάρετα. Καὶ αὐτὸ εἶναι πολλὴ εὐσπλαχνία καὶ ἀγαθότητα τοῦ Χριστοῦ, νὰ ἑνώνει τὶς ἀπολαύσεις τοῦ κόσμου, μὲ θλίψεις καὶ συμφορές, γιὰ νὰ τὶς ἀπαρνιόμαστε καὶ νὰ ποθοῦμε τὴν ἀληθινὴ εὐφροσύνη καὶ ἀγαλλίαση. (Μοναχὸς Ἀγάπιος Λάνδος Κρήτης)
Οἱ ψαράδες κρύβουν μὲ δόλο τὸ ἀγκίστρι, γιὰ νὰ πλανέσουν τὰ ψάρια καὶ νὰ τὰ θανατώσουν. Ἔτσι καὶ ὁ κόσμος σκεπάζει μὲ λίγη ἡδονὴ τὸ δηλητηριῶδες φαρμάκι καὶ σὲ θανατώνει. Ὢ πόσοι ταλαίπωροι πεθαίνουν, γευόμενοι τὸ δηλητήριο μαζὶ μὲ τὴν λίγη ἡδονή, τὴν πρόσκαιρη, τοῦ κόσμου τούτου! (Μοναχὸς Ἀγάπιος Λάνδος Κρήτης)
Ὁ κόσμος ὑπόσχεται (ψεύτικες) ἡδονὲς καὶ δίνει (ἀληθινές) πίκρες…
Ὑπόσχεται ἀνάπαυση, χαρὲς καὶ τιμὲς καὶ δίνει ἀτιμίες, θλίψεις καὶ δάκρυα…
Σοὺ ὑπόσχεται μακρὰ καὶ εὐτυχέστατη ζωὴ καὶ σοῦ δίνει δυστυχία… (Μοναχὸς Ἀγάπιος
Λάνδος Κρήτης)…
Leave a Reply
Want to join the discussion?Feel free to contribute!