Ἀπὸ τὸ Γεροντικὸ
ΕΝΑΣ γέροντας εἶπε:
Ὑπάρχει ἄνθρωπος ποὺ νομίζει ὅτι σωπαίνει, μὰ ἡ καρδιὰ του κατακρίνει τοὺς ἄλλους. Αὐτὸς πάντοτε μιλάει. Καὶ ὑπάρχει ἄλλος ποὺ μιλάει ἀπ’ τὸ πρωὶ ὡς τὸ βράδυ, μὰ φυλάει τὴ σιωπή, γιατί δὲν λέει τίποτα ποὺ νὰ μὴν εἶναι ὠφέλιμο.
Ρώτησαν ἕνα γέροντα:
Ποιὰ εἶναι ἡ σημασία τοῦ ρητοῦ, “πᾶν ρῆμα ἄργον ὁ ἐὰν λαλήσωσιν οἱ ἄνθρωποι, ἄποδωσουσι περὶ αὐτὸν λόγον” (Ματθ. 12: 36);
Καὶ ἀποκρίθηκε:
Κάθε λόγος ποὺ ἀναφέρεται σὲ ὑλικὰ πράγματα, ἐκτὸς ἀπὸ τὰ ἀπαραίτητα, εἶναι ἀργολογίας. Μόνο ἡ ὁμιλία γιὰ σωτηρία “ψυχῆς δὲν εἶναι ἀργολογία. Ὡστόσο, καὶ σ’ αὔτη τὴν περίπτωση, εἶναι καλύτερο ν’ ἀποφεύγει κανεὶς τὰ πολλὰ λόγια. Γιατί καθὼς μιλᾶς γιὰ τὸ καλό, ἔρχεται καὶ τὸ κακό.

Πῆγε κάποιος ἀδελφὸς σ’ ἕνα γέροντα καὶ τοῦ λέει:
Ἀββᾶ, πές μου μία συμβουλὴ γιὰ τὴ σωτηρία μου.
Ἂν ἐπισκεφθεῖς κάποιον, τοῦ ἀπάντησε ἐκεῖνος, μὴ βιαστεῖς νὰ μιλήσεις, πρὶν σκεφτεῖς καλὰ (αὐτὰ ποὺ πρόκειται νὰ πεῖς).
Ὁ ἀδελφὸς κατανύχθηκε ἀπὸ τὴ συμβουλὴ καὶ τοῦ ἔβαλε μετάνοια, λέγοντας:
Πραγματικά, πολλὰ βιβλία διάβασα, ἀλλὰ τέτοια σοφία πουθενὰ δὲν συνάντησα. Καὶ ἔφυγε ὠφελημένος.

Ὁ ἀββᾶς Ἠσαΐας εἶπε:
Σοφία δὲν εἶναι τὸ νὰ μιλήσεις. Σοφία εἶναι τὸ νὰ γνωρίζεις πότε πρέπει νὰ μιλήσεις καὶ τί νὰ πεῖς. Κι ἂν ἔχεις γνώση, δεῖξε πὼς δὲν γνωρίζεις τίποτα, γιὰ νὰ ξεφύγεις ἀπὸ πολλοὺς κόπους• γιατί ἐκεῖνος ποὺ ἐμφανίζεται σὰν γνωστικός, φορτώνει τὸν ἑαυτό του μὲ κόπους. Νὰ μὴν καυχιέσαι γιὰ τὶς γνώσεις σου, γιατί (στὴν πραγματικότητα) κανεὶς δὲν γνωρίζει τίποτα.

Ὁ ἀββᾶς Ποιμὴν εἶπε:
Ἂν ὁ ἄνθρωπος θυμηθεῖ τὸ ρητὸ ποὺ εἶναι γραμμένο (στὸ Εὐαγγέλιο), “ἐκ τῶν λόγων σὸν δικαίωθηση καὶ ἐκ τῶν λόγων σου καταδικασθήση” (Ματθ. 12:37), θὰ προτιμήσει μᾶλλον τὴ σιωπή.
Ὁ ἴδιος (ἀββᾶς) εἶπε:

Ἕνας ἀδελφὸς ρώτησε τὸν ἀββᾶ Παμβῶ, ἂν εἶναι καλὸ νὰ ἐπαινοῦμε τὸν πλησίον. Καὶ τοῦ εἶπε: Καλύτερα εἶναι νὰ σωπαίνουμε”.

Ὁ ἀββᾶς Σισώης εἶπε:
– Ἔχω τριάντα χρόνια τώρα, ποὺ δὲν παρακαλῶ τὸ Θεὸ γιὰ ἁμαρτία, δηλαδὴ γιὰ ὁποιαδήποτε ἄλλη, παρὰ γιὰ τοῦτο μόνο προσεύχομαι: “Κύριε Ἰησοῦ”, λέω, “φύλαξε μὲ ἀπὸ τὴ γλώσσα μου”. Καὶ ὅμως, μέχρι σήμερα, καθημερινὰ πέφτω καὶ ἁμαρτάνω μὲ τὴ γλώσσα.

Τοῦ ἁγίου Ἔφραιμ
Ἐκεῖνος ποὺ λέει πολλὰ λόγια, (ὅταν βρίσκεται) ἀνάμεσα σὲ ἀδελφούς, θὰ προκαλέσει πολλὲς φιλονικίες καὶ πολλὴ ἀντιπάθεια ἐναντίον του. “Ἂν ὅμως δύσκολα ἀνοίγει τὰ χείλη του, θὰ γίνει ἀγαπητός.
Ἀδελφέ, ὅταν ὁ ἀθλητὴς ἀγωνίζεται, κρατάει σφιχτὸ τὸ στόμα του. Σφίγγε κι ἐσὺ τὸ στόμα σου, (συγκρατώντας τό) ἀπὸ τὰ περιττὰ (λόγια), καὶ θὰ ἔχεις (ψυχική) ἀνάπαυση.
Ὅποιος λέει πολλὰ λόγια, γίνεται ἀντιπαθητικός. “Ὅποιος ὅμως προσέχει τὸ στόμα του, γίνεται ἀγαπητός.
Ὅποιος φυλάει τὸ στόμα του, φυλάει Καὶ τὴν ψυχή του. Ἀπεναντίας, ὁ αὐθάδης αὐτοκαταστρέφεται ἢ (πάντως) “ἐγγίζει συντριβή”, ὅπως εἶναι κάπου γραμμένο (Παροιμ. 10:14).
Ὁ κῆπος ποὺ δὲν ἔχει φράχτη, ποδοπατιέται Καὶ ἐρημώνεται.
Κι αὐτὸς ποὺ δὲν φράζει τὸ στόμα του, χάνει τοὺς (πνευματικούς) καρπούς του.

Ἀντιόχου τοῦ Πανδέκτη
Σ ὅλες τὶς περιστάσεις μᾶς συμφέρει ἡ σιωπή. “Ἂν πάλι ρωτήσει κανείς, γιατί ὁ Παῦλος “παρέτεινε τὸν λόγον μέχρι μεσονυκτίου” (Πράξ. 20:7), θὰ μπορούσαμε νὰ τοῦ ἀπαντήσουμε: Πρῶτα-πρῶτα, ἐπειδὴ ἔμελλε νὰ φύγει. Κι ἔπειτα, ἐπειδὴ (οἱ ἀκροατές του) ἦταν νεοκατήχητοι. Τὸ κήρυγμα δηλαδὴ βρισκόταν τότε ἀκόμα στὴν ἀρχή του, Καὶ γι’ αὐτὸ εἶχαν ἀνάγκη ἀπὸ πιὸ πολλὴ στήριξη. Πέρα ἀπ’ αὐτὰ ὅμως, ὁ Παῦλος ἦταν γεμάτος ἀπὸ τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, κι ἔτσι δὲν μιλοῦσε ἐκεῖνος, ἀλλὰ τὸ Πνεῦμα μὲ τὸ στόμα ἐκείνου, καθὼς Καὶ ὁ ἴδιος λέει: “…δοκιμὴν ζητεῖτε τοῦ ἐν ἐμοὶ λαλοῦντος Χρίστου…” (Β’ Κορινθίους 13:3).
Οἱ, πνευματοφόροι λοιπὸν δὲν μιλᾶνε ὅποτε θέλουν αὐτοί, μὰ ὅταν τοὺς παρακινεῖ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ποὺ κατοικεῖ μέσα τους. Καὶ ἂν κάποτε ποῦν πολλά, δὲν βλάπτονται καθόλου, γιατί ἔχουν τὴ χάρη τοῦ Πνεύματος, ποὺ τοὺς φωτίζει καὶ διατηρεῖ τὸ νοῦ τοὺς ἀθόλωτο. Ὡστόσο Καὶ γι’ αὐτοὺς εἶναι μᾶλλον πιὸ ὠφέλιμη ἡ σιωπή, ποὺ ἐπιβάλλεται στὴ συγκεκριμένη ὤρα ἀπὸ τὶς περιστάσεις. Ὅσο γιὰ τὰ γνωρίσματα ἐκείνου ποὺ ἔχει μέσα τοῦ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, εἶναι ἡ πραότητα, ἡ ἤσυχαστικοτητα, ἡ ταπεινοφροσύνη, συνδυασμένη μὲ πολλὴ σοφία Καὶ (πνευματική) γνώση, ἡ ἔλλειψη ἐπιθυμίας γιὰ κάθε ἡδονὴ καὶ δόξα τοῦ κόσμου τούτου, καθὼς Καὶ ἡ ἀκόρεστη ἐπιθυμία γιὰ τὰ ἐπουράνια.

Τοῦ ἁγίου Διαδόχου
Ὅπως ὅταν ἀνοίγονται συνεχῶς Οἱ πόρτες τῶν λουτρών, διώχνουν γρήγορα τὴν ἐσωτερικὴ θερμότητα πρὸς τὰ ἔξω, ἔτσι καὶ ἡ ψυχῆ, ὅταν θέλει νὰ λέει πολλά, ἀκόμα Καὶ καλά, διασκορπίζει τὴν περισυλλογή της ἀπὸ τὴ φωνητικὴ πύλη (δηλαδὴ τὸ στόμα). Γι’ αὐτὸ στερεῖται τὰ θεμελιώδη (πνευματικά) νοήματα καὶ γίνεται ἐνοχλητική, μιλώντας στοὺς τυχόντες γιὰ τοὺς ἀνόητους λογισμούς της, καθὼς δὲν ἔχει πιὰ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ποὺ τῆς διατηρεῖ τὸ νοῦ χωρὶς φαντασίες. Γιατί τὸ ἀγαθὸ (Πνεῦμα) ἀποφεύγει τὴν πολυλογία, ποὺ προξενεῖ κάθε ταραχὴ καὶ φαντασία. Καλὴ εἶναι λοιπὸν ἡ σιωπή, ποὺ γίνεται στὸν κατάλληλο καιρό, γιατί δὲν εἶναι τίποτ’ ἄλλο παρὰ μητέρα πολὺ σοφῶν νοημάτων.

Τοῦ ἁγίου Μαξίμου
Ἐκεῖνος ποὺ ὑποκρίνεται σιωπὴ γιὰ νὰ πράξει κάτι κακό, μηχανεύεται ἀπάτη κατὰ τοῦ πλησίον. Ἂν ἀποτύχει σ’ αὐτήν, φεύγει, προσθέτοντας στὸ πάθος τοῦ ὀδύνη (γιὰ τὴν ἀποτυχία του). Ἀντίθετα, ἐκεῖνος ποὺ σωπαίνει γιὰ νὰ ὠφελήσει, αὐξάνει τὴ φιλία Καὶ φεύγει μὲ χαρά, γιατί ἔλαβε φωτισμὸ ποὺ διώχνει τὸ σκοτάδι.
Ἐκεῖνος ποὺ σὲ μία συγκέντρωση διακόπτει μὲ αὐθάδεια τὴν ἀκρόαση τῶν λόγων, δὲν κρύβει ὅτι πάσχει ἀπὸ φιλοδοξία. Καί, ὑποδουλωμένος σ’ αὐτήν, παρουσιάζει μύριους λόγους καὶ προτάσεις, θέλοντας νὰ διασπάσει τὸν εἱρμὸ τῶν λεγομένων (ἀπὸ τοὺς ἄλλους).

Τοῦ ἀββᾶ Ἰσαὰκ
Ἂν φυλάξεις τὴ γλώσσα σου, θὰ λάβεις ἀπὸ τὸ Θεὸ τὴ χάρη τῆς καρδιακῆς κατανύξεως, μέσα στὴν ὁποία θ’ ἀντικρίσεις τὴν ψυχή σου• δηλαδὴ θὰ λάβεις τὸ φωτισμὸ τοῦ νοῦ καὶ θὰ γεμίσεις μὲ τὴ χαρὰ τοῦ Πνεύματος. “Ἂν ὅμως σὲ νικᾶ ἡ γλώσσα σου, ποτὲ δὲν θὰ μπορέσεις νὰ βγεῖς ἀπὸ τὸ σκοτάδι (τοῦ νοῦ). “Ἂν δὲν ἔχεις καθαρὴ καρδιά, ἔχε τουλάχιστον καθαρὸ στόμα, ὅπως εἶπε κάποιος ἅγιος.

πηγή

0 replies

Leave a Reply

Want to join the discussion?
Feel free to contribute!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *