Μαρτύριο
Εἶναι καιρὸς νὰ στρέψουμε τὸ λόγο μας, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, στὰ ἀθλητικὰ ἀγωνίσματα· εἶναι καιρὸς νὰ βαδίσουμε τὴν πνευματικὴ πορεία· εἶναι καιρὸς νὰ διπλασιάσουμε τὰ κέρδη τοῦ ταλάντου. Διότι εἶπα ὅτι ἦταν σὲ κάποια λεγεώνα σαράντα Μάρτυρες, ποὺ ζοῦσαν μὲ εὐσέβεια, οἱ ὁποῖοι ἀμέσως ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ἔδειξαν, ὅτι ὁ ὅμιλός τους θὰ εἶναι φημισμένος καὶ σεβαστός.
Σᾶς συγκέντρωσα λοιπὸν ἐδῶ, γιὰ νὰ σᾶς διηγηθῶ γιὰ τοὺς Μάρτυρες μιὰ περιγραφὴ προφητικῆς εἰκόνας. Ὁ Μωυσῆς δηλαδή, ἀφοῦ νήστευσε σαράντα μέρες, δέχθηκε στὸ ὅρος Σινὰ τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ· αὐτοὶ ὅμως ἀφοῦ ἔβαλαν γιὰ θυσία τὰ σώματά τους, ἴσα στὸν ἀριθμὸ μὲ τὶς σαράντα μέρες τῆς νηστείας, ἀπόλαυσαν τὴν αἰώνια ζωή. Καὶ ὁ Μωυσῆς, ὅταν εἶδε τὸ λαὸ νὰ ἔχει κυριευθεῖ ἀπὸ μανία, ὀργίσθηκε καὶ σύντριψε τὶς πλάκες στὸ ὅρος· αὐτοὶ ὅμως, ὅταν εἶδαν τοὺς δαίμονες νὰ ἔχουν κυριευθεῖ ἀπὸ λύσσα, φύλαξαν τὴν πίστη τοὺς σταθερή. Πάλι γιὰ δεύτερη φορὰ ὁ πράος Μωυσῆς πῆρε στὰ χέρια τοῦ τὶς πλάκες, καὶ ἔτσι ἔδωσε τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ σὲ ὅλους τους Ἑβραίους· αὐτοὶ ὅμως οἱ σαράντα Μάρτυρες, μὲ ἕνα μόνο σταυροφόρο σφράγισμα, κήρυξαν μὲ τὸν ἑαυτὸ τοὺς τὸν Χριστὸ σὲ ὅλους τους ἀνθρώπους.
Καὶ τί ἀξιοθαύμαστο εἶναι, ἂν θὰ βροῦμε καὶ τὴν ἀρετὴ τοῦ προφήτη Ἠλία νὰ εἶναι ἴση μὲ τὴν ἀρετή τους; Διότι ὁ Θεσβίτης Ἠλίας μὲ τὴ δύναμη ποὺ πῆρε, τρώγοντας μιὰ φορὰ μέσα σὲ σαράντα μέρες, ἔφθασε στὸ ὅρος Χωρήβ, αὐτοὶ ὅμως, ἀφοῦ γεύθηκαν τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἔφθασαν συγχρόνως καὶ οἱ σαράντα στοὺς οὐρανούς. Παρουσιάσθηκε ὁ Θεὸς στὸν προφήτη Ἠλία, τὴν ὥρα ποὺ ἔτρεχε στὴν πορεία του, λέγοντάς του· «Εἶναι πολὺς ὁ δρόμος ποὺ θὰ κάνεις, Ἠλία»· φανερώθηκε ὅμως καὶ στοὺς Μάρτυρες, στηρίζοντας τὸ νοῦ τους καὶ λέγοντας· «Εἶναι καλὴ ἡ προθυμία σας γιὰ τὴν εὐσέβεια». Ἄφησε ὁ ζηλωτὴς Προφήτης τὴ μηλωτὴ τοῦ πάνω στὸν Ἐλισαῖο καὶ ἐπιβιβάσθηκε στὸ ἅρμα· ἔδωσε καὶ ὁ Σωτήρας Χριστὸς τὴ δική του εἰρήνη στοὺς σαράντα Μάρτυρες καὶ ἀναλήφθηκε μὲ δόξα.
* * *
Ἦταν λοιπὸν καταπληκτικό, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, νὰ δεῖ κανεὶς τὰ στολίδια αὐτῆς τῆς διήγησης· διότι ὡς πρὸς τὸν ἀριθμὸ ἦταν σαράντα πρόσωπα, ἀλλὰ στὸ καθένα διακρίνονταν νὰ ἔχουν δοθεῖ τὰ στολίδια ἀπὸ τὸν Θεό· ἦταν διάφορες οἱ μορφὲς καὶ τὰ ὀνόματα, ἀλλὰ εἶχαν μεταξύ τους ἴση τὴν ὀμορφιὰ τοῦ κοινοῦ ὀνόματός τους (δηλ. τοῦ ὀνόματος Χριστιανός). Δὲν ἐξαφάνισε τὴν ἀμάραντη ὀμορφιά τους ἡ ξηρασία τῆς ἀπιστίας, οὔτε ἡ πείνα τῆς πλάνης· δὲν τοὺς τραυμάτισε ὅπλο εἰδωλολατρικό, οὔτε τοὺς μόλυνε βέλος μυτερό, ἀλλὰ ἀπεναντίας ἡ παράταξη τῶν ἀθλητῶν στάθηκε καὶ ἀδιάσπαστη καὶ δυνατή, προσηλωμένη στὸν Σωτήρα Χριστό.
Ἀφοῦ ἔζωσαν τὸν ἑαυτὸ τοὺς οἱ γενναῖοι, ἔσπευδαν νὰ φθάσουν στὸν ἐπουράνιο Δεσπότη. Λοιπὸν ἦταν, ἀλήθεια, μεγάλα τα ἀγωνίσματα ποὺ εἶχαν νὰ ἀντιμετωπίσουν, ἀλλὰ ἦταν σπουδαῖα καὶ τὰ βραβεῖα τῶν πιστῶν καὶ καλλινίκων Μαρτύρων· διότι πῶς ἀλλιῶς, μέσα σὲ τόσο μεγάλη ταραχὴ τοῦ διωγμοῦ, ἔμειναν ἀνυποχώρητοι καὶ ἄβλαβοι; Διότι ἂν καὶ στὰ μάτια τῶν ἀνθρώπων φονεύθηκαν, ὅμως ὁ θάνατός τους ἀποδείχθηκε νίκη. Συντριψαν τὸν τύραννο, καὶ ἐξαφάνισαν τὴν πλάνη, καὶ ἔστησαν τὸ τρόπαιο τῆς νίκης.
Ἔχουν γίνει λοιπόν, ὅπως νομίζω, στὴν περίπτωση τῶν καλλινίκων Μαρτύρων περισσότερα θαύματα ἀπὸ ὅσα στὴν παλαιὰ Ἱστορία. Ἐκεῖ δηλαδὴ μεταβλήθηκε ἡ θάλασσα σὲ ξηρά, γιὰ νὰ μὴν καταποντισθεῖ ὁ Ἰσραηλιτικὸς λαός, βαδίζοντας σ’ αὐτή· ἐδῶ οἱ Μάρτυρες, ποὺ ἦταν τοποθετημένοι μέσα στὰ νερά, δὲν καταποντίσθηκαν. Ἐκεῖ μεταφέρονταν μαζὶ μὲ τοὺς Ἑβραίους τὰ ὀστᾶ τοῦ Ἰωσήφ· ἐδῶ συνένωνε τοὺς Ἁγίους το Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ἐκεῖ ἡ ράβδος τοῦ Ἀαρῶν ἀκολουθοῦσε μαζὶ μὲ τὸ λαό· ἐδῶ το χέρι τοῦ Κυρίου συγκρατοῦσε τοὺς πιστούς. Ἐκεῖ ἀκουγόταν ὁ ἦχος ἀπὸ τὰ κύμβαλα, ἀνάμεσα στὰ κύματα· ἐδῶ ἡ φωνὴ τοῦ Κυρίου ἐπάνω στὰ νερά. Ἐκεῖ ὑπῆρχε ὁ στύλος τῆς φωτιᾶς ποὺ ἔριχνε τὸ φῶς του στὶς χιλιάδες τοῦ λαοῦ· ἐδῶ ὁ σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἔλαμπε ἀνάμεσα στοὺς Μάρτυρες. Ἐκεῖ προπορεύονταν ὁ Μωυσῆς καὶ ὁ Ἀαρῶν καὶ ἡ Μαριάμ· ἐδῶ ὁ Πατὴρ καὶ ὁ Υἱὸς καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα.
Εἶδες πόσα θαύματα ἔχουν γίνει στὴ λίμνη, διὰ μέσου των ἀθλοφόρων Μαρτύρων, ἀνώτερα ἀπὸ τὰ θαύματα τῆς Ἐρυθρᾶς Θάλασσας; Δόξα καὶ προσκύνηση καὶ μεγαλοπρέπεια σ’ Αὐτὸν ποὺ τοὺς ἔκανε ἀλύγιστους σὲ τέτοιους ἀγῶνες.
Ἀπὸ τὸ βιβλίο: ΟΣΙΟΥ ΕΦΡΑΙΜ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ ΕΡΓΑ, τόμος Ζ’. Ἐκδόσεις Τὸ Περιβόλι τῆς Παναγίας, Θεσσαλονίκη 1998, σέλ. 133 (ἀποσπάσματα)