«Εἶδον ἀσυνετούντας», λέγει ἡ Ἁγία Γραφή, «καὶ ἐξετηκόμην». Γιατί; «Ὅτι τὰ λόγιά σου», δηλαδὴ τὶς ἐντολὲς καὶ τοὺς λόγους σου, «οὐκ ἐφυλάξαντο» . Καὶ πάλι ὁ ἴδιος ὁ προφήτης, διδάσκοντάς μας νὰ εἴμαστε ζηλωτὲς τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ μιλᾶμε γιὰ τὴν ἀλήθεια φανερὰ χωρὶς δισταγμό, ψάλλει πρὸς τὸν Κύριο: «Καὶ ἐλάλουν ἐν τοῖς μαρτυρίοις σου ἐναντίον βασιλέων καὶ οὐκ ἠσχυνόμην» . Καὶ πάλι λέγει: «Ἐξέτηξέ με ὁ ζῆλός σου, ὅτι ἐπελάθοντο τῶν λόγων σου οἱ ἐχθροί μου» . Γι’ αὐτὸ ἃς μὴ μὲ κατηγορήσει κανείς, διότι καὶ ἐγώ, ὑπακούοντας σὲ αὐτὸ τὸ θεῖο δίδαγμα, γράφω μὲ θάρρος καὶ ἀπὸ θεῖο ζῆλο ὁμιλῶ γιὰ νὰ στηλιτεύσω ὁρισμένους ἀπὸ τοὺς ἀδελφούς μου πού ἀτακτοῦν, ζοῦν καὶ σκέπτονται ἀντιθέτως πρὸς τὶς ὑποσχέσεις πού δώσαμε στὸν Θεό.
Μολονότι καὶ ἐγὼ ὁ ἴδιος ἀτακτῶ καὶ ἁμαρτάνω σὲ πολλά, θεωρῶ ὄχι μόνο χρέος μου νὰ διορθώσω τὸν ἑαυτό μου, ἀλλὰ καὶ νὰ νουθετήσω τοὺς ἀδελφούς μου σχετικὰ μὲ τὴν σωτηρία καὶ νὰ τοὺς διδάξω νὰ πορεύονται, σύμφωνα μὲ τὴν ὑπόσχεσή τους, ἀπὸ τὸν στενὸ καὶ γεμάτο θλίψεις δρόμο καὶ ὄχι ἀπὸ τὸν ἄνετο καὶ πλατὺ. Σὲ τί συνίσταται ὁ στενόχωρος καὶ πικρὸς δρόμος πού ὁδηγεῖ στὴν αἰώνια ζωὴ μᾶς τὸ ἔδειξε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος μὲ λίγα λόγια, ὅταν εἶπε: «Εἰ τὶς θέλει ὀπίσω μου ἔρχεσθαι, ἀπαρνησάσθω ἐαυτόν», δηλαδὴ νὰ ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ κάθε κακὴ καὶ αἰσχρὴ συνήθεια, πού καλλιέργησε μέσα του. Αὐτὲς εἶναι ἡ λαιμαργία, ἡ πολυφαγία, ἡ οἰνοποσία, ἡ πλεονεξία, ἡ φιλαργυρία, ἡ ἀπληστία, ἡ αἰσχροκέρδεια, ὁ δόλος, ἡ πονηρία, ὁ φθόνος, τὸ μίσος, τὸ ψεῦδος καὶ τὰ παρόμοια. Ἀπὸ ὅλες αὐτὲς τὶς ἁμαρτωλὲς συνήθειες πρέπει νὰ ἀπομακρυνθοῦμε ἐντελῶς καὶ νὰ μὴν ἐπανέλθουμε ποτὲ σὲ αὐτές, ἂν ἐπιθυμοῦμε πράγματι νὰ ἀποφύγουμε τὰ αἰώνια μαρτύρια, στὰ ὁποῖα καταδικάζονται ὅσοι περιφρονοῦν καὶ παραβαίνουν τὶς ἐντολὲς τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τὴν παράδοση τῶν Πατέρων.
Ἐν συνεχεία λέγει: «Καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ», πού σημαίνει τὴν πλήρη νέκρωση τῶν μελῶν τοῦ σώματος καὶ τῶν αἰσθήσεων, διὰ τῶν ὁποίων εἰσέρχεται ἀνεπαίσθητα στὴν ψυχὴ ὁ θάνατος, ὅπως διὰ τῶν ὀφθαλμῶν, ὅταν ἀπολαμβάνουμε βλέποντας τὴν γυναικεία ὀμορφιὰ ὁπότε συνειδητὰ ἐκτελοῦμε στὴν καρδιὰ μας τὴν ἀνίερη πράξη, ὅπως ὁρίζει ἡ ἐντολὴ τοῦ Κυρίου, πού λέγει: «Πᾶς ὁ βλέπων γυναίκα πρὸς τὸ ἐπιθυμῆσαι αὐτὴν ἤδη ἐμοίχευσεν αὐτὴν ἐν τῇ καρδία αὐτοῦ» . Φυλάξου νὰ μὴν ἐπαναλάβεις αὐτὴν τὴν ἁμαρτία, ὅπως προσεύχεται ὁ θεῖος ψαλμωδὸς λέγοντας: «Ἀπόστρεψον τοὺς ὀφθαλμούς μου τοῦ μὴ ἰδεῖν ματαιότητα» . Ἁμαρτάνουμε μὲ τὴν ἀκοή μας, ὅταν μὲ ἰδιαίτερη εὐχαρίστηση ἀκοῦμε ἀκόλαστα τραγούδια καὶ παραπλανητικὲς διηγήσεις, καθὼς καὶ ὅταν ἀκοῦμε μὲ πλήρη προσοχὴ αὐτὸν πού συκοφαντεῖ τὸν πλησίον του καὶ δὲν τὸν ἀπομακρύνουμε, ὅπως διδάσκει ὁ ἐνάρετος λόγος τοῦ προφήτη: «Τὸν καταλαλοῦντα λάθρα τὸν πλησίον αὐτοῦ, τοῦτον ἐξεδίωκον» . Ἁμαρτάνουμε μὲ τὴν γλώσσα μας, ὅταν ψευδόμαστε συνειδητά, ὅταν συκοφαντοῦμε μὲ σατανικὸ μίσος τὸν συνάνθρωπό μας, ὅταν ἄλλο λέμε καὶ ὑποσχόμαστε μὲ τὰ λόγια καὶ ἄλλο κρύβουμε στὴν καρδιά μας, χωρὶς νὰ φοβόμαστε καθόλου τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, πού μᾶς στηλιτεύει σκληρὰ λέγοντας: «Τὸ στόμα σου ἐπλεόνασε κακίαν, καὶ ἡ γλώσσα σου περιέπλεκε δολιότητα· καθήμενος κατὰ τοῦ ἀδελφοῦ σου κατελάλεις καὶ κατὰ τοῦ υἱοῦ τῆς μητρός σου ἐτίθεις σκάνδαλον» .
Ὁμοίως ἁμαρτάνουμε καὶ μὲ τὶς ἄλλες τρεῖς αἰσθήσεις μας –τὴν ὄσφρηση, τὴν ἁφὴ καὶ τὴν γεύση– νεκρώνοντας τὶς ψυχὲς μας λόγω τῆς μεγάλης ἀπροσεξίας καὶ ἀνοησίας μας. Ὁ θάνατος τῆς ψυχῆς μας εἰσέρχεται στὴν καρδιὰ μας μέσω ὅλων αὐτῶν τῶν αἰσθήσεων. Γι’ αὐτὸν τὸν λόγο οἱ ἱερεῖς, πού φέρνουν τὰ ἅγια Μυστήρια, μᾶς προτρέπουν καθημερινὰ λέγοντας: «Τὰς θύρας, τὰς θύρας, ἐν σοφία πρόσχωμεν», δηλαδή, παριστάμενοι στὴν Θεία Λειτουργία, νὰ φυλάξουμε τὸν ἑαυτὸ μας ἁγνὸ ἀπὸ τὸ ἄσωτο βλέμμα, τὴν συκοφαντία τῶν ἀδελφῶν, τὴν κακολογία, τὴν κενολογία, ἀπὸ τὸ ἄτακτο γέλιο καὶ τὸ κάθε ψεῦδος. Ἂν φυλάξουμε τὸν ἑαυτὸ μας ἁγνὸ ἀπὸ ὅλα αὐτὰ τὰ κακά, τότε ἀληθινὰ καὶ μὲ φόβο Θεοῦ θὰ παρασταθοῦμε στὴν τέλεση τῆς Θείας Λειτουργίας καὶ δὲν θὰ ψευδόμαστε, ἀπαντώντας στὴν πρόσκληση τοῦ ἱερέος λέγοντας: «ἔλεον εἰρήνης, θυσίαν αἰνέσεως», ὑποσχόμενοι ἔτσι νὰ ἐλεοῦμε τὸν καθένα πού ἔχει ἀνάγκη καὶ ζητάει βοήθεια καὶ ἔχει εἰρήνη μὲ τοὺς πάντες, ἀφοῦ ἔχει ἀποφύγει κάθε φιλονικία καὶ κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο ἐκτελεῖ τὴν ἀληθινὴ θυσία τῆς δόξας σύμφωνα μὲ τοὺς λόγους: «Θύσον τῷ Θεῶ θυσίαν αἰνέσεως καὶ ἀπόδος τῷ Ὑψίστω τὰς εὐχᾶς σου» καὶ «Θυσία αἰνέσεως δοξάσει μέ, καὶ ἐκεῖ ὁδός, ἡ δείξω αὐτῶ τὸ σωτήριόν μου» .
Ἂν ὅμως δὲν ἀποκτήσουμε αὐτὴν τὴν διάθεση καὶ δὲν στολίσουμε τὸν ἑαυτό μας μὲ τὰ πνευματικὰ αὐτὰ χαρίσματα, τότε θὰ φανεῖ ὅτι ἄδικα καὶ μάταια κάναμε τὶς προσπάθειές μας καὶ ὅτι περιβάλαμε μὲ πολύχρωμα μεταξωτὰ ὑφάσματα τὸ μεγάλο σχῆμα. Μὴ στολίζεις ὅμως μὲ φανταχτερὰ ὑφάσματα τὸ ἐξωτερικὸ κουκούλι, πού θὰ φθαρεῖ στὸν τάφο, ἐπειδὴ μὲ παρόμοια ψεύτικα στολίδια δὲν εὐαρεστεῖται ὁ φοβερὸς καὶ ἀδέκαστος Κριτής. Ἀντιθέτως στόλισε τὸ νοερὸ κουκούλι τοῦ ἐσωτερικοῦ ἀνθρώπου, δηλαδὴ τὸ σημαντικότερο μέρος τῆς ψυχῆς, τὸν νοῦ, πλούτισέ το μὲ τὰ διδάγματα ἀπὸ τὶς θεόπνευστες Γραφές, μὲ τὴν νοερὰ προσευχὴ καὶ μὲ τὶς θεάρεστες ἀγρυπνίες. Διατήρησε τὸν πάντοτε χωρὶς διάχυση, ἀλλὰ συγκεντρωμένο, ὑπενθυμίζοντάς του τὴν σοφὴ νουθεσία πού λέγει: «Προωρώμην τὸν Κύριον διαπαντός, ὅτι ἐκ δεξιῶν μου ἐστιν, ἴνα μὴ σαλευθῶ» . Ἐπειδὴ ὁ νοῦς, πού δὲν προστατεύεται κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο, δὲν διαφέρει σὲ τίποτα ἀπὸ τὸ ἀτίθασο ἄλογο ἡ ἀπὸ τὸ καλάμι πού σείεται ἀπὸ τὸν ἄνεμο. Στήριξε τὴν καρδιά σου στὸν Κύριο μὲ τὴν ἀκριβῆ τήρηση τῶν σωτηρίων ἐντολῶν Του, πού ἐκφράζουν τὸν γνήσιο φόβο τοῦ Κυρίου. Ὅταν αὐτὸς ὁ φόβος ὑπάρχει μέσα σου, τότε ἡ ψυχή σου θὰ εἶναι γεμάτη ἀπὸ τὴν πίστη, τὴν πνευματικὴ ἀρετὴ καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Μὲ τὴν διαύγεια τῆς ψυχῆς ἀπὸ αὐτὰ τὰ χαρίσματα «ἐστερεώθη ἡ καρδία μου ἐν κυρίω, ὑψωθεῖ κέρας μου ἐν Θεῶ μου» , δηλαδὴ ἡ δύναμη τῆς ψυχῆς σου, ἀπορρίπτοντας κάθε φοβία, θὰ ἐνδυθεῖ τὴν θεία ἀνδρεία καὶ τὸ ἄφοβο θάρρος. Καὶ «ἐπλατύνθη τὸ στόμα» σου, δηλαδὴ μὲ μεγάλο θάρρος, μὲ μεγαλύτερο νοῦ καὶ σοφία θὰ μπορέσεις νὰ ἀντιλέγεις καὶ νὰ ἀντιστέκεσαι στὶς ἀκάθαρτες σκέψεις, τὶς ὁποῖες σπέρνουν μέσα σου τὰ πονηρὰ δαιμόνια πού σὲ πολεμοῦν, χωρὶς νὰ τοὺς ἀφήσεις καμμιὰ πρόσβαση στὴν καρδιά σου.
Τότε θὰ χαρεῖς τὸν Θεὸ καὶ Σωτήρα σου, δηλαδὴ μὲ αὐτοὺς τοὺς ἀγαθοὺς πνευματικοὺς ἀγῶνες καὶ μὲ τὰ ἔργα σου θὰ λάβεις ἀπὸ τὸν μεγάλο Ἀθλοθέτη τὴν αἰώνια χαρά, σύμφωνα μὲ τὸ ρητό: «Μακάριος οὗ ὁ Θεὸς Ἰακὼβ βοηθὸς αὐτοῦ, ἡ ἐλπὶς αὐτοῦ ἐπὶ Κύριον τὸν Θεὸν αὐτοῦ, τὸν ποιήσαντα τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν, τὴν θάλασσαν καὶ πάντα τα ἐν αὐτοῖς· τὸν φυλάσσοντα ἀλήθειαν εἰς τὸν αἰώνα» . Ἐὰν ζοῦν σὲ αὐτὴν τὴν σύντομη ζωὴ μὲ διαφόρους ἀγῶνες καὶ ἔργα, μὲ πνευματικὰ δάκρυα γιὰ τὴν σωτηρία καὶ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό, κατὰ τὴν ἐν δόξη ἔλευση τοῦ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος τους θὰ βρεθοῦν σὲ χαρὰ καὶ ἀγαλλίαση, γιὰ νὰ δεχθοῦν ἀπὸ τὸν δίκαιο Κριτὴ τὴν πρέπουσα δικαίωση γιὰ τὰ ἔργα τους, δηλαδὴ τὴν ἀπόλαυση τῶν ἀρρήτων ἀγαθῶν στὴν αἰώνια ζωή.
Τὰ ἴδια ἔργα καὶ τοὺς ἰδίους ἀγῶνες θὰ πράξουμε καὶ ἐμεῖς γιὰ τὴν σωτηρία μας καὶ γιὰ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό. Ἔτσι θὰ στολίσουμε μὲ αὐτὲς τὶς ἀξιέπαινες ἀρετὲς τὸν ἑαυτό μας καὶ τὸ νοερὸ κουκούλι τοῦ ἐσωτερικοῦ ἀνθρώπου καὶ ὄχι μὲ μεταξωτὰ πολύχρωμα ὑφάσματα, τὸ κουκούλι πού σκεπάζει τὸν ἐξωτερικὸ ἄνθρωπο καὶ φθείρεται στὸν τάφο. Αὐτὸς ὁ στολισμὸς ἀποτελεῖ γνώρισμα τῆς ψυχῆς, πού δὲν ἔχει γνωρίσει τὰ θεία πράγματα καὶ ἔνδειξη τοῦ νηπιακοῦ νοῦ. Ἃς πάψουμε λοιπὸν νὰ εἴμαστε νήπια καὶ ἃς ἀρχίσουμε νὰ ὑπακούουμε τὸν θεῖο Ἀπόστολο, πού μᾶς προτρέπει: «Ἀδελφοί, μὴ παιδία γίνεσθε ταῖς φρεσίν, ἀλλὰ τὴ κακία νηπιάζετε, ταῖς δὲ φρεσὶν τέλειοι γίνεσθε» . Καὶ σὲ προηγούμενο χωρίο ὁ ἴδιος λέγει: «Ὄτε ἤμην νήπιος, ὡς νήπιος ἐλάλουν, ὡς νήπιος ἐφρόνουν, ὡς νήπιος ἐλογιζόμην· ὄτε δὲ γέγονα ἀνήρ, κατήργηκα τὰ τοῦ νηπίου» . Γι’ αὐτὸ καὶ ἐμεῖς, ἀδελφοί, ἀφοῦ ἀρνηθήκαμε ἑκούσια κάθε ματαιότητα καὶ κάθε ἀταξία τῆς κοσμικῆς ζωῆς καὶ ἀγαπήσαμε τὴν ἁγία μοναχικὴ ζωή, πού τελειοποιεῖ τὸν ἐσωτερικὸ ἄνθρωπο καὶ τὸν ὁδηγεῖ στὴν αἰώνια ζωή, ἃς γίνουμε σοφότεροι μὲ τὴν ἀγάπη, γιὰ νὰ ὁμοιάσουμε ὄχι σὲ ἐκεῖνον πού ἔκτισε τὸν οἶκο του στὴν ἄμμο, ἀλλὰ σὲ αὐτὸν ποῦ τὸν θεμελίωσε στὴν πέτρα . Ὡς πέτρα ἐννοοῦμε τὴν τήρηση, μὲ λόγια καὶ ἔργα, τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν πού δημιουργοῦν καὶ στερεώνουν τὸν ἐσωτερικό μας ἄνθρωπο, ἐνῶ ὡς οἰκοδομῆ στὴν ἄμμο τό νὰ ἀρκεῖται κανεὶς μόνο στὴν πίστη καὶ στὴν βάπτιση καὶ νὰ μὴν νοιάζεται καθόλου γιὰ τὶς εὐαγγελικὲς ἐντολές. Γι’ αὐτὸ ὁ ναὸς του καταστρέφεται πανεύκολα· «οὕτω καὶ ἡ πίστις, ἐὰν μὴ ἔργα ἔχη, νεκρά ἐστι καθ’ ἐαυτήν» , ὅπως ἔχει γραφεῖ. Ἐπίσης εἶναι γνωστὸ καὶ τὸ ρητό: «Τὶς ἄρα ἐστὶν ὁ πιστὸς οἰκονόμος καὶ φρόνιμος, ὃν καταστήσει ὁ κύριος ἐπὶ τῆς θεραπείας αὐτοῦ τοῦ διδόναι ἐν καιρῶ τὸ σιτομέτριον;» .
Ἃς γνωρίζουμε, ἀδελφοί, ὅτι ἡ τελεία αὐτὴ διδασκαλία τοῦ Κυρίου, πού εὐχαριστεῖ τοὺς πιστοὺς καὶ σοφοὺς δούλους, ἀναφέρεται σὲ ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι, ἔχοντας ἐκκλησιαστικὰ ἀξιώματα καὶ ἀποτελώντας τὶς ἐκκλησιαστικὲς ἀρχές, διοικοῦν καλὰ καὶ θεάρεστά το ποίμνιο τῶν λογικῶν προβάτων. Ἐπίσης θεωρεῖ κολασμένους αὐτοὺς πού τὸ ποιμαίνουν κακῶς καὶ μὲ ἀμέλεια καὶ τὸ βασανίζουν χωρὶς ἔλεος μὲ διαφόρους βαρεῖς φόρους καὶ συνεχεῖς δουλειές. Διακρίνει λοιπὸν ὅλους αὐτούς, καὶ ὅσους ἀνήκουν στὸ ἄλλο μέρος τοὺς βλέπει ὡς ἀπίστους καὶ τοὺς παραδίδει σὲ ἀτελείωτα βάσανα. Κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο πρέπει νὰ σκεπτόμαστε πάντοτε καὶ γιὰ τὸν ἑαυτό μας, γνωρίζοντας ὅτι, ἂν ζοῦμε σύμφωνα μὲ τὶς ὑποσχέσεις πού δώσαμε στὸν φοβερὸ Κριτή, ἂν δηλαδὴ στολίζουμε τὸν ἑαυτό μας μὲ κάθε ἁγνότητα, ὁσιότητα, σωφροσύνη, εἰλικρινῆ ἀγάπη πρὸς τοὺς ἀδελφούς μας, καὶ τηροῦμε τὸν ἑαυτὸ μας καθαρὸ ἀπὸ κάθε μίασμα τῆς σάρκας καὶ τοῦ πνεύματος γιὰ τὸν οὐράνιο Νυμφίο, τότε θὰ ἀκούσουμε ὁπωσδήποτε καὶ ἐμεῖς τὸν ἀγαθὸ Κύριο νὰ λέγει: «Εὖ, δοῦλε, ἀγαθὲ καὶ πιστέ! Ἐπὶ ὀλίγα ἧς πιστός, ἐπὶ πολλῶν σὲ καταστήσω· εἴσελθε εἰς τὴν χαρὰν τοῦ κυρίου σου» . Ἂν ὅμως ὁ ἐσωτερικός μας ἄνθρωπος δὲν στολιστεῖ μὲ αὐτὲς τὶς ἀρετές, τότε θὰ σιωπήσω σχετικὰ μὲ τὶς συνέπειες, ἐνῶ ἡ εὐαγγελικὴ ἀλήθεια θὰ μιλήσει χωρὶς δισταγμό: «Ἑταῖρε, πῶς εἰσῆλθες ὧδε μὴ ἔχων ἔνδυμα γάμου;» . Ἃς μᾶς σώσει ὁ Θεὸς ἀπὸ αὐτὴν τὴν καταδίκη. Ἀμήν.
Πηγή: Ἅπαντα Ἁγίου Μαξίμου Γραικοῦ, Ἁγίου Μαξίμου Γραικοῦ Λόγοι, Τόμος Ἅ΄, Μετάφραση: Μάξιμος Τσυμπένκο – Τιμόθεος Γκίμον, Ἔκδοσις Ἱερᾶς Μεγίστης Μονῆς Βατοπαιδίου, Ἅγιον Ὅρος 2011.
Leave a Reply
Want to join the discussion?Feel free to contribute!