Ὅπως εἶναι ἡ ἀρρώστια στὸ κορμί, ἔτσι εἶναι καὶ ἡ ἁμαρτία στὴν ψυχή. Γι’ αὐτὸ ἡ ἰατρικὴ τῶν ψυχῶν δὲν καταγίνεται μὲ τίποτ’ ἄλλο, παρὰ μόνο μὲ τὴν καταπολέμηση τῆς ἁμαρτίας καὶ τῶν αἰτιῶν της, τῶν παθῶν.
Καὶ αὐτὸ εἶναι τὸ πιὸ σημαντικό. Γιατί στὴ φοβερὴ ὥρα τῆς Κρίσεως τί ἀπολογία θὰ δώσουμε; Ἐπιμεληθήκαμε ἄραγε τὴν ὑγεία τῆς ψυχῆς μας ἢ μήπως ἀγωνιστήκαμε σ’ ὅλη μας τὴ ζωὴ γιὰ τὴν πολύμορφη μάταιη ἀπόλαυση;
Ἂν δὲν γνωρίζουμε τὴν ἀρρώστια τῆς ψυχῆς μας καὶ δὲν αἰσθανόμαστε τοὺς πόνους καὶ τὸ κακὸ ποὺ προξενεῖ στὴ ζωή μας, βρισκόμαστε σὲ πλάνη.
Κάθε ἄνθρωπος εἶναι λίγο ἢ πολὺ ἄρρωστος ψυχικά. Συνήθως ὅμως, μολυσμένος ἀπὸ τὸ μικρόβιο τῆς ὑπερηφάνειας, δὲν αἰσθάνεται τὸ κακὸ ποὺ τοῦ προξενεῖ ἡ ἁμαρτία. Καὶ ὅσο δὲν τὸ αἰσθάνεται, τόσο περισσότερο ὑπερηφανεύεται, ὅπως τὸ λέει καὶ ὁ προφήτης Δαβίδ: «Ἡ ὑπερηφανία τῶν μισούντων σὲ ἀνέβη διὰ παντός». Γιατί ὁ ψυχικὰ ἄρρωστος εἶναι κατὰ κανόνα καὶ ἀναίσθητος, καὶ δὲν νοιάζεται γιὰ τὴν ὑγεία τῆς ψυχῆς του. Καὶ μισώντας τὴν ψυχή του, μισεῖ καὶ τὸ γιατρὸ τῶν ψυχῶν.
Κάθε χριστιανός, ἀντίθετα, ποὺ συναισθάνεται τὴν ψυχική του ἀσθένεια, ταπεινώνεται βαθιὰ καὶ φροντίζει νὰ καλέσει τὸ γιατρὸ ποὺ θὰ τὸν θεραπεύσει. Ὅπως δηλαδή, ὅταν ἀρρωστήσουμε σωματικά, ἔχουμε αἴσθηση τῶν πόνων καὶ καλοῦμε τὸ γιατρό, ἔτσι πρέπει νὰ κάνουμε καὶ μὲ τὴν ψυχή μας. Γιατί καὶ ἡ ψυχὴ ἔχει ἀρρώστιες, τὶς ἁμαρτίες καὶ τὰ αἴτιά τους, τὰ πάθη. Ἀλλὰ δὲν αἰσθανόμαστε τὶς ἀρρώστιες της, δὲν ἀκοῦμε τοὺς πόνους της καὶ δὲν φροντίζουμε γιὰ τὴ θεραπεία της.
Σ’ αὐτὴ τὴν ἀξιοθρήνητη κατάσταση βλέπουμε ἀνθρώπους, ποὺ εἶναι χαρούμενοι καὶ δὲν λυποῦνται γιὰ τὶς ἁμαρτίες τους, βυθισμένοι καθὼς εἶναι στὴν ἄγνοια καὶ τὴν ἀναισθησία.
Ἂς ἐξετάσουμε προσεκτικὰ τὸν ἑαυτό μας, κι ἂν ἀνήκουμε σ’ αὐτούς, ἂς καλέσουμε τὸ γρηγορότερο τὸ γιατρὸ τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων μας, τὸν Ἰησοῦ Χριστό. Ἂς προσπέσουμε γονατιστοὶ μπροστά του. Ἂς τὸν παρακαλέσουμε νὰ γιατρέψει τὶς ἀρρώστιες μας. Καὶ οἱ χειρότερες ἀρρώστιες τῆς ψυχῆς εἶναι ἐπιθυμία τοῦ πλούτου, τῶν ἡδονῶν καὶ τῆς δόξας. Γι’ αὐτὰ τὰ τρία μεγάλα πάθη γίνονται οἱ ἄνθρωποι ἀργοί, πλεονέκτες, κλέφτες, ἄδικοι, κενόδοξοι, ὑπερήφανοι, φθονεροὶ καὶ μνησίκακοι.
Ἂς κλάψουμε, ἂς θρηνήσουμε, ἂς ζητήσουμε ἔλεος τοῦ Κυρίου. Ἂν δὲν ὁμολογήσουμε ἐμεῖς οἱ ἴδιοι τὴν ἁμαρτωλότητά μας, ἂν δὲν τοῦ φανερώσουμε τὶς ἀρρώστιες τῆς ψυχῆς μας, δὲν θὰ μᾶς θεραπεύσει, παρόλο ποὺ γνωρίζει, σὰν παντογνώστης, τὴν κατάστασή μας. Περιμένει νὰ τὸν καλέσουμε ἐμεῖς, μὲ τὴ θέλησή μας, καὶ νὰ ζητήσουμε τὴ βοήθειά του. Καὶ τότε ἔρχεται καὶ θεραπεύει μὲ τὴ χάρη τοῦ τὰ ψυχικά μας τραύματα.
Ἡ θεραπεία αὐτὴ εἶναι μία ψυχικὴ ἀλλοίωση ἀξιοθαύμαστη: Ὅσα μέχρι τώρα θεωρούσαμε σπουδαία καὶ ποθητὰ – τὸ χρῆμα, τὶς ἀπολαύσεις, τὶς τιμὲς – τ’ ἀποστρεφόμαστε πιὰ καὶ τὰ βλέπουμε ἀσήμαντα καὶ βδελυκτά. Καὶ ὅσα πρὶν περιφρονούσαμε ἢ περιγελούσαμε – τὴν ἐργασία τῶν ἀρετῶν, τὴν κάθαρση, τὸν ἁγιασμὸ – τώρα τὰ ἐπιζητοῦμε μὲ ζῆλο κι ἐνθουσιασμό. Γιατί; Ἐπειδὴ ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ μᾶς φώτισε, σκόρπισε τὰ σκοτάδια τῆς ψυχῆς μας, μᾶς ἄνοιξε τὰ μάτια καὶ μᾶς ἀποκάλυψε τὴν πραγματικότητα.
Αὐτὴ ἡ μεταστροφή, αὐτὸς ὁ φωτισμός, αὐτὴ ἡ ἀλλοίωση εἶναι ἡ ἀρχὴ τῆς θεραπείας τῆς ψυχῆς μας. Ἡ ὁλοκλήρωση τῆς εἶναι συνάρτηση τῆς προαιρέσεώς μας, τοῦ πνευματικοῦ μας ἀγώνα καὶ τῆς βοήθειας τοῦ Χριστοῦ.
Leave a Reply
Want to join the discussion?Feel free to contribute!