- Ἡ συνείδηση
- Ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό
- Νά ἐπιμένεις στήν ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, γιά νά καταπιεῖ ἡ καρδιά τόν Κύριο καί ὁ Κύριος τήν καρδιά, καί νά γίνουν τά δύο ἕνα
- Έσχατοι χρόνοι και διαβολικά δίχτυα
- Περὶ μετανοίας
ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ εἶναι ἡ αἴσθηση τοῦ πνεύματος τοῦ ἀνθρώπου, αἴσθηση λεπτὴ καὶ φωτεινή, ποὺ ξεχωρίζει τὸ καλὸ ἀπὸ τὸ κακό.
Ἡ αἴσθηση αὐτὴ ξεχωρίζει τὸ καλὸ ἀπὸ τὸ κακὸ πιὸ καθαρὰ ἀπ’ ὅσο ὁ νοῦς. Πιὸ δύσκολο εἶναι νὰ παραπλανήσει κανεὶς τὴ συνείδηση παρὰ τὸν νοῦ. Καὶ τὸν πλανεμένο νοῦ, ποὺ τὸν ὑποστηρίζει τὸ φιλάμαρτο θέλημα, γιὰ πολὺν καιρὸ τὸν ἀντιμάχεται ἡ συνείδηση.
Ἡ συνείδηση εἶναι ὁ φυσικὸς νόμος(1). Ἡ συνείδηση χειραγωγοῦσε τὸν ἄνθρωπο πρὶν τοῦ δοθεῖ ὁ γραπτὸς νόμος. Ἡ μεταπτωτικὴ ἀνθρωπότητα βαθμιαῖα οἰκειώθηκε ἕναν λαθεμένο τρόπο σκέψεως γιὰ τὸν Θεό, τὸ καλὸ καὶ τὸ κακό. Ἡ λαθεμένη σκέψη ἐπηρέασε, φυσικά, καὶ τὴ συνείδηση. Ἔτσι, ὁ γραπτὸς νόμος ἀποτέλεσε ἀναγκαιότητα γιὰ τὴ χειραγώγηση τοῦ ἀνθρώπου στὴν ἀληθινὴ θεογνωσία καὶ τὴ θεοφιλή διαγωγή.
Ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, ἐπισφραγισμένη μὲ τὸ ἅγιο Βάπτισμα, θεραπεύει τὴ συνείδηση ἀπὸ τὴν κακὴ προδιάθεση (2) μὲ τὴν ὁποία τὴ δηλητηρίασε ἡ ἁμαρτία. Ἡ ὀρθὴ λειτουργία τῆς συνειδήσεως ἀποκαθίσταται, ἐνισχύεται καὶ σταθεροποιεῖται μὲ τὴν τήρηση τῆς διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ.
Ἡ ἀποκατάσταση τῆς ὑγείας καὶ ἡ ὀρθὴ λειτουργία τῆς συνειδήσεως εἶναι δυνατὲς μόνο στοὺς κόλπους τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μέσω τοῦ θείου νόμου της, πού κατευθύνει ὀρθὰ τὸν νοῦ. Γιατί κάθε λαθεμένη σκέψη ἐπιδρᾶ ἀρνητικὰ στὴ συνείδηση καὶ τὴ λειτουργία της.
Οἱ θεληματικὲς ἁμαρτίες σκοτίζουν, ἐξασθενίζουν, καταπνίγουν, ἀποκοιμίζουν τὴ συνείδηση.
Κάθε ἁμαρτία ποὺ δὲν ἐξαλείφεται μὲ τὴ μετάνοια, ἀφήνει τὴ βλαπτικὴ σφραγίδα της στὴ συνείδηση.
Ἡ ἑκούσια καὶ συνεχὴς ἁμαρτωλὴ ζωὴ σχεδὸν νεκρώνει τὴ συνείδηση. Δὲν εἶναι δυνατόν, ὡστόσο, αὐτὴ νὰ νεκρωθεῖ ἐντελῶς. Θὰ συνοδεύει τὸν ἄνθρωπο μέχρι τὸ φοβερὸ Κριτήριο τοῦ Χριστοῦ. Ἐκεῖ θὰ τὸν ἐνοχοποιήσει, ἂν τὴν καταπατοῦσε.
Σύμφωνα μὲ τοὺς ἁγίους πατέρες, ὁ ἀντίδικος τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ ἀναφέρεται στὸ Εὐαγγέλιο (3), εἶναι ἡ συνείδηση. Καὶ πράγματι εἶναι ἀντίδικος, γιατί ἐναντιώνεται σὲ κάθε ἄνομο ἐγχείρημά μας.
Βαδίζοντας πρὸς τὸν οὐρανό, στὴ διάρκεια τῆς ἐπίγειας ζωῆς σου, νὰ ἔχεις εἰρηνικὲς σχέσεις μ’ αὐτὸν τὸν ἀντίδικο, γιὰ νὰ μὴ γίνει κατήγορός σου τότε ποὺ θ’ ἀποφασίζεται ἡ κατάστασή σου στὴν αἰωνιότητα.
Λέει ἡ Γραφή: «Θὰ ἀπαλλάξει τὴν ψυχὴ ἀπὸ τὰ δεινὰ ἕνας ἀξιόπιστος μάρτυρας»(4). Ἀξιόπιστος μάρτυρας εἶναι ἡ ἄμεμπτη συνείδηση. Ἡ ἄμεμπτη αὐτὴ συνείδηση τὴν ψυχὴ ποὺ ἀκούει τὶς συμβουλές της θὰ τὴ λυτρώσει ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες της μέχρι τὸν θάνατο καὶ ἀπὸ τὰ αἰώνια βάσανα μετὰ τὸν θάνατο.
Ὅπως ἡ κόψη τοῦ μαχαιριοῦ ἀκονίζεται μὲ τὴν πέτρα, ἔτσι καὶ ἡ συνείδηση ἀκονίζεται ἀπὸ τὴ νοητὴ πέτρα (5), τὸν Χριστό, μὲ τὴ μελέτη τοῦ λόγου Του, ποὺ τὴ φωτίζει, καὶ μὲ τὴν τήρηση τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν.
Φωτισμένη καὶ ἀκονισμένη ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ ἡ συνείδηση, λεπτομερειακὰ καὶ ὁλοκάθαρα φανερώνει στὸν ἄνθρωπο τὶς ἁμαρτίες του, ἀκόμα καὶ τὶς πιὸ μικρές.
Μὴν ἀσκεῖς βία στὸν ἀντίδικό σου –μὴν παραβιάζεις τὴ συνείδησή σου! Διαφορετικά, θὰ στερηθεῖς τὴν πνευματική σου ἐλευθερία. Ἡ ἁμαρτία θὰ σὲ αἰχμαλωτίσει καὶ θὰ σὲ δέσει. Θλίβεται ὁ προφήτης μαζὶ μὲ τὸν Θεὸ γι’ αὐτοὺς ποὺ ἐπιβουλεύονται τὸν ἴδιο τους τὸν ἑαυτό, παραβιάζοντας τὴ συνείδησή τους: «Ὁ Ἐφραΐμ καταπίεσε τὸν ἀντίδικό του, καταπάτησε τὸ δίκιο του, γιατί ἄρχισε νὰ ἀκολουθεῖ τὴ ματαιότητα»(6).
Ἡ «κόψη» τῆς συνειδήσεως εἶναι πολὺ λεπτή, πολὺ εὐαίσθητη, γι’ αὐτὸ ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ τὴ φυλάει προσεκτικά. Καὶ τὴ φυλάει, ὅταν ἐκτελεῖ ὅλες τὶς ὑποδείξεις τῆς συνειδήσεως καὶ ὅταν, σὲ περίπτωση ἀθετήσεως κάποιας ἀπ’ αὐτὲς λόγω ἀδυναμίας ἤ πλάνης, μετανοεῖ μὲ δάκρυα.
Καμιὰν ἁμαρτία μὴ θεωρεῖς ἀσήμαντη. Κάθε ἁμαρτία ἀποτελεῖ παράβαση τοῦ θείου νόμου, ἐναντίωση στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, καταπάτηση τῆς συνειδήσεως. Ἄλλωστε, ἀπὸ τὰ μικρά, ἀπὸ τὰ μηδαμινά, ὅπως νομίζουμε, ἁμαρτήματα ὁδηγούμαστε σιγὰ-σιγὰ στὰ μεγάλα. “Πόσο σοβαρὸ εἶναι αὐτό; Εἶναι βαριὰ ἁμαρτία; Μήπως δὲν εἶναι κάν ἁμαρτία; Ναί, δὲν εἶναι ἁμαρτία!”. Ἔτσι σκέφτεται ὁ ἄνθρωπος ποὺ δὲν ἐνδιαφέρεται γιὰ τὴ σωτηρία του, ὅταν ἀποφασίζει νὰ γευθεῖ τὴν ἁμαρτωλὴ τροφή, τὴν τροφὴ ποὺ ἀπαγορεύει ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ. Μὲ ἀβάσιμους συλλογισμοὺς καταπατᾶ διαρκῶς τὴ συνείδησή του. Ἔτσι, μὲ τὸν καιρό, ἡ «κόψη» της στομώνει καὶ ἡ φωτεινότητα της μειώνεται. Στὴν ψυχὴ ἁπλώνονται τὸ σκοτάδι καὶ ἡ παγωνιὰ —ἡ ἀμέλεια καὶ ἡ ἀναισθησία.
Τελικὰ ἡ ἀναισθησία γίνεται πάγια κατάσταση τῆς ψυχῆς. Συχνὰ μάλιστα, συμβαίνει νὰ εἶναι ἱκανοποιημένη ἡ ψυχὴ μὲ τὴν ἀναισθησία της, θεωρώντας τὴν κατάσταση εὐάρεστη στὸν Θεό, κι ἔτσι νὰ ἔχει τὴ συνείδηση της ἀναπαυμένη. Στὴν πραγματικότητα, βέβαια, ἀφοῦ ἔχασε τὴ μακάρια συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητάς της, ποὺ εἶναι ἡ βάση τῆς πνευματικῆς ζωῆς, τύφλωσε καὶ ἀποκοίμισε τὴ συνείδηση (7).
Ἀθέατες τότε, μέσα στὸ βαθὺ σκοτάδι τῆς ἀναισθησίας, διάφορες ἁμαρτίες ὁρμοῦν σὰν ληστὲς μέσα στὴν ψυχὴ καὶ τὴν κάνουν κρησφύγετό τους. Οἱ ἁμαρτίες αὐτές, μένοντας ἐκεῖ γιὰ πολύ, γίνονται συνήθειες. Μὲ τὸν καιρὸ ἑδραιώνονται καὶ ἰσχυροποιοῦνται ὅσο καὶ οἱ φυσικὲς ἰδιότητες τῆς ψυχῆς, καμιὰ φορά μάλιστα ξεπερνοῦν σὲ δύναμη ἀκόμα κι αὐτὲς τὶς φυσικὲς ἰδιότητες. Οἱ ἁμαρτωλὲς συνήθειες ὀνομάζονται πάθη. Χωρὶς νὰ τὸ συνειδητοποιεῖ ὁ ἄνθρωπος, ἁλυσοδένεται σιγὰ-σιγὰ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ γίνεται αἰχμάλωτός της, δοῦλος της.
Ὅποιος ἀδιαφορεῖ συστηματικὰ γιὰ τὶς ὑπομνήσεις τῆς συνειδήσεως, ἀφήνει τὸν ἑαυτό του νὰ αἰχμαλωτιστεῖ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος μόνο μὲ ἔντονο προσωπικὸ ἀγώνα καὶ μὲ τὴ δυναμικὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ θὰ μπορέσει νὰ σπάσει τὶς ἁλυσίδες του καὶ νὰ ἐλευθερωθεῖ ἀπὸ τὰ πάθη. Γιατί τὰ πάθη ταυτίστηκαν μὲ τὴ φύση του, ἔγιναν, θαρρεῖς, ἰδιότητές της.
Ἀγαπητέ μου ἀδελφέ! Μ’ ὅλη τὴν προσοχὴ καὶ τὴν ἐπιμέλεια φύλαξε τὴ συνείδησή σου.
Φύλαξε τὴ συνείδησή σου, πρῶτον, ὡς πρὸς τὴ σχέση σου μὲ τὸν Θεό. Νὰ τηρεῖς ὅλες τὶς ἐντολές Του, τόσο ὅταν σὲ βλέπουν οἱ ἄνθρωποι ὅσο καὶ ὅταν δὲ σὲ βλέπουν. Γιατί καὶ ὅταν δὲν σὲ βλέπουν οἱ ἄνθρωποι, ὅ,τι κάνεις, ἀκόμα καὶ ὅ,τι σκέφτεσαι, γίνεται γνωστὸ στὸν Θεὸ καὶ στὴ συνείδησή σου.
Φύλαξε τὴ συνείδησή σου, δεύτερον, ὡς πρὸς τὴ σχέση σου μὲ τὸν πλησίον. Μὴν ἀρκεῖσαι σὲ μίαν εὐπρεπῆ ἐξωτερικὴ συμπεριφορὰ πρὸς τοὺς συνανθρώπους σου. Πρέπει ἀπὸ τὴ συμπεριφορά σου νὰ ἱκανοποιεῖται ἡ συνείδησή σου. Καὶ ἡ συνείδηση ἱκανοποιεῖται, ὅταν ὄχι μόνο οἱ πράξεις σου ἀλλὰ καὶ τὰ αἰσθήματά σου γιὰ τὸν πλησίον ἀνταποκρίνονται στὶς ἐντολὲς τοῦ Εὐαγγελίου.
Φύλαξε τὴ συνείδησή σου, τρίτον, ὡς πρὸς τὰ πράγματα, ἀποφεύγοντας τὰ περιττὰ καὶ τὰ πολυτελή. Νὰ θυμᾶσαι πὼς ὅλα τὰ ἀντικείμενα ποὺ χρησιμοποιεῖς στὴν καθημερινή σου ζωὴ εἶναι δῶρα τοῦ Θεοῦ.
Φύλαξε τὴ συνείδησή σου, τέταρτον, ὡς πρὸς τὸν ἴδιο σου τὸν ἑαυτό. Μὴν ξεχνᾶς πὼς εἶσαι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ καὶ πρέπει νὰ Τοῦ μοιάσεις (8), νὰ Τοῦ παρουσιάσεις κάποτε αὐτὴ τὴν εἰκόνα καθαρὴ καὶ ἄμεμπτη.
Ἀλίμονο, ἀλίμονο στὴν ψυχή, στὴν ὁποία ὁ Κύριος, τὴν ἡμέρα τῆς Κρίσεως, δὲν θ’ ἀναγνωρίσει τὴν εἰκόνα Του! Ἀλίμονο στὴν ψυχή, στὴν ὁποία δὲν θὰ βρεῖ καμιὰν ὁμοιότητα μὲ τὸν ἑαυτό Του! Αὐτὴ ἡ ψυχὴ θ’ ἀκούσει τὴν τρομερὴ καταδίκη: «Δὲν σὲ ξέρω!»(9). Ἡ ἄχρηστη εἰκόνα θὰ ριχθεῖ στὴν ἄσβεστη φλόγα τῆς γέεννας.
Ἀνέκφραστη καὶ ἀτελεύτητη, ἀπεναντίας, θὰ εἶναι ἡ χαρὰ τῆς ψυχῆς, στὴν ὁποία ὁ Κύριος θ’ ἀναγνωρίσει τὴν εἰκόνα Του, στὴν ὁποία θὰ δεῖ τὴν προπτωτικὴ θεία ὀμορφιά, δῶρο τῆς ἄπειρης ἀγαθότητάς Του στὸ πλάσμα Του. Αὐτὴ ἡ ὀμορφιὰ τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς μετὰ τὴν προπατορικὴ πτώση χάθηκε, ἀλλὰ ἀποκαταστάθηκε καὶ αὐξήθηκε μὲ τὴ λυτρωτικὴ οἰκονομία τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ὁ Χριστὸς μᾶς ἔδωσε ἐντολὴ νὰ διατηροῦμε τὴ θεία ὀμορφιὰ τῆς ψυχῆς μας ἀκέραιη καὶ ἄσπιλη, ἀποφεύγοντας ὅλες τὶς ἁμαρτίες καὶ τηρώντας ὅλες τὶς εὐαγγελικὲς ἐντολές.
Τῆς ἀποφυγῆς τῶν ἁμαρτιῶν καὶ τῆς τηρήσεως τῶν ἐντολῶν ἄγρυπνος ἐπιτηρητὴς καὶ ἀσίγητος παρακινητής εἶναι ἡ συνείδηση. Ἀμήν.
__________________________
1. Ἀββᾶ Δωροθέου, ὄ.π., Γ’, 40.
2. Βλ. Ἑβρ. 10:22.
3. Βλ Ματθ. 5:25. Λουκ. 12:58.
4. Παροιμ. 14:25.
5. Βλ Α’ Κόρ. 10:4.
6. Ὠσηὲ 5:11.
7. Βλ. Ὁσίου Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου, ὄ.π.. ΙΖ.
8. Βλ. Γεν. 1:26-27.
9. Πρβλ. Ματθ. 25:12. Λουκ. 13:25, 27.
(Ἀπό τό βιβλίο «ΑΣΚΗΤΙΚΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ» Ἁγίου Ἰγνατίου Μπριαντσανίνωφ, ΤΟΜΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ, ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ, ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ)
Πηγή: alopsis.gr
Νά ἀγαπᾶς τόν Θεό ἔτσι ὅπως Ἐκεῖνος μᾶς πρόσταξε νά Τόν ἀγαπᾶμε καί ὄχι ὅπως Τόν ἀγαποῦν τάχα οἱ πλανεμένοι ὀνειροπόλοι.
Μήν ἐπιδιώκεις ἐκστάσεις, μήν προξενεῖς στόν ἑαυτό σου νευρική ἔξαψη, μή φλογίζεις τήν καρδιά σου μέ φλόγα σαρκική, μέ τή φλόγα τοῦ αἵματος σου. Θυσία εὐπρόσδεκτη ἀπό τόν Θεό εἶναι ἡ ταπείνωση τῆς καρδιᾶς καί ἡ συντριβή τοῦ πνεύματος. Ἀποστρέφεται ὁ Κύριος τή θυσία πού Τοῦ προσφέρεται μέ αὐτοπεποίθηση, μέ ὑπερηφάνεια, ἔστω κι ἄν πρόκειται γιά ὁλοκαύτωμα.
Ἡ ὑπερηφάνεια ταράζει τά νεῦρα, θερμαίνει τό αἷμα, διεγείρει τή φαντασία, συντηρεῖ τή ζωή τῆς πτώσεως. Ἡ ταπείνωση γαληνεύει τά νεῦρα, κατευνάζει τήν κυκλοφορία τοῦ αἵματος, καταπαύει τήν ὀνειροπόληση, τερματίζει τή ζωή τῆς πτώσεως, δίνει τή ζωή πού ἔφερε ὁ Ἰησοῦς Χριστός.
« Ἡ ὑπακοή εἶναι γιά τόν Κύριο καλύτερη ἀπό κάθε θυσία καί ἡ ὑποταγή στό θέλημα Του ἀνώτερη ἀπό τό λίπος τῶν κριαριῶν», εἶπε ὁ προφήτης Σαμουήλ στόν βασιλιά Σαούλ, πού τόλμησε νά προσφέρει στόν Θεό θυσία ἀνάρμοστη (Α΄ ΒΑΣ. 15:22). Ἄν, λοιπόν, θέλεις νά προσφέρεις στόν Θεό τή θυσία τῆς ἀγάπης, μήν τήν προσφέρεις αὐθαίρετα καί ἀλόγιστα· νά τήν προσφέρεις μέ ταπείνωση, ὅταν καί ὅπου ὅρισε ὁ Θεός. Ὁ πνευματικός τόπος, ὅπου μᾶς δόθηκε ἐντολή νά προσφέρουμε πνευματικές θυσίες, εἶναι ἡ ταπείνωση.
Ὁ Κύριος προσδιόρισε μέ ἀκριβή καί ἀξιόπιστα κριτήρια ποιός εἶναι ἐκεῖνος πού Τόν ἀγαπᾶ καί ποιός ὄχι. Εἶπε: «Ὅποιος μέ ἀγαπᾶ, θά τηρήσει τόν λόγο μου. Αὐτός πού δέν μέ ἀγαπᾶ, δέν ἀκολουθεῖ τά λόγια μου» (Ἰω. 14:23, 24).
Θέλεις νά διδαχθεῖς τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό; Ἀπόφευγε κάθε ἔργο, λόγο σκέψη ἤ αἴσθημα πού ἀποδοκιμάζει τό Εὐαγγέλιο. Μισώντας τήν ἁμαρτία, τήν τόσο μισητή στόν πανάγιο Θεό, φανέρωσε καί ἀπόδειξε τήν ἀγάπη σου σ᾿ Ἐκεῖνον. Τά ἁμαρτήματα, στά ὁποῖα θά συμβεῖ νά πέσεις ἀπό ἀδυναμία, ἀφάνισέ τα δίχως χρονοτριβή μέ τή μετάνοια. Προσπάθησε, ὅμως νά ἀποφεύγεις κι αὐτά τά ἁμαρτήματα πού κάνεις ἀπό ἀδυναμία, μέ τήν ἄγρυπνη παρακολούθηση τοῦ ἑαυτοῦ σου.
Θέλεις νά διδαχθεῖς τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό; Μέ ἐπιμέλεια νά μελετᾶς στό Εὐαγγέλιο τίς ἐντολές τοῦ Κυρίου καί νά προσπαθεῖς νά τίς ἐφαρμόζεις στήν πράξη, ἀποκτώντας ἔτσι σιγά-σιγά τίς εὐαγγελικές ἀρετές καί κάνοντας τες ἕξεις σου, ἰδιότητες τῆς ψυχῆς σου. Χαρακτηριστικό τοῦ ἀνθρώπου πού ἀγαπᾶ εἶναι ἡ ἀκριβής ἐκπλήρωση τοῦ θελήματος τοῦ ἀγαπημένου του προσώπου.
«Ἀγάπησα τίς ἐντολές Σου», λέει ὁ προφήτης, «περισσότερο ἀπό τό χρυσάφι καί τό τοπάζι· γι᾿ αὐτό συμμορφωνόμουνα μ᾿ ὅλες τίς ἐντολές Σου, κάθε ἀδικία τή μίσησα» (Ψαλμ. 118:127-128). Ἡ διαγωγή αὐτή εἶναι ἀπαραίτητη γιά τή διατήρηση τῆς πιστότητας στόν Θεό. Ἡ πιστότητα εἶναι ὁ πιό ἐπιτακτικός ὅρος τῆς ἀγάπης. Χωρίς αὐτόν τόν ὅρο ἡ ἀγάπη καταλύεται.
Μέ τή σταθερή ἀπομάκρυνση ἀπό τό κακό καί τήν οἰκείωση τῶν εὐαγγελικῶν ἀρετῶν φτάνουμε στήν ἀγάπη πρός τόν Θεό. Μέ τόν ἴδιο τρόπο παραμένουμε σ᾿ αὐτή τήν ἀγάπη: «Ἄν τηρήσετε τίς ἐντολές μου, θά μείνετε πιστοί στήν ἀγάπη μου», εἵπε ὁ Σωτήρας(Ἰω. 15:10).
Ἡ τελειώτητα τῆς ἀγάπης βρίσκεται στήν ἕνωση μέ τόν Θεό. Ἡ πρόοδος στήν ἀγάπη συνοδεύεται ἀπό ἀνέκφραστη πνευματική παρηγοριά, γλυκύτητα καί φώτιση. Ἀλλά στήν ἀρχή τοῦ ἀγώνα του ὁ μαθητής τῆς ἀγάπης πρέπει νά πολεμήσει σκληρά μέ τόν ἴδιο του τόν ἑαυτό, μέ τή βαριά ἀρρωστημένη φύση του. Τό κακό, λόγω τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος, ἔγινε στοιχεῖο τῆς φύσεώς μας, ἔγινε νόμος γι᾿ αὐτή τή μεταπτωτική φύση, νόμος πού ἀντιστρατεύεται τόν νόμο τοῦ Θεοῦ, τόν νόμο τῆς ἁγίας ἀγάπης(Πρβλ. Ρωμ. 7:23).
Ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό θεμελιώνεται στήν ἀγάπη πρός τόν πλησίον. Ὅταν ἡ καρδιά σου ἀπαλλαγεῖ ἀπό κάθε μνησικακία, τότε βρίσκεσαι κοντά στήν ἀγάπη. Καί ὅταν ἡ καρδιά σου, ἀποκτήσει τήν εὐλογημένη εἰρήνη πρός ὅλους τούς ἀνθρώπους, τότε βρίσκεσαι μπροστά στήν πύλη τῆς ἀγάπης. Ἡ πύλη αὐτή, ὅμως ἀνοίγεται μόνο ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό εἶναι δῶρο τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο, δῶρο πού δίνεται σ᾿ ὅποιον ἑτοιμάζεται νά τό δεχθεῖ μέ τήν καθαρότητα τοῦ νοῦ, τῆς καρδιᾶς καί τοῦ σώματος. Ἀνάλογο μέ τήν ἑτοιμασία εἶναι καί τό δῶρο, γιατί ὁ Θεός εἵναι ἀγαθός ἀλλά καί δίκαιος.
Ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό εἵναι ὁλωσδιόλου πνευματική: «ὅ,τι γεννιέται ἀπό τό Πνεῦμα εἶναι πνευματικό» (Ἰω. 3:6). Ἀντίθετα, «ὅ,τι γεννιέται ἀπό τόν ἄνθρωπο εἶναι ἀνθρώπινο» (Ἰω. 3:6), γι᾿ αὐτό ἡ ἀγάπη ἡ ἀνθρώπινη, ἡ φυσική καί σαρκική, ἔχει τίς ἰδιότητες τῆς σάρκας, τῆς φθαρτῆς ὕλης. Εἶναι ἀσταθής καί μεταβλητή. Ἡ φωτιά της, ἡ θέρμη της, ἐξαρτᾶται ἀπόλυτα ἀπό τήν ὕλη.
Διαβάζοντας στή Γραφή πώς ὁ Θεός εἶναι φωτιά (Δευτ. 4:24· 9:3)καί νιώθοντας νά καίει μέσα σου ἡ φωτιά τῆς φυσικῆς ἀγάπης, μή νομίσεις πώς οἱ δυό αὐτές φωτιές συνταυτίζονται. Ὄχι. Ἀπεναντίας, μάλιστα, εἶναι ἀσυμβίβαστες μεταξύ τους. Ἡ μία ἐναντιώνεται στήν ἄλλη, ἡ μία σβήνει τήν ἄλλη (Πρβλ. Ὅσίου Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου, ὅ.π., ΙΕ΄, 2). «Ἄς λατρεύουμε τόν Θεό μέ τρόπο εὐάρεστο, μέ σεμνότητα καί εὐλάβεια, γιατί ὁ Θεός μας εἶναι φωτιά πού κατακαίει» (Ἑβρ. 12:28-29).
Ἡ φυσική ἀγάπη, τό ξαναλέω, εἶναι ἀγάπη μεταπτωτική, θερμαίνει τό αἷμα, ταράζει τά νεῦρα, διεγείρει τή φαντασία. Ἡ ἁγία ἀγάπη γαληνεύει καί τήν ψυχή καί τό σῶμα, ἐνῶ συνάμα βυθίζει τόν ἐσωτερικό ἄνθρωπο στήν προσευχητική σιωπή, στή νηφάλια μέθη τῆς ταπεινώσεως καί στήν πνευματική γλυκύτητα.
Πολλοί ἀγωνιστές, πού πῆραν τή φυσική ἀγάπη γιά θεϊκή, προξένησαν ὑπερδιέργερση στίς σωματικές καί ψυχικές λειτουργίες τους. Καί ἡ μετάπτωση ἀπό τήν κατάσταση τῆς ὑπερδιεγέρσεως στήν κατάσταση τῆς παραφροσύνης εἶναι πολύ εὔκολη. Ἔτσι, δέν ἦταν λίγοι ἐκεῖνοι πού θεώρησαν πώς εἶχαν γεμίσει ἀπό χάρη καί ἁγιότητα, ἐνῶ στήν πραγματικότητα δέν ἦταν παρά ἐλεεινά θύματα τῆς πλάνης τους.
Στή Δυτική Ἐκκλησία, ἀφότου αὐτή ξέπεσε στόν παπισμό, ὅπου σ᾿ ἕναν ἄνθρωπο ἀποδίδεται βλάσφημα ἡ θεϊκή ἰδιότητα τοῦ ἀλάθητου καί τιμή πού ἀνήκει μόνο στόν Θεό, ὑπῆρξαν πολλοί τέτοιοι ἀγωνιστές. Αὐτοί ἔγραψαν καί βιβλία, ὅπου, μέσα στήν ψυχοσωματική τους ἔξαψη, παρουσιάζουν τήν πλάνη ὡς θεία ἀγάπη καί, μέ τή νοσηρή φαντασία τους, περιγράφουν πλήθη ὁραμάτων, σταλμένων τάχα ἀπό τόν Θεό, τά ὁποῖα ἄλλο δέν κάνουν παρά νά γιγαντώνουν τήν ὑπερηφάνεια καί τή φιλαυτία τους.
Ἐσύ, παιδί τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, νά ἀποφεύγεις τήν ἀνάγνωση τέτοιων βιβλίων, νά ἀποφεύγεις τή μίμηση τῶν πλανεμένων. Νά χειραγωγεῖσαι ἀπό τό Εὐαγγέλιο καί τούς ἁγίους Πατέρες τῆς μοναδικῆς ἀληθινῆς Ἐκκλησίας καί νά ἀνεβαίνεις μέ ταπείνωση στά πνευματικά ὕψη τῆς θεϊκῆς ἀγάπης μέσω τῆς ἐργασίας τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ.
Νά θυμᾶσαι πάντα πώς ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό εἶναι ἡ ὕψιστη δωρεά τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Τό μόνο πού μπορεῖ νά κάνει ὁ ἄνθρωπος εἶναι νά ἑτοιμάσει τόν ἑαυτό του μέ τήν καθαρότητα καί τήν ταπεινοφροσύνη, γιά νά δεχθεῖ αὐτή τή δωρεά, μέ τήν ὁποία ἀλλοιώνονται ὁ νοῦς, ἡ καρδιά καί τό σῶμα.
Μάταια κοπιάζουμε, μάταια καί ἄκαρπα καί ἐπιζήμια, ὅταν ἐπιδιώκουμε νά ἀποκτήσουμε πρόωρα τά ὑψηλά πνευματικά χαρίσματα. Αὐτά τά δίνει, στόν κατάλληλο καιρό, ὁ εὔσπλαχνος Θεός σ᾿ ἐκείνους πού σταθερά, ὑπομονετικά καί ταπεινά τηροῦν τίς εὐαγγελικές ἐντολές.
Τέλος καί τῷ Θεῷ δόξα!!!
Ἁγίου Ἰγνατίου Μπριαντσανίνωφ
ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ “ΑΣΚΗΤΙΚΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ”, Τόμος Α΄
http://hristospanagia3.blogspot.gr
Ἔσχατοι χρόνοι καὶ διαβολικὰ δίχτυα
Τί λέει, λοιπόν, ὁ Θεός; Κάνει μιὰ προφητεία, ποὺ ἤδη ἐπαληθεύεται. Στοὺς ἔσχατους καιρούς, προαναγγέλλει, «ἐπειδὴ θὰ πληθύνει ἡ κακία, ἡ ἀγάπη τῶν πιὸ πολλῶν θὰ ψυχρανθεῖ».
Ὁ ἀδιάψευστος λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ πιὸ στέρεος ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ τὴ γῆ, μᾶς προειδοποιεῖ ὅτι στοὺς ἔσχατους καιροὺς θὰ αὐξηθοῦν τόσο τὰ διαβολικὰ δίχτυα ὅσο καὶ οἱ ἄνθρωποι ποὺ θὰ πιάνονται σ’ αὐτά.
Πράγματι! Κοιτάζω τὸν κόσμο. Καὶ τί βλέπω; Τὰ δίχτυα τοῦ διαβόλου, ἂν τὰ συγκρίνουμε μ’ ἐκεῖνα τῆς πρωτοχριστιανικῆς ἐποχῆς, αὐξήθηκαν πολύ, πολλαπλασιάστηκαν ἀνυπολόγιστα. Πολλαπλασιάστηκαν τὰ βιβλία μὲ τὶς ψεύτικες διδασκαλίες. Πολλαπλασιάστηκαν οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἐνσαρκώνουν διάφορες πλάνες καὶ τὶς μεταδίδουν στοὺς ἄλλους. Πολλοὶ λίγοι, ἐλάχιστοι εἶναι πιὰ ἐκεῖνοι ποὺ ἀκολουθοῦν τὴν ἁγία ἀλήθεια. Ἐνισχύθηκε ὁ σεβασμὸς πρὸς τὶς φυσικὲς ἀρετὲς τῶν Ἰουδαίων καὶ τῶν εἰδωλολατρῶν. Ἡ γνώση τῶν χριστιανικῶν ἀρετῶν μειώθηκε καὶ ἡ ἔμπρακτη ἐργασία τοὺς σχεδὸν ἐξαφανίστηκε. Ἡ ὑλιστικὴ ζωὴ κυριαρχεῖ καὶ ἡ πνευματικὴ ζωὴ τρεμοσβήνει. Οἱ σωματικὲς ἀπολαύσεις καὶ οἱ βιοτικὲς μέριμνες καταβροχθίζουν τὸν χρόνο μας. Δὲν ἔχουμε καιρὸ οὔτε νὰ σκεφτοῦμε τὸν Θεό. «Ἐπειδὴ θὰ πληθύνει ἡ κακία, θὰ ψυχρανθεῖ ἡ ἀγάπη τῶν πιὸ πολλῶν», κι ἐκείνων ἀκόμα ποὺ θὰ ἀγαποῦσαν θερμὰ τὸν Θεό, ἂν τὸ κακὸ δὲν ἦταν τόσο διάχυτο, ἂν τὰ δίχτυα τοῦ κοσμοκράτορα διαβόλου δὲν εἶχαν τόσο πολλαπλασιαστεῖ.
Δικαιολογημένη ἦταν ἡ λύπη τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου. Πιὸ δικαιολογημένη εἶναι ἡ λύπη τοῦ χριστιανοῦ τοῦ καιροῦ μας, ποὺ βλέπει τὰ σατανικὰ δίχτυα. Εὔλογο εἶναι τὸ θρηνητικὸ ἐρώτημά του: “Κύριε, ποιὸς μπορεῖ νὰ ξεφύγει ἀπ’ αὐτὰ τὰ δίχτυα καὶ νὰ σωθεῖ;”.
Τὴν ἀπάντηση τὴν ἔδωσε ὁ Κύριος στὸν μεγάλο ὅσιό της ἐρήμου: «Ἡ ταπεινοφροσύνη ξεφεύγει ἀπ’ αὐτὰ τὰ δίχτυα, ποὺ δὲν μποροῦν οὔτε νὰ τὴν ἀγγίξουν!».
Θεϊκὴ ἀπάντηση! Ἀπάντηση ποὺ διώχνει ἀπὸ τὴν καρδιὰ κάθε ἀμφιβολία. Ἡ ἀπάντηση αὐτὴ μὲ δύο λόγια ἀποκαλύπτει τὸν σίγουρο τρόπο κατατροπώσεως τοῦ ἐχθροῦ μας, τὸν σίγουρο τρόπο διαλύσεως τῶν πολύπλοκων παγίδων του, ποὺ στήνει μὲ μαεστρία χάρη στὴν πολυχρόνια καὶ καταχθόνια ἐμπειρία του.
Ἃς περιτειχίσουμε μὲ τὴν ταπείνωση τὸν νοῦ, μὴν ἀφήνοντας τὸν νὰ κυνηγᾶ τὶς γνώσεις ἀνεξέλεγκτα καὶ ἀπερίσκεπτα. Ἃς τὸν φυλάξουμε ἀπὸ τὴν ἐπιρροὴ τῶν αἱρετικῶν διδασκαλιῶν, ποὺ κρύβονται συχνὰ πίσω ἀπὸ τὸ ὄνομα καὶ τὸ προσωπεῖο τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας. Ἃς τὸν κάνουμε νὰ ὑπακούει ταπεινὰ στὴν Ἐκκλησία, «ἀνατρέποντας ψεύτικους ἰσχυρισμοὺς καὶ καθετὶ ποὺ ὀρθώνεται μὲ ἀλαζονεία ἐναντίον τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ». Ὅλος θλίψη, ὅλος δυσκολία εἶναι στὴν ἀρχὴ γιὰ τὸν νοῦ ὁ στενὸς δρόμος τῆς ὑπακοῆς στὴν Ἐκκλησία. Τελικά, ὅμως, αὐτὸς ὁ δρόμος τὸν φέρνει στὴν εὐρυχωρία καὶ τὴν ἐλευθερία τῆς πνευματικῆς γνώσεως. Μπροστὰ στὴν πνευματικὴ γνώση ἐξαφανίζονται ὅλες οἱ ἐνστάσεις τῆς σαρκικῆς καὶ τῆς ψυχικῆς λογικῆς ἐναντίον τῆς ἀκριβοῦς ὑποταγῆς στὴν Ἐκκλησία.
Ἃς μὴν ἐπιτρέπουμε στὸν νοῦ μᾶς τὴ μελέτη πνευματικῶν βιβλίων πέρα ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ ἔχουν συντάξει οἱ συγγραφεῖς τῆς Ἐκκλησίας μας, οἱ συγγραφεῖς γιὰ τοὺς ὁποίους ὑπάρχει σαφὴς ἐκκλησιαστικὴ μαρτυρία ὅτι ἀποτελοῦν ὄργανα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὅποιος μελετᾶ τὰ ἔργα τῶν ἁγίων αὐτῶν συγγραφέων, ὁπωσδήποτε κοινωνεῖ μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ποὺ οἰκοῦσε μέσα τους καὶ μιλοῦσε μὲ τὸ στόμα τους. Ὅποιος, ἀντίθετα, μελετᾶ τὰ συγγράμματα τῶν αἱρετικῶν, ἔστω κι ἂν αὐτοὶ ἀποκαλοῦνταν ἅγιοι, κοινωνεῖ μὲ τὸ πονηρὸ πνεῦμα τῆς πλάνης καί, δείχνοντας τὸν κρυφὸ ἐγωισμό του μὲ τὴν ἀνυπακοὴ στὴν Ἐκκλησία πέφτει στὰ δίχτυα τοῦ κοσμοκράτορα
Τί νὰ κάνουμε μὲ τὴν καρδιά μας; Αὐτὴ τὴν ἀγριελιὰ ἃς τὴν μπολιάσουμε μ’ ἕνα κλαδάκι ἀπὸ ἥμερη καὶ καρποφόρα ἐλιά, ἃς τὴν κεντρίσουμε μὲ τὰ χαρακτηριστικά του Χριστοῦ, ἃς τῆς μεταδώσουμε τὴν εὐαγγελικὴ ταπείνωση, ἃς τὴν ἀναγκάσουμε νὰ οἰκειωθεῖ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Θὰ διαπιστώσουμε τότε τὴν ἐναντίωσή της στὸ Εὐαγγέλιο, τὴν ἀκατάπαυστη ἀντιλογία της στὶς θεῖες ἐντολές, τὴν πεισματικὴ ἀνυποταξία της στὸν Κύριο. Σ’ αὐτὴ τὴν ἀντίδραση τῆς καρδιᾶς μας θὰ δοῦμε σὰν σὲ καθρέφτη τὴν πτώση τοῦ ἀνθρώπινου γένους, τὴ δική μας πτώση. Βλέποντας τὴν, ἃς κλάψουμε μπροστὰ στὸν Θεὸ καὶ Πλάστη καὶ Σωτήρα μας, ἃς πονέσουμε λυτρωτικά. Καὶ ὅσο δὲν θεραπευόμαστε ἀπὸ τὰ πάθη, ἃς παραμένουμε σ’ αὐτὸν τὸν πόνο. Γιατί «καρδιὰ συντριμμένη καὶ ταπεινωμένη δὲν θὰ τὴν ἐγκαταλείψει ὁ Θεός», δὲν θὰ τὴν ἀφήσει στὰ χέρια τοῦ ἐχθροῦ. Ὁ Θεός, ὡς Πλάστης μας καὶ ἀπόλυτος Κύριός μας, μπορεῖ νὰ ἀναπλάσει τὴν καρδιά μας, ἂν αὐτὴ ἀδιάλειπτα Τὸν ἱκετεύει μὲ δάκρυα, καὶ νὰ τὴν μεταβάλει ἀπὸ καρδιὰ φιλάμαρτη σὲ καρδιὰ φιλόθεη, ἁγία.
Ἃς φυλᾶμε συνεχῶς τὶς σωματικές μας αἰσθήσεις, μὴν ἀφήνοντας τὴν ἁμαρτία νὰ περνᾶ μέσ’ ἂπ’ αὐτὲς στὸ ἐσωτερικό της ψυχῆς. Ἃς χαλιναγωγήσουμε τὰ φιλοπερίεργα μάτια μας καὶ τὰ φιλοπερίεργα αὐτιά μας. Ἃς ἐπιβάλουμε σκληρὴ τιμωρία στὴ γλώσσα μας, τὸ μικρὸ αὐτὸ μέλος τοῦ σώματος ποὺ προκαλεῖ τόσο ἰσχυροὺς σεισμούς. Ἃς ταπεινώσουμε τὶς ἄλογες σαρκικὲς ὁρμὲς μὲ τὴν ἐγκράτεια, τὴν ἀγρυπνία, τὸν σωματικὸ κόπο, τὴ συχνὴ μνήμη τοῦ θανάτου, τὴν ἀδιάλειπτη καὶ προσεκτικὴ προσευχή. Πόσο λίγο διαρκοῦν οἱ σωματικὲς ἀπολαύσεις! Καὶ μὲ πόση δυσοσμία τελειώνουν! Ἀπεναντίας, ὅταν τὸ σῶμα, περιτειχισμένο μὲ τὴν ἐγκράτεια καὶ τὴ φύλαξη τῶν αἰσθήσεων, λουσμένο στὰ δάκρυα τῆς μετάνοιας καὶ ἁγιασμένο μὲ τὴν ἀδιάλειπτη προσευχή, γίνεται μυστικὸς ναὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὅλες οἱ ἀπόπειρες τοῦ ἐχθροῦ γιὰ τὴν παγίδευση τοῦ ἀνθρώπου ἀποτυχαίνουν.
Ἡ ταπεινοφροσύνη καταστρέφει ὅλα τα δίχτυα τοῦ διαβόλου, τὰ ὁποῖα δὲν μποροῦν οὔτε νὰ τὴν ἀγγίξουν!.
(Ἁγίου Ἰγνατίου Μπριαντσανίνωφ, Ἀσκητικὲς ἐμπειρίες, τ. Β΄, ἔκδ. Ι. Μ. Παρακλήτου 2009, σ. 155-159)
http://www.diakonima.gr
Νά ἐπιμένεις στήν ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, γιά νά καταπιεῖ ἡ καρδιά τόν Κύριο καί ὁ Κύριος τήν καρδιά, καί νά γίνουν τά δύο ἕνα
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λέει:
«Σᾶς παρακαλῶ, ἀδελφοί, μήν παραβεῖτε καί μήν καταφρονήσετε ποτέ τόν κανόνα τῆς προσευχῆς…
Ὁ μοναχός ὀφείλει, εἴτε τρώει εἴτε πίνει εἴτε κάθεται εἴτε ἐκτελεῖ διακόνημα εἴτε βαδίζει στόν δρόμο εἴτε κάνει ὁτιδήποτε ἄλλο, νά κράζει ἀκατάπαυστα τό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με»…
Ἔτσι, τό ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, καταβαίνοντας στό βάθος τῆς καρδιᾶς, θά ταπεινώσει τόν δράκοντα, πού ἔχει τήν κατοχή τῆς καρδιᾶς, καί θά σώσει καί θά ζωοποιήσει τήν ψυχή.
Νά ἐπιμένεις, λοιπόν, ἀδιάκοπα στήν ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, γιά νά καταπιεῖ ἡ καρδιά τόν Κύριο καί ὁ Κύριος τήν καρδιά καί νά γίνουν τά δύο ἕνα» (βλ. Ὁσίων Καλλίστου καί Ἰγνατίου τῶν Ξανθοπού, Μέθοδος καί κανών…, κα΄).
Ἕνας ἀδελφός ρώτησε τόν ἀββά Φιλήμονα: «Τί εἵναι, πάτερ, ἡ κρυφή μελέτη;». Καί ὁ γέροντας ἀπάντησε: «Πήγαινε, ἔχε νήψη στήν καρδιά σου καί λέγε προσεκτικά μέσα στόν νοῦ σου μέ φόβο καί τρόμο: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με». (Περί τοῦ ἀββᾶ Φιλήμονος…).
Λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος (Ὄ. π., ΚΗ΄, 35):
«Προκειμένου νά σταθεῖς μπροστά στόν Θεό γιά νά Τόν ἱκετέψεις νά προετοιμάζεσαι μέ τήν ἀδιάλειπτη ἐσωτερική προσευχή καί ἔτσι σύντομα θά προκόψεις».
Μέ τόν καιρό ἡ νοερή μελέτη τοῦ Θεοῦ θά κυριέψει ὅλη σου τήν ὕπαρξη καί θά σέ κάνει σάν μεθυσμένο, ἕναν ἄνθρωπο πού βρίσκεται σ᾿ αὐτόν τόν κόσμο ἀλλά δέν τοῦ ἀνήκει, ἤ μᾶλλον ἔναν ἄνθρωπο πού ἀνήκει στόν κόσμο ὡς πρός τό σῶμα ἀλλά δέν τοῦ ἀνήκει ὡς πρός τόν νοῦ καί τήν καρδιά.
Ὁποιος μεθᾶ μέ τό αἰσθητό κρασί, ξεχνᾶ τόν ἑαυτό του, ξεχνᾶ τά βάσανά του, ξεχνᾶ τήν τάξη του καί τήν κληρονομιά του. Ὅποιος μεθᾶ μέ τό νοητό κρασί τῆς μελέτης τοῦ Θεοῦ, γίνεται ψυχρός, ἀναίσθητος ἀπέναντι στίς γήινες ἐπιθυμίες, τή γήινη δόξα, ὅλα τά γήινα ἀγαθά.
Ἡ σκέψη του βρίσκεται διαρκῶς στόν Χριστό, ὁ ὁποῖος μέ τή μελέτη ἐνεργεῖ στόν νοῦ καί τήν καρδιά σάν ἱερή εὐωδία, «ἀρωμα πού προέρχεται ἀπό τή ζωή καί δίνει ζωή» (Β΄ Κορ. 2:16). Ἡ μελέτη τοῦ Θεοῦ νεκρώνει στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου τήν ἀγάπη πρός τόν κόσμο καί τά πάθη καί γεννᾶ τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό, πρός καθετί τό πνευματικό καί ἅγιο, πρός τή μακάρια αἰωνιότητα.
«Θεέ μου!», ἀνακράζει ὁ μεθυσμένος ἀπό τή μελέτη τοῦ Θεοῦ (Ὁσίου Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου, ὅ. π, ΚΗ΄, 28). «Τί ἄλλο ὑπάρχει γιά μένα στόν οὐρανό ἐκτός ἀπό Σένα;». Τίποτα! «Καί τί ἄλλο θά ἐπιθυμοῦσα στή γῆ ἐκτός ἀπό Σένα;» (Ψαλμ. 72:25). Τίποτ᾿ ἄλλο, παρά μόνο νά εἵμαι ἀπερίσπαστα προσκολλημένος σ᾿ Ἐσένα μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή.
Μερικοί ἐπιθυμοῦν πλοῦτο, ἄλλοι δόξα καί ἄλλοι κάτι ἄλλο ἀπό τά ἐγκόσμια.
«Ἐγώ, ὅμως, ἕνα μόνο πράγμα ἐπιθυμῶ: νά εἵμαι προσκολλημένος στόν Θεό καί νά στηρίζω σ᾿ Αὐτόν τήν ἐλπίδα τῆς ἀπάθειας μου» (Πρβλ. Ψαλμ. 72:28).
Ἀπό τό βιβλίο: «ΑΣΚΗΤΙΚΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ»
Ἁγίου Ἰγνατίου Μπριαντσανίνωφ, Τόμος γ΄
http://ostratiotistisagapis.blogspot.gr
Μετανοεῖτε, ἤγγικε γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Μετανοεῖτε καὶ πιστεύετε ἐν τῷ εὐαγγελίω. Αὐτὰ ἤσαν τὰ πρῶτα λόγια τοῦ κηρύγματος τοῦ θεανθρώπου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Αὐτὰ τὰ ἴδια λόγια λέγει καὶ σ’ ἐμᾶς μέχρι σήμερα, μέσω τοῦ Εὐαγγελίου.
Ὅταν ἐπληθύνθη περισσότερον ἀπὸ κάθε ἄλλη ἐποχὴν ἡ ἁμαρτία στὸν κόσμο, κατῆλθε ἐδῶ στὴν γῆ μᾶς ὁ Παντοδύναμος Ἰατρός. Κατῆλθε στὸν τόπον αὐτὸν τῆς ἐξορίας, στὸν τόπο τῶν βασάνων καὶ τῶν παθῶν μας, ποὺ εἶναι μία πρόγευσις τῶν αἰωνίων βασάνων τῆς κολάσεως, καὶ εὐαγγελίζεται τὴν λύτρωση, τὴν χαρὰ καὶ τὴν ἴαση σὲ ὅλους τους ἀνθρώπους, χωρὶς ἐξαίρεση, λέγοντας «μετανοεῖτε».
Ἡ δύναμις τῆς μετανοίας εἶναι θεμελιωμένη στὴν δύναμη τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἰατρὸς εἶναι πανίσχυρος, καὶ ἡ ἴασις ποὺ Ἐκεῖνος χαρίζει εἶναι παντοδύναμος. Τὴν ἐποχὴν ἐκείνη, ὅταν ἐκήρυσσεν ἐδῶ στὴν γῆ ὁ Κύριος, καλοῦσε σὲ θεραπείαν ὅλους ὅσοι ἤσαν ἄρρωστοι ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, καὶ δὲν θεωροῦσε καμμίαν ἁμαρτίαν ὡς ἀθεράπευτον. Καὶ τώρα, ἐπίσης, συνεχίζει νὰ καλὴ ὅλους, καὶ ὑπόσχεται, καὶ χαρίζει πράγματι τὴν ἄφεση γιὰ κάθε ἁμαρτία καὶ τὴν ἴαση γιὰ κάθε ἁμαρτωλὴ ἀσθένεια.
Ὢ σεῖς, οἱ ὁδοιπόροι τῆς γῆς. Ὢ σεῖς, ὅλοι ὅσοι ἀναλίσκεσθε ἢ σύρεσθε στὴν εὐρύχωρον ὁδόν, μέσα στὸν ἀκατάπαυστο θόρυβο τῶν γηίνων μεριμνῶν, περισπασμῶν καὶ διασκεδάσεων, ἀναμεσα σε ἄνθη ἀναμικτα μὲ ἀγκάθια, σεῖς ποὺ σπεύδετε καὶ ἀκολουθεῖτε αὐτὸν τὸν δρόμο, κατευθυνόμενοι πρὸς τὸ τέλος, ποὺ εἶναι σὲ ὅλους γνωστὸν καὶ ὅμως ὅλοι το λησμονοῦν: ὁ σκοτεινὸς τάφος καὶ ἡ ἀκόμη σκοτεινοτέρα καὶ φοβερωτέρα αἰωνιότης. Σταματῆστε! Ἀποτινάξτε τὴν γοητείαν αὐτοῦ του κόσμου, ποὺ σᾶς κρατεῖ μονίμως σὲ αἰχμαλωσία! Ἀκοῦστε αὐτὸ ποὺ σᾶς εὐαγγελίζεται ὁ Σωτὴρ ἠμῶν Χριστός, δῶστε στὰ λόγια τοῦ τὴν προσοχὴ ποὺ τοὺς ἁρμόζει: «Μετανοεῖτε καὶ πιστεύετε ἐν τῷ εὐαγγελίω. Μετανοεῖτε, ἤγγικε γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν». Σᾶς εἶναι ἀπαραίτητο, ὁδοιπόροι σεῖς τῆς γῆς, νὰ στρέψετε ὅλη σας τὴν προσοχὴ σ’ αὐτὴν τὴν ζωτικὰ ὠφέλιμη καὶ σωτήρια νουθεσία. Ἀλλιῶς θὰ φθάσετε στὸν τάφο, θὰ φθάσετε στὸ κατώφλι καὶ στὴν πύλη τῆς αἰωνιότητος, χωρὶς νὰ ἔχετε προηγουμένως κατανοήσει καθόλου ὀρθὰ τὴν αἰωνιότητα, οὔτε τὶς ὑποχρεώσεις ἐκείνων ποὺ εἰσέρχονται σ’ αὐτήν, ἔχοντας προετοιμάσει τὸν ἑαυτὸ σᾶς μόνο γιὰ τὶς δίκαιες τιμωρίες ποὺ θὰ ὑφίστασθε αἰωνίως γιὰ τὶς ἁμαρτίες σας. Ἡ βαρυτέρα δὲ καὶ σοβαροτέρα ἁμαρτία εἶναι το νὰ μὴ δίδετε προσοχὴ στοὺς λόγους τοῦ Σωτῆρος μᾶς Χριστοῦ, δηλαδὴ νὰ τὸν περιφρονῆτε. Μετανοεῖτε!
Ἀποκοιμίζει καὶ ἐξαπατᾶ τὸν ἄνθρωπον ὁ δρόμος τῆς ἐπιγείου ζωῆς. Στὰ μάτια αὐτῶν ποὺ ἀρχίζουν τὴν πορεία τοὺς σ’ αὐτήν, παρουσιάζεται σὰν ἕνα ἀτελείωτο πεδίο ποὺ σφύζει ἀπὸ πραγματικότητα. Γιὰ ὅσους τὴν τελείωσαν, παρουσιάζεται σὰν ἕνα συντομότατο ταξίδι ποὺ συνοδεύεται ἀπὸ ὄνειρα καὶ μάλιστα χωρὶς περιεχόμενο. Μετανοεῖτε!
Καὶ τὴν δόξα καὶ τὸν πλοῦτο καὶ ὅλα τα ἄλλα φθαρτὰ ἀποκτήματα καὶ πλεονεκτήματα, ποὺ γιὰ τὴν ἐξασφάλισή τους ἀναλίσκει ὅλη τὴν ἐπίγειο ζωήν του καὶ ὅλες τὶς δυνάμεις τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματός του ὁ τυφλωμένος ἁμαρτωλός, ὀφείλει νὰ τὰ ἐγκαταλείψη μέσα στὰ λίγα ἐκεῖνα λεπτὰ κατὰ τὰ ὁποῖα τὸ ἔνδυμα τῆς ψυχῆς, τὸ σῶμα, ἀφαιρεῖται καὶ ἀποσπᾶται ἀπὸ αὐτήν. Τότε ἡ ψυχὴ ὁδηγεῖται ἀπὸ τοὺς αὐστηροὺς ἀγγέλους στὸ Κριτήριον τοῦ δικαίου Θεοῦ, τοῦ ἀγνώστου σ’ αὐτήν, Ἐκείνου τὸν ὁποῖον αὐτὴ ἔχει περιφρονήσει. Μετανοεῖτε!
Μοχθοῦν οἱ ἄνθρωποι καὶ βιάζονται νὰ πλουτίσουν σὲ γνώσεις, οἱ ὁποῖες ὅμως εἶναι μικρᾶς μόνον σημασίας, καὶ κατάλληλες γιὰ κάποιο μόνον χρονικὸν διάστημα. Γνώσεις ποὺ συμβάλλουν στὴν ἱκανοποίησιν ἀναγκῶν, ἀνέσεων καὶ ἰδιοτροπιῶν τῆς ἐπιγείου ζωῆς. Περιφρονοῦμε τελείως τὶς οὐσιαστικές, τὶς ἀναγκαῖες γνώσεις καὶ τὴν ἐργασία, γιὰ τὰ ὁποῖα καὶ μόνο μας ἔχει χαρισθεῖ ἡ ἐπίγειος ζωή. Δηλαδὴ τὴν γνώση τοῦ Θεοῦ, καὶ τὴν συνδιαλλαγή μας μὲ αὐτὸν μέσω τοῦ λυτρωτοῦ μᾶς Χριστοῦ. Μετανοεῖτε!
Ἀδελφοί, ἃς ἐξετάσωμε τὴν ἐπίγειο ζωὴ μᾶς ἀντικειμενικά, ἀμερόληπτα, ὑπὸ τὸ φῶς τοῦ Εὐαγγελίου. Εἶναι μηδαμινή, ἕνα τίποτε. Ὅλα της τὰ ἀγαθὰ ἀφαιροῦνται μὲ τὸν θάνατον, ἀλλὰ συχνὰ καὶ πολὺ πρὶν ἀπὸ τὸν θάνατο μὲ ποικίλες, ἀπροσδόκητες καταστάσεις. Αὐτὰ τὰ φθαρτά, τὰ τόσο γρήγορα ἐξαφανιζόμενα ἀγαθά, δὲν ἀξίζουν νὰ ὀνομάζωνται ἀγαθά. Στὴν πραγματικότητα εἶναι ἀπάτες καὶ παγίδες. Ὅσοι κολλοῦν καὶ βυθίζονται στὶς παγίδες αὐτές, καὶ συλλαμβάνονται ἀπὸ αὐτές, ἀποστεροῦνται ἀπὸ τὰ ἀληθινά, τὰ αἰώνια, τὰ οὐράνια, πνευματικὰ ἀγαθά, ποὺ ἀποκτοῦμε ὅταν πιστεύωμε στὸν Χριστὸ καὶ τὸν ἀκολουθοῦμε στὴν μυστικὴν ὁδὸ τῆς εὐαγγελικῆς ζωῆς. Μετανοεῖτε!
Σὲ πόσο φοβερὰν τύφλωση εὐρισκόμεθα! Πῶς ἀπὸ αὐτὴν τὴν τύφλωση ἀποδεικνύεται ὀφθαλμοφανῶς ἡ πτῶσις μας! Βλέπουμε τὸν θάνατο τῶν ἀδελφῶν μας. Γνωρίζουμε ὅτι ὁ θάνατος ἐπίκειται, ἴσως καὶ πολὺ σύντομα, καὶ γιὰ μᾶς, διότι κανεὶς ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους δὲν ἔμεινε ἐδῶ στὴν γῆ γιὰ πάντα. Βλέπουμε ὅτι πολλούς, καὶ πρὶν ἀπὸ τὸν θάνατο, ἡ ἐπίγειος εὐτυχία τοὺς προδίδει. Βλέπουμε αὐτὴν τὴν εὐτυχία νὰ μεταβάλλεται συχνὰ σὲ δυστυχία, ποὺ ὁμοιάζει μὲ καθημερινὴν ἐμπειρία θανάτου. Παρ’ ὅλην αὐτὴ τὴν τόσον ὀφθαλμοφανῆ μαρτυρία τῆς ἰδίας μας τῆς πείρας, ἐμεῖς κυνηγοῦμε τὰ πρόσκαιρα μόνον ἀγαθὰ ὡσὰν νὰ ἤσαν μόνιμα, αἰώνια. Μόνον σ’ αὐτὰ εἶναι στραμμένη ἡ προσοχή μας! Ξεχασμένος ὁ Θεός! Ξεχασμένη καὶ ἡ μεγαλοπρεπὴς καὶ συνάμα φοβερὰ αἰωνιότης! Μετανοεῖτε!
Θὰ μᾶς προδώσουν, ἀδελφοί, ὁπωσδήποτε θὰ μᾶς προδώσουν ὅλα τα φθαρτὰ ἀγαθά. Τοὺς πλουσίους καὶ τοὺς πάμπλουτους θὰ τοὺς προδώση ὁ πλοῦτος τους, τοὺς ἐνδόξους ἡ δόξα τους, τοὺς νέους ἡ νεότης τους, τοὺς σοφοὺς ἡ σοφία τους. Ἕνα μόνον αἰώνιο καὶ οὐσιῶδες ἀγαθὸν ἠμπορεῖ νὰ ἀποκτήση ὁ ἄνθρωπος κατὰ τὴν διέλευσή του ἀπὸ τὴν γῆ. Αὐτὸ εἶναι ἡ ἀληθὴς γνῶσις τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ συμφιλίωσίς του μὲ τὸν Θεόν, τὴν ὁποία χαρίζει ὁ Χριστός. Γιὰ νὰ λάβη ὅμως κανεὶς τὰ κορυφαῖα καὶ ὑπέρτατα αὐτὰ ἀγαθά, πρέπει νὰ ἐγκαταλείψη τὴν ἁμαρτωλὴν ζωὴ καὶ νὰ τὴν μισήση. Μετανοεῖτε!
Μετανοεῖτε! Τί σημαίνει νὰ μετανοήσωμε; Σημαίνει νὰ ὁμολογήσωμε τὶς ἁμαρτίες μας καὶ νὰ μεταμεληθοῦμε γι’ αὐτές. Σημαίνει ἀκόμη νὰ πάψωμε νὰ τὶς διαπράττωμε καὶ ποτὲ πλέον νὰ μὴν ἐπιστρέψωμε σ’ αὐτές, ὅπως εἶπε κάποιος μεγάλος ἅγιος Πατέρας ἀπαντώντας σὲ ἀνάλογον ἐρώτηση. Μὲ τὸν τρόπον αὐτὸν πολλοὶ ἄνθρωποι μεταβάλλονται σὲ ἁγίους της Ἐκκλησίας μας καὶ πολλοὶ ἄνομοι σὲ ἀνθρώπους εὐλαβεῖς καὶ δικαίους.
Μετανοεῖτε! Ἀπορρίψετε ἀπὸ ἐπάνω σας ὄχι μόνο τὶς φανερὲς ἁμαρτίες, ὅπως εἶναι ὁ φόνος, ἡ ἁρπαγή, ἡ ἀκολασία, ἡ διαβολὴ καὶ τὸ ψεῦδος, ἀλλὰ καὶ τὶς ὀλέθριες διασκεδάσεις, τὶς σαρκικὲς ἡδονές, τὰ ἀπρεπῆ ὀνειροπολήματα καὶ τοὺς ἀθέμιτους λογισμούς, ὅλα, ὅλα ὅσα ἀπαγορεύονται ἀπὸ τὸ εὐαγγέλιον. Τὴν μέχρι τώρα ἁμαρτωλὴν ζωή σας νὰ τὴν λούσετε μὲ τὰ δάκρυα τῆς εἰλικρινοῦς μετανοίας.
Ὅταν καταληφθῆς ἀπὸ ἀκηδία καὶ εἶσαι ψυχικῶς ἐξησθενημένος, μὴν εἰπῆς μέσα σου «ἔχω περιπέσει σὲ βαριὰ ἁμαρτήματα. Μὲ τὴν μακροχρόνιον ἁμαρτωλὴν ζωή μου ἔχω ἀποκτήσει ἁμαρτωλὲς συνήθειες, ποὺ μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου ἔχουν γίνει σὰν φυσικές μου ἰδιότητες καὶ ἔχουν κάνει ἀδύνατη γιὰ μένα τὴν μετάνοια». Αὐτοὺς τοὺς σκοτεινοὺς λογισμούς σου ἐμπνέει ὁ νοητὸς ἐχθρός σου, ποὺ δὲν τὸν ἔχεις προσέξει ἀκόμη, καὶ δὲν τὸν ἔχεις ἀντιληφθεῖ. Ἐκεῖνος γνωρίζει τὴν δύναμη τῆς μετανοίας καὶ φοβεῖται μήπως ἡ μετάνοια σὲ ἀποσπάσει ἀπὸ τὴν ἐξουσία του. Καὶ προσπαθεῖ νὰ σὲ ἀφελκύση ἀπὸ τὴν μετάνοια μὲ τὸν λογισμὸν ὅτι ὁ Θεὸς δὲν ἔχει τὴν ἱκανότητα νὰ ἐπιφέρη παντοδύναμο τὴν ἰατρεῖα του στὴν κατάστασή σου αὐτή. Αὐτοῦ του πολέμου τὴν ἐμπειρίαν εἶχε καὶ ὁ Προφήτης Δαβὶδ ὅταν ἔλεγε. «Κύριε, τί ἐπληθύνθησαν οἱ θλίβοντες μέ; Πολλοὶ ἐπανίστανται ἐπ’ ἐμέ. Πολλοὶ λέγουσι τὴ ψυχή μου, οὐκ ἔστι σωτηρία αὐτῶ ἐν τῷ Θεῶ αὐτοῦ. Σὺ δέ, Κύριε, ἀντιλήπτωρ μου εἰ, δόξα μου καὶ ὑψῶν τὴν κεφαλήν μου. Φωνή μου πρὸς Κύριον ἐκέκραξα καὶ ἐπήκουσέ μου ἐξ ὅρους ἁγίου αὐτοῦ». Ἐκεῖνος ποὺ ἔχει θεσπίσει τὴν μετάνοιαν εἶναι ὁ Δημιουργός σου, ὁ ὁποῖος σὲ ἐδημιούργησε ἐκ τοῦ μηδενός. Εὐκολώτερα λοιπὸν τώρα ποὺ σὲ ἔχει ἤδη φέρει στὴν ὕπαρξη ἠμπορεῖ νὰ σὲ ἀναπλάση καὶ νὰ μεταμορφώση τὴν καρδία σου, ἀπὸ φιλαμαρτήμονα νὰ τὴν κάνη φιλόθεο, ἀπὸ φιλήδονο, ἀπὸ φιλοσαρκο, ἀπὸ κακόβουλο καὶ ἀπὸ ἡδυπαθῆ νὰ τὴν κάνη καθαράν, πνευματικήν, ἁγία.
Ἀδελφοί! Ἃς γνωρίσωμε τὴν ἀνέκφραστον ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸ βυθισμένο στὴν ἁμαρτίαν ἀνθρώπινο γένος. Ὁ Κύριος οἰκονόμησε τὴν ἐνανθρώπησή του, ἔτσι ὥστε μέσω τῆς ἀνθρωπίνης φύσεώς του νὰ ἠμπορέση νὰ δεχθῆ τὶς τιμωρίες ποὺ οἱ ἄνθρωποι ἀξίζουν νὰ δεχθοῦν. Καὶ μὲ τὸ νὰ δεχθῆ τιμωρίαν Ἐκεῖνος ὁ Πανάγιος, νὰ ἐξαγοράση καὶ νὰ λυτρώση τοὺς ἐνόχους ἀπὸ τὴν τιμωρία. Τί τὸν προσείλκυσε κοντά μας, ἐδῶ στὴν γῆ, στὸν τόπο τῆς ἐξορίας μας; Μήπως οἱ δικαιοσύνες μας; Ὄχι! Τὸν εἵλκυσε σὲ μᾶς ἡ ὀλεθρία ἐκείνη κατάστασις στὴν ὁποία μᾶς ἔριξε ἡ ἁμαρτία μας.
Ἄνθρωποι ἁμαρτωλοί! Ἃς πάρωμε θάρρος, διότι γιὰ μᾶς, ἀκριβῶς πρὸς χάριν μᾶς ὁ Κύριος ἐπετέλεσε τὸ μέγα ἔργον τῆς ἐνανθρωπήσεώς του! Ἐπέβλεψε μὲ ἀσύλληπτον ἔλεος στὶς ἀσθένειές μας. Ἃς πάψωμε νὰ ταλαντευώμεθα, ἃς πάψωμε νὰ παραδιδώμεθα στὴν ἀκηδία καὶ τὴν ἀμφιβολία. Ἃς πλησιάσωμε γεμάτοι πίστη, ζῆλο καὶ εὐγνωμοσύνη, καὶ ἃς ἀρχισωμὲ τὴν μετάνοια. Ἃς συμφιλιωθοῦμε διὰ μέσου αὐτῆς πρὸς τὸν Θεόν. Ἃς ἀνταποκριθοῦμε, ὅσον μᾶς εἶναι δυνατόν, μὲ τὶς ἀσθενικὲς δυνάμεις μας στὴν μεγάλην ἀγάπη τοῦ Κυρίου πρὸς ἐμᾶς, ὅπως ἠμποροῦν νὰ ἀνταποκρίνωνται στὴν ἀγάπη τοῦ Δημιουργοῦ τα δημιουργήματά του, τὰ ὁποῖα μάλιστα ἔπεσαν στὴν ἁμαρτία: Ἃς μετανοήσωμε! Ἃς μετανοήσωμε ὄχι μόνο μὲ λόγια, ἃς δώσωμε μαρτυρία τῆς μετανοίας μας, ὄχι μόνο μὲ λίγα δάκρυα τῆς στιγμῆς, οὔτε μόνο μὲ τὴν ἐξωτερικὴν συμμετοχὴ στὶς ἱερὲς ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας, νὰ τελοῦμε μόνο τὶς ἐκκλησιαστικὲς ἱεροτελεστίες, ὅπως περιωρίζοντο νὰ πράττουν οἱ Φαρισαῖοι. Ἃς προσκομίσωμε μαζὶ μὲ τὰ δάκρυα καὶ μὲ τὴν ἐξωτερικὴν εὐσέβεια καὶ τὸν ἄξιον καρπὸ τῆς μετανοίας μας. Ἃς μεταβάλωμε τὴν ἁμαρτωλὴν ζωή μας σὲ σύμφωνον μὲ τὸ Εὐαγγέλιον βιοτήν.
«Ἴνα τί ἀποθνήσκετε, οἶκος Ἰσραήλ;». Γιατί χάνεστε, χριστιανοί, μὲ θάνατον αἰώνιον ἐξ αἰτίας τῶν ἁμαρτιῶν σας; Γιατί νὰ γεμίζετε τὴν κόλαση σὰν νὰ μὴν ἔχη θεσπισθῆ μέσα στὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἡ πανίσχυρος μετάνοια; Αὐτὴ ἡ ἄπειρος ἀγαθὴ δωρεὰ ἔχει δοθεῖ στὸν οἶκον Ἰσραήλ, δηλαδὴ στοὺς χριστιανούς. Καὶ ὅποτε θελήσουμε, καθ’ ὅλην τὴν διάρκεια τῆς ζωῆς μας, καὶ ὅποιες καὶ ἂν εἶναι οἱ ἁμαρτίες μας, ἡ δωρεὰ αὐτὴ ἐνεργεῖ μὲ δύναμη μοναδική. Καθαρίζει ἀπὸ κάθε ἁμαρτία, σώζει τὸν κάθε ἄνθρωπο ποὺ προστρέχει στὸν Θεόν, ἔστω καὶ ἂν αὐτὸς μετανοήση στὰ τελευταῖα λεπτά της ζωῆς του, μόλις πρὶν ἀπὸ τὸν θάνατο.
«Ἴνα τί ἀποθνήσκετε, οἶκος Ἰσραήλ;». Χάνονται τόσοι χριστιανοὶ μὲ τὸν αἰώνιον θάνατο, γιὰ τὸν λόγο ὅτι σὲ ὅλην τὴν διάρκεια τῆς ἐπιγείου ζωῆς των δὲν κάνουν τίποτε ἄλλο ἀπὸ τὸ νὰ ἀσχολοῦνται μὲ τὴν ἀθέτηση τῶν ὑποσχέσεων ποὺ ἔδωσαν κατὰ τὸ ἅγιον Βάπτισμα, καὶ μὲ τὴν δουλεία τους στὴν ἁμαρτία. Χάνονται, διότι δὲν κρίνουν τὸν Λόγο τοῦ Θεοῦ ἄξιον ἀκόμη καὶ τῆς παραμικρᾶς προσοχῆς τους, τὸν Λόγο ποὺ κηρύττει τὴν μετάνοια. Στὶς ὕστατες στιγμὲς πρὶν ἀπὸ τὸν θάνατό τους, δὲν κατορθώνουν νὰ ἐπωφεληθοῦν ἀπὸ τὴν πανίσχυρο δύναμη τῆς μετανοίας. Δὲν ἠμποροῦν νὰ ἐπωφεληθοῦν εἴτε διότι δὲν ἀπέκτησαν καμμίαν γνώση γιὰ τὸν χριστιανισμόν, εἴτε διότι ἀπέκτησαν μιὰ πολὺ ἀνεπαρκῆ καὶ συγκεχυμένη γνώση γι’ αὐτόν, ἡ ὁποία πρέπει νὰ ὀνομασθῆ πλήρης ἄγνοια μᾶλλον παρὰ ἔστω καὶ παραμικρὰ γνῶσις.
«Ζῶ Ἐγώ, λέγει Κύριος», ἀναγκαζόμενος νὰ ἐνισχύση μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο τὴν διαβεβαίωση ἐνώπιόν των ἀπίστων, καὶ νὰ διεγείρη τὴν προσοχὴ τῶν ἀπροσέκτων. «Ζῶ Ἐγώ, λέγει Κύριος, οὐ βούλομαι τὸν θάνατον τοῦ ἀσεβοῦς, ὡς τὸ ἀποστρέψαι τὸν ἀσεβῆ ἀπὸ τῆς ὁδοῦ αὐτοῦ, καὶ ζῆν αὐτόν… Ἴνα τί ἀποθνήσκετε οἶκος Ἰσραήλ;».
Ὁ Θεὸς ἐγνώριζε τὴν ἀσθένεια τῶν ἀνθρώπων. Ἐγνώριζε ὅτι καὶ μετὰ τὸ Βάπτισμα θὰ πίπτουν σὲ παραπτώματα καὶ ἁμαρτίες. Γι’ αὐτὸν τὸν λόγο καὶ ἐθέσπισε στὴν Ἐκκλησία τοῦ τὸ Μυστήριον τῆς Μετανοίας, διὰ τῆς ὁποίας καθαρίζονται οἱ ἁμαρτίες ποὺ διεπράχθησαν μετὰ τὸ Βάπτισμα. Ἡ μετάνοια πρέπει νὰ συμβαδίζη μὲ τὴν πίστη στὸν Χριστό, καὶ νὰ προηγεῖται ἀπὸ τὸ εἰς Χριστὸν Βάπτισμα. Μετὰ δὲ τὸ Βάπτισμα βοηθεῖ ἐκεῖνον ποὺ ἐπίστευσε στὸν Χριστὸν καὶ ἐβαπτίσθη σ’ αὐτόν, νὰ διορθώση τὶς παραβάσεις τῶν ὑποχρεώσεών του.
Ὅταν πολλοὶ ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα καὶ ὅλην τὴν Ἰουδαία κατέβαιναν στὸν Ἰορδάνη γιὰ νὰ βαπτισθοῦν ἀπὸ τὸν Ἰωάννη, τὸν κήρυκα τῆς μετανοίας, ἐξωμολογοῦντο σ’ αὐτὸν τὶς ἁμαρτίες των, ὄχι ἐπειδὴ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Βαπτιστὴς εἶχε ἀνάγκη νὰ γνωρίζη τὶς ἁμαρτίες τῶν προσερχομένων σ’ αὐτόν, ὅπως παρατηρεῖ κάποιος ἱερὸς συγγραφεύς, ἀλλὰ διότι ἦταν ἀνάγκη, χάριν τῆς σταθερότητος τῆς μετανοίας τους, μαζὶ μὲ τὴν λύπη τους γιὰ τὴν διάπραξη ἁμαρτημάτων, νὰ συνενώσουν καὶ τὴν ἐξομολόγηση τῶν ἁμαρτιῶν τους. Ἡ ψυχὴ ποὺ γνωρίζει ὅτι πρέπει νὰ ἐξομολογηθῆ τὶς ἁμαρτίες της, λέγει ὁ ἴδιος ἅγιος, συγκρατεῖται μὲ αὐτὴν τὴν ἰδία τὴν σκέψη ὡσὰν μὲ χαλινόν, νὰ μὴν ἐπαναλάβη τὶς προηγούμενες ἁμαρτίες. Ἀντιθέτως, οἱ ἁμαρτίες ποὺ δὲν ἔγιναν ἀντικείμενον ἐξομολογήσεως, ἐπαναλαμβάνονται μὲ ἄνεση, ὡσὰν νὰ διεπράχθησαν στὸ σκότος. Μὲ τὴν ἐξομολόγηση τῶν ἁμαρτιῶν καταλύεται ἡ φιλική μας σχέσις πρὸς αὐτές. Τὸ μίσος πρὸς τὶς ἁμαρτίες εἶναι σημάδι ἀληθινῆς μετανοίας, καὶ ἀποφασιστικότητος τοῦ ἐξομολογουμένου νὰ ζήση ζωὴν ἐνάρετον.
Ἂν ἀπέκτησες τὴν ἕξη πρὸς ἁμαρτωλὲς πράξεις, τότε νὰ τὶς ἐξομολογῆσαι συχνά, καὶ σύντομα θὰ ἐλευθερωθῆς ἀπὸ τὴν αἰχμαλωσία σου σ’ αὐτές, καὶ ἔτσι μὲ εὐκολία καὶ χαρὰ θὰ ἀκολουθῆς τὸν Κύριόν μας Ἰησοῦν Χριστό. Ἂν κάποιος καταδίδει συνεχῶς τοὺς φίλους του, οἱ φίλοι του γίνονται ἐχθροί του καὶ ἀπομακρύνονται σὰν ἀπὸ καταδότη, ποὺ ἐπιδιώκει στὴν πραγματικότητα τὴν καταστροφή τους. Ἂν κάποιος ἐξομολογῆται τὰ ἁμαρτήματά του, αὐτὰ ὑποχωροῦν καὶ τὸν ἐγκαταλείπουν, διότι οἱ ἁμαρτίες θεμελιώνονται καὶ στηρίζονται ἐπάνω στὴν ὑπερηφάνεια τῆς πεπτωκυίας φύσεως, καὶ δὲν ἀντέχουν τὴν ἀποκάλυψή τους καὶ τὸν ὀνειδισμό.
Ὅποιος μὲ τὴν ἐλπίδα νὰ μετανοήση, ἁμαρτάνει ἐκ προαιρέσεως καὶ μὲ τὴν πρόθεσή του, αὐτὸς συμπεριφέρεται ὕπουλα ἔναντί του Θεοῦ. Καὶ ὅποιος, ἐλπίζοντας ὅτι θὰ μετανοήση, ἁμαρτάνει αὐτοπροαιρέτως καὶ μὲ πρόθεση νὰ ἐνεργήση ἔτσι, αὐτὸς πλήττεται ἀπροσδοκήτως ἀπὸ τὸν θάνατο, καὶ δὲν τοῦ παρέχεται ὁ καιρὸς τὸν ὁποῖον σκοπεύει νὰ ἀφιερώση στὴν ἀρετή.
Μὲ τὸ μυστήριον τῆς ἐξομολογήσεως καθαρίζονται καὶ ἐκπλύνονται τελείως ὅλες οἱ ἁμαρτίες ποὺ ἔχουν διαπραχθῆ ἐν λόγω ἢ ἔργω ἢ διανοία. Γιὰ νὰ ἐξαλειφθοῦν ἀπὸ τὴν καρδία οἱ ἁμαρτωλὲς συνήθειες ποὺ μὲ τὴν πάροδο τῶν ἐτῶν ἔχουν ριζώσει μέσα της, χρειάζεται νὰ ἐμμένη κανεὶς συνεχῶς καὶ σταθερὰ στὴν μετάνοια. Ἡ συνεχὴς καὶ σταθερὰ μετάνοια βιώνεται ὡς συνεχὴς συντριβὴ τοῦ πνεύματος, καὶ συνίσταται στὴν πάλη μὲ τοὺς λογισμοὺς καὶ τὶς ἐπιθυμίες, μὲ τὰ ὁποῖα ἐκδηλώνεται τὸ κρυμμένο στὴν καρδίαν ἁμαρτωλὸν πάθος, στὴν χαλιναγώγηση τῶν σωματικῶν αἰσθήσεων καὶ τῆς κοιλίας, στὴν ταπεινὴ προσευχὴ καὶ στὴν συχνὴ ἐξομολόγηση.
Ἀδελφοί, μὲ τὴν ἑκουσία ἁμαρτία ἔχουμε χάσει τὴν ἁγίαν ἁγνότητα, τὴν καθαρότητα καὶ ἀθωότητα, ποὺ παραβιάζεται ὄχι μόνον ἀπὸ τὴν ἁμαρτωλὴ πράξη, ἀλλὰ ἀκόμη καὶ ἀπὸ τὴν γνώση τοῦ κακοῦ. Ἔχουμε χάσει τὴν καθαρότητα καὶ ἀθωότητα, μέσα στὴν πνευματικὴν αἴγλη καὶ ἀκτινοβολία τῆς ὁποίας μᾶς ἔφεραν στὸ εἶναι, κατὰ τὴν γένεση, τὰ χέρια τοῦ Δημιουργοῦ. Ἔχουμε χάσει ἀκόμη καὶ τὴν καθαρότητα ποὺ ἐλάβαμε κατὰ τὴν ἀνάπλασή μας μὲ τὸ ἅγιον Βάπτισμα. Στὸν δρόμο τῆς ζωῆς ἔχουμε κηλιδώσει μὲ ποικίλες ἁμαρτίες τὸν χιτώνα μας, τὸν ὁποῖον ὁ Λυτρωτὴς μᾶς εἶχε καθαρίσει καὶ λευκάνει πρὸς χάριν μας. Τὸ μόνο ποὺ μᾶς ἔχει ἀπομείνει εἶναι τὸ ὕδωρ, τὸ ὕδωρ τῆς μετανοίας. Τί θὰ ἀπογίνωμε ἐὰν ἀμελήσωμε καὶ καταφρονήσωμε καὶ αὐτὸ τὸ λουτρὸν τοῦ καθαρισμοῦ; Θὰ ἀναγκασθοῦμε νὰ παρουσιασθοῦμε ἐνώπιόν του Θεοῦ μὲ ψυχὴν παραμορφωμένην ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, καὶ Ἐκεῖνος θὰ ἐμβλέψη φοβερὸς σὲ μιὰ τοιαύτη μολυσμένην ψυχή, καὶ θὰ τὴν καταδικάση στὸ πῦρ τῆς γεένης.
«Λούσασθε». λέγει Κύριος ὁ Θεὸς στοὺς ἁμαρτωλούς, «καὶ καθαροὶ γίνεσθε, ἀφέλετε τὰς πονηρίας ἀπὸ τῶν ψυχῶν ὑμῶν, ἀπέναντί των ὀφθαλμῶν μου, παύσασθε ἀπὸ τῶν πονηριῶν ὑμῶν… καὶ δεῦτε διαλεχθῶμεν». Καὶ πῶς τελειώνει ἡ δικαία αὐτὴ κρίσις τοῦ Θεοῦ, ἡ κρίσις του γιὰ τὴν μετάνοια, στὴν ὁποία συνεχῶς καλεῖ τὸν ἁμαρτωλὸν κατὰ τὸν καιρὸν τῆς ἐπιγείου ζωῆς του; Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ὁμολογήση τὶς ἁμαρτίες του, καὶ ἀποφασίση νὰ μετανοήση εἰλικρινῶς καὶ νὰ διορθωθῆ, τότε ὁ Θεὸς λύει τὴν κρίση ποὺ ὑπῆρχε μαζί του μὲ τὴν ἀκόλουθον ἀπόφαση: «Καὶ ἐὰν ὦσιν αἳ ἁμαρτίαι ὑμῶν ὡς φοινικοῦν, ὡς χιόνα λευκανῶ, ἐὰν δὲ ὦσιν ὡς κόκκινον, ὡς ἔριον λευκανῶ». Ἂν ὅμως ὁ χριστιανὸς καταφρονήση αὐτὴν τὴν τελευταία, τὴν πολυεύσπλαχνο κρίση τοῦ Θεοῦ, τότε τοῦ ἀνακοινώνεται ἀπὸ τὸν Θεὸν ἡ ὁριστική του καταδίκη στὸ αἰώνιον πῦρ.
«Τὸ χρηστόν του Θεοῦ», λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, «εἰς μετάνοιαν σὲ ἄγει». Ὁ Θεὸς βλέπει τὰ ἁμαρτήματά σου, παρατηρεῖ μὲ μακροθυμία τὶς ἁμαρτίες ποὺ διαπράττεις κάτω ἀπὸ τὸ βλέμμα του, τὴν ἁλυσίδα τῶν ἁμαρτιῶν ποὺ διεμόρφωσαν ὅλον σου τὸν βίο. Ἀναμένει τὴν μετάνοιά σου, καὶ συνάμα ἀναθέτει στὴν ἐλευθέρα προαιρεσή σου τὴν ἐπιλογὴν τῆς σωτηρίας σου ἢ τῆς καταδίκης σου στὸ αἰώνιον πῦρ. Σὺ ὅμως καταχρᾶσαι τὴν ἀγαθότητα καὶ τὴν μακροθυμία τοῦ Θεοῦ! Οὐδεμία διόρθωσις καὶ βελτίωσις μέσα σου! Ἡ ἀδιαφορία σου ἀντιθέτως αὐξάνει! Αὐξάνει μέσα σου ἡ ἀμέλεια καὶ ἡ περιφρόνησίς σου πρὸς τὸν Θεὸν ἀλλὰ καὶ πρὸς τὴν ἰδική σου, τὴν αἰώνια τύχη σου. Ἐνδιαφέρεσαι, μόνο γιὰ τὸ πῶς θὰ πληθύνης τὶς ἁμαρτίες σου, καὶ στὶς προηγούμενες ἁμαρτίες σου προσθέτεις νέες καὶ χειρότερες! «Κατὰ τὴν σκληρότητά σου καὶ ἀμετανόητον καρδίαν θησαυρίζεις σεαυτῶ ὀργὴν ἐν ἡμέρα ὀργῆς καὶ ἀποκαλύψεως καὶ δικαιοκρισίας τοῦ Θεοῦ, oς ἀποδώσει ἐκάστω κατὰ τὰ ἔργα αὐτοῦ. Τοῖς μὲν καθ’ ὑπομονὴν ἔργου ἀγαθοῦ δόξαν καὶ τιμὴν καὶ ἀφθαρσίαν ζητούσι, ζωὴν αἰώνιον, τοῖς δὲ ἐξ ἐριθείας (ἀπὸ φιλονεικο διάθεση δηλαδή), καὶ ἀπειθούσι μὲν τὴ ἀληθεία, πειθομένοις δὲ τὴ ἀδικία, θυμὸς καὶ ὀργή. Θλίψις καὶ στενοχωρία ἐπὶ πάσαν ψυχὴν ἀνθρώπου τοῦ κατεργαζομένου τὸ κακόν».
Ἀμήν.
(19ος αἰών, ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ “Ἀσκητικὲς ἐμπειρίες” τόμ. Ἃ’ στὸ περιοδικὸν “Ἁγιορειτικὴ Μαρτυρία” ἀρ. 59, σελ. 42 – Ἀπὸ τὸ βιβλίο “Πατερικὸν Κυριακοδρόμιον”, σελὶς 647 καὶ ἑξῆς. Ἐπιμέλεια κειμένου: Δημήτρης Δημουλᾶς)
(Πηγὴ ἠλ. κειμένου: orp.gr) Πηγὴ
Leave a Reply
Want to join the discussion?Feel free to contribute!