Πρέπει νὰ ξέρουμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι διπλός, δηλαδὴ ἀπὸ σῶμα καὶ ψυχή, καὶ ἔχει διπλὲς τὶς αἰσθήσεις καὶ διπλὲς τὶς ἀρετές τους.  
       Πέντε αἰσθήσεις ἔχει ἡ ψυχὴ καὶ πέντε τὸ σῶμα. Οἱ ψυχικὲς αἰσθήσεις, εἶναι νοῦς, διάνοια, γνώμη, φαντασία, καὶ αἴσθηση. Οἱ σοφοὶ τὶς ὀνομάζουν καὶ δυνάμεις. Οἱ σωματικὲς αἰσθήσεις εἶναι τοῦτες. Ὅραση, ὄσφρηση, ἀκοή, γεύση, ἁφή. Γιὰ αὐτὸ καὶ διπλὲς εἶναι οἱ ἀρετές, διπλὲς καὶ οἱ κακίες.   
      Ὥστε ἀναγκαῖο εἶναι νὰ γνωρίζει καθαρὰ ὁ κάθε ἄνθρωπος, πόσες εἶναι οἱ ψυχικὲς ἀρετὲς καὶ πόσες οἱ σωματικές. Καὶ ποιὰ εἶναι τὰ ψυχικὰ πάθη καὶ ποιὰ τὰ σωματικὰ πάθη. Ψυχικὲς ἀρετὲς εἶναι πρῶτα οἱ τέσσερις γενικότερες ἀρετές, οἱ ὁποῖες εἶναι, ἀνδρεία, φρόνηση, σωφροσύνη, καὶ δικαιοσύνη. Ἀπὸ αὐτὲς γεννιοῦνται οἱ ψυχικὲς ἀρετές, πίστη, ἐλπίδα, ἀγάπη, προσευχή, ταπείνωση, πραότητα, μακροθυμία, ἀνεξικακία, χρηστότητα, ἀοργησία, θεία γνώση, εὐφροσύνη, ἁπλότητα, ἀταραξία, εἰλικρίνεια, ἡ χωρὶς ἔπαρση διάθεση, ἡ ἀφιλαργυρία, ἡ συμπάθεια, ἐλεημοσύνη, μεταδοτικότητα, ἀφοβία, ἀλυπία, κατάνυξη, σεμνότητα, εὐλάβεια, ἐπιθυμία τῶν μελλοντικῶν ἀγαθῶν, πόθος τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ καὶ ἐπιθυμία τῆς θείας υἱοθεσίας.   
      Σωματικὲς ἀρετὲς ἢ μᾶλλον ἐργαλεῖα τῶν ἀρετῶν, ποὺ ὅταν γίνονται μὲ γνώση κατὰ τὸ θέλημα τοῦ θεοῦ καὶ μακριὰ ἀπὸ κάθε ὑποκρισία καὶ ἀνθρωπαρέσκεια, κάνουν τὸν ἄνθρωπο νὰ προκόβει στὴν ταπείνωση καὶ τὴν ἀπάθεια, εἶναι οἱ ἑξῆς. Ἐγκράτεια, νηστεία, πείνα, δίψα, ἀγρυπνία, ὁλονύκτια στάση, στὴν προσευχή, συνεχὴς γονυκλισία, ἀλουσιά, χρήση ἑνὸς μόνου ἐνδύματος, ξηροφαγία, τὸ νὰ τρώει κανεὶς ἀραιά, νὰ πίνει μόνο νερό, χαμαικοιτία, φτώχια, ἀκτημοσύνη, ἀποφυγὴ περιποιήσεως, καλλωπισμοῦ, ἀφιλαυτία, μόνωση, ἡσυχία, τὸ νὰ μὴν βγαίνει κανεὶς ἔξω, στέρηση, αὐτάρκεια, σιωπή, τὸ νὰ κάνει κανεὶς ἐργόχειρο μὲ τὰ χέρια του, καὶ κάθε κακοπάθεια καὶ σωματικὴ ἄσκηση, καὶ ἄλλα τέτοια, τὰ ὁποία, ὅταν εἶναι τὸ σῶμα εὔρωστο καὶ ἐνοχλεῖται ἀπὸ τὰ σαρκικὰ πάθη εἶναι ἀναγκαιότητα καὶ ὠφελιμότατα. Ὅταν τὸ σῶμα εἶναι ἐξασθενημένο καὶ ἔχει, μὲ τὴν βοήθεια τοῦ θεοῦ, νικήσει τὰ πάθη, δὲν εἶναι ἀναγκαῖα, γιατί ἡ ἁγία ταπείνωση καὶ ἡ εὐχαριστία τὰ ἀναπληρώνουν ὅλα.
     Τώρα πρέπει νὰ κάνουμε λόγο καὶ γιὰ τὶς ψυχικὲς καὶ σωματικὲς κακίες, δηλαδὴ τὰ πάθη.   
      Ψυχικὰ πάθη εἶναι ἡ λήθη, ἡ ραθυμία καὶ ἡ ἄγνοια.   
      Ἀπὸ τὰ τρία αὐτὰ σκοτίζεται τὸ μάτι τῆς ψυχῆς, δηλαδὴ ὁ νοῦς, καὶ κυριεύεται ἀπὸ ὅλα τὰ πάθη, τὰ ὁποῖα εἶναι.
      Ἀσέβεια, κακοδοξία, δηλαδὴ ἡ κάθε αἵρεση, βλασφημία, θυμός, ὀργή, πικρία, ὀξυθυμία, μισανθρωπία, μνησικακία, καταλαλιά, κατάκριση, λύπη χωρὶς λόγο, φόβος, δειλία, φιλονικία, ζήλια, φθόνος, κενοδοξία, ὑπερηφάνεια, ὑποκρισία, ψεῦδος, ἀπιστία, πλεονεξία, φιλοϋλία, ἐμπαθὴς προσκόλληση σὲ κάτι, σχέση μὲ γήινα πράγματα, ἀκηδία, μικροψυχία, ἀχαριστία, γογγυσμός, οἴηση, δολιότητα, ἀναίδεια, ἀναισθησία, κολακεία, ὑπουλότητα, εἰρωνεία, διβουλία, συγκατάθεση σὲ ἁμαρτήματα τοῦ παθητικοῦ μέρους τῆς ψυχῆς, καὶ συνεχῆ μελέτη αὐτῶν, περιπλάνηση τῶν λογισμῶν, ἡ μητέρα τῶν κακῶν φιλαυτία καὶ ἡ ρίζα ὅλων τῶν κακῶν ἡ φιλαργυρία, κακοήθεια καὶ πονηρία.   
      Σωματικὰ πάθη εἶναι. Γαστριμαργία, λαιμαργία, ἀπόλαυση, μέθη, λαθροφαγία, ποικιλότροπη φιληδονία, πορνεία, μοιχεία, ἀσελγεία, ἀκαθαρσία, αἱμομιξία, παιδεραστία, κτηνοβασία, κακὲς ἐπιθυμίες καὶ ὅλα τὰ παρὰ φύση αἰσχρὰ πάθη. Κλοπή, ἱεροσυλία, ληστεία, φόνος, ἡ κάθε σωματικὴ ἄνεση καὶ ἀπόλαυση τῶν θελημάτων τῆς σάρκας, καὶ μάλιστα ὅταν ἔχει ὑγεία τὸ σῶμα.
   Μαντεῖες, οἰωνισμοί, κλυδωνισμοί, ἀγάπη γιὰ στολίδια, κομπασμοί, νωθρότητες, καλλωπισμοί, φτιασιδώματα τοῦ προσώπου, ἀξιοκατάκριτη ἀργία, φαντασιώσεις, τυχερὰ παιχνίδια, ἡ ἐμπαθὴς παράχρηση τῶν τερπνῶν του κόσμου, ἡ φιλοσώματη ζωὴ ποὺ παχαίνει τὸ νοῦ, καὶ τὸν κάνει γήινο καὶ κτηνώδης, καὶ δὲν τὸν ἀφήνει νὰ σηκωθεῖ πρὸς τὸ Θεὸ καὶ πρὸς τὶς ἐργασίες τῶν ἀρετῶν.
    Ρίζες ὅλων αὐτῶν τῶν παθῶν καὶ πρωταίτιες εἶναι ἡ φιληδονία, ἡ φιλοδοξία, καὶ ἡ φιλαργυρία ἀπὸ τὶς ὁποῖες γεννιέται κάθε κακό.         
    Δὲν ἁμαρτάνει ποτὲ ὁ ἄνθρωπος, ἂν πρωτύτερα δὲν ὑπερισχύσουν καὶ δὲν τὸν κατακυριεύσουν οἱ δυνατοὶ γίγαντες ποὺ ἀναφέρει ὁ σοφότατος ἀσκητὴς Μάρκος, δηλαδὴ ἡ λήθη, ἡ ραθυμία, καὶ ἡ ἄγνοια.         
      Αὐτὲς τὶς γεννὰ ἡ ἡδονή, ἡ καλοπέραση, καὶ ἡ ἀγάπη τῆς δόξας τῶν ἀνθρώπων καὶ τοῦ περισπασμοῦ. Πρώτη αἰτία ὅλων αὐτῶν καὶ κακὴ μητέρα εἶναι, ἡ φιλαυτία, δηλαδὴ ἡ παράλογη ἀγάπη τοῦ σώματος κι ἐμπαθεῖς προσκόλληση σ` αὐτό. Ἡ διάχυση καὶ ἡ χαύνωση τοῦ νοῦ μὲ εὐτραπελίες καὶ αἰσχρολογίες προξενοῦν πολλὰ κακὰ καὶ πολλὲς πτώσεις, ὅπως ἐπίσης ἡ θρασύτητα καὶ τὸ γέλιο.          
      Πρέπει ἐπίσης νὰ γνωρίζουμε ὅτι ἡ ἐμπαθὴς φιληδονία εἶναι πολύμορφη καὶ πολυτροπή, καὶ εἶναι πολλὲς οἱ ἡδονὲς ποὺ ἐξαπατοῦν τὴν ψυχή, ὅταν δὲν εἶναι στερεωμένη στὸ Θεὸ μὲ νίψη καὶ θεῖο φόβο, καὶ δὲν φροντίζει γιὰ τὴν ἐργασία τῶν ἀρετῶν μὲ ἀγάπη πρὸς τὸν Χριστό. Γιατί εἶναι παρὰ πολλὲς οἱ ἡδονὲς ποὺ τραβοῦν πρὸς τὸν ἑαυτὸ τοὺς τὰ μάτια τῆς ψυχῆς. Εἶναι οἱ ἡδονὲς τῶν σωμάτων, τῶν χρημάτων, τῆς ἀπολαύσεις, τῆς ραθυμίας, τῆς ἐξουσίας, τῆς φιλαργυρίας, τῆς πλεονεξίας.          
       Καὶ φαίνονται ὅλες αὐτὲς ὅτι ἔχουν λαμπερὰ πρόσωπα καὶ ἀξιαγάπητα, ἱκανὰ νὰ προσελκύσουν ἐκείνους ποὺ παθαίνονται, γιὰ ὅλα αὐτά, καὶ δὲν ἔχουν σφοδρὸ ἔρωτα πρὸς τὴν ἀρετὴ καὶ δὲν ὑπομένουν τὴ σκληρότητά της. Κάθε σχέση, μὲ τὰ γήινα καὶ ἡ κάθε προσκόλληση σὲ αὐτὰ προξενεῖ ἡδονὴ καὶ εὐχαρίστησης` αὐτὸν ποὺ τὴν ἔχει, καὶ ἀποδεικνύει ὅτι εἶναι ἀνώφελο καὶ βλαβερό, τὸ ἐπιθυμητικὸ μέρος τῆς ψυχῆς ὅταν εἶναι ἐμπαθές, ἐπειδὴ ἐξαιτίας του, ἐκεῖνος ποὺ στερεῖται κάτι ποὺ ποθεῖ, ὑποτάσσεται στὸ θυμό, στὴν ὀργή, στὴ λύπη καὶ στὴν μνησικακία.      Ἂν τώρα μαζὶ μὲ τὴν ἐμπαθῆ προσκόλληση, ἐπικρατήσει καὶ κάποια ἔστω μικρὴ συνήθεια, ἀλίμονο! Κάνει τότε ἐκεῖνο ποὺ κυριεύτηκε ἀπὸ αὐτὴν νὰ ἀκολουθεῖ διαρκῶς τὴν παράλογη αὐτὴ ἐμπαθῆ προσκόλληση ἀναίσθητα καὶ χωρὶς θεραπεία, μὲ τὴν ἡδονὴ ποὺ εἶναι κρυμμένη μέσα σ` αὐτή.     

Εἶναι πολυσχιδὴς ἡ ἡδονὴ τῆς ἐπιθυμίας, ὅπως προείπαμε.   
      Δὲν ἀρκεῖται μόνο στὴν πορνεία καὶ τὶς ἄλλες σωματικὲς ἀπολαύσεις, ἀλλὰ ζητεῖ καὶ τὰ λοιπὰ πάθη.    Ἀφοῦ, σωφροσύνη εἶναι ὄχι μόνο ἡ ἀποχὴ ἀπὸ τὴν πορνεία καὶ τὶς σαρκικὲς ἡδονές, ἀλλὰ νὰ ἀπέχει κανεὶς καὶ ἀπὸ τὶς ἄλλες ἡδονές.      
      Γι` αὐτὸ ἐκεῖνος ποὺ ἀγαπᾶ τὴν φιλοχρηματία, τὴ φιλαργυρία καὶ τὴν πλεονεξία εἶναι ἀκόλαστος.       
      Γιατί ὅπως ὁ ἀκόλαστος ἔχει ἔρωτα πρὸς τὰ σώματα, ἔτσι καὶ αὐτὸς ἔχει ἔρωτα πρὸς τὰ χρήματα. 
      Ἢ μᾶλλον, αὐτὸς εἶναι πιὸ ἀκόλαστος, ἀφοῦ δὲν ἔχει τόσο βία ἀπὸ τὴν φύση νὰ τὸν σπρώχνει σ` αὐτά. 
      Γιατί ἀμαθὴς ἡνίοχος δὲν εἶναι ἐκεῖνος ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ δαμάσει τὸ ἄγριο καὶ δυσάγωγο ἄλογο, ἀλλὰ ἐκεῖνος ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ κρατήσει τὸ ἥμερο καὶ ἥσυχο ἄλογο.  
      Καὶ ἀπὸ παντοῦ φαίνεται ὅτι εἶναι περιττὴ καὶ ὄχι φυσικὴ ἡ ἐπιθυμία τῶν χρημάτων, γιατί δὲν βιάζεται σ` αὐτὴν ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὴ φύση, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν κακή του προαίρεση.    
      Γιὰ αὐτὸ καὶ ἁμαρτάνει ἀσυγχώρητα ἐκεῖνος ποὺ νικᾶτε ἑκούσια ἀπὸ τὴν φιλοχρηματία.
      Ὥστε πρέπει νὰ γνωρίζουμε καλὰ ὅτι ἡ φιληδονία δὲν ἔγκειται μόνο στὴν τρυφὴ καὶ στὴν ἀπόλαυση τῶν σωμάτων, ἀλλὰ σὲ κάθε τρόπο καὶ πράγμα ποὺ τὸ ἀγαπᾶ κανεὶς μὲ πάθος καὶ μὲ τὴν προαίρεση τῆς ψυχῆς του.    
      Καὶ γιὰ νὰ γνωρίζονται καθαρότερα τὰ πάθη ποὺ ἀφοροῦν στὰ τρία μέρη τῆς ψυχῆς, προσθέτουμε καὶ τὰ παρακάτω μὲ συντομία.  
      Ἡ ψυχὴ διαιρεῖται σὲ τρία μέρη, τὸ λογιστικό, τὸ θυμικό, καὶ τὸ ἐπιθυμητικό.           

    Τοῦ λογιστικοῦ ἁμαρτήματα εἶναι αὐτά. Ἀπιστία, αἵρεση, ἀφροσύνη, βλασφημία, ἀχαριστία, καὶ οἱ συγκαταθέσεις τῶν ἁμαρτημάτων, οἱ ὁποῖες γίνονται ἀπὸ τὸ παθητικὸ μέρος.           
      Ἡ ἴαση καὶ ἡ θεραπεία αὐτῶν τῶν κακῶν, εἶναι ἡ ἀδίστακτη πίστη στὸ Θεὸ καὶ τὰ ἀληθινὰ καὶ χωρὶς πλάνη ὀρθόδοξα δόγματα τῆς εὐσέβειας, ἡ ἀδιάκοπη μελέτη τῶν λόγων τοῦ Πνεύματος, ἡ καθαρὴ καὶ ἀδιάλειπτη προσευχή, καὶ ἡ εὐχαριστία πρὸς τὸ Θεό.      
      Τὰ ἁμαρτήματα τοῦ θυμικοῦ εἶναι τὰ ἑξῆς.         
      Ἡ ἀσπλαχνία, τὸ μίσος, ἡ ἀσυμπάθεια, ἡ μνησικακία, ὁ φθόνος, ὁ φόνος καὶ ἡ συνεχὴς αὐτῶν καὶ τῶν παρομοίων μελέτη.   
       Ἡ ἴαση καὶ θεραπεία εἶναι ἡ φιλανθρωπία, ἡ ἀγάπη, ἡ πραότητα, ἡ φιλαδελφία, ἡ συμπάθεια, ἡ ἀνεξικακία καὶ ἡ καλοσύνη. 
       Τοῦ ἐπιθυμητικοῦ τὰ ἁμαρτήματα εἶναι τὰ ἑξῆς.         
       Ἡ γαστριμαργία, ἡ λαιμαργία, ἡ οἰνοποσία, ἡ πορνεία, ἡ μοιχεία, ἡ ἀκαθαρσία, ἡ ἀσελγεία, ἡ φιλοχρηματία, ἡ ἐπιθυμία τῆς κενῆς δόξας, καὶ ἡ ἐπιθυμία χρυσοῦ καὶ πλούτου καὶ σαρκικῶν ἀπολαύσεων.           

    Ἡ ἴαση καὶ ἡ θεραπεία αὐτῶν εἶναι ἡ νηστεία, ἡ ἐγκράτεια, ἡ κακοπάθεια, ἡ ἀκτημοσύνη, τὸ σκόρπισμα τῶν χρημάτων στοὺς φτωχούς, ἡ ἐπιθυμία τῶν μελλόντων ἐκείνων ἀγαθῶν, ὁ πόθος τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ ἐπιθυμία τῆς θείας υἱοθεσίας.    
       Τώρα πρέπει νὰ κάνουμε λόγο γιὰ τὴν διάγνωση τῶν ἐμπαθῶν λογισμῶν, ἀπὸ τοὺς ὁποίους γίνεται ἡ κάθε ἁμαρτία.

 Ὀκτὼ εἶναι οἱ βασικοὶ λογισμοὶ τῆς κακίας.

1.ΤΗΣ ΓΑΣΤΡΙΜΑΡΓΙΑΣ,
2. ΤΗΣ ΠΟΡΝΕΙΑΣ,
3. ΤΗΣ ΦΙΛΑΡΓΥΡΙΑΣ,
4. ΤΗΣ ΟΡΓΗΣ,
5. ΤΗΣ ΛΥΠΗΣ,
6. ΤΗΣ ΑΚΗΔΙΑΣ,
7. ΤΗΣ ΚΕΝΟΔΟΞΙΑΣ,
8. ΤΗΣ ΥΠΕΡΗΦΑΝΕΙΑΣ. 

      Τὸ νὰ μᾶς παρενοχλοῦν ἢ νὰ μὴν μᾶς παρενοχλοῦν οἱ ὀκτὼ αὐτοὶ λογισμοί, αὐτὸ δὲν εἶναι στὴν ἐξουσία μας.   
      Τὸ νὰ ἐπιμένουμε ὅμως σὲ αὐτοὺς ἢ νὰ μὴν ἐπιμένουμε, νὰ κινοῦμε τὰ πάθη ἢ νὰ μὴν τὰ κινοῦμε αὐτὸ εἶναι στὴν ἐξουσία μας.

      Στοὺς λογισμοὺς αὐτοὺς διακρίνουμε τὰ ἑξῆς.   
ΠΡΟΣΒΟΛΗ, ΣΥΝΔΥΑΣΜΟ, ΠΑΛΗ, ΠΑΘΟΣ, ΣΥΓΚΑΤΑΘΕΣΗ, ΕΝΕΡΓΕΙΑ, ΑΙΧΜΑΛΩΣΙΑ.
      Προσβολὴ εἶναι ἡ ἁπλὴ ὑπόμνηση τοῦ διαβόλου.         
    «Κᾶνε τοῦτο ἢ ἐκεῖνο» ὅπως συνέβη στὸ Κύριο καὶ Θεό μας.
      «Πὲς νὰ γίνουν αὐτὲς οἱ πέτρες ψωμιὰ» (Ματθαίος 4,3).         
      Αὐτό, ὅπως εἴπαμε, δὲν εἶναι στὴν ἐξουσία μας.
        Συνδυασμὸς εἶναι ἡ παραδοχὴ τοῦ λογισμοῦ ποὺ μᾶς ὑποβάλλει ὁ ἐχθρός, καὶ μὲ ἕνα τρόπο, ἡ μελέτη τοῦ πονηροῦ λογισμοῦ καὶ ἡδονικὴ συνομιλία μὲ τὴν προαίρεσή μας.         
      Πάθος εἶναι ἡ ἕξη ποὺ δημιουργεῖται ἀπὸ τὸν συνδυασμὸ τοῦ λογισμοῦ ποὺ ὑποβάλει ὁ ἐχθρός, καὶ ἡ κατὰ κάποιο τρόπο συνεχὴς μελέτη καὶ φαντασία.
      Πάλη εἶναι ἡ ἀντίσταση στὸ λογισμὸ ποὺ γίνεται ἢ πρὸς κατάργηση τοῦ πάθους ποὺ αὐτὸς περιέχει – δηλαδὴ τοῦ ἐμπαθοῦς λογισμοῦ – ἢ πρὸς συγκατάθεση, καθὼς λέει ὁ Ἀπόστολος.        
      « Ἡ σάρκα ἐπιθυμεῖ κατὰ τοῦ πνεύματος καὶ τὸ πνεῦμα κατὰ τῆς σαρκός, καὶ αὐτὰ εἶναι ἀντίθετα μεταξύ τους».(Γαλ. 5,17.)   
      Αἰχμαλωσία εἶναι ἡ βίαιη καὶ ἀθέλητη ἀπαγωγὴ τῆς καρδιᾶς ποὺ τυραννιέται ἀπὸ προηγούμενο ἐθισμὸ στὴν ἁμαρτία καὶ μακρὰ συνήθεια.      
    Συγκατάθεση εἶναι ἡ συγκατάνευση στὸ πάθος ποὺ περιέχει ὁ λογισμὸς.
    Ἐνέργεια εἶναι ἡ ἴδια ἡ πράξη τοῦ ἐμπαθοῦς λογισμοῦ, στὸν ὁποῖο συγκατατεθήκαμε.
    Ἐκεῖνος λοιπὸν ποὺ ἀντιμετωπίζει ἀπαθῶς τὸ πρῶτο, δηλαδὴ τὴν προσβολή, ἢ τὸ διώχνει ἀμέσως μὲ ἀντίρρηση καὶ σταθερότητα, ἔκοψε μὲ μία καὶ ὅλα τὰ ἑπόμενα.
   

Ἡ κατάργηση τῶν ὀκτὼ παθῶν ἂς γίνεται μὲ τὸν ἑξῆς τρόπο.

Μὲ τὴν ἐγκράτεια καταργεῖται ἡ γαστριμαργία.

Μὲ τὸν θεῖο πόθο καὶ τὴν ἐπιθυμία τῶν μελλόντων ἀγαθῶν καταργεῖτε ἡ πορνεία.

Μὲ τὴν συμπάθεια πρὸς τοὺς φτωχοὺς καταργεῖτε ἡ φιλαργυρία.

Μὲ τὴν ἀγάπη καὶ τὴν καλοσύνη πρὸς ὅλους καταργεῖτε ἡ ὀργή.

Μὲ τὴν πνευματικὴ χαρὰ καταργεῖτε ἡ κοσμικὴ λύπη.

Μὲ τὴν ὑπομονή, τὴν καρτερία καὶ τὴν εὐχαριστία πρὸς τὸν θεὸ καταργεῖτε ἡ ἀκηδία.      

Μὲ τὴν κρυφὴ ἐργασία τῶν ἀρετῶν καὶ τὴν συνεχῆ προσευχὴ μὲ συντριβὴ καρδιᾶς, καταργεῖται ἡ κενοδοξία.
 Μὲ τὸ νὰ μὴν κρίνει κανεὶς τὸν ἄλλο, ἢ νὰ τὸν ἐξευτελίζει, ὅπως ἔκανε ὁ ἀλαζόνας Φαρισαῖος, ἀλλὰ νὰ νομίζει τὸν ἑαυτὸ τοῦ τελευταῖο ἀπὸ ὅλους καταργεῖται ἡ ὑπερηφάνεια.      
      Ἔτσι λοιπὸν ἀφοῦ ἐλευθερωθεῖ ὁ νοῦς ἀπὸ τὰ παραπάνω πάθη καὶ ἀνυψωθεῖ στὸ Θεό, ζεῖ ἀπὸ ἐδῶ τὴ μακάρια ζωὴ καὶ δέχεται τὸν ἀρραβώνα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καὶ ὅταν φύγει ἀπὸ ἐδῶ, ἔχοντας ἀπάθεια καὶ ἀληθινοὶ γνώση, στέκεται μπροστὰ στὸ φῶς τῆς Ἁγίας Τριάδος, καὶ καταφωτίζεται μαζὶ μὲ τοὺς ἁγίους ἀγγέλους στοὺς ἀπέραντους αἰῶνες.     
      Ἡ ψυχὴ λοιπὸν ὅπως προαναφέραμε, ἔχει τρία μέρη.

  1. λογισμὸς
  2. θυμός.
  3. ἐπιθυμία.         
          Ὅταν στὸ θυμικὸ μέρος ὑπάρχει ἀγάπη καὶ φιλανθρωπία, καὶ στὴν ἐπιθυμία καθαρότητα καὶ σωφροσύνη, τότε ὁ λογισμὸς εἶναι φωτισμένος.    

      Ὅταν ὅμως στὸ θυμικὸ μέρος ὑπάρχει μισανθρωπία καὶ στὸ ἐπιθυμητικὸ ὑπάρχει ἀκολασία, τότε ὁ λογισμὸς εἶναι σκοτισμένος.     
      Ὁ λογισμὸς τότε ὑγιαίνει καὶ σωφρονεῖ καὶ φωτίζεται, ὅταν ἔχει τὰ πάθει ὑποταγμένα, καὶ θεωρεῖ πνευματικά τους λόγους τῶν κτισμάτων τοῦ θεοῦ καὶ ἀνυψώνεται πρὸς τὴν μακάρια Ἁγία Τριάδα.     
      Ὁ θυμὸς τότε κινεῖτε κατὰ φύση, ὅταν ἀγαπᾶ ὅλους τους ἀνθρώπους, καὶ δὲν ἔχει ἐναντίον κανενὸς λύπη ἢ μνησικακία.        
    Ἡ δὲ ἐπιθυμία ὅταν μὲ τὴν ταπεινοφροσύνη, τὴν ἐγκράτεια καὶ τὴν ἀκτημοσύνη νεκρώσει τὰ πάθη, δηλαδὴ τὴν ἡδονὴ τῆς σαρκός, καὶ τὸν πόθο τῶν χρημάτων καὶ τῆς πρόσκαιρης δόξας, καὶ στραφεῖ πρὸς τὸ θεῖο καὶ ἀθάνατο ἔρωτα.
     Γιατί ἡ ἐπιθυμία κινεῖται πρὸς τρία πράγματα. Εἴτε πρὸς τὴν σαρκικὴ ἡδονή, εἴτε πρὸς τὴν μάταιη δόξα, ἢ πρὸς ἀπόκτηση χρημάτων.
      Καὶ γιὰ τὴν παράλογη αὐτὴ ἔφεση καταφρονεῖ τὸν Θεὸ καὶ τὶς ἅγιες ἐντολές του, λησμονεῖ τὴ θεϊκὴ εὐγένεια, γίνεται θηρίο ἐναντίον τοῦ πλησίον, σκοτίζει τὸν λογισμὸ καὶ δὲν ἀφήνει νὰ στραφεῖ καὶ νὰ δεῖ τὴν ἀλήθεια.      
      Ἐνῶ ἐκεῖνος ποὺ ἀπόκτησε ἀνώτερο φρόνημα, ὅπως προείπαμε, ἀπολαμβάνει ἀπὸ ἐδῶ τὴν βασιλεία τῶν οὐρανῶν καὶ ζεῖ μακάρια ζωὴ ἀναμένοντας τὴ μακαριότητα ποὺ προορίζεται γιὰ ὅσους ἀγαποῦν τὸν θεό. Αὐτῆς εἴθε ν` ἀξιωθοῦμε κι ἐμεῖς μὲ τὴν χάρη τοῦ Κυρίου μᾶς Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἀμήν.
      Πρέπει νὰ γνωρίζουμε καὶ αὐτό.     
    Ὅτι δὲν μποροῦμε νὰ φτάσουμε στὸ μέτρο κάποιας ἀρετῆς, παρὰ μὲ κοπιαστικὴ φιλοπονία γιὰ τὴν ἀπόκτησή της καὶ προσπαθώντας μὲ ὅση δύναμη ἔχουμε σὲ ὅλη μας τὴν ζωή, ὅπως λόγου χάρη γιὰ τὴν ἐλεημοσύνη, τὴν ἐγκράτεια, τὴν προσευχή, τὴν ἀγάπη, ἢ κάποια ἀπὸ τὶς γενικὲς ἀρετὲς.     
      Ἀπὸ αὐτές, μερικῶς ὁ καθένας ἀσκεῖ κάποια ἀρετή. Λ.χ. ἀσκεῖ κανεὶς ποτὲ – ποτὲ τὴν ἐλεημοσύνη, ἀλλὰ ἐπειδὴ τὴν ἀσκεῖ λίγο, δὲν μποροῦμε νὰ τὸν χαρακτηρίσουμε ἐλεήμονα, κι ἀκόμα περισσότερο ὅταν δὲν τὸ κάνει αὐτὸ καλὰ καὶ θεάρεστα.
    Γιατί τὸ καλὸ δὲν εἶναι καλὸ ὅταν δὲν γίνεται καλά.       
    Ἀλλὰ καλὸ εἶναι πράγματι ὅταν δὲν ἀπολαμβάνει ἐδῶ τὸ μισθό του ἀπὸ ὁποιαδήποτε αἰτία, γιὰ παράδειγμα ἀπὸ ἀνθρωπαρέσκεια λόγο καλῆς φήμης, ἢ ἐπιδίωξη δόξας, ἢ ἀπὸ πλεονεξία, καὶ ἀδικία.     
      Ἐπειδὴ ὁ θεὸς δὲν ζητεῖ ἐκεῖνα ποὺ γίνονται καὶ νομίζονται καλά, ἀλλὰ ἐξετάζει τὸ σκοπὸ γιὰ τὸν ὁποῖο γίνεται.       
    Ὅπως λένε καὶ οἱ θεοφόροι Πατέρες, ὅταν ὁ νοῦς λησμονήσει τὸ σκοπὸ τῆς εὐσέβειας, τότε καὶ τὸ ἔργο ποὺ εἶναι φανερὰ ἐνάρετο, γίνεται ἀνώφελο.
      Καὶ ἐκεῖνα ποὺ γίνονται χωρὶς διάκριση καὶ σκοπό, ὄχι μόνο δὲν ὠφελοῦν καὶ ἂν ἀκόμη εἶναι καλά, ἀλλὰ βλάπτουν.    
      Τὸ ἀντίθετο συμβαίνει μὲ ἐκεῖνα ποὺ νομίζονται κακά, γίνονται ὅμως μὲ θεοσεβῆ σκοπό. Ὅπως ἐκεῖνος ποὺ μπῆκε στὸ πορνεῖο, καὶ τράβηξε ἀπὸ Ἐκεῖ τὴν πόρνη.
      Ἀπὸ αὐτὸ γίνεται φανερό, ὅτι δὲν εἶναι ἐλεήμων ἐκεῖνος ποὺ ἔκανε λίγες φορὲς τὴν ἐλεημοσύνη, οὔτε εἶναι ἐγκρατὴς ἐκεῖνος ποὺ ἐγκρατεύθηκε λίγο, ἀλλὰ ἐκεῖνος ποὺ παρὰ πολλὲς φορὲς καὶ σὲ ὅλη του τὴ ζωὴ ἐργάστηκε ὁλικὰ τὴν ἀρετὴ μὲ ἀσφαλῆ διάκριση.
      Γιατί ἡ διάκριση εἶναι μεγαλύτερη ἀπὸ ὅλες τὶς ἀρετές, Ἐπειδὴ εἶναι βασίλισσα καὶ ἀρετὴ τῶν ἀρετῶν.

     Ὅπως πάλι καὶ γιὰ τὰ ἀντίθετα.     
      Δὲν λέμε πόρνο ἢ μέθυσο ἢ ψεύτη ἐκεῖνον ποὺ μία φορὰ γλίστρησε σὲ αὐτά, ἀλλὰ ἐκεῖνον ποὺ πέφτει συχνὰ σ` αὐτὰ καὶ μένει ἀδιόρθωτος.   
    Κοντὰ σὲ ὅσα εἴπαμε πρέπει νὰ γνωρίσουμε καὶ τοῦτο, ποὺ εἶναι καὶ ἀναγκαιότατο σ` ὅλους ἐκείνους ποὺ ἔχουν ζῆλο νὰ κατορθώσουν τὴν ἀρετὴ καὶ ἐπιμελοῦνται νὰ ἀποφύγουν τὴν κακία.  
      Ὅτι δηλαδή, ὅσο ἡ ψυχὴ εἶναι ἀσυγκρίτως καλύτερη ἀπὸ τὸ σῶμα καὶ σὲ πολλὰ καὶ μέγιστα σημεῖα εἶναι σπουδαιότερη καὶ πιὸ πολύτιμη, τόσο οἱ ψυχικὲς ἀρετὲς ( καὶ μάλιστα ἐκεῖνες ποὺ μιμοῦνται τὸ Θεὸ καὶ ἔχουν τὸ Ὄνομά του), εἶναι ἀνώτερες ἀπὸ τὶς σωματικές. Ἀρετές.   
      Ἀντίθετα πρέπει νὰ νοοῦμε γιὰ τὶς ψυχικὲς κακίες, ὅτι διαφέρουν ἀπὸ τὰ σωματικὰ πάθη καὶ ὡς πρὸς τὶς ἐνέργειές τους καὶ ὡς πρὸς τὴν ἔκτιση τῶν τιμωριῶν ποὺ ἐπιβάλλονται σ` αὐτές, ἂν καὶ στοὺς πολλούς, δὲν ξέρω πώς, αὐτὸ τοὺς διαφεύγει.        
      Γιατί τὴ μέθη, τὴν πορνεία, τὴ μοιχεία, τὴν κλοπὴ καὶ τὰ παραπλήσια μὲ αὐτά, τὰ προσέχουν καὶ τὰ ἀποφεύγουν, ἢ τὰ τιμωροῦν, ἐπειδὴ φαίνονται στοὺς πολλοὺς βδελυρά. 
      Ἀπέναντι ὅμως στὰ ψυχικὰ πάθη, ποὺ εἶναι χειρότερα καὶ βαρύτερα ἀπὸ αὐτὰ καὶ ποὺ ὁδηγοῦν στὴν κατάσταση τῶν δαιμόνων καὶ στὴν αἰώνια κόλαση ποὺ τοὺς περιμένει ὅσους τὰ ἀκολουθοῦν χωρὶς διόρθωση, μένουν ἀδιάφοροι.
      Ἐννοῶ δηλαδὴ τὸ φθόνο, τὴ μνησικακία, τὴν πονηρία, τὴν ἀναισθησία, τὴν φιλαργυρία ποὺ ὁ Ἀπόστολος τὴν θεωρεῖ ρίζα ὅλων τῶν κακῶν, καὶ τὰ ὅμοιά της.
      Μιλήσαμε γὶ` αὐτὰ μὲ ὅλη τὴν ἀμάθεια καὶ τὴν ἀφέλειά μας, κάνοντας μία εὐσύνοπτη καὶ σαφῆ ἔκθεση τοῦ λόγου περὶ τῶν ἀρετῶν καὶ παθῶν, γιὰ νὰ μπορεῖ κανεὶς εὔκολα νὰ διακρίνει καὶ νὰ ἐξακριβώνει τὴ διαίρεση καὶ τὴ διαφορά τους μὲ ἀκρίβεια καὶ σαφήνεια.        
      Γὶ` αὐτὸ καὶ μιλήσαμε γιὰ τὸ καθένα μὲ τρόπους καὶ ἀπὸ πολλὲς ἀπόψεις, ὥστε, ἂν εἶναι δυνατόν, καμία πλευρὰ τῆς ἀρετῆς ἢ τῆς κακίας νὰ μὴν ἀγνοεῖται.
      Ἀκόμη γιὰ νὰ ἐπιδιώξουμε μὲ χαρὰ τὶς ἀρετὲς καὶ μάλιστα τὶς ψυχικὲς ποὺ προσεγγίζουμε στὸ Θεό, καὶ γιὰ νὰ ἀποφύγουμε τὶς κακίες μὲ ὅλη μας τὴν δύναμη.
      Γιατί εἶναι ἀληθινὰ μακάριος ἐκεῖνος ποὺ ζητᾶ τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν ἀσκεῖ καὶ ἐξετάζει μὲ ἐπιμέλεια τί εἶναι ἀρετή, ἐπειδὴ μὲ αὐτὴν πλησιάζει τὸν θεὸ καὶ ἑνώνεται νοερὰ μ` Αὐτόν.    
      Φρόνηση, ἀνδρεία, σοφία, ἀληθινοὶ γνώση, καὶ πλοῦτος ἀναφαίρετος εἶναι κυρίως τὸ νὰ ἀνυψώνεται ὁ ἄνθρωπος μὲ τὴν πρακτικὴ ἀρετὴ στὴν θεωρία τοῦ Δημιουργοῦ.
      Ἡ ἀρετὴ λέγεται ἔτσι ἀπὸ τὸ ρῆμα «αἵρεισθαι», γιατί εἶναι αἱρετὴ καὶ θελητή, ἐπειδὴ κάνουμε αὐτοπροαίρετα καὶ θεληματικὰ τὸ ἀγαθό, κι ὄχι χωρὶς νὰ θέλουμε καὶ ἀναγκαστικά.   
    Ἡ φρόνηση πάλι λέγεται ἔτσι, γιατί φέρνει στὸ νοῦ τὰ ὠφέλιμα.
      Ἂν θέλεις, ἂς προσθέσουμε στὸν ἀφελῆ αὐτὸ λόγο, σὰν χρυσὴ σφραγίδα, καὶ λίγα περὶ τοῦ « κατ` εἰκόνα καὶ ὁμοίωσιν» τοῦ πιὸ τιμημένου ἀπὸ ὅλα τὰ κτίσματα τοῦ Θεοῦ, δηλαδὴ τὸν ἄνθρωπο.     
      Τὸ νοερὸ καὶ λογικὸ ζῶο, ὁ ἄνθρωπος, μόνο ἀπὸ ὅλα τὰ κτίσματα εἶναι « κατ` εἰκόνα καὶ ὁμοίωσιν» τοῦ Θεοῦ.   
      Κάθε ἄνθρωπος λέγεται «κατ` εἰκόνα Θεοῦ» γιὰ τὸ ἀξίωμα τοῦ νοῦ καὶ τῆς ψυχῆς, δηλαδὴ τὸ ἀκατάληπτο, τὸ ἀόρατο, τὸ ἀθάνατο, τὸ αὐτεξούσιο.

      Καὶ ἀκόμη γιὰ τὴν ἱκανότητα νὰ ἄρχει, νὰ τεκνοποιεῖ καὶ νὰ οἰκοδομεῖ.
      «Καθ` ὁμοίωσιν» λέγεται γιὰ τὴν ἀρετὴ καὶ τὶς πράξεις μὲ τὶς ὁποῖες μιμεῖται τὸ Θεὸ καὶ ἔχουν τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ.

      Δηλαδή, τὸ νὰ δείχνει φιλανθρωπία πρὸς τοὺς συνανθρώπους του, νὰ οἰκτίρει, νὰ ἐλεεῖ καὶ νὰ ἀγαπᾶ τοὺς συνδούλους του, νὰ δείχνει στοὺς ἄλλους κάθε εὐσπλαχνία καὶ συμπάθεια.     
      « Νὰ γίνεται, λέει ὁ Χριστὸς καὶ Θεός, σπλαχνικοί, ὅπως εἶναι σπλαχνικὸς καὶ ὁ οὐράνιος Πατέρας σας».  (Λουκάς 6,36).
      Τὸ «κατ` εἰκόνα» τὸ ἔχει κάθε ἄνθρωπος, γιατί ὁ Θεὸς δὲν ἀνακαλεῖ τὰ χαρίσματά του.      
      Τὸ «καθ` ὁμοίωσιν», ὅμως τὸ ἔχουν σπάνιοι καὶ μόνο οἱ ἐνάρετοι καὶ ἅγιοι, οἱ ὁποῖοι μιμοῦνται – κατὰ τὸ δυνατὸ σὲ ἀνθρώπους – τὴν ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ.

      Εἴθε κι ἐμεῖς νὰ ἀξιωθοῦμε τὴν ὑπεράγαθη φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ Τοῦ φανοῦμε εὐάρεστοι μὲ τὴν ἀγαθοεργία καὶ γίνουμε μιμητὲς ἐκείνων ποὺ ἔχουν εὐαρεστήσει ἀπὸ αἰώνων τὸν Χριστό.      
      Γιατί σὲ Αὐτὸν ἀνήκει τὸ ἔλεος καὶ σὲ Αὐτὸν πρέπει κάθε δόξα, τιμὴ καὶ προσκύνηση, μαζὶ μὲ τὸν ἄναρχο Πατέρα Του, καὶ τὸ πανάγιο καὶ ἀγαθὸ καὶ ζωοποιὸ Πνεῦμα Του, τώρα καὶ πάντοτε καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων.