51. Επειδή τὸ θεῖο εἶναι αὐτοαγαθότητα, ἔλεος ἀληθινὸ καὶ ἄβυσσος καλωσύνης, ἢ μᾶλλον ποὺ κι αὐτὴ τὴν ἄβυσσο περιλαμβάνει, γιατί εἶναι πάνω ἀπὸ κάθε ὄνομα ποὺ λέμε καὶ κάθε τί ποὺ νοοῦμε, μόνο μὲ τὴν ἕνωση μαζί Του μπορεῖ κανεὶς νὰ βρεῖ ἔλεος. Ἑνώνεται δὲ κανεὶς μαζί Του μὲ τὴ μετοχή, κατὰ τὸ δυνατόν, τῶν ὅμοιων ἀρετῶν καὶ μὲ τὴν κοινωνία κατὰ τὴν προσευχὴ πρὸς τὸ Θεὸ μὲ τὴ δέηση καὶ τὴν ἕνωση. Ἡ κοινωνία ὅμως διὰ μέσου των ἀρετῶν, λόγω ὁμοιότητας, κάνει κατάλληλο τὸν ἀγωνιστὴ νὰ ὑποδέχεται τὸ θεῖον, ὄχι ὅμως καὶ νὰ τὸν ἑνώνει μαζί Του.

Ἐνῶ ἡ δύναμη τῆς προσευχῆς ἱερουργεῖ καὶ τελεσιουργεῖ τὴν ἀνάταση καὶ ἕνωση τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὸ Θεό, γιατί εἶναι σύνδεσμος τῶν λογικῶν κτισμάτων μὲ τὸν Κτίστη, ὅταν βέβαια ἡ προσευχή, μὲ τὴ φλογερὴ κατάνυξη, ξεπεράσει τὰ πάθη καὶ τοὺς λογισμούς. Γιατί εἶναι ἀδύνατο νὰ ἑνωθεῖ ὁ Θεὸς μὲ τὸν ἐμπαθῆ νοῦ. ὥστε, ὅσο ὁ νοῦς εἶναι ἐμπαθὴς ἐνῶ προσεύχεται, δὲν ἔχει βρεῖ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Ὅσο πάλι μπορεῖ νὰ ξεπερνᾶ τοὺς λογισμούς, τόσο ἀποκτᾶ καὶ τὸ πένθος. κι ἀνάλογα μὲ τὸ πένθος δέχεται καὶ τὸ ἔλεος τῆς θείας παρηγοριᾶς.Κι ἂν μείνει σ’ αὐτὰ γιὰ καιρὸ μὲ ταπείνωση, τότε μεταποιεῖ ὁλοκληρωτικὰ καὶ τὸ παθητικὸ μέρος τῆς ψυχῆς.

2. Όταν τὸ ἑνιαῖο του νοῦ γίνει τρισσό, μένοντας ἑνιαῖο, τότε ἑνώνεται μὲ τὴ θεαρχικὴ Τριαδικὴ Μονάδα, ἀποκλείει κάθε εἴσοδο πλάνης καὶ γίνεται ἀνώτερο ἀπὸ τὴ σάρκα, τὸν κόσμο καὶ τὸν κοσμοκράτορα διάβολο. Καὶ ἔτσι, ξεφεύγοντας ὁλοσχερῶς τὶς ἀφορμὲς ἀπὸ αὐτά, βρίσκεται μέσα στὸν ἑαυτό του καὶ τὸ Θεὸ καὶ ἀπολαμβάνει πλουσιοπάροχα τὴν πνευματικὴ ἀγαλλίαση ποὺ πηγάζει ἀπὸ μέσα του ὅσο βρίσκεται σ’ αὐτὴ τὴ κατάσταση. Τὸ ἑνιαῖο του νοῦ γίνεται τρισσό, μένοντας ἑνιαῖο, μὲ τὴ στροφὴ τοῦ νοῦ στὸν ἑαυτό του καὶ μὲ τὴν ἀνάβαση στὸ Θεὸ διὰ μέσου του ἐαυτοῦ του. Ἡ στροφὴ τοῦ νοῦ πρὸς τὸν ἑαυτὸ τοῦ εἶναι ἡ φύλαξη τοῦ ἐαυτοῦ του, ἐνῶ ἡ ἀνάβασή του στὸ Θεὸ γίνεται ἀρχικὰ μὲ τὴν προσευχή, προσευχὴ ὅμως μὲ συνεπτυγμένη μορφή, ἂν καὶ κάποτε γίνεται καὶ μὲ πιὸ διεξοδική, πράγμα ποὺ εἶναι πιὸ κοπιαστικό. Ἂν τώρα παραμένει κανεὶς καρτερικὰ στὴ σύμπτυξη αὐτὴ τοῦ νοῦ καὶ τὴν ἀνύψωσή του στὸ Θεό, ἐμποδίζοντας μὲ ἰσχυρὴ βία τὴν τάση τῆς διάνοιάς του νὰ κινεῖται σὲ πολλά, πλησιάζει τὸ Θεὸ νοερὰ καὶ ἐπιτυγχάνει τὰ ἄρρητα καὶ γεύεται τὸν μέλλοντα αἰώνα καὶ μὲ νοερὴ αἴσθηση γνωρίζει ὅτι ὁ Κύριος εἶναι ἀγαθός, ὅπως λέει καὶ ὁ Ψαλμωδός: “Γευθεῖτε καὶ δεῖτε ὅτι ὁ Κύριος εἶναι ἀγαθὸς “(Ψάλμ.33,9). Τὸ νὰ βρεῖ λοιπὸν κανεὶς τὸ νοῦ τοῦ τρισσό, νὰ εἶναι δηλαδὴ ὁ ἴδιος μόνος του ὁ φύλακας καὶ ὁ φυλασσόμενος καὶ ὁ προσευχόμενος κατὰ τὴ φύλαξη, δὲν εἶναι ἴσως πολὺ δύσκολο. Ἡ μακρὰ ὅμως καρτερικὴ παραμονὴ σ’ αὐτὴ τὴν κατάσταση ποὺ γεννᾶ τὰ ἀπόρρητα, εἶναι κάτι ἐξαιρετικὰ δύσκολο. Ὁποιοσδήποτε κόπος ἄλλης ἀρετῆς εἶναι μικρὸς κι εὐκολότατος, ἂν συγκριθεῖ μὲ αὐτόν. Γι’ αὐτὸ καὶ πολλοὶ ποὺ ἀφήνουν τὴν προσπάθεια ἐξαιτίας τῆς στενοχωρίας τῆς προσευχητικῆς ἀρετῆς, δὲν ἀξιώνονται νὰ φτάσουν στὴν πλατωσιὰ τῶν θείων χαρισμάτων. Ἐκείνους ὅμως ποὺ ὑπομένουν, τοὺς περιμένουν μεγαλύτερες ἐκδηλώσεις τῆς θείας βοήθειας, ποὺ τοὺς ὑποβαστάζουν καὶ τοὺς σηκώνουν καὶ τοὺς προωθοῦν μὲ ἡδονὴ πρὸς τὰ ἐμπρός, κάνοντας πιὸ βατὴ τὴ δύσβατη ὁδὸ καὶ βάζοντας μέσα τους τὴν ἀγγελική, ἃς ποῦμε ἐπιτηδειότητα καὶ ἐνδυναμώνοντας τὴν ἀνθρώπινη φύση μας νὰ πλησιάζει τὰ ὑπὲρ φύση , σύμφωνα μὲ τὸ λόγο τοῦ Προφήτη: “Ὅσοι ὑπομένουν, θὰ βγάλουν φτερά. θὰ ἀνανεωθεῖ ἡ ἰσχὺς τοὺς”(Ἡσ. 40,31).

3. Νους ὀνομάζεται καὶ ἡ ἐνέργεια τοῦ νοῦ ποὺ ἀποτελεῖται ἀπὸ λογισμοὺς καὶ ἔννοιες. Νοῦς εἶναι καὶ ἡ δύναμη ποὺ τὰ ἐνεργεῖ αὐτά, ἡ ὁποία καὶ καρδιὰ ὀνομάζεται ἀπὸ τὴ Γραφή. Σύμφωνα μὲ αὐτήν, ποὺ εἶναι ἡ κυριότατη ἀπ’ ὅλες τὶς ἐσωτερικές μας δυνάμεις, ἡ ψυχὴ μᾶς εἶναι λογική. Ἡ ἐνέργεια λοιπὸν τοῦ νοῦ ποὺ συνίσταται στοὺς λογισμούς, στοὺς ἀνθρώπους ποὺ σχολάζουν στὴν προσευχὴ καὶ μάλιστα τὴ μονολογιστή, τακτοποιεῖται καὶ καθαίρεται εὔκολα. Ἡ δύναμη ὅμως τοῦ νοῦ ποὺ γεννᾶ αὐτὴ τὴν ἐνέργεια, δὲν μπορεῖ νὰ καθαρθεῖ, ἂν δὲν καθαρθοῦν κι ὅλες οἱ ἄλλες δυνάμεις τῆς ψυχῆς. Γιατί ἡ ψυχὴ εἶναι ὀντότητα πολυδύναμη. Ὅταν λοιπὸν δημιουργηθεῖ μέσα της κακία ἀπὸ κάποια ἀπὸ τὶς δυνάμεις της, μολύνεται ὁλόκληρη καὶ μετέχουν στὸ μολυσμὸ τῆς μιᾶς ὅλες οἱ δυνάμεις, ἐπειδὴ ἡ ψυχὴ εἶναι ἑνιαία. Ἀφοῦ λοιπὸν κάθε δύναμη τῆς ψυχῆς παρέχει διαφορετικὴ ἐνέργεια, εἶναι δυνατό, μιὰ ὁποιαδήποτε ἐνέργεια νὰ καθαρθεῖ προσωρινὰ μετὰ ἀπὸ κατάλληλη προσπάθεια. αὐτὸ ὅμως δὲ σημαίνει ὅτι κι ἡ ἀντίστοιχη δύναμη τῆς ψυχῆς εἶναι καθαρή. Γιατί καθὼς ἐπικοινωνεῖ μὲ τὶς ἄλλες, μπορεῖ νὰ εἶναι ἀκάθαρτη μᾶλλον, παρὰ καθαρή. Γι’ αὐτὸ ἐκεῖνος, ποὺ μὲ τὴν ἐπιμέλεια τῆς προσευχῆς καθάρισε τὴν ἐνέργεια τοῦ νοῦ καὶ φωτίστηκε σ’ ἕνα βαθμό, ἢ μὲ φῶς γνώσεως ἢ καὶ μὲ νοερὰ ἔλλαμψη, ἂν γιὰ τοῦτο θεωρήσει τὸν ἑαυτὸ τοῦ καθαρμένο, πλανᾶται ἐξαπατώντας τὸν ἑαυτό του καὶ μὲ τὴν οἴηση ἀνοίγει ἐναντίον τοῦ ἐαυτοῦ τοῦ μεγάλη θύρα στὸ διάβολο ποὺ πάντοτε ἐπιχειρεῖ νὰ μᾶς πλανᾶ. Ἂν ὅμως, γνωρίζοντας τὴν ἀκαθαρσία τῆς καρδιᾶς του, δὲν ὑπερηφανευτεῖ μὲ τὴ μέτρια ἐκείνη καθαρότητα, τότε χρησιμοποιώντας αὐτὴ σὰν βοηθό, βλέπει καθαρότερα τὴν ἀκαθαρσία, καὶ τῶν ἄλλων ψυχικῶν του δυνάμεων καὶ προοδεύει στὴν ταπείνωση καὶ προσθέτει πένθος στὸ πένθος καὶ ἐφευρίσκει τὴν κατάλληλη θεραπεία γιὰ τὴν κάθε μία δύναμη τῆς ψυχῆς. Καθαρίζει λοιπὸν μὲ τὴν πράξη τὴν πρακτική του δύναμη, μὲ τὴ γνώση τὴ γνωστικὴ καὶ μὲ τὴν προσευχὴ τὴ θεωρητική, καὶ μὲ αὐτὰ φτάνει στὴν τέλεια κι ἀληθινὴ καὶ μονιμότατη καθαρότητα τῆς καρδιᾶς καὶ τοῦ νοῦ. Αὐτὴν δὲν μπορεῖ ποτὲ νὰ ἀποκτηθεῖ ἀπὸ κανένα, παρὰ μὲ τὴν τελειότητα στὴν πράξη, τὴν ἐπίμονη γύμναση, τὴ θεωρία καὶ τὴ θεωρητικὴ προσευχή.

πηγή