Ὁ Κύριος, ὁ Θεός σου, εἶναι ἕνας Κύριος(Δευτ. 6, 4), ποὺ ἀναγνωρίζεται ὡς Πατέρας, Υἱὸς καὶ Ἅγιο Πνεῦμα. Ὁ Πατέρας εἶναι ἀγέννητος. Ὁ Υἱὸς ἔχει γεννηθεῖ ἀπὸ τὸν Πατέρα ἀναρχως, ἀχρόνως καὶ ἀπαθῶς, ὡς Λόγος. Αὐτός, ἐπειδὴ ἔχρισε ἀπὸ τὸν ἑαυτὸ Τοῦ τὴν ἀνθρώπινη φύση ποὺ ἔλαβε ἀπὸ ἐμᾶς, ὀνομάστηκε Χριστός. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα προέρχεται ἀπὸ τὸν Πατέρα, ὄχι ὅμως μὲ γέννηση, ἀλλὰ μὲ ἐκπόρευση. Αὐτὸς εἶναι ὁ μόνος Θεός.
Αὐτὸς εἶναι ὁ ἀληθινὸς Θεός, ὁ ἕνας Κύριος σὲ τρεῖς ὑποστάσεις, Πατέρα, Υἱοῦ καὶ Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ δὲ διαιρεῖται κατὰ τὴ φύση καὶ τὴ βουλὴ καὶ τὴ δόξα, τὴ δύναμη καὶ τὴν ἐνέργεια καὶ ὅλα τα γνωρίσματα τῆς θεότητας. Αὐτὸν μόνο θὰ ἀγαπήσεις καὶ Αὐτὸν μόνο θὰ λατρέψεις μὲ ὅλη τὴ διάνοιά σου καὶ μὲ ὅλη τὴν καρδιά σου καὶ μὲ ὅλη τὴ δύναμή σου (Δεύτ. 6, 5).
Καὶ θὰ εἶναι τὰ λόγια Του καὶ τὰ προστάγματά Του μέσα στὴν καρδιά σου γιὰ νὰ τὰ πράττεις καὶ νὰ τὰ μελετᾶς καὶ νὰ τὰ λὲς ὅταν κάθεσαι καὶ ὅταν βαδίζεις καὶ ὅταν εἶσαι στὸ κρεβάτι καὶ ὅταν ξυπνᾶς καὶ σηκώνεσαι(Δεύτ. 6, 6-7). Νὰ θυμᾶσαι ἀδιάκοπα τὸν Κύριο, τὸ Θεό σου(Δεύτ. 8, 18), καὶ νὰ φοβᾶσαι Αὐτὸν μονάχα(Δεύτ. 6, 13), καὶ νὰ μὴ λησμονήσεις οὔτε Αὐτόν, οὔτε τὶς ἐντολές Του. Ἔτσι θὰ σοῦ δώσει Ἐκεῖνος δύναμη νὰ κάνεις τὸ θέλημά Του.
Γιατί τίποτε ἄλλο δὲ ζητᾶ ἀπὸ σένα ὁ Θεός, παρὰ νὰ τὸν φοβᾶσαι καὶ νὰ τὸν ἀγαπᾶς καὶ νὰ πορεύεσαι σ’ ὅλους τους δρόμους Τοῦ(Δεύτ. 10, 12). Αὐτὸς εἶναι τὸ καύχημά σου καὶ Αὐτὸς ὁ Θεός σου(Δεύτ. 10, 21). Μαθαίνοντας γιὰ τοὺς ὑπερκόσμιους Ἀγγέλους ὅτι εἶναι ἀπαθεῖς καὶ ἀόρατοι, καὶ γιὰ τὸ διάβολο ποὺ ξέπεσε ἀπὸ ἐκεῖ ὅτι εἶναι πολὺ κακὸς καὶ σοφός, ὁρμητικὸς καὶ πολυμήχανος στὸ νὰ πλανᾶ τὸν ἄνθρωπο, μὴ νομίσεις ὅτι εἶναι κάποιος ἀπὸ αὐτοὺς ὁμότιμος μὲ τὸ Θεό.
Βλέποντας τὸ μέγεθος τοῦ οὐρανοῦ καὶ τὴν πολύπλοκη κίνησή του, τὸν ὁλόλαμπρο ἥλιο, τὴ φωτεινὴ σελήνη, τὴν καθαρότητα τῶν ἄλλων ἄστρων, τὸν ἀπαραίτητο στὴν ἀναπνοὴ ἀέρα, τὴ θάλασσα καὶ τὴ γῆ ποὺ παράγουν κάθε προϊόν, μὴ θεοποιήσεις κανένα ἀπ’ αὐτά. Ὅλα αὐτὰ εἶναι δούλα καὶ κτίσματα τοῦ μόνου Θεοῦ ποὺ τὰ δημιούργησε ἀπὸ τὸ μηδὲν μὲ τὸ λόγο Του. Γιατί Αὐτὸς εἶπε κι ἔγιναν, Αὐτὸς πρόσταξε καὶ δημιουργήθηκαν(Ψάλμ. 32, 9).
Αὐτὸν λοιπὸν μόνο, τὸν Κύριο καὶ Δημιουργό του παντὸς θὰ δοξάσεις καὶ σ’ Αὐτὸν θὰ προσκολληθεῖς μὲ ἀγάπη καὶ σ’ Αὐτὸν θὰ μετανοεῖς ἡμέρα καὶ νύχτα γιὰ τὶς ἑκούσιες καὶ ἀκούσιες ἁμαρτίες σου. Γιατί Αὐτὸς εἶναι σπλαχνικὸς καὶ ἐλεήμων, μακρόθυμος καὶ πολυεύσπλαχνος(Ψάλμ. 102, 8) καὶ αἰώνιος ἀγαθοποιός. Αὐτὸς ἔχει ὑποσχεθεῖ καὶ δίνει τὴ βασιλεία τὴν οὐράνια καὶ χωρὶς διαδοχή, τὸν ἀνώδυνο βίο, τὴν ἀθάνατη ζωὴ καὶ τὸ ἀνέσπερο φῶς γιὰ νὰ τὸ ἀπολαμβάνουν ὅσοι τὸν σέβονται καὶ τὸν προσκυνοῦν καὶ τὸν ἀγαποῦν καὶ τηροῦν τὰ προστάγματά Του.
Ἀλλὰ ὁ ἴδιος εἶναι καὶ Θεὸς ζηλωτὴς (Ἐξ. 20, 5) καὶ δίκαιος κριτὴς καὶ φρικτὸς ἐκδικητής. Καὶ σ’ ἐκείνους ποὺ ἀσεβοῦν καὶ ἀπειθοῦν σ’ Αὐτὸν καὶ παραβαίνουν τὰ προστάγματά Του, ἐπιβάλλει κόλαση αἰώνια, φωτιὰ ἄσβηστη, ὀδύνη ἀκατάπαυστη, θλίψη ἀπαρηγόρητη, ἔνδυμα ἄφωτου ζόφου, χώρα σκοτεινὴ καὶ θλιμμένη, τρίξιμο ἐλεεινό των δοντιῶν, ἀκοίμητα φαρμακερὰ σκουλήκια, τὰ ὁποῖα ἔχει ἑτοιμάσει γιὰ τὸν πρῶτο ἀντάρτη, τὸ διάβολο(Ματθ. 25, 41), καὶ μαζὶ γιὰ ὅλους ὅσους πλανήθηκαν ἀπὸ αὐτὸν καὶ τὸν ἀκολούθησαν καὶ ἀθέτησαν τὸν Ποιητή τους μὲ τὰ ἔργα, τὰ λόγια καὶ τὰ νοήματά τους.
Νὰ μὴν κατασκευάσεις ποτὲ ὁμοίωμα κάποιου ἀπ’ ὅσα εἶναι στὸν οὐρανὸ πάνω ἢ στὴ γῆ κάτω ἢ μέσα στὰ νερὰ ὥστε νὰ τὰ λατρεύεις καὶ νὰ τὰ δοξάζεις σὰν θεοὺς (Ἐξ. 20, 4-5). Ὅλα αὐτὰ εἶναι κτίσματα τοῦ μόνου Θεοῦ, ὁ ὁποῖος, στὶς ἔσχατες ἡμέρες, ἀφοῦ σαρκώθηκε σὲ παρθενικὴ μήτρα, παρουσιάστηκε στὴ γῆ καὶ συναναστράφηκε τοὺς ἀνθρώπους(Βᾶρ. 3, 38), κι ἀφοῦ ἔπαθε καὶ πέθανε καὶ ἀναστήθηκε γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων, ἀνέβηκε μὲ τὸ σῶμα Του στοὺς οὐρανοὺς καὶ κάθισε στὰ δεξιά του Ὑψίστου Θεοῦ(Ἑβρ. 1, 3), μὲ τὸ ὁποῖο σῶμα θὰ ἔρθει πάλι μὲ δόξα γιὰ νὰ κρίνει ζῶντες καὶ νεκρούς.
Θὰ κάνεις λοιπὸν τὴν εἰκόνα Αὐτοῦ ποὺ ἔγινε ἄνθρωπος γιὰ τὴ σωτηρία μας, ἀπὸ ἀγάπη σ’ Αὐτόν, καὶ μέσω τῆς εἰκόνας θὰ θυμᾶσαι καὶ θὰ προσκυνήσεις Ἐκεῖνον, ἀνυψώνοντας τὸ νοῦ σου μέσω αὐτῆς στὸ ἄξιο προσκυνήσεως ἐκεῖνο σῶμα τοῦ Σωτήρα, τὸ ὁποῖο κάθεται στὰ δεξιά του Πατέρα στὸν οὐρανό. Θὰ κάνεις ἐπίσης καὶ τὶς ἀπεικονίσεις τῶν Ἁγίων καὶ θὰ τὶς προσκυνήσεις, ὄχι σὰν θεούς, γιατί αὐτὸ εἶναι ἀπαγορευμένο, ἀλλὰ ἐξαιτίας τῆς σχέσεως καὶ τῆς διαθέσεως καὶ τῆς ὑπερβολικῆς τιμῆς πρὸς αὐτούς, καθὼς ἀνυψώνεται ὁ νοῦς μέσω τῶν εἰκόνων σ’ αὐτούς.
Ὅπως κι ὁ Μωυσῆς ἔκανε τὶς εἰκόνες τῶν Χερουβεὶμ καὶ τὶς τοποθέτησε μέσα στὰ Ἅγια(Ἐξ. 25, 17). Ἐπίσης, τὰ Ἅγια των Ἁγίων ἦταν εἰκόνα τῶν ὑπερουρανίων, ἐνῶ τὸ “κοσμικὸ Ἅγιο”(Ἑβρ. 9, 1), ἦταν εἰκόνα ὅλου του κόσμου. Ὅλα αὐτὰ τὰ ὀνόμασε ἅγια ὁ Μωυσῆς, ὄχι γιὰ νὰ δοξάσει τὰ κτίσματα, ἀλλὰ γιὰ νὰ δοξάσει μέσω αὐτῶν τὸν κοσμοποιὸ Θεό. Καὶ σὺ λοιπὸν δὲ θὰ θεοποιήσεις τὶς εἰκόνες τοῦ Δεσπότη Χριστοῦ καὶ τῶν Ἁγίων, ἀλλὰ μέσω αὐτῶν θὰ προσκυνήσεις Ἐκεῖνον ποὺ μᾶς ἔπλασε πρῶτα κατ’ εἰκόνα Του, κι ὑστέρα εὐδόκησε ἀπὸ ἀνέκφραστη φιλανθρωπία νὰ πάρει ὁ ἴδιος τὴν ἀνθρώπινη εἰκόνα Του καὶ μὲ αὐτὴν νὰ γίνει περιγραπτός.
Καὶ δὲ θὰ προσκυνήσεις μόνο τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ καὶ τὸν τύπο τοῦ Σταυροῦ Του. Γιατί εἶναι σημεῖο πάρα πολὺ μεγάλο καὶ τὸ τρόπαιό Του κατὰ τοῦ διαβόλου καὶ ὅλης της διαβολικῆς παρατάξεως.
Γι’ αὐτὸ καὶ τοὺς πιάνει φρίκη καὶ τρέπονται σὲ φυγή, ὅταν βλέπουν νὰ γίνεται ὁ τύπος τοῦ Σταυροῦ. Αὐτὸς ὁ τύπος, καὶ πρὶν ἀκόμη γίνει ἡ Σταύρωση, δοξάστηκε πολὺ ἀπὸ τοὺς Προφῆτες κι ἔκανε μεγάλα θαύματα. Ἀλλὰ καὶ στὴ Δευτέρα Παρουσία Ἐκείνου ποὺ καρφώθηκε πάνω σ’ αὐτόν, τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος μέλλει νὰ ἔρθει γιὰ νὰ κρίνει ζῶντες καὶ νεκρούς, θὰ προπορεύεται τὸ μεγάλο καὶ φοβερὸ αὐτὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ μὲ πολλὴ δύναμη καὶ δόξα(Ματθ. 24, 30). Δόξασε τὸν λοιπὸν τώρα γιὰ νὰ τὸν κοιτάξεις τότε μὲ θάρρος καὶ νὰ δοξαστεῖς μαζί του.
Καὶ τὶς εἰκόνες τῶν Ἁγίων θὰ προσκυνήσεις, γιατί αὐτοὶ συσταυρώθηκαν μὲ τὸν Κύριο, κάνοντας στὸ πρόσωπό σου τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ καὶ φέρνοντας στὴ μνήμη σου τὴ συμμετοχή τους στὰ παθήματα τοῦ Χριστοῦ. Ἐπίσης καὶ τὰ ἅγια σκηνώματά τους καὶ ὅποιο λείψανο τῶν ὀστῶν τους, γιατί δὲ χωρίστηκε ἀπὸ αὐτὰ ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ, ὅπως καὶ ἀπὸ τὸ προσκυνητὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ δὲ χωρίστηκε ἡ θεότητα κατὰ τὸ ζωοποιό Του θάνατο. Κάνοντας ἔτσι καὶ δοξάζοντας ἐκείνους ποὺ δόξασαν τὸ Θεό, γιατί φάνηκαν μὲ τὰ ἔργα τοὺς τέλειοι στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, θὰ δοξαστεῖς κι ἐσὺ μαζὶ ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ θὰ ψάλλεις σὰν τὸν Δαβίδ: «Τίμησα πάρα πολύ τους φίλους Σου, Θεέ μου»(Ψάλμ. 138, 17).
Δὲ θὰ χρησιμοποιήσεις μάταιά το ὄνομα τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ σου(Ἐξ. 20, 7), κάνοντας ψεύτικο ὅρκο γιὰ κανένα γήινο πράγμα, ἀπὸ φόβο ἀνθρώπου ἢ ἀπὸ ντροπὴ ἢ γιὰ δικό σου κέρδος. Γιατί ἡ ἐπιορκία εἶναι ἄρνηση τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτὸ μὴν ὁρκιστεῖς διόλου(Ματθ. 5, 34), ἀλλὰ ν’ ἀποφεύγεις τελείως τὸν ὅρκο, γιατί ἀπὸ αὐτὸν ἔρχεται ἡ ἐπιορκία ποὺ ἀποξενώνει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ κατατάσσει τὸν ἐπίορκο μὲ τοὺς παράνομους.
Ἂν ἀληθεύεις σ’ ὅλους τους λόγους σου, θὰ σὲ πιστεύουν σὰν νὰ παίρνεις ὅρκο. Κι ἂν ποτὲ συμβεῖ νὰ ὑποβάλλεις τὸν ἑαυτό σου σὲ ὅρκο —πράγμα ποὺ πρέπει νὰ ἀπευχόμαστε—, ἂν μὲν πρόκειται γιὰ κάτι σύμφωνο μὲ τὸ θεῖο νόμο, θὰ τὸ ἐκτελέσεις ὡς νόμιμο, ἀλλὰ θὰ ζητήσεις εὐθύνη ἀπὸ τὸν ἑαυτό σου ποὺ ὁρκίστηκες, καὶ μὲ ἐλεημοσύνη, ἱκεσία, πένθος καὶ κακοπάθεια τοῦ σώματος, θὰ ζητήσεις τὸ ἔλεος τοῦ Χριστοῦ ποὺ εἶπε νὰ μὴν ὁρκιστεῖς διόλου(Ματθ. 5, 34).
Ἂν ὅμως ὁρκίστηκες γιὰ κάτι παράνομο, πρόσεξε μὴν τυχὸν κάνεις γιὰ χάρη τοῦ ὅρκου τὴν παρανομία, γιὰ νὰ μὴ συγκαταλεχθεῖς μὲ τὸν προφητοκτόνο Ἡρώδη(Ματθ. 14, 9-10). Κι ὅταν ἀθετήσεις ἐκεῖνο τὸν παράνομο ὅρκο, βάλε νόμο στὸν ἑαυτό σου νὰ μὴν ὁρκιστεῖς ποτὲ πιά, καὶ νὰ ζητᾶς τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ χρησιμοποιώντας μὲ δάκρυα τὰ παραπάνω φάρμακα πιὸ ἐπίπονα.
Μιὰ ἡμέρα τῆς ἑβδομάδας, ἡ ὁποία ὀνομάζεται καὶ Κυριακή, ἐπειδὴ εἶναι ἀφιερωμένη στὸν Κύριο ποὺ αὐτὴν τὴν ἡμέρα ἀναστήθηκε ἐκ νεκρῶν, δείχνοντας καὶ πιστοποιώντας ἀπὸ πρὶν τὴν κοινὴ ἀνάσταση ὅλων των ἀνθρώπων, ὁπότε θὰ σταματήσει κάθε γήινο ἔργο, αὐτὴ τὴν ἡμέρα θὰ τὴν ἀφιερώσεις στὸ Θεὸ(Ἐξ. 20, 8).
Δὲ θὰ κάνεις κανένα ἔργο βιοτικό, ἐκτὸς ἀπὸ τὰ ἀναγκαῖα, ἐνῶ θ’ ἀφήσεις ν’ ἀναπαυθοῦν ὅσοι ἐργάζονται γιὰ σένα ἢ μένουν μαζί σου, γιὰ νὰ δοξάσετε ὅλοι μαζὶ Ἐκεῖνον ποὺ μᾶς ἀγόρασε μὲ τὸ θάνατό Του καὶ ἀναστήθηκε καὶ μαζί Του ἀνέστησε καὶ τὴν ἀνθρώπινη φύση. Θὰ φέρεις στὴ μνήμη σου τὴ μέλλουσα ζωὴ καὶ θὰ μελετήσεις ὅλες τὶς ἐντολὲς καὶ τὶς διατάξεις τοῦ Κυρίου καὶ θὰ ἐξετάσεις τὸν ἑαυτό σου μὴν τυχὸν ἔχεις παραβεῖ ἢ παρέλειψες τίποτε καὶ θὰ τὸν διορθώσεις σὲ ὅλα.
Ἐπίσης τὴν ἡμέρα αὐτὴ θὰ συχνάζεις στὸ ναὸ τοῦ Θεοῦ καὶ θὰ παραμείνεις στὶς ἱερὲς συνάξεις καὶ θὰ κοινωνήσεις μὲ εἰλικρινῆ πίστη καὶ ἀκατάκριτη συνείδηση τὸ ἅγιο Σῶμα καὶ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Καὶ θὰ βάλεις ἀρχὴ μιᾶς ζωῆς πιὸ ἁγίας καὶ θὰ ἀνακαινίσεις τὸν ἑαυτό σου καὶ θὰ τὸν ἑτοιμάσεις νὰ ὑποδεχτεῖ τὰ μέλλοντα ἀγαθά.
Γιὰ χάρη αὐτῶν τῶν ἀγαθῶν, οὔτε τὶς ἄλλες ἡμέρες θὰ κάνεις κατάχρηση τῶν γηίνων· τὴ δὲ Κυριακή, θὰ ἀπέχεις ἀπὸ ὅλα, ἐπειδὴ θὰ κάθεσαι κοντὰ στὸ Θεό, ἐκτὸς ἀπὸ τὰ ἀναγκαιότατα, χωρὶς τὰ ὁποῖα εἶναι ἀδύνατο νὰ ζήσεις. Κι ἔτσι ἔχοντας τὸ Θεὸ καταφύγιό σου, δὲ θὰ μετακινηθεῖς ἀπὸ τὸν τόπο σου καὶ δὲ θ’ ἀνάψεις τὴ φωτιὰ τῶν παθῶν καὶ δὲ θὰ σηκώσεις τὸ φορτίο τῆς ἁμαρτίας.
Ἔτσι τὴν ἡμέρα τῶν σαββάτων”(Ἐξ. 20, 8), δηλαδὴ τὴν Κυριακή, θὰ τὴν ἀφιερώσεις στὸ Θεό, σαββατίζοντας μὲ τὴν ἀπραξία τῶν κακῶν. Στὶς Κυριακὲς νὰ συνάψεις καὶ τὶς καθιερωμένες μεγάλες ἑορτές, κάνοντας τὰ ἴδια καὶ ἀπέχοντας ἀπὸ τὰ ἴδια.
Τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου(Ἐξ. 20, 12), γιατί μέσω αὐτῶν ὁ Θεὸς σὲ ἔφερε στὴ ζωή, καὶ αὐτοὶ —ὕστερα ἀπὸ τὸ Θεὸ— εἶναι οἱ αἴτιοι τῆς ζωῆς σου. Λοιπὸν καὶ σύ, μετὰ τὸ Θεό, αὐτοὺς θὰ τιμήσεις καὶ θὰ ἀγαπήσεις, ἂν ἡ πρὸς αὐτοὺς ἀγάπη συντελεῖ στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ἂν ὅμως δὲ συντελεῖ, θὰ φύγεις ἀπὸ αὐτοὺς ἀμέσως.
Ἂν ἐπιπλέον σου εἶναι καὶ ἐμπόδιο, καὶ μάλιστα στὴν ἀληθινὴ καὶ σωτήρια πίστη, ἐπειδὴ ἔχουν διαφορετικὴ πίστη, δὲ θὰ φύγεις μονάχα, ἀλλὰ καὶ θὰ μισήσεις ὄχι μόνον αὐτούς, ἀλλὰ καὶ ὅλους, μὲ ὅσους συνδέεσαι μὲ συγγένεια ἢ μὲ κάποια φιλία ἢ ἄλλη σχέση, καὶ τὰ ἴδια τὰ μέλη σου καὶ τὶς ὀρέξεις τους καὶ αὐτὸ τὸ σῶμα σου ὁλόκληρο καὶ τὴν μέσω τοῦ σώματος σχέση μὲ τὰ πάθη. «Ὅποιος δὲ μισεῖ τὸν πατέρα καὶ τὴν μητέρα του καὶ τὴ γυναίκα καὶ τὰ τέκνα καὶ τοὺς ἀδελφούς, ἀκόμη καὶ τὴ ζωή του, καὶ δὲ σηκώνει τὸ σταυρό του καὶ δὲ μὲ ἀκολουθεῖ, δὲν εἶναι ἄξιός μου»(Λουκ. 14, 26-27), εἶπε ὁ Χριστός.
Αὐτὰ γιὰ τοὺς κατὰ σάρκα γονεῖς καὶ φίλους καὶ ἀδελφούς. Ἐκείνους ὅμως πού σου εἶναι οἰκεῖοι κατὰ τὴν πίστη καὶ δὲ σ’ ἐμποδίζουν ἀπὸ τὴ σωτηρία, καὶ θὰ τοὺς τιμήσεις καὶ θὰ τοὺς ἀγαπήσεις. Ἂν πρέπει νὰ τιμᾶς ἔτσι τοὺς κατὰ σάρκα γονεῖς σου, πόσο περισσότερο θὰ τιμήσεις καὶ θὰ ἀγαπήσεις τοὺς πνευματικούς σου πατέρες; Αὐτοί σε μετέφεραν ἀπὸ τὴν ἁπλὴ ζωὴ στὴ ζωὴ τῆς ἀρετῆς, σοῦ μετέδωσαν τὸν φωτισμὸ τῆς γνώσεως, σοῦ δίδαξαν τὴν ἀλήθεια, σὲ ἀναγέννησαν μὲ τὸ λουτρὸ τῆς παλιγγενεσίας, ἔβαλαν μέσα σου τὴν ἐλπίδα τῆς ἀναστάσεως καὶ τῆς ἀθανασίας καὶ τῆς ἀδιάδοχης βασιλείας καὶ κληρονομίας, καὶ ἀπὸ ἀνάξιο σ’ ἔκαναν ἄξιό των αἰωνίων ἀγαθῶν.
Σ’ ἔκαναν ἀκόμη οὐράνιο καὶ αἰώνιο, ἀπὸ ἐπίγειος καὶ πρόσκαιρος ποὺ ἤσουν, καὶ υἱὸ καὶ μαθητὴ ὄχι ἀνθρώπου, ἀλλὰ τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ Χριστοῦ πού σου χάρισε τὸ Πνεῦμα τῆς υἱοθεσίας(Ρωμ. 8, 15) καὶ ποὺ εἶπε: «Μὴν ὀνομάσετε κανένα “πατέρα” ἢ “καθηγητή” σας στὴ γῆ, γιατί ἕνας εἶναι ὁ πατέρας καὶ ὁ καθηγητής σας, ὁ Χριστὸς»(Ματθ. 23, 9-10).
Ὀφείλεις λοιπὸν κάθε τιμὴ καὶ ἀγάπη στοὺς πνευματικούς σου πατέρες, γιατί ἡ τιμὴ σ’ αὐτοὺς ἀναφέρεται στὸ Χριστὸ καὶ στὸ Πανάγιο Πνεῦμα, ἀπὸ τὸ ὁποῖο πῆρες τὴν υἱοθεσία, καὶ στὸν ἐπουράνιο Πατέρα, ἀπὸ τὸν ὁποῖο παίρνει τὸ ὄνομά της κάθε πατρικὴ ἰδιότητα οὐράνια ἢ ἐπίγεια(Ἔφ. 3, 15). Θὰ φροντίσεις δὲ νὰ ἔχεις σὲ ὅλη σου τὴ ζωὴ πνευματικὸ πατέρα, γιὰ νὰ τοῦ ἐξομολογεῖσαι κάθε ἁμαρτία καὶ κάθε λογισμὸ καὶ νὰ παίρνεις ἀπὸ αὐτὸν τὴ θεραπεία καὶ τὴν ἄφεση.
Γιατί στοὺς πνευματικοὺς πατέρες ἔχει δοθεῖ ἡ ἐξουσία νὰ λύνουν καὶ νὰ δεσμεύουν τὶς ψυχές. Καὶ ὅσα δέσουν στὴ γῆ θὰ εἶναι δεμένα καὶ στὸν οὐρανό, ἐνῶ ὅσα λύσουν στὴ γῆ θὰ εἶναι λυμένα καὶ στὸν οὐρανὸ(Ματθ. 18, 18). Αὐτὴ τὴ χάρη καὶ τὴ δύναμη ἔλαβαν ἀπὸ τὸ Χριστό. Γι’ αὐτὸ θὰ ὑπακούσεις σ’ αὐτοὺς χωρὶς καμία ἀντιλογία, γιὰ νὰ μὴ χαθεῖ ἡ ψυχή σου. Ἂν ἐκεῖνος ποὺ ἀντιλέγει στοὺς κατὰ σάρκα γονεῖς του, σὲ πράγματα ποὺ δὲν ἀπαγορεύει ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ, θανατώνεται σύμφωνα μὲ τὸ νόμο(Ἐξ. 21, 16· Ματθ. 15, 4), ὅποιος ἀντιλέγει στοὺς πνευματικοὺς πατέρες, πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ μὴ διώχνει τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ μὴ χάνει τὴν ψυχή του; Γι’ αὐτὸ νὰ συμβουλεύεσαι καὶ νὰ ὑπακοῦς μέχρι τέλους στοὺς πνευματικούς σου πατέρες, γιὰ νὰ σωθεῖ ἡ ψυχή σου καὶ νὰ γίνεις κληρονόμος τῶν αἰωνίων καὶ ἀφθάρτων ἀγαθῶν.
Δὲ θὰ πορνεύσεις(Ἐξ. 20, 13), γιὰ νὰ μὴ γίνεις ἀντὶ μέλος Χριστοῦ πόρνης μέλος(Α΄ Κορ. 6, 15) καὶ ἀποκοπεῖς ἀπὸ τὸ θεϊκὸ σῶμα καὶ ξεπέσεις ἀπὸ τὴ θεϊκὴ κληρονομιὰ καὶ ριχτεῖς στὴ γέεννα. Σύμφωνα μὲ τὸ νόμο(Λευϊτ. 21, 9), κόρη ἱερέως ποὺ θὰ πιαστεῖ νὰ πορνεύει, καίγεται, γιατί καταντρόπιασε τὸν πατέρα της· πολὺ περισσότερο ἐκεῖνος ποὺ πάνω στὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ κόλλησε τέτοιο μόλυσμα, θὰ εἶναι ὑπόδικος γιὰ αἰώνια κόλαση.