Ὑπῆρξε ἄξιος μαθητὴς τοῦ μεγάλου διδασκάλου τῆς Ἐκκλθησίας μας, Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου.
α) Ἡ μεγαλύτερη προσφορὰ τῆς Ἐκκλησίας στὸν κόσμο εἶναι οἱ ἅγιοι. Ὅταν ἡ Ἐκκλησία ἀναδεικνύει ἁγίους, εἶναι ζωντανὴ καὶ ἀκμάζουσα. Οἱ ἅγιοι αἰσθητοποιοῦν τὸ μυστήριο τῆς πίστεως φανερώνουν μὲ τὴν ἁγία βιοτὴ τοὺς τὴν ὁδὸ τῆς σωτηρίας. Μπορεῖ νὰ εἶναι διαφορετικοὶ μεταξύ τους, ἀλλὰ τοὺς ἑνώνει ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ. Οἱ ἅγιοι παρουσιάζουν σὲ συγκεκριμένο χρόνο καὶ τόπο βιωμένο τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ. Κι ἐνῶ ζοῦν στὴ γῆ, πολιτεύονται στὸν οὐρανό, ἀφοῦ ἐμπνευστῆς, ὁδηγός, συμπαραστάτης καὶ βοηθὸς τοὺς εἶναι ὁ Ζωοδότης Χριστός.
β) Στὶς 20 Νοεμβρίου μαζὶ μὲ ἄλλους ἁγίους ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ καὶ τὸν Ἅγιο Πρόκλο, ποὺ διετέλεσε πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως. Ὁ ἅγιος αὐτὸς εἶναι ἄγνωστος στὸ εὐρὺ κοινό, ἀλλὰ ὁ βίος τοῦ εἶναι ἀξιοθαύμαστος. Παρότι ἱκανὸς καὶ μορφωμένος, διακρινόταν γιὰ τὴν ἄμετρη ταπείνωσή του, ἀφοῦ δὲν ἐνδιαφερόταν τόσο γιὰ τὴ δική του ἀνάδειξη ὅσο γιὰ τὸ καλὸ καὶ τὴν εἰρήνευση τῆς Ἐκκλησίας. Τέσσερις φορὲς ὑποψήφιος γιὰ τὸν πατριαρχικὸ θρόνο, μόλις τὴν τέταρτη ἀναδείχθηκε πατριάρχης.
γ) Στὸν Συναξαριστὴ ἀναφέρεται ὅτι: «Ὁ ἐν Ἁγίοις Πατὴρ ἠμῶν Προκλός, ἤκμαζε κατὰ τοὺς χρόνους Θεοδοσίου τοῦ μικροῦ, ἐν ἔτει 408. Μὲ τὸ νὰ ἦτον δὲ εὐλαβὴς καὶ ἐνάρετος, ἐχειροτονήθη ἐπίσκοπος Κυζίκου ἀπὸ τὸν Ἅγιον Σισίνιον πατριάρχην Κωνσταντινουπόλεως. Πηγαίνωντας δὲ εἰς τὴν Κύζικον, δὲν ἔγινε δεκτὸς ἀπὸ τοὺς κληρικοὺς τῆς ἐπαρχίας του, διατὶ εἶχον χειροτονήση ἕτερον, Δαλμάτον ὀνόματι. Ὅθεν ἐγύρισεν ὀπίσω εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν μένωντας σχολάζων ἀπὸ ἐπαρχίαν».
δ) Χωρὶς νὰ λυπηθεῖ, ἐπέστρεψε στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου μπορεῖ νὰ ζοῦσε ὡς «σχολάζων», ἀλλὰ ἡ προσφορὰ τοῦ ἦταν μεγάλη, ἀφοῦ δίδασκε μὲ εὐγλωττία τὴν ὀρθόδοξη πίστη. Ὅταν πέθανε ὁ πατριάρχης Σισίνιος, προτάθηκε γιὰ πατριάρχης ὁ Προκλός. Παρότι δὲν ἐξελέγη, συνέχισε νὰ διακονεῖ τὴν Ἐκκλησία. Ὅταν ἐμφανίστηκε ἡ αἵρεση τοῦ Νεστορίου, ὁ ἐνάρετος καὶ εἰρηνικὸς ἐπίσκοπος ὑπερασπίστηκε θερμὰ τὴν ὀρθὴ πίστη. Μετὰ τὴν καταδίκη του Νεστορίου καὶ παρότι εἶχε δώσει πλεῖστες ὅσες πνευματικὲς μάχες, παραγκωνίζεται γιὰ τρίτη φορὰ καὶ στὸν θρόνο τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἐκλέγεται ὁ Μαξιμιανός. Διακόνησε μὲ ταπείνωση καὶ ἀφοσίωση τὸν νέο πατριάρχη καὶ μετὰ τὸν θάνατό του ἐπελέγη τελικὰ πατριάρχης.
ε) Ἡ προσήλωση τοῦ Προκλοὺ στὰ οὐσιώδη της χριστιανικῆς ζωῆς καὶ ἡ καρτερία του στὴν περιφρόνηση καὶ τὸν παραγκωνισμὸ συνέβαλαν ὥστε νὰ ἀναδειχθεῖ σπουδαῖος. Συνεχιστὴς τῆς ἐκκλησιαστικῆς παράδοσης τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου καὶ συνεργάτης τοῦ ἱεροῦ πατρός, ἐργάσθηκε μὲ ἐπιείκεια καὶ σύνεση γιὰ νὰ ἐπαναφέρει στὴν Ἐκκλησία τόσο τοὺς αἱρετικοὺς ὀπαδοὺς τοῦ Νεστορίου ὅσο καὶ ἐκείνους ποὺ εἶχαν σκορπίσει ἐξαιτίας τῶν ἐξοριῶν τοῦ ἁγίου Ἰωάννου. Ἀνεξίκακος, πράος καὶ μετριοπαθὴς βοήθησε σημαντικὰ στὴ διαμόρφωση τοῦ χριστολογικοῦ δόγματος, εἰρήνευσε τὴν Ἐκκλησία καὶ μὲ τὶς θαυμάσιες ὁμιλίες στὴν Παναγία καθιέρωσε τὰ προσωνύμια «Θεοτόκος» καὶ «ἀειπάρθενος».
στ) Ἡ Παναγία ἀπὸ τὸν ἅγιο Πρόκλο χαρακτηρίζεται «ἐργαστήριον ἑνώσεως τῶν δύο φύσεων» τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ. Ὅπως ἀκριβῶς ἡ λυχνία δὲν εἶναι ἡ αἰτία τοῦ φωτός, ἀλλὰ ὄχημά του, ἔτσι καὶ ἡ Παναγία δὲν εἶναι Θεός, ἀλλὰ ναὸς τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἅγιος Προκλὸς στηρίζει τὸ «ἀειπάρθενόν» της Παναγίας καὶ τὸν ὄρο «Θεοτόκος» στὴν ἐπίσκεψη τοῦ Θεοῦ Λόγου. Ἡ θεία ἐπίσκεψη, ποὺ ὀνομάζεται «ἀνιστόρητη εἴσοδος καὶ ἀνερμήνευτη ἔξοδος», καθιστᾶ τὴν Παναγία Θεοτόκο.
ζ) Ἐκτὸς ἀπὸ τὶς διασαφήσεις στὸ δόγμα τῆς ἐνανθρώπησης, ὁ ἅγιος εἰσήγαγε στὴ λατρεία κατὰ τὴ διάρκεια καταστροφικῶν σεισμῶν στὴν Κωνσταντινούπολη τὸν γνωστὸ Τρισάγιο Ὕμνο: «Ἅγιος ὁ Θεός, Ἅγιος Ἰσχυρός, Ἅγιος Ἀθάνατος ἐλέησον ἠμᾶς». Ἀκόμη, φρόντισε γιὰ τὴν ἀνακομιδὴ τῶν λειψάνων τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, τὴ μεταφορά τους ἀπὸ τὰ Κόμανα στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ τὴν ἀπόθεσή τους στὸ ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, ἀφήνοντας τὴ φήμη ἁγίου ἀνδρός.
Πηγή: www.makthes.gr
Σεισμοὶ στὴν Κωνσταντινούπολη
Κατὰ τὸ ἔτος αὐτό, 437/438 μ.Χ., ὁ ἁγιότατος ἐπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως Προκλὸς ἐζήτησε ἀπὸ τὸν βασιλέα Θεοδόσιο καὶ μετακόμισε ἀπὸ τὰ Κόμανα στὴ Βασιλεύουσα τὸ λείψανο τοῦ Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου. Καὶ κατὰ τὸ ἐρχόμενο ἔτος ὕστερα ἀπὸ 33 ἔτη καὶ κατὰ τὴν ἐπάνοδο, ἀφοῦ συνόδευσε σὲ πομπὴ μαζὶ μὲ τὸν βασιλιὰ καὶ τὴ μακαρία Πουλχερία, ἐναπέθεσε τὸ λείψανο στὴν ἐκκλησία τῶν ἁγίων Ἀποστόλων καὶ ἔτσι ἕνωσε αὐτοὺς ποὺ χωρίστηκαν ἀπὸ τὴν ἐκκλησία ἕνεκα τῆς καθαιρέσεως ἐκείνου.
Στὴν ἐποχὴ τοῦ ἁγίου Προκλοὺ ἔγιναν μεγάλοι σεισμοὶ στὴν Κωνσταντινούπολη διαρκῶς ἐπὶ τέσσερις μῆνες καὶ φοβήθηκαν λοιπὸν οἱ Βυζάντιοι καὶ κατέφυγαν ἔξω ἀπὸ τὴν Πόλη σὲ τοποθεσία λεγόμενη Κάμπος, ὅπου περνοῦσαν τὶς ἡμέρες μαζὶ μὲ τὸν ἐπίσκοπο λιτανεύοντας μὲ δεήσεις στὸ Θεό.
Καὶ μία ἀπὸ αὐτὲς τὶς μέρες καὶ ἐνῶ ἐσείετο κυματιστὰ ἡ γῆ καὶ ὁ λαὸς ἔκραζε ὁλόψυχά το «Κύριε, ἐλέησον», γύρω στὶς ἐννέα το πρωὶ συνέβη ξαφνικὰ καὶ μπροστὰ στὰ μάτια ὅλων νὰ ἁρπαχθεῖ ἀπὸ θεία δύναμη στὸν ἀέρα ἕνας νεαρὸς καὶ νὰ ἀκούσει θεία φωνὴ ποὺ τὸν προέτρεπε ν’ ἀναγγείλει στὸν ἐπίσκοπο καὶ τὸ λαὸ νὰ λιτανεύουν καὶ νὰ λένε ἔτσι:
– «Ἅγιος ὁ Θεός, ἅγιος Ἰσχυρός, ἅγιος Ἀθάνατος, ἐλέησον ἠμᾶς».
Καὶ νὰ μην προσθέτουν τίποτα ἄλλο. Ὁ δὲ ἅγιος Προκλὸς δέχτηκε αὐτὴ τὴν ἀπόφαση καὶ ἐπέτρεψε στὸ λαὸ νὰ ψάλλει ἔτσι καὶ σταμάτησε ἀμέσως ὁ σεισμός. Ἡ δὲ μακαρία Πουλχερία καὶ ὁ ἀδελφὸς αὐτῆς πάρα πολὺ εὐαρεστήθηκαν μὲ τὸ θαῦμα καὶ πρόσταξαν νὰ ψάλλεται σὲ ὅλη τὴν οἰκουμένη ὁ θεϊκὸς αὐτὸς ὕμνος. Καὶ ἀπὸ τότε παρέλαΒαν ὅλες οἱ ἐκκλησίες νὰ τὸν ψάλουν κάθε μέρα στὸ Θεό.
Πηγή: π. Ἀνανίας Κουστένης, «Ἱστόριες ἀπὸ τὸν ἅγιο Θεοφάνη τὸν Χρονογράφο», ἔκδ. Ἀκτὴ Λευκωσία 2012
Leave a Reply
Want to join the discussion?Feel free to contribute!