Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου
…Βλέποντας τις μέρες που πέρασαν να απαιτούν διδασκαλίες και τον εαυτό μου να είναι αναγκασμένος να σιωπά εξαιτίας της αρρώστιας μου, αισθανόμουν ανία και δυσανασχετούσα, σαν κανένας πρόθυμος αθλητής που εμποδίζεται κατά τους αγώνες του να μπει στο στάδιο. Έβλεπα εσάς να επιθυμείτε τη λογική τροφή, και τον εαυτό μου να μη μπορεί να τη χορηγήσει. Έβλεπα το χρόνο κατάλληλο για εμπόριο, και τον εαυτό μου να μη μπορεί να κάνει ούτε ένα συμβόλαιο μαζί σας. Έβλεπα να υπάρχει κυνήγι πολύ, και τον κυνηγό να μη έχει διάθεση για κυνήγι. Αλλά, αν και υπέφερα πολύ γι’ αυτό, θεωρούσα καλύτερο να προσθέτω στον εαυτό μου τους κόπους, ώστε και στην Εκκλησία να σας έχω να έρχεσθε καθημερινά και να επικοινωνώ μαζί σας και ως προς την άλλη λειτουργία, παρά, αφού κοπιάσω δύο ή τρεις ημέρες μόνο, να καρφωθώ πάλι στο κρεβάτι και να σας εγκαταλείψω. Γι’ αυτό, παραλείποντας τις καθημερινές ομιλίες, έρχομαι σήμερα με τη χάρη του Κυρίου, για να κάνω το χρέος μου απέναντί σας.
Ελάτε λοιπόν να ελκύσουμε το σκάφος στο πέλαγος της μετανοίας των Νινευιτών. Γιατί για κάθε ομάδα ανθρώπων χρειάζονται διαφορετικοί λόγοι, αλλά τα φάρμακα της μετανοίας νομίζω πως είναι ωφέλιμα σε όλους. Επειδή δηλαδή κανένας δεν είναι αναμάρτητος, είναι φανερό, ότι δεν υπάρχει κανείς, που να μη έχει ανάγκη από μετάνοια. Σ’ εκείνους που έχουν την ανάγκη της μετανοίας, είναι απαραίτητο το παράδειγμα των Νινευιτών, που έχουν σωθεί, διότι με τον ίδιο τρόπο οδηγεί και αυτούς στην υγεία. Ας δούμε λοιπόν αυτούς που ζούσαν στην αμαρτία να γίνονται ονομαστοί για την αρετή τους. Ας δούμε αυτούς που έμοιαζαν θηρία, να καταλαμβάνουν θέση Αγγέλων. Ας δούμε αυτούς που με τα έργα τους κατέστρεφαν την πόλη τους, με τον τρόπο της ζωής τους να ξαναχτίζουν την πόλη. Ας δούμε τους εχθρούς του Θεού να γίνονται φίλοι του Θεού, και αυτούς που είχαν κατήγορο τον Δεσπότη, να τον κάνουν ύστερα συνήγορο. Ας δούμε τους καταδικασμένους, μετά την απόφαση να ανταγωνίζονται τον Δικαστή και να αναιρούν την απόφαση. Ας δούμε το Θεό από φιλανθρωπία να ψεύδεται.
Ακούσαμε προηγουμένως, ότι ο Προφήτης κήρυττε, ενώ η πόλη ταρασσόταν και ότι όπως το πέλαγος ο δυνατός άνεμος το αναταράσσει, έτσι και στο λαό των Νινευιτών, ηχώντας η φωνή του Ιωνά, γέμισε τα πάντα παραζάλη και συμφορά. Ακούσαμε ότι πιστεύοντας η πόλη το κήρυγμα, δεν έπεσε σε απόγνωση, αλλά δραστηριοποιήθηκε στη μετάνοια. και ενώ δεν είχε ελπίδες σωτηρίας, επιχειρούσε να λατρεύει και να συμφιλιώνει τον Θεό. Ποια ήταν αυτά που έκαναν για την συμφιλίωση; Ειπώθηκαν, βέβαια μερικά, πρέπει όμως να σας αποκαλύψω ολόκληρο τον λόγο. διότι κήρυξαν νηστεία και ντύθηκαν σάκκο από τον μικρό μέχρι τον μεγάλο τους. Πόσο παράξενο θαύμα, φοβερό βέβαια για τους ανθρώπους, περιπόθητο όμως στους Αγγέλους! Σκέψου, σε παρακαλώ, τις πολλές μυριάδες εκείνες των ανδρών και των γυναικών και των παιδιών να φορούν σάκκο και να είναι συγκεντρωμένοι στο ίδιο σημείο. όλα τα επαγγέλματα και όλες τις ανθρώπινες δραστηριότητες να αργούν, και να μη γίνεται κανένα έργο από κανέναν πουθενά, και να στέλνεται στον ουρανό θρήνος όλων μαζί και ταραχή και βοή. Φαντάσου την ανισότητα μεταξύ κυρίων και δούλων να έχει καταργηθεί, και μεταξύ αρχόντων και αρχομένων, τον βασιλιά να είναι παρών στα πλήθη με την ίδια εμφάνιση και να ρυθμίζει τη λειτουργία του Θεού σαν μια πολιτική παράταξη. Γιατί λέει, «έφτασε ο λόγος στο βασιλιά και σηκώθηκε από τον θρόνο του και έβγαλε τη στολή του και φόρεσε σάκκο και κάθησε πάνω σε στάχτη» (Ιωνά 3, 6).
Πόσο σοφός βασιλιάς! Προΐσταται ο ίδιος στη μετάνοια, για να κάνει καλύτερη την πόλη. Γιατί ποιος θα έδειχνε αδιαφορία πια, βλέποντας τον ίδιο τον βασιλιά να αγωνίζεται για τη σωτηρία; Τα τραύματα της αλουργίδας (πορφύρας) τα θεραπεύει με σάκκο. τις αμαρτίες του θρόνου τις πλένει καθισμένος πάνω στη στάχτη. την αρρώστια της υ¬περηφανείας τη θεραπεύει με την ταπεινή του εμφάνιση. με την νηστεία επουλώνει τις πληγές της απολαύσεως. και δείχνοντάς τα αυτά έμπρακτα, τους ξεσηκώνει όλους με διάγγελμα να καταβάλουν όλοι την ίδια προσπάθεια. Γιατί λέει «κηρύχθηκε από τον βασιλιά. οι άνθρωποι και τα κτήνη και τα βόδια και τα πρόβατα να μη φάνε τίποτα, να μη βοσκήσουν και να μη πιουν νερό» (Ιω. 3, 7). Πρωτάκουστη νομοθεσία βασιλιά. διατάζει νηστεία στους αρρώστους σαν να είναι γιατρός. ή καλύτερα μιμείται τις αποστολικές διδασκαλίες για ευσεβή νηστεία ο νομοθέτης που διάγει βίο απολαυστικό, και διατάζει να συμμετέχουν σ’ αυτήν και τα άλογα ζώα, αποσπώντας με την αναμάρτητη φύση σε μεγαλύτερη ευσπλαχνία τον Θεό.
«Και ντύθηκαν σάκκους», λέει, «οι άνθρωποι και τα κτήνη» (Ιω. 3, 8 ). Πω! πω! ουράνια παράταξη! Πω! πω! φρικτή για το διάβολο στρατιωτική φάλαγγα! Στεκόταν κλαίοντας ο διάβολος, βλέποντας τη στρατιά του ολόκληρη να έχει αποστατήσει προς τον Θεό και να μάχεται με τους δαίμονες. και στη μάχη αυτή να αγωνίζονται και τα παιδιά και οι γυναίκες και τα νήπια μαζί με τους άνδρες. αλλά και η φύση των κτηνών και αυτή έγινε σύμμαχος στην παράταξη. Και είδε ο διάβολος πρωτοφανές θέαμα. τα κατοικίδια ζώα να προσφέρουν δικαιοσύνη στους ανθρώπους και να νηστεύουν για την σωτηρία των ιδιοκτητών τους. «οι άνθρωποι και τα βόδια και τα κτήνη να μη φάνε τίποτα ούτε να βοσκήσουν». Αφού απέβαλε ο βασιλιάς τα σύμβολα της εξουσίας, ανέλαβε τη θέση των ιερέων. Στάθηκε μιλώντας και φιλοσοφώντας, εκπαιδεύοντας τους Νινευίτες.
«Είναι φοβερά, λέει, φίλοι μου, τα κακά που μας περιτριγυρίζουν. Αφού υποτάξαμε όλη την οικουμένη, καταστρεφόμαστε με θεϊκή απόφαση ως πονηροί, και ενώ βασιλεύουμε σ’ όλους τους ανθρώπους, καταδικαστήκαμε ως οι πιο φαύλοι από όλους σε θάνατο με τρόπο παράξενο, και ενώ θεωρηθήκαμε ως οι πιο άθλιοι από όλους, θα γίνουμε μύθος σ’ όλη τη ζωή και διήγημα, γιατί η προηγούμενη δόξα δεν συγχωρεί τις κακίες μας. Αφού νικήσαμε σε πολλούς πολέμους, Νινευίτες, ας αγωνισθούμε τώρα πιο γενναία για τη σωτηρία μας. γιατί παλιότερα, για να γίνουμε κύριοι των άλλων κάναμε τα πάντα, τώρα όμως έπαθλό μας θα είναι το να μη χαθούμε μονομιάς μαζί με τις γυναίκες και τα παιδιά μας. Για να αντιμετωπίσουμε πρωτάκουστο πόλεμο, ας αγωνιστούμε πρωτάκουστα. ας τοξεύσουμε τον ουρανό με υμνωδίες. ας ρίξουμε εκεί αντί για δόρατα ψαλμωδίες. ας ρίξουμε με σφενδόνες στο Θεό προσευχές. ας κατευνάσουμε το θυμό του με ασταμάτητα δάκρυα. ας σχί¬σουμε τη φάλαγγα των πονηρών πράξεων. ας κυριεύσουμε τα οχυρά της κακίας. ας πολεμήσουμε με τα όπλα της αρετής. τον θώρακα της δικαιοσύνης το βέλος δεν τον διαπερνά. την ασπίδα της πίστεως ο κεραυνός δεν μπορεί να την κάψει. την περικεφαλαία της ελπίδας ο Θεός δεν αντέχει να την συντρίψει. η ουράνια οργή δεν σχίζει τον χιτώνα της σωφροσύνης. η απειλή της καταστροφής, δεν μπορεί να γκρεμίσει το τείχος της εξομολογήσεως. η απόφαση της εξαφανίσεως, όταν δει σοβαρή μετάνοια, διαλύεται αμέσως ως καπνός. Εάν έτσι, φίλοι μου, και με τέτοια όπλα πολεμήσουμε, όπως κατακτήσαμε τη γη, έτσι θα γίνουμε κύριοι και του ουρανού. Έχετε θάρρος, Νινευίτες, έχετε θάρρος, μαζί μας πολεμάει φιλάνθρωπος βασιλιάς. Αυτός ρίχνει χωρίς ικεσία τους εχθρούς του, όταν όμως μετατρέψει την οργή του, γίνεται ευεργέτης των εχθρών του».
Με τέτοια παρηγοριτικά λόγια καλούσε ο βασιλιάς το λαό σε μετάνοια, ενώ οι Νινευίτες εκτελούσαν πρόθυμα αυτά που διατάσσονταν. γιατί λέει, «φόρεσαν σάκκους οι άνθρωποι και τα κτήνη και φώναζαν παρατεταμένα στο Θεό». Δεν ήταν τα λόγια τους συνηθισμένα και ο λογισμός τους μετέωρος. δεν μιλούσε η γλώσσα τους, ενώ η σκέψη τους ρέμβαζε. δεν προφερόταν η φωνή τους, ενώ ο νους τους περιφερόταν, αλλά και τα δύο παρακαλούσαν τον Θεό. Όταν ήρθε η νύχτα και αύξησε τον φόβο, έδιωξε τον ύπνο τους και έκανε την υμνωδία πιο έντονη. Η ημέρα πάλι δείχνοντας τον ουρανό μελαγχολικό και καθώς χτυπιόταν με ακατάπαυστες αστραπές και βροντές, προκαλούσε σ’ όλους μεγάλο τρόμο και τους παρακινούσε σε μεγάλη κραυγή. Η γη που σειόταν προκαλούσε μεγάλη ταραχή στις ψυχές τους. Όλα τα νήπια από φόβο έτρεχαν στους κόλπους των μητέρων τους και κλαίοντας στις αγκαλιές τους δημιουργούσαν απερίγραπτο θρήνο και οδυρμό σ’ όσους τα έβλεπαν. Αγέλες βοδιών και προβάτων και ζώα που είχαν στερηθεί από κάθε βοσκή και νερό, βγάζοντας διάφορες φωνές έκαναν ακόμα και τις σκληρές σαν διαμάντια ψυχές να κλαίνε. Ενώ λοιπόν από παντού η απειλή και ο φόβος τους συντάραζαν, δεν εννοούσαν να αποβάλουν την καλή ελπίδα. Γιατί λέει, «ποιος ξέρει αν δεν μετανοήσει ο Θεός και απομακρύνει το θυμό και την οργή Του, και δεν καταστραφούμε»; (Ιωνά 3, 9).
Φώναζαν λοιπόν μέσα από τα κατάβαθα της καρδιάς τους οι Νινευίτες στον Θεό. «Βασιλιά, Κύριε της ζωής και του θανάτου, εμείς βέβαια είμαστε άξιοι της αποφάσεως με την οποία μας απείλησες και οφείλουμε κάθε καταδίκη επειδή αγνοήσαμε εσένα τον αληθινό Θεό και ζήσαμε ζωή διεφθαρμένη. Συ όμως, χρησιμοποιώντας το πέλαγος της ευσπλαχνίας Σου, παύσε την εναντίον μας τιμωρία. νίκησε το ενδιάμεσο δίκαιο με την αγαθότητά Σου, και τη δική μας αγνωμοσύνη με την φιλανθρωπία Σου, εάν βέβαια μας επέβαλες την ποινή ξαφνικά, θα είχαν λόγο οι τιμωρίες Σου, και θα μας σκότωνες, αφού ήμασταν ξένοι και διεφθαρμένοι. Όμως τώρα, που εξαιτίας της καλωσύνης Σου, μας έδωσες προθεσμία, αν μας θανατώνεις , ενώ μετανοήσαμε, δεν θα θανατώσιες ξένους, αλλά δικούς Σου. Όταν ασεβούσαμε μας φύλαξες, και μας θανατώνεις τώρα που γίναμε πιστοί; Ενόσω ήμασταν πονηροί μας διέσωσες, και μας θανατώνεις τώρα που κάνουμε αγαθοεργίες; Όσο η πόλη ήταν αφοσιωμένη στα είδωλα τη μεγάλωσες και την έκανες βασίλισσα, και την καταστρέφεις τώρα, που έγινε δική σου; Χωρίς να σε γνωρίζουμε, με σένα κυριέψαμε την οικουμένη, και τώρα που σε προσκυνάμε, θα χάσουμε και την ίδια τη ζωή μας; Ευσπλαχνίσου, Βασιλιά, το όνομά Σου, και μη, επιμένοντας να καταδικάσεις τους Νινευίτες, κάνεις να αποφεύγει κανείς την ευσέβεια ως ανώφελη. μη κλείσεις στους ανθρώπους την πόρτα της ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ, δικάζοντας εμάς δικαίως. Εάν, έχοντας νομοθέτη και δασκάλους, φθάσαμε σε πολλή κακία, να μας θανατώσεις οπωσδήποτε, να μη μας δώσεις συγχώρηση, αν και σε παρακαλούμε, τιμώρησέ μας με ποινή σκληρότερη από αυτήν με την οποία μας απείλησες. εάν όμως χωρίς να διδαχθούμε, χωρίς να παιδαγωγηθούμε, ζούμε μέσα στη διαφθορά και την ασέβεια, μη καταδικάσεις την άγνοιά μας, βασιλιά, με τόσο μεγάλο αφανισμό.
Παλιά εξαφάνισες τους ανθρώπους με κατακλυσμό δικαίως. γιατί, ενώ δίδασκε ο Νώε, δεν τον άκουαν. τους προανήγγειλες την καταστροφή, και δεν απέφυγαν την αμαρτία. Τους Σοδομίτες δικαιολογημένα τους έκαψες, γιατί δεν θέλησαν να δεχθούν τις συμβουλές του Λωτ. Οι Αιγύπτιοι σωστά καταποντίστηκαν μαζί με τον Φαραώ, γιατί, ενώ τους δίδασκε ο Μωυσής, δεν πείσθηκαν, αν και είχαν δεχθεί πολλές πληγές και είχαν αποκτήσει πείρα της δυνάμεώς Σου. Ή μήπως τολμήσαμε να αντιμιλήσουμε σε κανέναν; Ένα μόνο προφήτη μας έστειλες τώρα και ούτε και αυτόν να μας διδάξει, αλλά να μας φέρει κακά μηνύματα, και αφού πιστέψαμε και δείξαμε μέσα σ’ αυτήν μεγάλη μεταβολή. Αν και μας κηρύχθηκε η καταστροφή μας, δεν χάσαμε την εμπιστοσύνη μας στη φιλανθρωπία Σου. Ενώ ο Προφήτης κήρυξε την καταστροφή, εμείς στηρίξαμε τις ελπίδες μας στο έλεός Σου. Μη διαψεύσεις, αγαθέ, τις ελπίδες μας! Μη σταματήσεις γλώσσες που θέλουν να ανυμνούν την αγαθότητά Σου! Μη θανατώσιεις άνδρες που είναι πρόθυμοι να κηρύξουν την επιείκειά Σου! Μη μας εμποδίσεις να γίνουμε σ’ όλους τους δικούς μας δάσκαλοι της ευσεβείας! Μη παραμείνεις αμετακίνητος όμοια με εκείνους που δεν παρέμειναν ποτέ στα ίδια. Αλλάξαμε εμείς, συμφιλιώσου Εσύ. Πάψε την οργή Σου, όπως εμείς σταματήσαμε την πλάνη. Πάψε Συ την τιμωρία, όπως εμείς την κακία. Μας διαπαιδαγώγησες αρκετά με το φόβο, δώσε μας λοιπόν καιρό να αποδείξουμε την αγάπη μας σε Σένα.
Λυπήσου τα ζώα που από την πείνα μουγκρίζουν. λυπήσου τα αναμάρτητα παιδιά που πνίγονται στο κλάμα. Λυπήσου τα τρυφερά νήπια που από την νηστεία πεθαίνουν. Μη καταστρέψεις τους αναίτιους μαζί με τους υπαίτιους. Σπλαχνίσου τις μητέρες που εξαιτίας της οργής Σου, δεν προσφέρουν γάλα στα πολυαγαπημένα τους. αρνήθηκαν οι γονείς την ευσπλαχνία σ’ εκείνα, για να προκαλέσουν τη δική Σου ευσπλαχνία. Όλοι οι άνθρωποι ανέχονται τις ίδιες με εμάς κακίες. εάν δεν δεχθείς εμάς που μετανοούμε, θα κόψεις όλου του κόσμου τις ελπίδες».
Τέτοια λόγια από την αρχή, όπως είναι φυσικό, χρησιμοποιούν οι Νινευίτες. ήταν όμως και τα έργα τους εφάμιλλα προς τα λόγια τους, νηστεία, σάκκος, εκτεταμένη προσευχή, δάκρυα, αποφυγή της κακίας. Φώναξαν, λέει, στο Θεό παρατεταμένα, και επέστρεψε ο καθένας από τον κακό δρόμο του και από την αδικία που είχε διαπράξει. Άρχισαν να εφαρμόζουν την συνετή ζωή σε υπερβολικό βαθμό και έκαναν την κορωνίδα της αρετής θεμέλιο της αρετής τους. γιατί, ο καθένας έκανε όποιο έργο ήταν το πιο καλό και προσφιλές στο Θεό. Είδαν να κηρύσσεται πόλεμος ουράνιος εναντίον τους και οχύρωσαν τους σάκκους σαν θαυμάσια πανοπλία. Αντέταξαν από κάτω προσευχές και δεήσεις εναντίον των κεραυνών του ουρανού. Απέναντι στον πάταγο των βροντών έστησαν τον ήχο της υμνωδίας. Η νηστεία έγινε γι’ αυτούς αισθητός πύργος. Με τους κρουνούς των δακρύων τους έσβησαν τη φάλαγγα των αμαρτημάτων τους. Έκαναν φίλους τους εχθρούς, για να συμφιλιώσουν τον Θεό με τους εαυτούς τους. Συγχώρησαν αυτοί την οργή τους εναντίον εκείνων που τους είχαν λυπήσει, για να σταματήσουν την εναντίον τους οργή του Δεσπότη. Έσχισαν το γραμμάτιο των επίγειων χρεών, για να επιτύχουν τη συγχώρηση των πταισμάτων τους από τον ουρανό. Έδωσαν στους δούλους ελευθερία, για να απαλλαγούν οι ίδιοι από την τιμωρία. Έδωσαν τα κτήματά τους σ’ αυτούς που είχαν ανάγκη, για να εξασφαλίσουν την κυριότητα της περιουσίας τους. Απέρριψαν την απόλαυση, και επιζητούσαν την εγκράτεια. Απέφυγαν την ακολασία, και ασπάσθηκαν την σωφροσύνη. Μίσησαν τα μεγάλα αξιώματα, και πήραν όλοι ταπεινή και πένθιμη εμφάνιση. Σταμάτησαν τα ψώνια και τα συμβόλαια και όλα τα έργα, και λάτρευαν το Θεό. Οι κακούργοι, χωρίς να τους υποχρεώνει κανένας, ομολογούσαν τις ληστείες τους. Οι δικαστές δεν καταδίκαζαν αυτούς που ομολογούσαν. Σαν πεθαμένοι ομολογούσαν όλοι τη ζωή τους. Ο πλούτος σκορπιζόταν αφύλακτος και δεν εμφανιζόταν κλέφτης από πουθενά. Δινόταν χρυσάφι στους φτωχούς, και την απόκτησή του ο καθένας την απέφευγε ως ζημία. Ένα πράγμα μόνο ενδιέφερε όλους, η σωτηρία. Ένας δρόμος υπήρχε για πλουσίους και φτωχούς, ο κόπος για τη ζωή. Κάθε τι που δεν οδηγούσε σ’ αυτήν, το απομάκρυναν σαν ανώφελο και κακό. Η σωτηρία ήταν αβέβαιη και έσπευσαν να την ομολογήσουν. Δεν μπορούσαν να ελπίζουν στο αποτέλεσμα της μετάνοιας και για να ζήσουν οπωσδήποτε φρόντιζαν κάθε πράξη τους. Πόσο φιλόσοφοι βάρβαροι! Πόσο σοφοί απαίδευτοι! Έμαθαν χωρίς να διδαχθούν αυτά που έπρεπε, άλλαξαν τρόπο ζωής χωρίς νομοθέτη, σωφρονίσθηκαν χωρίς δασκάλους, από την εσχάτη κακία, έφτασαν σε ουράνια πολιτεία. Αυτή είναι η αλλοίωση που επιφέρει η δύναμη του Υψίστου. Έρριξε μία βροχή απειλής, και οι Νινευίτες παρουσίασαν μυρίων αγαθών καρποφορία. Μεταμορφώθηκαν με τη ΜΕΤΑΝΟΙΑ. οι αμαρτωλοί που ήταν, έγιναν δίκαιοι, αγαπητοί στους Αγγέλους, ποθητοί στο Θεό. Στήριξαν την πόλη τους που κουνιόταν, την ανόρθωσαν ενώ έπεφτε, την στήριξαν ενώ δονούταν. Μεταστράφηκαν και δεν αντιστράφηκαν. μεταβλήθηκαν και δεν καταστράφηκαν. Γιατί λέει, «είδε ο Θεός τα έργα τους, ότι δηλαδή επέστρεψαν από τους πονηρούς δρόμους τους, και μετανόησε ο Θεός για όσα είχε πει ότι θα τους καταστρέψει εξ αιτίας της κακίας τους» (Ιωνά 3, 10). Τί παράδοξα πράγματα! Επανέλαβε τη δίκη ο Δικαστής, ακύρωσε την καταδικαστική απόφαση, και έβγαλε άλλη αθωωτική. Μετανόησαν οι Νινευίτες και μετανόησε και ο Θεός. Η μετάνοια έσχισε το διάταγμα του αφανισμού. Έσχισαν εκείνοι την κακία, έσχισε και ο Θεός την απόφαση. Ω παντοδύναμη μετάνοια!! Στη γη τελείται, και αντιστρέφει τα ουράνια!
Έτσι και εμείς, αγαπητοί μου φίλοι, ας μετανοήσουμε. έτσι ας νηστέψουμε. ας συνδυάσουμε τις καλές πράξεις με τη νηστεία. ας απέχουμε από τις πονηρές πράξεις. ας φοβηθούμε την απειλή της γέεννας. ας αποκτήσουμε τη σωτηρία από το Θεό με την ΜΕΤΑΝΟΙΑ. Εις στον άναρχο Πατέρα, ανήκει η δόξα, η εξουσία, η δύναμη, η τιμή και ευχαριστία και προσκύνηση, τώρα και πάντοτε και στους αιώνας των αιώνων.
ΑΜΗΝ.
Leave a Reply
Want to join the discussion?Feel free to contribute!