(Ὅπου γίνεται καὶ κατὰ τὸ δυνατὸν ἔκθεση τοῦ μυστηρίου τοῦ Βαπτίσματος τοῦ Χριστοῦ)

Χθὲς ἐκκλησιαζόμενος καὶ ἐγὼ μαζί σας καὶ προεορτάζων τὴν ἡμέρα τῶν Φώτων σᾶς ἀνέπτυξα τὰ ἁρμόζοντα καὶ εἶπα πρὸς τὴν ἀγάπη σᾶς περὶ τοῦ Βαπτίσματος τοῦ Χριστοῦ, τοῦ ὁποίου ἐμεῖς ἀξιωθήκαμε, ὅτι εἶναι ἐπίγνωση τοῦ Θεοῦ καὶ ὑπόσχεση πρὸς τὸν Θεό. Πίστη μὲν καὶ ἐπίγνωση τῆς ἐν Θεῶ ἀληθείας, συνθήκη δὲ καὶ ὑπόσχεση διὰ ἔργα καὶ λόγους καὶ συμπεριφορὲς ποὺ ἀρέσουν στὸν Θεό.

Ὑπολειπόταν δὲ νὰ μιλήσουμε γιὰ τὸ χωρίο τοῦ Εὐαγγελίου ποὺ ἀναγνώσθηκε τώρα καὶ λέει: «Καὶ ἰδοὺ ἀνεώχθησαν αὐτῶ οἱ οὐρανοὶ καὶ εἶδεν (ὁ Ἰωάννης) τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καταβαῖνον ὡς περιστερὰν καὶ ἐρχόμενον ἐπ’ αὐτὸν καὶ ἰδοὺ φωνὴ ἐκ τῶν οὐρανῶν λέγουσα· οὗτος ἐστιν ὃ Υἱός μου ὃ ἀγαπητός, ἐν ὢ εὐδόκησα».

Μέγα καὶ ὑψηλὸ εἶναι, ἀδελφοί, τὸ μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος τοῦ Χριστοῦ, τὸ ὅποιον περιέχεται στοὺς λίγους αὐτοὺς λόγους· δυσθεώρητο καὶ δυσερμήνευτο καὶ ὄχι λιγότερο δυσκατάληπτο. Ὅπως λοιπὸν κατὰ τὴ δημιουργία μετὰ τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ: «Ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ’ εἰκόνα ἡμετέραν καὶ καθ’ ὁμοίωσιν», πλάσθηκε στὸ πρόσωπο τοῦ Ἀδὰμ ἢ φύση μας καὶ φάνηκε σ’ αὐτὴν (τὴν ἀνθρώπινη φύση μᾶς) ὁ τριαδικὸς χαρακτήρας τῆς καθ’ ὑπόστασιν δημιουργοῦ τριαδικῆς θεότητας διὰ τοῦ ἐμφυσήματος στὸν Ἀδὰμ τοῦ ζωαρχικοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ κατὰ τὴ δημιουργία τῶν ὑπολοίπων κτισμάτων ποὺ ἔγιναν μόνον μὲ λόγο (εἶπε καὶ ἐγεννήθησαν), μόνον ὁ Υἱὸς Λόγος καὶ ὃ λέγων Πατὴρ φανερώθηκαν, ἔτσι καὶ τώρα, ὁπότε ἀναδημιουργεῖται ἡ φύση μᾶς ἐν Χριστῷ, φανερούμενο τὸ ἅγιο Πνεῦμα μὲ τὴν κάθοδό του ἀπὸ τοὺς οὐρανοὺς στὸν Χριστὸ ποὺ  βαπτιζόταν στὸν Ἰορδάνη, φανέρωσε τὸ μυστήριο τῆς σωτηρίας τῶν λογικῶν κτισμάτων ἀπὸ τὴν ἀνωτάτη καὶ τὰ πάντα δημιουργοῦσα Τριάδα.

Ἀλλὰ γιὰ ποιὸ λόγο κατὰ τὴ στιγμὴ ποὺ δημιουργεῖται καὶ κατὰ τὴ στιγμὴ ποῦ ἀναδημιουργεῖται ὁ ἄνθρωπος φανερώνεται τὸ μυστήριο τῆς ἁγίας Τριάδος; Ὄχι μόνον διότι ἀπὸ ὅλα τα ἐπίγεια κτίσματα ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὁ μόνος μύστης καὶ προσκυνητής της, ἀλλὰ διότι εἶναι καὶ ὁ μόνος ποὺ πλάσθηκε κατ’ εἰκόνα της. Διότι τὰ μὲν ἄλογα ζῶα ἔχουν μόνον ζωτικὸ πνεῦμα, τὸ ὁποῖο μάλιστα δὲν εἶναι ἀθάνατο, στεροῦνται δὲ τελείως νοῦ καὶ λόγου. Τὰ δὲ ὑπεραισθητὰ ὄντα, δηλαδὴ οἱ ἄγγελοι καὶ οἱ ἀρχάγγελοι, ὡς νοεροὶ καὶ λογικοὶ ἔχουν νοῦ καὶ λόγο, ἀλλ’ ὄχι καὶ πνεῦμα ζωοποιοῦν, διότι δὲν ἔχουν οὔτε καὶ σῶμα γιὰ νὰ ζωοποιηθεῖ ἀπὸ αὐτό. Ὁ ἄνθρωπος δὲ μόνος κατ’ εἰκόνα τῆς τρισυπόστατης θεότητας ἔχει νοῦ καὶ λόγο καὶ πνεῦμα καὶ ζωοποιεῖ τὸ σῶμα, ἐπειδὴ ἔχει καὶ σῶμα.

Καὶ νά, λέει, «ἀνεώχθησαν αὐτῶ οἱ οὐρανοί». Συγκεντρῶστε λοιπὸν τὸν νοῦ σας, ἀδελφοί, παρακαλῶ, καὶ προσέξτε μὲ ἀκρίβεια στὰ λεγόμενα καὶ τὴ σημασία τους, γιὰ νὰ καταλάβετε τὴ δύναμη τοῦ μυστηρίου τῆς Βαπτίσεως τοῦ Χριστοῦ. Ἡ κατάδυση λοιπὸν τοῦ Χριστοῦ στὸ νερὸ προεικόνιζε τὴν κατάβασή του στὸν Ἅδη. Ἔτσι κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο καὶ ἡ ἀνάδυσή του ἀπὸ τὸ νερὸ προεικόνιζε τὴν Ἀνάστασή του ἐκ νεκρῶν. Κατὰ φυσικὸ λοιπὸν λόγο καὶ ἀκολουθία μόλις ἀνέβηκε ἀπὸ τὸ νερό, ἀμέσως ἄνοιξαν γι’ αὐτὸν οἱ οὐρανοί. Διότι καὶ κατὰ τὴν καθοδόν του στὸν Ἅδη, ὅταν κρύφτηκε γιὰ ἐμᾶς στὴ γῆ καὶ ἔπειτα ἀναστήθηκε, ἄνοιξε τὰ πάντα καὶ γιὰ τὸν ἐαυτόν του καὶ γιὰ ἐμᾶς· ὄχι μόνον τὰ ὑπόγεια καὶ τὰ ἐπίγεια ἀλλὰ καὶ αὐτὸν τὸν ἀνώτατον οὐρανό, στὸν ὁποῖον ἀργότερα ὅταν ἀναλήφθηκε σωματικῶς πρόδρομος γιὰ χάρη μᾶς εἰσῆλθε.

Ἔχοντας δὲ ὁ Χριστὸς ψυχὴ καὶ σῶμα, τὰ ὅποια προσέλαβε ἀπὸ ἐμᾶς γιὰ χάρη μας, μὲ τὸ σῶμα ὑπέστη τὰ πάθη καὶ τὸν θάνατο καὶ τὴν ταφὴ γιὰ χάρη μας καὶ ἀνέδειξε τὴν ἀνάστασή του ἀπὸ τὸν τάφο ἀθανασία καὶ αὐτοῦ του σώματος, καὶ παρέδωσε σ’ ἐμᾶς νὰ τελοῦμε σὲ ἀνάμνηση τὴν ἀναίμακτη θυσία καὶ νὰ ἀπολαμβάνουμε μέσω αὐτῆς τὴ σωτηρία. Μὲ τὴ ψυχὴ κατῆλθε στὸν Ἅδη καὶ ἐπανῆλθε καὶ μετέδωσε σὲ ὅλους φῶς ἀΐδιο καὶ ζωὴ καὶ ὡς δεῖγμα τούτου μᾶς παρέδωσε νὰ τελοῦμε τὸ ἅγιον Βάπτισμα καὶ μὲ αὐτὸ νὰ ἔχουμε τὴ σωτηρία, ἐφ’ ὅσον μὲ κάθε ἕνα ἀπὸ τὰ δύο μυστήρια -Θεῖα Εὐχαριστία καὶ Βάπτισμα- θεοποιοῦνται καὶ τὰ δύο, καὶ ψυχὴ καὶ σῶμα, δεχόμενα τὰ σπέρματα τῆς ἀθάνατης ζωῆς. Διότι ἀπὸ τὰ δύο αὐτὰ μυστήρια ἐξαρτᾶται ὅλη ἡ σωτηρία μας, ἐφόσον σ’ αὐτὰ περιλαμβάνεται ὅλη ἡ σωτηρία τοῦ Θεοῦ Λόγου.

Ὁ Εὐαγγελιστὴς εἶπε: «Ἀνεώχθησαν αὐτῶ οἱ οὐρανοί», ὄχι ὁ οὐρανός. Οἱ οὐρανοί, δηλαδὴ ὅλοι, τὰ ἄνω ὅλα, ὥστε βλέποντας σὺ κάτι ἀπὸ ὅσα βρίσκονται πάνω ἀπὸ ἐμᾶς, νὰ μὴ νομίσεις ὅτι ὑπάρχει κάτι ὑπερκείμενο καὶ ἀνώτερό του βαπτισθέντος Χριστοῦ, ἀλλὰ νὰ ἐννοήσεις μία θεία φύση καὶ θεία δεσποτεία, ἡ ὁποία φθάνει ἀπὸ τὰ ὑπὲρ τὸν οὐρανὸ κύκλω ἄπειρα διαστήματα μέχρι τὰ μέσα του σύμπαντος καὶ τὰ δικά μας ἔσχατα, δηλαδὴ γεμίζει τὰ πάντα καὶ δὲν ἀφήνει τίποτα ἐκτός της κυριαρχίας της καὶ συγκρατεῖ καὶ περιέχει σωτηριωδῶς τὰ πάντα καὶ ἐκτείνεται πέραν ἀπὸ ὅλα γνωριζόμενη σὲ τρία πρόσωπα ἐνούμενα ἀπορρήτως. «Ἀνεώχθησαν αὐτῶ οἱ οὐρανοί», οὕτως ὥστε νὰ δειχθεῖ φανερότατα ὅτι αὐτὸς εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ὑπάρχει καὶ πρὸ τῆς δημιουργίας τῶν οὐρανῶν καὶ πρὸ τῆς δημιουργίας ὅλων των ὄντων, ἑνωμένος μὲ τὸν Θεὸ καὶ Θεοῦ Λόγος καὶ Υἱὸς χωρὶς ὅμως νὰ ἔχει προγενέστερό του τὸν Πατέρα καὶ ἔχοντας, μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα, ὄνομα τὸ πέρα ἀπὸ κάθε λογικὴ καὶ πάνω ἀπὸ κάθε ὄνομα. Διότι ὅταν ὅλα τα ὁρατὰ ἐγκόσμια καὶ τὰ ὑπερκόσμια ποὺ βρίσκονται μεταξύ του καὶ τοῦ οὐρανίου Πατέρα τοῦ σχίσθηκαν καὶ χωρίσθηκαν, αὐτὸς ὁ Χριστὸς μόνος φανερώθηκε νὰ εἶναι ἑνωμένος μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Πνεῦμα, ὅπως ὑπῆρχε καὶ πρὸ τῆς δημιουργίας τῶν ὄντων.

«Ἀνεώχθησαν αὐτῶ οἱ οὐρανοί», λέει ὁ Ματθαῖος. Καὶ ὅπως λέει ὁ Μάρκος «ἐσχίσθησαν». Λέει δηλαδή: «Ἀναβαίνων ἀπὸ τοῦ ὕδατος εἶδε σχιζομένους τοὺς οὐρανούς». Πῶς λοιπὸν ὁ μὲν ἕνας Εὐαγγελιστὴς εἶπε ὅτι ἀνοίχθηκαν καὶ ὁ ἄλλος ὅτι ἐσχίσθησαν; Γιὰ νὰ μὴ διαφύγει ἀπὸ ὅσους ἀκούουν συνετῶς ὅτι εἶναι διπλὸς ὁ τρόπος τοῦ μυστηρίου. Διότι μὲ τὸ ρῆμα «ἀνοίχθηκαν» ἔδειξε ὅτι οἱ οὐρανοὶ ἤσαν κλεισμένοι ἀπὸ πρὶν γιὰ τοὺς ἀνθρώπους ἕνεκα τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς παρακοῆς μας στὸν Θεό. Διότι μετὰ τὴν παρακοὴ στὸν Θεὸ καὶ τὸν λόγο «γῆ εἰ καὶ εἰς γῆν ἀπελεύση», κλείσθηκαν οἱ οὐρανοὶ γιὰ τὸν πεσόντα Ἀδάμ. Κατὰ φυσικὸ λοιπὸν λόγο ὅταν φάνηκε ὁ Χριστὸς ὑπήκοος κατὰ πάντα καί, ὅπως ὁ ἴδιος εἶπε στὸν Ἰωάννη, «πλήρωσε πάσαν δικαιοσύνην» μὲ τὸ Βάπτισμά του, ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί. Οἱ οὐρανοὶ λοιπὸν ἔδειξαν ἔμπρακτα ὅτι σ’ ὅλα τα κτιστὰ εἶναι ἀχώρητη αὐτὴ ἡ δύναμη καὶ ἡ ἐνέργεια τοῦ ἁγίου Πνεύματος, τὴν ὁποίαν ἔλαβε κατὰ σάρκα ὁ Χριστὸς καὶ γι’ αὐτὸ καὶ ὅταν αὐτὴ φανερώθηκε καὶ διάβαινε πρὸς τὴν θεουπόστατη ἐκείνη σάρκα, ἐπειδὴ δὲν τὴν χωροῦσαν, σχίσθηκαν οἱ οὐρανοί. Ὀρθὰ λοιπὸν εἶπε ὁ Ἰὼβ πρὸς τὸν Θεὸ ὅτι οὔτε ὁ οὐρανὸς εἶναι καθαρὸς ἐνώπιόν σου. Καὶ οὐρανὸ λέγοντας ἐννοοῦσε τους  ἀγγέλους καὶ ἀρχαγγέλους στὸν οὐρανό, τὰ πολυόμματα Χερουβίμ, τὰ ἑξαπτέρυγα Σεραφείμ, ὅλη τὴν ἄλλη ὑπερκόσμια φύση. Φυσικῶς λοιπὸν οὔτε ὁ οὐρανός, δηλαδὴ οἱ ἄγγελοι, εἶναι καθαροὶ ἐνώπιόν του Θεοῦ τῶν οὐρανῶν, διότι ἂν καὶ συνεχῶς καθαρίζονται καὶ φωτίζονται ἀπὸ τὴν ἀνώτατη καὶ θεϊκὴ ἱεραρχία, ὑπολείπονται ἀπὸ τὴν ὑπερτέλεια καθαρότητά της. Μόνον δὲ ἡ θεοϋπόστατη ἀνθρώπινη φύση τοῦ Χριστοῦ, ἐπειδὴ εἶναι ὁμόθεος, ἔχει καὶ τὴν καθαρότητα ὑπερτέλεια καὶ εἶναι χωρητικὴ ὅλης της λαμπρότητας καὶ τῆς δόξας καὶ τῆς δυνάμεως καὶ τῆς ἐνεργείας τοῦ θείου Πνεύματος. Γι’ αὐτὸ ὄχι μόνον οἱ οὐρανοὶ ἀνοίχθηκαν, ἀλλὰ καὶ οἱ ἴδιοι οἱ Ἄγγελοι ὑποχώρησαν ἐνώπιόν της καθόδου αὐτῆς τοῦ ἁγίου Πνεύματος πρὸς τὸν Χριστό.

«Βαπτισθεῖς ὁ Ἰησοῦς ἀνέβη εὐθὺς ἀπὸ τοῦ ὕδατος· καὶ ἰδοὺ ἀνεώχθησαν αὐτῶ οἱ οὐρανοί». Ὁ δὲ Λουκᾶς λέει ὅτι ἐνῶ προσευχόταν ὁ Χριστὸς ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί. «Ἐγένετο γὰρ τοῦ Ἰησοῦ βαπτισθέντος καὶ προσευχομένου ἀνεωχθῆναι τὸν οὐρανόν». Διότι καὶ ὅταν κατέβηκε μέσα στὸ νερὸ καὶ ὅταν ἀνέβαινε ἀπ’ αὐτό, «προσηύχετο»· διδάσκοντάς μας μὲ ἔργα, ὅτι δὲν πρέπει μόνον ὁ ἱερέας καὶ λειτουργός των μυστηρίων νὰ προσεύχεται, ἀλλὰ καὶ ὁ δεχόμενος τὸ μυστήριο, κάθε μυστήριο, πρέπει νὰ προσεύχεται. Καὶ ἂν μὲν ὁ ἱερέας εἶναι τελειότερος ὡς πρὸς τὴν ἀρετὴ καὶ ἀναπέμπει ἐκτενέστερα προσευχή, διαβαίνει δὶ’ αὐτοῦ ἡ χάρη καὶ πρὸς τὸν πιστό, ἐὰν δὲ εἶναι ἀξιοτερος ὁ πιστὸς καὶ προσεύχεται ἐκτενέστερα, ὁ Θεὸς ὁ θελητὴς τοῦ ἐλέους -ὢ τῆς ἀφάτου χρηστότητας! – δὲν ἀρνεῖται νὰ μεταδώσει τὴ χάρη στὸν ἱερέα. Ὅπως καὶ τώρα φανερὰ ἔγινε μὲ τὸν Ἰωάννη, ὁ ὁποῖος ὕστερα μαρτυρεῖ μὲ παρρησία «ἐκ τοῦ πληρώματος αὐτοῦ ἠμεῖς πάντες ἐλάβομεν». (Δηλαδὴ ὅλοι ἐμεῖς λάβαμε ἀπὸ τὸ πλήρωμα τῆς χάριτος τοῦ Ἰησοῦ).

Γιατί δὲ μόνο στὸν Ἰησοῦ ὅταν προσευχόταν ἄνοιξε ὁ οὐρανὸς καὶ σὲ κανένα ἄλλον πρὶν ἀπ’ αὐτόν; Τί λές; Ἐὰν ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος, ὅταν ἦταν ἀκόμα ἔμβρυο, κατάλαβε τὴ θεανδρικὴ οἰκονομία τοῦ ἐνυπόστατου Λόγου τοῦ Θεοῦ καὶ ὄχι μόνο σκίρτησε μὲ ἀγαλλίαση θείου Πνεύματος ἀπ’ αὐτὴ ἀκόμα τὴ μητρικὴ κοιλία, ἀλλὰ καὶ στὴ μητέρα του ποὺ τον  κυοφοροῦσε μετέδωσε χάρη, ὁ ὁποῖος μὲ τὴν γέννησή του ἔλυσε τὸ στόμα τοῦ πατέρα του, τὸ ὁποῖο γι’ αὐτὸν δέθηκε μὲ ἀφωνία μὲ τὴν προσταγὴ ἀγγέλου, ἐὰν ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος εἶναι θρέμμα τῆς ἐρήμου, ὁ ὑψηλότερος μεταξύ των υἱῶν τῶν ἀνθρώπων καὶ μεγαλύτερος μεταξύ των προφητῶν ὅλων των αἰώνων, δὲν ἦταν ἱκανὸς νὰ λύσει τὸν ἱμάντα τοῦ ὑποδήματος τοῦ Χριστοῦ, πῶς θὰ ἦταν κάποιος ἀπὸ τοὺς ὑπολειπόμενούς του σὲ ἀξία ἱκανὸς νὰ ἀνοίξει τὸν οὐρανὸ ἢ μᾶλλον τὰ ἐπουράνια;

Γιὰ νὰ δεῖς δὲ καὶ τὸ ὕψος τῆς ὑπεροχῆς τοῦ βαπτιζόμενου σήμερα κατὰ σάρκα ἀπέναντι ὅλων, μελέτησε αὐτό. Γράφτηκε  ὅτι «ἀνεώχθησαν αὐτῶ οἱ οὐρανοί». Φανερώθηκε δὲ μὲ ἔργα σ’ ἐμᾶς ὅτι ὄχι ἁπλῶς οἱ οὐρανοί, ἀλλὰ ἡ ἴδια ἡ ἀγκαλιὰ τοῦ ἀνώτατου Πατέρα ἀνοίχθηκε σ’ αὐτόν. Καὶ ἀπὸ ἐκεῖ προῆλθε τὸ Πνεῦμα καὶ ἡ φωνὴ ἡ ὁποία μαρτύρησε γιὰ τὴ γνησιότητα τῆς υἱότητας. Καὶ οἱ οὐρανοὶ εἶναι κήρυκες αὐτοῦ του γεγονότος σὰν κάποια παγκόσμια στόματα ποὺ ἀνοίχθηκαν ὄχι μόνον γιὰ τοὺς ἀγγέλους  τοῦ οὐρανοῦ ἀλλὰ καὶ γιὰ τοὺς ἀνθρώπους στὴ γῆ, γιὰ νὰ διατρανώσουν σ’ ὅλους τὴν κατὰ τὴν οὐσία καὶ δύναμη καὶ δεσποτεία τοῦ παντὸς ὁμοτιμία τοῦ Υἱοῦ πρὸς τὸν οὐράνιο Πατέρα καὶ τὸ ἐκπορευόμενο ἀπ’ αὐτὸν Πνεῦμα. Μόνον σ’ αὐτὸν λοιπὸν προσευχόμενο ἀνοιχτῆκαν οἱ οὐρανοὶ καὶ μόνος αὐτὸς ἀναγνωσε τοὺς  αἰώνιους λόγους τῆς προνοίας, καθὼς καὶ τοὺς ἀπόκρυφους θησαυροὺς τῆς σοφίας στὸν πατρικὸ κόλπο, τὰ ἀνεξερεύνητα βάθη καὶ τὰ μυστήρια τοῦ Πνεύματος.

               «Βαπτισθεῖς ὁ Ἰησοῦς ἀνέβη εὐθὺς ἀπὸ τοῦ ὕδατος καὶ ἰδοὺ ἀνεώχθησαν αὐτῶ οἱ οὐρανοί». Βλέπετε ὅτι τὸ ἅγιο Βάπτισμα εἶναι ἡ πύλη τῶν οὐρανῶν ποῦ εἰσάγει ἐκεῖ τους βαπτιζόμενους; Διότι δὲν εἶπε ἁπλῶς ἀνοίχθηκαν, ἀλλὰ ἀνοίχθηκαν γι’ αὐτὸν οἱ οὐρανοί. Ἀλλὰ ὅλα ὅσα ἔγιναν σ’ αὐτόν, γιὰ μᾶς ἔγιναν. Λοιπὸν γιὰ μᾶς ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοὶ καὶ μὲ ἀνοιγμένες τελείως τὶς πύλες τοὺς περιμένουν τὴν εἴσοδό μας. Γιὰ μᾶς ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοὶ καὶ ἐμᾶς καθάρισε. Διότι δὲν χρειαζόταν ὁ ἴδιος κάθαρση ἢ ἄνοιγμα οὐρανῶν.

                Καὶ αὐτὰ τὰ εἶδε ὁ Ἰωάννης, γιὰ νὰ μπορεῖ νὰ λέει σ’ ὅσους θὰ ρωτοῦσαν ὕστερα: «Καγῶ ἐώρακα καὶ μεμαρτύρηκα ὅτι οὗτος ἐστὶν ὁ Χριστὸς ὅ του Θεοῦ υἱός». Εἶδε λοιπὸν ὁ Ἰωάννης τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ νὰ κατεβαίνει ὡς περιστερὰ καὶ νὰ ἔρχεται πάνω στὸν Χριστό. Φανερώνει δὲ καὶ ἡ μορφὴ τῆς περιστερᾶς τὴν καθαρότητα τοῦ Χριστοῦ. Διότι αὐτὸ τὸ πτηνὸ δὲν πετὰ πάνω ἀπὸ τόπους ἀκάθαρτους καὶ βρωμερούς. Καὶ μαρτυρεῖ μαζὶ μὲ τὴ φωνὴ τοῦ Πατέρα ἀπὸ ψηλὰ ποὺ ἔλεγε τὴν ἴδια στιγμὴ «οὗτος ἐστὶν ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητὸς ἐν ὢ εὐδόκησα». Δηλαδὴ αὐτὸς εἶναι τὸν ὁποῖον δείχνει τὸ πνεῦμα μου ὡς συναΐδιο Υἱό. Διότι ὁ Πατέρας χρησιμοποιώντας ὡς δάκτυλο τὸ ἴδιο καὶ συναΐδιο καὶ ὁμοούσιο καὶ ὑπερουράνιο Πνεῦμα μὲ τὴ φωνή του καὶ δακτυλοδεικτώντας ἀπὸ τὸν οὐρανὸ συγχρόνως καὶ δείχνοντας τὴ συνάφειά του πρὸς αὐτὸν τὸν βαπτιζόμενο στὸν Ἰορδάνη τὸν ἀπέδειξε υἱὸν τοῦ ἀγαπητὸ φανερὰ καὶ τὸν κήρυξε σὲ ὅλους.

               Ἀναβιβάζεται δὲ καὶ ἡ δική μας φύση συνθεωρούμενη ἀχώριστη μὲ τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ πρὸς ἐκείνη τὴν ἀξία, ὥστε ἐμεῖς βαπτιζόμενοι νὰ βγάζουμε τὸν παλαιὸν ἄνθρωπο καὶ νὰ ντυνόμαστε τὸν Χριστό, τὸν νέον Ἀδάμ. Διότι ἐφ’ ὅσον ὁ μονογενὴς Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ἔλαβε τὴ δική μου φύση καὶ τὴν ἔκανε καινούρια ἑνωθεῖς ὑποστατικὰ μαζί της, μετάδωσε σ’ αὐτὴν ἀπὸ τὴ χάρη του καὶ ὁ καθένας ἀπὸ ἐμᾶς λαμβάνει ἀπὸ αὐτὸν τὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτημάτων. Καὶ τὴν μὲν φύση μᾶς τὴν ὁποίαν προσέλαβε ἀπὸ ἐμᾶς γιὰ χάρη μᾶς τὴν ἔκανε καινούρια καὶ ἁγιασμένη καὶ δικαιωμένη τὴν ἔδειξε ὑπάκουη  στὸν Πατέρα κατὰ πάντα, μὲ ἐκεῖνα τὰ ἔργα τὰ ὁποῖα ὁ ἴδιος ἔπραξε καὶ ἔπαθε ἑνωμένος μ’ αὐτὴν ὑποστατικά, σὲ κάθε ἕνα δὲ ἀπὸ ἐμᾶς τοὺς πιστοὺς ὄχι μόνον τὴ φύση ἀλλὰ καὶ τὴν ὑπόσταση ἔκανε καινούρια καὶ χάρισε τὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν μὲ τὸ βάπτισμα, μὲ τὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν του, μὲ τὴν μετανοία, τὴν ὁποία χάρισε στοὺς πταίοντες καὶ μὲ τὴν μετάδοση τοῦ σώματός του καὶ τοῦ αἵματός του.

                 Μὲ τὸ νὰ πεῖ δὲ ὁ Πατέρας ἀπὸ τοὺς οὐρανοὺς ὅτι «οὗτος ἐστὶν ὁ υἱός μου ὃ ἀγαπητός, ἐν ὢ εὐδόκησα», ἔδειξε ὅτι ὅλα τα ἄλλα ὅσα εἰπώθηκαν ἀπὸ τοὺς προφῆτες, οἱ νομοθεσίες, οἱ ἐπαγγελίες, οἱ υἱοθεσίες, ἤσαν ἀτελῆ καὶ ἀπέβλεπαν πρὸς τὸν τωρινὸ σκοπὸ καὶ ἐκπληρώθηκαν μὲ τὸ σημερινὸ μυστήριο. Ἀλλὰ καὶ αὐτὴ ἀκόμα ἡ ἀπὸ ἀρχῆς καταβολὴ τοῦ κόσμου σ’ αὐτὸν ἀπέβλεπε, τὸν κάτω μὲν ὡς υἱὸ ἀνθρώπου βαπτιζόμενο, ἄνωθεν δὲ μαρτυρούμενο ὡς μόνον Υἱὸ ἀγαπητό, γιὰ τὸν ὁποῖον καὶ ἀπὸ τὸν ὁποῖον ἔγιναν τὰ πάντα. Λοιπὸν καὶ ἤη ἀπ’ ἀρχῆς δημιουργία τοῦ ἄνθρωπου γι’ Αὐτὸν ἔγινε. Καὶ ὁ ἄνθρωπος πλάσθηκε κατ’ εἰκόνα Θεοῦ, γιὰ νὰ μπορέσει κάποτε νὰ χωρέσει τὸ ἀρχέτυπο. Καὶ ὁ νόμος στὸν Παράδεισο ποὺ δόθηκε  ἀπὸ τὸν Θεὸ γι’ Αὐτὸν δόθηκε. Διότι δὲν θὰ τὸν ἔδινε ὁ Θεός, ἐὰν ἐπρόκειτο νὰ μείνει γιὰ πάντα ἀνεφάρμοστος.

Καὶ ὅσα μετὰ ἀπὸ τὸ νόμο αὐτὸν λέχθηκαν καὶ ἔγιναν ἀπὸ τὸν Θεό, γι’ Αὐτὸν ἔγιναν σχεδὸν ὅλα· καὶ μποροῦσε νὰ προσθέσει κανεὶς καὶ τὰ ὑπερκόσμια ὅλα, τὶς ἀγγελικὲς δηλαδὴ φύσεις καὶ τάξεις καὶ τὶς οὐράνιες θεσμοθεσίες. Σ’ αὐτὸν τὸ σκοπὸ ὅλα ἀπ’ ἀρχῆς ἔχουν διακονήσει, δηλαδὴ τὴν θεανδρικὴ οἰκονομία. Διότι τὸ τέλειο καὶ ἀγαθὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι εὐδοκία· αὐτὸς δὲ ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ μόνος, στὸν ὁποῖον εὐδοκεῖ καὶ ἀναπαύεται καὶ ἀρέσκεται τελείως ὁ Πατέρας. Αὐτὸς εἶναι ὁ θαυμαστὸς σύμβουλος, ὅ της μεγάλης βουλῆς ἄγγελος, ποὺ ἀκούει καὶ μιλᾶ σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Πατέρα του καὶ παρέχει ζωὴ αἰώνια σὲ ὅσους τὸν ὑπακούουν. Αὐτὴν τὴν αἰώνια ζωὴ ἃς κερδίσουμε ὅλοι μὲ τὴ βοήθεια τοῦ βασιλιὰ τῶν αἰώνων Χριστοῦ, στὸν ὁποῖον ἁρμόζει κάθε δόξα, τιμὴ καὶ προσκύνηση μὲ τὸν ἄναρχό του Πατέρα καὶ τὸ πανάγιο καὶ ἀγαθὸ καὶ ζωοποιὸ Πνεῦμα τώρα καὶ πάντοτε καὶ στοὺς ἀτέλειωτους αἰῶνες. Ἀμὴν

(σὲ νεοελληνικὴ ἀπόδοση)

ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΞΗΡΟΠΟΤΑΜΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ. ΤΕΥΧΟΣ 10 . ΕΤΟΣ 1991 .

0 replies

Leave a Reply

Want to join the discussion?
Feel free to contribute!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *